
Το ερειπωμένο Λιβίσι (sophia-ntrekou.gr)
Ανήμερα στη μνήμη του Οσίου ημών πατρός Ιακώβου του νέου, που γεννήθηκε στο Λιβίσι της Λυκίας στη μαρτυρική γη της Μικράς Ασίας, επιχειρούμε μια αναδρομή στην ιστορία και τον πολιτισμό των δύο κυρίων πόλεων της περιοχής, του Λιβισίου και της Μάκρης.
Στην περιφέρεια της Λυκίας οι μεγαλύτερες πόλεις μέχρι το 1922 ήταν η Μάκρη (σημερινό Fethiye) και το Λιβίσι (ή Λιβίσσι ή Λειβίσσι ή Λεβίσσι, σημερινό Kayaköy). Οι δύο οικισμοί συνδέονται αναπόσπαστα μεταξύ τους. Τη βυζαντινή περίοδο η Μάκρη αναφέρεται ως Μάκρη ή Μάκρα ή Τελμησσός. Για μικρό χρονικό διάστημα στον 6ο μ.Χ. αιώνα ονομάζεται Αναστασιούπολις προς τιμήν του Βυζαντινού αυτοκράτορα, αλλ’ αμέσως μετά τον 6ο μ.Χ. αιώνα επικρατεί το όνομα Μάκρη, από το ομώνυμο νησί, απέναντι από την αρχαία Τελμησσό. Τα τελευταία βυζαντινά χρόνια αναφέρεται σε γραπτές πηγές το Λιβίσι ως εκκλησιαστικό κέντρο. Το 1644 αναφέρεται η «εξαρχία Λυβισίου και των πέριξ».

Η Μάκρη σε παλαιά φωτογραφία (domnasamiou.gr)
Η Μάκρη σε περίπου 36 ναυτικά μίλια απόσταση από τη Ρόδο, ήταν παραθαλάσσια πόλη χτισμένη στο μυχό του κόλπου του Γλαύκου, στη θέση της αρχαίας Τελμησσού. Βέβαιο είναι ότι οι δύο πόλεις κατοικούνταν από ελληνικό πληθυσμό και κατά την αρχαιότητα, μάλλον όχι συνεχόμενα, οπότε είχαν περιέλθει στην επικράτεια της Αθηναϊκής συμμαχίας και αργότερα περιλήφθηκαν στο κράτος του μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος ζήτησε τις συμβουλές του μάντη της Τελμησσού Αρίστανδρου. Στη Μάκρη σώζονται τμήματα παλαιού κάστρου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και από τους Ιωαννίτες Ιππότες της Ρόδου. Σώζεται επίσης ρωμαϊκό θέατρο, τάφοι στον τύπο των λυκιακών και σαρκοφάγοι. Η ευρύτερη περιοχή της Λυκίας είναι διάσπαρτη από αρχαίες πόλεις και μνημεία.

Ο Όσιος Ιάκωβος ο νέος, γεννηθείς το 1920 στο Λιβίσι της Λυκίας
Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα η Μάκρη ήταν ένα λιμάνι με μικρή εμπορική κίνηση. Στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα παρατηρείται μια έντονη οικονομική ανάπτυξη, η οποία συνοδεύτηκε από δημόσια έργα, τόνωση του εμπορίου και ανάπτυξη της εκπαίδευσης, χάρη στις μεταρρυθμίσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας (Τανζιμάτ), η οποία αναγνώρισε το δικαίωμα του Οθωμανού πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως θρησκεύματος και απάλλαξε τους χριστιανούς κατοίκους από μέρος της βαριάς φορολογίας.
Η Μάκρη είχε περίπου 5.300 κατοίκους, εκ των οποίων 3.000 Έλληνες χριστιανοί, 1.800 Μουσουλμάνοι, 400 Εβραίοι και λίγοι Κούρδοι κ.ά. Το Λιβίσι είχε 6.500 περίπου κατοίκους, όλους χριστιανούς. Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της περιοχής έμεναν σε χωριστά χωριά. Χριστιανικοί πληθυσμοί ήταν επίσης εγκατεστημένοι μέχρι τα Μύρα, στην Αντίφελλο, Καλαμάκι, Φοίνικα, Κούμουτζα, Φουρνους σε μικρότερες συγκεντρώσεις.

Ερειπωμένη ορθόδοξη εκκλησία στο Λιβίσι (sophia-ntrekou.gr)
Η περιοχή της Λυκίας ανήκε στο σαντζάκι της Σμύρνης ή Αϊβαλιού και αποτελούσε καζά με πρωτεύουσα τη Μάκρη. Εδώ ήταν εγκατεστημένοι νησιώτες από τη Σύμη και τη Ρόδο, ενώ παλαιότερα, λόγω των πολεμικών αναταραχών στην ηπειρωτική Ελλάδα, στη Μάκρη εύρισκαν καταφύγιο άνθρωποι από τη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο και τα νησιά.
Η πόλη της Μάκρης πήρε νέα όψη μετά την πυρκαγιά του 1875. Δημιουργήθηκε τότε ρυμοτομικό σχέδιο, χτίστηκαν πέτρινα σπίτια εκ των οποίων, όσα ήταν επί των κεντρικών δρόμων ήταν διώροφα με μαγαζί και αποθήκες κάτω και κατοικία στον όροφο. Οι δρόμοι ήταν στρωμένοι (καλντερίμι) και υπήρχε φωτισμός με φανοστάτες στους κεντρικούς δρόμους. Είχε οργανωμένη αγορά, η οποία εξυπηρετούσε και την ενδοχώρα και λιμάνι με αποθήκες και πανδοχεία.

Άποψη του οικισμού του Λιβισίου (epikourositeas.blogspot.com)
Οι Χριστιανοί κάτοικοι ασχολούνταν με το εμπόριο. Διατηρούσαν μαγαζιά με υφάσματα και αποικιακά, φούρνους, κρεοπωλεία, ραφεία, καφενεία, φαρμακεία. Ήταν επίσης κατασκευαστές παπουτσιών και τεχνίτες γανωτές, μαραγκοί κ.λπ. Ένα πολύ μικρότερο ποσοστό ασχολείτο με τη γεωργία, καλλιεργούσαν σιτάρι, σουσάμι, λαχανικά. Σημαντική ήταν η εκμετάλλευση των μεταλλείων χρωμίου της περιοχής (19ος αι.) από τον Μακρηνό Χατζη-Νικόλα Λουϊζίδη και τον Πάτερσον, στα οποία εργάζονταν πολλοί κάτοικοι της περιοχής.
Την εποχή της ακμής της η Μάκρη είχε γαλλικό υποπροξενείο. Πολλοί από τους νέους, την περίοδο της ακμής, στρέφονται στα γράμματα και η Μάκρη από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι. είχε χριστιανούς δικηγόρους, γιατρούς, φαρμακοποιούς και δασκάλους εκπαιδευμένους στην Αθήνα και στο εξωτερικό.

Το Λιβίσι (makri-livissi.gr)
Από το λιμάνι εξαγόταν ξυλεία από τα δάση της Λυκίας, βελανίδια, σουσάμι, καπνός, ρεβίθια και δημητριακά. Η Μάκρη επικοινωνούσε με τη Ρόδο, με την οποία είχε αναπτύξει έντονη εμπορική δραστηριότητα και συνδεόταν ατμοπλοϊκώς με τη Σμύρνη και την Αίγυπτο. Στη Μάκρη γινόταν η μετεπιβίβαση των ταξιδιωτών που κατευθύνονταν στην Αίγυπτο. Την εποχή της ακμής της η Μάκρη είχε μία μεγάλη χριστιανική εκκλησία του Αγίου Νικολάου και δύο μικρότερες, δύο τζαμιά και συναγωγή.
Το Λιβίσι βρισκόταν σε απόσταση περίπου 7 χλμ. νότια της Μάκρης. Θωρείται ότι ήταν χτισμένο στη θέση της αρχαίας Καρμυλησσού. Οι πιθανότερες ερμηνείες συγκλίνουν στο ότι οι κάτοικοι του Λιβισιού προήλθαν από το νησί του Αϊ-Νικόλα νότια του Λιβισιού, οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο από τις πειρατικές επιθέσεις στην απέναντι στεριά. Εκεί αργότερα εγκαταστάθηκαν οικογένειες από την Κύπρο και το Καστελόριζο, με το οποίο υπήρχε συνεχής επικοινωνία. Με τη Ρόδο, όπως και με τη Σμύρνη, τη Σύμη και το Καστελλόριζο, η Μάκρη και το Λιβίσι συνδέονταν μέσω των εμπορικών σχέσεων, επιγαμιών και προσκυνηματικών επισκέψεων στα χριστιανικά μοναστήρια (π.χ. Πανορμίτης).

Γενική άποψη του οικισμού του Λιβισίου (sophia-ntrekou.gr)
Το Λιβίσι είναι χτισμένο πάνω σε λόφο, που ανήκει στο όρος Κράγος, προστατευμένο από την πλευρά της θάλασσας. Ένα μέρος του Λιβισιού είναι χτισμένο μέσα σε παλαιότερο κάστρο, ίχνη του οποίου διακρίνονται ακόμη σε μερικά σημεία. Περιελάμβανε τρεις γειτονιές – ενορίες μεγαλύτερες (Επάνω Κάτω και Μέση γειτονιά) και αρκετές μικρότερες. Στο Λιβίσι υπήρχαν δύο μεγάλες εκκλησίες ο Ταξιάρχης (αρχάγγελος Μιχαήλ) πιο ψηλά, κοντά στην κεντρική πλατεία του Στούμπου και η Κάτω Παναγιά, αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου. Πολλά μικρότερα εκκλησάκια σώζονται ακόμη ανάμεσα στα σπίτια του οικισμού, στον Κάμπο αλλά και αρκετά έξω από τα στενά οικιστικά όρια, ενώ άλλα είχαν καταστραφεί.
Στον Κάμπο του Λιβισιού καλλιεργούνταν οπωροφόρα, αμπέλια και λαχανικά. Το Λιβίσι είχε ένα περιορισμένο αριθμό μαγαζιών σε σχέση με τη Μάκρη του τέλους του 19ου και αρχών του 20ού αι., οπότε η Μάκρη έπαιρνε τη σκυτάλη της ανάπτυξης, ωστόσο γύρω από το κεντρικό σημείο αναφοράς της πόλης του Λιβισιού υπήρχαν καφενεία, ραφεία, κρεοπωλεία, φούρνοι και φαρμακείο. Υπήρχαν και μικρότερες «πλατείες» με μαγαζιά. Οι κεντρικοί του δρόμοι του ήταν στρωμένοι με πέτρα από τους ίδιους τους κατοίκους, ενώ οι δύο επιβλητικές εκκλησίες και τα ερείπια των κτηρίων του οικισμού δίνουν μέχρι σήμερα την εντύπωση ενός ευημερούντος χωριού.
Οι Λιβισιανοί ήταν κυρίως μετακινούμενοι τεχνίτες (γανωτές, μαραγκοί, χτίστες, παπουτσήδες), οι οποίοι έλειπαν στην ενδοχώρα για μεγάλα ή μικρότερα χρονικά διαστήματα, από το Πάσχα μέχρι τις γιορτές των Χριστουγέννων και επέστρεφαν στο Λιβίσι με ένα κεφάλαιο που είχε προκύψει από την εργασία τους κάτω από σκληρές συνθήκες διαβίωσης. Συνήθως επιστρέφοντας σπίτι έφερναν προμήθειες σε είδος (τυριά, βούτυρα κ.λπ.) φορτωμένες σε ζώα, εξ ου και η παροιμιώδης φράση των Λιβισιανών: «Ε, Παναγιά μου, να φανεί γάραδου (γάιδαρου) κιφαλάκιν, να ‘νιν του γουμαράκιν του αλεύριν κι τυράκιν».

Οικογένεια χριστιανών προσφύγων από το Λιβίσι στη Ρόδο (rodiaki.gr)
Με τα κεφάλαια προίκιζαν κόρες και αδελφές, έχτιζαν κατοικίες ή άνοιγαν μαγαζιά και αποκτούσαν μόνιμη επαγγελματική στέγη. Οι γυναίκες γίνονταν δυναμικές, εφ’ όσον έπρεπε να φροντίζουν την οικογένεια στη διάρκεια της απουσίας του άντρα τους και «αφέντη» του σπιτιού. Εκτός από τις οικιακές εργασίες, καλλιεργούσαν μικρό κήπο, έραβαν, κεντούσαν (τα περίφημα εργόχειρα με τη βελόνα), καλλιεργούσαν μεταξοσκώληκες και κάποιες έκαναν και μικρεμπόριο υφασμάτων στα γειτονικά τουρκικά χωριά.
Την εποχή της ακμής των δύο πόλεων βελτιώθηκε και η εκπαίδευση. Εκείνος που έθεσε τα θεμέλια μιας πιο οργανωμένης εκπαίδευσης, γύρω στο 1848, ήταν ο Μιχαήλ Μουσαίος «το φως του Λιβισιού και της Μάκρης», όπως τον αποκαλούσαν με ευγνωμοσύνη οι συμπατριώτες του. Η Μάκρη, όπως και το Λιβίσι, είχαν Αρρεναγωγείο, Παρθεναγωγείο και Αναγνωστήριο, στα πρότυπα λειτουργίας της εκπαίδευσης των χριστιανικών κοινοτήτων της Μικράς Ασίας.

Στη Μάκρη το Αρρεναγωγείο έδωσε τη θέση του αργότερα στην Αστική Σχολή, ενώ στο Λιβίσι ήδη από τον 19ο αιώνα λειτουργούσε και Νηπιαγωγείο για την διάδοση και εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Οι εκπαιδευτικοί σπούδαζαν στο Αρσάκειο της Αθήνας και στο Ιεροσπουδαστήριο της Σάμου με την υποστήριξη του Συλλόγου «Ανατολή» και τη γενναιόδωρη παροχή υποτροφιών από τον Χατζη-Νικόλα Λουϊζίδη και τη σύζυγό του Καλλιόπη. Το ζεύγος Χατζη-Νικόλα Λουϊζίδη υπήρξαν οι σημαντικότεροι ευεργέτες του Λιβισιού και της Μάκρης, στων οποίων την οικονομική βοήθεια οφείλεται η ανοικοδόμηση των σχολείων των δύο χωριών.

Λιβίσι (mikrasiatis.gr)
Η Μάκρη και το Λιβίσι αποτελούσαν διαφορετικές κοινότητες καθεμία, οι οποίες διοικούνταν από εξαμελή Εφοροδημογεροντία και τις οποίες αναδιοργάνωσε ο ιατρός Βασίλειος Σαράφης. Η Εφοροδημογεροντία φρόντιζε για τις θρησκευτικού και κοινωνικού χαρακτήρα υποθέσεις των Χριστιανών (γάμους, βαπτίσεις, συντάξεις προικοσυμφώνων κ.λπ.) και την εκπαίδευση σε συνεννόηση με την εκκλησιαστική αρχή. Χάρη στη συνετή διοίκηση, κατά το πλείστον, των Εφοροδημογεροντιών, χτίστηκαν και συντηρούνταν οι εκκλησίες, αναπτύχθηκε η εκπαίδευση και επιλύονταν ομαλά οι διαφορές μεταξύ του χριστιανικού πληθυσμού. Οι δύο μεγάλες εκκλησίες του Λιβισιού και ο Άγιος Νικόλαος της Μάκρης οικοδομήθηκαν με τη συνδρομή των Εφοροδημογεροντιών στο διάστημα 1860-1875.
Η Μάκρη και το Λιβίσι παρουσιάζουν πολλά κοινά πολιτιστικά στοιχεία με τα Δωδεκάνησα, ειδικά με τη Σύμη και τη Ρόδο, επίσης με την Κύπρο και τη γειτονική Πισιδία, σχέσεις που αποτυπώνονται στο γλωσσικό ιδίωμα, στη μουσική, την ενδυμασία, την αρχιτεκτονική και τις εθιμικές τελετουργίες. Στο τέλος του 19ου αι. και μέχρι την υποχρεωτική ανταλλαγή του 1922, η Μάκρη και το Λιβίσι γνώρισαν μέρες μεγάλης οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης.

Η έξοδος των χριστιανών κατοίκων της περιοχής και ο σεισμός του 1957 άλλαξαν σημαντικά την όψη της Μάκρης σε αντίθεση με το Λιβίσι. Το Λιβίσι παρέμεινε ακατοίκητο μετά την αποτυχημένη προσπάθεια εγκατάστασης εκεί ανταλλαξίμων από τη Μακεδονία. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών απέσπασαν από τα κτήρια την ξυλεία, πόρτες, παράθυρα, ξύλα οροφής και άφησαν τα σπίτια και τα μαγαζιά στο έλεος του χρόνου και των καιρικών συνθηκών.
Σήμερα, το Λιβίσι παραμένει όπως είχε εγκαταλειφθεί, ένα δείγμα μικρασιατικού οικισμού του 17ου τουλάχιστον αιώνα, ανέπαφου, που αξίζει προστασίας από το τουρκικό κράτος, το οποίο φαίνεται μάλλον απρόθυμο και από τους διεθνείς οργανισμούς. Η Μάκρη, μετά τη δεκαετία του ’50 εξελίχθηκε σε μια πόλη με συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό και τουριστικό ενδιαφέρον.


Η Μάκρη σήμερα (wikimapia.org)
Το 1922 στο πλαίσιο της υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών οι Μακρηνοί και Λιβισιανοί εγκατέλειψαν την πατρίδα τους κι ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα. Ήρθαν σχεδόν αποκλειστικά γυναικόπαιδα, γιατί οι άνδρες από 16 έως 60 ετών, ήταν εκτοπισμένοι στο εσωτερικό της Ανατολίας υφιστάμενοι μύριες κακουχίες.
Οι διώξεις του χριστιανικού πληθυσμού στην περιοχή της Μάκρης και του Λιβισίου, με τη μορφή εκτοπίσεων, φυλακίσεων και δολοφονιών, είχαν ξεκινήσει από το 1914 με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και συνεχίστηκαν με ενδιάμεσα διαστήματα ειρηνικής ζωής μέχρι το 1922. Όσοι διασώθηκαν επέστρεψαν μετά τη συνθήκη ανταλλαγής και αναζήτησαν τις οικογένειές τους.
Μετά από περιπέτειες και περιπλανήσεις ανά την Ελλάδα μια συμπαγής ομάδα 93 οικογενειών εγκαταστάθηκε στη θέση Ξυλοκέριζα της ΒΑ Αττικής, κοντά στον Μαραθώνα, η οποία μετονομάστηκε σε «Νέα Μάκρη» εις ανάμνησιν της μικρασιατικής πόλης καταγωγής των κατοίκων της. Άλλες ομάδες εγκαταστάθηκαν στην Ιτέα, στο Χρισσό και στο Γαλαξίδι Φωκίδος και μικρότερες ομάδες στη Δραπετσώνα, στη Τζια, στα Φαράκλα Εύβοιας, στην Ιεράπετρα της Κρήτης, στο Πλατανάκι Θηβών, στο Νέο Λιβίσι Ωρωπού, στη Λάρισα και αλλού. Κάποιοι επίσης, πριν και μετά το 1922, εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο, στη Νότια Γαλλία και στη μακρινή Αυστραλία.

Ο Άγιος Νικόλαος της Μάκρης (Μακρηνοί – Λιβισιανοί της Ρόδου – ΛΥΚΙΑ, fb)
Στη Νέα Μάκρη Αττικής, οι Μικρασιάτες πρόσφυγες του 1922 κατάφεραν να αξιοποιήσουν μια δύσκολη και δασώδη περιοχή με βάλτους και ελονοσία και μέσα σε τριάντα χρόνια περίπου, να σημειώσουν μια αξιόλογη πρόοδο. Η Νέα Μάκρη, αφού πέρασε στη φάση της ανοικοδόμησης, οπότε σχεδόν κατεδαφίστηκε ο προσφυγικός συνοικισμός για να δώσει τη θέση του σε νέα κτήρια, καταστήματα κ.λπ., ανεδείχθη από τη δεκαετία του ‘70 σε έναν από τους πιο δημοφιλείς τόπους παραθερισμού στην Αττική.
Σήμερα οι Μακρηνοί και οι Λιβισιανοί απόγονοι των προσφύγων του ’22 διατηρούν τη μνήμη της καταγωγής μέσα από τη λειτουργία του Πολιτιστικού Συλλόγου Μακρηνών – Λιβισιανών Νέας Μάκρης και του μικρού Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου στη Νέα Μάκρη Αττικής. Ο Σύλλογος μέσα από εκθέσεις, εκδόσεις και ποικίλες εκδηλώσεις προσπαθεί επίσης να συμβάλλει στην πολιτιστική και κοινωνική πρόοδο της περιοχής.

Η Μάκρη (mikrasiatis.gr)
Πίσω στην Τουρκία, η Μάκρη μετά τη δεκαετία του ’50 εξελίχθηκε σε μια σύγχρονη τουρκική πόλη και σε τουριστικό θέρετρο. Το Λιβίσι παραμένει όπως εγκαταλείφθηκε, ένα δείγμα μικρασιατικού οικισμού του 17ου αιώνα, που αξίζει προστασίας από το τουρκικό κράτος, το οποίο φαίνεται μάλλον απρόθυμο, αν όχι και εχθρικό στην ιδέα οποιασδήποτε αξιοποίησής του. Δυστυχώς, απρόθυμοι φαίνονται για την τύχη του οικισμού και οι διεθνείς οργανισμοί που θα έπρεπε να ενδιαφερθούν..
Στις εκκλησίες του Λιβισίου σώζονται ακόμα -παρά την τρομακτική φθορά του χρόνου και των στοιχείων της φύσης- εξαιρετικές αγιογραφίες του 13-14ου αιώνα, οι οποίες όμως, αν δεν συντηρηθούν άμεσα, θα χαθούν ολοσχερώς.. Βέβαια οι τουρκικές αρχές επιδεικνύουν μόνιμη τακτική αδιαφορίας και εγκατάλειψης.. Κατά καιρούς γίνονται γενικόλογες ανακοινώσεις, όπως το 2017, περί δήθεν νέων σχεδίων ανάπλασης του οικισμού, χωρίς όμως κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αποκορύφωμα ήταν οι πρόσφατοι βανδαλισμοί στις τοιχογραφίες εκκλησιών του Λιβισίου και του γειτονικού νησιού Gemiler (βυζαντινή Λεβισσός, «νησάκι Αγίου Νικολάου»).
Σήμερα στο Λιβίσι, αν και είναι ολόκληρο ερειπωμένο, σώζονται ακόμα οι σκελετοί και βασικές δομές περίπου 800 οικιών και 20 εκκλησιών, που αν συντηρούνταν κατάλληλα, θα μπορούσαν να σωθούν από την οριστική φθορά και τον αφανισμό που τα απειλεί. Παρ’ όλα αυτά, κατά τα τελευταία ιδίως χρόνια, η κατάσταση του οικισμού έχει χειροτερέψει τραγικά, ίσως πλέον και ανεπανόρθωτα…
Πηγές:
– Δέσποινα Μ. Δαμιανού, Επίκ. Καθηγήτρια ΔΠΘ, 2016, σε: domnasamiou.gr
– Πέτρος Μεχτίδης, «Το τέλος του Λιβισίου», 2020, σε: mikrasiatis.gr