
Mario Vitti
(Κωνσταντινούπολη 1926 – Ρώμη 2023)
Ο Μάριο Βίττι γεννήθηκε στις 18 Αυγούστου 1926, στην Κωνσταντινούπολη. Το έργο του σπουδαίο αποτελεί μια διαρκή μαρτυρία για τις γέφυρες που δημιούργησε ανάμεσα στην Ιταλία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Σε ηλικία 20 χρόνων, το 1946, εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, την πατρίδα του πατέρα του και εκεί σπουδάζει φιλολογία καλλιεργώντας συστηματικά τη σχέση του με την ελληνική λογοτεχνία, σχέση που είχε ήδη αρχίσει από τα γυμνασιακά του χρόνια στη γενέτειρά του. Συναντά μεγάλους διανοητές στο Πανεπιστήμιο που τον εμπνέουν να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία.
Η πολύ καλή γνώση των ελληνικών τον βοηθάει στην έρευνά του. Σταδιοδρομεί στα ιταλικά πανεπιστήμια και για μεγάλα διαστήματα διδάσκει ως προσκεκλημένος καθηγητής στα πανεπιστήμια, Θεσσαλονίκης, Παρισιού και Γενεύης. Συνδέεται με τους Σεφέρη και Ελύτη, ενώ η δικτακτορία αποτελεί αφορμή, ώστε να γράψει το σπουδαίο έργο του «Ιστορία της νεοελληνικής γλώσσας».


Ο Γιώργος Σεφέρης στην Κωνσταντινούπολη, 1949 και ο Οδυσσέας Ελύτης στο σπίτι του στην Αθήνα, 1973 φωτογραφημένοι από τον Μάριο Βίττι
Τα ελληνικά κείμενά του στη γείτονα χώρα
Στην Ιταλία εξέδωσε ελληνικά κείμενα που ο ίδιος ανακάλυψε με επίμονη έρευνα, όπως το έργο «Ευγένα» του Θ. Μοντσελέζε (1965), έναν διάλογο του Ν. Σοφιανού (1966), έναν τόμο με κείμενα του Α. Κάλβου (A. Kalvos ei suoi scritti in italiano, 1960). Παράλληλα συστήνει για πρώτη φορά στην Ιταλία την ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, το 1952 και αργότερα εκδίδει έναν τόμο με ποιήματα και πεζά του κείμενα (Opere, Poesia, Prosa, 1982). Η ανθολογία του, «Poesia Greca del Novecento» (1957) υπήρξε η πρώτη απόπειρα να μεταφραστεί στα ιταλικά, αλλά και να αξιολογηθεί η ελληνική ποίηση του 20ού αιώνα μέσα από μια ιστορική και κριτική προοπτική, έτσι όπως έγραψε αργότερα και την Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
Οι εκδόσεις στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα εκδόθηκαν τα βιβλία του με την αλληλογραφία του Α. Κάλβου («Πηγές για τη Βιογραφία του Κάλβου», 1963) και οι μελέτες: «Η Ιδεολογική Λειτουργία της Ελληνικής Ηθογραφίας» (1974), «Η Γενιά του Τριάντα, Ιδεολογία και Μορφή» (1977), «Ο Ελύτης, βιβλιογραφία» (1977), «Φθορά και Λόγος, εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη» (1978), «Ο Ελύτης, Κριτική Μελέτη» (1974), «Ο Κάλβος και η Εποχή του» (1995), «Για τον Οδυσσέα Ελύτη» (1998). Ο τόμος «Γραφείο με Θέα» (2006) περιέχει άρθρα που δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες, ομιλίες και μια εκτενή εργογραφία του.
Στο τελευταίο του βιβλίο «Η Πόλη όπου Γεννήθηκα, Ιστανμπούλ, 1926-1946», καταγράφει τα πρώτα 20 χρόνια της ζωής του, το ιταλικό, ελληνικό, αλλά και πολυεθνικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε, πριν αφήσει την Πόλη και αποφασίσει να γίνει Ιταλός νεοελληνιστής, στη Ρώμη.

Η μετέπειτα σύζυγός του Αλεξάνδρα στην Ύδρα, 1953
Η αγάπη για την Ύδρα
Πριν λίγα χρόνια με αφορμή μια τιμητική εκδήλωση για το έργο του στην Ύδρα αναγορεύθηκε επίτιμος δημότης του νησιού. Ένα αγαπημένο μέρος για εκείνον αφού εκεί γνώρισε τη σύζυγό του Αλεξάνδρα και πέρασε τα περισσότερα καλοκαίρια του φιλοξενώντας σημαντικούς ανθρώπους των τεχνών και γραμμάτων.
Η τελευταία πράξη
Ο Μάριο Βίττι έφυγε από τη ζωή στις 14 Φεβρουαρίου 2023 σε ηλικία 97 ετών. Η εξόδιος τελετή έγινε στη Ρώμη, σε στενό οικογενειακό κύκλο, όπως ο ίδιος το θέλησε. Τον αποχαιρέτισαν οι δυο γιοί του, Μάσιμο και Πάολο, και τα πέντε εγγόνια του, όλοι κοντά του μέχρι την τελευταία στιγμή. Χωρίς την αγαπημένη του Αλεξάνδρα, με την οποία μοιράστηκαν 70 χρόνια κοινής ζωής και την έχασε πριν από έξη μήνες.




Μια συνομιλία με τον Γιάννη Ν. Μπασκόζο…
Ο θάνατος του νεοελληνιστή Μάριο Βίττι (14/2/2023) γέμισε με θλίψη την κοινότητα των Ελλήνων φιλολόγων, νεοελληνιστών, κριτικών, συγγραφέων αλλά και φιλαναγνωστών. Ο Μάριο ήταν δικός μας, μισός Έλληνας – μισός Ιταλός. Πρόθυμος και ευγενικός συζητητής, ακούραστος μελετητής, είχε μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του στενές σχέσεις με πολλούς έλληνες φίλους, μελετητές, ιστορικούς, λογοτέχνες, φιλολόγους. Ο Αναγνώστης αναδημοσιεύει μια συζήτηση που είχε με τον Γιάννη Μπασκόζο σε μια από τις τελευταίες δημοσιευμένες συνεντεύξεις του. Σε αυτήν αναφέρεται στις δυσκολίες των πρώτων χρόνων να γνωρίσει και να μελετήσει την περίφημη γενιά του ‘30
Η γενιά του ‘30 δεν έφυγε ποτέ από την προσοχή των μελετητών, τα έργα της επανεκδίδονται συνεχώς ενώ οι φιλόλογοι προσθέτουν νέες οπτικές. Χαρακτηριστικά τα πρόσφατα βιβλία της Μαίρης Μικέ «Δοκιμασίες». Όψεις του οικογενειακού πλέγματος στο νεοελληνικό μυθιστόρημα 1922-1974 και της Χριστίνας Ντουνιά «Αργονάυτες και σύντροφοι», ενώ στην αρχή της ερχόμενης χρονιάς περιμένουμε μια σειρά docufiction πάνω στα έργα δεκαπέντε σπουδαίων πεζογράφων και ποιητών αυτή της γενιάς.
Η πολύσημη γενιά του ‘30 δεν ήταν ποτέ ενιαία. Για παράδειγμα,, η ποίηση των υπερρεαλιστών δεν είχε σχέση με αυτή των Σεφέρη, Ελύτη, οι αριστεροί αποτελούσαν χωριστή ομάδα, οι θεσσαλονικείς του εσωτερικού μονολόγου επίσης μια άλλη ομάδα, οι Αντωνίου, Σκαρίμπας, Αξιώτη ίσως είναι ακατάταχτοι κ.λπ. κ.λπ.
Ένας από τους πρώτους που ασχολήθηκε με τα έργα αυτής της γενιάς ήταν ο Μάριο Βίττι, ιταλός διανοούμενος, νεοελληνιστής, προσανατολισμένος από νωρίς στη μελέτη των λογοτεχνών του Μεσοπολέμου, αλλά και του συνόλου της ιστορίας της ελληνικής λογοτεχνίας.
Πρόσφατα, σε μια συνομιλία μας, ο Μάριο Βίττι σημείωσε τις δυσκολίες που είχε να «βουτήξει» σε αχαρτογράφητα νερά εκείνη την εποχή και να δώσει την πρώτη πρώιμη μελέτη για την ομάδα εκείνων των λογοτεχνών που έμεινε στα χρονικά της ελληνικής γραμματείας ως γενιά του ‘30.

– Κύριε Βίττι πώς εκτιμάτε σήμερα τη γενιά του ‘30, όρος αμφισβητούμενος, αφού υπάρχουν τεράστιες διαφορές ανάμεσα σε όσους κατατάσσονται σε αυτήν;
Η μελέτη μου για τη «Γενιά του Τριάντα» είναι ένα ντοκουμέντο της εποχής εκείνης. Πρέπει να την τοποθετήσουμε μέσα στα ιστορικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα της εποχής. Γεγονός είναι ότι κανείς πριν από αυτή την απόπειρα δεν είχε αναμετρηθεί με το θέμα. Ο προβληματισμός μου διαμορφώθηκε μέσα από μια προοπτική από έξω από την Ελλάδα.
Την πρώτη φορά που βρέθηκα μπρος σε αυτό το πρόβλημα ήταν όταν ένας εκδότης της Πάρμα, ο περίφημος Ugo Guanda, που παράγγελνε τα βιβλία, αφού τα είχε συζητήσει με τους συγγραφείς, και που ήταν ειδικευμένος στην ποίηση, μου ζήτησε μία ανθολογία της ελληνικής ποίησης του 20ού αιώνα. Το βιβλίο κυκλοφόρησε, σε πρώτη έκδοση, το 1957. Η εισαγωγή σχεδόν εκατό σελίδων, έχει στο τέλος «Ύδρα 1955».
Μέχρι τότε δεν υπήρχε στην Ελλάδα καμιά μελέτη συνολική που να συμπεριελάμβανε, σε ιστορική τάξη αυτό που σήμερα εννοούμε με τον συμβατικό όρο «Γενιά του Τριάντα», ούτε καν σχετικά με τους ποιητές που είχαν για όργανο το περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα». Το βιβλίο του Α. Καραντώνη «Εισαγωγή στη νεώτερη ποίηση» κυκλοφόρησε το 1958. Το ίδιο κενό υπήρχε και όσον αφορά την πεζογραφία.
– Όμως γνωρίσατε αρκετούς από αυτούς, δεν ήταν αυτό μία καλή πηγή;
H βιβλιογραφική ανεπάρκεια δεν μπορούσε να βοηθηθεί ούτε από τις προσωπικές επαφές. Όταν πρωτοβρέθηκα στην Αθήνα, το 1947 ή το 48, με τους Έλληνες να σφάζονται στον Εμφύλιο, μπήκα σε πολλούς κύκλους με πρωταγωνιστές ανθρώπους διαφορετικών γενεών. Λόγου χάρη ο Τάκης Παπατσώνης, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, ο Κλέων Παράσχος, μα ακόμη και ο Σεφέρης, όλοι τους ήταν της γενεάς του Καρυωτάκη. Ταυτόχρονα έκανα παρέα με τον Ελύτη, τον Α. Μάτσα, τον Δικταίο, τον Σαχτούρη, τον Ν. Βαλαωρίτη. Ανάμεσα στους πεζογράφους συναντούσα τον Μυριβήλη (γεν. 1892), τον Κοσμά Πολίτη (γ. 1888). Όλοι τους ήταν ακμαίοι, δραστήριοι, μέσα στα πράγματα. Η σαφώς μεταπολεμική γενιά ήταν ακόμη άφαντη, θα ερχόμουν σε επαφή μαζί της αργότερα.
Θέλω να πω ότι αυτή η ποικίλη κοινωνία συγγραφέων που είχα το προνόμιο να σχετιστώ ή και να πιάσω φιλία πολύχρονη με αρκετούς από αυτούς, ήταν, βεβαίως, ένα προνόμιο για μένα, αλλά δεν βοηθούσε καθόλου στο να ξεχωρίσω τον ρόλο του καθενός μέσα στην «ιστορία»…
Αργότερα γνώρισα τον Βασίλη Βασιλικό, τον Μένη Κουμανταρέα και τους συνομήλικούς μου Αλέξανδρο Κοτζιά, Νίκο Κάσδαγλη. Ήταν μια παρέα εγκάρδια, αλλά είναι άλλο πράμα να βρεις ποιος είναι ο ρόλος του καθένα τους μέσα στην ιστορία και ακόμη πιο δύσκολο να τους αξιολογήσεις. Η προσωπική επαφή δεν βοηθούσε την μελέτη, που μπορούσε να γίνει μόνο μέσα από τα βιβλία, τα περιοδικά, τέλος μόνο μέσα από τη λεγόμενη έρευνα.
– Έχοντας γράψει την Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας σκέφτεστε σήμερα ότι -στο πλαίσιο των εποχών που εξετάσατε- κάτι της λείπει και θα θέλατε να το συμπληρώσετε;
Καλοσύνη σας να πιστεύετε ότι εγώ στα σχεδόν εκατό μου χρόνια ηλικίας θα είχα τα κότσια να διαβάζω και να παρακολουθώ όλη τη λογοτεχνική κίνηση της Ελλάδας, ώστε να μπορώ να συμπληρώσω ή να αλλάξω κάτι από την Ιστορία μου!
– Νομίζετε ότι η ελληνική λογοτεχνία παρακολουθεί ισότιμα την παγκόσμια;
Και βέβαια η ελληνική λογοτεχνία (παρ)ακολουθεί ισότιμα, την ίδια ροή με την παγκόσμια. Οι άνθρωποι που γράφουν επαγγελματικά στην Ελλάδα σήμερα δεν είναι καθόλου απομονωμένοι. Κάθε άλλο, εξάλλου το ίδιο συμβαίνει και με τα παγκόσμια πολιτικά και πολιτισμικά ζητήματα. Από την άλλη πλευρά το ενδιαφέρον των ξένων αναγνωστών για το ελληνικό βιβλίο δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί, αν δεν υπήρχε αυτό το ίδιο κλίμα σε παγκόσμιες διαστάσεις.
– Υπάρχουν αλλαγές στη σύγχρονη λογοτεχνία που σας ενθουσιάζουν, σας σοκάρουν, σας κάνουν σκεφτικό ή πολύ αισιόδοξο, και ποιες;
Να με ενθουσιάζουν; Λίγο δύσκολο, λόγω χαρακτήρα και λόγω… ηλικίας!
Πηγές: topikifoni.gr, miet.gr, oanagnostis.gr