
Τον Ιούλιο του έτους 1993 αναγνωρίστηκε επίσημα ως Άγιος της Εκκλησίας μας ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος ο Στ’ ο Αδριανουπολίτης. Πρόκειται για ένα σοφό διδάσκαλο και μαρτυρικό ποιμενάρχη του Γένους μας, ο οποίος εργάστηκε με ζήλο για την πνευματική καλλιέργεια του υπόδουλου Ελληνισμού στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και μαρτύρησε στα αγιασμένα χώματα της Θράκης αγωνιζόμενος για την ελευθερία του Έθνους μας.
Ο άγιος Κύριλλος, κατά κόσμον Κωνσταντίνος Σερπεντζόγλου, γεννήθηκε γύρω στο 1770, στην Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης, από γονείς φτωχούς και ευσεβείς. Από μικρό παιδί άρχισε να εκδηλώνει την αγάπη του για τα γράμματα και την Εκκλησία. Ήταν μόλις τριών ετών κι έψελνε απ’ έξω το απολυτίκιο του αγίου του, ενώ από πέντε ετών ήξερε να διαβάζει το Ψαλτήρι. Πήγε σχολείο στην Ελληνική Σχολή Αδριανουπόλεως και διακρίθηκε ως αριστούχος μαθητής. Ο Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως Καλλίνικος παρακολουθούσε την πρόοδό του και κάθε χρόνο που έπαιρνε «άριστα» του έδινε ως βραβείο τα βιβλία της επομένης χρονιάς. Αφού τελείωσε τις σπουδές του ο Κωνσταντίνος εργάστηκε ως δάσκαλος. Ωστόσο οι πολλές ικανότητες και τα χαρίσματά του, του δημιούργησαν προβληματισμό σχετικά με το μέλλον του. Να γίνει δάσκαλος, έμπορος, γιατρός, τί…; Τελικά ο Θεός του έδειξε ένα δρόμο ανώτερο: το ιερό θυσιαστήριο.
Έγινε μοναχός με το όνομα «Κύριλλος» και χειροτονήθηκε διάκονος από τον Γέροντά του, Μητροπολίτη Καλλίνικο, στον οποίο παρέμεινε κοντά ως γραμματέας ακολουθώντας τον αργότερα στη Νίκαια κι έπειτα στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Στην Πόλη χειροτονήθηκε ιερέας και ανέλαβε την πρωτοβουλία για την ανασύσταση της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Έβλεπε επιτακτική την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα φυτώριο δασκάλων, διότι πίστευε ακράδαντα ότι η παιδεία θα βοηθούσε το Γένος να αναστηθεί και να ανακτήσει την ελευθερία του.

Ο απαγχονισμός του Αγίου ιερομάρτυρος Κυρίλλου Στ’ στην Αδριανούπολη, 18 Απριλίου 1821
Τον Σεπτέμβριο του 1803 εκλέγεται Μητροπολίτης Ικονίου. Στην περιοχή του Ικονίου οι Έλληνες, αν και δεν ήξεραν να μιλούν παρά μόνο τουρκικά, κρατούσαν τη χριστιανική πίστη. Ο φλογερός επίσκοπος εργάστηκε συστηματικά και με σύνεση, για ν’ αναζωπυρώσει τη φλόγα της πίστεως που έμενε άσβηστη μέσα στις ψυχές τους. Άριστος γνώστης της τουρκικής γλώσσας και γραφής, σύντομα απέκτησε την εύνοια των Τούρκων, οι όποιοι κολακεύονταν να τον ακούνε να μιλάει τη γλώσσα τους. Με την έγκριση των τουρκικών αρχών άρχισε το έργο για την επιδιόρθωση των γκρεμισμένων και εγκαταλελειμμένων εκκλησιών του τόπου, ενώ φρόντισε και για την οργάνωση και λειτουργία ελληνικών σχολείων.
Το 1810 πεθαίνει ο Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως και ύστερα από επίμονο αίτημα των Αδριανουπολιτών προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο διάδοχός του εκλέγεται ο Κύριλλος. Εργάστηκε με ζήλο και αυταπάρνηση για την πνευματική αναγέννηση της ιδιαίτερης πατρίδας του, αλλά σύντομα ο Θεός τον κάλεσε να αναλάβει νέα υπεύθυνη και εξόχως τιμητική αποστολή: Εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως σε μια από τις πιο κρίσιμες ιστορικές περιόδους για το Πατριαρχείο και το Γένος. Αν και δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο για μια τόσο μεγάλη θέση, υποτάχθηκε στο θέλημα του Θεού και στις 17 Απριλίου 1813 πραγματοποιήθηκε η ενθρόνισή του. Ως Οικουμενικός Πατριάρχης ανέπτυξε αξιόλογη δράση σε όλους τους τομείς: παιδεία, φιλανθρωπία, δικαιοσύνη, βυζαντινή μουσική, κήρυγμα, θεία λατρεία. Ήταν εκείνος που συνέστησε την Εκκλησιαστική Μουσική Σχολή υπό τους τρεις διδασκάλους της νέας μεθόδου, το έτος 1815. Παράλληλα υπηρετούσε με κάθε τρόπο το όραμα της απελευθερώσεως του Γένους.
Αυτό το τελευταίο, σε συνδυασμό με τη δράση της Φιλικής Εταιρείας, είχε ως αποτέλεσμα να κινήσει τις υποψίες των Τούρκων, οι οποίοι τον ανάγκασαν να παραιτηθεί και να οδηγηθεί εξόριστος με τη συνοδεία γενιτσάρων στη γενέτειρά του, την Αδριανούπολη. Ήταν 29 Ιανουαρίου 1819.

Ο ανδριάντας του Πατριάρχου Κυρίλλου Στ’ στην Πλατεία Δασίου της Νέας Ορεστιάδας
Το Πάσχα του 1821 η είδηση για τον απαγχονισμό του Αγίου Γρηγορίου του Ε’ σκόρπισε αγωνία και τρόμο στην Αδριανούπολη. Οι Τούρκοι άρχισαν τις συλλήψεις και τα βασανιστήρια σε προεστούς, δημογέροντες και κληρικούς. Κάποτε έφτασε και το φιρμάνι για τον απαγχονισμό του Πατριάρχη Κυρίλλου ως ενεχομένου, σύμφωνα με το φιρμάνι που διέτασσε τον απαγχονισμό, στο κίνημα που προετοίμαζε την ελευθερία του Ρωμαϊκού έθνους. Ο ίδιος το έμαθε ατάραχος και με πλήρη εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού. Τον έσυραν στους δρόμους βρίζοντας και κτυπώντας τον και τελικά τον οδήγησαν στην αγχόνη που είχαν περάσει στο κιγκλίδωμα του παραθύρου του Συνοδικού Γραφείου στη Μητρόπολη. Εκεί υπέστη τον δι’ αγχόνης θάνατο, μαζί με άλλους είκοσι επτά κληρικούς και προύχοντες. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με…, ελέησον το έθνος», είπε ήρεμα εκείνος και η ψυχή του πέταξε για τον ουρανό. Ήταν ξημερώματα Δευτέρας του Θωμά, 18 Απριλίου 1821.
Η απόφαση για τον απαγχονισμό του Αγίου Κυρίλλου έχει ως εξής: «Ἐπειδὴ ἐξηκριβώθη ὅτι ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πατριάρχης τῶν Ρωμαίων, ὁ ἀπολυθεῖς καὶ εἰς Ἀδριανούπολιν ἐξορισθεῖς Κύριλλος, ὁ προκάτοχος τοῦ φονευθέντος Πατριάρχου, ἐνέχεται εἰς τὸ κίνημα τὸ παρασκευαζόμενον μεταξὺ τοῦ Ρωμαϊκοῦ Ἔθνους καὶ πρέπει νὰ ἐξαφανισθῆ καὶ οὗτος ἀπὸ προσώπου γῆς, πρὸς παραδειγματισμόν, ἐξέδωκα τὸ μυστικὸν τοῦτο φιρμάνιον καὶ διατάσσω τὸν ἀπαγχονισμὸν τοῦ Κυρίλλου. Νὰ τὸν συλλάβης ἀμέσως καὶ νὰ τὸν κρεμάσης μὲ τὴν περιβολήν του ἐντὸς τῆς Ἀδριανουπόλεως».

Τούρκοι και Εβραίοι έριξαν το νεκρό σώμα του Αγίου στο ποτάμι του Έβρου. Το ιερό λείψανο παρασύρθηκε από τα ορμητικά νερά, αλλά σκάλωσε σ’ ένα δέντρο κοντά σ’ ένα νερόμυλο στο χωριό Πύθιο. Εκεί το ανακάλυψε κατά θεία Πρόνοια ο Χρήστος Αργυρίου. Το ενταφίασε κρυφά από τους Τούρκους μέσα στο σπίτι του και ύστερα από χρόνια το παρέδωσε στον Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως. Το φθινόπωρο του 1922, κατά την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον Ελληνικό πληθυσμό της, οι Θράκες έσωζαν πρωτίστως με αγάπη τα ιερά σκεύη, τα Ευαγγέλια, τις ιερές εικόνες και τα ιερά λείψανα των Αγίων τους, όπως συνέβη και με το ιερό λείψανο του εθνοϊερομάρτυρος Αγίου Κυρίλλου του Στ’, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο εφυλάσσετο στη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Τα τίμια λείψανα και τα ιερά σκεύη είτε τα τοποθετούσαν στα κάρα και στους αραμπάδες είτε τα έκρυπταν κάτω από τα ρούχα τους, με δάκρυα και λυγμούς κλείδωναν τις εκκλησιές τους, τα σπίτια και τις αποθήκες με το βιός της χρονιάς εκείνης, και έπαιρναν τον μαρτυρικό δρόμο της προσφυγιάς έχοντας την άσβεστη ελπίδα, ότι θα επέστρεφαν και πάλι στα χωριά και στα σπίτια τους.
Ωστόσο στο χωριό Πύθιο είναι ιδιαίτερα αισθητή η παρουσία και η προστασία του Αγίου, ο οποίος επιτελεί πλήθος θαυμάτων. Η μνήμη του Αγίου ιερομάρτυρος Κυρίλλου Στ’ τιμάται την 18η Απριλίου εκάστου έτους.
Στο συγγραφικό έργο του Αγίου ιερομάρτυρος Κυρίλλου ανήκει ο «Πίναξ χορογραφικός της Μεγάλης Αρχισατραπείας του Ικονίου», ένα έργο που δημοσιεύθηκε στη Βιέννη το 1812, για ν’ ακολουθήσει η «Ιστορική περιγραφή του προεκδοθέντος χορογραφικού πίνακος του Ικονίου». Το δεύτερο αυτό σύγγραμμα, το οποίο εξεδόθη στην Κωνσταντινούπολη το 1815, αποτελεί μίαν επεξήγηση του Πίνακος, ενώ περιλαμβάνει και περιγραφή της Αδριανουπόλεως και των περιοχών γύρω από τη Θράκη. Των γεωγραφικού περιεχομένου έργων του προηγήθηκε η συλλογή ποιημάτων «Ιερογραφική Αρμονία», με έμμετρα των Θ. Προδρόμου, Γ. Πισιδίου και Ν. Ξανθοπούλου, η οποία τυπώθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1802. Διασώζονται επίσης 158 κηρύγματά του καθώς και μία συλλογή από αρχαίες επιγραφές που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Λόγιος Ερμής».
Ο άγιος Κύριλλος ο Στ’ αποτελεί σύμβολο ελπίδας και μνήμης για τον πονεμένο Ελληνισμό της Ανατολικής Θράκης που ξερριζώθηκε από τις πατρογονικές του εστίες και ακολούθησε τον δρόμο της προσφυγιάς. Η Νέα Ορεστιάδα τιμά ιδιαιτέρως τον άγιο Κύριλλο και εορτάζει με λαμπρότητα τη μνήμη του. Μάλιστα στην κεντρική πλατεία της πόλεως υψώνεται επιβλητικό το άγαλμά του.

Εκτός από την 18η Απριλίου, η μνήμη του Αγίου Κυρίλλου Στ’ τιμάται και κατά τη Σύναξη πάντων των εν Αγίοις Πατέρων ημών Αρχιεπισκόπων και Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως, η οποία τελείται κάθε χρόνο 28 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα. Συγκεκριμένα: «Την Κυριακήν της Σαμαρείτιδος, κατ’ έτος, τελείται εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω η εορτή της “συνάξεως” επί τη ιερά μνήμη “πάντων των εν Αγίοις Πατέρων ημών Αρχιεπισκόπων και Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως”. Το πρώτον η εορτή αύτη εθεσπίσθη προτάσει του νυν ευκλεώς Πατριαρχούντος Αυθέντου και Δεσπότου ημών κ.κ. Βαρθολομαίου του Α’. Ούτως η Α.Θ.Π., ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, άμα τη εκλογή Του εν έτει 1991 μ.Χ., προέτεινεν εις την Ενδημούσαν Σύνοδον κατά την συνεδρίαν της 24ης Οκτωβρίου 1991 μ.Χ. την θέσπισιν κοινής εορτής πάντων των προκατόχων Αυτού Αγίων Πατριαρχών, από του ιδρυτού της Βυζαντίδος Εκκλησίας, Πρωτοκλήτου Ανδρέου, και του υπ’ αυτού κατασταθέντος πρώτου επισκόπου αυτής Στάχυος (38-54 μ.Χ.) έως και του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου του Στ’ (1813-1818) απαγχονισθέντος παρά την θύραν της Μητροπόλεως Ανδριανουπόλεως την 18ην Απριλίου 1821 μ.Χ. “Ούτω θα έχομεν την ευκαιρίαν ίνα επικαλούμεθα την χάριν και την προς Κύριον μεσιτείαν αυτών υπέρ της Μητρός Εκκλησίας και υπέρ ημών αυτών”, είπεν ο Πατριάρχης ημών εις εκείνην την συνεδρίαν. Συνοδική δε αποφάσει, κατά την συνεδρίαν της Αγίας και Ιεράς Συνόδου της 19ης Νοεμβρίου 1991 μ.Χ., εθεσπίσθη η εορτή αύτη και έκτοτε εορτάζεται πανηγυρικώς και εκκλησιοπρεπώς εις την καθέδραν του Οικουμενικού Πατριαρχείου και δη δια τελέσεως Πατριαρχικής και Συνοδικής Λειτουργίας, εν τω Πανσέπτω Πατριαρχικώ Ναώ του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του τροπαιοφόρου. Συνετάγη δε επί τούτω και ιερά ακολουθία, υπό του αοιδίμου υμνογράφου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, Γερασίμου του Μικραγιαννανίτου, συμψαλλομένη κατά την Κυριακήν της Σαμαρείτιδος, μετά της του Πεντηκοσταρίου ακολουθίας, καθά το Τυπικόν της Μεγάλης Εκκλησίας διακελεύει. Ο δε, εκ των μελών της σεβασμίας Ιεραρχίας του Οικουμενικού Θρόνου, Μητροπολίτης Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Χαλκιδικής, κ. Νικόδημος, εχάρισε εις την Μεγάλην Εκκλησίαν Ιεράν Εικόνα των Αγίων.

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος α’ – Τῆς ἐρήμου πολίτης)
Βυζαντίου ποιμένες καὶ περίδοξοι πρόεδροι, ὤφθητε σοφοὶ Ἱεράρχαι διαφόροις ἐν ἔτεσι· διὸ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὑμῶν τὴν πολιτείαν εὐφημεῖ· δι’ αὐτῆς γὰρ φωστῆρες περιφανεῖς, πυρσεύετε τοὺς κράζοντας· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ βεβαιοῦντι δι’ ὑμῶν, πίστιν τὴν Ὀρθόδοξον.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’ – Ταχὺ προκατάλαβε)
Χορείαν τὴν ἔνθεον, Ἱεραρχῶν τοῦ Χριστοῦ, συμφώνως τιμήσωμεν, ὡς Πατριάρχας σοφούς, καὶ θείους ἐκφάντορας· οὗτοι γὰρ δεδεγμένοι, τὴν τοῦ Πνεύματος αἴγλην, ὤφθησαν Ἐκκλησίας, ἀληθεῖς ποιμενάρχαι, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Κοντάκιον (Ἦχος δ’ – Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ)
Τοῦ Βυζαντίου τοὺς ἁγίους ποιμένας, ὡς Ἱεράρχας τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καὶ ἀρετῶν δοχεῖα πολυτίμητα, πάντες εὐφημήσωμεν, ἐν μιᾷ συμφωνίᾳ, πρὸς αὐτοὺς κραυγάζοντες· ἀπὸ πάσης ἀνάγκης, καὶ ἐπηρείας ρύσασθε ἡμᾶς, Ἀρχιεράρχαι Χριστοῦ ἐνθεώτατοι.
Μεγαλυνάριον
Κωνσταντινουπόλεως τοὺς σοφούς, καὶ κλεινοὺς Ποιμένας, εὐφημήσωμεν, οἱ πιστοί, τοὺς ἐν διαφόροις, ἐκλάμψαντας τοῖς χρόνοις, ὡς Ἐκκλησίας στύλους καὶ ἑδραιώματα.
Πηγές:
– Μελπομένη Παπάζογλου, «Ο σοφός Άγιος από την Αδριανού», εκδ. Χριστιανική Ένωσις Γονέων Ορεστιάδος, Νέα Ορεστιάδα 2012.
– Περιοδικό «Προς τη Νίκη», τεύχος 765, Νοέμβριος 2013.
– Ιστολόγιο: antexoume.wordpress.com
– Ιστολόγιο: saint.gr
– Σοφία Παυλάκη, «Κρυστάλλινη Ορεστιάδα και λευκό Χειμώνιο», σε: kimintenia.wordpress.com
– «Συναξάρι τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κυρίλλου ΣΤ’, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, +18 Ἀπριλίου», σε: apostoliki-diakonia.gr
– Πέτρος Κολτσίδης, «Ο Εθνομάρτυρας Πατριάρχης Κύριλλος ο ΣΤ’ και η προσφορά του», μεταπτυχιακή διατριβή, σε: ikee.lib.auth.gr
kimintenia.wordpress.com