Η Ιερά Μονή των Ποιμένων στα Ιεροσόλυμα είναι χτισμένη στον τόπο όπου αναγγέλθηκε για πρώτη φορά η Γέννηση του Μεσσία, εκεί όπου Άγγελος Κυρίου ευαγγελίσθηκε τη Γέννησή Του στους απλοϊκούς Ποιμένες της περιοχής. Τα κτήματα της Παναγίας, αφού ανήκαν στους γονείς της Ιωακείμ και Άννα, βρίσκονται σε μία έκταση περίπου δύο χιλιόμετρα βόρεια του Σπηλαίου της Γέννησης, μέρος της οποίας καταλαμβάνει το σπήλαιο όπου έμεναν και ενταφιάστηκαν οι Ποιμένες που έσπευσαν πρώτοι να προσκυνήσουν το Θείο Βρέφος. Γείτονες και κάτοικοι της περιοχής, ακόμη και σήμερα, ομολογούν πως συχνά βλέπουν μια μαυροφορεμένη γυναίκα να περιφέρεται στα κτήματα και είναι σίγουροι πως η Μεγαλόχαρη τα προστατεύει. Ο Ηγούμενος της Ιεράς Μονής των Ποιμένων, Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Καζάκος, μιλάει για την ιστορία της περιοχής και της Ιεράς Μονής στο βίντεο που παραθέτουμε.
«Τον Σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα και την αγίαν Σου Ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν»
Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού έτους. Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της.
Ο τόπος όπου ετάφη η Παναγία μας, ο Κήπος της Γεσθημανής, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα προσκυνήματα στα Ιεροσόλυμα και δεύτερο ιερότερο τόπο μετά τον Πανάγιο Τάφο. Η ευρύτερη περιοχή της Γεσθημανής πήρε το όνομά της από τις πολλές ελιές που υπήρχαν εκεί. Στο μνημείο του Τάφου της Παναγίας φυλάσσεται και η θαυμαστή εικόνα της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας. Μέσα στον Κήπο της Γεσθημανής διαδραματίστηκαν τα σημαντικότερα γεγονότα πριν από τη Σταύρωση του Ιησού Χριστού. Επίσης, εκεί βρίσκεται η Χρυσή Πύλη η οποία παραμένει κλειστή και λέγεται ότι θα ανοίξει όταν στην περιοχή θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Από αυτή την Πύλη, πέρασε ο Χριστός πάνω στο γαϊδουράκι κατά την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα την Κυριακή των Βαΐων.
Ο άγιος νεομάρτυρας Παναγιώτης καταγόταν από την Πελοπόννησο και μαρτύρησε στην Ιερουσαλήμ, στις 5 Απριλίου 1820. Σύμφωνα με τη διήγηση του Άγγλου ιεραποστόλου Ιωσήφ Wolff, που γράφτηκε στις 2 Απριλίου 1839, ένας νεαρός Έλληνας, που ονομαζόταν Παναγιώτης, υπηρετούσε κοντά σε έναν Τούρκο ευγενή, που ονομαζόταν Οσμάν Εφέντης.
«Ο Άγιος περιμένει έως και 40 χρόνια το τάμα του ..». Τι σημαίνει αυτή η φράση;
Η Κοίμηση της Θεοτόκου (Παναγία Σπηλιανή) του Ρεθεμνιώτη ζωγράφου Α. Βεβελάκη (Σπήλι Ν. Ρεθύμνου), 1887
Τάμα: Προφανώς προέκυψε στην παράδοσή μας από καθαρά ευλαβικά κίνητρα. Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα. Αν το 1870, κάποιος έκανε τάμα να πάει να προσκυνήσει στην χάρη ενός Αγίου σε πολύ μακρινό προσκύνημα, ήταν πραγματικά πολύ δύσκολο -και οικονομικά και πρακτικά- να το εκπληρώσει. Σήμερα βέβαια με τα μέσα συγκοινωνίας και όλες τις ανέσεις που υπάρχουν, μας φαίνεται απλό, αλλά τότε ήταν δύσκολο πράγμα η μετακίνηση.
Σκεφτείτε να είχε τάξει κάποιος να πάει σ’ ένα πολύ μακρινό μέρος, π.χ. στα Ιεροσόλυμα… Οπότε, για να υπάρχει άφθονος χρόνος για την δυνατότητα εκπλήρωσης ενός τέτοιου τάματος και για να μην απελπίζεται ο κόσμος, που πάνω στην ανάγκη του έταζε δύσκολα πράγματα, υπήρξε αυτή η προφορική (ανθρώπινη) παράδοση, που όμως δεν έβλαπτε πουθενά. Αυτό βέβαια μετά επεκτάθηκε και παρέμεινε έτσι και για απλά τάματα, με ό,τι αρνητικό μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Τώρα πια δυστυχώς, έχουν όλα υποβιβασθεί και έχουν χάσει το πραγματικό τους νόημα.. Έτσι, έχει γίνει και με το τάμα. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι, όταν προσφέρουμε υλικά, τα προσφέρουμε έχοντας καθαρή καρδιά και πνευματικότητα. Όταν προσφέρουμε «κόπο», τον προσφέρουμε με επίγνωση της αμαρτωλότητάς μας. Σε κάθε περίπτωση, σε ένα τάμα, η προσφορά πρέπει να γίνεται με πνεύμα ταπείνωσης, ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης προς τον Θεό, και για τα καλά και για τα «ανάποδα».
Ο Άγιος «δεν παρεξηγεί», ούτε «θυμώνει». Αλλά περιμένει και μεσιτεύει για μας σε κάθε περίπτωση. Έτσι, σήμερα, μια ωραία ερμηνεία των 40 χρόνων, μπορεί να είναι αυτή: Ότι ο Άγιος, στον οποίο τάξαμε κάτι, περιμένει μέχρι και σαράντα χρόνια (δηλαδή μια ζωή ουσιαστικά), την επιστροφή μας και την μετάνοιά μας, περιμένει την ουσιαστική μας προσπάθεια και την αγωνιστική μας διάθεση, να πολεμήσουμε πάθη και αδυναμίες, να ενισχυθούμε στην πίστη μας, αναγνωρίζοντας πρωτίστως ότι τα πάντα, γίνονται «Χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων».
α. Άγιος Γεώργιος Κουδουνάς (Πρίγκηπος), β. Ταξιάρχης Μιχαήλ Μανταμάδου, γ. Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης
Ο άγιος καταγόταν από το Καρπενήσι κι ήταν τελείως αγράμματος. Το μόνο που γνώριζε ήταν πως είναι χριστιανός. Μια ημέρα άκουσε πως κάποιοι πήγαιναν να προσκυνήσουν στον Πανάγιο Τάφο και ακολούθησε κι αυτός. Αφού προσκύνησε σε όλους τους Αγίους Τόπους, πήγε και στη Μονή του Αγίου Σάββα. Εκεί άκουσε να διαβάζουν οι μοναχοί για τους αγίους μάρτυρες, πώς υπέμειναν για τον Χριστό τόσα βάσανα, προκειμένου ν’ απολαύσουν τα μέλλοντα αγαθά και ρώτησε ποια είναι αυτά τα μέλλοντα αγαθά. Όταν έμαθε από τους πατέρες για την μέλλουσα ζωή και τον Παράδεισο, του γεννήθηκε η επιθυμία να απολαύσει και αυτός τα μέλλοντα αγαθά με μαρτύριο. Γι’ αυτό πήγε στην Ιερουσαλήμκαι ανακοίνωσε την σκέψη του στον Πατριάρχη, ο οποίος τον απέτρεψε μήπως τυχόν δεν αντέξει τα βασανιστήρια και γίνει αντί μάρτυρας αρνητής και για να μην έχει η υπόθεση δυσμενείς επιπτώσεις στο Πατριαρχείο.
Ο Άγιος Μόδεστος γεννήθηκε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. στην πόλη της Μικράς Ασίας Σεβάστεια. Οι γονείς του ήταν χριστιανοί και, για τον λόγο αυτό, κατά τη διάρκεια των διωγμών του Διοκλητιανού, φυλακίστηκαν. Σε εκείνη τη φυλακή παρέδωσαν και οι δύο το πνεύμα τους στον Κύριο. Ο γιος τους, ο Άγιος Μόδεστος, βρέφος ακόμα παραδόθηκε σε έναν άρχοντα ο οποίος ανέλαβε να τον αναθρέψει. Ο άρχοντας αυτός όμως ήταν ειδωλολάτρης και έτσι ο Άγιος τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε σε ένα ειδωλολατρικό περιβάλλον.
Γιορτάζει σήμερα ένας πολύ, πάρα πολύ μεγάλος άγιος. Ο άγιος Σάββας ο ηγιασμένος είναι σπλάχνο της Καππαδοκίας, αφού γεννήθηκε εκεί, το 431 μ.Χ. Μεγαλώνοντας, επισκέφτηκε την αγία πόλη της Ιερουσαλήμ, προσκύνησε τους Αγίους Τόπους κι ύστερα πήγε στην έρημο της Ανατολής, στον άγιο Ευθύμιο τον μεγάλο. Εκείνος τον έστειλε στον άγιο Θεόκτιστο, όπου παρέμεινε αρκετά χρόνια, ασκήθηκε πολύ, κι ανέβηκε ψηλά. Έλαμψε το πρόσωπο του. Η χάρη του Θεού τον είχε από κοντά. Κι ύστερα πήγαινε και στην έρημο και προσευχόταν κι αγωνιζόταν κι αργότερα έφτιαξε και τη μονή του αγίου Σάββα, την περίφημη, που ‘ναι κοντά στην Ιερουσαλήμ, απέκτησε πολλούς, αναρίθμητους μοναχούς.
Ο Άγιος Φιλούμενος, κατά κόσμον Σοφοκλής Χασάπης, γεννήθηκε στη Λευκωσία στις 15 Οκτωβρίου 1913. Γονείς του ήταν οι ευσεβείς χριστιανοί Γεώργιος και Μαγδαληνή. Ήταν δίδυμος αδελφός με τον π. Ελπίδιο, κατά κόσμον Αλέξανδρο, και από μικροί ξεχώριχαν για την αγάπη που είχαν προς τον Θεό και γι’ αυτό από πολύ νωρίς άναψε μέσα τους η επιθυμία για τη μοναχική ζωή. Το 1927, σε ηλικία μόλις 14 ετών αναχώρησαν και οι δυο για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αφού πήραν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά και των ευλαβών γονέων τους. Εκεί έμειναν 6 περίπου χρόνια, όταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου τους πήρε για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα, όπου βρέθηκαν το 1934, μαθητές στη Σχολή της Αγίας Σιών.
Στο κέντρο της πόλεως του Λουτρακίου προβάλλει περικαλλής ο ναός της Παναγίας της Γιάτρισσας, ως ακλόνητος στυλοβάτης της πίστης των κατοίκων. Στο εσωτερικό του φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας που απεικονίζει την Μεγαλόχαρη σε νεαρή ηλικία να κρατά το θείο βρέφος.