Εκεί που σμίγει ο θρύλος με την ιστορία…

Το Κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα και στο βάθος η κατεχόμενες Κερύνεια και Λάπηθος στα βόρεια της Κύπρου
Στην Κύπρο σμίγει ο θρύλος με την ιστορία και η παράδοση με τα γεγονότα, πολλές φορές σε βαθμό που είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος πού τελειώνει το ένα και πού ξεκινά το άλλο. Τα ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία είναι διάσπαρτα παντού και καταμαρτυρούν την πολυπολιτισμικότητα τούτου του τόπου. Από την Αφροδίτη στην Παναγία, από τους Ακρίτες στους Ενετούς, από τους Φράγκους στους Οθωμανούς και τους Εγγλέζους.
Ο καθένας άφησε και τα αποτυπώματά του, που όλα μαζί συνθέτουν την ιστορία και τον πολιτισμό της Κύπρου. Οι πλείστοι σημερινοί μεσήλικες δεν είχαμε την ευκαιρία να δούμε το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα. Το θρυλικό κάστρο που συνδέεται τόσο με την ιστορία όσο και με τη θρησκεία μας.
Απαγορευμένη η πρόσβαση μέχρι το 2003 που άνοιξαν τα οδοφράγματα, αφού η περιοχή του κάστρου του Αϊ-Λαρκού (όπως αλλιώς λέγεται) βρισκόταν στα όρια του τ/κυπριακού θύλακα μεταξύ Λευκωσίας και Κερύνειας. Η διαδρομή από τη Λευκωσία είναι πολύ σύντομη, μόλις 20 λεπτά της ώρας. Περνώντας το «πογάζι» (πέρασμα) της Αγύρτας και βγαίνοντας αριστερά από την κύρια οδική αρτηρία, ο στενός ανηφορικός δρόμος οδηγεί προς το θρυλικό κάστρο.
Ομολογουμένως το θέαμα που αντικρίζει ο επισκέπτης είναι μοναδικό. Δύσκολα μπορεί να πιστέψει κάποιος ότι στην Κύπρο υπάρχει ένα τέτοιο κτίσμα. Προσπαθείς να ξεπεράσεις το πρώτο οπτικό σοκ και να διακρίνεις, αν πρόκειται όντως για κτίσμα ή για σκάλισμα πάνω στο βουνό. Οι πέτρες δένουν άψογα με το βουνό σχηματίζοντας ένα πραγματικό κομψοτέχνημα.
Η ονομασία
Το κάστρο αυτό είναι κτισμένο στην ομώνυμη κορυφή του δυτικού τμήματος της οροσειράς του κατεχόμενου σήμερα Πενταδάκτυλου, σε ύψος περίπου 725 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας. Η τοποθεσία του κάστρου είναι πολύ εντυπωσιακή με απόκρημνους, σχεδόν κατακόρυφους μεγαλοπρεπείς βράχους. Το κάστρο είναι εντελώς απρόσιτο από τα βόρεια, τα βορειοανατολικά και τα ανατολικά. Την ονομασία του το κάστρο την πήρε από το γεγονός ότι προτού κτιστεί το φρούριο, στην κορυφή αυτή, λέγεται ότι ασκήτευσε ο Άγιος Ιλαρίων ο Νέος, ένας από τους 300 Αλαμάνους αγίους του νησιού.
Το πρώτο κτίσμα και η εξέλιξή του
Το κάστρο κτίστηκε κατά τη βυζαντινή περίοδο, στα τέλη του 11ου αιώνα, όπως και τα κάστρα της Καντάρας και του Βουφαβέντο. Τα τρία αυτά κάστρα της οροσειράς του Πενταδάκτυλου συνέβαλαν στην άμυνα των βορείων ακτών της Κύπρου από τις θαλάσσιες επιδρομές. Κατά τη φράγκικη περίοδο εκτός από αμυντικό φρούριο, το κάστρο το χρησιμοποιούσαν σε περιόδους ειρήνης η βασιλική οικογένεια της Κύπρου για εξοχική κατοικία και γι’ αυτό χτίστηκαν και τα βασιλικά διαμερίσματα.
Μετά το 14ο αιώνα, το κάστρο αυτό αλλά και άλλα ορεινά οχυρά, σταδιακά εγκαταλείφθηκαν, αφού οι εξελίξεις στις πολεμικές τέχνες κατέστησαν τα φρούρια αυτά αναποτελεσματικά. Με την κυριαρχία των Βενετών τα ορεινά κάστρα του Αγίου Ιλαρίωνα, της Καντάρας και του Βουφαβέντο κατεδαφίστηκαν για να μην υπάρχει ο κίνδυνος κατάληψής τους από εχθρικές δυνάμεις.

Η θέα προς την Κερύνεια από το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα
«Τα σπίθκια της Ρήγαινας»
Όπως αναφέραμε, το κάστρο χρησίμευε και ως εξοχική κατοικία και διέθετε βασιλικά διαμερίσματα. Αυτή η ιδιότητά του το συνέδεσε με την παράδοση της Ρήγαινας. Σύμφωνα με αυτήν το έχτισε μια όμορφη κυρά, η Ρήγαινα, η οποία όμως είχε κακή καρδιά και βασάνιζε τους εργάτες. Όταν τελείωσε η κατασκευή του διέταξε τους στρατιώτες της να πετάξουν στον γκρεμό τους εργάτες για να μην αποκαλύψουν τα μυστικά του κάστρου, όπως κι έγινε. Η ίδια παράδοση επικρατεί και για τα άλλα δύο κάστρα του Πενταδάκτυλου, το κάστρο του Βουφαβέντο και το Κάστρο της Καντάρας.
ία δεύτερη παράδοση λέει ότι το πολιορκούσαν εχθροί δύο χρόνια και κατάφεραν να το πάρουν με δόλο, αφού ήταν απόρθητο. Έντυσαν έναν στρατιώτη γυναίκα που έκανε την έγκυο και φώναζε από τους πόνους της γέννας, τότε η Ρήγαινα τη λυπήθηκε και άνοιξε την πύλη να περάσει μέσα. Σαν άνοιξε η πύλη όλος ο εχθρικός στρατός μπήκε μέσα και η Ρήγαινα για να μην πιαστεί αιχμάλωτη πήδηξε στον γκρεμό.
Τα μέρη του κάστρου
Το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα αποτελείται από τρεις αμυντικές ενότητες κτισμένες σε τρία διαφορετικά επίπεδα:
Φτάνοντας στο κάστρο βρισκόμαστε μπροστά στα βυζαντινά τείχη που το περιβάλλουν από τις τρεις πλευρές. Αμέσως γίνονται αντιληπτοί οι επτά ημικυκλικοί πύργοι που είναι κτισμένοι σε διαστήματα κατά μήκος του τείχους, ενώ δύο άλλοι πύργοι βρίσκονται στα νότια, στο τμήμα του τείχους που προστατεύει την κύρια είσοδο του κάστρου.
Ανεβαίνοντας προς τα πάνω βλέπουμε τα κατάλοιπα αμυντικών κατασκευών, με γλυπτή κόσμηση. Στο επίπεδο αυτό διατηρούνται πολλά κτίσματα που λειτουργούσαν ως χώροι διαμονής των στρατιωτών και φύλαξης των ζώων. Στη δεύτερη ενότητα του κάστρου, που βρίσκεται στο αμέσως ψηλότερο επίπεδο, βρίσκονται τα πιο σημαντικά κτηριακά κατάλοιπα του κάστρου. Στο επίπεδο οδηγείται κανείς μέσω ενός μεγάλου διώροφου κτηρίου της βυζαντινής περιόδου. Οι Λουζινιάν ενσωμάτωσαν σε αυτό ένα θολωτό πέρασμα που κατά την αρχαιότητα έκλεινε με κινητή γέφυρα.
Σ’ εκείνο το σημείο διατηρούνται τα κατάλοιπα της εκκλησίας του Αγίου Ιλαρίωνα που χρονολογούνται στα τέλη του 11ου αιώνα. Είναι μια εκκλησία με τρούλο που στηρίζεται σε οκτώ σύνθετους πεσσούς που αποτελούνται από ορθογώνιο πεσσό και συμφυή κίονα. Ενώ η εκκλησία αρχικά δεν διέθετε νάρθηκα, προστέθηκε τραπεζιόσχημος νάρθηκας κατά το 12ο αιώνα, του οποίου οι τοίχοι διατηρούνται σε ύψος 4-5 μ. Στο 12ο αιώνα χρονολογούνται επίσης και τα τρία δωμάτια στα βόρεια της εκκλησίας. Τα ακρινά δωμάτια καλύπτονταν με τρούλο, ενώ το μεσαίο με σταυροθόλιο. Κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας κτίστηκε στη βορειοανατολική πλευρά του ναού τραπεζιόσχημο δωμάτιο.
Τα βυζαντινά τείχη
Βόρεια και βορειοανατολικά της εκκλησίας του Αγίου Ιλαρίωνα σώζονται κάποια αξιόλογα κτίσματα, όπως μια αίθουσα του 14ου αι. με υπόγειες αποθήκες και κουζίνα με θολωτή οροφή. Στα νοτιοανατολικά της μεγάλης αυτής αίθουσας βρίσκεται το belvedere (= κτήριο με ωραία θέα), με θολωτή οροφή και οξυκόρυφα τόξα. Στο ανατολικό άκρο της ενότητας αυτής βρίσκεται το τετραώροφο κτήριο με οξυκόρυφη στέγη. Το κτήριο αποτελούσε ίσως το χώρο των βασιλικών διαμερισμάτων πριν κτιστούν αυτά της τρίτης ενότητας. Στα δυτικά του κτηρίου υπάρχουν τρεις θολωτές αίθουσες σε σειρά, που χρονολογούνται στο 14ο αι.
Στο δυτικό τμήμα της αυλής είναι κτισμένα τα διαμερίσματα που αποτελούνται από ένα μακρόστενο κτήριο του 14ου αι., στο ισόγειο του οποίου υπάρχει μεγάλη θολωτή αίθουσα και δεξαμενή. Μια πλατιά σκάλα οδηγεί στον όροφο του κτηρίου, ο οποίος περιλαμβάνει μεγάλη αίθουσα, την οποία κάλυπτε οξυκόρυφη ξύλινη στέγη που δεν σώζεται σήμερα. Το κτήριο είχε στην ανατολική του πλευρά μια στοά που ένωνε εξωτερικά τους χώρους του ορόφου. Στο δυτικό τοίχο του κτηρίου διατηρείται μεγάλο παράθυρο γοτθικού ρυθμού και καθίσματα.
Στα νότια της αυλής, στο ψηλότερο σημείο της τρίτης ενότητας, υπάρχει κτισμένο τείχος που πλαισιώνεται από δύο τετράγωνους πύργους. Τέλος, στο χώρο υπάρχουν και πολλές δεξαμενές.
Πέρα από τον θαυμασμό που προκαλεί το όλο κτίσμα, γεννά και προβληματισμό για το πώς κουβαλήθηκαν εκεί χιλιάδες σκαλισμένες πέτρες, για τον τρόπο κτισίματός τους, δεν μπορεί κάποιος να αφήσει ασχολίαστη τη θέα από τα παράθυρα ή τους ανοικτούς χώρους του κάστρου.
Στα βόρια απλώνεται στα πόδια μας η κατεχόμενη Κερύνεια. Στα ανατολικά η θέα απλώνεται μέχρι την περιοχή του Αγίου Αμβροσίου, ενώ στα δυτικά βρίσκεται στα πόδια μας το Κάρμι. Και από κει πέρα, καιρού επιτρέποντος, αγναντεύουμε μέχρι και την περιοχή του Κορμακίτη.
Και τότε αντιλαμβάνεται κάποιος τους λόγους που κτίστηκε στο συγκεκριμένο σημείο το κάστρο και τα παρατηρητήριά του.

Το Κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα σε γραμματόσημο της Κυπριακής Δημοκρατίας
Πηγή: dialogos.com.cy
kimintenia.wordpress.com