Περικλής Κοροβέσης …εις Μνήμην

Περικλής Κοροβέσης
(Αργοστόλι 20 Ιουλ. 1941 – Αθήνα 11 Απρ. 2020)

Η ανομία κάθεται στη θέση του νόμου, η νομιμότητα «τίθεται» εκτός νόμου. Εδώ είναι η κακοήθης ανατροπή. Ο πολίτης επανέρχεται στη θέση του υπηκόου, είναι δέσμιος και ανυπεράσπιστος απέναντι στον μηχανισμό βίας της καταχρηστικής εξουσίας. Από τη στιγμή που ανατρέπεται το Σύνταγμα που καθιέρωσε τη διάκριση των εξουσιών, την Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας από το Κοινοβούλιο και τον Τύπο, ουσιαστικά καταργείται το κράτος δικαίου, και ο δρόμος είναι ανοιχτός για την κρατική παραβατικότητα, την αστυνομική αυθαιρεσία και το ίδιο το έγκλημα (Περικλής Κοροβέσης, «Ανθρωποφύλακες», Οι εκδόσεις των συναδέλφων, Αθήνα 2020, σελ. 15).

Πόσες «αναλογίες» μπορούμε να μετρήσουμε σε σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα σε αυτές τις λίγες γραμμές; Κι όμως αυτό που περιγράφει ο Κοροβέσης, που έφυγε σαν σήμερα από τη ζωή τον Απρίλη του 2020, είναι το καθεστώς της χούντας των συνταγματαρχών από το οποίο διώχθηκε, φυλακίστηκε και βασανίστηκε φριχτά.

Το έργο του «Ανθρωποφύλακες» υπήρξε η πρώτη επώνυμη μαρτυρία για τα βασανιστήρια επί Χούντας, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Look» τον Μάιο του 1969, και αργότερα αποτέλεσε το πρώτο βιβλίο που κυκλοφόρησε για τα βασανιστήρια μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες. Το εμβληματικό έργο του Κοροβέση φανέρωσε σε ολόκληρο τον κόσμο το πραγματικό πρόσωπο της δικτατορίας των συνταγματαρχών, ενώ βαρύνουσας σημασίας στάθηκε η κατάθεση του ίδιου του συγγραφέα στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Η Χούντα, βέβαιη για την καταδίκη της, έσπευσε ν’ αποχωρήσει η ίδια από το Συμβούλιο, παραδεχόμενη εμμέσως τις καταθέσεις του Κοροβέση και των άλλων θυμάτων της, μεταξύ των οποίων ο Ανδρέας Λεντάκης και η Κίττυ Αρσένη, που κατόρθωσαν και έφθασαν στο βήμα του Στρασβούργου. Τελικά και η επίσημη αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης οδήγησε στη διεθνή απομόνωση του καθεστώτος.

Ο Περικλής Κοροβέσης (Αργοστόλι, 20 Ιουλίου 1941 – Αθήνα, 11 Απριλίου 2020) υπήρξε συγγραφέας, λογοτέχνης, ποιητής, ακτιβιστής και αγωνιστής με πολύ σημαντική αντιδικτατορική δράση. Σπούδασε Θέατρο με τον Δημήτρη Ροντήρη, σημειολογία με τον Ρολάν Μπαρτ και παρακολούθησε μαθήματα των Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Μαρσέλ Ντετιέν και Κορνήλιου Καστοριάδη στο Παρίσι. Από μικρή ηλικία μετείχε στο μαχητικό δημοκρατικό κίνημα της αριστεράς.

Οι πρώτες καταγγελίες για χρήση βασανιστηρίων από το καθεστώς είχαν γίνει από αυτοεξόριστους Έλληνες στο εξωτερικό. Οι πραξικοπηματίες διαρρήγνυαν τα ιμάτια τους απέναντι στις κατηγορίες τις οποίες απέδιδαν σε «…ψίθυρο των ανθελλήνων και δάκτυλο κομμουνιστών». Η καμπή έγινε τον Δεκέμβριο του 1967, όταν ο Τζέιμς Μπέκετ, δικηγόρος της Διεθνούς Αμνηστίας κατέφθασε στην Ελλάδα, με σκοπό να καταγράψει το εύρος του ζητήματος. Όσα διαπίστωσε τον άφησαν άναυδο… Την ώρα που ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός δήλωνε πως «ουδέν είδε…» στην Ελλάδα, ο Μπέκετ συνέταξε αποκαλυπτική έκθεση για τα θύματα και τους τρόπους βασανισμού, η οποία οδήγησε στην αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης και στην απομόνωση του καθεστώτος στην οποία πρωτοστάτησαν ενεργά κυρίως οι Σκανδιναβικές χώρες και ο ελεύθερος και δημοκρατικός κόσμος της εποχής. Στο κατηγορητήριο περιλαμβάνεται ο φάκελος «Βασανιστήρια» που είχε εκδώσει η επιθεώρηση Athènes-Presse Libre, το 1969, και η ανατριχιαστική μαρτυρία του Περικλή Κοροβέση που αποτέλεσε το περιεχόμενο του βιβλίου του.

Το κτήριο και η ταράτσα της Υποδιευθύνσεως Ασφαλείας Αθηνών
επί της οδού Μπουμπουλίνας αριθ. 18 όπου βασανίστηκαν φρικτά
πολλοί αγωνιστές πατριώτες με αντιδικτατορική δράση και η σύγχρονη
πολυκατοικία (κέντρο) που ανεγέρθηκε στη θέση του κατά τη Μεταπολίτευση

Η «Επιστημονική Ανάκριση» της ταράτσας περιγράφεται στους «Ανθρωποφύλακες» του Περικλή Κοροβέση: «Η ταράτσα της Μπουμπουλίνας έχει το πιο γνωστό πλυσταριό του κόσμου. Η ασφαλίτικη επινοητικότητα, με εντελώς μηδαμινά μέσα -έναν πάγκο, ένα σκοινί και μερικά στειλιάρια, δημιούργησε μια από τις πιο ένδοξες αίθουσες βασανιστηρίων της εποχής μας. Πριν σε πάνε εκεί την ξέρεις. Όταν μπαίνεις έχεις την εντύπωση πως την έχεις ξαναδεί. Αυτό που είναι καινούργιο για σένα, είναι ο πανικός. … Μ’ ανεβάζανε στην ταράτσα. Η γνωστή παρέα κι ο Σπανός. Κάποιος χαφιές που τους είδε να ανεβαίνουν, τους χαιρέτησε λέγοντας: «Από κυνήγι έρχεστε;» … Η πινακίδα γράφει: “Απαγορεύεται αυστηρά η είσοδος”. … Έμοιαζε με ιεροτελεστία ανθρωποθυσίας. Κανένας δεν μίλαγε πια. Δουλεύανε. Τα βάζανε με κάποιον Μπάμπαλη και με κάποιον Μάλλιο, που είναι τσαπατσούληδες. … Οδηγίες Σπανού προς τον χειρώνακτα βασανιστή: «Δώσε φυστίκι, Κώστα». «Ξύλο, σίδερο;». «Ξύλο και βλέπουμε». «Μάλιστα γιατρέ». Ο Κώστας έφτυσε τα χέρια του, πήρε το ξύλο κι άρχισε. Ο Φάλαγγας είναι μια υπερβολικά μεγάλη δύναμη που ενεργεί πάνω σου. Σου δίνει την εντύπωση πως γλιστράς σε μια μεγάλη επικλινή γυαλιστερή επιφάνεια και πέφτεις πάνω σ’ έναν σκληρό, γρανιτένιο τοίχο. Αν δεν ήξερες πως σε χτυπάνε στα πόδια θα σου ήταν δύσκολο να προσδιορίσεις από πού έρχεται…».

Τα βασανιστήρια και η Μπουμπουλίνας έμειναν από τότε δύο άρρηκτα συνδεδεμένες λέξεις. Οι συλλήψεις γίνονταν συνήθως νύχτα και στην πλειονότητά τους χωρίς εντάλματα. Πολλοί μάλιστα συλλαμβάνονταν χωρίς να τους απαγγελθεί κατηγορία και κρατούνταν στην Ασφάλεια για μέρες ή μήνες, προληπτικά, με τη δικαιολογία πως έπρεπε να δώσουν «διευκρινήσεις». Στο σύγχρονο κολαστήριο στο οποίο ανακρίνονταν χιλιάδες συλληφθέντες οι μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν οι βασανιστές της Ασφάλειας ήταν: σωματική κακοποίηση, ξύλο, φάλαγγα, αυστηρή απομόνωση σε άθλιες συνθήκες, εκφοβισμός, ταπείνωση, εικονικές εκτελέσεις, ηλεκτροσόκ με τη συμμετοχή ιατρικού προσωπικού που υπηρετούσε τη χούντα. Σύμφωνα με μαρτυρίες, εκείνη την περίοδο οι ήχοι της ταράτσας ανατρίχιαζαν ολόκληρη τη γειτονιά, ενώ η βιαιότητα των βασανιστηρίων ήταν τέτοια, ώστε 22 άτομα πέθαναν κατά τη διάρκεια της κράτησής τους και άλλα 21 λίγες μέρες μετά ή μέσα σε έναν χρόνο από τότε που αποφυλακίστηκαν…

Ο Τζέιμς και η Μαρία Μπέκετ

Εν αρχή, ήταν οι συλλήψεις που γίνονταν συνήθως νύχτα και, στην πλειοψηφία τους, χωρίς εντάλματα. Πολλοί μάλιστα συλλαμβάνονταν χωρίς καν να τους απαγγελθεί κατηγορία και κρατούνταν στην Ασφάλεια για μέρες ή μήνες ή προληπτικά, με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να δώσουν «διευκρινήσεις». Πηγές της εποχής κάνουν λόγο για 87.000 κρατουμένους χωρίς κατηγορίες… Πολλοί συλληφθέντες οδηγούνται στην Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφάλειας Αθηνών, στη διαβόητη «Μπουμπουλίνας», στο σκοτεινό βασίλειο των βασανιστών Μάλλιου, Μπάμπαλη και Λάμπρου. Επρόκειτο για ένα σύγχρονο κολαστήριο, στο οποίο ανακρίνονταν, με συστηματική χρήση βασανιστηρίων, χιλιάδες συλληφθέντες Αριστεροί και, γενικότερα, πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος.

Το εξώφυλλο του τεύχους Αυγ/Σεπτ. 1974 του περιοδικού «Επίκαιρα»
με εκτενές ρεπορτάζ για βασανισμούς κρατουμένων από τη Χούντα

Εκείνη την περίοδο όλη η γειτονιά ανατριχιάζει από τις οιμωγές των βασανισμένων στην ταράτσα της Μπουμπουλίνας, αναφέρουν μαρτυρίες. «Η ταράτσα της οδού Μπουμπουλίνας 18 έχει το πιο γνωστό πλυσταριό του κόσμου. Ασφαλίτικη επινοητικότητα με τα πιο μηδαμινά μέσα, έναν πάγκο, ένα σκοινί και μερικά στειλιάρια δημιούργησαν μια από τις πιο ένδοξες αίθουσες βασανιστηρίων της εποχής μας», θα γράψει ο Περικλής Κοροβέσης στο συγκλονιστικό βιβλίο του «Ανθρωποφύλακες» που αποτελεί προσωπική μαρτυρία. Το «πανηγύρι» στη διεστραμμένη αργκό των βασανιστών, δηλαδή το ανέβασμα στην ταράτσα, αποτελούσε την έναρξη των συστηματικών και απάνθρωπων βασανιστηρίων, που τελούνταν ενώ οι συλληφθέντες ήταν δεμένοι στον πάγκο. Οι ανακριτικές αρχές, χρησιμοποιούσαν τεχνικές ανάκρισης που κυμαίνονταν από απλή εξέταση, έως βασανισμό μέχρι θανάτου:

Προφορικές μέθοδοι: Στο προοίμιο, ο κρατούμενος δέχεται λεκτική επίθεση με αισχρολογίες, ψέμματα και απειλές, ανήμπορος να απαντήσει. Κλασσικό το υπόδειγμα:
– «Τι κάνει αγόρι μου η μάνα σου η πουτάνα;»
– «Που να δεις τη γυναίκα του, που ανακουφίζει τον πάσα ένα στους δρόμους».
– «Θα τις φέρουμε και τις δύο εδώ να τις γαμήσουμε. Θα του αρέσει να παίρνει μάτι».
– «Τέτοια “αδελφή” που είναι σίγουρα θα του αρέσει».
– «Τι συμβαίνει “αδελφή”; Δεν είσαι άντρας εσύ; Δεν λες τίποτε που βρίζει τη μάνα και τη γυναίκα σου; Ξέρεις ότι είναι αλήθεια έτσι;».

Απειλές: Από την πρώτη στιγμή το θύμα απειλείται ότι θα το κρεμάσουν, θα το σκοτώσουν, θα το εκπαραθυρώσουν, θα το βιάσουν, θα το ευνουχίσουν, θα το ακρωτηριάσουν και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς στην κλίμακα του φόβου και της διαστροφής.

Σωματικά βασανιστήρια: Αν τα «προκαταρκτικά» δεν πιάσουν ακολουθεί ο σωματικός πόνος, με πρώτο στη σειρά, το ξυλοκόπημα. Η συνηθέστερη μορφή εδώ, είναι ο «φάλαγγας». Αν και δεν αφήνει γενικώς μόνιμη αναπηρία, επιτυγχάνει τον μέγιστο δυνατό πόνο, επειδή επί πολύ μεγάλο διάστημα, το θύμα έχει συνείδηση. Το θύμα, ακινητοποιημένο σφιχτά πάνω σε έναν πάγκο, δέχεται χτυπήματα στα πέλματα -«φιστίκια» στην αργκό των ανθρωποφυλάκων. Οι παραλλαγές κι εδώ ήταν πολλές. Για να μην ακούγονται οι φωνές έβαζαν σε λειτουργία μια μηχανή ή έκλειναν το στόμα του θύματος μ’ ένα πανί βουτηγμένο σε ούρα ή του έριχναν νερό στο στόμα προκαλώντας συνθήκες πνιγμού. Το βασανιστήριο αυτό απαιτεί τη σωματική συμμετοχή του βασανιστή. Οπότε γεννούσε την ελπίδα, μέσα στον παραλογισμό, στο θύμα ότι κάποτε μπορεί να κουραστεί και να σταματήσει…

Ο Σπύρος Μουστακλής και ο Αλέκος Παναγούλης,
δύο ήρωες – αγωνιστές που βασανίστηκαν ανηλεώς από τη χούντα

Ηλεκτρονικά συστήματα: Ηλεκτροσόκ στα ευαίσθητα σημεία, όπως πόδια, χέρια, λαιμό, γεννητικά όργανα. Χρήση μέγγενης που πιέζει το κεφάλι, εκτόξευση υπό πίεση νερού στον πρωκτό ή στο αιδοίο. Η Ασφάλεια Πειραιά, που δεν μπορούσε να λυγίσει τον αγωνιστή Χρήστο Παπαγιαννάκη, εγκατέστησε ένα εκκωφαντικό κουδούνι έξω από το κελί του, το οποίο είχε διαστάσεις τηλεφωνικού θαλάμου και χτυπούσε απροειδοποίητα μέρα και νύχτα.

Κάψιμο με τσιγάρο παντού, στα χέρια, στα γένια, στα πόδια, στα γεννητικά όργανα, κρέμασμα επί πολλές ώρες από το ταβάνι ή δένδρα και βασανιστήρια σεξουαλικού προσανατολισμού που έχουν ισχυρή σωματική, αλλά και ψυχολογική επίδραση. Τα ανδρικά γεννητικά όργανα χτυπιούνται με μαστίγιο από ατσάλινη πλεξούδα και λεπτές σακούλες γεμάτες άμμο, ενώ στις γυναίκες χτυπούν το στήθος και σφηνώνουν βίαια ραβδιά, περίστροφα και δάχτυλα στον κόλπο. Μια νεαρή φοιτήτρια διακορεύθηκε με βέργα, από την οποία στη συνέχεια την κρέμασαν στον τοίχο. Ύστερα από αυτό, βρισκόταν σε κατάσταση κλονισμού, ανίκανη ν’ αντιδράσει σε οποιονδήποτε εξωτερικό ερέθισμα παρά μόνο με δάκρυα.

Χημικά μέσα: Απορρυπαντικό (Tide) ρίχνεται στα μάτια, τη μύτη και το στόμα του θύματος, αλάτι ρίχνεται στις πληγές ή του δίνουν χλωρίνη όταν ζητά νερό. Στις πληγές του σεμνού και αλύγιστου κομμουνιστή Κώστα Κάππου που βασανίστηκε απάνθρωπα, έριξαν ασβέστη με παοτέλεσμα να μην κλείσουν ποτέ.

Άλλοι τρόποι: Ξεριζώνονται τρίχες από το κεφάλι, τις μασχάλες και τα γεννητικά όργανα και τις βάζουν στο στόμα του θύματος. Στον Διόνυσο άγρια σκυλιά ξαμολήθηκαν μέσα στα κελιά των θυμάτων. Στο ίδιο στρατόπεδο θύματα αφέθηκαν γυμνά στο χειμωνιάτικο κρύο και δέχονταν παγωμένο νερό. Συνηθισμένη επίσης πρακτική η ταφή μέχρι το λαιμό, η παραμονή επί ώρες σε θέση γονατιστή, το σπάσιμο των δαχτύλων και οι στενές χειροπέδες που, μετά από ώρες μπήγονται στη σάρκα, ενώ τα χέρια πρήζονται αφύσικα και αλλόκοτα.

Θόρυβος: Παρ’ ότι είναι σωματικός προκαλεί εντούτοις ισχυρή ψυχολογική επίδραση. Στη Θεσσαλονίκη μηχανές έξω από τα κελιά, δυνατά κουδούνια στη Μπουμπουλίνας και στον Πειραιά, φρουροί που χτυπούν δαιμονισμένα μεταλλικές πόρτες και άλλα αντικείμενα, όλα εξαντλούν τα ψυχικά και σωματικά αποθέματα του κρατουμένου.

Γύμνια: Η ανάκριση ανδρών και γυναικών γυμνών τους αφαιρεί άλλη μια ψυχολογική άμυνα.

Εκμετάλλευση ψυχολογικών αδυναμιών: Ένας φοιτητής αντιστάθηκε θαρραλέα σε κάθε είδους μαρτύριο. Όταν στο διαμέρισμά του ανακάλυψαν ερωτικές επιστολές προς την αρραβωνιαστικιά του και διαβάζοντάς τες φωναχτά μέσα σε ειρωνείες, απειλούσαν ότι θα την έφερναν εκεί να τη βιάσουν και θα την έστελναν στη συνέχεια σε οίκο ανοχής, που είχε φτιάξει ο Παπαδόπουλος για στρατιώτες, «έσπασε» και έδωσε ονόματα.

Ακούγοντας άλλους να βασανίζονται: Εκείνοι που το βίωσαν θεωρούν ότι είναι χειρότερο από το να βασανίζονται οι ίδιοι. Ο εξαναγκασμός να ακούει κάποιος τις κραυγές, τα ουρλιαχτά και τα βογκητά των άλλων μπορούσε να προκαλέσει απελπισία σε σημείο νευρικού κλονισμού.

Εικονικές εκτελέσεις: Σκηνοθετούνται πειστικά και περιλαμβάνουν συχνά ιερέα και εκτελεστικό απόσπασμα που ρίχνει άσφαιρα. Στη Μπουμπουλίνας το έργο περιελάμβανε γκρέμισμα από (χαμηλό) ύψος με τα μάτια δεμένα που δημιουργούσε στο θύμα την αίσθηση ότι έπεφτε αβοήθητο σε μεγάλο κενό από το οποίο δεν θα επιβίωνε.

Απώλεια της αίσθησης της πραγματικότητας μέσω της συστηματικής προσπάθειας να πειστεί το θύμα πως είναι παράφρων, πως οι πληγές που βλέπει δεν είναι αληθινές ή πως στο δωμάτιο, όπου υπήρχαν φρουροί, δεν υπήρχε κανείς, με συνέπεια τον νευρικό κλονισμό.

Υπογραφή: Η κορύφωση του δράματος. Και μια από τις πιο εξευτελιστικές μεθόδους που χρησιμοποιούν οι αρχές. Όπως είπε ένας κρατούμενος «ή καταστρέφεσαι σωματικά με τα βασανιστήρια ή καταστρέφεσαι ηθικά υπογράφοντας». Με διαδοχικές υποχωρήσεις το θύμα δηλώνει ότι δεν είναι κομμουνιστής, εν συνεχεία αποκηρύσσει τη δράση του ΚΚΕ και της ΕΔΑ και, στο τέλος, υπογράφει και μια δήλωση υποστήριξης της χούντας που δημοσιεύεται στον Τύπο.

Οι περισσότεροι βασανιστές, ειδικά της ΕΣΑ, ήταν χωριατόπαιδα που αποκτηνωθήκαν στη βασική εκπαίδευση με σκληρά καψώνια και οι περισσότεροι, απογοητεύθηκαν με την πτώση της χούντας, γιατί έχασαν τα προνόμια που τους δόθηκαν. Η μεταδικτατορική Ελλάδα, στάθηκε πάντως εξόχως επιεικής. Ελάχιστοι βασανιστές κάθισαν στο «σκαμνί» και όσοι τιμωρήθηκαν σύντομα αφέθηκαν ελεύθεροι… Στις 11 Νοεμβρίου του 1975 ξεκίνησε στη Χαλκίδα η δίκη των αρχιβασανιστών της χούντας Μάλλιου, Μπάμπαλη, Καραπαναγιώτη και Κραβαρίτη -ίσως της πλέον διεστραμμένης ομάδας του καθεστώτος, μαζί με στελέχη, όπως το δίδυμο Θεφιλογιαννάκου – Χατζηζήση του ΕΑΤ ΕΣΑ. Εμβρόντητη η κοινή γνώμη άκουσε τους δικαστές να τους αθωώνουν, αναγνωρίζοντας, ότι «οι αστυνομικοί Μάλλιος, Μπάμπαλης, Καραπαναγιώτης και Κραβαρίτης ήταν ικανότατοι και εκτελούσαν υποδειγματικά τα καθήκοντά τους»… Κατά τη διάρκεια της δίκης – παρωδίας, η συμπεριφορά των κατηγορουμένων, όπως καταγράφει ο Τύπος της εποχής, υπήρξε «θρασσυτάτη». Πήραν τον ρόλο του ανακριτή, υποβάλλοντας προκλητικές ερωτήσεις στους μάρτυρες, ενώ διατείνονταν πως οι κακώσεις που έφεραν τα θύματά τους ήταν αποτέλεσμα αυτοτραυματισμού…

Οι αρχιβασανιστές του ΕΑΤ-ΕΣΑ Νικόλαος Χατζηζήσης, Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος
και Αναστάσιος Σπανός κατά τη διάρκεια της δίκης τους μετά την πτώση του καθεστώτος

Έναν χρόνο αργότερα, η δολοφονία των Μάλλιου – Μπάμπαλη από τη νεοεμφανιζόμενη, τότε, οργάνωση «17 Νοέμβρη» ανοίγει, αιματηρά, έναν νέο πολιτικό κύκλο στην Ελλάδα. Η ανάπηρη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία που βγήκε από τις στάχτες της δικτατορίας και της εθνικής τραγωδίας που αυτή προκάλεσε στην Κύπρο, απεδείχθη ανίκανη και απρόθυμη να ικανοποιήσει το αίτημα για Δικαιοσύνη, αφήνοντας ένα τεράστιο κενό που έσπευσε να καλύψει η τρομοκρατία και οι παρασκηνιακές δυνάμεις που κρύβονταν πίσω της…

Ανδρ. Λεντάκης

Ο «Ανδρέας» είναι ένα τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη, που γράφτηκε για τον αγωνιστή Ανδρέα Λεντάκη (1935-1997), ο οποίος κατά τη διάρκεια της επταετίας κρατήθηκε στη Γενική Ασφάλεια και βασανίστηκε φρικτά στην ταράτσα του κτηρίου της οδού Μπουμπουλίνας 18. Όντας κρατούμενος κατήγγειλε τη βαναυσότητα της χούντας στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, ενώ η περίπτωσή του έγινε θέμα συζήτησης και στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Η δράση, οι αγώνες του και η αντοχή του ενέπνευσαν στον συγκρατούμενό του, στο διπλανό κελί, Μίκη Θεοδωράκη, μερικά από τα ωραιότερα επαναστατικά τραγούδια του. Με τον Μίκη Θεοδωράκη ο Ανδρέας Λεντάκης είχαν επινοήσει έναν μυστικό κώδικα επικοινωνίας με χτυπήματα στον μεσότοιχο του κελιού τους, απ’ όπου και οι στίχοι του τραγουδιού που ο Μίκης αφιέρωσε στον Ανδρέα: «τακ τακ εσύ, τακ τακ εγώ…». Ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης είχε δηλώσει: «Δεν υπάρχει τίποτα πιο συγκλονιστικό από το ν’ ακούς τους συγκρατούμενούς σου να παίρνουν κουράγιο τραγουδώντας τα δικά σου τραγούδια μέσα απ’ τα κελιά τους».

(Στίχοι – Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης, Ερμηνεία: Αντώνης Καλογιάννης)

Η κτηνωδία της οδού Μπουμπουλίνας αποτυπώθηκε στους τίτλους των εφημερίδων μετά την πτώση της δικτατορίας και κατά τη διάρκεια των δικών των βασανιστών: «Διεστραμμένοι βιαστές και σάτυροι στο άντρο της Ασφάλειας», «Αυτοί δεν ήταν ικανοί να φερθούν με ανθρωπιά», «Η Ασφάλεια ξεπέρασε την ΕΣΑ σε κτηνώδη φαντασία», «Ανασκολόπιζαν και έδερναν αλύπητα και με «επιστήμη»», ήταν κάποιοι τίτλοι που κοσμούσαν τα άρθρα των εφημερίδων, μετά από τις καταθέσεις των θυμάτων.

Στη μαρτυρία του Περικλή Κοροβέση για τους βασανιστές του αναφέρεται: «Είχαν την έκφραση ανθρώπου που αγόραζε καινούργιο ρούχο ή τηλεόραση. Το γλεντάγανε». Όταν οι βασανιστές βρέθηκαν στο εδώλιο του δικαστηρίου αντέκρουσαν όλες τις κατηγορίες που είχαν ειπωθεί σε βάρος τους και δήλωσαν ότι «έκαναν απλά το καθήκον τους». Παρά τις μαρτυρίες των θυμάτων και τα σημάδια στα κορμιά τους, κανένας αστυνομικός της Ασφάλειας δεν έδειξε μετανοημένος. Ούτε ένας δεν παραδέχτηκε έστω μια πράξη βίας…

Η επίσημη αρχή των καταγγελιών για βασανιστήρια στην Ελλάδα έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1967, όταν η Δανία, η Νορβηγία και η Σουηδία κατέθεσαν, αντίστοιχα, ενώπιον της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης τις Προσφυγές υπ’ αριθ. 3321/67 Denmark v. Greece, 3322/67 Norway v. Greece και 3323/67 Sweden v. Greece, κατόπιν και της σχετικής παροτρύνσεως της οικείας νομικής Επιτροπής, που είχε ήδη εκφράσει την έντονη ανησυχία της για τη συνταγματική εκτροπή στην Ελλάδα, πέντε μόλις ημέρες μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος. Την 27η Σεπτεμβρίου 1967 ακόμα μία χώρα, η Ολλανδία, πλαισίωσε τη σκανδιναβική αντιχουντική ομάδα, καταθέτοντας τη δική της Προσφυγή 3344/67 Netherlands v. Greece, ενώ και οι εκπρόσωποι της Ισλανδίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου δήλωσαν αλληλέγγυοι προς τις προσφυγές αυτές.

Τον Δεκέμβριο του 1967 κατέφτασε στην Ελλάδα ο Τζέιμς Μπέκετ, δικηγόρος της Διεθνούς Αμνηστίας, ως ερευνητής διμελούς ομάδας της Διεθνούς Αμνηστίας υπό τον Αμερικανό δικηγόρο Άντονι Μαρέκο, με σκοπό να διερευνήσει και να καταγράψει την ευρεία χρήση βασανιστηρίων. Ο Μπέκετ ανέλαβε την έρευνα των περιστατικών και τις επαφές με τα θύματα των βασανιστών. Συνετάγησαν δύο μελέτες: Η δεύτερη κατονόμαζε τα θύματα. Αυτό οδήγησε στην καταγγελία του δικτατορικού καθεστώτος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Οι προσφυγές 3321-23/67 και 3344/67 έγιναν στο σύνολό τους αποδεκτές με την απόφαση της 31ης Μαΐου 1968 [δημοσίευση: International Legal Materials Vol. 7, No. 4 (JULY 1968), Cambridge University Press, pp. 818-842 (25 pages)] με την οποία το Συμβούλιο έκανε δεκτό ότι εκατοντάδες άνθρωποι στην Ελλάδα είχαν φυλακισθεί από τη χούντα, για μακρό χρονικό διάστημα, χωρίς προηγουμένως να έχουν παραπεμφθεί ενώπιον οποιασδήποτε νόμιμης δικαιοδοτικής αρχής καθώς επίσης και ότι στην Ελλάδα είχαν συντελεσθεί και εξακολουθούσαν να συντελούνται, εκ μέρους του καθεστώτος, εκτεταμένες παραβιάσεις σχεδόν όλων των άρθρων που αφορούσαν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και, συγκεκριμένα, των άρθρων: 1 (δικαίωμα στην ιδιοκτησία), 3 (απαγόρευση βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης), 5 (δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια του ατόμου), 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη), 7 (απαγόρευση αναδρομικότητας του νόμου), 8 (δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή), 9 (ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας), 10 (ελευθερία έκφρασης), 11 (ελευθερία ειρηνικής συγκέντρωσης και συνέρχεσθαι), 13 (δικαίωμα σε ένδικα μέσα) και 14 (απαγόρευση διακρίσεων στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων βάσει της Σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών πεποιθήσεων) του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), με βασανιστήρια και απάνθρωπη μεταχείριση κρατουμένων.

Το 1969 έγινε καταγγελία εναντίον της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Στρασβούργο, στην οποία περιλαμβάνεται ο φάκελος «Βασανιστήρια» που είχε εκδώσει η επιθεώρηση Athènes-Presse Libre, το 1969. Η ανατριχιαστική μαρτυρία του Περικλή Κοροβέση δημοσιεύεται επώνυμα στο περιοδικό Look, τον Μάιο του 1969. Η Κίττυ Αρσένη, η οποία κρατήθηκε στη Γενική Ασφάλεια και βασανίστηκε στην ταράτσα της οδού Μπουμπουλίνας, κατάφερε να διαφύγει στο εξωτερικό, όπου και κατήγγειλε τους βασανισμούς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αντίστοιχες καταγγελίες έγιναν και από τον Ανδρέα Λεντάκη προς τον Ερυθρό Σταυρό καθώς και από άλλους κρατουμένους.

Γ. Τσαρουχάς

Στις 8 Μαΐου 1968 ο Ολλανδός αντιπρόσωπος στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης Μαξ βαν ντερ Στουλ (Max van der Stoel) κατήγγειλε και πάλι το καθεστώς για βασανισμούς κρατουμένων, όμως η χούντα δεν πτοήθηκε. Την επομένη, 9 Μαΐου, δολοφόνησε αδίστακτα τον πρώην βουλευτή της ΕΔΑ Γιώργο Τσαρουχά τον οποίον όργανά της συνέλαβαν, μαζί με άλλους, στην εθνική οδό Αθήνας – Θεσσαλονίκης, κοντά στη Λεπτοκαρυά Πιερίας. Την 31η Ιανουαρίου 1969 η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, έπειτα από εξέταση καταγγελιών της Διεθνούς Αμνηστίας, απεφάνθη ότι, αν έως την άνοιξη του 1969 δεν είχε αποκατασταθεί η Δημοκρατία, η Ελλάδα θα έπρεπε να αποβληθεί από το Συμβούλιο της Ευρώπης. «Κώνωπα εις κέρατον βοός» χαρακτήρισε περιφρονητικά την απόφαση ο Στυλιανός Παττακός… Στο μεταξύ, τα δέκα έκτακτα στρατοδικεία, που είχε συστήσει ανά την επικράτεια η χούντα, δίκαζαν και καταδίκαζαν κάθε αντιτιθέμενο.

Max van der Stoel

Αξιοσημείωτο είναι ότι στην παρ. 4 της επίσημης Εκθέσεως της Διεθνούς Αμνηστίας που συνετάγη και οδήγησε στην αποπομπή της Ελλάδος από το Συμβούλιο της Ευρώπης, αναφέρεται ότι: «Πληροφορίες από πρώτο χέρι -πληγές στο σώμα των βασανισθέντων-, μαρτυρίες ειδικών και φίλων, επιτρέπουν στην Επιτροπή να βεβαιώσει ότι τα βασανιστήρια χρησιμοποιούνται επίσημα και κατά βούληση και η χρήση τους είναι ευρέως διαδεδομένη εναντίον των Ελλήνων που θεωρούνται ύποπτοι για ανατρεπτική δράση εναντίον της Κυβέρνησης». Ακολούθως, η Αντιπροσωπεία της Διεθνούς Αμνηστίας συνέταξε κατάλογο (παρ. 2 της Εκθέσεως) των διαφόρων τεχνικών των βασανιστηρίων που χρησιμοποιούνταν σε βάρος των κρατουμένων κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων.

Η αίθουσα του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο

Ο Άντονι Μαρέκο, έγινε εν συνεχεία δεκτός (κατόπιν δικής του αιτήσεως), από τον Στ. Παττακό και του ζήτησε να εισηγηθεί τη διενέργεια δημόσιας έρευνας για τα βασανιστήρια από την Ελληνική Κυβέρνηση ή να παραπέμψει σε δίκη ορισμένους, έστω, κρατικούς λειτουργούς που σχετίζονταν με την υπόθεση των βασανιστηρίων. Ο Παττακός, ωστόσο, αρνήθηκε κατηγορηματικά, θεωρώντας όλες τις καταγγελίες ως ένα πλέγμα κομουνιστικής προπαγάνδας. Οι εκπρόσωποι της Διεθνούς Αμνηστίας δεν μπόρεσαν τελικά να ολοκληρώσουν την αποστολή τους, ορισμένοι δε μάρτυρες δεν μπόρεσαν να καταθέσουν ενώπιον της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόκειται για τους Παναγούλη, Αμπατιέλο, Γρηγοριάδη, Νοταρά, Μάστορα, Ιωσηφίδη, Καλλέργη, Μπάρα, Παπαλεξίου, Τσίλογλου, Καζέλη, Θεοδωράκη.

Τζέιμς και Μαρία Μπέκετ προσερχόμενοι στο Συμβούλιο της Ευρώπης

Το 1969 οι δηλώσεις του Γιώργου Σεφέρη και του Κωνσταντίνου Καραμανλή εναντίον της χούντας -μαζί με τις εξελίξεις στο Συμβούλιο της Ευρώπης- τάραξαν περιστασιακά το καθεστώς, αλλά δεν το κλόνισαν. Ταραχή προκάλεσε ακόμη στο καθεστώς η συνάντηση του Ιταλού σοσιαλιστή ηγέτη και υπουργού Εξωτερικών της χώρας του, Πιέτρο Νένι, με τον Ανδρέα Παπανδρέου, και η άρνηση του Συμβουλίου της Επικρατείας να υποταχθεί στα κελεύσματα της χούντας, η οποία απέλυε μη αρεστούς σε αυτήν δικαστικούς.

Κ. Αρσένη

Στις 7 Ιουνίου 1969 όλες οι υπό καθεστώς λογοκρισίας εκδιδόμενες εφημερίδες κυκλοφόρησαν με μία πρωτοσέλιδη φωτογραφία του θανατοποινίτη Αλέκου Παναγούλη, κάτω από την οποία ακολουθούσε η εξής ανακοίνωση των υπουργείων Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης: «Κατά την παρελθούσαν νύκτα εδραπέτευσεν εκ των φυλακών ένθα εκρατείτο ο κατάδικος Αλέξανδρος Παναγούλης. Άπασαι αι αρμόδιαι αρχαί, ειδοποιηθείσαι αμέσως, εκινητοποιήθησαν διά την ανακάλυψιν και σύλληψίν του. Διεξάγονται ανακρίσεις. Ο δραπέτης επεκηρύχθη αντί ποσού 500.000 δραχμών, το οποίον θα καταβληθή εις εκείνον όστις θα συμβάλη αποτελεσματικώς εις την σύλληψίν του».

Η γενική κατακραυγή που προκλήθηκε συντέλεσε επίσης στην αποπομπή της Ελλάδος από το Συμβούλιο της Ευρώπης λόγω των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την οποία κατήγγειλαν οι σκανδιναβικές χώρες με ένταση. Ωστόσο τα βασανιστήρια δεν τα «είδαν» όλοι: ο ερευνητής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού Μαρτί δεν βρήκε την ταράτσα της Μπουμπουλίνας, ενώ ο Αμερικανός γερουσιαστής Πουσίσκυ «αφού συνομίλησε με εκατοντάδες κρατουμένων, κατέληξε εις το συμπέρασμα ότι αι καταγγελίαι περί βασανιστηρίων ήσαν τελείως αναληθείς και καθαρά μυθεύματα». Το ίδιο ίσχυσε και για τους Εγγλέζους βουλευτές που συμμετείχαν στην αποστολή Φρέιζερ.

Βασανιστές της χούντας σε δημοσίευμα της εποχής της δίκης τους

Τελικά, στις 12 Δεκεμβρίου 1969, με ομόφωνη απόφασή του, το Συμβούλιο της Ευρώπης απέπεμψε την Ελλάδα για την υπόθεση των βασανιστηρίων. Στην απόφαση αναφέρεται, μεταξύ άλλων ρητά, ότι οι πρακτικές των βασανιστηρίων και σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα σε βάρος πολιτικών κρατουμένων, με συγκεκριμένη μάλιστα αναφορά για βάναυσους βασανισμούς κρατουμένων που συντελούνταν στο κτήριο της Ασφάλειας Αθηνών στην οδό Μπουμπουλίνας. Η Χούντα, σε έναν αντιπερισπασμό, εμφανίζει την εξέλιξη αυτή ως δική της απόφαση ν’ αποχωρήσει η χώρα μας από το Συμβούλιο της Ευρώπης, αρνούμενη να παραδεχτεί σε κάθε περίπτωση το γεγονός ότι στη χώρα συντελούνταν βασανισμοί κρατουμένων και εν γένει σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Το πρωινό της 12ης Δεκεμβρίου 1969, η Ελλάδα ξύπνησε -μία ακόμη φορά- με εμβατήρια. Τα προγράμματα του ραδιοφώνου και της τηλεοράσεως είχαν ανατραπεί, καθώς «η Ελλάς» εόρταζε την «περήφανην στάσιν» της Χούντας, η οποία απεφάσισε να αποσύρει τη χώρα από το Συμβούλιο της Ευρώπης του οποίου είχε υπάρξει πλήρες μέλος από τον Αύγουστο του 1949. Το ανακοίνωσε την ίδια ημέρα στο Παρίσι, ο υπουργός Εξωτερικών Π. Πιπινέλης, στο πλαίσιο της Συνόδου των Υπουργών Εξωτερικών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Τα εμβατήρια και τα λογύδρια εθνικής υπερηφάνειας κράτησαν άλλες τρεις ημέρες. Εκείνο που δεν ανακοινώθηκε στον Ελληνικό λαό ήταν πως η Χούντα είχε η ίδια επιλέξει την αποχώρηση, όταν διαβεβαιώθηκε ότι η χώρα θα αποπεμπόταν από το Συμβούλιο λόγω της συστηματικής καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών θεσμών.

Πηγή: kimintenia.com

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Περικλής Κοροβέσης …εις Μνήμην

  1. Βασιλική's avatar Βασιλική 16 Απριλίου 2024 / 08:33

    Το βαθύ σκοτάδι της ανελευθερίας του ανθρώπου βρίσκεται τόσο κοντά μας…

    Μόνος δρόμος, ο δρόμος προς το φως της αλήθειας και της ανθρωπιάς.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε