
Απάνεμα από ψέμα και πλάνη
Ζωή Δικταίου
Συνήθιζε να μένει μόνος,
απάνεμα από ψέμα και πλάνη
περιόριζε επιθυμίες, ανάγκες
κολοσσιαία σχέδια,
ένα ποτάμι αδάμαστο,
γνώριζε την αξία της συγκίνησης
που έχει η ανατολή
σε μια άγρια, απάτητη κορφή,
ένα θεριεμένο κύμα στ’ ανοιχτά,
στο σεληνόφωτο,
κέρδιζε, σε ελευθερία,
χωρίς ποτέ να ζητά
μήτε να καταδέχεται τα ψίχουλα,
που του πετούσε
εκείνη, η αστή, η μη μου άπτου,
η δήθεν καλλιεργημένη,
έμενε όπως πάντα, αδιάφορη,
μακριά από τα γεγονότα
να υπολογίζει συμφέροντα
να ονειρεύεται τιμές
να κρύβει τα άπρεπα του βίου της
να κρύβεται σε ψεύτικα χαμόγελα,
να μετράει λάφυρα και τρόπαια
κοροϊδεύοντας τον αλλιώτικο κόσμο του
αυτόν που πάσκιζε
να δημιουργήσει,
τον εντελώς καινούργιο.

