Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Ισαπόστολος και Δάσκαλος του Γένους

24 Αυγούστου

Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός υπήρξε φωτοφόρος απόστολος του Ευαγγελίου στα μαύρα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς. Η Εκκλησία για να τιμήσει τον αγώνα και την προσφορά του, τον ονόμασε Ισαπόστολο. Γεννήθηκε στο χωριό Ταξιάρχης της επαρχίας Αποκούρου, κοντά στο χωριό Μεγάλο Δένδρο Ναυπακτίας, το 1714, από γονείς ευσεβείς, που τον ανέθρεψαν εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου.

Είκοσι χρονών μετέβη στο Άγιον Όρος, για να σπουδάσει στο εκεί νεοσύστατο σχολείο του Βατοπεδίου. Ο Άγιος Κοσμάς, ονομαζόταν αρχικά Κωνσταντίνος και μετά την αποφοίτηση του, πήγε στη Μονή Φιλόθεου, όπου έγινε μοναχός (1759 μ.Χ.) και κατόπιν Ιερομόναχος και έλαβε το όνομα Κοσμάς. Ο Άγιος γνωρίζοντας ότι το Έθνος κινδύνευε, δεν ησύχαζε και φλεγόταν νύχτα – μέρα από τον πόθο να βγει και να διδάξει στους σκλαβωμένους Έλληνες τα Άγια Γράμματα. Όμως, θεωρούσε τον εαυτό του ταπεινό και αδύνατο να επωμισθεί τέτοιο φορτίο.

Με θεία αποκάλυψη πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνάντησε τον αδελφό του Χρύσανθο, που ήταν δάσκαλος. Αυτός του έκανε μερικά μαθήματα ρητορικής, που θα βοηθούσαν τον Κοσμά στο κήρυγμα. Έπειτα, αφού πήρε την άδεια του Πατριάρχη Σεραφείμ, όργωσε την Ελλάδα, διδάσκοντας στους «ραγιάδες» τον λόγο του Θεού. Έτσι, ο Άγιος Κοσμάς, αρχικά κήρυξε στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια μετέβη στην Αιτωλοακαρνανία. Με νέα άδεια περιήλθε τα Δωδεκάνησα και το Άγιο Όρος.

Ακολούθως περιόδευσε στην Θεσσαλονίκη, Βέροια, σε ολόκληρη την Μακεδονία, έφθασε στην Χειμάρα, επέστρεψε στην Νότιο Ήπειρο και από εκεί κατέληξε στην Λευκάδα και την Κεφαλληνία. Πήγε ακόμη στην Ζάκυνθο, στην Κέρκυρα και ξανά στην Βόρειο Ήπειρο. Απ’ οπού περνούσε, έχτιζε σχολεία, εκκλησίες και πλήθος λαού συνέρεε και «ρουφούσε» το «νέκταρ» της αγίας διδασκαλίας του. Το κήρυγμά του τόνωσε το ηθικό και την πίστη των χριστιανικών πληθυσμών στα μέρη όπου έδρασε, συμβάλλοντας καθοριστικά στην αναχαίτιση των εξισλαμισμών των κατοίκων των σκλαβωμένων περιοχών.

Τελικά, ο φθόνος των Εβραίων, σε συνεργασία με τους Τούρκους, είχε σαν αποτέλεσμα τον απαγχονισμό του Αγίου στο Κολικόντασι, στα χώματα της Βορείου Ηπείρου το 1779 μ.Χ. Το λείψανό του οι τούρκοι το έριξαν στα νερά του πόταμου Άψου. Παρά την πέτρα που του είχαν δέσει στον λαιμό, το λείψανο επέπλεε. Βρέθηκε από τον ιερέα Μάρκο και ενταφιάσθηκε στη μονή της Θεοτόκου Αρδονίτσας Β. Ηπείρου. Η αναγνώρισή του ως του ως αγίου έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 20 Απριλίου 1961. Ακολουθία και βίο του έγραψαν ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Σαπφείριος Χριστοδουλίδης, ο Θωμάς Πασχίδης και ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Πολλοί νεώτεροι συγγραφείς ασχολήθηκαν με τον βίο και το έργο του μεγάλoυ αγίου. Πλήθος εικόνων, χαλκογραφιών, ζωγραφιών και σχεδίων φανερώνουν την τιμή και την ευγνωμοσύνη του Γένους για τον λαμπρό αστέρα του Αγίου Όρους.

Τα λόγια του ήταν προφητικά, γεμάτα θεία χάρη και απλότητα. Κάποτε είπε στους κατοίκους κάποιου χωριού: «Ήρθα στο χωριό σας και σας κήρυξα. Δίκαιο είναι λοιπόν να με πληρώσετε για τον κόπο μου. Με χρήματα μήπως; Τι να τα κάνω; Η πληρωμή η δική μου είναι να βάλετε τα λόγια του Θεού στην καρδιά σας, για να κερδίσετε την αιώνια ζωή».

Ἀπολυτίκιο

Τὸν μέγαν ἀθλητήν, ὀρθοδόξων τὸ κλέος, Χριστοῦ τὸν μιμητὴν καὶ διδάσκαλον θεῖον, Κοσμᾶν τὸν ἰσαπόστολον, Αἰτωλίας ἀγλάϊσμα, τὸν παιδεύσαντα τὸ δοῦλον Γένος ἐνθέως καὶ συντρέξαντα εἰς τὴν ἀνάστασιν τούτου ἐν ὕμνοις τιμήσωμεν.

Διδαχαί

Ἡ πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ

«Δὲν εὑρίσκεται τόπος ὁποὺ νὰ λείπη ὁ Θεός. Πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, ὅταν θέλωμεν νὰ κάμωμεν καμμίαν ἁμαρτίαν, νὰ στοχαζώμεθα ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε μέσα εἰς τὴν καρδίαν μας, εἶνε πανταχοῦ παρὼν καὶ μᾶς βλέπει· νὰ ἐντρεπώμεθα τοὺς Ἀγγέλους, τοὺς Ἁγίους, καὶ μάλιστα τὸν ἄγγελον, τὸν φύλακα τῆς ψυχῆς μας, ὁποὺ μᾶς βλέπει. Ἀπὸ ἕνα μικρὸν παιδίον ἐντρεπόμεθα, ὅταν θὰ κάμωμεν τὴν ἁμαρτίαν, καὶ πῶς νὰ μὴν ἐντρεπώμεθα ἀπὸ τόσους Ἁγίους καὶ Ἀγγέλους;».

Ἀγαπᾶτε τὸν πλησίον

«Καλότυχος ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὁποὺ ἀξιώθηκε καὶ ἔλαβεν εἰς τὴν καρδίαν του αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Διότι ὅποιος ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν του, ἔχει πάντα τὰ ἀγαθά, καὶ ἁμαρτίαν δὲν ὑποφέρει νὰ κάμη· καὶ ὅστις δὲν ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν, ἔχει τὸν διάβολον, καὶ κάμνει πάντα τὰ κακὰ καὶ ὅλας τὰς ἁμαρτίας. Χίλιας χιλιάδας καλὰ νὰ κάμνωμεν, ἀδελφοί μου, νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας, καὶ τὸ αἷμα μας νὰ χύσωμεν διὰ τὸν Χριστόν μας, καὶ δὲν ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, ἀλλὰ ἔχωμεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν εἶνε τοῦ διαβόλου καὶ εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν. Μὰ καλά, λέγετε, ἐκεῖ μὲ ἐκείνην τὴν ὀλίγην ἔχθραν ὁποὺ ἔχομεν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ἔχοντας τόσα καλὰ καμωμένα, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν; Ναί, ἀδελφοί μου, διότι ἐκείνη ἡ ἔχθρα εἶνε φαρμάκι τοῦ διαβόλου· καὶ καθὼς βάνομεν μέσα εἰς ἑκατὸν ὀκάδας ἀλεύρι ὀλίγον προζύμι, καὶ ἔχει τόσην δύναμιν καὶ ἀνακουφίζει ὅσον ζυμάρι καὶ ἂν εἶνε, ἔτσι εἶνε καὶ ἡ ἔχθρα· ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν, τὰ γυρίζει καὶ τὰ κάμνει φαρμάκι τοῦ διαβόλου».

Χριστιανικὰ Σχολεῖα

«Ἔχετε σχολεῖον ἐδῶ εἰς τὴν χῶραν σας νὰ διαβάζουν τὰ παιδιά; – Δὲν ἔχομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. – Νὰ μαζευθῆτε ὅλοι νὰ κάμετε ἕνα σχολεῖον καλόν, νὰ βάλετε καὶ ἐπιτρόπους νὰ τὸ κυβερνοῦν, νὰ βάνουν διδάσκαλον νὰ μανθάνουν ὅλα τὰ παιδιὰ γράμματα, πλούσια καὶ πτωχά. Διότι ἀπὸ τὸ σχολεῖον μανθάνομεν τί εἶνε Θεός, τί εἶνε Ἁγία Τριάς, τί εἶνε Ἄγγελοι, δαίμονες, παράδεισος, κόλασις, ἀρετή, κακία· τί εἶνε ψυχή, σῶμα κ.λπ. Διότι χωρὶς τὸ σχολεῖον περιπατοῦμεν εἰς τὸ σκότος· ἀπὸ τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὸ μοναστήριον. Ἂν δὲν ἦτο τὸ σχολεῖον, ποῦ ἤθελα μάθει ἐγὼ νὰ σᾶς διδάσκω;».

Άγγελος Κουγιουμτζής, Ο Κοσμάς ο Αιτωλός μιλάει στον λαό

Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς

«Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφᾶς ὅτι ἐν αὐταῖς εὑρίσκετε ζωὴν αἰώνιον. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, ὁ γλυκύτατος Δεσπότης καὶ ποιητῆς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνίαν καὶ πολλήν του ἀγαθότητα καὶ ἀγάπην ὁποὺ ἔχει εἰς τὸ γένος μας, μᾶς ἐχάρισε καὶ μᾶς χαρίζει καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν τὴν αὐγὴν καὶ τὸν δοξάζομεν. Καὶ ἐδιαβάσαμεν τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον, καὶ ἐχρίσθημεν εἰς βοήθειάν μας, καὶ ἄμποτε ὁ Κύριος νὰ μᾶς εὐσπλαχνισθῇ διὰ πρεσβειῶν τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, νὰ συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ νὰ μᾶς ἀξιώση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, νὰ εὐφραινώμεθα καὶ νὰ δοξάζωμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα. Τὸν παλαιὸν καιρόν, χριστιανοί μου, οἱ ἄνθρωποι ἦσαν καθαροὶ καὶ ὠμίλουν μὲ τὸν Θεὸν· ὕστερον ὅμως ἐξέπεσον εἰς ἁμαρτίαν καὶ δὲν ἦσαν ἄξιοι νὰ ὁμιλοῦν μὲ τὸν Θεόν. Ἐφώτισε πρῶτον τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τοὺς ἁγίους Προφήτας καὶ μᾶς ἔγραψαν τὴν Ἁγίαν Γραφήν· ἐφώτισε δεύτερον τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους· ἐφώτισε καὶ τρίτον τοὺς ἁγίους Πατέρας καὶ μᾶς ἐξήγησαν τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, διὰ νὰ ἠξεύρωμεν ποῦ περιπατοῦμεν».

Ἡ δουλεία τοῦ Γένους

«Τριακόσιους χρόνους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔστειλεν ὁ Θεὸς τὸν ἅγιον Κωνσταντῖνον καὶ ἐστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν· καὶ τὸ εἶχαν χριστιανοὶ τὸ βασίλειον 1150 χρόνους. Ὕστερον τὸ ἐσήκωσεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἔφερε τὸν Τοῦρκον καὶ τοῦ τὸ ἔδωσε διὰ ἰδικόν μας καλόν, καὶ τὸ ἔχει ὁ Τοῦρκος 320 χρόνους. Καὶ διατὶ ἔφερεν ὁ Θεὸς τὸν Τοῦρκον καὶ δὲν ἔφερεν ἄλλο γένος; Διὰ ἰδικόν μας συμφέρον· διότι τὰ ἄλλα ἔθνη θὰ μᾶς ἔβλαπτον εἰς τὴν πίστιν, ὁ δὲ Τοῦρκος ἄσπρα (: χρήματα) ἅμα τοῦ δώσῃς κάμνεις ὅ,τι θέλεις».

Κοινωνικὰ καθήκοντα

«Οἱ προεστοὶ ὁποὺ εἶσθε εἰς χωρία, ἂν θέλετε νὰ σωθῆτε, πρέπει νὰ ἀγαπᾶτε ὅλους τοὺς χριστιανοὺς καθὼς καὶ τὰ παιδιά σας, καὶ νὰ ρίχνετε τὰ χρέη κατὰ δύναμιν ἑκάστου, καὶ νὰ μὴ κάμνετε φιλοπροσωπείαν. Ὁμοίως καὶ σεῖς οἱ κατώτεροι νὰ τιμᾶτε τοὺς μεγαλυτέρους σας. Οἱ ἄνδρες ν᾿ ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας σας· καὶ ἂν ἡ γυναίκα σου εἶνε κακὴ καὶ τὴν ὑπομένης καὶ τὴν συμβουλεύης, ἔχεις μισθὸν ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὁμοίως καὶ αἱ γυναῖκες νὰ ἀγαπᾶτε καὶ νὰ ὑποτάσσεσθε εἰς τοὺς ἄνδρας, διότι μὲ τὴν ὑπομονὴν καὶ ὑπακοὴν εἰς τὸ καλὸν ἔχετε μισθὸν εἰς τὴν ψυχήν σας. Καὶ ἂν ἔχῃ καὶ κανένα σφάλμα, νὰ τὸ παραβλέπετε, διότι ὁ ἄνδρας ἔχεις περισσοτέρας φροντίδας ἀπὸ τὴν γυναίκα. Λοιπὸν πρέπει ἀμφότεροι ν’ ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ὁμοίως καὶ τὰ τέκνα νὰ τιμᾶτε καὶ νὰ σέβεσθε τοὺς γονεῖς σας, διότι ὅστις δὲν τιμᾶ καὶ δὲν ὑπακούει τοὺς γονεῖς του εἰς τὸ καλόν, κολάζεται. Ὑπεράνω ὅλων ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ».

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, σκηνές του μαρτυρίου του Ι.Μ. Αγίας Άννης Καρυές (19ος αι.)

Εὐλάβεια εἰς τὴν Παναγίαν Θεοτόκον

«Νὰ ἔχετε εὐλάβειαν εἰς ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ περισσότερον εἰς τὴν Δέσποιναν Μαρίαν, διότι ὅλοι οἱ Ἅγιοι εἶνε δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, ἡ δὲ Θεοτόκος εἶνε Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ἥτις παρακαλεῖ τὸν εὔσπλαχνον Χριστὸν διὰ τὰς ἁμαρτίας μας. Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τιμῶμεν τὴν Δέσποινάν μας μὲ νηστείας καὶ ἐλεημοσύνας».

«Ἦτο μία κόρη ὀνομαζομένη Μαρία. Ὁ πατήρ της ἦτο χριστιανὸς καὶ ἐζήτει νὰ τὴν ὑπανδρεύση· ἐκείνη δὲν ἤθελε, θέλουσα νὰ φυλάξῃ παρθενίαν. Τὴν ἔβαλεν εἰς ἕνα μοναστήριον γυναικεῖον καὶ τὴν παρέδωκε τῆς ἡγουμένης νὰ τὴν ἔχῃ ὡς παιδί της. Καὶ ἀφοῦ ἀπέθανεν ὁ πατήρ της, ἔγινεν ἄλλος ἀφέντης εἰς τὴν χῶραν ἐκείνην, ὅστις ἐβγῆκε μίαν ἡμέραν καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸ μοναστήριον ὁποὺ ἦτο ἡ Μαρία. Καὶ εὐθὺς ὁποὺ τὴν εἶδεν ὁ ἀφέντης, ἐτρώθη ἡ καρδιά του ἔρωτα σατανικόν· καὶ γυρίζοντας σπίτι του ἔστειλε γράμματα εἰς τὴν ἡγουμένην καὶ τῆς ἔλεγε: Ἀμέσω νὰ μοῦ στείλης τὴν Μαρίαν, διότι τὴν εἶδον καὶ μὲ εἶδε, μὲ ἠγάπησε καὶ τὴν ἠγάπησα.

Διαβάζει τὸ γράμμα ἡ ἡγουμένη, κράζει τὴν Μαρίαν καὶ τῆς λέγει: Παιδί μου, τί καλὸν εἶδες εἰς πασὰν καὶ τὸν ἐκοίταξες μὲ ἀγάπην; Κοίταξε τί μοῦ γράφει ἐδῶ! Λέγει ἡ Μαρία: Ἐγὼ δὲν ἠξεύρω τίποτε· τὸν ἐκοίταξα μὲ ἄλλον σκοπὸν καὶ εἶπα: Ἄρα, Θεέ μου, ταύτην τὴν δόξαν ὁποὺ ἔχει ἐδῶ τοῦτος ὁ πασάς, θὰ τὴν ἔχῃ καὶ εἰς ἄλλον κόσμον; Καὶ αὐτὸς μ᾿ ἐκοίταξε μὲ διαβολικὸν σκοπόν. Ἐγὼ ἂν ἤθελα ὑπανδρείαν, μὲ ὑπάνδρευε καὶ ὁ πατέρας μου καὶ ἔπαιρνα χριστιανόν.

Τότε γράφει ἡ ἡγουμένη εἰς τὸν πασάν: Καλύτερα σοῦ στέλνω τὸ κεφάλι μου, παρὰ τὴν Μαρίαν. Στέλλει πάλιν ὁ πασᾶς καὶ λέγει τῆς ἡγουμένης: Ἢ νὰ μοῦ στείλης τὴν Μαρίαν, ἢἡ ἔρχομαι καὶ τὴν παίρνω μόνος μου καὶ καίω τὸ μοναστήρι. Τὸ ἤκουσεν ἡ Μαρία καὶ λέγει τῆς ἡγουμένης: Ὅταν ἔλθουν οἱ ἀπεσταλμένοι, στεῖλε τους εἰς τὸ κελλί μου καὶ ἐγὼ τοὺς ἀποκρίνομαι. Ἦλθον οἱ ἀπεσταλμένοι εἰς τὸ κελλίον τῆς Μαρίας, καὶ τοὺς ἠρώτησε τί θέλουν. Τῆς εἶπον ἐκεῖνοι: Μᾶς ἔστειλεν ὁ πασᾶς νὰ σὲ πάρωμεν, διότι εἶδε τὰ μάτια σου καὶ τὰ ὠρέχθηκε. Τοὺς εἶπε νὰ περιμείνουν νὰ ὑπάγη εἰς τὴν ἐκκλησίαν.

Τότε παίρνει ἕνα μαχαίρι καὶ ἕνα πιάτο, καὶ πηγαίνει εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐμπρὸς καὶ λέγει: Κύριέ μου, μοῦ ἔδωκες τὰ μάτια τὰ αἰσθητὰ διὰ νὰ πηγαίνω εἰς τὸν καλὸν δρόμον, καὶ ἐγὼ νὰ πηγαίνω μὲ τὸ θέλημά μου εἰς τὸν κακὸν δὲν εἶνε πρέπον. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὰ τὰ αἰσθητὰ θὰ μοῦ βγάλουν τὰ νοητά, ἰδοὺ ὁποὺ τὰ βγάνω διὰ τὴν ἀγάπην σου, διὰ νὰ φύγω ἀπὸ τὸν βόρβορον τῆς ἁμαρτίας. Καὶ εὐθὺς βάζει τὸ μαχαίρι μέσα εἰς τὸ μάτι της καὶ τὸ βγάνει εἰς τὸ πιάτο. Ἐπῆγεν ἐμπρὸς καὶ εἰς τὴν Παναγίαν καὶ βγάζει καὶ τὸ ἄλλο της μάτι καὶ τὰ βάνει μαζί. Τότε τὰ στέλλει τοῦ πασᾶ· καὶ ἀφοῦ τὰ εἶδεν ὁ πασάς, ἐγύρισεν εὐθὺς ὁ σατανικὸς ἔρως εἰς κατάνυξιν· καὶ σηκώνεται εὐθὺς καὶ πηγαίνει εἰς τὸ μοναστήριον, καὶ παρακαλεῖ τὰς καλογραίας νὰ ὑπάγουν νὰ κάμουν δέησιν εἰς τὸν Θεόν, νὰ ἰατρευθῆ ἡ Μαρία.

Πηγαίνουν πάραυτα ὅλαι μαζὶ μὲ τὸν πασᾶν καὶ πίπτουσαι κατὰ γῆς παρεκάλουν τὸν Κύριον καὶ τὴν Θεοτόκον νὰ δώσῃ τὸ φῶς τῆς Μαρίας. Ἐφάνη ἡ Θεοτόκος τότε ὡς ἀστραπὴ εἰς τὴν Μαρίαν καὶ τῆς λέγει: Χαῖρε, Μαρία! Ἐπειδὴ ἐπροτίμησες νὰ βγάλης τὰ μάτια σου διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν ἰδικήν μου, ἰδοὺ πάλιν ἔχε τὰ μάτια σου καὶ πλέον πειρασμὸς νὰ μὴ σοῦ συμβῆ. Βλέποντας δὲ τὸ θαῦμα οἱ παρόντες ἐχάρησαν πολὺ καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν καὶ τὴν Παναγίαν. Ἔπειτα ὁ πασᾶς ἀφιέρωσε πολὺ χρυσίον εἰς τὸ μοναστήρι καὶ ἐπῆρε συγχώρησιν ἀπὸ τὰς καλογραίας καὶ ἀνεχώρησε καὶ ἔκαμε καλὰ καὶ ἐσώθη. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί ἔκαμεν ἡ Μαρία μὲ τὴν δύναμιν τῆς Παναγίας; Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τιμῶμεν τὴν Παναγίαν Θεοτόκον μὲ ἔργα καλά».

Ψυχὴ καὶ Χριστός

«Τοῦτο σᾶς λέγω καὶ σᾶς παραγγέλω· κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατεβῆ κάτω, κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνεβῆ ἐπάνω, κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση, σήμερον, αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμί σας ἂς τὸ καύσουν, ἂς τὸ τηγανίσουν· τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν· μὴ σᾶς μέλλει· δώσατέ τα· δὲν εἶνε ἰδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δυὸ ὅλος ὁ κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἐκτὸς καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δυὸ νὰ τὰ φυλάγετε, νὰ μὴ τὰ χάσετε. Τώρα, ἀδελφοί μου, τί σημεῖον καρτεροῦμεν; Δὲν καρτεροῦμεν ἄλλο παρὰ πότε νὰ λάμψῃ ὁ πανάγιος Σταυρὸς εἰς τὸν οὐρανὸν περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ νὰ λάμψῃ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεὸς ἑπτὰ φορὰς περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, μὲ χίλιες χιλιάδες καὶ μύριες μυριάδες Ἀγγέλους, μὲ δόξαν θεϊκήν».

Πηγές: orthodoxia.online, users.uoa.gr

Χωρίς κατηγορία

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s