Τέσσερις δεκαετίες χωρίς τον Μάνο Κατράκη

Μάνος Κατράκης
(Καστέλι Κισσάμου, 14 Αυγ. 1908 – Αθήνα, 2 Σεπτ. 1984)

Συνέχεια

10.000 ανεμόμυλοι από τον Werner Herzog για το Οροπέδιο Λασιθίου

Οροπέδιο Λασιθίου: Το απόλυτο θαύμα της οικοδιαχείρισης, πλήρως ενταγμένο στο τοπίο και με μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Μια μορφή αληθινά φιλικής προς το περιβάλλον οικονομίας που διαμόρφωσε ένα τοπίο μοναδικό, εκεί όπου η φύση συναντιέται και πορεύεται αρμονικά με τη ζώσα παράδοση, τον καθημερινό μόχθο και το όραμα των απλών ανθρώπων και όπου η ανάπτυξη ξεκινάει από την τοπική κοινωνία, υπάρχει προς το συμφέρον της και επιστρέφει τα οφέλη της σε αυτήν.

Ένα μοναδικής αξίας φιλμ ντοκιμαντέρ με τίτλο: «10.000 ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΙ» -με αφορμή την ταινία του σκηνοθέτη του Νέου Γερμανικού Κινηματογράφου Werner Herzog «Signs of Life» του 1968- μέρος ενός ευρύτερου, διεπιστημονικού ερευνητικού εγχειρήματος για τις πρακτικές διαχείρισης του νερού στο Οροπέδιο Λασιθίου Κρήτης, για την τεχνογνωσία των αντλητικών ανεμόμυλων, ως προτύπου μελέτης των μετασχηματισμών και των διαδικασιών μετάβασης από τη συλλογική διαχείριση των κοινών πόρων στην παραγωγική και πολιτισμική συγκρότηση της τοπικής κοινωνίας και του τοπίου γύρω από αυτήν.

Συνέχεια

Όταν η Γκρέις Κέλι συνάντησε τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ»

Ποια σειρά τυχαίων περιστατικών είχε ως αποτέλεσμα αυτή την εμβληματική
φωτογραφία από τα γυρίσματα της επικής σειράς ο «Ιησούς από την Ναζαρέτ»;

O «Iησούς από τη Ναζαρέτ» του Φράνκο Τζεφιρέλι είναι ίσως η πιο δημοφιλής μεταφορά της ζωής του Χριστού στην οθόνη, ο δε Ρόμπερτ Πάουελ, που ερμηνεύει τον ομώνυμο ρόλο, κατάφερε να ταυτιστεί απόλυτα με το Θεάνθρωπο στη συνείδηση του κοινού, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο ηθοποιό που προηγήθηκε ή ακολούθησε. Όταν η σειρά είχε προβληθεί αρχικά στο ιταλικό δίκτυο RAI, το 1977, ο Πάπας όχι απλά είχε δώσει την έγκρισή του, αλλ’ είχε ζητήσει και από το ποίμνιο να την παρακολουθήσει.

Συνέχεια

40 χρόνια «Λούφα και Παραλλαγή», η ταινία που απογύμνωσε τη Χούντα

Ήταν το 1984 όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά η «Λούφα και Παραλλαγή», η ταινία που απογύμνωσε τόσο μοναδικά τη Χούντα των συνταγματαρχών. Η σάτιρα, ως βασικό συστατικό πολιτικής κριτικής, πόσο επίκαιρη είναι σήμερα;

Συνέχεια

Ενσαρκώνοντας την ευγένεια – Αποχαιρετισμός στον Γιάννη Φέρτη

Όλοι θα θυμόμαστε παντοτινά τον Γιάννη Φέρτη για δεκάδες όμορφους λόγους: Οι περισσότεροι έχοντας την ανάμνηση της αξεπέραστης φωνής του από κάποιον ρόλο του στο σινεμά, στη μικρή οθόνη ή στο θέατρο, από κάποια δημόσια απαγγελία ή ακόμα και από ποιοτικές διαφημίσεις στις οποίες συνεργάστηκε. Άλλοι ως έναν από τους γοητευτικότερους ηθοποιούς στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Άλλοι για μια από τις πολλές αξέχαστες ερμηνείες του.

Συνέχεια

Αποχαιρετισμός στον κύριο με τα γκρι

Γιώργος Μιχαλακόπουλος
(1938-2023)

Συνέχεια

Ο «Καπετάν Μιχάλης» του Νίκου Καζαντζάκη στη μεγάλη οθόνη

Ένας από τους πλέον εμβληματικούς λογοτεχνικούς ήρωες του Νίκου Καζαντζάκη, ο Καπετάν Μιχάλης, ζωντανεύει στη μεγάλη οθόνη. Η ταινία, που βασίζεται στο κορυφαίο μυθιστόρημα, φέρει τη σκηνοθετική υπογραφή του Κώστα Χαραλάμπους, ο οποίος υπογράφει και το σενάριο, ενώ την ερμηνεία του απαιτητικού πρωταγωνιστικού ρόλου έχει αναλάβει ο Αιμίλιος Χειλάκης.

Συνέχεια

Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος αποχαιρετά τη Μαίρη Χρονοπούλου

Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ) εκφράζει τη βαθιά του θλίψη για τον θάνατο της σπουδαίας ηθοποιού Μαίρης Χρονοπούλου που γνώρισε μεγάλη επιτυχία κατά τη διάρκεια της χρυσής εποχής του κινηματογράφου, αγαπήθηκε και διακρίθηκε μέσα από σημαντικούς ρόλους και συνεργασίες ως μία από τις πιο δημοφιλείς και σημαντικές Ελληνίδες ηθοποιούς.

Συνέχεια

Το γράμμα της Άννας

«Το γράμμα της Άννας» το έγραψε ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος για την ταινία του «Μια αιωνιότητα και μια μέρα» (1998). Η ταινία βραβεύτηκε με Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ Καννών, το 1998. Στο στιγμιότυπο η Isabelle Renauld και ο Bruno Ganz. Ακούγονται οι ηθοποιοί Πέμυ Ζούνη και Πέτρος Φυσσούν. Η υπέροχη μουσική είναι της Ελένης Καραΐνδρου. Κατά τη γνώμη μας, μια από τις ωραιότερες στιγμές του παγκόσμιου κινηματογράφου…

Συνέχεια

Milan Kundera, η φωνή ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια

Milan Kundera
(Brno, Czechia 1 Απριλίου 1929 – Paris, France 11 Ιουλίου 2023)

Ο Τσέχος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα (Milan Kundera) εξερεύνησε με λεπτή πρόζα, αλλά σκληρούς χαρακτήρες, θεματικές όπως ο έρωτας, η απιστία και η αναπότρεπτη μοίρα. Όλα αυτά με φόντο τη ζωή στο πρώην Ανατολικό μπλοκ στο οποίο και άσκησε κριτική. Όχι, δεν ήταν στρατευμένος – πίστευε ότι η τέχνη δεν πρέπει να είναι προπαγάνδα ή αντιπροπαγάνδα.

Γεννήθηκε το 1929, όταν ακόμα η Τσεχοσλοβακία δεν ήταν κομμουνιστική, έζησε από πρώτο χέρι τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, συντάχθηκε με τον Κομμουνισμό ως νεαρός φοιτητής, έπεσε σε δυσμένεια εξαιτίας των γραπτών του (ύστερα από τη σοβιετική καταστολή της Άνοιξης της Πράγας το 1968), μετακόμισε στη Γαλλία και τη δεκαετία του ‘80 έγινε -μάλλον αναπάντεχα- ένας superstar της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εδώ και λίγες ώρες, ο Milan Kundera δε βρίσκεται πια εδώ, έφυγε σε ηλικία 94 ετών.

Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμη και άνθρωποι που δεν έχουν διαβάσει ούτε μία δικιά του σελίδα, τον γνώριζαν. Είχε κάπως ταυτιστεί στο μυαλό μας -καλώς ή κακώς- με την έννοια του εκλεπτυσμένου συγγραφέα που όμως δεν είναι και τόσο δυσνόητος για τις μάζες. Σημαντικό ρόλο στη φήμη του έπαιξαν και οι θεματικές του: ο έρωτας ως βάσανο ήταν κάτι που πάντα τον απασχολούσε.

Το Μπρνο της Τσεχίας, γενέτειρα του Μίλαν Κούντερα

Δεν είναι τυχαίο ότι συναντάμε το όνομά του στην ελληνική ποπ κουλτούρα (τον πιάνει στο στόμα του ο «κουλτουριάρης» Πλαπούτας σε ένα επεισόδιο του σίριαλ «Της Ελλάδος τα παιδιά»), αλλά και στην καθομιλουμένη, πολλές φορές για να χαρακτηριστεί ως «Κούντερα» όποιος το παίζει καλλιτέχνης χωρίς να είναι. Άλλωστε, «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι» (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας) ήταν ένα από τα προτεινόμενα βιβλία για όσους εφήβους και φοιτητές ήθελαν να διαβάσουν λίγο πιο «βαριά» λογοτεχνία στα 80s και τα 90s. Ερωτικά πάθη, προδοσίες και φιλοσοφικές αναζητήσεις ακούγονταν -και ακούγονται- πολύ θελκτικά για να ριχτεί κανείς για πρώτη φορά στα βαθιά (όσο και αν ο ελληνικός τίτλος έχει κακοποιηθεί κατ’ επανάληψη από κακά δημοσιογραφικά αστεία).

Υπήρχαν και υπάρχουν πολλές παρανοήσεις σχετικά με τον Milan Kundera. Για καμία από αυτές όμως δε φταίει ο ίδιος. Μάλιστα, θα πρέπει μία συγκεκριμένη παρανόηση να τον πλήγωσε βαθιά: όταν χρειάστηκε να αποδείξει ότι -σύμφωνα με κατηγορίες που προέκυψαν το 2008- δεν υπήρξε πληροφοριοδότης των κομμουνιστικών αρχών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘50. Ενός καθεστώτος, δηλαδή, που μετά την Άνοιξη της Πράγας θα κατέβαζε τα βιβλία του από τα ράφια των βιβλιοπωλείων.

«Ζούμε σε μία εποχή που η ιδιωτική ζωή έχει καταστραφεί», είχε πει σε συνέντευξή του στους New York Times το 1985, για να συνεχίσει: «Η αστυνομία την καταστρέφει στις κομμουνιστικές χώρες, οι δημοσιογράφοι την απειλούν στις δημοκρατικές χώρες, και σιγά-σιγά οι άνθρωποι ξεχνούν το τι πραγματικά είναι η ιδιωτική ζωή». Ενώ είχε κλείσει τη φράση του με έναν αφορισμό: «Χωρίς την ιδιωτικότητα τίποτα δεν μπορεί να υπάρξει -ούτε ο έρωτας, ούτε η φιλία».

Παρίσι

Είναι κάτι που τον απασχόλησε και στο πρώτο βιβλίο το οποίο τον έκανε διάσημο πέρα από τα σύνορα της πατρίδα του. «Το αστείο» (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας) είναι ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα του 1967 με πρωταγωνιστή έναν νεαρό φοιτητή, ο οποίος, στην προσπάθειά του να εντυπωσιάσει ένα κορίτσι, γράφει ένα αστείο για τον Λέων Τρότσκι με συνεπές αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια. Όλη του η ζωή θα αλλάξει, οι ψευδαισθήσεις θα καταρρεύσουν με πάταγο, εκείνος θα βρεθεί να κάνει σκληρή χειρωνακτική εργασία.

Αγαπήθηκε γιατί τα βιβλία του καθρέφτιζαν μία σαφή κριτική ενάντια στο σοβιετικό καθεστώς. Ο ίδιος όμως μάλλον δεν ενστερνιζόταν απόλυτα αυτή την οπτική· θεωρούσε ότι όταν ένα έργο τέχνης στρατεύεται πολιτικά (είτε ως προπαγάνδα είτε ως αντιπροπαγάνδα) χάνει το νόημα του. Ή μάλλον χάνει την ψυχή του και γίνεται ένα χαρτί με ημερομηνία λήξης το οποίο εξυπηρετεί πολύ συγκεκριμένους σκοπούς. Φαινόταν, δηλαδή, έως και να ενοχλείται με την ευκολία που πολύ συχνά τα Δυτικά Μέσα έψαχναν έναν ήρωα στο πρόσωπό του. Θα προτιμούσε να μείνουν στα βιβλία του.

Το magnum opus του («Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι») διαδραματίζεται εκεί κοντά στην Άνοιξη της Πράγας, την ίσως κομβικότερη στιγμή για τη μεταπολεμική Τσεχία και Σλοβακία δηλαδή, και καταπιάνεται με θεματικές όπως αυτές της αναπότρεπτης μοίρας, της απιστίας αλλά και της ζωής σε ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Συνθήκες με άλλα λόγια πολλές φορές ασφυκτικές, μέσα από τις οποίες ο Kundera εξερεύνησε τον ανθρώπινο ψυχισμό, περισσότερο φιλοσοφώντας και εγείροντας ερωτήματα παρά παρουσιάζοντας έτοιμες λύσεις. Λεπτή πρόζα, λεπτό χιούμορ, σκληροί χαρακτήρες.

Ο Τσέχος συγγραφέας που μάς άφησε πλήρης ημερών, στα 94 χρόνια του, είχε κάθε δικαίωμα να θεωρεί πως υπήρξε ένας από τους συγγραφείς που απασχόλησαν όσο λίγοι τον λογοτεχνικό κόσμο του Ψυχρού Πολέμου. Παρ’ όλα αυτά, βραβείο Νόμπελ δεν πήρε ποτέ. Μικρή σημασία έχει αυτό βέβαια, αφού ούτε ο Phillip Roth πήρε ποτέ -ο συγγραφέας, δηλαδή, που έδωσε τον δικό του αγώνα για να γίνει γνωστό το έργο του Τσέχου, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Τελικά, άσχετα με τις παρανοήσεις και τις προσπάθειες να μπει σε καλούπια που ο ίδιος δε ζήτησε ποτέ, ο Kundera εκτός από πολύ σημαντικός συγγραφέας υπήρξε και κάτι άλλο: η φωνή ενός κόσμου στον οποίο οι Δυτικοί δεν είχαν εύκολη πρόσβαση. Πίσω από τα αόρατα τείχη που ορθώθηκαν ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, υπήρχε ένα τεράστιο και πολυδαίδαλο σύμπαν από αφηγήσεις, όνειρα, πεποιθήσεις και, γενικά, ζωή.

Σιγά αλλά σταθερά αυτές οι φωνές εξαφανίζονται. Σκόνη καλύπτει μία ολόκληρη ιστορική περίοδο και τις ιστορίες εκατομμυρίων ανθρώπων· άλλων που συντάχθηκαν απόλυτα με τις σοβιετικές αρχές, άλλων που αντιτάχθηκαν εξαρχής, και άλλων που πείστηκαν, προδόθηκαν και αποφάσισαν ν’ αλλάξουν ρότα, όπως δηλαδή έκανε και ο ίδιος ο Kundera. Ένας από τους τελευταίους μεγάλους story tellers εκείνου του κόσμου δεν είναι πια μαζί μας. Θα είναι όμως για πάντα τα βιβλία του.

Από το βιβλίο «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι» του Μίλαν Κούντερα

– Όσο πιο βαρύ είναι το φορτίο, όσο πιο κοντινή στη γη είναι η ζωή μας, τόσο είναι πιο αληθινή πιο πραγματική. Σε αντιστάθμισμα, η ολική απουσία του φορτίου κάνει το ανθρώπινο ον να γίνεται πιο ελαφρύ από τον άνεμο, να πετάει, ν’ απομακρύνεται από τη γη, απ’ το γήινο είναι, να μην είναι παρά μόνο κατά το ήμισυ αληθινό και οι κινήσεις του να είναι εξ ίσου ελεύθερες όσο και χωρίς σημασία.

– Δεν μπορεί κανείς ποτέ να ξέρει αυτό που πρέπει να θέλει, γιατί έχουμε μόνο μια ζωή και δεν μπορούμε ούτε να τη συγκρίνουμε με προηγούμενες ζωές, ούτε να την επανορθώσουμε σε ζωές επερχόμενες.

– Ο έρωτας δεν εκδηλώνεται με την επιθυμία να κάνεις έρωτα (αυτή η επιθυμία ταιριάζει σε αναρίθμητο πλήθος γυναικών) αλλά με την επιθυμία του μοιρασμένου ύπνου (αυτή η επιθυμία δεν αφορά παρά μια και μόνο γυναίκα)

– Το ν’ αγαπάς κάποιον από συμπόνια δεν σημαίνει ότι τον αγαπάς πραγματικά.

– Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρύ από τη συμπόνια. Ούτε ο ίδιος μας ο πόνος δεν είναι τόσο βαρύς όσο ο πόνος που μοιραζόμαστε μ’ έναν άλλο, για έναν άλλο, στη θέση ενός άλλου, πολλαπλασιασμένος απ’ τη φαντασία, σε εκατοντάδες αντίλαλους.

– Η βαρύτητα, η ανάγκη και η αξία είναι τρεις έννοιες στενά και βαθιά ενωμένες: δεν είναι βαρύ παρά αυτό που είναι αναγκαίο, δεν έχει αξία παρά μόνον ό,τι βαραίνει.

– Όταν όμως δεν φροντίζει κανείς καθόλου το σώμα του, γίνεται πιο εύκολα θύμα του.

– Το τυχαίο είναι που κάνει τέτοια μάγια, όχι το αναγκαίο. Για να είναι ένας έρωτας αξέχαστος πρέπει τα τυχαία να συναντιόνται σ’ αυτόν από την πρώτη στιγμή.

– Ο άνθρωπος, χωρίς να το ξέρει, συνθέτει τη ζωή του με βάση τους κανόνες της ομορφιάς μέχρι και στις στιγμές της πιο μεγάλης αναταραχής.

– Ο άνθρωπος είναι τυφλός στα τυχαία αυτά στην καθημερινή ζωή, και στερεί έτσι τη ζωή από τη διάσταση της ομορφιάς της.

– Το όνειρο είναι η απόδειξη, ότι το να φαντάζεται, το να ονειρεύεται αυτό που δεν έχει υπάρξει, είναι μια από τις βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου.

– Όποιος θέλει διαρκώς να «εξυψωθεί» πρέπει να περιμένει ότι μια μέρα θα τον πιάσει ίλιγγος. Ο ίλιγγος είναι άλλο πράγμα από τον φόβο μην πέσουμε. Είναι η φωνή του κενού κάτω από εμάς που μας τραβάει και μας καταπίνει, η επιθυμία μας να πέσουμε που μετά την πολεμάμε με τρόμο.

– Όποιος ζει στην ξενιτιά δεν έχει κάτω από τα πόδια του αυτό το δίχτυ ασφαλείας που απλώνει σε κάθε ανθρώπινο πλάσμα η χώρα που είναι η δική του χώρα, όπου υπάρχουν η οικογένειά του, οι συνάδελφοί του, οι φίλοι του και όπου μπορεί να γίνει χωρίς κόπο κατανοητός στη γλώσσα που γνωρίζει από τα παιδικά του χρόνια.

– Αλλ’ ακριβώς ο αδύναμος ήταν που έπρεπε να μάθει να είναι δυνατός και να φεύγει, όταν ο δυνατός ήταν πάρα πολύ αδύναμος για να μπορεί να προσβάλει τον αδύναμο.

Marc Chagall, Over the town, 1913

– Όσο οι άνθρωποι είναι λίγο-πολύ νέοι και η μουσική παρτιτούρα της ζωής τους δεν είναι παρά στους πρώτους της ρυθμούς, μπορούν να συνθέσουν μαζί και να ανταλλάξουν μοτίβα, αλλά , όταν συναντιόνται σε μια πιο ώριμη ηλικία η μουσική τους παρτιτούρα είναι λίγο πολύ συμπληρωμένη, και κάθε λέξη, κάθε αντικείμενο, σημαίνουν κάτι διαφορετικό στην παρτιτούρα του καθενός.

– Η πρώτη προδοσία είναι ανεπανόρθωτη. Προκαλεί, με αλυσιδωτή αντίδραση, άλλες προδοσίες, η καθεμιά από τις οποίες μας απομακρύνει όλο και περισσότερο από το σημείο της αρχικής προδοσίας.

– Σε μια ευημερούσα κοινωνία οι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη να γίνουν χειρονάκτες και αφιερώνονται σε διανοητικές δραστηριότητες. Υπάρχουν όλο και περισσότερα πανεπιστήμια όλο και περισσότεροι φοιτητές.

– Αυτό που δίνει κάποιο νόημα στη συμπεριφορά μας, μας είναι πάντοτε απόλυτα άγνωστο.

– Η φιλαρέσκεια είναι μια υπόσχεση συνουσίας, αλλά μια υπόσχεση χωρίς εγγυήσεις.

– Η στιγμή που γεννιέται ο έρωτας: η γυναίκα δεν αντιστέκεται στη φωνή που καλεί την τρομαγμένη της ψυχή, ο άντρας δεν αντιστέκεται στη γυναίκα που η ψυχή της ξέρει να προσέχει τη φωνή του.

– Σε μια κοινωνία που κυβερνά ο τρόμος οι δηλώσεις δεν σε δεσμεύουν σε τίποτα γιατί τις αποσπούν με τη βία κι ένας έντιμος άνθρωπος έχει το χρέος να μην τους δίνει σημασία, να μην τις ακούει.

– Ο έρωτας αρχίζει από μια μεταφορά. Μ’ άλλα λόγια: Ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που μια γυναίκα εγγράφεται με μια από τις κουβέντες της, στην ποιητική μας μνήμη.

– Το κιτς αποκλείει από το σκηνικό του πεδίο όλα όσα ουσιαστικά απαράδεκτα διαθέτει η ανθρώπινη φύση.

– Όλοι έχουμε ανάγκη να μας κοιτάνε. Ανάλογα με τι είδους είναι το βλέμμα κάτω απ’ το οποίο θέλουμε να ζούμε, μπορούμε να καταταγούμε σε 4 κατηγορίες: α) Η πρώτη αναζητάει το βλέμμα ενός ατέλειωτου αριθμού ανώνυμων ματιών, μ’ άλλα λόγια το βλέμμα του κοινού. β) Στη δεύτερη κατηγορία εκείνοι που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς το βλέμμα ενός πλήθους γνώριμων ματιών. γ) Τρίτη η κατηγορία αυτών που έχουν ανάγκη να βρίσκονται κάτω από το βλέμμα του αγαπημένου προσώπου. δ) Τέλος, η τέταρτη η πιο σπάνια αυτών που ζουν κάτω απ’ τα φανταστικά βλέμματα πλασμάτων που είναι απόντα. Είναι οι ονειροπόλοι.

– Κάποια μέρα, παίρνει κανείς μια απόφαση χωρίς καλά-καλά να ξέρει πως κι αυτή η απόφαση έχει τη δική της δύναμη αδράνειας. Κάθε χρόνος που περνάει κάνει ακόμα δυσκολότερο το να αλλάξει κανείς.

– Είναι μια τεράστια ανακούφιση να διαπιστώνει κανείς πως είναι ελεύθερος, πως δεν έχει αποστολή.

Βιογραφία – Εργογραφία

Ο Μίλαν Κούντερα (Milan Kundera) ήταν Τσέχος συγγραφέας με γαλλική υπηκοότητα. Γεννήθηκε στο Μπρνο της πρώην Τσεχοσλοβακίας την 1η Απριλίου του 1929 και έζησε στη Γαλλία από το 1975. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός με τα έργα του «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι», «Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης» και «Το αστείο». Έχει συγγράψει τόσο στην τσεχική όσο και στη γαλλική γλώσσα, ενώ επιμελείται προσωπικά όλες τις γαλλικές μεταφράσεις των βιβλίων του, προσδίδοντάς τους ισχύ πρωτοτύπου και όχι μεταφρασμένου έργου. Κατόπιν λογοκρισίας, η κυκλοφορία των έργων του ήταν απαγορευμένη στη γενέτειρά του έως και την πτώση της κομμουνιστικής κυβέρνησης, το 1989.

Υπήρξε παιδί μιας μεσοαστικής και ιδιαίτερα καλλιεργημένης οικογένειας. Ο πατέρας του, Λούντβιχ Κούντερα (1891-1971), ήταν σημαντικός μουσικολόγος και πιανίστας, μαθητής του μεγάλου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ. Ο Μίλαν διδάχτηκε πιάνο από τον πατέρα του και αργότερα σπούδασε μουσικολογία και σύνθεση. Έτσι, μουσικολογικές επιρροές εμφανίζονται συχνά στο έργο του, όπως στο βιβλίο του «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», στο οποίο ενθέτει πεντάγραμμα με μελωδίες του Μπετόβεν ως εκφραστικό μέσο μιας συγκεκριμένης ψυχολογικής κατάστασης. Ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στο Μπρνο, το 1948, και έπειτα σπούδασε Λογοτεχνία και Αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα. Έπειτα από δύο ακαδημαϊκούς κύκλους γράφτηκε στη Σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας και αρχικά παρακολούθησε διαλέξεις στη σκηνοθεσία και στη σεναριογραφία.

Ανήκε σε μια γενιά νεαρών Τσέχων των οποίων η ιδεολογία επηρεάστηκε βαθιά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γερμανική κατοχή. Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια ο Κούντερα γράφτηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας με ενεργή κοινωνική και πολιτική δράση, η οποία το 1950 οδήγησε στην απότομη παύση των ακαδημαϊκών σπουδών του. Την ίδια χρονιά ο Μίλαν Κούντερα και ο συγγραφέας Ζαν Τρεφούλκα εκδιώχθηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα με την κατηγορία των «αντικομματικών δραστηριοτήτων». Αργότερα, το 1962, ο Τρεφούλκα θα περιγράψει το γεγονός στη νουβέλα του «Happiness rained on them», ενώ το 1967 και ο ίδιος ο Κούντερα θα εμπνευστεί και θα βασίσει εκεί το κύριο θέμα του μυθιστορήματός του «Το Αστείο». Με την αποφοίτησή του, το 1952, ο Κούντερα προσελήφθη από τη Σχολή Κινηματογράφου ως εισηγητής στην Παγκόσμια Λογοτεχνία. Το 1956 επανεντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και αποβλήθηκε για δεύτερη φορά, το 1970. Μαζί με άλλους συγγραφείς της κομμουνιστικής μεταρρύθμισης, όπως ο Πάβελ Κόχουτ, έλαβε μέρος στην «Άνοιξη της Πράγας» το 1968. Η σύντομη αυτή περίοδος μεταρρυθμιστικής δράσης κατεστάλη βίαια από τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία, τον Αύγουστο του 1968.

Ο Κούντερα παρέμεινε για μερικά χρόνια ακόμα προσκείμενος στον μεταρρυθμιστικό τσέχικο κομμουνισμό και παράλληλα συγκρούστηκε σφοδρά μέσω του Τύπου με τον συμπατριώτη του συγγραφέα Βάτσλαβ Χάβελ. Η συλλογιστική του Κούντερα πρότεινε κατά βάση ότι θα έπρεπε να κυριαρχήσει η ψυχραιμία, αναφέροντας ότι «κανένας δεν φυλακίζεται πια για τις απόψεις του» και ισχυριζόμενος ότι «η σπουδαιότητα του Φθινοπώρου της Πράγας ίσως τελικά αποβεί ιστορικά σημαντικότερη από εκείνη της Άνοιξης της Πράγας». Εν τέλει ο Κούντερα παραιτήθηκε από το μεταρρυθμιστικό του όραμα και μετακόμισε στη Γαλλία, το 1975. Δίδαξε για λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Ρεν και πολιτογραφήθηκε Γάλλος το 1981. Απεβίωσε στις 11 Ιουλίου 2023 σε ηλικία 94 ετών.

«Η στιγμή που γεννιέται ο έρωτας:
η γυναίκα δεν αντιστέκεται στη φωνή
που καλεί την τρομαγμένη της ψυχή,
ο άντρας δεν αντιστέκεται στη γυναίκα
που η ψυχή της ξέρει να προσέχει τη φωνή του…»

Milan Kundera, «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι» (1984)

Παρ’ όλο που το πρώιμο ποιητικό του έργο θεωρείται ισχυρά προκομμουνιστικό, τα μυθιστορήματά του δεν εγκλωβίζονται σε ιδεολογικές ταξινομήσεις. Ο πολιτικός σχολιασμός εκλείπει ολικά (εξαιρουμένης της βαθύτερης φιλοσοφικής στοχαστικής) με εφαλτήριο το βιβλίο του «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι». Ο ίδιος έχει επανειλημμένα τονίσει τη λογοτεχνική του ταυτότητά του ως μυθιστοριογράφου παρά ως πολιτικού συγγραφέα. Η μυθοπλασία του, συνυφασμένη με φιλοσοφική παρέκβαση και ισχυρά επηρεασμένη από τη γραφή του Ρόμπερτ Μούζιλ και τη φιλοσοφία του Νίτσε, απαντάται επίσης σε συγγραφείς όπως ο Αλέν Ντε Μποτόν και ο Άνταμ Θίργουελ. Ο Μίλαν Κούντερα, όπως συχνότατα σημειώνει, ανασύρει τις επιρροές του όχι μόνον από αναγεννησιακούς συγγραφείς, όπως ο Βοκκάκιος και ο Φρανσουά Ραμπελέ, αλλ’ επίσης από τους Λώρενς Στερν, Χένρι Φίλντινγκ, Ντενί Ντιντερό, Ρόμπερτ Μούζιλ, Βίτολντ Γκομπρόβιτς, Χέρμαν Μπροχ, Φραντς Κάφκα, Μάρτιν Χάιντεγκερ και ίσως ισχυρότερα από τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες, με του οποίου την κληρονομιά θεωρεί ότι ταυτίζεται περισσότερο.

Στο πρώτο του μυθιστόρημα, «Το Αστείο», ο Κούντερα εξέθεσε σατιρικά τη φύση του ολοκληρωτισμού της κομμουνιστικής περιόδου. Το γεγονός αυτό τον οδήγησε στη «μαύρη λίστα» της Τσεχοσλοβακίας, όπως και στην απαγόρευση του λογοτεχνικού του έργου. Το 1975, ο Μίλαν Κούντερα μετακόμισε στη Γαλλία, όπου εξέδωσε το 1979 το μυθιστόρημα «Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης». Στο έργο του αυτό παροτρύνει του Τσεχοσλοβάκους πολίτες ν’ αντισταθούν στο κομμουνιστικό καθεστώς παραθέτοντας ποικίλους τρόπους. Λογοτεχνικά πρόκειται για μια ασυνήθιστη μίξη μυθιστορήματος, συλλογής μικρών ιστοριών και προσωπικών ονειροπολήσεων του ίδιου και φέρεται ως χαρακτηριστικό του συγγραφικού του ύφος κατά τη διάρκεια της εξορίας του. Οι κριτικοί της λογοτεχνίας έχουν επισημάνει την ειρωνεία του γεγονότος πως η Τσεχοσλοβακία στην οποία αναφερόταν ο Κούντερα «λόγω του ιστορικού πολιτικού επαναπροσδιορισμού, δεν είναι ακριβώς εκεί», στοιχείο που μοιάζει με το θέμα του «είδους εξαφάνισης και επανεμφάνισης» το οποίο εξερευνάται στο βιβλίο.

Το 1984 εκδόθηκε το γνωστότερο δημιούργημά του, «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι», στο οποίο χρονικογραφεί την εύθραυστη φύση της μοίρας του ατόμου ως μονάδας, ισχυριζόμενος πως η μοναδική ανθρώπινη ζωή είναι ασήμαντη υπό το Νιτσεϊκό πρίσμα της αυτούσιας αιώνιας επανάληψής της μέσα σ’ ένα άπειρο σύμπαν. Το 1988 ο Αμερικανός σκηνοθέτης Φίλιπ Κάουφμαν δημιούργησε την κινηματογραφική εκδοχή του βιβλίου. Το αποτέλεσμα, ενώ θεωρήθηκε γενικά επιτυχημένο, ενόχλησε αρκετά τον συγγραφέα, με αποτέλεσμα ν’ απαγορεύσει στο εξής τις διασκευές των μυθιστορημάτων του. Το 1990 ο Κούντερα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Αθανασία», το τελευταίο γραμμένο στην τσέχικη γλώσσα. Πρόκειται για το περισσότερο κοσμοπολίτικο, σαφέστερα φιλοσοφικό και ελάχιστα πολιτικό, σε σχέση με τα προηγούμενα έργα του, ενώ παράλληλα ορίζει το ευρύτερο ύφος της μετέπειτα δημιουργίας του.

Τα βιβλία του Μίλαν Κούντερα έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Έργα του μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα, τα οποία εκδόθηκαν και κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά, είναι τα ακόλουθα:

Οι κλειδοκράτορες (Majitelé klíčů), 1962, θεατρικό (αποκηρυγμένο από τον συγγραφέα), μτφρ. Έρση Βασιλικιώτη, εκδ. Δωδώνη, 1983, ISBN 978-960-248-194-3.
Το αστείο (Žert ), 1967, μυθιστόρημα, μτφρ. Αντρέας Τσακάλης, εκδ. Κάλβος, β’ εκδ. 2002, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-1022-5.
Γελοίοι έρωτες (Směsné lasky), 1968, διηγήματα, μτφρ. Γιάννης Δημολίτσας, εκδ. Οδυσσέας, 1969, β’ έκδ. 2007, με τον τίτλο «Κωμικοί έρωτες», μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-1349-3.
Το βαλς του αποχαιρετισμού (Valčík na rozloučenou), 1973, μυθιστόρημα, μτφρ. Αντρέας Τσακάλης, εκδ. Οδυσσέας, β’ έκδ. 2006, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-1281-6.
Η ζωή είναι αλλού (Život je jinde), 1973, μυθιστόρημα, μτφρ. Αντρέας Τσακάλης, εκδ. Οδυσσέας, β’ έκδ. 2004, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-1132-1.
Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης (Kniha smíchu a zapomnění), 1978, μυθιστόρημα, μτφρ. Αντρέας Τσακάλης, επιμ. Εμμ. Μοσχονάς, εκδ. Οδυσσέας, 1982, β’ έκδ. 2011, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-1528-2.
Ο Ιάκωβος κι ο αφέντης του – Φόρος τιμής στον Ντενί Ντιντερό σε τρεις πράξεις (Jakub a jeho pan: Pocta Denisu Diderotovi), 1981, θεατρικό, μτφρ. Αμαλία Τσακνιά, εκδ. Εστία 2002, ISBN 978-960-05-1051-5.
Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Eίναι (Nesnesitelná lehkost bytí), 1984, μυθιστόρημα, μτφρ. Κατερίνα Δασκαλάκη, εκδ. Εστία, 1984, β’ έκδ. 2016, με τον τίτλο: «Η αβάσταχτη ελαφρότητα της ύπαρξης», μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-0047-9.
Η τέχνη του μυθιστορήματος (L’art du roman), 1986, δοκίμιο, μτφρ. Φ.Δ. Δρακονταειδής, εκδ. Εστία, 1988, ISBN 978-960-05-0048-6.
Η αθανασία (Nesmrtelnost), 1990, μυθιστόρημα, μτφρ. Κατερίνα Δασκαλάκη, εκδ. Εστία, 1991, β’ έκδ. 2019, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, ISBN 978-960-05-0332-6.
Οι προδομένες διαθήκες (Les testaments trahis), 1993, δοκίμιο, μτφρ. ιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, 1995, ISBN 978-960-05-0683-9.
Η βραδύτητα (La lenteur), 1995, μυθιστόρημα, μτφρ. Σεραφείμ Βελέντζας, εκδ. Εστία, 1996, ISBN 978-960-05-0684-6.
Η ταυτότητα (L’ identité), 1997, μυθιστόρημα, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, 1998, ISBN 978-960-05-0826-0.
Η άγνοια (L’ignorance), 2000, μυθιστόρημα, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, Εστία, 2001, ISBN 978-960-05-0988-5.
Ο πέπλος (Le rideau), 2005, δοκίμιο σε εφτά μέρη, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, 2005, ISBN 978-960-05-1231-1.
Συνάντηση (Une rencontre), 2009, δοκίμιο, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, 2010, ISBN 978-960-05-1472-8.
Η γιορτή της ασημαντότητας (La fete de l’insignifiance), 2013, μυθιστόρημα, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία, 2014.

Οι χαρακτήρες του Κούντερα, σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν, αναγνωρίζονται ως πλάσματα της φαντασίας του. Ενδιαφέρεται περισσότερο για τις λέξεις και τις σκέψεις των χαρακτήρων του παρά για την εξωτερική τους εμφάνιση. Ο ίδιος παραθέτει σε πρώτο πρόσωπο τον σχολιασμό των χαρακτήρων του μέσα από ιστορίες γραμμένες σε τρίτο πρόσωπο. Στο μη-μυθοπλαστικό βιβλίο του «Η Τέχνη του Μυθιστορήματος» τονίζει ότι η φαντασία του αναγνώστη αυτόματα ολοκληρώνει την εικόνα του συγγραφέα, ενώ εκείνος, ως δημιουργός, επικεντρώνεται μόνο στον αναγκαίο βαθμό, καθώς η φυσική παρουσία δεν είναι χαρακτηριστική στην κατανόηση του χαρακτήρα. Έτσι, για τον Κούντερα, το αναγκαίο ενδέχεται ν’ αποφεύγει την κατάδειξη της φυσικής παρουσίας, ακόμα και του εσωτερικού κόσμου των χαρακτήρων του. Κάποιες φορές πάλι, ένα συγκεκριμένο γνώρισμα ίσως αποτελέσει την εστία της ιδιοσυγκρασίας του χαρακτήρα.

Ο Φρανσουά Ρικάρ ισχυρίζεται ότι ο Κούντερα λειτουργεί στο σύνολο του έργου του περισσότερο με ένα ενιαίο πρίσμα παρά με σεναριακή αυτοτέλεια στο κάθε δημιούργημά του. Η θεματική καθώς και οι επεκτάσεις της εμπεριέχονται σε αυτό το γενικό όραμα. Κάθε νέο βιβλίο εκδηλώνει την πιο πρόσφατη θέση της προσωπικής του φιλοσοφίας. Και κάποιες από τις επεκτάσεις αυτές αφορούν την εξορία, τη ζωή πέρα από δεδομένες έννοιες όπως η αγάπη, η τέχνη, η σοβαρότητα, στην ιστορία ως μια συνεχή επανάληψη και στην ευχαρίστηση που μπορεί να περιέχει μια λιγότερο «σημαντική» ζωή (François Ricard, 2003).

Οι ιδιαιτερότητες των χαρακτήρων του Κούντερα φαίνονται ασαφείς, ενώ συχνά άνω του ενός κύριοι χαρακτήρες χρησιμοποιούνται, ακόμα και στο σημείο της πλήρους διακοπής της παρουσίας του ενός και της συνέχειας της πλοκής με κάποιον καινοφανή. Όπως έχει αναφέρει ο Φίλιπ Ροθ σε συνέντευξή του στο «The Village Voice»: «Η ενδόμυχη ζωή γίνεται κατανοητή υπό μια θεώρησή της ως το προσωπικό μυστικό του καθενός, ως πολύτιμη και ως η βάση της μοναδικότητάς του». Τα πρώιμα μυθιστορήματα του Κούντερα εξερευνούν το δίπολο τραγικότητας και κωμικότητας του ολοκληρωτισμού, παρ’ όλα αυτά ο ίδιος δεν τα θεωρεί πολιτικό σχολιασμό. Η γραφή του είναι βαθιά επηρεασμένη και από τον επίσης Τσεχοσλοβάκο μυθιστοριογράφο Φραντς Κάφκα. Ο Κούντερα είχε επίσης παρεμβάλει στο έργο του θέματα σχετικά με τη μουσική, αναλύοντας την τσέχικη παραδοσιακή μουσική παραθέτοντας τη διαδρομή απ’ τον Λέος Γιάνατσεκ έως τον Μπέλα Μπάρτοκ. Ευρύτερα στη γραφή του εισάγει μουσικά αποσπάσματα στο κείμενο (για παράδειγμα στο βιβλίο του «Το Αστείο») ή συζητά περί του Άρνολντ Σένμπεργκ και της Ατονικότητας.

Στις 13 Οκτωβρίου του 2008 η τσέχικη εβδομαδιαία εφημερίδα Respekt δημοσίευσε έρευνα που διεξήγαγε το «Τσέχικο Ινστιτούτο Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων», η οποία φέρει τον Μίλαν Κούντερα ως καταγγέλλοντα στην αστυνομία έναν νεαρό πιλότο, τον Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ. Η έρευνα βασίστηκε σε αστυνομικό αρχείο του 1950 το οποίο ανέφερε ως πληροφοριοδότη τον «Μίλαν Κούντερα, γεννηθέντα 1.4.1929». Ως θύμα της επακόλουθης σύλληψης υποδεικνυόταν ο Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ, ο οποίος φερόταν να άφησε την Τσεχοσλοβακία κατόπιν εντολής να καταταγεί στο πεζικό απαλλασσόμενος από τα καθήκοντά του στην Αεροπορική Ακαδημία και επέστρεψε στην Τσεχοσλοβακία ως δυτικός κατάσκοπος. Ο Ντβοράτσεκ επέστρεψε μυστικά μέσω του φεγγίτη στο φοιτητικό θάλαμο της Ίβα Μιλίτκα, ερωμένης ενός φίλου του. Η Μιλίτκα έβγαινε και αργότερα παντρεύτηκε με κάποιον συμμαθητή, τον Ιβάν Ντλασκ, ο οποίος γνώριζε τον Κούντερα. Τα αστυνομικά αρχεία της εποχής αναφέρουν ότι η Μιλίτκα ανέφερε την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πρώτα στον Ντλασκ, εκείνος στον Κούντερα κι εκείνος τελικά στην αστυνομία. Παρόλο που η κομμουνιστική εισαγγελία ζήτησε τη θανατική ποινή του Ντβοράτσεκ, εκείνος τελικά καταδικάστηκε σε 22 χρόνια φυλάκισης, του επιβλήθηκε πρόστιμο 10.000 κορόνες για καταπάτηση περιουσίας, του αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα. Τελικά εξέτισε 14 χρόνια καταναγκαστική εργασία σε κομμουνιστικό στρατόπεδο και σε ορυχείο ουρανίου έως και την αποφυλάκισή του.

Έπειτα από τη δημοσίευση της Respekt (στην οποία αναφέρεται ότι ο Μίλαν Κούντερα δεν είχε γνωρίσει ποτέ τον Ντβοράτσεκ), ο Κούντερα αρνήθηκε την κατηγορία, αναφέροντας ότι δεν τον γνώρισε ποτέ καθώς κι ότι δεν μπορούσε καν να θυμηθεί τη γνωριμία του με τη Μιλίτκα. Οι δηλώσεις του εξαγγέλθηκαν στην Τσεχία και έχουν μεταφραστεί (παραφρασμένα και συντομογραφικά) στην αγγλική γλώσσα. Στις 14 Οκτωβρίου του 2008 η Υπηρεσία Σωμάτων Ασφαλείας της Τσεχίας απέκλεισε το ενδεχόμενο να είναι πλαστά τα αστυνομικά αρχεία της εν λόγω έρευνας αλλά αρνήθηκε να προβεί σε οποιεσδήποτε επεξηγήσεις. Ο Βότσεκ Ρίπκα του «Τσέχικου Ινστιτούτου Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων» ανέφερε σχετικά: «Υπάρχουν δύο ειδών εμπεριστατωμένες αποδείξεις, η έκθεση της αστυνομίας και τα σχετικά έγγραφα της, αλλά φυσικά δεν μπορούμε να είμαστε 100% βέβαιοι. Εκτός κι αν αναζητήσουμε τους επιζήσαντες αναμεμειγμένους, πράγμα που δυστυχώς είναι αδύνατον, η υπόθεση δεν θα μπορεί να ολοκληρωθεί». Επίσης προσέθεσε ότι η υπογραφή της αστυνομικής έκθεσης ταιριάζει με το όνομα εργαζόμενου στο αντίστοιχο τμήμα των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά λείπει το αστυνομικό πρωτόκολλο.

Ο Ντοβοράτσεκ έχει νωπές τις μνήμες και θεωρεί ακόμα ότι προδόθηκε από την Ίβα Μιλίτκα. Η σύζυγός του αμφισβητεί τις «αποδείξεις εναντίον του Μίλαν Κούντερα. Ο Ντλασκ που φέρεται από το αστυνομικό δελτίο να ανέφερε στον Κούντερα την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πέθανε το 1990. Είχε αναφέρει στη γυναίκα του, Μιλίτκα, τη γνωστοποίησή του στον Κούντερα για την άφιξη του Ντβοράτσεκ. Δύο μέρες μετά την ευρεία κυκλοφορία του δημοσιεύματος, μια πτυχή της ιστορίας εκτέθηκε από τον ιστορικό λογοτεχνίας Ζντένεκ Πέσατ. Κατ’ αυτήν, ως πληροφοριοδότης αναφέρεται ο Ντλασκ ο οποίος του είχε προσωπικά εκμυστηρευτεί την πράξη του. Ο Πεσάτ, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή μέλος ενός παρακλαδιού του Τσεχοσλοβάκικου Κομμουνιστικού Κόμματος ανέφερε την πεποίθησή του ότι ο Ντλασκ κατέδωσε τον Ντβοράτσεκ ούτως ώστε να προστατέψει την κοπέλα του από τις συνέπειες της επαφής της με κάποιον πράκτορα – προβοκάτορα. Το γεγονός ότι ως όνομα του πληροφοριοδότη στην έκθεση της αστυνομίας αναφέρεται το όνομα του Κούντερα, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εκείνος να πληροφόρησε την αστυνομία (και όχι το παρακλάδι του Τσεχοσλοβάκικου Κομμουνιστικού Κόμματος) ξεχωριστά από τον Ντλασκ.

Ανάμεσα στις έντυπες αντιδράσεις στο δημοσίευμα, υπάρχει και εκείνη του Τσέχου συγγραφέα Ίβαν Κλίμα υπό μορφήν άρθρου σε ημερήσιο φύλλο της εφημερίδας «Lidové»: «Από την πλευρά του αναγνώστη, είναι απολύτως δικαιολογημένα τα αισθήματα λύπης κι απογοήτευσης όπως και η κλονισμένη εμπιστοσύνη προς κάποιον που θαυμάζαμε και πιστεύαμε. Όμως κανένα από αυτά δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει ή να συγχωρέσει τα δικά μας παραπτώματα». Ο Βάτσλαβ Χάβελ επίσης έχει δηλώσει τη δυσπιστία του προς την όλη ιστορία. Η γερμανική εφημερίδα «Die Welt» σχολίασε το γεγονός συγκρίνοντας τον Μίλαν Κούντερα με τον νομπελίστα συγγραφέα και δραματουργό Γκίντερ Γκρας, για τον οποίο, το 2006, αποκαλύφθηκε ότι υπηρέτησε στα Waffen-SS κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις 3 Νοεμβρίου του 2008, 11 παγκοσμίου φήμης συγγραφείς ανακοίνωσαν τη στήριξή τους στον Μίλαν Κούντερα. Ανάμεσα στους μυθιστοριογράφους που τον υποστήριξαν ήταν οι Σαλμάν Ρουσντί, Φίλιπ Ροθ, Κάρλος Φουέντες, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, Τζον Μάξγουελ Κοτσί, Ορχάν Παμούκ, Ζωρζ Σεμπρούν και Ναντίν Γκορντιμέρ. Ανάμεσα στους υπογράφοντες βρίσκονταν, επίσης, τέσσερις κάτοχοι του βραβείου Νόμπελ.

Το 1985 ο Κούντερα έλαβε το βραβείο Jerusalem Prize. Η ομιλία του κατά την παραλαβή του βραβείου βρίσκεται τυπωμένη στη συλλογή δοκιμίων του «Η τέχνη του Μυθιστορήματος». Το 1987 κέρδισε το Αυστριακό Κρατικό βραβείο (The Austrian State Prize) Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας. Το 2000 βραβεύτηκε με το Διεθνές Βραβείο Herder (Herder Prize). To 2007 τιμήθηκε με το Τσεχικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Θρυλείται επίσης ότι είχε εξεταστεί η συμμετοχή του ως υποψήφιου βράβευσης για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Άλλες διακρίσεις: Παγκόσμιο Βραβείο Τσίνο ντελ Ντούκα (2009), Μετάλλιο Αξίας της Δημοκρατίας της Τσεχίας (1995), Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής (1990), Mondello Prize (1978), Βραβείο Βιλένικα, βραβείο Μέντισις ξένης λογοτεχνίας (1973), βραβείο Νέλλυ Ζαχς (1987), City of Brno Award (2004), το 2009 έγινε επίτιμος πολίτης του Μπρνο, Jaroslav Seifert Prize (1994), Prix de la critique (1987). Common Wealth Award of Distinguished Service (1981). Βραβείο Φραντς Κάφκα (2020). Decoration of Merit (13 Νοεμβρίου 2021). Το 1983 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν (Ηonorary doctor of the University of Michigan).

Πηγές: el.wikipedia.org, oneman.gr, biblionet.gr, womantoc.gr

Αντίο αγαπημένη Νόνικα…

Από τη θεατρική παράσταση «Ο χορός του θανάτου»
του August Strindberg (Θέατρο Ιλίσια, 1996-97)

«Ηθοποιός σημαίνει φως …»
Μάνος Χατζιδάκις «Οδός Ονείρων», 1962

Θα τη θυμάμαι πάντα για την αξέχαστη ερμηνεία της ως Μπλανς Ντι Μπουά, στο «Λεωφορείο ο Πόθος» του Τένεσσι Γουίλιαμς, στο «Θέατρο Ιλίσια», και μετά την παράσταση στο καμαρίνι της, που μας δέχτηκε… Εύθραυστη, λαμπερή, μοναδική, εκθαμβωτική, με την πληρότητα της συγκίνησης και της χαράς ακόμα μιας σπουδαίας παράστασης που είχε μόλις δοθεί στο κοινό της, σαν αστέρι που σκορπάει απλόχερα το φως του παντού… Διέθετε μία μοναδική ικανότητα να αναδεικνύει τη δύναμη της ευγένειας και της λεπτότητας που απέπνεε κάθε της λόγος και κάθε της κίνηση και να δίνει αξία και ομορφιά σε κάθε δευτερόλεπτο που περνούσες κοντά της.

Συνέχεια

Έλλη Λαμπέτη, τελευταία συνέντευξη…

Τέτοια γυναίκα!

«Το μυστικό είναι να μην κλαις», μου λέει με φωνή που βγαίνει σαν ψίθυρος. «Να μην κλαις. Γιατί έτσι και κλάψεις, κάηκες …». Τέτοια γυναίκα! Ακόμα και οι ξένοι επιστήμονες που δεν γνώρισαν την καλλιτεχνική ιδιοφυΐα της, που δεν δοκίμασαν την από σκηνής χημεία της, που δεν μυήθηκαν στη σαγήνη της, επιβεβαιώνονται για το ότι η Έλλη Λαμπέτη υπήρξε ένα πλάσμα μοναδικό…

Συνέχεια

Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος και η Ποιητική στην Τέχνη του

Θεόδωρος Αγγελόπουλος
(27 Απριλίου 1935 – 24 Ιανουαρίου 2012)

Στις 24 Ιανουαρίου 2012 πέρασε στην αιωνιότητα ο σημαντικότερος κινηματογραφιστής που ανέδειξε η Ελλάδα και ένας από τους σημαντικότερους παγκοσμίως, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος. Στα έργα του, αποτύπωσε αριστουργηματικά την όντως Ελλάδα, τη γνήσια και αληθινή, ενταγμένη στα ασύγκριτα τοπία της, στις ψυχές των ανθρώπων της, στους τόπους τους τυραννισμένους από το αδιάκοπο σφυροκόπημα της μοίρας και της ιστορίας…

Στις 24 Ιανουαρίου 2012 έφυγε από τη ζωή ο σημαντικότερος κινηματογραφιστής που ανέδειξε η Ελλάδα και ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες παγκοσμίως, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος. Άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο του Νέου Φαλήρου, όπου νοσηλεύτηκε σε κρίσιμη κατάσταση, έχοντας τραυματιστεί σοβαρά από διερχόμενη μοτοσυκλέτα, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της νέας του ταινίας «Η άλλη θάλασσα», στη Δραπετσώνα. H κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη, στις 27 Ιανουαρίου 2012 στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Συνέχεια

«Φιλουμένα Μαρτουράνο» στο θέατρο Δημήτρης Χορν

Η «Φιλουμένα Μαρτουράνο», με τη σκηνοθετική ματιά του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου και την υπέροχη Μαρία Ναυπλιώτου στον ομώνυμο ρόλο, είναι μια παράσταση που μεταφέρει μοναδικά στη σκηνή τον δυναμισμό των ανθρώπινων σχέσεων, το δράμα αλλά και την κωμωδία με τα οποία πλάθεται στο διάβα του χρόνου η ζωή μας, σκληρή όσο η αλήθεια αλλά και εύθραυστη όσο η ψυχή.

Συνέχεια

Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό… Ένα αφιέρωμα στον Νίκο Καββαδία

«Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα τη στάλα συναγμένο απ’ το κορμί σου
σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό
που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν …»
Νίκος Καββαδίας, «Fata Morgana», 1977

Ο Νίκος Καββαδίας σε παιδική ηλικία

Ο ποιητής και πεζογράφος Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1910, στην επαρχιακή πόλη Νίκολσκι Ουσουρίσκι, του Χαρμπίν της Μαντζουρίας, από γονείς Κεφαλλονίτες. Σε ηλικία τεσσάρων ετών και μετά την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, η οικογένειά επέστρεψε στο Αργοστόλι.

Συνέχεια