Το προσκύνημα της Ζωοδόχου Πηγής στο Μπαλουκλί, η «Παναγία η Μπαλουκλιώτισσα», περιλαμβάνει το μοναστήρι, την εκκλησία και το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής και βρίσκεται στα δυτικά της Κωνσταντινουπόλεως, έξω από τα χερσαία τείχη. Ο εικονογραφικός τύπος της Θεοτόκου Ζωοδόχου Πηγής διαδόθηκε σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Η παράσταση είναι γνωστή από τις αρχές του 14ου αιώνα και απαντά κυρίως στην κρητική ζωγραφική.
Ο πίνακας του Gaspare Fossati απεικονίζει την Αγία Σοφία, τον 12ο αιώνα, κατά τη διάρκεια Ορθόδοξης Θείας Λειτουργίας με την Υψηλή παρουσία του Αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού
Ο πίνακας του Gaspare Fossati απεικονίζει την Αγία Σοφία, τον 12ο αιώνα, κατά τη διάρκεια Ορθόδοξης Θείας Λειτουργίας με την Υψηλή παρουσία του Αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού. Πρόκειται για μια σπάνια, έστω και φανταστική, καταγραφή του εσωτερικού του ναού, όσο αυτός ακόμα λειτουργούσε ως ορθόδοξος χριστιανικός τόπος λατρείας, που αποτύπωσε όλα τα ψηφιδωτά -και τον «Eξαπτέρυγο άγγελο»- πριν καλυφθούν με γύψο.
G. Fossati
Παρουσία πλήθους κόσμου, στην ορθόδοξη ακόμα Αγία Σοφία, ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος μετέχει στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Μεταλαμβάνει από τα χέρια του Πατριάρχη, ενώ στα αριστερά στέκεται ο αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός.
Πρόκειται για ένα από τα λιγοστά και σπάνια έργα τέχνης που απεικονίζουν την Αγία Σοφία ως χριστιανικό ναό. Από την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1453 και έπειτα, λειτουργούσε ως τζαμί. Μάλιστα, καθώς όλες οι χριστιανικές αγιογραφίες ήταν -κατ’ εντολή του σουλτάνου- καλυμμένες, ελάχιστοι είχαν δει το εσωτερικό της όπως το είχαν αφήσει οι βυζαντινοί. Ένας από τους «τυχερούς» ήταν ο καλλιτέχνης του έργου αυτού. Ο Γκασπάρε Φοσσάτι και ο αδερφός του, Τζουζέπε, ήταν φημισμένοι αρχιτέκτονες από την Ελβετία. Αφού διακρίθηκαν για το έργο τους στη Ρωσία, σχεδιάζοντας ναούς και βασιλικά ανάκτορα, ταξίδεψαν στην Πόλη το 1847.
Εκεί, ο σουλτάνος Αμπντούλ Μετζίτ Α’ τους ανέθεσε την ανακαίνιση της Αγίας Σοφίας. Τα έργα συντήρησης και αποκατάστασης κρίθηκαν απαραίτητα καθώς το μνημείο δεν είχε συντηρηθεί για αιώνες. Επί δύο χρόνια, πάνω από 800 εργάτες δούλευαν για την αποκατάσταση της μεγαλοπρεπούς εκκλησίας. Έγινε ενίσχυση του θόλου και των παράπλευρων ημιθολίων, καθαρισμός των ψηφιδωτών, αντικατάσταση των πολυελαίων. Επί δύο χρόνια, ο Γκασπάρε Φοσσάτι μπορούσε να θαυμάζει τα χριστιανικά έργα τέχνης και να φαντάζεται την Αγία Σοφία κατά την εποχή της μεγάλης αίγλης της.
Έτσι «γεννήθηκε» ο διάσημος ρομαντικός πίνακας, φιλοτεχνημένος με λάδι σε καμβά, διαστάσεων 53×42 εκ. Αν και φιλοτεχνήθηκε το 1849, η σκηνή μας μεταφέρει στον 12ο αιώνα. Ο βασιλιάς της Αγγλίας, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, μεταλαμβάνει από τα χέρια του Πατριάρχη, ενώ στα αριστερά στέκεται και ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ Κομνηνός. Τριγύρω, η Αγία Σοφία κατάμεστη από πιστούς που παρακολουθούν το μυστήριο.
Αλήθεια ή φαντασία;
Πολλοί σπεύδουν να πιστέψουν ότι ο Ελβετός καλλιτέχνης βασίστηκε στην περιγραφή ενός ιστορικού γεγονότος, το οποίο οπτικοποίησε. Στα τέλη του 11ου αιώνα, ο Άγγλος βασιλιάς είχε ταξιδέψει στη Μεσόγειο και, μάλιστα, κατέλαβε την Κύπρο. Ωστόσο, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, ο Ριχάρδος δεν έφτασε ποτέ στην Πόλη. Ο Λεοντόκαρδος συμμετείχε στη Γ’ Σταυροφορία αλλ’ ο Αλέξιος Κομνηνός είχε ήδη πεθάνει το 1118, 39 χρόνια προτού γεννηθεί ο Ριχάρδος.
Ο κρυμμένος Εξαπτέρυγος Άγγελος
Αλλ’ ακόμη και αν δεν είναι αυτός ο αυτοκράτορας που απεικονίζεται στο έργο, είναι εμφανές ότι ο Φοσσάτι δεν ακολούθησε κάποια ιστορική περιγραφή, καθώς ο Βυζαντινός αυτοκράτορας πάντα καθόταν στη δεξιά πλευρά της Αγίας Σοφίας. Φυσικά βέβαια, παρά τις ιστορικές ανακρίβειες, ο πίνακας δεν παύει ν’ αποτελεί καλλιτεχνικό κειμήλιο. Φιλοτεχνήθηκε από έναν άνθρωπο που μελέτησε σε βάθος τον ναό, προκειμένου να τον αναστηλώσει, και είδε με τα μάτια του τις αυθεντικές τοιχογραφίες, χωρίς τη «λογοκρισία» του Σουλτάνου.
Τότε, ο Φοσσάτι και ο αδελφός του ανακάλυψαν και φωτογράφησαν τα σπουδαία μωσαϊκά που περιελάμβαναν και τη μορφή του Αγγέλου (πιθανολογείται ότι το ψηφιδωτό αναπαριστά τον αρχάγγελο Σεραφείμ, που προστατεύει τον Θρόνο του Θεού και δημιουργήθηκε μεταξύ 9ου και 14ου αιώνα). Οι Φοσσάτι «κατέγραψαν» τα μωσαϊκά σε έγχρωμες υδατογραφίες και λιθογραφίες, που περιελάμβαναν και τη μορφή του Αγγέλου, αλλ’ η ανακάλυψή τους μάλλον δεν συγκίνησε τον Σουλτάνο, ο οποίος διέταξε να καλυφθεί ξανά ο άγγελος με γύψο.
Οι εικαστικές αναφορές των αδελφών Fossati αποτελούσαν μέχρι σήμερα τη μοναδική πηγή απόδειξης του ανεπανάληπτου αυτού μωσαϊκού. Μάλιστα, ο άγγελος με τα έξι φτερά έχει διαστάσεις 1,5×1 μ. και «αποκαλύφθηκε» το 2009 από τους σύγχρονους αναστηλωτές της Αγίας Σοφίας, προκαλώντας ενθουσιασμό στην παγκόσμια κοινότητα. Σήμερα, σε αντίθεση με άλλα έργα του Φοσσάτι που βρίσκονται σε μουσεία ανά την Ελλάδα, ο συγκεκριμένος πίνακας εκτίθεται στο Εθνικό Μουσείο της Ελβετίας, πατρίδα του καλλιτέχνη.
Η κύρια οδός που διασχίζει τη συνοικία Ταμπακιά του Διδυμοτείχου ονομάζεται «Βρανά». Ποιος ήταν όμως ο Θεόδωρος Βρανάς που έζησε τον 12ο-13ο μ.Χ. αιώνα;
Το Διδυμότειχο είναι μία ιστορική Καστροπολιτεία, στην οποία άφησαν το αποτύπωμά τους πολλές και σημαντικές προσωπικότητες διαχρονικά. Ιδιαίτερη θέση στην ιστοριογραμμή της πόλης, κατέχουν μέλη της δυναστείας των Παλαιολόγων καθώς και άλλα πρόσωπα του συγγενικού ή του στρατιωτικοπολιτικού τους κύκλου.
Η αρχική οχύρωση της Κωνσταντινούπολης οφείλεται στον ιδρυτή της, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Α’ (307-337). Σύμφωνα με την παράδοση, ο ίδιος χάραξε τη γραμμή που θα ακολουθούσαν τα χερσαία τείχη της Πόλης. Όμως, ήδη από τα τέλη του 4ου αιώνα, η αλματώδης αύξηση του πληθυσμού της Βασιλεύουσας δημιουργούσε προβλήματα έλλειψης χώρου και ευνοούσε την τάση να επεκταθεί ο πολεοδομικός ιστός της εκτός των τειχών του Κωνσταντίνου. Παράλληλα, η εμφάνιση του κινδύνου των Ούννων στο βόρειο σύνορο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, στις αρχές του 5ου αιώνα, κατέστησε απαραίτητη την κατασκευή ισχυρότερης αμυντικής γραμμής, καθώς το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της Κωνσταντινούπολης ήταν το πλέον ευάλωτο σε μαζική επίθεση από την πεδιάδα της Θράκης.
Η Ελένη Δραγάση (Helena Dragaš, 1371-1450) και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες – κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν, όπως ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας που μόνασε με το όνομα Συμεών και ήταν κτήτωρ της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους (13 Φεβρουαρίου). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία της περιοχής μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος, που σήμερα ανήκει στη Βουλγαρία.
«Νεφύδριον εστί και θάττον παρελεύσεται…». Αυτή ήταν η φράση με την οποία ο άγιος Αθανάσιος συνήθιζε ν’ αντιμετωπίζει, με σθένος και υπομονή, τα ασύλληπτα βάσανα, τις συκοφαντίες και τις διώξεις που υπέστη σε ολόκληρη τη σταυρική πορεία της ζωής του…
Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας έβαλαν τη δική τους σφραγίδα ο καθένας στη διατύπωση της αποκαλυμμένης και σώζουσας αλήθειας. Είναι όντως θαυμαστό το γεγονός ότι ουδέποτε υπήρξε χρόνος στη δισχιλιόχρονη πορεία της Εκκλησίας μας να μην υπάρχουν Πατέρες και διδάσκαλοι, οι οποίοι εκφράζουν την αυτοσυνειδησία Της.
«Τον Σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα και την αγίαν Σου Ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν»
Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού έτους. Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της.
Μετά την Κοίμηση της Θεοτόκου, που κατά τις υπάρχουσες μαρτυρίες συνέβη το 47 μ.Χ., όταν η Παναγία μας ήταν σε ηλικία 59 ετών, στη Γεθσημανή, στην οικία του Ευαγγελιστού Ιωάννη, στον οποίο ο Ιησούς την είχε εμπιστευτεί από τον Σταυρό Του, διασώθηκαν εκτός από τα σπάργανα του τάφου Της, δύο από τα θεομητορικά της άμφια, η Εσθήτα και η Ζώνη Της.
Ο Άγιος Απόστολος Τίτος είναι ο πρώτος Επίσκοπος της Κρήτης και πολιούχος Άγιος της πόλεως του Τυμπακίου στον νομό Ηρακλείου. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Αυγούστου.
Το μοναστήρι της Παναγίας Μαυριώτισσας στη Λίμνη της Καστοριάς
Σήμερα πάμε μια βόλτα στην Καστοριά, στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου – Παναγίας Μαυριώτισσας. Τέσσερα περίπου χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Καστοριάς, πάνω στα νερά της πανέμορφης λίμνης, δεσπόζει εδώ και αιώνες η ιερά Μονή. Το καθολικό της, που χτίστηκε το 1082 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ τον Κομνηνό, κατατάσσεται στους μονόχωρους ξυλοστεγείς ναούς με νάρθηκα, ενώ είναι χτισμένο πάνω στα θεμέλια παλαιότερου ναού. Συναντάμε τρία στρώματα αγιογράφησης του καθολικού της μονής, του 10ου, 15ου και 17ου αιώνος. Όλες οι τοιχογραφίες είναι αρκετά φθαρμένες από τον χρόνο και με δυσκολία διακρίνει κανείς μορφές και παραστάσεις από τον πλούσιο, μοναδικής αξίας διάκοσμο.
Είναι κοινή διαπίστωση, μα και λυπηρά δυστυχώς, στις ημέρες μας αντιστραφήκανε οι όροι. Οι όροι της λογικής, της τάξεως και της ευπρέπειας. Τα κάτω, τα μικρά, τα ανάξια λόγου τα βάλαμε στα επάνω σκαλοπάτια της κλίμακος των αξιών και τα μεγάλα στα χαμηλά. Σεβόμαστε, αναγνωρίζουμε και ηρωποιούμε τους μικρούς, τους ανάξιους, αντί τους μεγάλους και τους άξιους. Τους μεγάλους ευεργέτες της ανθρωπότητας, τους κορυφαίους της επιστήμης, των τεχνών και των γραμμάτων, τους ήρωες της πίστεως και της πατρίδας τους περιφρονούμε, δεν τους αναγνωρίζουμε. Είμαι βέβαιος ότι, οι περισσότεροι, της νέας γενιάς, γνωρίζουν πιο πολλά για τους διάφορους ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, ποδοσφαιριστές, παρά για τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, για τον Θεμιστοκλή και τον Αλκιβιάδη, για τον Κολοκοτρώνη και τον Μακρυγιάννη και τους άλλους ήρωες της πατρίδας μας, που όμως ένεκα της θυσίας τους απολαμβάνουμε εμείς τώρα την ελευθερία μας.
Ο Όσιος Θεόδωρος, ο Κτήτωρ και Ηγούμενος της Μονής της Χώρας, γεννήθηκε το έτος 477 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Περί το 529 μ.Χ., συνοδευόμενος από δύο μαθητές του, τον Θεόπλαστο και τον Τιμόθεο, μετέβη εις τα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο. Επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη, οπότε το 534 μ.Χ. ανήγειρε τη Μονή της Χώρας, με δύο παρεκκλήσια αφιερωμένα στον Άγιο Άνθιμο Νικομηδείας και στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες της Σεβαστείας. Η μνήμη του Οσίου Θεοδώρου τιμάται την 8η Ιανουαρίου εκάστου έτους.
Ο άγιος Ευθύμιος γεννήθηκε το 754 στην Ουζάρα της Λυκαονίας. Σε νεαρή ηλικία ταξίδεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου και σπούδασε. Αφού επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, ακολούθησε τον μοναχικό βίο. Διετέλεσε Μητροπολίτης Σάρδεων και διακρίθηκε στη διάρκεια της Εικονομαχίας, ως ένθερμος οπαδός της εικονόφιλης παράταξης. Εκοιμήθη στις 26 Δεκεμβρίου 831, εξόριστος στο νησί του Αγίου Ανδρέα στην Προποντίδα.
Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια... [Νίκος Χουλιαράς]