Η Αθηνά μάχεται τον Εγκέλαδο στο Αέτωμα της Γιγαντομαχίας (Μουσείο Ακρόπολης)
Πολλοί έχουμε ακούσει ή έχουμε χρησιμοποιήσει τη λέξη «Εγκέλαδος» όταν γίνεται σεισμός και αξίζει να γνωρίζουμε την προέλευσή της που έρχεται από τα αρχαία χρόνια. Ετυμολογικά ο Εγκέλαδος μάλλον αποτελεί σύντμηση (έγκειμαι + λας), που σημαίνει ο εγκατεστημένος στα πετρώματα, στον στερεό φλοιό της Γης. Ωστόσο η μυθολογία έχει πιο βαθιά… εξήγηση.
Το κτήμα Τατοΐου βρίσκεται στη θέση της αρχαίας Δεκέλειας του δήμου Μεσογείων της αρχαίας Αθήνας, περίπου 15 χλμ. βόρεια του κέντρου. Σήμερα υπάγεται διοικητικά εν μέρει στον δήμο Διονύσου και εν μέρει στον δήμο Αχαρνών – Θρακομακεδόνων ΠΕ Ανατ. Αττικής. Υπήρξε οθωμανικό τσιφλίκι μαζί με τα γειτονικά του κτήματα Μαχούνια και Λιόπεσι, ενώ το τοπωνύμιο «Τατόι» θεωρείται ότι προέρχεται από το όνομα του αλβανοβλάχου φύλαρχου Τατόη, που έζησε στην περιοχή. Μετεπαναστατικά, τα τσιφλίκια αυτά αγοράστηκαν από τον Φαναριώτη ευγενή Αλέξανδρο Καντακουζηνό, με το κτήμα να καταλήγει στον γαμπρό του, σύζυγο της θυγατέρας του Ελπίδας Σκαρλάτο – Σούτσου.
Ο «Κήπος με τ’ αγάλματα» υπήρξε η πρώτη παιδική -και μάλιστα έγχρωμη- τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ, που προβλήθηκε για πρώτη φορά σαν σήμερα, στις 10 Ιανουαρίου 1981
Τόποι που με του φεγγαριού το αλησμονάνθι και με του ήλιου τους χυμούς με θρέψατε Σήμερα ονειρεύομαι για σας μάτια που να σας συντροφέψουν μ’ ένα φως καλύτερο…
Οδ. Ελύτης, Ήλιος ο πρώτος
Η Γερόνησος, ένα νησάκι στα ανοιχτά της Πέγειας στην Κύπρο, αποτελεί τόπο μοναδικής ιστορικής και οικολογικής αξίας, με αδιάκοπη ανθρώπινη παρουσία 5.000 ετών
Η Ιερά Νήσος ή, κατά παράφραση, «Γερόνησος» είναι ένα ακατοίκητο νησάκι από τον 14ο-15ο αιώνα, έκτασης 26.000 τ.μ., απέναντι από τις ακτές του κόλπου του Αγίου Γεωργίου στην Πέγεια της επαρχίας Πάφου. Υπήρξε σημαντικός λατρευτικός χώρος κατά την ύστερη Ελληνιστική περίοδο, οπότε οι πιστοί διέσχιζαν τα νερά για να επισκεφθούν το Ιερό του Απόλλωνα που είχε ανεγερθεί πάνω στο νησάκι. Το νησί διαδραμάτισε επίσης πολύ σημαντικό ρόλο στη ναυσιπλοΐα στην ανατολική Μεσόγειο.
Γεωλογικά η Γερόνησος αποτελείται από ένα σκληρό ασβεστολιθικό φλοιό από θαλάσσιες αναβαθμίδες του Πλειστόκαινου, υπερκείμενο ενός μαλακού πυρήνα από μάργα.
Στο νησί έγιναν, για πρώτη φορά, ανασκαφές το 1982 από τον Σοφοκλή Χατζησάββα, μετά από την υποβολή αίτησης κατασκευής ξενοδοχειακής μονάδας στον χώρο του. Σύντομα επιβεβαιώθηκε η παρουσία ελληνιστικών ερειπίων με τη συνακόλουθη απαγόρευση της ανοικοδόμησης στο νησί.
Η Joan Breton Connelly με μέλη της ομάδας της κατά τις ανασκαφές στη Γερόνησο
Το 1989, η αμερικανίδα αρχαιολόγος Joan Breton Connelly από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης άκουσε για το έργο και εντυπωσιάστηκε από το εύρος του υλικού που εντάχθηκε στις ανασκαφές που συνεχίστηκαν έκτοτε. Οι ανασκαφές του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης έχουν δείξει ότι το νησί πιθανόν να εθεωρείτο «ιερό» ή τουλάχιστον να ήταν συμβολικά φορτισμένο ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, αφού έχουν βρεθεί σε τεφροδόχο της πρώιμης Χαλκολιθικής περιόδου (περίπου 3800 π.Χ.) λίθινα εργαλεία, ένα ειδώλιο γυναίκας και μία χάντρα.
Κατά τον 1ο αιώνα π.Χ., η ανασκαφέας υποθέτει ότι οι οικογένειες έφερναν τους μικρούς τους γιους στην Ιερά Νήσο για να συμμετάσχουν σε τελετουργικές τελετές για την ενηλικίωσή τους. Μια κυκλική πλάκα που αποκαλύφθηκε πρόσφατα πιθανόν να χρησίμευε ως τόπος χορού, ενώ ενεπίγραφα όστρακα που βρέθηκαν μαρτυρούν ότι τα παιδιά μάθαιναν το ελληνικό αλφάβητο και πιθανόν εδώ να λειτουργούσε και σχολείο αρρένων ως τμήμα του Ιερού.
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως τρεις περιόδους ανθρώπινης παρουσίας στη Γερόνησο: την πρώιμη Χαλκολιθική (3800 π.Χ.), την ύστερη Ελληνιστική (80-30 π.Χ.) και τη Βυζαντινή περίοδο (6ος-7ος και 13ος αι. μ.Χ.), η πιο έντονη δραστηριότητα της οποίας είναι η ύστερη ελληνιστική περίοδος σε μια εποχή που η Κλεοπάτρα κυριάρχησε στην Κύπρο. Τα έργα που ανακαλύφθηκαν περιλαμβάνουν νομίσματα, κεραμικά, γυαλί και επιγραφές. Τα ασβεστολιθικά φυλαχτά, όμοια με εκείνα που χρησιμοποιούνταν στα κυπριακά ιερά του Απόλλωνα, δείχνουν την τελετουργική δραστηριότητα και τη λατρεία στον Απόλλωνα. Το νησί προφανώς εγκαταλείφθηκε μετά από καταστροφικό σεισμό τον 1ο αιώνα π.Χ. ή μ.Χ. Δραστηριότητα μικρού επιπέδου στο νησί αρχίζει και πάλι τον 6ο αιώνα μ.Χ., όταν χτίστηκε μια δεξαμενή και καταφύγια ζώων.
Τον περασμένο Απρίλιο στο πλαίσιο της υπογραφής διατάγματος για την προστασία σημαντικών περιοχών του Εθνικού Δασικού Πάρκου (ΕΔΠ) Ακάμα, η Γερόνησος κηρύχθηκε προστατευόμενο «Φυσικό Μικραπόθεμα» καθώς στο νησί απαντά το απειλούμενο είδος Cistanche phelypaea, που περιλαμβάνεται στο Κόκκινο Βιβλίο της Χλωρίδας της Κύπρου ως «Κρισίμως Κινδυνεύον» (Critically Endangered).
Είχε προηγηθεί επί τόπου επίσκεψη στο νησί μελών του Τμήματος Δασών, του Τμήματος Αρχαιοτήτων και του Δήμου Πέγειας, παρουσία της αρχαιολόγου Τζόαν Κόνελι, προκειμένου να διαπιστωθούν, κατόπιν σχετικής αυτοψίας, οι συνθήκες στις οποίες βρίσκεται το προς εξαφάνιση είδος και κατά πόσο επηρεάζεται από τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Πρόκειται για παρασιτικό φυτό που δεν αναπτύσσει δική του χλωροφύλλη, με εντυπωσιακά κίτρινα άνθη την περίοδο της ανθοφορίας του, που απαντάται σε μικρούς αριθμούς στη Γερόνησο (ΕΔΠ Ακάμα) και στη χερσόνησο Ακρωτηρίου εντός των Βρετανικών βάσεων.
Σήμερα, ο πληθυσμός του φυτού είναι εξαιρετικά μικρός. Λιγότερα από 20 φυτά του είδους αυτού έχουν απομείνει στη Γερόνησο, με αποτέλεσμα να απειλείται πλέον σοβαρά με εξαφάνιση από την Κύπρο. Το Τμήμα Δασών με επιστολή του προς το Τμήμα Αρχαιοτήτων προειδοποίησε ότι ο πληθυσμός της Cistanche phelypaea έχει επηρεαστεί ανεπανόρθωτα από τις ανασκαφές, που διενεργούνται στη Γερόνησο τις τελευταίες δεκαετίες, και ζήτησε να αποκλεισθούν των αρχαιολογικών ανασκαφών τα σημεία στο νησί, όπου έχουν εντοπιστεί τα τελευταία αυτά φυτά.
Cistanche phelypaea
Και ο αρμόδιος Δήμος Πέγειας ζήτησε με τη σειρά του να διενεργηθούν οι δέουσες μελέτες για την προστασία του περιβάλλοντος στη Γερόνησο, λαμβανομένου υπόψη ότι το νησί εντάσσεται στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Natura 2000 και στην ευρύτερα προστατευόμενη περιοχή του Ακάμα. Από την πλευρά της η επικεφαλής της ομάδας ανασκαφών διάσημη αρχαιολόγος Τζόαν Κόνελι διαβεβαίωσε ότι από την έναρξη των ανασκαφικών εργασιών έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα, σύμφωνα με σχετικές μελέτες και υποδείξεις της Σχολής Δασολογίας του Πανεπιστημίου του Γέιλ των ΗΠΑ (Yale School of Forestry), προκειμένου να προστατευτεί το σπάνιο αυτό είδος που απαντάται στο περιβάλλον της Γερονήσου.
Με την κήρυξη της περιοχής ως Φυσικού Μικραποθέματος και τη συνακόλουθη εφαρμογή στο νησί όλων των σχετικών πρακτικών, κανόνων και μέτρων που επιβάλλει το νέο αυστηρό καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας του, έγινε το πρώτο καθοριστικό βήμα για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του σπάνιου και απειλούμενου αυτού είδους και για τη διατήρηση αναλλοίωτης της μεγάλης οικολογικής σημασίας της Γερονήσου.
Ο «ομφαλός της γης» κατά τους αρχαίους, οι Δελφοί, σε ένα εκπληκτικό βίντεο
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως στους Δελφούς βρισκόταν το κέντρο της γης. Πάνω από τα ερείπια της αρχαίας πόλης οι εικόνες που κατέγραψε το drone συναρπάζουν. Σε ένα καταπράσινο τοπίο με απόκρημνες πλαγιές, στις νότιες υπώρειες του Παρνασσού, βρίσκονται οι Δελφοί. Εκεί ιδρύθηκε και άκμασε το σημαντικότερο θρησκευτικό κέντρο της αρχαιότητας ελκύοντας μέχρι και σήμερα επισκέπτες από όλα τα μέρη της γης.
Ο δίσκος της Φαιστού (2η χιλιετία π.Χ., Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου)
L. Pernier
Στις 3 Ιουλίου 1908 ο ιταλός αρχαιολόγος Luigi Pernier (1874-1937) ανακάλυψε, στο υπόγειο του δωματίου XL-101 του Μινωικού ανακτόρου της Φαιστού, τον περίφημο δίσκο της Φαιστού. Ο πήλινος αμφιπρόσωπος ενεπίγραφος δίσκος (με διάμετρο 16 εκ. και πάχος 2,1 εκ.) χρονολογείται πιθανώς στη Μέση Εποχή του Χαλκού (αρχές Νεοανακτορικών Χρόνων, 17ος αιώνας π.Χ.).
Μετά από είκοσι χρόνια περιπέτειας ξεκίνησε η διαδικασία εγκρίσεων και αδειοδότησης για την κατασκευή του έργου ηλεκτροδότησης του ιστορικού χώρου της Σπιναλόγκας. Πριν από λίγες ημέρες το δημοτικό συμβούλιο Αγίου Νικολάου Κρήτης ενέκρινε το έργο καθώς και τους όρους της σχετικής σύμβασης με τον ΔΕΔΔΗΕ, φορέα εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Πλέον το μόνο που απομένει είναι η έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκειμένου να προχωρήσει η υλοποίηση του έργου χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση.
Όταν ο στρατός κατοχής έμπαινε στην πρωτεύουσα, τον Απρίλη του 1941, είχε πια συμπληρωθεί το έργο της απόκρυψης των αρχαίων θησαυρών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ). Έξι ολόκληρους μήνες, όσο κράτησε το Αλβανικό έπος, χρειάσθηκαν για να φυλαχθούν τα αρχαία μας που για την τύχη τους τόσο ανησύχησε ο λαός μας, στο άκουσμα του πολέμου. Η όψη του μουσείου τον Απρίλη του 1941, γυμνωμένου από όλο το περιεχόμενό του, ήταν μια εικόνα ερήμωσης. Οι τοίχοι γυμνοί, τα δάπεδα πολλών αιθουσών σκαμμένα για να ταφούν μερικά αγάλματα, οι προθήκες άδειες… Μιλώ για το παλαιό κτήριο του Ziller· η νέα πτέρυγα της οδού Μπουμπουλίνας μόλις είχε παραδοθεί.
Οι άδειοι χώροι του παλαιού κτηρίου έγιναν σύντομα πολύτιμοι με την κατάληψη πολλών υπηρεσιών από τις δυνάμεις της κατοχής. Όλες οι υπηρεσίες του Κεντρικού Ταχυδρομείου μεταφέρθηκαν στις αίθουσες του Μουσείου δεξιά από τα προπύλαια και εκεί έμειναν ως το τέλος του πολέμου. Στο μεγάλο κεντρικό τμήμα του, εκεί που ήταν η Μυκηναϊκή και Αιγυπτιακή αίθουσα, στεγάστηκε η Κρατική Ορχήστρα. Σε μια αίθουσα της μεσημβρινής πλευράς προς την οδό Τοσίτσα, απομονωμένη με τοίχο από τις άλλες του Ταχυδρομείου, φυλάχτηκαν κιβώτια με αρχαία της αιγυπτιακής συλλογής και άλλα.
Στη δυτική πλευρά, αριστερά από τα προπύλαια, καθώς και σε όλη τη βορεινή, τάφηκαν ένα πλήθος αρχαία, πρώτος ο κολοσσιαίος κούρος του Σουνίου, όσα δεν μεταφέρθηκαν στα υπόγεια. Πώς έγινε αυτό, θα το εξηγήσω αμέσως. Τα πατώματα του Μουσείου με τα ωραία μωσαϊκά του 19ου αι. ήσαν στρωμένα πάνω σε επίχωση. Αυτή η επιχωμάτωση ύψους αρκετών μέτρων αποτελούσε το μόνο στερεό βάθρο του κτηρίου, που το συγκρατούσαν οι εξωτερικοί τοίχοι. Καθιζήσεις γίνονταν παροδικά στις παρυφές δύο αιθουσών και για την εξασφάλιση των μεγαλυτέρων αγαλμάτων είχαν σφηνωθή στα μέλη τους βαριά σίδερα.
Καθώς λοιπόν το παλαιό κτήριο δεν είχε υπόγεια αλλά μόνο χώμα, σωτήρια για τη φύλαξη των αρχαίων στάθηκαν τα υπόγεια κυρίως της νέας πτέρυγας (ισόγεια από την εσωτερική αυλή) προς την οδό Ηρακλείου και Μπουμπουλίνας. Εκεί, έξι ολόκληρους μήνες, συγκεντρώνονται τα γλυπτά, τα χάλκινα και τα πήλινα (αγγεία και ειδώλια). Πολύ πρωί, πριν να δύση η σελήνη, συγκεντρώνονταν στο Μουσείο όσοι είχαν αναλάβει την εργασία τούτη, νύκτα έφευγαν το βράδυ για να πάνε στα σπίτια τους.
Η φύλαξη των γλυπτών έγινε ανάλογα με τη σημασία του καθενός, μέσα σε κάθε κιβώτιο ή πάνω στο χώμα. Αρκετά σπουδαία αγάλματα μεταφέρθηκαν σε φυσικά κρησφύγετα της Αθήνας για να αποφευχθεί η συγκέντρωση σε έναν τόπο. Τα μεγάλα χάλκινα αγάλματα σκεπάστηκαν, πριν ταφούν, με μαύρα πισσόχαρτα, με πίσσα αλείφτηκαν μέσα και έξω οι κάσσες, μια αναγκαία προφύλαξη από την υγρασία. Όλο το πλήθος των μικρών χαλκίνων φωτογραφήθηκε πριν από τον εγκιβωτισμό τους. Αυτά γίνονταν κάτω στα υπόγεια, ενώ ψηλά, στο παλαιό κτήριο, ο παλαίμαχος μακαρίτης γλύπτης Ανδρέας Παναγιωτάκης εφρόντιζε για το κατέβασμα κολοσσικών αγαλμάτων σε βαθείς λάκκους.
Ο τότε Έφορος των γλυπτών Γιάννης Μηλιάδης κατεύθυνε και ρύθμιζε την εργασία αυτή. Αλλά προβλήματα παρουσίασαν οι πολλές χιλιάδες της Συλλογής αγγείων και μικροτεχνημάτων και δεν θα ήταν δυνατόν το περιτύλιγμα τόσου πλήθους μικρών αντικειμένων χωρίς την αυθόρμητη βοήθεια και λίγων ξένων αρχαιολόγων. Το όνομα του μακαρίτη Otto Walter, Διευθυντού του Αυστριακού Ινστιτούτου, αξίζει να μνημονευθή με ξεχωριστή ευγνωμοσύνη, όπως και του Άγγλου Allan Wace, για τη συμπαράστασή τους στη φύλαξη των αρχαίων της Μυκηναϊκής Συλλογής.
Σε όλη την εργασία του ξεριζώματος και του εγκιβωτισμού των αρχαίων της συλλογής, αγγείων και μικροτεχνημάτων, πρωτοστατούσε ο μακαρίτης αρχιτεχνίτης Γεώργιος Κοντογιώργης, ένας από τους τεχνίτες του Μουσείου που τόσα πρόσφεραν και προσφέρουν στην ανάδειξη και την ασφάλεια των αρχαίων. Ξεχωριστή μέριμνα δόθηκε στη συγκέντρωση και τον εγκιβωτισμό των πολυτίμων αντικειμένων της συλλογής, χρυσών, δακτυλιολίθων κ.ά. Αφού κλείστηκαν σε κάσσες, σφραγίσθηκαν και στάλθηκαν μαζί με τις κάσσες των πολυτίμων της Μυκηναϊκής Συλλογής στην Τράπεζα της Ελλάδος. Στα βαθειά υπόγειά της φυλάχθηκαν όλοι οι θησαυροί αυτοί στα χρόνια του πολέμου και ύστερα, έως ότου τελείωσαν οι κτηριακές εργασίες.
Επιτροπές από άλλους ανωτάτους υπαλλήλους παραλάμβαναν από τους υπευθύνους του Μουσείου τα αρχαία πριν εγκιβωτιστούν. Η αρίθμηση των κιβωτίων γινόταν με προσοχή, πρωτόκολλα σχηματίζονταν. Για το ενδεχόμενο βομβαρδισμού του Μουσείου, όλα τα υπόγεια όπου αποτέθηκαν τα γλυπτά, τα μικροτεχνήματα και τα χάλκινα σκεπάστηκαν έως ψηλά με ένα παχύ στρώμα στεγνής άμμου, ενώ εξωτερικά όλα τα παράθυρα εκρύφθηκαν με απανωτούς σάκκους άμμου.
Όσες γωνιές του Μουσείου απόμειναν ελεύθερες χρησιμοποιήθηκαν σιγά – σιγά για διαφόρους σκοπούς. … Για τα γραφεία των υπαλλήλων του Μουσείου έμεινε μόνο το πρώτο πάτωμα της νέας πτέρυγας, προς την οδό Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας. Εκεί συγκεντρώθηκε και η άχρηστη πια σκευή του, το πλήθος των άδειων προθηκών, αλλά και τα κιβώτια με το περιεχόμενο ενός άλλου Μουσείου, του Εθνολογικού Μουσείου του Αγώνα. … Αρκετοί πίνακες της Εθνικής Πινακοθήκης, μικροί και μεγαλύτεροι, καθώς και τα Γενικά Αρχεία του Κράτους ασφαλίστηκαν στους φιλόξενους χώρους του Εθνικού Μουσείου. …
Η σημαντικότερη ζημία έγινε στο παλαιό κτήριο τις ημέρες του Δεκεμβριανού εφιάλτη. Βόμβες έπεσαν στη στέγη που ήταν όλη ξύλινη, δεν έφθασαν όμως έως τα αρχαία μάρμαρα τα θαμμένα βαθειά στο χώμα. Μια τελευταία περιπέτεια δεν κράτησε ευτυχώς πολύ. Όταν το Υπουργείο Προνοίας έφυγε από το επάνω πάτωμα της νέας πτέρυγας, χρησίμευσε όλο τούτο, ύστερα από τα Δεκεμβριανά, για φυλακές των κρατουμένων. Διάλυση, χάος, ερήμωση του σεβαστού κτηρίου, αβάσταχτο κρύο στους χειμώνες της πείνας, η ανία του ατέλειωτου καλοκαιριού, δεν ήταν ωστόσο αρκετά για να διώξουν την πίστη τη ριζωμένη βαθειά, ούτε να κλονίσουν τη συναίσθηση της υποχρέωσης να φρουρηθούν τ’ αρχαία μας από την ανθρώπινη μανία της καταστροφής. Αντίθετα, τόνωναν τον ενθουσιασμό των υπευθύνων και όταν τελείωσαν τα δεινά, άναψε η θέρμη για τον ξαναγεννημό του Εθνικού Μουσείου.
* Αποσπάσματα από κείμενο της αρχαιολόγου Σέμνης Καρούζου, που είχε δημοσιευτεί στα Πρακτικά του Α’ Συνεδρίου του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (Αθήνα, 30 Μαρτίου – 3 Απριλίου 1967).
Η Σέμνη Καρούζου, το γένος Παπασπυρίδη, έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών, στις 8 Δεκεμβρίου 1994, έχοντας καταφέρει να διαγράψει σπουδαία πορεία στο επιστημονικό πεδίο όπου δραστηριοποιήθηκε επί πολλές δεκαετίες (χρόνος υπηρεσίας 1921-1964). Η γεννηθείσα το 1897 Καρούζου υπήρξε σύζυγος του διακεκριμένου αρχαιολόγου και ακαδημαϊκού Χρήστου Καρούζου, διευθυντή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ) από το 1942 έως το 1964. Η Καρούζου, αφού εργάστηκε αρχικά ως επιμελήτρια αρχαιοτήτων στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, διετέλεσε έφορος της Συλλογής Αγγείων και Μικροτεχνίας του ΕΑΜ από το 1933 έως το 1964.
«Δυστυχώς ήλθε ο πόλεμος και οι Έλληνες αρχαιολόγοι υπέστησαν τη σκληρή δοκιμασία να ξηλώσουν οι ίδιοι με τα χέρια τους τα Μουσεία μας δια να κρύψουν και διαφυλάξουν τα αρχαία από τους κινδύνους του πολέμου» Γ. Μηλιάδης, απόσπασμα ραδιοφωνικής συνέντευξης (1953)
Ένα συγκλονιστικό βίντεο ντοκουμέντο για την επιχείρηση κατάχωσης των αρχαίων αγαλμάτων και θησαυρών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου σε υπόγειους και πλαϊνούς χώρους του κτηρίου από τους υπαλλήλους του, τον Δεκέμβρη του 1940, προκειμένου να σωθούν από τη λεηλασία, τη βαρβαρότητα και τους βομβαρδισμούς του πολέμου που ξεκινούσε… Τα αρχαία, αφού καταχώθηκαν με κάθε προφύλαξη και προσοχή, καταγράφηκαν σε λεπτομερείς καταλόγους που τηρούσαν οι άνθρωποι του μουσείου και έμειναν καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής σκεπασμένα με τόνους χώμα και άμμο, προκειμένου να κρυφτούν από τον εχθρό και να αντέξουν σε πιθανούς κραδασμούς από βομβαρδισμούς και επιθέσεις. Όταν οι Ναζί μπήκαν στην Αθήνα βρήκαν το μουσείο άδειο. Το κτήριο επιτάχθηκε και κατέστη χώρος υπηρεσιών των Γερμανών. Στα υπόγεια και μέσα στους σκαμένους τοίχους του τα αρχαία αγάλματα αναπαύονταν προφυλαγμένα περιμένοντας -και αυτά- την ώρα της λευτεριάς!
Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο πλαίσιο της σειράς των πρωτοποριακών, αρχαιολογικών εκθέσεών του με επίκεντρο τον Άνθρωπο και σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, παρουσιάζει την εμβληματική, αρχαιολογική έκθεση «ΚΑΛΛΟΣ. Η Υπέρτατη Ομορφιά».
Ο Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Δούκας (1760-1845) ήταν Φιλικός και σημαντικός διδάσκαλος του Έθνους προ, κατά και μετά την Επανάσταση του 1821. Κατά τον Κωνσταντίνο Σάθα «ολίγους των λογίων δύναταί τις να παραβάλλη με τον Νεόφυτον, ως προς το άοκνον και φιλόπονον αυτού. Εις το γράφειν. Τα συγγράμματα τα οποία αυτός εσχολίασε, παρέφρασεν ή συνέγραψεν αποτελούσιν πλήρη βιβλιοθήκην, υπερβαίνοντα τους εβδομήκοντα τόμους. Εδαπάνησεν εις έκδοσιν αυτών δραχμάς εκατόν πεντήκοντα εξ χιλιάδας και τα αντίτυπα πάντα δωρεάν διένειμεν εις την ελευθέραν και δούλην Ελλάδα» (Κων. Σάθα, «Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων 1453-1821», εκδ. Χιωτέλλη, Αθήναι, 1868, σελ. 705).
Η Παναγία Εκατονταπυλιανή αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα, καλοδιατηρημένα παλαιοχριστιανικά μνημεία που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια και μάλιστα το μεγαλύτερο σε μέγεθος μετά τον Άγιο Δημήτριο και την Αχειροποίητο Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με την παράδοση, το αρχικό κτίσμα του ναού ήταν έργο του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου προς εκπλήρωση επιθυμίας της μητέρας του, της Αγίας Ελένης. Στο σημείο αυτό αναφέρεται ότι κατά το ταξίδι της Αγίας Ελένης προς τους Αγίους Τόπους, λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής, το πλοίο που επέβαινε αναγκάσθηκε να καταφύγει στην Πάρο. Εκεί προσευχόμενη η Αγία Ελένη στην Παναγία, προστάτιδα της Κωνσταντινουπόλεως, έταξε με την ολοκλήρωση του ταξιδιού της να κτίσει μια μεγαλόπρεπη εκκλησία αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Το τάμα αυτό ήταν το υλοποίησε ο γιος της Μεγάλος Κωνσταντίνος χτίζοντας μια τρίκλιτη βασιλική περί τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Ο Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Δούκας (1760-1845) ήταν Φιλικός και σημαντικός διδάσκαλος του Έθνους προ, κατά και μετά την Επανάσταση του 1821. Κατά τον Κωνσταντίνο Σάθα «ολίγους των λογίων δύναταί τις να παραβάλλη με τον Νεόφυτον, ως προς το άοκνον και φιλόπονον αυτού. Εις το γράφειν. Τα συγγράμματα τα οποία αυτός εσχολίασε, παρέφρασεν ή συνέγραψεν αποτελούσιν πλήρη βιβλιοθήκην, υπερβαίνοντα τους εβδομήκοντα τόμους. Εδαπάνησεν εις έκδοσιν αυτών δραχμάς εκατόν πεντήκοντα εξ χιλιάδας και τα αντίτυπα πάντα δωρεάν διένειμεν εις την ελευθέραν και δούλην Ελλάδα» (Κων. Σάθα, «Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων 1453-1821», εκδ. Χιωτέλλη, Αθήναι, 1868, σελ. 705).
Ο Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Δούκας (1760-1845) ήταν Φιλικός και σημαντικός διδάσκαλος του Έθνους προ, κατά και μετά την Επανάσταση του 1821. Κατά τον Κωνσταντίνο Σάθα «ολίγους των λογίων δύναταί τις να παραβάλλη με τον Νεόφυτον, ως προς το άοκνον και φιλόπονον αυτού. Εις το γράφειν. Τα συγγράμματα τα οποία αυτός εσχολίασε, παρέφρασεν ή συνέγραψεν αποτελούσιν πλήρη βιβλιοθήκην, υπερβαίνοντα τους εβδομήκοντα τόμους. Εδαπάνησεν εις έκδοσιν αυτών δραχμάς εκατόν πεντήκοντα εξ χιλιάδας και τα αντίτυπα πάντα δωρεάν διένειμεν εις την ελευθέραν και δούλην Ελλάδα» (Κων. Σάθα, «Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων 1453-1821», εκδ. Χιωτέλλη, Αθήναι, 1868, σελ. 705).
Η Παναγία Εκατονταπυλιανή αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα, καλοδιατηρημένα παλαιοχριστιανικά μνημεία που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια και μάλιστα το μεγαλύτερο σε μέγεθος μετά τον Άγιο Δημήτριο και την Αχειροποίητο Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με την παράδοση, το αρχικό κτίσμα του ναού ήταν έργο του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου προς εκπλήρωση επιθυμίας της μητέρας του, της Αγίας Ελένης. Στο σημείο αυτό αναφέρεται ότι κατά το ταξίδι της Αγίας Ελένης προς τους Αγίους Τόπους, λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής, το πλοίο που επέβαινε αναγκάσθηκε να καταφύγει στην Πάρο. Εκεί προσευχόμενη η Αγία Ελένη στην Παναγία, προστάτιδα της Κωνσταντινουπόλεως, έταξε με την ολοκλήρωση του ταξιδιού της να κτίσει μια μεγαλόπρεπη εκκλησία αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Το τάμα αυτό ήταν το υλοποίησε ο γιος της Μεγάλος Κωνσταντίνος χτίζοντας μια τρίκλιτη βασιλική περί τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Οι σημάντορες άνεμοι που ιερουργούνεπου σηκώνουν το πέλαγος σαν Θεοτόκοπου φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλιαπου σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται.Οι αγένειοι δόκιμοι της τρικυμίαςοι δρομείς που διάνυσαν τα ουράνια μίλιαοι Ερμήδες με το μυτερό σκιάδικαι του μαύρου καπνού το κηρύκειο.Ο Μαΐστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπήςο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σιρόκοςη Τραμουντάνα, η Όστρια.Οδ. Ελύτης, «Το Άξιον Εστί - Δοξαστικόν»
Το Ωρολόγιο του Ανδρόνικου του Κυρρήστου ή Πύργος των Ανέμων (Αέρηδες) είναι ένα θαυμάσιο οικοδόμημα από πεντελικό μάρμαρο σχήματος οκταγωνικού. Κτίσθηκε από τον αστρονόμο Ανδρόνικο από την Κύρρο στο πρώτο μισό του 1ου αιώνα π.Χ. και βρίσκεται στη Ρωμαϊκή Αγορά στις βόρειες υπώρειες της Ακρόπολης.
Στο πάνω μέρος κάθε πλευράς του εικονίζονται ανάγλυφα οι άνεμοι με τα σύμβολά τους και τα ονόματά τους χαραγμένα. Κάθε μία από τις πλευρές του Πύργου των Ανέμων αντιστοιχεί σε ένα από τα οκτώ σημεία του ορίζοντα της Αθήνας. Εξωτερικά υπήρχαν οκτώ ηλιακά ρολόγια, ενώ εσωτερικά λειτουργούσε υδραυλικό ρολόι. Το μνημείο εξυπηρετούσε δύο σκοπούς, αφ’ ενός μεν έδειχνε την εκάστοτε διεύθυνση των ανέμων, αφ’ ετέρου δε μετρούσε τον χρόνο.
Στη ζωφόρο παρίστανται οι οκτώ άνεμοι με ανάγλυφες συμβολικές παραστάσεις νεαρών ή ενηλίκων ανδρών, με τις επιγραφές των ονομάτων τους: Βορέας (βορράς), Καικίας (βορειοανατολικός), Νότος (νότιος), Λιψ (νοτιοδυτικός), Απηλιώτης (ανατολικός), Εύρος (νοτιοανατολικός), Ζέφυρος (δυτικός) και Σκίρων (βορειοδυτικός).
Η περιοχή γύρω από το μνημείο ανασκάφηκε μεταξύ 1837-1845 από την Αρχαιολογική Εταιρεία, καθώς ο Πύργος των Ανέμων είχε επιχωσθεί κατά το ήμισυ με την πάροδο των αιώνων. Αναστηλωτικές εργασίες στον Πύργο έγιναν μεταξύ των ετών 1916-1919 από τον καθηγητή Αναστάσιο Ορλάνδο. Όταν οι ανασκαφές (1946-1948) έφεραν στο φως τον αρχαιολογικό χώρο της Ρωμαϊκής Αγοράς δημιουργήθηκε στην περιοχή ένα πλάτωμα, το οποίο σήμερα είναι ένα από τα γοητευτικότερα και πολυσύχναστα σημεία της Πλάκας, ευρύτερα γνωστό ως «Αέρηδες».