Θάσος η θαυμασία!

Επιμέλεια: Σοφία Ε. Παυλάκη

Λιμένας Θάσου, Μάιος 1961

«Εκεί να πάω σ’ ένα νησί πετραδερό
που ο ήλιος το λοξοπατάει σαν κάβουρας
κι όλος τρεμάμενος ο πόντος ακούει κι αποκρίνεται»

Οδυσσέας Ελύτης

Πράσινο και γαλανό, το ταξίδι στη Θάσο

Γη του ονείρου, τοπία εκπληκτικά, δροσερά δάση και σπηλιές, άπλετο φως, χαράδρες και ελαιώνες, πέτρινοι οικισμοί και μνημεία από κατάλευκο μάρμαρο, παραλίες πεντακάθαρες μέσα σε ένα καταπράσινο περιβάλλον, ιστορία μακραίωνη, μνήμες, παράδοση… Αν υπάρχει ένα και μόνο νησί στο οποίο μπορεί κανείς να τα βρει όλα αυτά, τότε αυτό δεν είναι άλλο από το πανέμορφο και προικισμένο νησί της Θάσου, στην αγκαλιά του βορείου Αιγαίου.

Ο Λιμένας το 1975

Γεωμορφολογία και φυσικός πλούτος

Η Θάσος παραμένει ένας μοναδικής ομορφιάς προορισμός και το πιο πράσινο νησί του Αιγαίου, παρά τις μεγάλες και καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών, που είχαν ως αποτέλεσμα να χαθεί ένα μεγάλο μέρος του δασικού της πλούτου. Ο επισκέπτης της θα θαυμάσει και θ’ απολαύσει τις σμαραγδένιες παραλίες της: τη Μακρύαμμο και την Παναγία, τη Χρυσή Αμμουδιά, την Ποταμιά, τα Κοίνυρα, την Αλυκή, την Αστρίδα, τον Ποτό και τον Θεολόγο. Το άγριο φυσικό τοπίο της Θάσου, με τις απότομες καταπράσινες χαράδρες και τις καταπληκτικές ακρογιαλιές, έρχεται σε αντίθεση με την ήρεμη ομορφιά, το απαλό αγκάλιασμα θάλασσας και στεριάς στις άβαθες ακτές στα νότια του νησιού.

Διοικητικά η Θάσος ανήκει στην Περιφερειακή Ενότητα Καβάλας. Βρίσκεται σε απόσταση 10 χλμ. απέναντι από τα παράλια της ανατολικής Μακεδονίας, σε μικρή απόσταση από την Κεραμωτή και τις εκβολές του ποταμού Νέστου. Το ψηλότερο σημείο του νησιού, είναι το Υψάριο (ή Υψάρι ή Ψαριό, όπως το λένε οι ντόπιοι), με ύψος 1.206 μ., η κορυφή της ομώνυμης μεγάλης οροσειράς που διασχίζει το νησί. Το Υψάριο είναι γεμάτο κέδρους, έλατα, βελανιδιές και καστανιές, ενώ όσο το υψόμετρο χαμηλώνει, ξεπροβάλλουν ελιές, πλατάνια και πεύκα, που πλαισιώνουν τις ατέλειωτες παραλίες του νησιού μέχρι το σημείο που αρχίζει το κύμα.

Το Υψάριον Όρος, η ραχοκοκκαλιά της Θάσου

Η φύση κυριαρχεί με δύο πρόσωπα: βορειοανατολικά απότομες χαράδρες, ενώ νοτιοδυτικά η κατάφυτη ξηρά καταλήγει ομαλά σε ρηχές ακρογιαλιές. Είναι αυτά τα φυσικά θέλγητρα που ταυτίζουν, κατά τη μυθολογία, τη Θάσο με το νησί των Σειρήνων. Στο Υψάριο τα τελευταία χρόνια διοργανώνεται το Αστροκάμπινγκ, όπου συμμετέχουν πολλά άτομα που έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν ενδιαφέρουσες δράσεις αλλά και εργαστήρια με αντικείμενο την παρατήρηση του ουράνιου θόλου, την οργανωμένη φωτογράφηση, τη μελέτη αντικειμένων καθώς και εκδηλώσεις αφιερωμένες στα παιδιά.

Η παραλία Σαλιάρα με τα ολόλευκα βότσαλα

Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις στη Θάσο καλύπτονται από: 1. Δάση κωνοφόρων δέντρων Μαύρης Πεύκης (Pinus nigra) και Τραχείας Πεύκης (Pinus brutia), 2. Θαμνώνες σκληρόφυλλων – αείφυλλων (μακία), 3. Αγριελιά (Olea oleaster), Πουρνάρι (Querqus coccifera), Αριά (Querqus Hex) και Σχίνο (Pistasialentiscus), 4. Ερεικώνες, με κυρίαρχα είδη τα Erica arborea (με λευκά λουλούδια) και Erica verticilata (με ροδινοιώδη λουλούδια). Η φυτοκοινωνική ένωση της Τραχείας Πεύκης κυριαρχεί, καλύπτοντας σχεδόν τα 3/4 των δασών του νησιού. Σχηματίζει αμιγείς συστάδες από τη θάλασσα μέχρι τα 500 μ. υψόμετρο, ενώ στις νότιες πλαγιές ανεβαίνει και πάνω από τα 500 μ., σε ανάμιξη με τη Μαύρη Πεύκη μέχρι τα 800 μ. Κάτω από τα δέντρα της Τραχείας Πεύκης ή και αυτόνομα, αναπτύσσονται θαμνώνες με ρείκια και πουρνάρια.

Άλλα είδη, που βρίσκουμε διάσπαρτα ή σε ομάδες, είναι η καστανιά (Castanea sativa), η καρυδιά (Juglans regia), η κοκορεβιθιά (Pistacia terebinthus), το χρυσόξυλο (Cotinus coggygria), η κουτσουπιά (Cercis siliquastrum), τα κέδρα (Juniperus oxycedrus & J. excelsa), ο κράταιγος (Crataegus monogyna), το αρκουδοπούρναρο (Ilex aquifolium), η λυγαριά (Vitex agnus-castus), ενώ σε πιο υγρά μέρη και σε ρεματιές βρίσκουμε Πλατάνια (Platanus orietalis), Ιτιές (Salix sp.), Αγριόλευκες (Populus tremula). Υπενθυμίζουμε πως οι ρεματιές, λόγω του στοιχείου του νερού, είναι πολύ σημαντικά οικοσυστήματα από οικολογική άποψη.

Η Θάσος, σύμφωνα με παλαιά έρευνα του Rechinger (1949), έχει 12 ενδημικά είδη φυτών (δεν απαντούν δηλαδή πουθενά αλλού). Ο αριθμός αυτός είναι αρκετά μεγάλος, αν αναλογιστούμε και τη μικρή απόσταση του νησιού από τη στεριά. Μερικά από τα ενδημικά φυτά της Θάσου είναι: Centaurea ipsaria, Lotus aduncus, Ranunculus thasius, Verbascum cylindrocapum. Επίσης ένα ενδιαφέρον είδος είναι το Crataegus aegea που είναι κοινό ενδημικό της Θάσου και της Καρπάθου. Η πανίδα της Θάσου δεν έχει μελετηθεί καλά. Είναι γεγονός πάντως πως τα μεγάλα θηλαστικά (π.χ. λύκος, τσακάλι) έχουν εξαφανιστεί από το νησί. Έχουν μείνει μόνο μικρά θηλαστικά, όπως λαγοί (Lepus europaeus) και κουνάβια (Martes foina). Αυτό μπορεί να κάνει τα δάση του νησιού λιγότερο επικίνδυνα, αλλά είναι δυνατόν να προκαλέσει κατά καιρούς διάφορες οικολογικές ανισορροπίες από την υπέρμετρη ανάπτυξη ειδών των οποίων έχουν εκλείψει οι διάφοροι εχθροί (θηρευτές).

Αν κρίνουμε από αρκετούς αετούς που έχουν βρεθεί τραυματισμένοι κατά καιρούς, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι η ορνιθοπανίδα του νησιού, και ιδιαίτερα τα αρπακτικά, πρέπει να είναι αρκετά ενδιαφέρουσα. Από τα πουλιά που κυνηγιούνται περισσότερο στο νησί είναι η νησιωτική πέρδικα (Alectoris chukar) επιδημητικό, το ορτύκι (Coturnix coturnix) αποδημητικό και το τρυγόνι (Streptopelia turtur) καλοκαιρινός επισκέπτης. Το οικείο Δασαρχείο, προσπαθώντας να προστατεύσει την εναπομείνασα πανίδα του νησιού από το ασύδωτο κυνήγι, έχει ιδρύσει δύο μεγάλες περιοχές ως καταφύγια θηραμάτων (μία στο Υψάριο και μία από Σκάλα Μαριών μέχρι Καλλιράχη), οι οποίες μάλιστα είναι ενταγμένες στο πρόγραμμα Natura 2000 και έχει συρρικνώσει την περίοδο στο κυνήγι του λαγού. Οι κορυφές του Υψάριου όρους έχουν ενταχθεί στους σημαντικούς Ελληνικούς βιοτόπους (Πρόγραμμα CORINE) λόγω των σημαντικών βιολογικών και φυσικών χαρακτηριστικών τους (Σφήκας, 1990).

Η θέα από το Υψάρι

«ΤΑ ΝΗΣΙΑ με το μίνιο και με το φούμο
τα νησιά με το σπόνδυλο κάποιανου Δία
τα νησιά με τους έρημους ταρσανάδες
τα νησιά με τα πόσιμα γαλάζια ηφαίστεια

Η Σίφνος, η Αμοργός, η Αλόννησος
η Θάσος, η Ιθάκη, η Σαντορίνη
η Κως, η Ίος, η Σίκινος»

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»

Θάσος

Οικισμοί

Γύρω από το Υψάριο απλώνονται οι οικισμοί αλλά και οι δαντελένιες ακτές του νησιού. Η Θάσος, αποτελεί έναν ενιαίο δήμο, με πρωτεύουσα τον Λιμένα. Εκεί, όπως και στα Λιμενάρια, υπάρχουν όλες οι υπηρεσίες για την εξυπηρέτηση του κοινού, αλλ’ η κάθε τοπική κοινότητα κρύβει τις δικές της ομορφιές. Το νησί διαθέτει άρτιο οδικό δίκτυο, κέντρο υγείας και άμεση πρόσβαση στη στεριά, χάρις στα πλοία και στο ιπτάμενο δελφίνι, που ξεκινούν από τα λιμάνια της Καβάλας και της Κεραμωτής.

Ο Λιμένας, όπως τον αποτύπωσε το 1907 ο φακός του ελβετού αρχαιολόγου Waldemar Deonna

Η πρωτεύουσα του νησιού, ο Λιμένας, είναι μια μικρή, γραφική κοινότητα, με χαμηλά σπίτια και κεραμιδένιες σκεπές. Είναι η κοινότητα στην οποία διαδραματίζονται τα σημαντικότερα γεγονότα στο νησί. Ο Λιμένας ξυπνά μνήμες από μια άλλη εποχή, αφού η αρχαία πόλη συνυπάρχει αρμονικά με τη σύγχρονη. Παντού μέσα στον Λιμένα υπάρχουν διάσπαρτα αρχαιολογικά ευρήματα. Ο επισκέπτης καθώς κάνει βόλτα στους στενούς δρόμους ανακαλύπτει μοναδικής ομορφιάς εικόνες.

Ο Λιμένας και τα Λιμενάρια

Οι κυριότεροι οικισμοί του νησιού είναι οι ακόλουθοι: 1. Το Πευκάρι, τουριστικό θέρετρο στη νότια πλευρά του νησιού σε έναν μικρό κόλπο που συνδυάζει την πράσινη ομορφιά του βουνού με το γαλάζιο της θάλασσας. Από την εποχή ακόμη που τα αυτοκίνητα ήταν λιγοστά, οι τουρίστες μεταφέρονταν από το διπλανό μεγάλο χωριό, τα Λιμενάρια, με καραβάκια. Ανάμεσα σε δυο εμπορικά κέντρα τα Λιμενάρια και τον Ποτό μπορεί να χαρακτηριστεί ήσυχο, αλλά συγχρόνως όχι απομονωμένο. Διαθέτει μικρά ξενοδοχειακά καταλύματα, καφέ και εστιατόρια που σερβίρουν νόστιμο φαγητό.

Η Παναγιά Θάσου

2. Η όμορφη Καλλιράχη βρίσκεται στο Δυτικό μέρος του νησιού. 3. Η Θυμωνιά, μετά τη Μονή Αρχαγγέλου και πριν την Αλυκή. Ωραιοτάτη παραλία, που δένει με τα πεύκα, σύμφωνα με τη μαγική συνταγή που μόνο αυτό το νησί ξέρει και εφαρμόζει. 4. Τα Κοίνυρα, τοποθεσία που υπάρχει από την αρχαιότητα. Το όνομά της πιθανόν προέρχεται από το άφθονο και εξαιρετικό κρασί της περιοχής (οίνος).

Τα Κοίνυρα

5. Το Λιβάδι, παραλία στα νότια του νησιού με σμαραγδένια νερά, άμμο και πανέμορφο φυσικό τοπίο. Πολύ κοντά στη θέση Αμπάς, υπήρχαν αρχαία λατομεία, 6. Την Ποταμιά, στα ανατολικά του νησιού, 7. Τον Ποτό, δημοφιλές παραθαλάσσιο χωριό στη νότια πλευρά του νησιού, 8. Την Αλυκή, που ξεπροβάλλει από τα βάθη των αιώνων πλάι στη θάλασσα. Πίσω από τα σπίτια της παραλίας σώζονται ακόμη τα ερείπια ενός αρχαίου οικισμού, ενώ στον ανατολικό κόλπο, τον κόλπο της Ιεριχούς, σώζεται το αρχαίο ιερό των Διοσκούρων, με δύο κτίσματα τα οποία κατασκευάστηκαν στα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα. Εδώ βρέθηκε, το 1886, ένας κούρος ο οποίος βρίσκεται σήμερα στο μουσείο της Κωνσταντινουπόλεως.

«Κι εγώ – μες στη Γαλήνη που σαγήνεψα …»
Οδυσσέας Ελύτης, Προσανατολισμοί

Η ιστορική ακμή της Αλυκής συμπίπτει με την παράλληλη εξόρυξη των μαρμάρων, η οποία διήρκεσε από τον 6ο έως τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Αδιάψευστος μάρτυρας της ύπαρξης εδώ μιας πολυάνθρωπης περιοχής είναι η ονομαζόμενη Μαρμαρόστρατα, που οδηγούσε στον Λιμένα και της οποίας σώζονται ακόμη τμήματα στην περιοχή Πετράδι και Δέρματα. Ακόμη, το βυθισμένο λατομείο στην άκρη της χερσονήσου με τις μισοτελειωμένες λατομικές εργασίες δείχνει ότι ένα τεράστιο εργοτάξιο εγκαταλείφθηκε απρόσμενα από βίαιο γεγονός, πιθανόν από τον μεγάλο σεισμό του 365 μ.Χ. ή εκείνον του 1509 μ.Χ. Σήμερα, σε όποιο μέρος της Αλυκής κι αν βρεθεί ο επισκέπτης, μέσα ή έξω από τα καταγάλανα νερά της, αισθάνεται και ζει, ηλιόλουστο, το αρχαίο μεγαλείο της περιμένοντας, από στιγμή σε στιγμή, πως θ’ ακουστεί το χτύπημα της σμίλης των μαρμαράδων της αρχαιότητας.

Το ιερό των Διοσκούρων και η παραλία της Αλυκής

9. Την Παναγιά, όμορφο ορεινό χωριό σε υψόμετρο 300 μ. στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού. Η Παναγιά υπήρξε και πρωτεύουσα του νησιού μετά την επανάσταση του 1821 και πήρε το όνομά της από την εκκλησία του χωριού που είναι αφιερωμένη στην Υπεραγία Θεοτόκο. Παλαιότερα διέθετε δικό της νόμισμα, τις μπακίρες, τις οποίες μπορεί ο επισκέπτης να δει στην εκκλησία του χωριού. Η Παναγιά έχει στενούς λιθόστρωτους δρόμους, ενώ χαρακτηριστική είναι η αρχιτεκτονική των σπιτιών με σχιστόλιθους στη στέγη, μικρά ξύλινα μπαλκόνια, σκεπαστούς εξώστες και ξύλινη επένδυση.

Ο οικισμός της Παναγιάς (φωτ. Waldemar Deonna, 1907)

Το χωριό διασχίζεται από κανάλια με τρεχούμενο νερό. Περπατώντας συναντούμε πολλές βρύσες και πλατάνια. Η εκκλησία της Παναγίας εορτάζει στις 15 Αυγούστου και μαζί της όλο το χωριό. Οι γυναίκες του χωριού ετοιμάζουν το κουρμπάνι, κρέας με σιτάρι συνοδευόμενο από ρύζι ή πατάτες και το μοιράζουν μετά τη Θεία λειτουργία. Την Καθαρά Δευτέρα γίνεται στην Παναγιά μεγάλη γιορτή με μασκαράδες στους δρόμους του χωριού. Ένα μονοπάτι, που κατεβαίνει από το σχολείο της Παναγιάς προς τη θάλασσα, οδηγεί στη Δρακότρυπα. Κοντά στην Παναγιά βρίσκονται οι όμορφες παραλίες Σκάλα Ποταμιάς και Χρυσή Αμμουδιά.

Η Σκάλα Μαριών και η Σκάλα Ποταμιάς

10. Τον Θεολόγο, έναν από τους σημαντικότερους οικισμούς του νησιού, όπου ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει: Το τοξωτό γεφύρι ηπειρώτικης Αρχιτεκτονικής, τα εξωκλήσια της Παναγούδας και του Αρχαγγέλου, όπου βρέθηκε Βυζαντινή τοιχογραφία μοναδική στην Ανατολική Μακεδονία – Θράκη, η οποία χρονολογείται περί το 1430, τις εκκλησίες της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Δημητρίου (με ξυλόγλυπτο τέμπλο, άμβωνα και δεσποτικό του 18ου αι.), τους καταρράκτες της Κεφαλόγουρνας, τα παλιά ασβεστοκάμινα, το λαογραφικό μουσείο Χ’’Γιώργης, τον παλιό λαδόμυλο (τσάρκι) καθώς και τις πηγές του χωριού.

Ο ξυλόγλυπτος άμβωνας, το τέμπλο και το δεσποτικό του ιερού ναού Αγίου Δημητρίου στον Θεολόγο Θάσου

Έξω από το χωριό, στην ευρύτερη περιοχή του Θεολόγου υπάρχουν επίσης τα εξής αξιοθέατα: α. Η Μονή Αρχαγγέλλου, β. οι αρχαιλογικοί χώροι Καστρίου (προϊστορικός οικισμός), Λαρνάκη (προϊστορικό νεκροταφείο) και Αλυκής (αρχαίο παλάτι, ναοί, τάφοι, λατομεία), γ. ο αρχαίος Πύργος Θυμωνιάς (ερειπωμένος κυκλικός μαρμάρινος πύργος στη Θυμωνιά Θάσου με διάμετρο περίπου 15 μ. (Bon A., Thassos, BCH 54, 1930 σ. 64.), δ. οι αρχαίοι Πύργοι της Αστρίδας και Σκιδίων (παλαιοχριστιανική Φράγκικη εκκλησία), και ε. Η Γκιόλα, απομεινάρι των αρχαίων λατομείων του νησιού.

Η Γκιόλα, μια φυσική πισίνα με κρυστάλλινα νερά!

Μία από τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες για τον Θεολόγο της Θάσου είναι του έτους 1287. Συγκεκριμένα, σε χρυσόβουλο λόγο του βυζαντινού αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου αναφέρεται ότι η μονή Φιλόθεου του Αγίου Όρους είχε μετόχι, στο όνομα του Ευαγγελιστή Ιωάννου του Θεολόγου, στη θέση του σημερινού χωριού, το όνομα του οποίου μάλιστα οφείλεται σε αυτό το γεγονός. Δεύτερη γραπτή μαρτυρία για τον Θεολόγο έχουμε το 1384, έτος κατά το οποίο έγραψε τη διαθήκη του ο Άρχοντας της Χριστούπολης (Καβάλας) και ιδρυτής της μονής Παντοκράτορος Αγίου Όρους, Ιωάννης. Φαίνεται όμως ότι τότε δεν υπήρχε ακόμη συγκροτημένο χωρίο. Είχαμε τότε «περιοχή» Θεολόγου στην οποία οι Αγιορείτες μοναχοί, εκμεταλλευόμενοι τα πολλά νερά του τόπου και την πυκνή του βλάστηση, έχτιζαν πολλά μετόχια και υδρόμυλους.

Πέτρινο γεφύρι και παραδοσιακές κατοικίες στον Θεολόγο

Ο Θεολόγος εποικίσθηκε με την εγκατάσταση Τούρκων στη Θάσο μεταξύ των ετών 1479-1538. Το χωριό χτίστηκε αρχικά στην αριστερή όχθη του λάκκου (ρέματος). Πιο συγκεκριμένα χτίστηκαν δύο μαχαλάδες (συνοικίες), των Τούρκων και των Ελλήνων Χριστιανών, τα όρια των οποίων ήταν εκεί όπου σήμερα είναι χτισμένο το παρεκκλήσι του Μιχαήλ Αρχαγγέλου. Το τζαμί και τα νεκροταφεία των Τούρκων ήταν κοντά στο σωζόμενο γεφύρι. Σημαντικό κτίσμα, του 16ου αιώνα ίσως, ήταν ο γκρεμισμένος σήμερα Πύργος στον πέρα Μαχαλά. Ως το έτος 1950 σωζόταν σχεδόν όλο το παλαιό χωριό. Αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους το 1453 πολλοί Έλληνες της Πόλης εγκατέλειψαν τη βασιλεύουσα και περιπλανώμενοι στο Αιγαίο ζητούσαν καταφύγιο για να γλιτώσουν από τις σφαγές και τη δουλεία. Μια μεγάλη ομάδα από αυτούς κατέφυγε στη Θάσο και εγκαταστάθηκε στη θέση του Θεολόγου «Πολίτες», όπου υπήρχε νερό και μικρές εδαφικές εκτάσεις για καλλιέργεια. Εκεί ίδρυσαν δύο οικισμούς, Άνω και Κάτω Πολίτες, τα ερείπια των εκκλησιών των οποίων σώζονται και σήμερα.

Αγήνωρ Αστεριάδης, Παναγιά Θάσου

11. Τις Μαριές, ορεινό χωριό με πλούσια βλάστηση και δροσερά τρεχούμενα νερά στην πλατεία του. Στον δρόμο προς τις Μαριές υπάρχει το Μοναστήρι της Παναγίας, που εορτάζει στις 15 Αυγούστου. Η εκκλησία του χωριού χτίστηκε το 1813, είναι αφιερωμένη στη Σύναξη των Αγίων Αρχαγγέλων και γιορτάζει στις 8 Νοεμβρίου. Συνεχίζοντας από τις Μαριές και ακολουθώντας τον δασικό δρόμο προς το Υψάριο βρίσκουμε την τεχνητή λίμνη και τις πηγές της περιοχής. Οι Μαριές είναι η ιδιαίτερη πατρίδα του αγίου Νεομάρτυρος Ιωάννου της Θάσου (20 Δεκεμβρίου).

12. Τον Πρίνο, ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Θάσου, στο βορειοδυτικό τμήμα της. Εκεί βρίσκεται και το Κέντρο Υγείας του νησιού. Οι κάτοικοί του ασχολούνται με τη γεωργία, ενώ η περιοχή είναι γεμάτη ελαιόδεντρα. Ορισμένοι ελαιώνες μετρούν πολλούς αιώνες ζωής. Κάθε Δευτέρα στον Πρίνο πραγματοποιείται η μοναδική λαϊκή αγορά της Θάσου, όπου παραγωγοί και έμποροι πωλούν φρέσκα φρούτα, λαχανικά και άλλα προϊόντα. Πλήθος κόσμου έρχονται από όλο το νησί για να προμηθευτούν τα απαραίτητα.

Σκάλα Καλλιράχης

13. Τον Σωτήρα, μικρό ορεινό χωριό χτισμένο αμφιθεατρικά. Κατοικήθηκε από τους εργάτες των μεταλλείων της εποχής και της Καλλιράχης. Έχει παραδοσιακά σπίτια με στενά πλακόστρωτα δρομάκια χωρίς πρόσβαση σε αυτοκίνητα. Στην πλατεία του χωριού σώζεται βρύση του 1890 κάτω από αιωνόβια πλατάνια. Το χωριό διατηρούσε καλές σχέσεις με το Άγιον Όρος. Ο Ιερός Ναός του Σωτήρος χτίστηκε το 1980 και το τέμπλο του κατασκευάστηκε από μοναχούς του Αγίου Όρους.

Το πανέμορφο ορεινό Καζαβίτι

14. Το Μικρό και Μεγάλο Καζαβίτι (ή Μικρός και Μεγάλος Πρίνος) είναι ένας δημοφιλής προορισμός, ένα «μικρό Πήλιο», ένας τόπος ασύγκριτης φυσικής ομορφιάς. Η ονομασία Καζαβίτι σημαίνει «σπίτι του κρασιού». Το Καζαβίτι φημίζεται για τα καλομαγειρεμένα παραδοσιακά φαγητά που ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει στις παραδοσιακές ταβέρνες του κάτω από τη δροσιά αιωνόβιων πλατάνων: κοτόπουλο με φλιμάρια (χυλοπίτες), αρνίσιο κεφαλάκι γιουβέτσι αλλά και γευστικότατα ορεκτικά, όπως τα περίφημα Θασίτικα πιταράκια, οι χορτοκεφτέδες με σέσκουλα και λάπαθα, τα γεμιστά κολυθολούλουδα και πολλά άλλα τοπικά εδέσματα που κάνουν την Θασίτικη κουζίνα μοναδική! Κοντά στο χωριό υπάρχει και η ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος που πανηγυρίζει στις 27 Ιουλίου.

Η εκπληκτική παραλία Παράδεισος με τα πεντακάθαρα σμαραγδένια
νερά και τα πεύκα που φθάνουν μέχρι το κύμα!

15. Τα Λιμενάρια αναπτύχθηκαν στο τέλος του 19ου αιώνα. Το λιμάνι των Λιμεναρίων, άρχισε να αποκτά εμπορική σημασία, από το 1903, όταν άρχισαν να φορτώνονται εκεί ορυκτά που εκμεταλλευόταν μια μεγάλη ξένη εταιρία. Η έδρα της εταιρίας είναι ένα μεγάλο διατηρητέο κτίσμα, που βρίσκεται πάνω από το γραφικό λιμανάκι των ψαράδων. Ωστόσο, σήμερα, η ανάπτυξη του οικισμού οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στον τουρισμό. Τους θερινούς μήνες, τα Λιμενάρια γεμίζουν και οι παραλίες τους σφύζουν από κόσμο και ζωή.

Οι παραλίες Μακρύαμμος και Σαλιάρα

Η αρχοντική Μακρύαμμος είναι μια πανέμορφη παραλία στα ανατολικά του Λιμένα. Ένας ήσυχος κόλπος κοντά στην πόλη, με κρυστάλλινα νερά, περικυκλωμένος από καταπράσινα πεύκα, ιδανικός για ατελείωτες απολαυστικές ώρες μπάνιου και ηλιοθεραπείας. Από τη Μακρύαμμο μπορούμε να μεταβούμε εύκολα και στην παραλία Σαλιάρα που φημίζεται για το μοναδικό, ολόλευκο βοτσαλάκι της και τα εντυπωσιακά καταγάλανα νερά της.

Η «Θάσος» του Τάκη Κανελλόπουλου (1961)

Τοπίο βγαλμένο απ’ το όνειρο… ο Λιμένας Θάσου σε παλαιά καρτ ποστάλ

«Κάνοντας τη μικρή αυτή ταινία δε ζητήσαμε
να περιγράψουμε το νησί. Προσπαθήσαμε μονάχα
να δώσουμε κάτι από τη μαγεία του και την ψυχή του»

Με τα λόγια αυτά ξεκινά η «Θάσος» (Thassos), το δεύτερο από τα τρία, μικρού μήκους, ντοκιμαντέρ που γύρισε ο βραβευμένος σκηνοθέτης Τάκης Κανελλόπουλος τη δεκαετία του ‘60. Το φιλμ αποτελεί μια μοναδικής αξίας κινηματογραφική καταγραφή της καθημερινής ζωής της βορειο-ελλαδίτικης νήσου, που τότε ήταν νήσος ψαράδων. Πρόκειται για ένα διαμάντι του ελληνικού σινεμά με την ξεχωριστή ματιά του δημιουργού του, γεμάτη στοργή, γνήσιο ενδιαφέρον και έναν νοσταλγικό λυρισμό στην αφήγησή του.

Η μεγάλη ιστορική σημασία της ταινίας έγκειται, κυρίως, στις λαογραφικές σκηνές της. Ο Κανελλόπουλος κινηματογραφεί την καθημερινή ζωή των ψαράδων και των οικογενειών τους με κοντινές λήψεις, που προσδίδουν παραστατικότητα και ζωντάνια στην εικόνα, δίνοντας στον θεατή την εντύπωση πως γίνεται μάρτυρας μιας, χαμένης από καιρό, αλλ’ απόλυτα ζωντανής καθημερινότητας, μέσα στο ακόμα παρθένο περιβάλλον ενός τόπου βγαλμένου απ’ το όνειρο και τη σαγήνη.

Ο Λιμένας το 1964

Το ντοκιμαντέρ, που έχει διάρκεια περίπου 20′, βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας, το 1961. Παραμένει και σήμερα μία πολύτιμη παρακαταθήκη του αξέχαστου σκηνοθέτη που έφυγε πρόωρα από τη ζωή, ένας παντοτινός ύμνος στο ακόμα αλώβητο από τον σύγχρονο «πολιτισμό» τοπίο της Θάσου και στον απλό, καθημερινό βίο των ανθρώπων της μιας εποχής αθώας και ονειρικής μαζί.

Ο Λιμένας Θάσου τη δεκαετία ’50

Σκηνές από τη ζωή των ψαράδων στον Λιμένα, σε παλαιές φωτογραφίες

Το βίντεο που ακολουθεί είναι αποκατεστημένη έκδοση της γαλλικής κόπιας της ταινίας του Τάκη Κανελλόπουλου, για τούτο η αυθεντική αφήγηση του ηθοποιού Πέτρου Φυσούν έχει αντικατασταθεί από εκείνη μιας ανώνυμης Γαλλίδας αφηγήτριας:

Το άπλωμα των διχτυών (κάτω: φωτογραφία του Gerhard Haubold, Λιμένας Θάσου 1958)

Το Σπίτι

Κατοικία σε ορεινό οικισμό της Θάσου

«Ανεβαίνω πέτρινα σκαλοπάτια.
Βατόμουρα στραγγαλίζουν κρίνα.
Δεκαοχτούρες μετράνε την ανατολή
κι ένας αγέρας έρχεται απ’ τα πεύκα.
Βαθυπράσινο μυστικό στόμα.

Δαγκώνει το κλειδί στην πόρτα.
Επιθύριο χεράκι τρυφερής ηλικίας
ανοίγει βλέφαρα μιας άλλης εποχής.
Είναι όλοι εκεί συγκεντρωμένοι.
Ποντιακά, Τούρκικα, Ελληνικά, Αρμένικα
σε στόματα ξεχασμένα.
Πιο μέσα σηκώνεται ο πατέρας
σκουπίζει τα μουστάκια με φιλάει
κι η μάνα κλαίγοντας αγκαλιά
με οδηγεί και στρώνει το τραπέζι.
Κάθεται, μιλάει για το σπιτικό.

Χρόνια μέσα στα χρόνια
όνειρα ξεφλουδίζονται σα φίδια.

Ανοίγει το κλειδωμένο σπίτι.
Φευγάτη η σκεπή πεσμένοι οι τοίχοι χάσκουν.
Χάσκουν και πάνω από τις πέτρες
το λιμάνι η θάλασσα
πέρα η Θάσος πιο μακριά το Όρος.
Φεύγουν τα σύννεφα σαν καπνός από χορτάρι
κι η θάλασσα καλειδοσκόπιο
καθώς ψαρόβαρκες γυρίζουν,
λαχανιάζουν οι μηχανές σκούζουν οι γλάροι.
Νύχτες του έρωτα σύννεφα παρταλιασμένα.

Το ρόπτρον

Καταποντίζομαι στα χρόνια
που ξεφλουδίζονται σα φίδια.

Ο εκσκαφέας ο φορτωτής γεμίζουν
τα ανατρεπόμενα με πέτρες χώματα
σανίδια φορέματα. Ξεριζώνουν τα δέντρα.
Πεύκα συκιές ροδακινιές μηλιές κυδωνιές καρυδιά.
Ο κήπος που χέρια στοργικά διαμόρφωσαν.
Σιδερένια νύχια εξαφανίζουν τον ουρανό.

Τώρα οικόπεδο 250 τετραγωνικά.
Άλλοι άνθρωποι θα χτίσουν τα σπίτια τους.

Κατεβαίνω για τη θάλασσα και περπατώ στα κύματα.
Κρατώ επιθύριο χεράκι. Δεν έχει φωνή.
Κανένα δεν μπορεί να ξυπνήσει.
Ελεύθερος φεύγω»

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, «Συνοπτική Διαδικασία», 1980

Θάσος και Θασοπούλα

Τοπίο στη Θάσο από καρτ ποστάλ της δεκαετίας του ’60

Η Θάσος είναι ένα νησί με κυκλικό σχήμα, πλούσια βλάστηση, καθαρές παραλίες και γραφικά χωριά. Στο μέσον του νησιού δεσπόζει το επιβλητικό όρος Οψάριο (1.206 μ.). Στις ακτές της Θάσου σχηματίζονται πολλά ακρωτήρια και οι όρμοι της Παναγίας, της Ποταμιάς, των Κοινύρων, του Κάστρου, της Αλυκής και του Πρίνου. Κυριότερα ακρωτήρια είναι ο Πύργος, η Γραβούσα, ο Άγιος Γεώργιος, ο Σαλωνικός, ο Άγιος Αντώνιος, ο Κεφάλας, οι Μαριές. Η πρωτεύουσα του νησιού είναι ο Λιμένας (ή Θάσος). Η νησίδα Θασοπούλα βρίσκεται στον δίαυλο που χωρίζει τη Θάσο και τις εκβολές του Νέστου.

Λιμένας, 1943

ΗΡΟΔΟΤΟΣ
Ἱστορίαι (6.42.1-6.50.3)

[6.43.4] ταῦτα δὲ ποιήσας ἠπείγετο ἐς τὸν Ἑλλήσποντον. ὡς δὲ συνελέχθη μὲν χρῆμα πολλὸν νεῶν, συνελέχθη δὲ καὶ πεζὸς στρατὸς πολλός, διαβάντες τῇσι νηυσὶ τὸν Ἑλλήσποντον ἐπορεύοντο διὰ τῆς Εὐρώπης, ἐπορεύοντο δὲ ἐπί τε Ἐρέτριαν καὶ Ἀθήνας. [6.44.1] αὗται μὲν ὦν σφι πρόσχημα ἦσαν τοῦ στόλου, ἀτὰρ ἐν νόῳ ἔχοντες ὅσας ἂν πλείστας δύνωνται καταστρέφεσθαι τῶν Ἑλληνίδων πολίων, τοῦτο μὲν δὴ τῇσι νηυσὶ Θασίους οὐδὲ χεῖρας ἀνταειραμένους κατεστρέψαντο, τοῦτο δὲ τῷ πεζῷ Μακεδόνας πρὸς τοῖσι ὑπάρχουσι δούλους προσεκτήσαντο· τὰ γὰρ ἐντὸς Μακεδόνων ἔθνεα πάντα σφι ἤδη ἦν ὑποχείρια γεγονότα. [6.44.2] ἐκ μὲν δὴ Θάσου διαβαλόντες πέρην ὑπὸ τὴν ἤπειρον ἐκομίζοντο μέχρι Ἀκάνθου, ἐκ δὲ Ἀκάνθου ὁρμώμενοι τὸν Ἄθων περιέβαλλον. ἐπιπεσὼν δέ σφι περιπλέουσι βορῆς ἄνεμος μέγας τε καὶ ἄπορος κάρτα τρηχέως περιέσπε πλήθεϊ πολλὰς τῶν νεῶν ἐκβάλλων πρὸς τὸν Ἄθων.

[6.43.4] Ύστερ᾽ απ᾽ αυτή του την ενέργεια κατευθυνόταν βιαστικά προς τον Ελλήσποντο. Κι όταν συγκεντρώθηκε μεγάλη ναυτική δύναμη, συγκεντρώθηκε και μεγάλο πεζικό στράτευμα, διάβαιναν με τα καράβια τους τον Ελλήσποντο και μετά πορεύονταν διασχίζοντας την Ευρώπη· η πορεία τους είχε σκοπό να χτυπήσουν την Ερέτρια και την Αθήνα. [6.44.1] Οι δυο αυτές πόλεις ήταν η πρόφαση για την εκστρατεία, ενώ το σχέδιό τους ήταν να υποδουλώσουν όσο γίνεται περισσότερες ελληνικές πόλεις, κι έτσι τη μια φορά υποδούλωσαν με το στόλο τους τους Θασίους, που ούτε καν πρόβαλαν αντίσταση, την άλλη με το πεζικό τους πρόσθεσαν, στους λαούς που είχαν σκλαβώσει, τους Μακεδόνες· γιατί όλοι οι λαοί που ζούσαν ανατολικά από τη Μακεδονία είχαν κιόλας υποταχτεί. [6.44.2] Λοιπόν τα καράβια πέρασαν από τη Θάσο απέναντι κι έπλεαν γιαλό γιαλό ώς την Άκανθο· και κίνησαν από την Άκανθο κι αρμένιζαν για να παρακάμψουν τον Άθω· όμως, καθώς αρμένιζαν στα νερά του, τους χτύπησε δυνατό αγριοβόρι που δεν πολεμιόταν με τίποτε και τους τσάκισε για τα καλά ρίχνοντας αμέτρητα καράβια τους στα βράχια του Άθω.]

Άποψη του οικισμού του Λιμένα, το 1920 (πάνω) και τη δεκαετία του ’40 (κάτω)

Οι Άγιοι της Θάσου

Ο Όσιος Δανιήλ ο Θάσιος

Ο Όσιος Δανιήλ ο Θάσιος έζησε τον 9ο μ.Χ. αιώνα, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λέων ο Αρμένιος ο εικονομάχος. Ίδρυσε μοναστήρι στο νησίδιο Κραμβούσα, που βρίσκεται δίπλα στη νήσο Θάσο. Η φήμη της μεγάλης αρετής του ιδρυτή του έφερε εκεί πολλούς μοναχούς από τη Θάσο και απ’ άλλου. Ο όσιος αγαπούσε πολύ την πνευματική ζωή και ήταν τόσο πολύ ταπεινόφρων, ώστε όταν στη Θάσο ήλθε ο μέγας Ιωαννίκιος, εγκατέλειψε την ηγουμενική του θέση και έτρεξε κοντά στον φημισμένο εκείνον όσιο άντρα, για να πάρει διδάγματα από την τόσο προσεκτική και ενάρετη ζωή του. Ο Ιωαννίκιος προσπάθησε να τον εμποδίσει λέγοντάς του, ότι μπορούσε και μόνος του να τελειοποιήσει τον εαυτό του με την προσευχή, τη μελέτη και τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Ο Δανιήλ όμως επέμενε και ο Ιωαννίκιος υποχώρησε. Μετά από καιρό ο Ιωαννίκιος, υποχρέωσε τον Δανιήλ να επιστρέψει στη μονή του, διότι οι μοναχοί της τον ζητούσαν επίμονα, επειδή δεν έβρισκαν άξιο αντικαταστάτη του. Ο Δανιήλ υποχώρησε και επανήλθε στη μονή του. Σε βαθιά γεράματα εκοιμήθη ειρηνικά και ετάφη, κατά την επιθυμία του, στο νησίδιό του κοντά στα κύματα δίπλα στα όποια πρωί και βράδυ, πολλές φορές, έστελνε την προσευχή του και ύμνους στον Θεό. Η μνήμη του Οσίου Δανιήλ τιμάται στις 12 Σεπτεμβρίου.

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης εκ Θάσου

Το ηρωικό αυτό παιδί γεννήθηκε στο χωριό Μαριές της νήσου Θάσου. Σε ηλικία 14 ετών ήλθε στην Κωνσταντινούπολη και μάθαινε την τέχνη του ράφτη στη συνοικία του Γαλατά. Κάποτε πήγε στο κατάστημα κάποιου Εβραίου εμπόρου για ν’ αγοράσει κλωστές για το αφεντικό του και ο Εβραίος θεωρώντας πως εύκολα μπορούσε να ξεγελάσει ένα παιδί, επεχείρησε ν’ αποσπάσει όλα τα χρήματα που είχε μαζί του ο Ιωάννης και όχι μόνο το αντίτιμο για τα υλικά που αγόρασε. Ο Ιωάννης όμως, παρά το νεαρό της ηλικίας του, κατάλαβε τον δόλο του και αρνήθηκε να του δώσει παραπάνω χρήματα. Ακριβώς πάνω στη σκηνή αυτή, ακούστηκε ο χότζας που βγήκε πάνω στον μιναρέ. Ο Εβραίος, που δεν μπορούσε να δεχτεί ότι ένα παιδί είχε ξεσκεπάσει την πονηριά και την ατιμία του, βρήκε τότε ευκαιρία, την ώρα που ο Χότζας βρισκόταν στον μιναρέ, και κατηγόρησε δημόσια τον Ιωάννη ότι έβριζε την πίστη και το προσκύνημα των Οθωμανών.

Το παιδί συνελήφθη και οδηγήθηκε στον βεζίρη, όπου το πίεσαν ν’ αρνηθεί τον Χριστό. Όμως ο Ιωάννης δεν φοβήθηκε και με γενναιότητα απάντησε: «Δεν θ’ αρνηθώ ποτέ τον γλυκύτατό μου Ιησού Χριστό, και αν ακόμα μύρια βάσανα μου κάνετε και το βασίλειό σας όλο μου χαρίσετε». Βλέποντας ο βεζίρης την αμετάθετη γνώμη του, διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Έτσι, ο Ιωάννης οδηγήθηκε στην τοποθεσία «Τσαρσί των γουναράδων», όπου ο δήμιος έκοψε μαρτυρικά, λίγο – λίγο, το κεφάλι του, στις 20 Δεκεμβρίου 1652. Τη νύχτα, ευσεβείς Χριστιανοί πήραν το τίμιο λείψανο και το ενταφίασαν στο Μπέγιογλου (Πέραν). Τον βίο του Νεομάρτυρα συνέγραψαν ο Ιωάννης Καρυοφύλλης και ο Μελέτιος Συρίγου. Σήμερα στην πατρίδα του Αγίου Ιωάννη, στις Μαριές Θάσου, είναι χτισμένη η πανέμορφη εκκλησία του, μέσα στα πλατάνια και στα τρεχούμενα νερά. Αν και η μνήμη του τιμάται στις 20 Δεκεμβρίου, εορτάζεται και στην ημερομηνία της ιδρύσεως του ναού, στις 11 Ιουλίου, οπότε πραγματοποιείται μεγάλο πανηγύρι.

Σύναξις των Αγίων της Θάσου

Από το έτος 2019, η Ιερά Μητρόπολις Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου, κατόπιν σχετικής εγκρίσεως της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθιέρωσε να εορτάζεται η Σύναξις των αγίων της Νήσου Θάσου την πρώτη Κυριακή του μηνός Σεπτεμβρίου εκάστου έτους. Οι άγιοι της Θάσου, που έζησαν ή επέρασαν από το ευλογημένο αυτό νησί, που είναι πλούσιο σε πολιτισμό, σε θρησκευτικότητα, ευσέβεια και ιστορία, από την αρχαιότητα έως των ημερών μας, είναι οι προστάτες και πολιούχοι του ηγιασμένου αυτού τόπου, και είναι οι εξής: 1. Ο όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Δανιήλ ο εν τη μικρά νήσω Γραμβούση παρά τη νήσω της Θάσου ασκήσας, 2. Ο όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Ευθύμιος ο εν Θάσω ασκήσας, 3. Ο όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Λουκάς ο παρά τη ιερά Μονή του Αρχαγγέλου εν Θάσω ασκήσας, 4. Ο όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Ευφρόσυνος ο συγχωρημένος ο εκ Θάσου καταγόμενος και εν τω αγιωνύμῳ Όρει του Άθω ασκήσας, 5. Ο άγιος ένδοξος Νεομάρτυς Ιωάννης ο νέος, ο εν Μαριαίς της Θάσου γεννηθείς και εν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας, και 6. Η οσία μήτηρ ημών και ομολογήτρια Χάιδω, η εκ Στανού της Χαλκιδικής καταγομένη και εν Θάσω ασκήσασα. Ταις αυτών ικεσίαις Χριστέ ο Θεός ημών ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.

Λιτάνευση της ιεράς εικόνος του Αγίου Νικολάου επισκόπου Μύρων Λυκίας
(Λιμένας Θάσου, Δεκέμβρης 1950)

Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ Θάσου

Το μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ βρίσκεται στα νοτιοανατολικά του νησιού, κοντά στην περιοχή της Αλυκής. Είναι χτισμένο ψηλά, πάνω από τη θάλασσα, με άπλετη θέα στο Αιγαίο και στο Άγιον Όρος. Πρόκειται για γυναικείο μοναστήρι που υπάγεται στην ιερά Μονή Φιλοθέου Αγίου Όρους. Στην ιερά μονή φυλάσσεται τμήμα Τιμίου Ήλου καθώς και μέρος του τιμίου λειψάνου του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος του ιαματικού και θαυματουργού μαζί με άλλα πολύτιμα κειμήλια και τίμια λείψανα αγίων της Εκκλησίας μας. Ο τίμιος Ήλος θεωρείται πως είναι το καρφί που μπήκε στη δεξιά παλάμη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού κατά την ώρα της Σταυρώσεώς Του και δωρήθηκε στη μονή από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Νικηφόρο Βοτανειάτη, συνοδευόμενος από σχετικό αυτοκρατορικό χρυσόβουλο.

Θαυματουργές εικόνες του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην ιερά μονή του στη Θάσο. Στο κέντρο η ασημένια θήκη όπου φυλάσσεται ο Τίμιος Ήλος της Σταυρώσεως του Χριστού φέρουσα σφυρήλατη απεικόνιση του Ταξιάρχη Μιχαήλ

Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς ιδρύθηκε η μονή, αλλά σε επίσημο έγγραφο του 1287 γίνεται αναφορά σε αυτήν. Λέγεται ότι το 1110 μ.Χ. ο ασκητής Λουκάς ήταν εκείνος που έχτισε έναν μικρό ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην τοποθεσία όπου σήμερα βρίσκεται η ιερά μονή. Περί το 1821 τη θέση του ναού εκείνου πήρε το μοναστήρι. Το 1835 έγιναν επιδιορθώσεις, όπως μαρτυρά επιγραφή στην είσοδο του ναού. Το 1974 ήρθαν οι πρώτες μοναχές που εργάστηκαν σκληρά και άοκνα, μεταμορφώνοντας το μοναστηριακό συγκρότημα που είχε ερημωθεί στο μεταξύ και είχε υποστεί εκτεταμένες φθορές.

Η ιερά εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ είναι θαυματουργή όπως και το αγίασμά του στη μονή. Πλήθος θαυμάτων μαρτυρούνται εδώ και αιώνες από την θαυματουργό σκέπη, τη μεσιτεία και την επέμβαση του αγίου Ταξιάρχη της Θάσου. Στη Μονή εμόνασε και η μοναχή Θεοφανώ, μητέρα του γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου της Αριζόνα. Η ιερά μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ εορτάζει στις 8 Νοεμβρίου καθώς και την Τρίτη της Διακαινησίμου εκάστου έτους.

Ιστορία της Θάσου

Η αρπαγή της Ευρώπης

Μυθικός οικιστής του νησιού ήταν ο Θάσος, αδελφός της Ευρώπης που μαζί με τα άλλα αδέλφια του στάλθηκε από τον πατέρα του και βασιλιά της Φοινίκης, Αγήνορα να τη βρουν και να τη φέρουν πίσω, όταν την έκλεψε ο Δίας. Ο Θάσος δεν βρήκε την αδερφή του και επειδή η πατρική εντολή ήταν να μην επιστρέψουν χωρίς αυτήν, κατέληξε στη Θάσο όπου παρέμεινε για πάντα.

Το νησί κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Ηδωνίς (χώρα των Ηδωνών), Αερία, Αιθρία, Ωγυγία και Χρυσή. Νεολιθικά ευρήματα μαρτυρούν την αρχαιοτάτη κατοίκηση του νησιού. Οι Θράκες είναι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι της Θάσου. Το 720 (ή 708) π.Χ. (15η ή 18η Ολυμπιάδα), ο Τελεσικλής ο Πάριος (πατέρας του ποιητή Αρχίλοχου) ίδρυσε στη Θάσο αποικία Παρίων Ιώνων. Οι Πάριοι γενικά είχαν παλιούς δεσμούς με τη Θάσο, καθώς δύο γενιές νωρίτερα η ιέρεια Κλεόβοια από την Πάρο είχε πρώτη εισαγάγει στη Θάσο τη λατρεία της θεάς Δήμητρας. Οι άποικοι ξεκίνησαν να απωθούν τους Θράκες και να επεκτείνονται και στην απέναντι παραλία ιδρύοντας νέες αποικίες στους πρόποδες του Παγγαίου τη Γαλυψώ, που κατά την παράδοση είχε χτίσει ο γιος του Θάσου Γαλυψός, την Αισύμη ή Οισύμη, που αναφέρεται και από τον Όμηρο, το Δάτον, τη Στρύμη πέρα από τον Νέστο κοντά στη Μαρώνεια, το Πάριον στην Τρωάδα και άλλες.

Η αρχαία αγορά

Η αρχαία πόλη αναπτύχθηκε στη περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται ο Λιμένας. Διέθετε ισχυρά τείχη, τμήματα των οποίων και σήμερα σώζονται. Τα τείχη ξεκίνησαν να χτίζονται τον 7ο αιώνα π.Χ. με τη συσσώρευση ογκολίθων, αλλ’ υπάρχουν και οριζόντιες πελεκημένες πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν τον 5ο αιώνα π.Χ.

Στην ακρόπολη, στην οποία σώζεται μεσαιωνικό φρούριο, βρέθηκαν το 1917 αρχαία ερείπια και κολοσσιαίο αρχαϊκό άγαλμα, ο Κούρος της Θάσου, ύψους 3,5 μ. Ο Κούρος της Θάσου, αγνώστου γλύπτη, φιλοτεχνήθηκε περί το 580 π.Χ. και παριστάνει γυμνό νεαρό άνδρα, πιθανόν τον θεό Ερμή, που κρατά κριάρι. Το άγαλμα είναι μισοτελειωμένο εκτός από την κόμη του που είναι περισσότερο δουλεμένη. Θεωρείται ότι μεταφέρθηκε ημιτελές στην πόλη της Θάσου, προκειμένου να ολοκληρωθεί και να στηθεί εκεί, ωστόσο εγκαταλείφθηκε από τον δημιουργό του εξ αιτίας μιας ρωγμής που εμφανίστηκε στην αριστερή πλευρά της κεφαλής του Κούρου.

Η εύρεση του Κούρου της Θάσου το 1917

Στα νότια της ακροπόλεως ανακαλύφθηκε ναός του Πυθίου Απόλλωνα και στα βόρεια της αρχαίο θέατρο, το οποίο βρισκόταν σε χρήση την ελληνιστική περίοδο και ανακαινίστηκε κατά τη ρωμαϊκή εποχή. Στοές περιστοίχιζαν την αρχαία αγορά (των ελληνιστικών χρόνων). Οι ανασκαφές του 1913 αποκάλυψαν, στα νοτιοδυτικά της αγοράς, έναν ναό της Κυβέλης. Στον τόπο έχουν αποκαλυφθεί ακόμα ναός του Διονύσου, σπίτια βυζαντινών χρόνων και οχυρωματικά έργα των Γενοβέζων. Επίσης έχουν αποκαλυφθεί οι θέσεις και ερείπια πυλών της πόλεως καθώς και μία Πύλη Θριάμβου των χρόνων 213-217 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Καρακάλλας.

Το αρχαίο θέατρο της Θάσου

Πηγή πλούτου για τους κατοίκους της Θάσου ήταν τόσο τα μεταλλεία της περιοχής μεταξύ Στρυμόνα και Νέστου, που απέφεραν ογδόντα τάλαντα το χρόνο, όσο και της ανατολικής παραλίας της Θάσου με μικρότερα έσοδα. Πρόσθετη πηγή εσόδων ήταν τα λατομεία λευκού μαρμάρου, περιζήτητου από γλύπτες και αρχιτέκτονες της αρχαιότητας, καθώς και τα κοιτάσματα πολύτιμων λίθων, οπαλίνας και αμέθυστου.

Στέλιος Μποζίνης, Στο παλιό νταμάρι της Θάσου

Ελιές και αμπέλια απασχολούσαν τους αγρότες της Θάσου, ενώ το κρασί της ήταν διάσημο. Μοναδικά υπήρξαν ανέκαθεν και τα πλούσια δάση της Θάσου, που κάλυπταν περίπου τα εννέα δέκατα της επιφάνειας του νησιού, προμήθευαν τα ναυπηγεία με την απαραίτητη ξυλεία για τη ναυπηγική και χρησίμευαν στην κατασκευή οικιών. Ο πλούτος απέφερε δύναμη. Η πόλη διέθετε δύο λιμάνια, από τα οποία το ένα κλειστό και οχυρωμένο με ισχυρά τείχη. Λίγο πριν την άφιξη των Περσών στην περιοχή, η Θάσος βρισκόταν στην πιο μεγάλη της ακμή και κυβερνιόταν από δημοκρατικά εκλεγμένο πρυτανείο.

Ο διορισμένος από τους Πέρσες τύραννος της Μιλήτου Ιστιαίος την πολιόρκησε το 499 π.Χ., αλλά δεν κατόρθωσε να την καταλάβει. Όμως, έξι χρόνια αργότερα, η Θάσος αναγνώρισε την περσική κυριαρχία, υποχρεώθηκε να γκρεμίσει τα τείχη της και με εντολή του Δαρείου, οι κάτοικοί της οδηγήθηκαν στο στόλο τους, στα Άβδηρα. Το 480 π.Χ., όταν ο Ξέρξης εκστράτευσε κατά της Ελλάδος, οι Θάσιοι εξακολουθούσαν να διαθέτουν τόσο πλούτο, ώστε μέσα σε μία μόνο ημέρα δαπάνησαν τριακόσια τάλαντα για την τροφοδοσία του περσικού στρατού. Μετά τους περσικούς πολέμους το νησί εντάχθηκε στην Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία, πληρώνοντας ετήσια εισφορά έξι ταλάντων.

Ελαιώνας στη Θάσο

Στις εκβολές του ποταμού Στρυμόνα οι Αθηναίοι έχτισαν αποικία, την Ηιόνα. Με τον καιρό, οι εκεί άποικοι ήρθαν σε προστριβές με τους Θασίους στην προσπάθειά τους να ελέγχουν τις ακτές. Οι Θάσιοι αποστάτησαν, ζητώντας παράλληλα από τους Σπαρτιάτες να εισβάλουν στην Αττική για αντιπερισπασμό. Οι Σπαρτιάτες είχαν ν’ αντιμετωπίσουν τα δεινά ενός σεισμού και την επανάσταση των Μεσσηνίων και δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν.

Οι Θάσιοι είδαν να καταφθάνει στα μέρη τους ο γιος του Μιλτιάδη, Κίμων, επικεφαλής στόλου. Η πολιορκία κράτησε τρία χρόνια και είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των Θασίων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να γκρεμίσουν τα τείχη τους, να παραδώσουν τον στόλο τους, να εγκαταλείψουν τις κτήσεις τους στη Θράκη και να πληρώσουν ετήσιο φόρο στην Αθήνα. Ήταν το τέλος της ανεξαρτησία τους.

Ακρωτήρι Πρίνος (archives.elia.org.gr)

Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου η Θάσος μετεβλήθη σε ορμητήριο των Αθηναίων για τις πολεμικές επιχειρήσεις τους στη Βόρεια Ελλάδα. Επικεφαλής του εκεί αθηναϊκού στόλο ήταν ο Θουκυδίδης, που κατόρθωσε να ανακόψει τη δράση του Σπαρτιάτη Βρασίδα στη Χαλκιδική.

Το 411 π.Χ., μετά την ήττα των Αθηναίων στη Σικελία, η Θάσος επαναστάτησε. Ατύχησε όμως, καθώς έπλευσε στα μέρη της με 15 πλοία ο Θρασύβουλος. Το 410 π.Χ. η Θάσος βρισκόταν ξανά στο αθηναϊκό άρμα. Το 404 π.Χ. οι Θάσιοι απαλλάχθηκαν από τους Αθηναίους, μετά την ήττα των τελευταίων στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Πέρασαν έτσι στην επιρροή των Σπαρτιατών, καθώς τη Θάσο κυρίευσε ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Λύσανδρος. Το 393 π.Χ. μετά τη νίκη του Αθηναίου Κόνωνα στην Κνίδο, η Θάσος ξαναπέρασε στην κατοχή των Αθηναίων.

«Στο χωράφι», φωτογραφία του Ελβετού αρχαιολόγου Waldemar Deonna, Θάσος 1907

Σε όλες αυτές τις αλλαγές κατακτητών η Θάσος υποχρεωνόταν ν’ αλλάζει και πολίτευμα. Υπό τους Αθηναίους έπρεπε να έχει δημοκρατία. Υπό τους Σπαρτιάτες ολιγαρχία. Το 387 π.Χ. η Θάσος απέκτησε πλήρη ανεξαρτησία. Ήταν η χρονιά που υπεγράφη η Ανταλκίδειος ειρήνη με πρωτοβουλία των Περσών. Οι Θάσιοι έμειναν ανεξάρτητοι επί μισόν αιώνα. Το 338 π.Χ., μετά τη νίκη του Φιλίππου Β’ στη Χαιρώνεια, πέρασαν την κυριαρχία των Μακεδόνων.

Απέκτησαν την ελευθερία τους το 281 π.Χ., μετά τον θάνατο του Λυσιμάχου και τους πολέμους που ακολούθησαν για τη διαδοχή. Το 202 π.Χ. ο βασιλιάς των Μακεδόνων, Φίλιππος Ε’ έστειλε στο νησί τον στρατηγό Μητρόδωρο, ο οποίος πήρε την πόλη και εγκατέστησε μακεδονική φρουρά. Το 197 π.Χ. η Θάσος δόθηκε στους Ρωμαίους, μαζί με όλες τις κτήσεις που ο Φίλιππος Ε’ τους παρέδωσε μετά την ήττα τους στις Κυνός Κεφαλές.

Άγιος Γεώργιος Θάσου (archives.elia.org.gr)

Βυζαντινή Θάσος και Οθωμανική κατάκτηση

Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε νωρίς στη Θάσο. Το 325 μ.Χ. το νησί είχε επίσκοπο κάποιον που αναφέρεται ότι μετείχε στην Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, Άβαροι κατέκτησαν τη Θάσο και την κράτησαν ως το 600 μ.Χ., οπότε τους έδιωξε ο αυτοκράτορας Ηράκλειος. Στο μεταξύ η Θάσος είχε μετατραπεί σε ένα νησί φτωχών και παρέμεινε στην αφάνεια για αιώνες. Στα 904 μ.Χ. την κατέκτησαν οι Σαρακηνοί, που τότε κατέκτησαν, για λίγο, και τη Θεσσαλονίκη.

Λιμένας Θάσου, 1940

Μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως στους Φράγκους, η Θάσος δόθηκε στον δούκα της Βενετίας Ερρίκο Δάνδολο ως κληρονομικό φέουδο. Πέρασε στην κατοχή του Λατινικού βασιλείου της Θεσσαλονίκης και έπειτα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που ανασυστάθηκε από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο. Στα 1354 μ.Χ. πέρασε στα χέρια των Γκατελούζων, οι οποίοι την κράτησαν ως το 1456, οπότε και την κατέλαβε ο Γιουνί πασάς για λογαριασμό του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή.

Η θέα του Λιμένα από την Ακρόπολη, φωτογραφία του Gerhard Haubold, 1958

Ελληνική Επανάσταση

Το 1814 μ.Χ. ο σουλτάνος Μαχμούτ χάρισε το νησί στον Μωχάμετ Άλι της Αιγύπτου, ο οποίος προσέφερε στο νησί προνόμιο την αυτονομία του και όρισε ο ετήσιος φόρος να πηγαίνει στην Καβάλα. Οι κάτοικοι του νησιού κάτω από μια σκιώδη τουρκοαιγυπτιακή εξουσία βρίσκουν την ευκαιρία ν’ αποκρυσταλλώσουν μια μορφή ιδιότυπου κοινοτικού πολιτεύματος, που προκαλούσε τον θαυμασμό του κάθε επισκέπτη. Παράλληλα με την τουρκική και αιγυπτιακή εξουσία αναπτύσσεται στη Θάσο και μια ελληνική κοινοτική εξουσία.

Αριστερά: το αρχοντικό του Χατζηγιώργη Μεταξά, χτισμένο το 1820, όπου το 1821 αποφασίστηκε η συμμετοχή της Θάσου στην Ελληνική Επανάσταση. Δεξιά πάνω: ο αγωνιστής και Φιλικός Αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Σταματιάδης (1792-1877). Κάτω: Χατζηγιώργης Μεταξάς (1761-1824) Προεστός, Φιλικός και Αρχηγός της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 στη Θάσο

Τον Ιούνιο του 1821 η Θάσος βρέθηκε στη δίνη των γεγονότων. Ψαριανά πλοία αποβιβάζουν ενόπλους στην Αστρίδα, που ανεβαίνουν στον Θεολόγο, πρωτεύουσα τότε του νησιού, όπου οι κάτοικοι τους υποδέχονται με μεγάλο ενθουσιασμό. Πρόεδρος της Θάσου ήταν τότε ο Χατζηγιώργης Μεταξάς, ο οποίος είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον Θάσιο Φιλικό αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Σταματιάδη. Στη σύσκεψη που ακολούθησε στο αρχοντικό του, ο σκεπτικιστής και μεγάλης ηλικίας πρόεδρος εξέφρασε τους δισταγμούς του για την επιτυχία της εξέγερσης, γιατί η Θάσος ήταν απομονωμένη στο βορειοανατολικό Αιγαίο και εκτεθειμένη στους πολυάριθμους Τούρκους, που ζούσαν στα απέναντί τους παράλια. Η ενθουσιώδης νεολαία, όμως, που είχε συγκεντρωθεί έξω από την οικία του Χατζηγιώργη, όπου συνεδρίαζε η προεστοδημογεροντία του Θεολόγου με τον αρχηγό των ενόπλων Ψαριανών, τον παρέσυραν στη μεγάλη απόφαση.

Κοίνυρα

Όταν αποχώρησαν οι ένοπλοι Ψαριανοί από τη Θάσο και οι Τούρκοι συγκεντρώνονταν στην Κεραμωτή για απόβαση στο νησί, έντρομοι οι Θάσιοι έστειλαν αντιπροσώπους στα Ψαρά και ζήτησαν βοήθεια. Δύο πλοία των Ψαριανών, του Αναγνώστη Καλημέρη και του Μανόλη Βαλαβάνου, κατέφθασαν στη Θάσο και βομβάρδισαν τα τουρκικά στίφη, που είχαν συγκεντρωθεί στην Κεραμωτή, τα οποία και διεσκόρπισαν. Ο αρχικός ενθουσιασμός όμως των Θασίων μεταβλήθηκε γρήγορα σε αγωνία από τον φόβο της απόβασης των Τούρκων στο νησί τους. Ο Χατζηγιώργης υπέδειξε στους συντοπίτες του να ρίξουν όλη την ευθύνη της εξέγερσης σε εκείνον και ο ίδιος αυτοεξορίστηκε για να μην κακοπάθουν οι συμπατριώτες του.

Ο Λιμένας σε φωτογραφία της δεκαετίας του ’40

Η υποταγή της Θάσου έγινε τον Δεκέμβριο του 1821, όπως σημειώνεται στην από 24ης Δεκεμβρίου 1821 έκθεση του αυστριακού προξένου της Θεσσαλονίκης deChoch. Ο θετός γιος του Χατζηγιώργη, Δημήτριος Χατζη-Γιαξής, που πρωτοστάτησε στο επαναστατικό κίνημα, συνέχισε τη δράση του και προσέφερε πολλά στον ιερό αγώνα, όπως και πολλοί άλλοι Θάσιοι, που εγκατέλειψαν τη Θάσο και αγωνίσθηκαν στη νότια Ελλάδα. Οι Θάσιοι μετείχαν έτσι στην Επανάσταση του 1821 και πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος: πάνω από χίλιοι χριστιανοί κάτοικοι του νησιού σφάχτηκαν, άλλοι βασανίστηκαν, άλλοι έχασαν τις περιουσίες τους. Παρ’ όλα αυτά, το προνόμιο της αυτονομίας διατηρήθηκε μέχρις ότου το κατήργησαν οι Νεότουρκοι, το 1908. Τέσσερα χρόνια αργότερα στις 8 Οκτωβρίου 1912, ο ελληνικός στόλος απελευθέρωσε το νησί.

Καβάλα

Το 1972, με αίτημα της Θασιακής Ένωσης προς τον τότε δήμαρχο Ευάγγελο Ευαγγελίου, στήνονται στην Καβάλα οι προτομές των δύο Θασίων αγωνιστών του 1821, του αρχιμανδρίτη Καλλινίκου Σταματιάδη και του πρωταγωνιστή της Επαναστάσεως στη Θάσο, Χατζηγιώργη Μεταξά.

Λιμένας Θάσου (1912), Ο Ελληνικός Στρατός παρελαύνει απελευθερωτής στο νησί

Γάλλοι πεζοναύτες στον Λιμένα Θάσου (Μακεδονικό Μέτωπο), 9 Ιουλίου 1913

Γερμανοί στρατιώτες στη Θάσο, το 1942

«Η Θάσος του Χειμώνα»

Ένα φιλμ ντοκιμαντέρ του Τάκη Παπαγιαννίδη (1978) που αποτυπώνει τη ζωή στο νησί τους μήνες του χειμώνα:

Αρχαία μνημεία

Η σημερινή Θάσος είναι η ζωντανή μαρτυρία της αρχαίας πόλεως. Ξεκινώντας την περιήγηση από το βορειότερο τμήμα της, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει: 1. Τα τείχη, που έχουν μήκος γύρω στα 4 χλμ. 2. Το Ρωμαϊκό θέατρο, χτισμένο σε περίοπτη θέση, μετά την καταστροφή του αρχαίου τον 6ο αιώνα μ.Χ., οπότε η ορχήστρα του μετατράπηκε σε αρένα. Στον ίδιο χώρο σήμερα πραγματοποιούνται παραστάσεις αρχαίου δράματος, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Θάσου. 3. Την Ακρόπολη που μοιάζει ξεκομμένη από το τείχος και το θέατρο, ενώ εκτιμάται ότι ανήκει στη Μεσαιωνική εποχή. Νότια του τείχους βρίσκονται τα ερείπια του ιερού του Πανός, με παραστάσεις του θεού, δύο τράγων και ενός σατύρου. 4. Το Χορηγικό μνημείο που βρίσκεται λίγο πιο κάτω από το θέατρο. Αρχιτεκτονικά τμήματα και γλυπτά του φυλάσσονται στο Μουσείο. 5. Το ιερό του Ποσειδώνα, πολύ κοντά στη θάλασσα, που όπως είναι φυσικό λατρευόταν ιδιαίτερα. Σώζεται η πρόσοψή του στη δυτική πλευρά και ο βωμός της Ήρας. 6. Στο κέντρο της αρχαίας πόλεως δεσπόζουν το Ωδείο και η Αγορά. Το πρώτο κτίσμα ανήκει μάλλον στο 2ο μ.Χ. αιώνα, ενώ διατηρούνται ερείπια αρχαίου οικοδομήματος. Η Αγορά αποτελείται από τα Προπύλαια, που βρίσκονται απέναντι από το Μουσείο, τις αρχαίες και τις ρωμαϊκές στοές και τις πέντε εξέδρες. Από τα ευρήματα συμπεραίνεται ότι η Αγορά υπήρξε θρησκευτικό, πολιτιστικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο της εποχής. 7. Την αψίδα του Καρακάλλα, με την αντίστοιχη αναθηματική επιγραφή. 8. Το ιερό του Ηρακλέους, το οποίο έχει τη μοναδική του είσοδο στη δυτική πλευρά. 9. Τις Πύλες του Σειληνού και του Ηρακλέους, στα ανατολικά περίχωρα της αρχαίας πόλης, στην πεδιάδα της Αρκούδας. Ο Ηρακλής, στη δική του πύλη, ύψους 7 μ., παριστάνεται ως τοξότης. 10. Την πύλη του Διός, με προσωπική αναπαράσταση του θεού. 11. Το Μουσείο, στον χώρο της αρχαίας πόλης, όπου εκτίθενται μοναδικά ευρήματα, ανάμεσα στα οποία το Κεφάλι του Διονύσου κι ένας κριοφόρος κούρος.

Ο Λιμένας Θάσου σε παλαιά φωτογραφία

Αρχαίο θέατρο Θάσου

Κατασκευασμένο σε μία φυσική κοιλότητα του λόφου της πρωτεύουσας του νησιού, στον Λιμένα, βρίσκεται το αρχαίο θέατρο της Θάσου. Την πρώτη ανασκαφή στον χώρο διενήργησε, το 1921, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή αποκαλύπτοντας το κοίλο του εντυπωσιακού θεάτρου, την ορχήστρα, τις παρόδους και ένα τμήμα της σκηνής. Το θέατρο χτίστηκε στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα με σκηνή που είχε μαρμάρινη πρόσοψη, ενώ το προσκήνιο αφιερώθηκε στον θεό Διόνυσο.

Το αρχαίο θέατρο Θάσου το 1975

Το αρχαίο Θέατρο είναι φτιαγμένο σε μια φυσική κοιλότητα του λόφου, ακουμπά στο τείχος και πρέπει να βρίσκεται στη -θέση αυτή από τον 5ο π.Χ. αι., όπως μαρτυρεί ο Ιπποκράτης. Στις αρχές του 3ου π.Χ. αι., χτίστηκε η σκηνή με μαρμάρινη πρόσοψη. Το προσκήνιο το αφιέρωσε ο θάσιος Αυσίστρατος, γιος του Κόδη, στο Διόνυσο. Σώζονται ακόμα ένας ολόκληρος κίονας και διάφορα άλλα κομμάτια του. Τα χρόνια εκείνα, το -θέατρο χρησιμοποιούνταν για να δίνονται -θεατρικές και μουσικές παραστάσεις. Αργότερα, κατά τα ρωμαϊκά χρόνια, ανακαινίστηκαν η ορχήστρα και τα εδώλια. Σε αρκετά εδώλια, σώζονται χαραγμένα τα ονόματα των ανθρώπων που κρατούσαν θέσεις.

Ύστερα από τον 1ο μ.Χ. αι., το θέατρο χρησιμοποιήθηκε για τα «κυνήγια» και για τους αγώνες των μονομάχων. Γίνονταν και μονομαχίες με ζεύγη καβαλάρηδων. Η ορχήστρα έγινε αρένα και, γύρω στα μέσα του 2ου μ.Χ. αι., ο Ηραγόρας, γιος του Ευφρίλλου, όρθωσε κάγκελα για ν’ απομονώσει τους θεατές. Οι βάσεις του κιγκλιδώματος ήταν μαρμαρόπλακες. Πάνω σε μια τέτοια πλάκα, σώζεται το όνομα μιας ευεργέτιδας, της Ισπανής, που αργότερα με τη διαθήκη της όρισε να γίνονται κάθε χρόνο γιορτές ιπποδρόμου στη Θεσσαλονίκη.

Ηλιοβασίλεμα στη Θάσο

Την εποχή εκείνη, έστησαν στο προσκήνιο και παραστάσεις των θεών που είχαν τότε σε υπόληψη: το Διόνυσο (να κερνά τον πάνθηρα του τις τελευταίες σταγόνες κρασιού από έναν κάνθαρο), τον Ήρωα Καβαλάρη, τον Άρη με κράνος και θώρακα (το πρώτο έργο βρίσκεται στο Μουσείο της Θάσου, το τρίτο στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης). Στα άκρα της κιονοστοιχίας υπήρχε παράσταση της Νέμεσης (που έγινε με έξοδα του μονομάχου Ευήμερου, γιου του Διονυσίου) και άλλες παραστάσεις, πάλι της Νέμεσης, που έγιναν με έξοδα άλλων μονομάχων (δυο από αυτές βρίσκονται στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης).

Το Εβραιόκαστρο

Στην άκρη του Λιμένα μετά την παραλία Λιμανάκι, στην περιοχή του σημερινού καρνάγιου, βρίσκεται το Εβραιόκαστρο. Εδώ υπήρχε μια παλαιοχριστιανική εκκλησία του 5ου αίωνα μ.Χ., η οποία πήρε τη θέση ενός αρχαίου ναού. Στη βυζαντική εποχή η τοποθεσία καλύφθηκε από ένα νεκροταφείο, στο οποίο έχουν βρεθεί σαράντα τάφοι. Η επίσκεψη στο Εβραιόκαστρο μπορεί να συνδυαστεί με την ανάβαση στο Αρχαίο Θέατρο και την Ακρόπολη. Σήμερα στο Εβραιόκαστρο είναι χτισμένο το παρεκκλήσι των Αγίων Αποστόλων. Η τοποθεσία βρίσκεται μερικά μέτρα πάνω από τη θάλασσα και το ηλιοβασίλεμα από το σημείο αυτό είναι μαγευτικό.

Ο ναΐσκος των Αγίων Αποστόλων στο Εβραιόκαστρο, 1969

Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου

Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Θάσου κτίστηκε το 1935 για να στεγάσει τα πολλά και σημαντικά ευρήματα που είχαν έλθει στο φως από τα τέλη του 19ου αιώνα. Οι συνεχιζόμενες έρευνες δημιούργησαν την ανάγκη επέκτασης του Μουσείου. Για το λόγο αυτό, κατά τα έτη 1989-99, κατασκευάστηκε νέα πτέρυγα, με κονδύλια προερχόμενα από εθνικούς πόρους, το ΤΑΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το έργο της «Νέας μόνιμης έκθεσης και των υποδομών που τη στηρίζουν» πραγματοποιήθηκε με αυτεπιστασία από την ΙΗ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Καβάλας (2003-2009), κονδύλια του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, ενταγμένο στο ΠΕΠ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

Ο κριοφόρος Κούρος της Θάσου στο Αρχαιολογικό Μουσείο του νησιού, στον Λιμένα

Το Μουσείο έχει σήμερα συνολικό εμβαδόν 2.376 τ.μ. Η νέα μόνιμη έκθεση καλύπτει 1.400 τ.μ., ενώ στους υπόλοιπους χώρους έχουν διαμορφωθεί αίθουσες μελέτης και αποθήκευσης, εργαστήρια συντήρησης και γραφεία. Συγκεκριμένα, λειτουργεί τμήμα της έκθεσης που αφορά την περίοδο από την προϊστορία μέχρι τα τέλη της εποχής του Σιδήρου. Η πρώτη αίθουσα είναι αφιερωμένη στη Μαρίνα Σγουρού. Στην αίθουσα αυτή παρουσιάζεται με φωτογραφίες το ανασκαφικό έργο στη Θάσο (1911-1981), όταν Γάλλοι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν την αρχαία πόλη και τις ανασκαφές διεξήγαγε η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Στη συνέχεια γίνεται μια συνολική παρουσίαση της κατοίκησης της Θάσου από τα προϊστορικά μέχρι τα πιο πρόσφατα χρόνια. Οι πρώτες εγκαταστάσεις χρονολογούνται στην εποχή του Χαλκού (3500-1500 π.Χ.) και συνεχίστηκαν χωρίς διακοπή και τα επόμενα χρόνια.

Εκθέματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου

Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην παρουσίαση της κεραμεικής της εποχής του σιδήρου (χειροποίητα αγγεία, με αυλακωτή, εγχάρακτη ή εμπίεστη διακόσμηση), των βραχογραφιών (γραπτές, χαρακτές ή ανάγλυφες απεικονίσεις σε τοιχώματα σπηλαίων ή βράχων), των ανθρωπόμορφων στηλών που αποτελούν μερικά από τα αρχαιότερα μνημειακά γλυπτά της προϊστορικής Ευρώπης. Οι περισσότερες βρέθηκαν στη Σκάλα Σωτήρος και ίσως συμβόλιζαν θεότητες ή ήρωες. Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι παραγωγικές δραστηριότητες των ανθρώπων της Θάσου στην ίδια περίοδο (αλιεία, γεωργία, κτηνοτροφία). Επίσης ξεχωριστή σημασία αποδίδεται στην παρουσίαση των μεγάλων νεκροταφείων της ύστερης περιόδου του Χαλκού και της πρώιμης του Σιδήρου στην ευρύτερη περιοχή του Θεολόγου και στα ταφικά έθιμα.

Στην αίθουσα της υποδοχής του Μουσείου εκτίθεται και ο αρχαϊκός κριοφόρος κούρος, εμβληματικό εύρημα της Θάσου, συνοδευόμενος από ψηφιοποιημένο εποπτικό υλικό για την ιστορία και τις τεχνικές της μεγάλης γλυπτικής. O κούρος με το κριάρι, ψηλός τρισήμισι μέτρα, χρονολογείται στο 600 π.Χ. Βρέθηκε το 1917, όταν η Γαλλική Σχολή άρχισε συστηματικές ανασκαφές στην Ακρόπολη. Κατά την αρχαιότητα ήταν ενσωματωμένος στο τείχος. Στην ίδια αίθουσα εκτίθεται και το αρχαϊκό ανάγλυφο με θεά σε κόγχη. Πρόκειται για αναθηματικό ανάγλυφο του 490 π.Χ. που παριστάνει δύο νεαρές κοπέλες από αριστερά να φέρνουν δώρα σε μια θεά καθισμένη σε κόγχη.

Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου: Πάνω από αριστερά προς τα δεξιά: 1. Πήλινος χειροποίητος αμφορέας από τον προϊστορικό οικισμό στο Καστρί. Νεολιθική εποχή, 2. Κεφάλι Διονύσου. Ανήκε στο υπερφυσικό άγαλμα του θεού που κοσμούσε τη μεγάλη εξέδρα ενός από τα δύο χορηγικά μνημεία στον Διονύσιο. Παρ’ όλη τη θηλυπρέπεια, η γαλήνια έκφραση της μορφής και η σαφήνεια της πλαστικής απόδοσης μαρτυρούν πως πρόκειται για έργο του δευτέρου μισού του 4ου αι. π.Χ. 3. Αγαλμάτιο της Αφροδίτης με δελφίνι και έρωτα. Κομψό έργο που προοριζόταν για εσωτερικό χώρο, της μόδας στα ελληνιστικά χρόνια. Η γύμνια της θεάς θυμίζει την περίφημη Αφροδίτη του Πραξιτέλη. 3ος αι. π.Χ. 4. Κεφάλι του Μεγ. Αλεξάνδρου από ναόσχημο οικοδόμημα κοντά στη δίοδο των θεωρών. Ρωμαϊκό αντίγραφο πρωτότυπου αγάλματος των ελληνιστικών χρόνων, μαρτυρεί τη συνέχεια της λατρείας του από τον 4ο αι. π.Χ. ως τα ρωμαϊκά χρόνια. Κάτω από αριστερά προς τα δεξιά: 1. Κυκλαδικό πινάκιο με παράσταση του ήρωα Βελλερεφόντη πάνω στον φτερωτό Πήγασο να σκοτώνει με το δόρυ του την τρικέφαλη Χίμαιρα. Η πολυχρωμία και η τεχνική της σύνθεσης μαρτυρούν επίδραση της μνημειακής ζωγραφικής. 7ος αι. π.Χ. 2. Άγαλμα Μούσας. Κοσμούσε, μαζί με το άγαλμα του Διονύσου, την εξέδρα του δευτέρου χορηγικού μνημείου στον Διονύσιο. Εμπνέεται από το φημισμένο άγαλμα της Ειρήνης του Αθηναίου γλύπτη Κηφισόδοτου. Πρώτο μισό 3ου αι. π.Χ. 3. Πήλινη σίμα από άγνωστο αρχαϊκό κτίσμα πιθανόν το Πρυτανείο. Φέρει ανάγλυφη παράσταση κυνηγίου, θέματος πολύ δημοφιλούς στην αρχαϊκή εποχή και σώζει ίχνη ζωηρών χρωμάτων. Χρονολογείται μεταξύ 540-525 π.Χ. 4. Ανδριάντας του ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού. Βρέθηκε στην αρχαία Αγορά. Ο αυτοκράτορας εικονίζεται ένοπλος με χαρακτηριστικά γαλήνια και εξευγενισμένα, όπως ταιριάζει στον εικονογραφικό του τύπο. Γύρω στο 130 π.Χ. (gym-limen.kav.sch.gr)

Ώρες λειτουργίας του Αρχαιολογικού Μουσείου Θάσου: Τρίτη-Κυριακή: 08:00-15:00. Τιμή εισιτηρίου: Γενική είσοδος: 2,00 € (άνω των 65 ετών: 1,00 €, φοιτητές-μαθητές: είσοδος ελεύθερη, ΑμΕΑ και συνοδοί: είσοδος ελεύθερη). Διεύθυνση: Λιμένας Θάσου, 64 004, τηλέφωνο επικοινωνίας: 25930 22180.

Η Μακρύαμμος σε παλαιά φωτογραφία

Ένα παιδί της Θάσου, ο λογοτέχνης Βασίλης Βασιλικός

«Είμαι ευτυχής σημαίνει ότι επέστρεψα εκεί απ’ όπου ξεκίνησε ο πατέρας μου.
Αυτό αποτελεί και την κρυφή πηγή της τωρινής μου ευδαιμονίας. Είμαι ευτυχής
που γύρισα στο νησί μου. Γράφω γιατί είμαι ευτυχισμένος που το κατοικώ»

Με τα λόγια αυτά ο διακεκριμένος Έλληνας λογοτέχνης Βασίλης Βασιλικός περιγράφει τη σχέση του με τον γενέθλιο τόπο του, το νησί του, τη Θάσο, που υπήρξε ανέκαθεν πηγή έμπνευσης και αγαπημένη γη για εκείνον. Διαπιστώνοντας ότι: «Η γνησιότητα του αισθήματος φέρνει και τη γνησιότητα της γραφής». Αποδεχόμενος ότι: «Τελικά, το γράψιμο είναι μεγάλη ανακούφιση. Γράφοντας, δεν ενοχλείς κανέναν με εξωτερικούς θορύβους. Ο εσωτερικός ορυμαγδός είναι χωρίς ήχο».

Για να καταλήξει στο απόσταγμα, τελικά, την Κεντρική Ιδέα μιας γεμάτης ζωής: «Κατά τ’ άλλα διαβιώ εν Θάσω, πένης μεν, πλην ευτυχισμένος, με τον αέρα, με το βουνό, με τη θάλασσα, με τους εδώ φίλους μου, με “αστυνομικά” και με τα βιβλία του Αντρέ Ζιντ. Μαζί με τη Βάσω, την Ευρυδίκη, την Έμιλυ, την Κίττυ, τον Οδυσσέα. Ένας Οδυσσέας κι εγώ, που επιστρέφει στη δική του Ιθάκη».

Ο Αρχιμανδρίτης π. Κυνηγόπουλος, Λιμένας, δεκαετία ’30

Στα «Ημερολόγια Θάσου» τα παιδικά χρόνια, η εφηβεία και το Παρίσι, η Ευρώπη, η λογοτεχνία, ο εαυτός και οι άλλοι: η Ντυράς, η Μαργαρίτα Λυμπεράκη, ο Ελύτης, τα μολύβια και το τετράδιο της Βάσως που ολοένα γεμίζει, τα βασικά της γραφής. Η ιστορία της Θάσου, η ποιητική καθημερινότητα, οι πρόγονοι και η ζωή τους, η Εταιρία Συγγραφέων, οι αναμνήσεις ωσεί παρόν, ο ξανακερδισμένος χρόνος, τα αναγνώσματα, παππούδες, γιαγιάδες, όλος ο κόσμος, το άλεφ του εκεί. Οι ζώντες και τεθνεώτες, στο πιο γοητευτικό του βιβλίο, ημερολογιακά και πρωτοπρόσωπα, σαν ψίθυρος εκεί:

«Φαντάσματα του νου μου πια, σε ένα θεατρικό κύκλο με κιμωλία, κατάλαβα πως, αφού τους περιέχω μέσα μου και δεν έχω ξεχάσει καμιά λεπτομέρεια απ’ την αγιογραφία του προσώπου τους, δεν είναι “υπάρξαντες” αλλά ”ζώντες”- και μάλιστα πιο ζωντανοί από πολλά φαντάσματα που κυκλοφορούν στις μέρες μας με σάρκα και οστά, ανάμεσά μας».

Ένα λογοτεχνικό οδοιπορικό: Η «Θάσος» του Φώτη Πρασίνη
(arxeion-politismou.gr)

Τα «Θασίτικα» και η συλλογική μας μνήμη

Τα «Θασίτικα» του Σωτήρη Γερακούδη είναι βιβλία ενός «ακριβού πολιτισμού». Συλλογικού και ανεκτίμητου. Είναι ένα σπουδαίο έργο «τοπικής αυτογνωσίας» που ξεπερνάει τα στενά όρια της ηθογραφίας και κινείται διαρκώς και αενάως μεταξύ μνήμης και καθημερινότητας, παράδοσης και ζωής. Μέσα σε αυτό το παιχνίδισμα με τον χρόνο, κυρίαρχο ρόλο παίζει η χρήση της ντοπιολαλιάς. Ένα «γλωσσικό εργαλείο» που εκτινάσσει το διηγηματικό μέρος της συλλογής σε δυσθεώρητα ύψη ενδιαφέροντος και κάνει τα μικρά κείμενα να μοιάζουν με λογοτεχνικά κομψοτεχνήματα. Μπορεί το κυρίαρχο στοιχείο των «διηγημάτων – στιγμιoτύπων» (κάτι σαν «αυτοβιογραφικά χρονογραφήματα») να είναι το απίθανο (έως λιποθυμίας) έμφυτο χιούμορ του συγγραφέα τους, εν τούτοις πίσω από αυτό ξεπροβάλλει ένα εξαίσιο δείγμα λαϊκής ψυχογραφίας. Ένα αφηγηματικό ρυάκι από γάργαρες και επιούσιες ιστορίες της «καθ’ ημάς ταπεινότητας». Ένας «αφηγηματικός παράδεισος» ανθρωπιάς και αυθεντικότητας.

Μετά το «Αχ, γιόκα μ’ μι τα ιλλινικούδια σ’» (2000), το «Πνας άντρα μ’ να ζμώσου;» (2005) και το «Μπάρμπα, έχουμ’ καλάθ’;» (2007), ο Σωτήρης Γερακούδης εμπλουτίζει τον κύκλο της «θασίτικης φιλολογίας» με το λυτρωτικό και άκρως… πολιτικό «Του αφόρ κι του πουφόρ». Και σε αυτό το βιβλίο, η «γλυκιά μανιέρα» του Γερακούδη παραμένει το ίδιο ελκυστική και γόνιμη. Το ίδιο αθώα και περιεκτική. Το ίδιο αληθινή. Ο Γερακούδης διατηρεί μία ξεχωριστή σχέση με τον τόπο και τους ανθρώπους του. Οι «ήρωές» του είναι «χειροπιαστοί». Οι «μύθοι» του, εγκόσμιοι και γήινοι. Γανωμένοι, θαρρείς, στα υπέροχα εργαστήρια των καφενείων και αγιασμένοι από την πηγή του Αρχάγγελου. Και όλα αυτά, με μία θαυμαστή απόσταση από κάθε είδους φολκλορισμούς και γραφικότητες.

Ο τόπος για τον Γερακούδη δεν είναι μία νατουραλιστική αφήγηση. Η λατρεία του γι’ αυτόν δεν εκδηλώνεται με «τουριστικές κορώνες» και συναισθηματικές υπερβολές. Η Θάσος στα κείμενά του είναι «μαρτυρία» μπολιασμένη στην «ευωδιά της φτώχειας». Ένα τοπίο από ψυχές. Πότε ηλιόλουστο και φωτεινό και πότε νοτισμένο από μια ξαφνική μπόρα που έφερε ο αέρας από τον Μπάμπουρα και την Αστρίδα. Γι’ αυτό ίσως και ο περιορισμένος γεωγραφικός χώρος μέσα στον οποίο «κινούνται» οι ιστορίες του, αποπνέει μία αίσθηση οικουμενικότητας. Ειδικά, όταν η σκωπτική του διάθεση φιλτράρεται με τον σεβασμό και την αγάπη για όλους αυτούς που «συμμετέχουν» (θέλοντας και μη) στην ευλογημένη του συνάφεια.

Επιλεγμένες εκδόσεις για τη Θάσο

Τα υφαντά της Θάσου

Τα υφαντά της Θάσου, παρουσιάζουν μιαν ομοιογένεια στο είδος, στο χρώμα και στο σχέδιο. Σε όλα τα χωριά υφαίνουν τα ίδια είδη και με τον ίδιο τρόπο, μάλλινα και βαμβακερά. Τα χρώματα είναι πολύ φωτεινά και ζωηρά: Πράσινο και κόκκινο χτυπητό, πορτοκαλί ζωηρό, κίτρινο φαιογάλαζο και κεραμιδί σε έντονες αποχρώσεις. Τα σχέδια είναι αυστηρά γεωμετρικά: αστέρι, ρόμβοι και άλλα ρομβοειδή και παραλληλόγραμμα. Υπάρχουν δε ορισμένα σχέδια, σε κιλίμια και σε προσκέφαλα, που τα συναντάμε σε όλα σχεδόν τα χωριά και τα σπίτια.

Μετά το 1900, εμφανίζονται και σχέδια νατουραλιστικά, όπως λουλούδια, πεταλούδες κ.ά. Υπάρχουν υφαντά για το στόλισμα του σπιτιού και υφαντά κοινής χρήσης, για τις ανάγκες του νοικοκυριού και της καθημερινής ζωής. Είδη διακοσμητικής υφαντικής είναι τα προσκέφαλα και τα κιλίμια. Τα προσκέφαλα είναι στενόμακρα, με παράλληλες περίπου ραβδωτές ταινίες στο πλάτος, που χωρίζουν μεταξύ τους με πολύχρωμες αλυσίδες, ή διακόπτονται από σχέδια. Υφαίνονται με ιδιαίτερο μπρούλιασμα. Τα κιλίμια είναι υφαντά μάλλινα, με μαύρο ή κόκκινο κόμπο και σκόρπια πολύχρωμα σχήματα σαν άστρα. Πιο συνηθισμένο είναι το κιλίμι με πολύχρωμους ρόμβους – ρομβοειδή σχήματα.

Τα υφαντά είδη καθημερινής χρήσεως είναι μάλλινα ή βαμβακερά. Παρουσιάζουν μιαν ομοιογένεια στο σχέδιο και στη μορφή. Αναφέρουμε από αυτά, τα εξής: Τα «σακλέρια» είναι σακούλια, ντορβάδες μικροί και μεγάλοι, ανάλογα με τις ανάγκες. Είναι μάλλινα, βαμβακερά ή τρίχινα, από κατσικίσια τρίχα, με δίχρωμες αλυσίδες, σε οριζόντιες ή κάθετες ραβδώσεις. Όλα έχουν κρέμασμα για τον ώμο. Το «μεσάλ’» είναι μια στενόμακρη πετσέτα. Με αυτήν σκεπάζουν το ζυμάρι, για ν’ ανέβει πριν το φούρνισμα. Το «πανούδ’» είναι συνήθως πανί υφαντό, με μαύρες ραβδώσεις. Χρησιμοποιείται για πρόχειρο σκέπασμα του κρεβατιού ή του καναπέ και μπορεί να μετατραπεί σε σακλέρι. Το «γιαμπόλ’» είναι μάλλινη πολύ χοντρή και ζεστή κουβέρτα, που την έφτιαχναν από μαλλί προβάτου, το οποίο έγνεθαν χοντρό σαν φυτίλι.

Η παραδοσιακή φορεσιά της Θάσου

H Θάσος, τοποθετημένη από το χέρι του Θεού στο βόρειο Αιγαίο, γειτνιάζει με την πόλη της Καβάλας. Είναι όμως κοντά και στα μεγάλα αστικά κέντρα της Θεσσαλονίκης και της Κωνσταντινούπολης. Από παλαιά οι εμπορικές συναλλαγές, όπως και άλλες δραστηριότητες σε σχέση με τις ανωτέρω πόλεις, είχαν ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μίας πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς, που χαρακτηρίστηκε από πλήθος Βυζαντινών στοιχείων, τα οποία διαφαίνονται και διατηρούνται έως και τις ημέρες μας.

Βυζαντινής τεχνοτροπίας και ύφους είναι και οι ενδυματολογικές επιλογές των Θασίων γυναικών. Αντίθετα, η τοπική ενδυμασία των αντρών, δεν έχει κάποιο σημαντικό χαρακτηριστικό γνώρισμα που να την διαφοροποιεί από τις αντίστοιχες ανδρικές φορεσιές του υπόλοιπου νησιωτικού μας χώρου: η νησιώτικη βράκα ισορροπεί ανάμεσα στα σκέλη που κλείνουν κάτω από το γόνατο. Γιλέκο σταυρωτό, παπούτσια χαμηλά, με μάλλινη κάλτσα, και κάλυμμα κεφαλιού μαύρο, σαν καθιστό φέσι.

Στη γυναικεία φορεσιά όμως συναντούμε βαριά και φίνα υφάσματα, όπως βελούδο, μετάξι κ.ά. χρυσοκεντημένα με φιστόνι και σε σχεδιαστικά μοντέλα που φανερώνουν το αρχαιοελληνικό και βυζαντινό πνεύμα στην ενδυμασία της Θασίτισσας. Στο σύνολό της η γυναικεία φορεσιά αποτελείται από το «φστάνι», το «πκάμσο», την «τραχηλιά», τον «αλατζά», το «τσικέτο», την «ποδιά», το «ζουνάρ», το «σπαλέτο» και τα «σκφούνια».

Τα βαρύτιμα, κυρίως μεταξωτά «φστάνια» ή «φστάρες» απαντώνται σε ποικίλους χρωματικούς συνδυασμούς όπως ροζ, φούξια, γαλάζιο κ.ά. είτε μονόχρωμα είτε διανθισμένα με μοτίβα ομοίου ή άλλου χρώματος. Αμάνικα και μακριά, σχεδόν ως τον αστράγαλο, στολίζονται στο V της λαιμουδιάς και στον ποδόγυρο με χρυσαφί σιρίτια και άλλα πολύχρωμα γαϊτάνια. Ιδιαίτερα φαρδιά στο κάτω άκρο φοριούνται κατά τέτοιο τρόπον, ώστε να σχηματίζουν τα λεγόμενα «κανάτια».

Στο χωριό Πρίνος τα φστάνια παρουσιάζονται μονόχρωμα σε μαύρο, σκούρο μπλε, βυσσινί χρώμα και όχι λουλουδάτα. Έχουν μικρό σκίσιμο στα πλαϊνά του ποδόγυρου και είναι κεντημένα με σιρίτια και πούλιες.

Η «τραχηλιά» και το «πκάμισο» χρησιμοποιούνται ως εσώρουχα και είναι λευκά. Έτσι, μέσα από τη φστάρα, στη λαιμουδιά φοράνε την τραχηλιά, βαμβακερή ή μεταξωτή και είναι ένα χειροτέχνημα από κοπτό και δαντέλα. Η κα Άννα Παπαγεωργίου από τον Πρίνο, μας περιγράφει με απαράμιλλο τρόπο: «Πκάμισο το λεν, όχι πουκάμισο, θα το γράψεις όπως το λέγαν. Είναι μακρύ μέχρι τον αστράγαλο κι από κατ’ έχει δαντελίτσα με «κουτσούδες», πλεκτό με το βελονάκι, άσπρο και αυτό κι η δαντέλα και τα μανίκια είναι πιο κοντά γιατί «μπαιν από παν ο αλατζάς». Δε θα βγει το πκάμισο απ’ το «χερότ», ίσα-ίσα να φαίνεται λίγο η δαντέλα».

Ο «αλατζάς» είναι ένα κοντό γιλέκο μεταξωτό ή βελούδινο. Έχει στενά μανίκια, που καταλήγουν στα «χερότια». Ο καλός αλατζάς είναι κεντημένος με χρυσό φιστόνι, ενώ ο καθημερινός με μαύρο. Συναντάται συνήθως σε χρώμα κόκκινο, καφέ, βυσσινί, πράσινο και κυπαρίσσι. Το «τσικέτο» είναι το γιλέκο που φοράνε πάνω από τον αλατζά. Φτιάχνεται από μαύρο ή μπλε βαθύ βελούδο και είναι χρυσοκεντημένο στο περίγραμμα του, στην πλάτη και στα μανίκια, το λεγόμενο «ολόπλακο». Από τσόχα καλής ποιότητας είναι ραμμένα τα χειμερινά τσικέτα για να είναι πιο ζεστά, όλα κεντημένα με βάση τη φαντασία των Θασίων γυναικών. Πραγματικά έργα τέχνης.

Θασίτισσα με παραδοσιακή φορεσιά και κεράσματα (gr.pinterest.com)

Οι «ποδιές» είναι άλλοτε πολύχρωμες με τριαντάφυλλα και άλλα σχέδια στην ύφανσή τους και άλλοτε μονόχρωμες. Οι λουλουδάτες είναι συνήθως στρογγυλές στο κάτω μέρος και έχουνε πολλά «χαραλαμπίδια», δηλαδή πιέτες, δαντέλες, νερβύρ κ.ά., ενώ οι μονόχρωμες είναι κεντημένες στο μέσο τους ή στη μπορντούρα με κλωστές ζωηρού χρώματος ροζ, κροκί, κίτρινο. Οι Πρινιότικες ποδιές είναι οι περισσότερες βυσσινί ή μαύρες, κεντημένες επίσης με ολόπλακο και στολισμένες πολλές φορές με φλουριά. Ποδιές υπάρχουν και υφαντές. Είναι μάλλινες με «σταμνάκια» και άλλα σχέδια και φοριούνται ως καθημερινές το χειμώνα. Σε αυτές συχνά ράβουνε πούλιες.

Κάτω από την ποδιά φοράνε το «ζουνάρ» το οποίο είναι μονόχρωμο, κυρίως μάλλινο, ενώ τα υφαντά ζουνάρια είναι βαμμένα με λουλάκι. Πάνω από το ζουνάρ και την ποδιά βάζουνε τη «πόρπα» ή αλλιώς το «μπακιροζούναρο». Στο κεφάλι φορούν το «σπαλέτο», που είναι μία μαντίλα μεγάλων διαστάσεων, την οποία είτε την αφήνουν να πέφτει ριχτή, είτε τη δένουν γύρω από το λαιμό. Κάτω από το σπαλέτο τοποθετούν ένα μικρό φέσι, πάνω στο οποίο τυλίγουν τις πλεξούδες τους και το «σαρίκι», που είναι ένα κομμάτι υφάσματος ή μαντήλι χρώματος βυσσινί, καφέ, κίτρινου κ.ά.

Οι γυναίκες της Θάσου, σημειώνουμε, ότι παλαιότερα είχαν πλεξίδες, οι οποίες πολλές φορές έφταναν έως την «κλείτσα», δηλαδή την κλείδωση του γονάτου. Τέλος, στα πόδια φοράνε τα «σκφούνια», άσπρες κάλτσες πλεχτές με βελόνες, που τον χειμώνα είναι μάλλινες και το καλοκαίρι βαμβακερές. Όσον αφορά τα υποδήματα, πριν από την εμφάνιση των δερμάτινων παπουτσιών, φορούσαν βελούδινες παντόφλες ή πασούμια.

Καταγράφοντας πληροφορίες για τα κοσμήματα που στολίζουν τη φορεσιά η κα Παναγιώτα Γαλάνη αφηγείται: «Στη λαιμουδιά φορούσαν καρφίτσες χρυσές και καδένες. Είχε η γιαγιά ‘μ μια καδένα μπρούστο μάλλον την έλεγαν, με πέτρες κόκκινες, μπλε και κίτρινες. Αυτό το έπιανε όχι στο τσικέτο, αλλά επάν στο φστάνι, εδώ που έχει τα νερβύρια. Φορούσαν και σκλαρίκια. Φλουριά έβαζαν οι πλούσιες στην ποδιά».

Κοπέλες της Θάσου με παραδοσιακές φορεσιές στον Λιμένα, Αύγουστος 1951

Θασίτες εικαστικοί

Στη Θάσο, ο πλούτος της παράδοσης, η μακραίωνη ιστορία, ο πολιτισμός και τα σπάνιας αισθητικής αξίας τοπία λειτουργούν, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας, ως πηγή αστείρευτης έμπνευσης και δημιουργίας για τους εικαστικούς καλλιτέχνες. Ανάμεσα στους σπουδαίους δημιουργούς που ανέδειξε το νησί ξεχωριστή θέση έχουν με το έργο τους οι Θασίτες εικαστικοί Πολύγνωτος Βαγής και ο Κώστας Λοβόπουλος.

Πολύγνωτος Βαγής

Έργο του Π. Βαγή

Ο Πολύγνωτος Βαγής ήταν Ελληνοαμερικανός γλύπτης και ζωγράφος. Γεννήθηκε στην Ποταμιά Θάσου το 1894. Ο πατέρας του, Χατζηγεωργίου στο επίθετο, ήταν ξυλουργός. Μετανάστευσε το 1911 στη νέα Υόρκη και ασχολήθηκε με τη γλυπτική. Σπούδασε στο Ινστιτούτο Καλών Τεχνών της Νέας Υόρκης, όπου και διατηρούσε για δεκαετίες το καλλιτεχνικό εργαστήρι του. Στα έργα του χρησιμοποιούσε πέτρα, τσιμέντο, ξύλο και έδινε ιδιαίτερη έμφαση στις απλές γραμμές, δείγμα της σύνδεσής του με την αρχαϊκή τέχνη. Έργα του εκτίθενται στο Whitney Museum of Art, στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MOMA), στην Εθνική Πινακοθήκη (Αθήνα), στο Μουσείο Καλών Τεχνών του Χιούστον, στο Δημοτικό Μουσείο Καβάλας και αλλού. Ο Πολύγνωτος Βαγής τιμήθηκε το 1958 τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο Audubon Artists και το 1962 με τον Χρυσό Σταυρό του Φοίνικος. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του κληροδότησε μεγάλος μέρος της συλλογής του στο ελληνικό κράτος. Σήμερα, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Ποταμιά της Θάσου, υπάρχει μουσείο που φέρει το όνομά του και φιλοξενεί 98 γλυπτά και 15 πίνακές του. Απεβίωσε την 15η Μαρτίου 1965 στη Νέα Υόρκη και ετάφη στην Ποταμιά Θάσου.

Κώστας Λοβόπουλος

Έργο του Κ. Λοβόπουλου

Ο γλύπτης και ζωγράφος Κώστας Λόβουλος γεννήθηκε στα Λιμενάρια της Θάσου, το 1954. Σπούδασε στη Θάσο και στη Θεσσαλονίκη. Εργάστηκε αρκετά χρόνια ως ναυτικός (μηχανικός) σε ποντοπόρα πλοία, στα λιμάνια της Ανατολής, απ’ όπου και δέχθηκε τις πρώτες του επιρροές. Τα θέματά του τα αντλεί κυρίως από τη ζωή στη θάλασσα, ενώ έντονη είναι και η επιρροή της κλασσικής αρχαιότητας σε μεταγενέστερα έργα του. Στα πρώτα του έργα φαίνεται η επιρροή της ΝΑ Ασίας, έργα που στερούνται ίσως ηρεμίας και αφαίρεσης, στοιχεία θελκτικά για το φιλότεχνο. Ακολουθούν τα έργα του από όπου έχει την επιρροή των έργων της κλασικής αρχαιότητας και είναι φανερή στην καλλιτεχνική του παραγωγή. Μερικά από τα έργα αυτής της περιόδου είναι «Η αρπαγή της Ευρώπης», «η Αφροδίτη» «η ασπίδα του Έκτορα» «Ο τοξότης Ηρακλής» κ.ά. Στα έργα του προτιμά ασυνήθιστα υλικά και σκληρά, όπως: γρανιτόπετρες, μάρμαρα, θαλασσόπετρες, πλατάνια, κέδρα κ.ά. Περισσότερο προτιμά τη Θασίτικη ελιά και τον κέδρο. Ο Κώστας Λόβουλος ανακάλυψε μόνος του τους δρόμους της γλυπτικής και της ζωγραφικής, χωρίς να έχει σπουδάσει σε σχολές και ίσως εκεί οφείλεται ότι τα έργα του έχουν πνοή γνησιότητας χωρίς ίχνη ακαδημαϊσμού. Η μικρο γλυπτική είναι που τον ενδιαφέρει περισσότερο καθώς στα έργα του παρατηρούμε την προσπάθειά του να σπάσει τα όρια της πέτρας, να εξακοντίσει στο φως, στη ζωή.

Μεγάλα σε όγκο έργα του γίνονται κυρίως κατόπιν παραγγελίας, όπως αυτά της παραλίας Λιμεναρίων, του Λιμένα και της Καβάλας. Τα ψηφιδωτά του είναι έργα δουλεμένα με μεράκι και ακρίβεια, όπως η ψηφιδωτή εικόνα του Αγίου Αθανασίου που βρίσκεται στην εκκλησία στο Κάστρο. Το εργαστήριό του είναι ένα εγκαταλειμμένο γυμναστήριο που του παραχώρησε η κοινότητα για να εργάζεται. Αρκετοί είναι αυτοί που διδάχτηκαν κοντά του την τέχνη του και τα μυστικά της. Έργα του υπάρχουν, εκτός από τη Θάσο και την Καβάλα, στα Γιαννιτσά, στη Δράμα, στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, αλλά και στο εξωτερικό, στην Αγγλία, στο Βέλγιο και στη Γερμανία. Στην κοινότητα Κρυοπηγής Καβάλας εκτίθεται το έργο του «Μνημείο της Αντίστασης» από θασίτικο μάρμαρο, στη Χρυσούπολη το «Μνημείο πεσόντων», στον Λιμένα της Θάσου το έργο του «Μνήμες της Μ. Ασίας» και στα Λιμενάρια τα γλυπτά «Συνάντηση στη Θάσο», «η αρπαγή της Ευρώπης» και ο «Μέγας Αλέξανδρος» στην παραλία και η «Ελευθερία» στο ηρώο δίπλα στη Μεταμόρφωση. Ο Λόβουλος είναι ένας σύγχρονος συνεχιστής της παράδοσης των μεγάλων γλυπτών της Θάσου που ξεκινά από τον 6ο αιώνα π.Χ.

Αφιέρωμα στη Θάσο από την εκπομπή «Μένουμε Ελλάδα»:

Το Θασίτικο μάρμαρο και η εξόρυξή του

Σύμφωνα με στοιχεία του ΓΕΩΤΕΕ, το 1991 υπήρχαν 21 λατομεία στη Θάσο που λειτουργούσαν νόμιμα και 8 που λειτουργούσαν παράνομα (1 στην περιοχή Λιμένα και 7 στην περιοχή Παναγίας). Η συντριπτική πλειοψηφία τους εντοπίζεται στο ΒΔ τμήμα του νησιού μεταξύ των χωριών Ραχώνι, Θάσος και Παναγία, δηλαδή στο τμήμα όπου υπάρχουν και οι τελευταίες εναπομείνασες άκαφτες εκτάσεις δάσους. Οι περιοχές Μούργεια (2 λατομεία) και Σαλιάρη (20 λατομεία) παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον από άποψη αποθεμάτων και ποιότητος.

Λατομείο μαρμάρου στη Θάσο

Τα περισσότερα λατομεία ξεκίνησαν να λειτουργούν μετά το 1977, όταν έπαψε η εξόρυξη μαρμάρου από την Πεντέλη Αττικής. Από το 1979 το λευκό μάρμαρο της Θάσου (γνωστό από την αρχαιότητα και σε ευρεία χρήση στους ρωμαϊκούς χρόνους), γίνεται περιζήτητο και εξάγεται κυρίως σε αραβικές χώρες. Η μεγάλη ζήτηση, σε συνδυασμό με την έλλειψη άλλων κοιτασμάτων λευκού μαρμάρου στην Ελλάδα, οδήγησε στην άναρχη λατόμευση των μαρμαροφόρων περιοχών του νησιού. Η παραγωγή από 3.500 κυβικά το 1978, φτάνει τα 50.000 κυβικά το 1984!

Η εξόρυξη μαρμάρου όμως έχει μια σειρά από επιπτώσεις σύμφωνα με τους Ν. Ελευθεριάδη και Δ. Εμμανουλούδη (1992): Περιβαλλοντικές: 1. Καταστροφή του δάσους, 2. Καταστροφή του εδάφους και διάβρωση, 3. Απορρύθμιση της υδατικής οικονομίας, 4. Στέρηση καταφυγίου και τροφής για τα άγρια ζώα, 5. Ηχορρύπανση, 6. Ρύπανση από σκόνη. Αισθητικές: 1. Καταστροφή φυσικών στοιχείων του τόπου, 2. Εξαφάνιση οπτικών γραμμών του τοπίου, 3. Εμφάνιση ανθρωπογενών χαρακτηριστικών, 4. Εικόνα εγκατάλειψης, 5. Περιορισμένη παρουσία κάθε μορφής ζωής. Κοινωνικές: 1. Καταστροφή των αρχαίων λατομείων, 2. Εξαφάνιση πηγών και αλλοίωση των ορίων υπογείων υδροκριτών. 3. Κινδύνους πρόκλησης πυρκαγιάς, 4. Μείωση της αξίας κατοικιών και οικοπέδων, 5. Κινδύνους και θόρυβο κατά τη μεταφορά των υλικών στα χωριά και τα πλοία.

Όπως καταγγέλλεται, ήδη από τη δεκαετία του 1990, οι εκμεταλλευτές του μαρμάρου, παρά την κατακραυγή, επέμεναν να λειτουργούν 50 λατομεία στην περιοχή Σαλιάρη και 100 σε άλλες περιοχές του νησιού, περιμένοντας κέρδη 50 δις δραχμών κατ’ έτος και επί 100 χρόνια! Μπορούμε να φανταστούμε την εικόνα της Θάσου σε μια τέτοια περίπτωση; Από τους ιδιοκτήτες των λατομείων, ελάχιστοι είναι Θάσιοι, με αποτέλεσμα τα περισσότερα χρήματα από την εκμετάλλευση να μην μένουν στο νησί. Ακόμη, αν υπολογίζονταν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ως οικονομικό κόστος, το παραπάνω ποσό θα μειωνόταν σημαντικά, καθώς αντί να καταλήξει στις τσέπες των επιτήδειων, σημαντικό ποσοστό θα έπρεπε να πηγαίνει σε έργα αποκατάστασης και προστασίας του περιβάλλοντος.

Έτσι, οικονομικά και περιβαλλοντικά, η εκμετάλλευση μαρμάρου είναι προβληματική. Δυστυχώς, οι ελληνικές κυβερνήσεις, λόγω του συναλλάγματος που προέρχεται από τις εξαγωγές μαρμάρου, ανέχονται τις καταστροφικές πρακτικές που εφαρμόζονται σε ορισμένες από τις ομορφότερες περιοχές της Θάσου. Αξιοσημείωτο είναι πως υπεύθυνοι για την καταστροφική πυρκαγιά που έπληξε το νησί το 1985, που σύμφωνα με το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ξεκίνησε από μαρμαρολατομείο στη δασική θέση Φουρνί, παραμένουν ατιμώρητοι…

Λιμένας, 1958

Τα Μεταλλεία στα Λιμενάρια

Το έτος 2003 έκλεισε ένας αιώνας από τότε που η γερμανική εταιρεία Spindel με ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό έστησε τις εγκαταστάσεις εξόρυξης και επεξεργασίας σιδηρομεταλλεύματος στα Λιμενάρια. Η «Ακτή Μεταλλείων» ήταν ο τόπος όπου τα βαγονέτα φορτωμένα άδειαζαν στους φούρνους το μετάλλευμα για κατεργασία, το οποίο στη συνέχεια φορτωνόταν σε καράβια για τη Γερμανία.

Η περιοχή των μεταλλείων στα Λιμενάρια

Τότε, στις αρχές του προηγουμένου αιώνα, τα Λιμενάρια, με την καλπάζουσα οικονομική τους ανάπτυξη, ονομάστηκαν «Καλιφόρνια της Ελλάδας». Τότε κτίστηκε και το «Παλατάκι», με πολλές άλλες απαραίτητες εγκαταστάσεις τριγύρω. Η «Ακτή Μεταλλείων», όπου δεσπόζουν ακόμη και σήμερα μεγαλόπρεπα τα αιωνόβια κτίρια, μοιάζει με βιομηχανικό Μουσείο. Εδώ, που άλλοτε χτυπούσε η καρδιά της μεταλλευτικής δραστηριότητας, σήμερα υπάρχει ένα τοπίο ξεκούρασης και ξεγνοιασιάς.

Το Παλατάκι, διατηρητέο διοικητήριο κτήριο της γερμανικής μεταλλευτικής εταιρείας

Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Θάσου (19ος αιώνας)

Η αρχιτεκτονική των σπιτιών της Θάσου δεν έχει καμιά ομοιότητα με εκείνη των υπολοίπων αιγαιοπελαγίτικων νησιών, που τόσο πολύ θαυμάζεται σήμερα, ίσως και επειδή το νησί σε τίποτε δεν μοιάζει με τα υπόλοιπα ξερά και ανεμοδαρμένα νησιά του Αιγαίου. Η Θάσος ήταν και είναι ακόμη και σήμερα, κυρίως στα βορειοανατολικά, ένα νησί πνιγμένο στο πράσινο. Το νησί έχει 39 οικισμούς μεσόγειους και παραλιακούς. Παλαιότερα όμως, σε εποχές δύσκολες, όταν η πειρατεία μαινόταν στο Αιγαίο, όλα τα χωριά της ήταν μεσόγεια σε περιοχές συνήθως αθέατες από τη θάλασσα. Η επικοινωνία με την απέναντι στεριά ήταν τότε πολύ δύσκολη.

Παραδοσιακή κατοικία στον Θεολόγο Θάσου

Για το χτίσιμο των οικισμών, από ό,τι υποστηρίζουν οι ειδικοί, λαμβάνονταν υπόψη τα εξής σταθερά κριτήρια: Αφ’ ενός η θέση του χωριού, η οποία έπρεπε να αποθαρρύνει τις πειρατικές επιδρομές (θέση Παναγίας, Ποταμιάς) και αφ’ ετέρου η ύπαρξη κατάλληλου νερού. Στην Παναγία και την Ποταμιά τα σπίτια είναι ιδιαίτερα πυκνοχτισμένα. Ταυτόχρονα αυτή την εποχή (τέλη 19ου-αρχές 20ού αιώνα) μειώνεται ή εξαφανίζεται ο προβλεπόμενος χώρος για αυλή. Πολλά από αυτά τα σπίτια έχουν τις χρονολογίες χτισίματός τους σε επιγραφές. Τα νεώτερα κτίσματα είναι κλειστά ως όγκοι, περίπου τετραγωνισμένα σε κάτοψη και ανοίγονται προς όλους τους ελεύθερους προσανατολισμούς.

Λιμένας Θάσου

Κάτοψη: Όσον αφορά τις κατόψεις των σπιτιών, τα παλαιότερα έχουν κάτοψη σε σχήμα «Γ», όπου το κάθετο σκέλος προβάλλει ισχυρά στον όροφο και το στενόμακρο σκέλος διαμορφώνεται σε χαγιάτι. Αυτός ο τύπος σπιτιού με αυλή υπήρχε όταν η οικονομία ήταν αποκλειστικά γεωργική. Αργότερα, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, οι οικισμοί πυκνοκατοικούνται και γίνονται πιο αστικοί. Έτσι εκδηλώνεται η προτίμηση προς τον κλειστό – τετραγωνικό τύπο σπιτιού. Και οι δύο τύποι σπιτιού, είναι δύο γενικοί τύποι που συνυπάρχουν σε μεγάλη γκάμα συνδυασμών και παραλλαγών. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ο διαχωρισμός κυρίων και βοηθητικών χρήσεων κατ’ επίπεδα.

Παλαιά παραδοσιακά σπίτια στο Καζαβίτι (στο κέντρο, φωτογραφία του Τάκη Τλούπα, 1958, takis.tloupas.gr)

Ο διαχωρισμός των χρήσεων του σπιτιού είχε ως εξής: Στους ισόγειους, ημιυπόγειους χώρους διαμορφώνονται στάβλοι και αποθήκες. Ο α’ όροφος διαρρυθμίζεται για κατοικία. Συχνά, στο επίπεδο του δρόμου ή της πλατείας διαμορφώνεται χώρος για επαγγελματική στέγη. Οι χώροι υγιεινής δεν σχετίζονταν στην αρχή με το καθ’ αυτό κτήριο κατοικίας. Ως μαγειρείο είναι πιθανό να χρησίμευε ο υπόστεγος χώρος της εισόδου. Άλλα σταθερά στοιχεία είναι η σύνδεση της σκάλας με το χαγιάτι ή με τον χώρο διαμονής (σάλα). Η μεσάντρα, που καταλαμβάνει μία πλευρά του δωματίου, εξυπηρετεί την ανάγκη αποθήκευσης σκεπασμάτων, κιλιμιών και ρούχων. Η πρόσοψή της διακοσμείται με ταμπλαδωτά στοιχεία. Συχνά η πόρτα του δωματίου είναι επίσης ταμπλαδωτή. Τα παράθυρα είναι ξύλινα.

Λιμένας

Στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Θάσου υπάρχει ομοιογένεια. Η πέτρα χρησιμοποιείται για την κατασκευή της τοιχοποιίας κυρίως του ισογείου, με συνδετικό υλικό κονίαμα από κοκκινόχωμα. Για ελάφρυνση της κατασκευής, οι τοίχοι του πρώτου ορόφου διαχωριστικοί ή με προσόψεις, με πολλά ανοίγματα, διαμορφώνονται με τσατμά. Στα επιχρίσματα χρησιμοποιείται κοκκινόχωμα και ασβεστοκονίαμα. Γενικά η χρήση του ασβέστη περιορίζεται στη δόμηση των θεμελίων και στην επίχριση των τοίχων.

Άποψη του Λιμένα, το 1930

Το ξύλο του πεύκου εχρησιμοποιείτο για την κατασκευή πατωμάτων και για το τσατί της στέγης. Η κάλυψη της στέγης γινόταν με σχιστολιθικές πλάκες. Οι καμινάδες δεν αντιμετωπίζονταν διακοσμητικά, αναδεικνύονταν όμως μέσα από τη γεωμετρική και κατασκευαστική τους καθαρότητα. Ιδιόμορφα χαρακτηριστικά στοιχεία στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Θάσου είναι η λοξή απότμηση γωνίας του κτηρίου προς το δημόσιο χώρο.

Παραδοσιακές κατοικίες στον Θεολόγο

Η χρωματική διακόσμηση, που εντοπίζεται στην Παναγία, την Ποταμιά, το Καζαβήτι, αποτελεί μία ευχάριστη έκπληξη. Επικρατούν χρώματα στους τοίχους του γαλάζιου από μπλε ultra marine. Στο δυνατό χρωματικό μπλε έρχονται να προστεθούν ο φυσικός χρωματισμός της στέγης και των κουφωμάτων. Το αποτέλεσμα θα πρέπει να ήταν μία φαντασματογορία χρωματική που σήμερα δεν διατηρείται ζωντανή. Τα βασικά χρώματα μπλε, κόκκινο, κίτρινο της ώχρας συναντιώνται σε κτίσματα του β’ μισού του 19ου αιώνα.

Παραδοσιακές κατοικίες στον Θεολόγο (αριστερά) και στο Καζαβίτι (δεξιά)

Τα ανοίγματα των σπιτιών της Θάσου είναι λίγα σε αριθμό και μικρά. Βασική αρχή ασφάλειας και προστασίας από τις καιρικές συνθήκες. Τα ανοίγματα τοποθετούνται εκεί, όπου εξυπηρετούν στη λειτουργία, και σπάνια βρίσκονται σε αντιστοιχία με τον κάτω όροφο. Η σαφήνεια και η καθαρότητα των αισθητικών αξιών της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της Θάσου, αλλά και γενικότερα της Μακεδονίας, βοήθησε στο να μην υποταχθεί στα πρότυπα των αστικών κέντρων που έφτασαν στο νησί επηρεασμένα από τον νεοκλασικισμό, στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.

Παλαιά κατοικία στα Λιμενάρια

Μορφές της αρχιτεκτονικής αυτής μεταφέρονται σε νέα χτίσματα που κατασκευάζονται στους οικισμούς που άκμασαν στην περίοδο αυτή, όπως στην Παναγία και στην Ποταμιά, λιγότερο στο Καζαβίτι και στις Μαριές. Οι μορφές αυτές χαρακτηρίζονται από την έντονη προεξοχή του σαχνισιού, που υπογραμμίζεται από την ογκοπλαστική διαμόρφωσή του και τη δυναμική προβολή του στον χώρο. Το ίδιο δυναμικά προβάλουν τα γείσα ή οι αστρέχες.

Θάσος

Στις παλαιότερες από το β’ μισό του 19ου αιώνα κατασκευές που ακολουθούν την τοπική παράδοση, η μόδα εμφανίζεται με την υιοθέτηση και την ανάπλαση ορισμένων στοιχείων συμφωΞύλινο παράθυρονα με τα δικά της μέτρα και τις δικές της δυνατότητες. Χαρακτηριστικό αυτής της νοοτροπίας είναι η μεταφορά από τις νεοκλασικές μορφές του αετώματος πάνω από τα παράθυρα: το αέτωμα αυτό καταλήγει, όπου χρησιμοποιείται, να είναι μια απλή διακοσμητική τριγωνική κατάληξη του κουφώματος του παραθύρου, γεγονός που του δίνει μεγάλη χάρη.

Ο Λιμένας την περίοδο της γερμανικής Κατοχής

Οι δρόμοι που συνέδεαν τους οικισμούς μεταξύ τους ήταν λιθόστρωτοι. Το οδόστρωμα κατασκευαζόταν με πέτρες (καλντερίμι). Στη Θάσο υπάρχουν συνοικισμοί εποχιακής εγκατάστασης και αποτελούνται από καλύβες. Αξίζει επίσης να αναφερθούν τα κτήρια που εξυπηρετούσαν τις θαλάσσιες επικοινωνίες, είτε στεγάζοντας τη φύλαξη και συντήρηση σκαφών (Σκάλα Ποταμιάς, κτήριο Αρσανά) είτε χρησιμεύοντας για την αποθήκευση αγαθών που διακινούνται, αλλά και ως κατάλυμα για τους ταξιδιώτες.

Γενικά η παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Θάσου κυριαρχείται από μορφές που δεσπόζουν στον ευρύτερο μακεδονικό χώρο και απλώς υπάρχουν κάποιες τοπικές ιδιομορφίες της. Η Θάσος, παρ’ όλο που είναι νησί, έχει γεωμορφολογία που προσιδιάζει στην ηπειρωτική Μακεδονία. Για τούτο και η αρχιτεκτονική της ακολουθεί τις ίδιες αρχές. Παράλληλα, η σχετική απομόνωση και αυτοτέλεια της Θάσου, σε σχέση με την ηπειρωτική χώρα, επειδή είναι νησί, επέτρεψε τη δημιουργία ενός τοπικού χαρακτήρα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής που σώζεται σε μεγάλο βαθμό σε κατάσταση ικανοποιητική με τη μορφή ενιαίων οικιστικών συνόλων αλλά και μεμονωμένων στοιχείων της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής σχεδόν σε ολόκληρο το νησί.

Ο Λιμένας (αρχείο βρετανικού πλοίου «HMS London του Βασιλικού Ναυτικού, αποστολή 1929-1931)

Η ενότητα της μορφής καταλαμβάνει μεγάλο διάστημα στο χρόνο, καθώς η αρχιτεκτονική παράδοση του νησιού σώζεται από την αρχή του 19ου αιώνα έως τις μέρες μας. Η Θάσος λοιπόν αποτελεί ένα πολύ αξιόλογο παραδοσιακό σύνολο, το οποίο διατηρείται ικανοποιητικά, κάτω από τη μεγάλη πίεση της ανακαίνισης. Έχει ανάγκη όμως από συστηματική προστασία και φροντίδα, ώστε να διασωθούν τα μνημεία αυτά του πολύτιμου πολιτιστικού της παρελθόντος.

Το ξενοδοχείο «Ξενία» της Θάσου κατασκευάστηκε το 1956
σε σχέδια του αρχιτέκτονα Χαράλαμπου Σφαέλλου

Οικία Γκρέτσικου

Η οικία Γκρέτσικου βρίσκεται στην Ποταμιά Θάσου. Χτίστηκε το 1897 από τον πρώτο ιδιοκτήτη της Μανώλη Σωτηρίου. Πωλήθηκε στην Έλλη Γκρέτσικου, το 1980, η οποία, με τον πατέρα της Δημήτριο, της απέδωσαν την αρχική της μορφή. Το σπίτι είναι τριώροφο από τη μεριά του ρέματος (το οποίο δυστυχώς έκλεισε η κοινότητα), ενώ από την πλευρά του δρόμου είναι διώροφο. Αυτό συμβαίνει εξ αιτίας της κλίσεως του εδάφους. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για το εξωτερικό είναι πέτρα για το υπόγειο και το ισόγειο και τσατμάς για τον όροφο. Εσωτερικά όλα τα ξύλα είναι από δαδί ή καστανιά τα οποία δεν φθείρονται. Η πρόσθετη ξυλεία που χρησιμοποιήθηκε είναι επίσης ίδια. Στο κέντρο του σπιτιού, από το υπόγειο έως την κορυφή, υπάρχει ξύλινη δοκός, περίπου 40×40. Η σκάλα που ξεκινά από το ισόγειο και φθάνει στον όροφο είναι επίσης από δαδί.

Παραδοσιακά κτίσματα στην Ποταμιά

Η αρχιτεκτονική του σπιτιού είναι όμοια με τα υπόλοιπα αρχοντικά της Θάσου του δευτέρου μισού του 19ου αιώνα, δηλαδή ακολουθεί τα πρότυπα της μακεδονικής αρχιτεκτονικής. Το υπόγειο χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος, όπου αποθήκευαν λάδι, ελιές, όσπρια, στάρι, ξύλα κ.ά. Αργότερα όμως, μετά το 1980, διαμορφώθηκε σε χώρο κατοικίας. Το ισόγειο, από τη μεριά του δρόμου, ήταν επαγγελματικός χώρος και συγκεκριμένα, το αρτοποιείο του χωριού. Τώρα είναι και αυτό χώρος κατοικίας, όπως και το υπόγειο.

Επίσης στο ισόγειο βρίσκεται και η σκάλα που οδηγεί στον όροφο και η γκλαβανή (καταπακτή) που οδηγεί επίσης, με σκάλα, στο υπόγειο. Στον όροφο βρίσκονται τα υπνοδωμάτια και ένας μικρός χώρος υποδοχής. Η στέγη είναι από σχιστόλιθο, πέτρα που έβγαινε δύσκολα από τα θασίτικα νταμάρια. Από το ίδιο υλικό είναι κατασκευασμένη και η καμινάδα. Το κτήριο, εξ αιτίας της καλής κατασκευής του, αντέχει ακόμα και βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση μετά από έναν ολόκληρο αιώνα.

Οικία Νικολούδη

Το σπίτι είναι διώροφο από την πλευρά του δρόμου και επειδή το έδαφος είναι επικλινές, από την άλλη πλευρά υπάρχει και το υπόγειο που χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος αγροτικών προϊόντων. Στον πρώτο όροφο, μπαίνοντας από την κυρία είσοδο από την πλευρά του δρόμου, υπάρχει αριστερά ένας μεγάλος χώρος, το χαγιάτι, όπου η οικογένεια ασχολιόταν με τις αγροτικές εργασίες. Δεξιά υπάρχει η κουζίνα με πολλά ξύλινα ντουλάπια διακοσμημένα πολύ όμορφα. Πίσω δεξιά υπάρχει η σκάλα με το άνοιγμα (γκλαβανή) του επάνω ορόφου. Ανεβαίνοντας στον πάνω όροφο βλέπουμε, προς την πλευρά του δρόμου, δύο υπνοδωμάτια με τζάκι το καθένα, ενώ στην άλλη πλευρά, που έχει θέα προς το χωριό, συναντούμε το καλό δωμάτιο του σπιτιού (οντάς), όπου επίσης υπάρχει τζάκι. Στο δωμάτιο αυτό η οικογένεια περνούσε πολλές ώρες με φίλους. Εξωτερικά ο οντάς είναι βαμμένος μπλε (blue marine) και διαθέτει τέσσερα παράθυρα.

Λιμένας, 1916

Tαρσανάς

Το καλογερικό αυτό κτήριο, κτισμένο στην άκρη του όρμου της Σκάλας Ποταμιάς Θάσου, αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα αγιορείτικου μετοχιακού. Η χρονολογία κατασκευής του, το 1892, αναγράφεται σε μαρμάρινη πλάκα ενσωματωμένη στην εξωτερική τοιχοποιία. Το κτήριο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της λειτουργικής του διάρθρωσης και των αρχιτεκτονικών του στοιχείων. Είναι διώροφο ορθογωνικό κτίσμα 10,50 x 16,50 μ. Η εσωτερική του τοιχοποιία από ισχυρή λιθοδομή είναι επενδεδυμένη με μαρμάρινους δόμους στις τέσσερις γωνίες του κτηρίου και στο μεγαλύτερο μέρος των πλαισίων των ανοιγμάτων κατασκευής. Είναι τα μόνα στοιχεία του σε εξαιρετική κατάσταση χωρίς ανάγκη επέμβασης. Τα υπόλοιπα οικοδομικά στοιχεία έχουν υποστεί μεγάλες φθορές κυρίως λόγω της υγρασίας και έχουν ανάγκη αντικατάστασης φθαρμένων μερών, συντήρησης και ανακατασκευής.

Η Σκάλα Ποταμιάς με τον Ταρσανά (archives.elia.org.gr)

Το κτήριο έχει δύο εισόδους στο ισόγειο, μία από τη μικρή πλευρά προς τον οικισμό και μία προς τη θάλασσα για τον ελλιμενισμό των αλιευτικών σκαφών. Υπάρχει και μία τρίτη είσοδος, στον όροφο, στην οποία οδηγούσε η σωζόμενη εξωτερική σκάλα από λιθοδομή. Από το εσωτερικό διατηρείται μόνο το τζάκι στη σάλα του ορόφου. Το ισόγειο χρησιμοποιήθηκε, στην αρχή, για τον ελλιμενισμό και τη συντήρηση αλιευτικών σκαφών. Μια εσωτερική ξύλινη σκάλα, της οποίας η θέση διαπιστώθηκε, οδηγούσε στον όροφο που εχρησιμοποιείτο ως κατοικία. Ο όροφος αποτελείται από μία μεγάλη σάλα σε σχήμα Τ. Το κτήριο, μετά τη βουλγαρική κατοχή, χρησιμοποιήθηκε ως πρόχειρη αποθήκη των ψαράδων. Με επέμβαση της κοινότητας Ποταμιάς διαμορφώθηκε, παλαιότερα, τσιμεντένιος κυματοθραύστης μπροστά στο κτήριο, με αποτέλεσμα να καταστραφεί η άμεση επικοινωνία της θάλασσας με το εσωτερικό του ισογείου. Σήμερα το κτήριο έχει αποκατασταθεί και συντηρηθεί.

Αφιέρωμα στον Θεολόγο Θάσου από την εκπομπή «Κυριακή στο χωριό»:

Συνοπτικά, τι μπορούμε να επισκεφτούμε στη Θάσο

Μουσεία: 1. To Αρχαιολογικό Μουσείο της Θάσου στον Λιμένα, 2. Τα λαογραφικά μουσεία που υπάρχουν στα περισσότερα χωριά του νησιού, όπως αυτό του Λαογραφικού – Πολιτιστικού συλλόγου Χατζηγιώργης στον Θεολόγο, 3. To μουσείο του Θάσιου ζωγράφου και γλύπτη Πολύγνωτου Βαγή στην Ποταμιά, 4. To μουσείο Παπαγεωργίου στα Λιμενάρια.

Μονές, ναοί και ξωκκλήσια: 1. Την Ιερά Μονή του Αρχάγγελου Μιχαήλ μεταξύ Αστρίδας και Αλυκής, 2. Την Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος πάνω από το χωριό Μεγάλο Καζαβίτι (Μεγ. Πρίνος), 3. Την εκκλησία της Παναγίας στο ομώνυμο χωριό, 4. To εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων στο χωριό Καληράχη, 5. Τις εκκλησίες του Αγίου Δημητρίου με το ξυλόγλυπτο τέμπλο, της Αγίας Παρασκευής και της Παναγίας (Παναγούδας), στο χωριό Θεολόγος. Στην τελευταία έχει βρεθεί τοιχογραφία της βρεφοκρατούσας Παναγίας, που χρονολογείται στο 1430 μ.Χ.

Αρχαιολογικοί χώροι: 1. Τον αρχαιολογικό χώρο του Λιμένα Θάσου με πολλά και ενδιαφέροντα μνημεία (Ακρόπολη, Αρχαίο Θέατρο, Αρχαία Αγορά κ.λπ.), 2. Την Αλυκή με αρχαία και μεσαιωνικά μνημεία, 3. Τον αρχαίο κυκλικό πύργο της Θυμωνίας, 4. Το Καστρί μεταξύ Θεολόγου και στον Ποτού, όπου υπάρχει νεκρόπολη και νεολιθικός οικισμός.

Παραλίες: Σε όλη τη Θάσο υπάρχουν υπέροχες παραλίες με πεντακάθαρα νερά και αμμουδιές: η Σκάλα Πρίνου, η Σκάλα Σωτήρος, η Σκάλα Ραχωνίου, η Σκάλα Καληράχης, η Σκάλα Μαριές και η Σκάλα Ποταμιάς. Ξεχωριστές παραλίες όμως (η καθεμιά για τους δικούς της λόγους) είναι οι ακόλουθες: H Ψιλή Αμμος, στο νότιο ακρωτήρι του νησιού, η Αλυκή, η Τρυπητή, στα Λιμενάρια, η Χρυσή Αμμουδιά της Παναγίας, η παραλία του Πευκαρίου, η παραλία Παράδεισος στα Κοίνυρα.

Θάσος αγαπημένη!

«Ο ήλιος βασιλεύει κι η μέρα σώνεται …». Μαζί και το ταξίδι μας στην ονειρική Θάσο… Ένα ταξίδι πράσινο και γαλανό σε τούτο το θαύμα που κρατά -πετράδι πολύτιμο- στην αγκαλιά του το ελληνικό Αρχιπέλαγος. Είθε σύντομα να κάνουμε ετούτο το σεργιάνι και αληθινά στα σμαραγδένια νερά και στις δασωμένες πλαγιές της θαυμασίας νήσου, της Θάσου της αγαπημένης!

Θάσος

Καλό καλοκαίρι και καλές διακοπές σε όλους!

Πηγές:
– Ηρόδοτος, «Ἱστορίαι» (6.42.1-6.50.3), σε: greek-language.gr
– Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, «Ιστορία της Θάσου (1453-1912)», ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1984.
– Γιώργος Παπαευστρατίου, «Η Ιστορία της Θάσου», εκδ. Νιραγός, Θάσος 2001.
– «Το προσκύνημα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στη Θάσο», Ι.Μ. Αρχαγγέλου Μιχαήλ, Θάσος 1999.
– Μαρικίτα Τριανταφύλλου, «Λαϊκά παραμύθια – Μακεδονία», εκδ. Εν πλω, Αθήνα, 2016.
– Πρόδρομος Μάρκογλου, «Το Σπίτι», εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1996, σε: greek-language.gr
– Θεοδόσιος Βασιλούδης, «Ποταμιά Θάσου – Η ιστορία της Ποταμιάς και ο Όσιος Δανιήλ ο εν τω Θασίω», Θάσος 2017.
– «Τα υφαντά της Θάσου», σε: thassos-island.gr
– «Ο γλύπτης και ζωγράφος Κώστας Λόβουλος», σε: 300ars.wordpress.com
– «Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ Θάσου», σε: monastiria.gr
– «Αρχαιoλογικό Μουσείο Θάσου», σε: kavalagreece.gr
– Σαπφώ Αγγελούδη – Ζαρκάδα, «Η αρχιτεκτονική των μεταβυζαντινών εκκλησιών της Θάσου», διδ. διατριβή, Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης, 2011.
– Ιχνηλάτες, «Η παραδοσιακή φορεσιά της Θάσου», σε: thassos-island.gr
– «Θάσος, το πιο πράσινο νησί του Αιγαίου», σε: news.gr
– «Πολύγνωτος Βαγής», σε: el.wikipedia.org
– Οδυσσέας Γκιλής, «Θάσος – Θάσιοι. Αποσπάσματα από αρχαία, βυζαντινά και θεολογικά κείμενα», Θεσσαλονίκη 2018.
– «Τα “Θασίτικα” και η συλλογική μας μνήμη», σε: thassos-island.gr
– «Το αρχαίο θέατρο της Θάσου κάνει ολικό λίφτινγκ και αποκτά την παλιά του αίγλη», σε: kulturosupa.gr
– «Thasos island – Θάσος, καταγάλανη, καταπράσινη και απρόβλεπτη», σε: thegreeneyereport.blogspot.com
– «Ποταμιά Θάσου», σε: el.wikipedia.org
– «Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ Θάσου», σε: thassos-view.com
– «Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ στη Θάσο», σε: choratouaxoritou.gr
– Φώτης Πρασίνης, «Θάσος – Λογοτεχνικό οδοιπορικό», σε: arxeion-politismou.gr
– Άννα Γεωργίου, Ειρήνη Γιαννοπούλου, Κώστας Γκλαβάς, Μαρία Δαλγιαννάκη, Γιώργος Καραγιώργης, Νίκος Μπουλιώνης, Ευαγγελία Πουλιού, Βασίλης Λούσος, «Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική της Θάσου (19ος αιώνας)», μαθητική εργασία, σε: thassos-island.gr
– Ζωή Δρακοπούλου, «Η Θάσος και η Θασοπούλα», σε: drakopouliada.gr
– «Εξόρυξη μαρμάρου», σε: thassos-island.gr
– «Πολιτιστικός Σύλλογος Μαριών Θάσου “Η Γέννα”», σελίδα στο fb, σε: gennamariesthassoups
– «Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ ράφτης ἀπὸ τὴ Θάσο», σε: enromiosini.gr
– «Ο Άγιος Ιωάννης ο Νεομάρτυρας εκ Θάσου», σε: kimintenia.wordpress.com
– «Παλιές φωτογραφίες της Θάσου», σελίδα στο fb, σε: Thassos-old-photographs
– Ελένη Γκίκα, «Ένας Οδυσσέας κι εγώ, που επιστρέφει στη δική του Ιθάκη», σε: fractalart.gr
– «Άγιοι της Θάσου», σε: panagouda.gr
– «Η εορτή της Συνάξεως των αγίων της Θάσου», σε: xronometro.com
– «Η Θάσος, το νησί μας», σε: anaeth.gr
– Γεώργιος Μπλιώνης, «Οικοτουριστικός Οδηγός Θάσου», 1994.
– «Χωριά της Θάσου», σε: thassos-view.com
– «Μουσεία – Βουτιά στο παρελθόν και στο παρόν», σε: go-thassos.gr
– «Κριοφόρος της Θάσου», σε: users.sch.gr
– «Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Θάσου – Η νέα μόνιμη έκθεση», σε: odysseus.culture.gr
– «Ηερία… Αιθρία… Θάσος», σε: themidathassos.blogspot.com
– «Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου», σε: gym-limen.kav.sch.gr
– «Νησιά Αιγαίου», σε: existorisi.gr
– «Θάσος: Τα 15 καλύτερα σημεία της! Δείτε το “Διαμάντι της Μεσογείου”!», σε: travelstyle.gr
– Άγγελος Σινάνης, «Νήσος Θάσος», σε: elladosperiigisis.gr
– «Εβραιόκαστρο Θάσου», σε: thassos-view.com
– Βαγγέλης Στεργιόπουλος, «Παραδοσιακοί οικισμοί της Θάσου», σε: in.gr
– «Η Επανάσταση του 1821 στη Θάσο», σε: xronometro.com

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Θάσος η θαυμασία!

Σχολιάστε