
«Πώς πέρασαν οι μήνες, πότε έφθασε ο χειμώνας, οι μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης, η Γέννηση του Σωτήρα μας, ούτε που το κατάλαβα. Ξημέρωσε μια παγωμένη ημέρα του Δεκέμβρη. Μια μέρα κρύα και ο ήλιος που ταξίδευε πάνω στον ατσάλινο ουρανό μάταια πάσχιζε να ζεστάνει τη Θεοφύλακτη. Τα σύννεφα, φορτωμένα χιόνι, ταξίδευαν σπρωγμένα από το ξεροβόρι. Από νωρίς, πολύ πριν έλθει η νύχτα, οι κάτοικοι είχαν κλειστεί στα σπίτια τους, σε αρχοντικά ή σε χαμόσπιτα, ανάλογα με τη γέννα του καθεμιανού, και οι πλατείες και οι φαρδιοί δρόμοι και τα στενοσόκκακα ήταν έρημα και σιωπηλά και μόνο προς τον Κεράτιο, εκεί που ήτανε τα καπηλειά, ακούγονταν οι φωνές και τα τραγούδια των χαροκόπων …».
Κώστας Κυριαζής, «Θεοφανώ» (Βιβλιοπωλείο της Εστίας, απόσπασμα)
Χριστούγεννα στο Μέγα Ρεύμα.. Χιονισμένα τοπία που καθρεφτίζονται στον παγωμένο Βόσπορο, δίνοντας σε ολάκερη την πλάση γύρω την αίσθηση ενός ατελείωτου μετεωρισμού, μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, ουρανού και γης, αλλοτινού και τωρινού, θρύλου και ζωής… Κλείνεις τα μάτια και ζωντανεύουν εικόνες και θύμησες και είναι και πάλι όλα εδώ: οι Πολίτικες γιορτινές μέρες, με όλο το φως τους, με την τελετουργική κατάνυξη των ιερών ακολουθιών στις εκκλησίες μας, με την ιερότητα και τη μυσταγωγία των παλαιών εθίμων, την λεπτή ευγένεια της ρωμαίικης ψυχής αλλά και με το αιώνιο μεγαλείο αυτού του τόπου που, κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, νιώθεις να σε καλεί επίμονα ξανά κοντά του, προσκυνητή στα άγια χώματά του, της Γέννησης του Χριστού. Γιατί τι άλλο είναι για τον Ελληνισμό η Κωνσταντινούπολη, παρά η φάτνη του η παντοτινή, το λίκνο του λαμπρού χιλιόχρονου πολιτισμού του και η μήτρα η σεπτή της ορθοδοξίας μας. «Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας!». Αν υπάρχει ορισμός της «αρχοντιάς», τότε αυτός είναι δυο μονάχα λέξεις: «Μέγα Ρεύμα»… Ο αγαπημένος τόπος μέσα στην αγκαλιά του Ταξιάρχη. Όσοι πιστοί… ας κάνουμε μαζί ετούτο το μικρό οδοιπορικό..

«Εάν προς κατοικία ανθρώπων η φύσις όρισε τόπους τινάς εκλεκτούς, ολίγοι των εν τη οικουμένη δύνανται να φιλονικήσουν τα πρωτεία προς το ακρωτήριο του Μεγάλου Ρεύματος» (Σκ. Βυζάντιος)
Το Μέγα Ρεύμα Βοσπόρου
Σε έναν τόπο πράγματι μαγευτικό που έχει όλες τις καλλονές της φύσης, σε μία κοιλάδα στρωμένη κάτω από ένα γραφικό λόφο – κοιλάδα που φθάνει ως την παραλία του Βοσπόρου- βρίσκεται το περίφημο ιστορικό χωριό του Βοσπόρου, το Μέγα Ρεύμα (τουρκιστί Αrnavutköy). Από την κορυφή του λόφου, όπου οι γηραιοί γιγάντιοι πλάτανοι, που είδαν πολλές εκατοντάδες ετών, κάτω από την σκιά των οποίων ξεκουράζονταν πότε – πότε και η ξακουσμένη Θεοδώρα, σύζυγος του Ιουστινιανού, και το Αγίασμα του Προφήτου Ηλία, ακατάπαυστα τρέχει o μικρός ποταμός. Διασχίζει την χαράδρα που σχηματίζουν oι δύο παράλληλοι λόφοι και διατρέχει το νοτιανατολικό μέρος του χωριού.
Ο Ρ. de Tchihetchef μελέτησε τα στρώματα της γης που παρουσιάζει το έδαφος του Μεγάλου Ρεύματος, ιδίως δε το βραχώδες στρώμα και βρήκε κάποια αναλογία μεταξύ της φύσεως των βράχων του χωριού και των πορφυρών λίθων του δασώδους βουνού Esterel της γαλλικής Προβηγκίας παρά τις θαλάσσιες Άλπεις. Όλα τα γύρω του χωριού υψώματα, ήταν κατάλληλα γι’ αμπελοφητεία. Ο Γερμανός ιερεύς της Γερμανικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη Στέφανος Γερλάχιος (Gerlach), όταν επισκέφθηκε το χωριό, τον Ιούνιο του 1576, περιγράφει τις ωραίες και πυκνές αμπελοφυτείες του προαστίου αυτού του Βοσπόρου (Weinwachs). Για αμπελώνες στα υψώματα του Μ. Ρεύματος γίνεται λόγος και σε ένα τουρκικό έγγραφο, που χρονολογείται από το έτος 975, Εγίρας (1568), που απολύθηκε από τον Σουλτάνο Σελήμ τον Β’ (Arnavutköy bağlarι).
Για τα ίδια «αμπέλια», που υπήρχαν και προ της Αλώσεως, μας πληροφορούν και οι δύο Κώδικες της κοινότητας, μικρός και μεγάλος, όπου συναντάμε τα σχετικά προς τον τρυγητό, τα έξοδα που πλήρωνε η κοινότητα κατά την περίσταση αυτή σε Τούρκο υπάλληλο κ.ά. Κατά το πρώτο ήμισυ του περασμένου αιώνα υπήρχε και το μέχρι σήμερα φέρον το όνομα «αμπέλι του Πατριάρχου», που ανήκε άλλοτε εις τον εδώ επί πολλά έτη κατοικήσαντα πρώην Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνστάντιο τον Β’ (1859), στον οποίον και τσαΐρι, όπως αναφέρουν οι Κώδικες, νοίκιαζε η κοινότητα για τα άλογά του. Από το 1803 περίπου η μυρωδάτη φράουλα άρχισε λίγο – λίγο να αντικαθιστά τα σταφύλια των αμπελιών. Η εισαγωγή της φράουλας οφείλεται στην ηγεμονική οικογένεια των Υψηλάντηδων, η οποία είχε πολλούς δεσμούς με το Μέγα Ρεύμα.

Ως τα προς την θάλασσα μέρη του χωριού, όπου και το ρεύμα, αναφέρονται σχετικά οι Στράβωνας και Πολύβιος. Ο πρώτος ομιλών γενικά για τον Βόσπορο αναφέρει τα «δύο πελάγη», το της Προποντίδας και το του Ευξείνου Πόντου. Το στενό (ο Βόσπορος) το οποίο ενώνει τις δύο θάλασσες έχει δύο άκρες, την ευρωπαϊκή και την ασιατική. Κατά τον Πολύβιο (2ο π.Χ. αι.) «το στόμα», δηλ. το στενό που ενώνει τον Πόντο και την Προποντίδα, έχει μήκος 120 σταδίων. Και σε άλλο μέρος της ιστορίας του ο ίδιος Έλληνας ιστορικός γράφει για τον Βόσπορο, από τον οποίον περνούν τα πλοία, αφήνοντας να εννοήσουμε τον θαλάσσιο πλούτο των Βυζαντινών.
Ιδιαιτέρα αυτά εφαρμόζονται στους κατοίκους του Μ. Ρεύματος, όπου, εκτός της υλικής ευτυχίας για τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματα του Βοσπόρου, υπήρχαν και υπάρχουν τα στοιχεία εκείνα της φύσεως που μεταβάλλουν τον τόπο αυτό σε ευδαίμονα κατοικία, σε επίγειο παράδεισο. Έχοντας αυτά υπ’ όψιν ο αείμνηστος Σκ. Βυζάντιος, επισκεφθείς πολλές φορές τον Βόσπορο -μαθητής της σχολής Kuruçeşme- έγραψε τις γεμάτες από ποιητική έξαρση γραμμές: «Εάν, λέγει, προς κατοικία ανθρώπων η φύσις όρισε τόπους τινάς εκλεκτούς, ολίγοι των εν τη οικουμένη δύνανται να φιλονικήσουν τα πρωτεία προς το ακρωτήριο του Μεγάλου Ρεύματος».

Το φαινόμενο το οποίο παρατήρησε ο πολυμαθής και σε όλα τέλειος ειδικός κατά την εποχή του φιλόσοφος Αριστοτέλης, φαινόμενο που παρατηρείται σε όλο τον Βόσπορο, είναι το εξής: Σε ορισμένη του έτους εποχή τα ψάρια εμβαίνουν στη Μαύρη Θάλασσα, σε άλλο πάλιν ορισμένο καιρό βγαίνουν από τον Πόντο και κατευθύνονται προς την Προποντίδα (τον Μαρμαρά). Το πέρασμα αυτό που γίνεται από το στενό του Βοσπόρου παρουσιάζει ένα περίεργο και ευχάριστο θέαμα. Μαγευτικότατο είναι για τον θεατή που στέκεται στο Μέγα Ρεύμα (Akintiburnu).
Για την ονομασία του χωριού αρχαιότερη μαρτυρία έχουμε τα γραφόμενα του ιστορικού Πολύβιου. Είδαμε ότι ο Πολύβιος ομιλεί για άκρα (= ακρωτήριο) της ευρωπαϊκής του Βοσπόρου ακτής, τα οποία είναι κοντά στας «Εστίας». Μας φανερώνει λοιπόν το προχριστιανικό όνομα του χωριού. Ο ιστορικός Σωζόμενος, που έζησε κατά το πρώτο ήμισυ του πέμπτου μ.Χ. αιώνα, αναφέρει την ονομασία «Εστίαι» ως παλαιά ονομασία του χωριού, το οποίο επί των ημερών του ελέγετο «Μιχαήλιον». Μετά τον Πολύβιο και προ πάντων μετά τον Σωζόμενο, το όνομα «Εστίαι» σαν παλαιά ονομασία του χωριού επαναλαμβάνουν πολλοί συγγραφείς είτε εκκλησιαστικοί είτε λαϊκοί.

Ο Γάλλος βοτανολόγος και περιηγητής Γύλλιος Πέτρος (Pierre de Gylle, Gyllius) στο περί «Θρακικού Βοσπόρου» σύγγραμμά του αναφέρει το όνομα «Εστίαι», ως αρχαίο που φανερώνει όχι μόνον το ακρωτήριο, αλλά και την γύρω από αυτό περιοχή, όπου το Μιχαήλιον. Για το Μιχαήλιον προσθέτει ότι «οι Γραικοί σήμερον το ονομάζουν Ασωμάτων, από τον περίφημο ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ». Ο ίδιος ξεχωρίζει τις ονομασίες «Μιχαήλιον», «Ασωμάτων» και «Μέγα Ρεύμα». Και ο Γερλάχιος κάνει λόγο για την ονομασία του χωριού φέροντος το όνομα των αγίων αγγέλων, των Ασωμάτων. Και ο Γερμανός Μαρτίνος Κρούσιος και ο Λεϋνκλάβιος επαναλαμβάνουν την ίδια ονομασία. Η ονομασία «Ασωμάτων κώμη» ή «χώρα των Ασωμάτων» απαντά και κατά τους προ της Αλώσεως χρόνους. Ο ιστορικός Γ. Φραντζής μεταχειρίζεται τον ενικό: «Ασώματος». Πότε ακριβώς έπαυσε να χρησιμοποιείται η ονομασία «Μιχαήλιον» δεν γνωρίζουμε, πάντως όμως πολύ πριν την Άλωση η ονομασία αυτή αντικαταστάθηκε από την ονομασία «Χώρα των Ασωμάτων».

Από τα μέσα του περασμένου αιώνα άρχισε να επικρατεί το όνομα «Μέγα Ρεύμα». Ο Γύλιος έγραψε ότι επί των ημερών του το χωριό ονομάζονταν «των Ασωμάτων» (1553), δεν παρέλειψε όμως να σημειώσει ότι ονομάζονταν και από τους κατοίκους του, «Μέγα Ρεύμα». Στο Μέγα Ρεύμα εδίδετο και άλλο όνομα από τους αρχαίους ιστορικούς, το όνομα «Ανάπλους». Ο Θεοφάνης κατά τον ένατο αιώνα γράφει «… και του Αρχαγγέλου, (τον ναό) εν τω Ανάπλω ο φιλόχριστος βασιλεύς ωκοδόμησε». Στα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως διαβάζουμε τα ακόλουθα σχετικά: «Ο δε βασιλεύς Κωνσταντίνος ο μέγας ου μόνον οίκους περιφανείς έκτισε αλλά και θείους και ιερούς ναούς πολυτελείς ανεδείματο … και του Αρχαγγέλου του εν τω Ανάπλω και τον εν τω Σωσθένει (Στένη)». Ο Οικ. Πατριάρχης Κωνστάντιος ο από Σιναίου (1831-34) εις την «Κωνσταντινιάδα» αναφέρει τα εξής περί των ονομασιών του Μεγάλου Ρεύματος: «Ο τόπος έπειτα Εστίαι ποτέ, Ανάπλους, Μιχαήλιον, και τα νυν Αρναούτκιοϊ και Μέγα Ρεύμα».

Ο ιερός ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ στο Μέγα Ρεύμα
Ο Άγγλος Edwin Α. Grosvenor, εις το βιβλίο του «Constantinople», γράφει: «Αρναούτκιοϊ», το χωριό των Αλβανών, ήταν ρημαγμένο κατά το 1468. Κατόπιν ο Μωάμεθ ο Β’ έκαμε τον εποικισμό αυτού με αιχμαλώτους από την Αλβανία, οι οποίοι, αφού στερήθηκαν τον αήττητο αρχηγό τους Σκεντέρ Βέη, δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στα όπλα του Σουλτάνου». Η πληροφορία του Άγγλου συγγραφέα, αν και δεν μας λέει από που την πήρε, φαίνεται αληθινή, καθ’ ότι σε ένα επίσημο τουρκικό έγγραφο του Σελήμ Β’, του μέθυσου, συναντάμε την ονομασία Αρναούτκιοϊ. Το φέρον χρονολογία 1568 έγγραφο αυτό δημοσιεύθηκε από τον πρόωρα εκλιπόντα Τούρκο ιστορικό Αχμέτ Ρεφίκ, που αναφέρει στο έργο του «Η Ζωή της Σταμπούλ»: «Για να μη κάμνουν κυνήγι στα αμπέλια του Αρναούτκιοϊ, από τον αυτοκρατορικό οίκο διαταγή προς τον Μποσταντζή μπασή … ενώ το μέρος που βρίσκεται αριστερά του δρόμου του Χασκιογιού και τα αμπέλια του Αρναούτκιοϊ τυγχάνουν δάσος του αυτοκρατορικού μου οίκου ηκούσθη ότι μερικά άτομα κυνηγούν εκεί …».

Ο Ταξιάρχης από τον Βόσπορο
Γεώργιος Ζαρίφης, ο μεγάλος ευεργέτης από το Μέγα Ρεύμα
Ο Γεώργιος Ζαρίφης γεννήθηκε το 1806 στο Μέγα Ρεύμα Κωνσταντινουπόλεως, από πατέρα έμπορο. Πίστευε ιδιαίτερα στην πολιτιστική ακτινοβολία του υπόδουλου ελληνισμού, γι’ αυτό η μεγάλη του αγάπη και ο κύριος στόχος των ευεργεσιών του ήταν η Παιδεία. Βοήθησε για τούτο να ιδρυθεί στο Φανάρι η Μεγάλη του Γένους Σχολή, για ν’ αποτελέσει τη διάδοχο του περίφημου Βυζαντινού Πανεπιστημίου, του «Πανδιδακτηρίου». Δικά του έργα ήταν επίσης τα νηπιαγωγεία της Προύσας και των Θεραπειών. Το μεγάλο του έργο ήταν τα «Ζαρίφεια Διδασκαλεία της Φιλιππούπολης» (1876), που αποτέλεσαν τον φάρο της ελληνικής παιδείας στη βόρεια Θράκη.

Γεώργιος Ζαρίφης (1806-1884)
Η Αστική Σχολή
Οι πρώτες μετά την Άλωση επίσημες πληροφορίες, που αφορούν στην παιδεία στο Μέγα Ρεύμα, εμφανίζονται στον Μεγάλο Κώδικα, το 1752. Δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες για να γνωρίζουμε με βεβαιότητα ποια ήταν η εκπαίδευση πριν από αυτή την ημερομηνία. Ο Μ. Γεδεών στην πραγματεία του «Παιδεία και πτωχεία παρ’ υμίν» γράφει: «Πρώτη κατά την ηλικίαν εκ των εν τω Βοσπόρω Σχολών η του Μεγάλου Ρεύματος υποδείκνυσιν ίχνη της υπάρξεως αυτής προ του έτους 1750». Επίσης, ο αείμνηστος Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνστάντιος ο Α’ στην «Κωνσταντινιάδα» του αναφέρει την ύπαρξη του Γυμνασίου προς καλλιέργεια των Ελληνικών μαθημάτων στο Μέγα Ρεύμα. Το 1797 ιδρύθηκε το «Σχολείο του Βουνού», το οποίο βρισκόταν προς τον ανήφορο που οδηγεί στο Αγίασμα του Προφήτη Ηλία. Το σχολείο λόγω κακής κατασκευής καταστράφηκε το 1818. Από το 1820 η σχολή λειτούργησε σε διάφορα κτήρια και με διάφορες μορφές.

Η Αστική Σχολή στα χιόνια!
Η σημερινή Αστική Σχολή κτίσθηκε το 1902, το οποίο μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών χρησιμοποιείτο αποκλειστικά ως Αρρεναγωγείο ενώ το κτήριο της λέσχης διατίθετο για το Κοινοτικό Παρθεναγωγείο. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το κτήριο χρησιμεύει ως μικτή σχολή. Με βάση τις πηγές το 1925-1926 η σχολή είχε 225 παιδιά που μαρτυρεί και την πληθυσμιακή ακμαιότητα των ρωμιών της εποχής στο χωριό. Το 1952 ο αριθμός των παιδιών μειώθηκε στα 150, το 1962 ανήλθε στα 200, ενώ υπάρχουν αυξομειώσεις και για παράδειγμα το σχολικό έτος 1957-1958 αριθμούσε 256 γηγενείς Μεγαρευμιώτες μαθητές και μαθήτριες. Έκτοτε ως γνωστό, λόγω της εγκατάλειψης από πολλούς συμπολίτες μας των εστιών τους σε αναζήτηση της τύχης τους σε άλλες χώρες, σταδιακά άρχισε και η συρρίκνωση του αριθμού των παιδιών της σχολής.


Το Ακρωτήρι του Akintiburnu στο Μέγα Ρεύμα
«Την είδον τόσαις φοραίς. Και την εκαμάρωσα. Νύμφη του κύματος και των αφρών, και νύμφη των κήπων και των λειμώνων. Αναδυομένην εκ των κυμάτων, την ώρα την γλυκείαν της αυγής, με ένα βαθύχρουν τεφρόν πέπλον σκεπασμένην, τον οποίον σιγά σιγά επανεγείρει η Ανατολή με τας ροδίνους αβράς χείρας της, ίνα αναφανή εις τον κόσμον το υπερφυές θέαμα ναών και παλατίων … αναμμένην θαρρείς, εν θεατρική φωταγωγία εορτής, εις τα υαλώματα και τους χρυσούς ορόφους, επί των οποίων προσήναψε πυρσούς χαράς ο ήλιος. Και πλέουν τότε μέσα εις το πέλαγος φωτός, εξαισίως πανηγυρικού, συνοικισμοί απέραντοι, λόφοι κεκαλυμμένοι με κατοικίας, και ακταί με παλάτια βασιλικά και μέγαρα αρχόντων».
Αλέξανδρος Μωραϊτίδης






Ο χιονισμένος κήπος του Ταξιάρχη στο Μέγα Ρεύμα


Αριστερά: Παλαιά φωτογραφία με πλοία αραγμένα στον παγωμένο Βόσπορο στο Μ. Ρεύμα. Δεξιά: Θεοφάνεια στο Μέγα Ρεύμα, το 1955

Ρωμέικη παρέα στον παγωμένο Βόσπορο!

Οι διαδρομές της καρδιάς…




Καλά Χριστούγεννα και Ευτυχισμένος ο Καινούργιος Χρόνος!

Πηγές και φωτογραφίες:
– Μητροπολίτου Ηλιουπόλεως Γενναδίου, «Ιστορία του Μεγάλου Ρεύματος (Αρναούτκιοϊ)», σε: megarevma.net
– MEGA REVMA – Bosphorus, Κοινότητα στο fb
– «Ο Ταξιάρχης και το Μέγα Ρεύμα Κωνσταντινουπόλεως», σε: kimintenia.wordpress.com
kimintenia.wordpress.com
Το χωριό της γιαγιάς μου,Ευρηκλεια Κεχαγιόγλου το σπίτι της οικογένειας της πρέπει να ήταν στον Σουτσο είχαν και ένα στον Π Ηλία έφυγαν περηπου το 1923 για το Παρίσι ,ποσά πράγματα έχω ακούσω για το χωριο
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Να ζήσετε να τη θυμάστε! Παραμυθένιος ο τόπος σας!! Καλά Χριστούγεννα να έχετε με υγεία και χαρά!
Μου αρέσει!Μου αρέσει!