Ο Σύλλογος Πριγκηπιανών «Άγιος Γεώργιος ο Κουδουνάς» είναι ένας πυρήνας πολιτιστικός που κρατάει άσβεστη τη μνήμη της αλησμόνητης πατρίδας μας και σκοπός του είναι να μεταλαμπαδεύσει στις επόμενες γενιές τα ήθη και τα έθιμα του τόπου καταγωγής τους.
Ο Σύλλογος Πριγκηπιανών «Άγιος Γεώργιος ο Κουδουνάς» είναι ένας πυρήνας πολιτιστικός που κρατάει άσβεστη τη μνήμη της αλησμόνητης πατρίδας μας και σκοπός του είναι να μεταλαμπαδεύσει στις επόμενες γενιές τα ήθη και τα έθιμα του τόπου καταγωγής τους.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος Β’ (φωτ. Νίκος Μαγγίνας, megali-ekklisia.blogspot.gr)
Στον χαιρετισμό του κατά τη διάρκεια της φετινής τελετής αποφοίτησης στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κκ. Βαρθολομαίος αναφέρθηκε στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και στον τρόπο με τον οποίο η Ορθοδοξία προσεγγίζει το παγκόσμιο οικολογικό πρόβλημα. Όπως χαρακτηριστικά τόνισε: «Το σύγχρονο, παγκόσμιο οικολογικό πρόβλημα έχει σαφή ανθρωπογενή αίτια. Η εξουσιαστική σχέση μας προς την Κτίση είναι αποτέλεσμα της αλλοτρίωσής μας από τον Θεό. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε αυθεντική πίστη εις τον Θεό και να καταστρέφουμε την καλή Δημιουργία του. Το μέλλον μας είναι οικολογικό και κοινωνικό σε ακατάλυτη συνάφεια. Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι η οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη δεν σημαίνει αυτονοήτως και πρόοδο».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας στα ερείπια της Παναγίας του Βελιγραδίου (Σεπτ. 1955)
Το χρονικό των Σεπτεμβριανών του 1955 σε βάρος του ελληνισμού της Κωνσταντινουπόλεως και του Οικουμενικού Πατριαρχείου θεωρήθηκε ως «δεύτερη άλωση» της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους. Το ελληνικό στοιχείο στην Πόλη, έχοντας δεχθεί καθοριστικό πλήγμα και αντιμετωπίζοντας πλέον την ωμή βία, την τρομοκρατία και τον διωγμό, δεν κατάφερε ουσιαστικά ποτέ ξανά να ορθοποδήσει και ν’ ανακτήσει την παλαιά κραταιά οικονομική του θέση και δύναμη. Τα Σεπτεμβριανά του ’55, μαζί με το κύμα απελάσεων που ακολούθησαν, το 1964, σήμαναν τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Πόλης από τις επί χιλιετίες πατρογονικές εστίες τους.
Στον χειμαζόμενο από την τουρκική κατάκτηση Ελληνισμό έστειλε η Θεία Πρόνοια μία μεγάλη μορφή κατά τον 16ο αιώνα. Πρόκειται για τον Άγιο Δαμασκηνό Στουδίτη, τον οποίο η Εκκλησία μας τιμά στις 27 Νοεμβρίου. Κληρικός, λόγιος, μαχητικός Ορθόδοξος, συγγραφεύς θαυμαστών βιβλίων, σοφός, σεμνός και ασκητικός, ο Δαμασκηνός υπήρξε άριστος Ποιμενάρχης στις δύο Επισκοπές όπου τον απέστειλε το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Πρώτα στην Επισκοπή Λητής και Ρεντίνης (σημερινή Μητρόπολη Λαγκαδά) και στη συνέχεια στην Μητρόπολη Ναυπάκτου και Άρτης, όπως ονομαζόταν τότε.
Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας, το 347 μ.Χ. (κατ’ άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η αγία Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του -χήρα τότε 20 ετών- τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια, κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνιο, αλλά και στην Αθήνα μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο.
Ο Άγιος Γεράσιμος (Νοταράς), ο νέος Ασκητής, ο εν Κεφαλληνία, είναι ο προστάτης Άγιος και πολιούχος της Κεφαλονιάς. Γεννήθηκε το 1506 στα Τρίκαλα Κορινθίας. Ήταν γόνος της αριστοκρατικής οικογένειας των Νοταράδων, οι οποίοι ήρθαν στην Κορινθία από την Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 16ου αιώνα.
Υπάρχει μια πύλη στο Φανάρι που από τις 10 Απριλίου 1821 είναι κλειστή. Είναι η πύλη όπου οι Οθωμανοί, την Κυριακή του Πάσχα μετά τη Θεία Λειτουργία, συνέλαβαν και απαγχόνησαν τον Άγιο Γρηγόριο Ε’, Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Την 6η Φεβρουαρίου η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του Μεγάλου Φωτίου. Πρόκειται για μια σπουδαία εκκλησιαστική προσωπικότητα, ο οποίος έχει λάβει δικαίως τον σπάνιο τίτλο του «Μεγάλου». Επίσης δεν θεωρείται μεγάλος μόνο από την Εκκλησία, αλλά και από την ιστορία, διότι συγκαταλέγεται στους ξεχωριστούς πνευματικούς φάρους της ανθρωπότητας.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εκοιμήθη από εξάντληση στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 μ.Χ. κατά τη διάρκεια της τρίτης του εξορίας από την αυτοκράτειρα Ευδοξία και ετάφη στα Κόμανα του Πόντου. Το σεπτό λείψανό του περίμενε, επί τριάντα έτη, θαμμένο στον τόπο της εξορίας και του μαρτυρίου του. Όταν όμως το 434 μ.Χ. πατριάρχης εξελέγη ο μαθητής του Άγιος Πρόκλος, παρεκάλεσε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο να ενεργήσει τα δέοντα, ώστε το λείψανο του μεγάλου αυτού πατέρα της Εκκλησίας να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Και πράγματι, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου του 438 μ.Χ. έγινε η Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου.
Φθάνοντας οι απεσταλμένοι στά Κόμανα, ρώτησαν τους εγχώριους να δείξουν σ’ αυτούς τον τάφο, για να πάρουν το λείψανο. Οι δε πικράθηκαν υπέρμετρα, διότι θα στερούνταν τέτοιου θησαυρού ατίμητου, όμως δεν τόλμησαν να εναντιωθούν στο βασιλικό πρόσταγμα, αλλ’ έφεραν αυτούς στον τάφο του μάκαρος και καθώς σήκωσαν τον λίθο να εκβάλουν έξω το λείψανο, έμεινε ακίνητο, ω του θαύματος! και δεν μπορούσαν τόσοι άνδρες να το σαλεύσουν ολοτελώς. Γι’ αυτό επέστρεψαν οι αποσταλέντες στα βασίλεια άπρακτοι, κηρύττοντες σ’ όλη την πόλη το θαυμάσιο τούτο, ότι δηλαδή ο Άγιος δεν έδωκε τον εαυτό του, αλλ’ έμεινε ακίνητος. Τούτο δε το έκαμε, διότι με αυθεντία και υπερηφάνεια ήθελε να πάρει το λείψανό του ο βασιλεύς, τον οποίο θέλησε να διδάξει ο Άγιος ταπεινοφροσύνη και μετριότητα. Τούτου χάριν παρεκάλεσε τον Άγιο ο βασιλεύς αποστέλλοντας σ’ αυτόν επιστολή που περιείχε αυτά:
Αυτή την επιστολή του αυτοκράτορα την πήγαν στον Άγιο και την τοποθέτησαν πάνω στην λάρνακά του. Τότε ο Άγιος έδωσε τον εαυτό του στους απεσταλμένους του αυτοκράτορα και έτσι αυτοί μετέφεραν την λάρνακα που περιείχε το άγιο λείψανο στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να κοπιάσουν καθόλου.
Λαβόντες λοιπόν οι απεσταλμένοι την επιστολή αυτή και φθάνοντας στον τόπο, τέλεσαν καθώς ο βασιλεύς τους πρόσταξε και βλέπουν πάλι άλλο θαυμάσιο, δηλαδή φως άρρητο με πολλή λαμπηδόνα από του τάφου αναπήδησαν, ευωδία ανείκαστη εξήλθε του τάφου και δεν φαινόταν ως νεκρός ο Άγιος, αλλά φαιδρός στην όψη γεμάτος αμβροσίας και νέκταρος.
Όταν λοιπόν επέμφθη η επιστολή αυτή και ετέθη επί του στήθους του Αγίου, έδωκε τον εαυτό του ο θείος Πατήρ, διότι η θήκη που περιείχε το άγιο λείψανο ευκόλως και χωρίς κόπο φερόταν ανεμποδίστως. Τότε έγιναν και πολλά θαυμάσια σε όσους μετά πίστεως τον ασπάσθηκαν. Εξόχως δε ήταν ένας χωλός στο μέσον του πλήθους και με πολύ κόπο έκαμε τρόπο και άγγιξε στους πόδας του το του Αγίου ιμάτιο και ευθύς ιάθη. Θέτοντες λοιπόν το ιερό λείψανο σε χρυσοκόλλητη λάρνακα και βαστάζοντας αυτήν, εκίνησαν την οδοιπορία πρόθυμοι με ψαλμωδία πολλή, με λαμπάδες και θυμιάματα και σε όσες πόλεις και χώρες υποδέχονταν τον Άγιο, αγιαζόντουσαν. Όταν δε πλησίασαν στην Χαλκηδόνα και το άκουσαν στην βασιλεύουσα, έδραμαν όλοι νέοι και γέροντες με πόθο πολύ να το προϋπαντήσουν, ως έπρεπε, και γέμισε πλοία όλη η θάλασσα, η οποία φαινόταν σαν γη στερεά.
Όταν έφθασε το άγιο λείψανο αντίπερα της Κωνσταντινουπόλεως, εξήλθε ο Πατριάρχης μετά του βασιλέως και όλη η Σύγκλητος για να προϋπαντήσουν τον Άγιο. Την θήκη δε την έχουσα το άγιο λείψανο έβαλαν σε πλοίο βασιλικό. Γενομένης δε τρικυμίας, τα μεν άλλα πλοία διεσκορπίσθησαν σε ένα και άλλο μέρος, το δε πλοίο το περιέχον το άγιο λείψανο εξήλθε στον αγρό της Καλλιτρόπης χήρας, την οποία η Ευδοξία αδίκησε, όπως προείπαμε, και τότε πάλιν έγινε στην θάλασσα γαλήνη. Όταν δε έφθασαν στον ορισμένο τόπο εκείνοι, που βάσταζαν το τίμιο λείψανο, είδαν ότι έκλινε πάλι θαυμασίως προς το εν μέρος αφ’ εαυτού του, εκείνο το ηυτρεπισμένο καί ετοιμασμένο για τον Άγιο κουβούκλιο καί προσκαλούσε με σχήμα το λείψανο.
Η ιερά Κοίμησις του Αγίου Ιωάννoυ του Χρυσοστόμου (romfea.gr)
Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου! Όταν έβαλαν στο πλοίο εκείνο το τίμιο λείψανο, ο μεν βασιλεύς είχε πόθο να υπάγει στα βασίλεια, αλλ’ ως φαίνεται δεν ήθελε ο Άγιος Χρυσόστομος, γι’ αυτό κατέβηκε το ρεύμα της θαλάσσης του Ελλησπόντου δυνατό. Πρώτα λοιπόν εφέρθη το άγιο λείψανο στον Ναό του Αποστόλου Θωμά, τον ονομαζόμενο του Αμαντίου, όπου ο βασιλεύς ήταν παρών και σκέπαζε με την βασιλική του χλαμύδα την θεία σορό του λειψάνου και μαζί παρεκάλει τον Άγιο να παύσει τον κλονισμό του τάφου της μητρός του, ο οποίος έτρεμε ήδη τριάντα τρία έτη και δη επέτυχε της αιτήσεως διότι στάθηκε, παραδόξως, ο κινούμενος τάφος εκείνης. Μετά από αυτά εκομίσθη το άγιο λείψανο στο Ναό της Αγίας Ειρήνης. Εκεί, έβαλαν το άγιο λείψανο επάνω στο ιερό Σύνθρονο και εβόησαν άπαντες: «Απόλαβε τον θρόνο σου, Άγιε». Ύστερα απέθεσαν την θήκη του λειψάνου επί της βασιλικής αμάξης και έφεραν αυτό στον Ναό των Αγίων Αποστόλων.
Εκεί έβαλαν το άγιο λείψανο επάνω στην ιερά καθέδρα και, ω του θαύματος! επεφώνησε στο λαό το «Ειρήνη πάσι και τη Ευδοξία συγχώρησις». Και ύστερα ετέθη υποκάτω στην γη όπου και τώρα ευρίσκεται. Όταν δε η ιερά λειτουργία ετελείτο, θαύματα μεγάλα γινόντουσαν, δοξάζοντας ο Θεός με αυτόν τον τρόπο τους δοξάζοντες Αυτόν.
Σήμερα Ιερά Λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου αποθησαυρίζονται: Η Κάρα του με αδιάφθορο το αριστερό αυτί του στη Μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους. Η δεξιά του Αγίου βρίσκεται αδιάφθορη στη Μονή Φιλοθέου Αγίου Όρους. Δύο τμήματα της αριστεράς του Αγίου βρίσκονται στη Μονή Μεγ. Λαύρας Αγίου Όρους και ένα τμήμα της στη Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων. Μεγάλο τεμάχιο κνήμης και τέσσερα τεμάχια του Αγίου βρίσκονται στη Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους. Δάκτυλος του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους. Αδιάφθορο μέρος του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Μεγ. Μετεώρου. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Ιβήρων Αγίου Όρους, Προυσού Ευρυτανίας και Κύκκου Κύπρου και στη Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως.
Μάξιμος είναι το μοναχικό του όνομα. Όταν ο μοναχός Μάξιμος μετέβη στη Ρωσία και παρέμεινε εκεί, οι Ρώσοι του έδωσαν την προσωνυμία Γραικός. Μαξίμ Γκρέκ τον ονόμαζαν, λόγω της καταγωγής του από την Ελλάδα, και μ’ αυτό το όνομα έμεινε γνωστός. Το κοσμικό όνομα του Αγίου ήταν Μιχαήλ Τριβώλης και γεννήθηκε στην Άρτα, το 1470 μ.Χ., περίπου. Οι γονείς του Μανουήλ και Ειρήνη ήταν πλούσιοι και ευσεβείς. Η οικογένεια Τριβώλη, οικογένεια λογίων με επιφανείς προγόνους στην Κωνσταντινούπολη και στην αυλή των δεσποτών του Μυστρά, ανήκε στη χορεία των λογίων που συνόδευσαν τον Θωμά Παλαιολόγο κατά την έξοδό του από το Μυστρά, λίγο πριν από την πτώση του Δεσποτάτου.
Κάθε χρόνο στις 6 Ιανουαρίου, μετά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στον Πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, σχηματίζεται η καθιερωμένη πομπή των πιστών μαζί με τον ιερό κλήρο, που κατευθύνονται στις ακτές του Κερατίου, στην αποβάθρα. Εκεί περιμένουν από νωρίς πλήθη επισκεπτών και προσκυνητών, πολλοί από τους οποίους επιβιβάζονται σε πλωτά μέσα για να παρακολουθήσουν καλύτερα την τελετή από τη θάλασσα.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (Σκιάθος, 4 Μαρτίου 1851 – Σκιάθος, 3 Ιανουαρίου 1911)
«Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη» Οδυσσέας Ελύτης
«Γεντί Κουλέ και Θαραπειά, Ταταύλα και Νιχώρι, αυτά τα τέσσερα χωριά ‘μορφαίνουνε την Πόλη»
Με ιδιαίτερη κατάνυξη και συγκίνηση εορτάστηκε και φέτος η μνήμη του Αγίου Νικολάου Επισκόπου Μύρων της Λυκίας του Θαυματουργού, στον ομώνυμο ναό στο Νεοχώρι (Νιχώρι – Γενίκιοϊ) του Βοσπόρου, στην Κωνσταντινούπολη. Φέτος βέβαια η συμμετοχή των πιστών ήταν εξαιρετικά περιορισμένη λόγω της ισχύος των περιορισμών για την αποφυγή διασποράς του κορωνοϊού, ωστόσο ελπίζουμε σύντομα να ξεπεραστούν οι παρούσες δυσκολίες και ο ναός να γεμίσει ξανά από τους πιστούς Νιχωρίτες και τους επισκέπτες προσκυνητές του.
Στις 30 Νοεμβρίου εορτάζει ο Πρωτόκλητος Απόστολος Άγιος Ανδρέας, αδελφός του Αποστόλου Πέτρου, που μαρτύρησε στην Πάτρα, της οποίας είναι και πολιούχος. Πρόκειται για έναν δημοφιλή άγιο του χειμώνα, του οποίου η γιορτή συμπίπτει με την τελευταία ημέρα του φθινοπώρου. Η λαϊκή λατρεία του Αγίου Ανδρέα περιλαμβάνει δοξασίες, φόβους, ελπίδες και αντιλήψεις, έθιμα και συνήθειες, με μαγικό, δεισιδαίμονα χαρακτήρα. Παράγοντες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της λατρείας ήταν οι εξής:
Μέσα στη σεπτή χορεία των δώδεκα μαθητών του Ιησού Χριστού εξέχουσα θέση κατέχει ο τιμώμενος υπό της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας στις 30 Νοεμβρίου Άγιος Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος, ο οποίος από άσημος και απλοϊκός ψαράς κατέστη «ἁλιεύς τῶν ἀνθρώπων» και αναδείχθηκε μέγας διδάσκαλος του Ευαγγελίου του Χριστού και φλογερός Απόστολος του Γένους μας. Ο Άγιος Ανδρέας υπήρξε κατ’ εξοχήν Απόστολος των Ελλήνων, αφού ήρθε στον ελλαδικό χώρο για να κηρύξει τον σωτηριώδη λόγο του Θεού και να ιδρύσει Εκκλησίες. Έτσι μετά από μία καρποφόρα ιεραποστολική περιοδεία, κατέληξε στην Πάτρα, την οποία επορφύρωσε με το τίμιο αίμα του και καθαγίασε με τον ένδοξο σταυρικό του θάνατο για να πρεσβεύει αδιάλειπτα στον Πανάγαθο Θεό για τη σωτηρία και προστασία του πατραϊκού λαού, αλλά και σύμπαντος του Ελληνικού Γένους.
Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια... [Νίκος Χουλιαράς]