Ο κόσμος είναι όμορφος πολύ (Ναζίμ Χικμέτ)

Αὐτὸ εἶναι ὅλο

Ναζίμ Χικμέτ

Ζῶ στὴ φεγγοβολὴ
ποὺ προχωράει
ὁλόγιομα τὰ χέρια μου
μὲ πόθους
κι ὁ κόσμος εἶναι ὄμορφος πολὺ
μοσκοβολάει.

Τὰ μάτια μου λιμπίστηκαν
τὰ δέντρα
τὰ δέντρα ποὺ γιόμισαν ἐλπίδες
καὶ ντύθηκαν τὴ πράσινη στολὴ
τὸ λιόχαρο δρομάκι προχωράει
σ’ ὁλόδροσο χαλὶ
κι ἀπ’ τὸ φεγγίτη μὲ καλεῖ
στὶς πράσινες νησίδες.

Κι οὔτε μυρίζομαι τὰ φάρμακα
τ’ ἀναρρωτήριο πιὰ δὲ βρωμάει
– θ’ ἀνοίξουν τὰ γαρούφαλα
ἡ ὥρα ἡ καλή-

Τί τάχα ἂν εἶσαι φυλακή;
Νὰ μὴ λυγᾶς!
αὐτὸ εἶν’ ὅλο.
Δὲν εἶναι ἄλλη συμβουλή.

(1948)

Ο Ναζίμ Χικμέτ (20 Νοεμβρίου 1901 – 3 Ιουνίου 1963) είναι Τούρκος ποιητής και δραματουργός, τα έργα του οποίου μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν από το γνωστό Τούρκο συνθέτη Ζουλφού Λιβανελί, ενώ αρκετά μελοποιήθηκαν και από τους Έλληνες συνθέτες Μάνο Λοΐζο και Θάνο Μικρούτσικο. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 15 Γενάρη 1902. Ο πατέρας του Χικμέτ Ναζίμ Μπέης, υπηρετούσε στο Υπουργείο Εξωτερικών, υπήρξε μάλιστα Πρόξενος στο Αμβούργο και όταν απολύθηκε έκανε τον διαχειριστή σε κινηματογραφικές αίθουσες. Η μητέρα του, Αϊσέ Τζελιέ Χανούμ, ήτανε ζωγράφος.

Ο μικρός Ναζίμ ολοκλήρωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη και ύστερα γράφτηκε στη Ναυτική Σχολή Χάλκης, το 1918, υπό τη διοίκηση του Κεμάλ Πασά. Ο διοικητής του, άκουσε και θαύμασε το ποίημά του «Λόγια ενός Αξιωματικού του Ναυτικού», που είχε γράψει όταν ήταν δώδεκα ετών. Όταν αποφοίτησε μπήκε στο πολεμικό σκάφος Hamidiye ως εκπαιδευόμενος αξιωματικός καταστρώματος. Ωστόσο, η σταδιοδρομία του στο Ναυτικό σταμάτησε απότομα, γιατί αρρώστησε από πλευρίτη στη διάρκεια μιας νυχτερινής βάρδιας (1919) και δεδομένου ότι δεν μπόρεσε ν’ ανακτήσει την υγεία του, απαλλάχτηκε ως άτομο με ειδικές ανάγκες (1920).

Αργότερα ανέλαβε καθηγητής στην Ανατολία, στο γυμνάσιο Bolu, για σύντομο διάστημα (1921) και έγινε μέλος του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ενδιαφέρθηκε ζωηρά για τη ρωσική επανάσταση, πήγε στη Μόσχα και μελέτησε οικονομία και κοινωνικές επιστήμες στο εκεί πανεπιστήμιο (1922-1924). Εκεί συναντά τον Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και επηρεάζεται από αυτόν. Η επαναστατική τουρκική ποίηση αποκτά έτσι τον «πατέρα» της. Όταν επέστρεψε άρχισε να εργάζεται σε μία εφημερίδα της Σμύρνης. Στην Τουρκία όμως το κεμαλικό κίνημα αποστρεφόταν την αριστερή παράταξη και ξεκίνησε διώξεις και συλλήψεις. Έτσι αναγκάζεται να ξαναφύγει κρυφά για τη Μόσχα. Συναντά ξανά τον Μαγιακόφσκι αλλά, μη αντέχοντας για πολύ να βρίσκεται μακριά από την πατρίδα, επιστρέφει στην Τουρκία κρυφά, χωρίς διαβατήριο.

Συλλαμβάνεται και εισπράττει την πρώτη καταδίκη για τα επαναστατικά του φρονήματα. Φυλακίζεται στη φυλακή Hopa επί τρεις μήνες (1928). Έπειτα, εγκαθίσταται στην Κωνσταντινούπολη και εργάζεται σε διάφορα περιοδικά, εφημερίδες και σε κινηματογραφικά στούντιο. Εκδίδει τα πρώτα βιβλία ποίησης και γράφει συνεχώς (1928-1932). Συλλαμβάνεται ξανά το 1931, αλλά στο δικαστήριο, από κατηγορούμενος, γίνεται κατήγορος κι αναγκάζονται να τον αθωώσουν. Την επομένη χρονιά τον συλλαμβάνουν εκ νέου και καταδικάζεται σε πέντε χρόνια φυλάκιση, όμως αφήνεται ελεύθερος λόγω της αμνηστίας για τον εορτασμό των πρώτων δέκα χρόνων της Τουρκικής Δημοκρατίας.

Έκτοτε εργάστηκε ως αρθρογράφος και συντάκτης σε περιοδικά και εφημερίδες με το ψευδώνυμο Orhan Selim (1933). Σε βάρος του στήνεται προβοκάτσια το 1934. Μηνύεται επειδή έκανε δήθεν, προπαγάνδα στους σπουδαστές της Στρατιωτικής Ακαδημίας. Δικάζεται κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς συνήγορο και καταδικάζεται συνολικά, σε 35ετή φυλάκιση, που κατορθώνει να μειώσει σε 28 χρόνια και 4 μήνες (1938). Μπαίνει στα φοβερά μπουντρούμια της φυλακής στην Προύσα.

Οι διανοούμενοι ξεκινούν μεγάλη εκστρατεία για να πείσουν την ηγεσία να τον αμνηστεύσει. Αρχίζει απεργία πείνας στη φυλακή (1950). Τελικά, η υπόλοιπη ποινή του χαρίζεται, μετά από δεκατρία χρόνια φυλακής. Ελεύθερος πια δεν καταφέρνει να βρει εργασία ούτε να εκδώσει βιβλία, εξ αιτίας του ότι είχε χαρακτηριστεί ως άτομο με ειδικές ανάγκες και, ως εκ τούτου, δεν είχε πραγματοποιήσει τη στρατιωτική του θητεία, σύμφωνα με σχετικό διάταγμα που εκδόθηκε έχοντας ουσιαστικά εκείνον για στόχο… 50 ετών πια, άρρωστος και σε τρομερά δύσκολη θέση, φοβούμενος παράλληλα τυχόν απόπειρα κατά της ζωής του, αποδέχεται τη συμβουλή του γνωστού, σύγχρονου, θεατρικού συγγραφέα και δημοσιογράφου Refik Erduran και αυτοεξορίζεται. Με ένα ρουμανικό σκάφος διαπλέει τη Μαύρη θάλασσα και περνά στη Ρωσία, στη Μόσχα.

Από εκεί πηγαίνει στο Βερολίνο, όπου μέσα σε μια κατάμεστη αίθουσα, σε ένα κοινό πλέον των 500 ατόμων, δίνει ένα αγωνιστικό ρεσιτάλ και καταχειροκροτείται ως ελεύθερος πλέον αγωνιστής ποιητής. Χωρίς να σταματήσει να γράφει, περνά την υπόλοιπη ζωή του, στη Μόσχα. Στις 3 Ιουνίου 1963 ο Ναζίμ Χικμέτ πεθαίνει από καρδιακή προσβολή και θάβεται στη Μόσχα, σε ηλικία 61 ετών.

Πηγές: users.uoa.gr, yakynthy.blogspot.com

(φωτ. Λαϊκή ζωγραφική σε τοιχογραφία, Κίτσου Α. Μακρή, Η λαϊκή τέχνη του Πηλίου, εκδ. Μέλισσα)

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s