O Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής

21 Ιανουαρίου

Ἕνας πολυγραφότατος θεολόγος καὶ ἕνας φλογερὸς πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας

Ἀνάμεσα στοὺς διαπρεπέστερους θεολόγους καὶ μαχητικότερους ἀγωνιστὲς τῆς ἀμωμήτου ὀρθοδόξου πίστεως ἐξέχουσα θέση κατέχει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ ὁποῖος ἀναδείχθηκε «οὐρανόφωτος φωστὴρ τῆς Ἐκκλησίας» καὶ «πανάριστος μυστογράφος τῶν ἀρρήτων», «κρουνὸς σοφίας» καὶ «διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς σεμνότητος», «θεόπνευστο ἐγκαλλώπισμα τῶν μοναζόντων» καὶ «στεῤῥὸς ὑπέρμαχος τῆς ἀληθείας», ὅπως τόσα εὔστοχα ὑμνεῖται καὶ γεραίρεται μέσα ἀπὸ τὴν Ἱερά του Ἀκολουθία.

Ὁ τῆς «Τριάδος ἐραστὴς» καὶ «ἔνθεος μύστης» ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς γεννήθηκε τὸ 580 στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἦταν γόνος ἐπιφανοῦς ἀρχοντικῆς οἰκογένειας τῆς Βασιλεύουσας. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν βάπτισαν χριστιανὸ καὶ φρόντισαν νὰ ἀποκτήσει ἐπιμελημένη καὶ ἀνώτερη παιδεία. Ἐνδεικτικὸ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι σύμφωνα μὲ τὸν βιογράφο του ἔλαβε τὴν «ἐγκύκλιον παίδευσιν» καὶ μάλιστα ἡ ἐκπαίδευσή του διήρκησε ἀπὸ τὸ ἕκτο ἢ ἕβδομο ἔτος τῆς ἡλικίας του μέχρι τὸ εἰκοστὸ πρῶτο, γεγονὸς ποὺ τὸν κατέστησε εὐρυμαθῆ καὶ ἄνδρα ἐξαιρετικῆς διανοίας. Ἐπιδόθηκε μὲ ἰδιαίτερη ἀγάπη στὴ φιλοσοφία καὶ τὴ ρητορικὴ καὶ ἀναδείχθηκε σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα μεγάλο πνευματικὸ ἀνάστημα ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα, τὸν ὑψηλὸ φιλοσοφικὸ στοχασμό, τὴ ρητορικὴ δεινότητα καὶ τὴν πολυμάθειά του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἡράκλειος ἀνῆλθε στὸν θρόνο τὸ 610, ἐκτιμώντας τὰ σπάνια χαρίσματά του, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐνάρετη πολιτεία του, τὸν προσέλαβε σὲ νεαρὴ ἡλικία στὰ αὐτοκρατορικὰ ἀνάκτορα καὶ τὸν τίμησε μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ «πρωτοασηκρήτου», ἦταν δηλαδὴ ὁ ἐπὶ τῶν ἀπορρήτων ἀρχιγραμματέας τοῦ αὐτοκράτορος. Ὅμως στὴ θέση αὐτὴ ὁ θεοφόρος Μάξιμος ἔμεινε μόνο τρία χρόνια, διότι ἀφ᾽ ἑνὸς ἡ κοσμικὴ ζωὴ τῶν ἀνακτόρων δὲν τὸν ἀνέπαυε, ἀφ᾽ ἑτέρου δὲ ἡ ἀνάμειξη τοῦ αὐτοκράτορος σὲ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ διατάγματα ποὺ ἐναντιώνονταν στὴν πίστη τῶν Ὀρθοδόξων, ἔθετε σὲ σοβαρὸ κίνδυνο τὴν πορεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἔτσι τὸ 613 παραιτήθηκε τοῦ ἀξιώματός του καὶ ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὶς μάταιες τιμὲς τοῦ κόσμου καὶ νὰ ἀποσυρθεῖ στὸ ἀπομονωμένο μοναστήρι τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στὴ Χρυσούπολη ποὺ βρισκόταν ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἐπιδόθηκε μὲ τέτοιο ζῆλο στὴν ἄσκηση, τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ἀπέκτησε σύντομα τὸν σεβασμὸ ὅλων τῶν μοναζόντων. Μάλιστα ὁ βιογράφος του ἀναφέρει ὅτι στεκόταν ὄρθιος ὅλη τὴ νύχτα γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίστηκε ὡς «εὐλαβέστατος μοναχός». Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ τονιστεῖ ὅτι ἡ ἀπόλυτη ἀφοσίωσή του στὴν ἄσκηση σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ὁλοένα καὶ αὐξανόμενη πνευματική του προκοπή, τὴν ἀξιομνημόνευτη ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ἀπαράμιλλη ἀρετή του τὸν κατέστησαν τόσο ἀγαπητὸ καὶ σεβαστὸ στοὺς συμμοναστές του, ὥστε τὸν ἐξέλεξαν ἡγούμενο τῆς μονῆς, παρόλο ποὺ ὡς γεγονὸς δὲν ἐπιβεβαιώνεται ἐπαρκῶς ἀπὸ τοὺς μελετητές.

Ὅμως οἱ ἀλλεπάλληλες ἐπιδρομὲς τῶν Περσῶν τὸν ἀνάγκασαν τὸ 624 νὰ μεταβεῖ στὴν Κύζικο καὶ νὰ διαμείνει ἐπὶ δύο ἔτη στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ συναναστραφεῖ μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ἰωάννη, ἐνῶ ἄρχισε νὰ συντάσσει τὰ πρῶτα του ἔργα ποὺ ἦταν ἀσκητικὰ συγγράμματα γιὰ τὸν ἀγώνα ἐναντίον τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς. Οἱ συνεχιζόμενες ὅμως ἐπιδρομὲς τῶν Ἀβάρων καὶ τῶν Περσῶν, οἱ ὁποῖοι τὸ 626 ἔφθασαν στὰ τείχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπὸ κοινοῦ τους ἐπίθεση, ποὺ ἀποκρούσθηκε ὅμως χάρη στὴ θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τῆς Θεοτόκου, τὸν ἀνάγκασαν νὰ μεταβεῖ στὴν Κρήτη. Ἐκεῖ διέμεινε ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα, ἀγωνιζόμενος ἐναντίον τῶν μονοφυσιτῶν θεολόγων. Κατόπιν μετέβη στὴν Κύπρο καὶ τὸ 632 ἔφθασε στὴ βόρεια Ἀφρικὴ καὶ συγκεκριμένα στὴν Καρχηδόνα. Ἐκεῖ γνώρισε τὸν μοναχὸ Σωφρόνιο, τὸν καὶ μετέπειτα Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ὁ ὁποῖος ἐγκαταβίωνε μαζὶ μὲ ἄλλους μοναχοὺς ποὺ εἶχαν ἔρθει πρόσφυγες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη στὴ Μονὴ Εὐκρατᾶ. Οἱ δύο ἄνδρες συνδέθηκαν μεταξύ τους πνευματικὰ καὶ ἀνέλαβαν ἀπὸ κοινοῦ τὸν σθεναρὸ ἀγώνα ἐναντίον τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοθελητισμοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελοῦσε τὴν τελευταία ἔκφραση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ. Οἱ ὑποστηρικτὲς τοῦ Μονοθελητισμοῦ ἰσχυρίζονταν ὅτι στὸν Χριστὸ δὲν ὑπάρχουν δύο θελήσεις, ἡ θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη, ἀλλὰ μόνο ἡ θεία, ἡ ὁποία καὶ ἀπορρόφησε τελείως τὴν ἀνθρώπινη. Ὅμως ὁ θεοφόρος Μάξιμος κατὰ τὴ διάρκεια τῆς παραμονῆς του στὴν Καρχηδόνα κατέδειξε ὅτι ὁ Χριστὸς ἐνεργεῖ ἀνθρωπίνως ὅ,τι εἶναι θεϊκὸ μὲ τὰ θαύματά Του καὶ θεοπρεπῶς ὅ,τι εἶναι ἀνθρώπινο κατὰ τὸ ζωοποιὸν Πάθος Του. Ἀλλὰ καὶ ὁ Σωφρόνιος ἀμέσως μετὰ τὴν ἐκλογή του στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῶν Ἱεροσολύμων δημοσίευσε μία ἐγκύκλιο ἐπιστολή, στὴν ὁποία προσδιόριζε ὅτι ἐνῶ ἡ θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔχει ἡ κάθε μία τὴ δική της ἐνέργεια καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα, οἱ φύσεις καὶ οἱ ἐνέργειές Του εἶναι δύο.

Ὅμως ὁ ἀγώνας καὶ ἡ ἀντίσταση ἐναντίον τοῦ Μονοθελητισμοῦ συνεχίστηκε καὶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχου Σωφρονίου τὸ 638 καὶ μάλιστα μὲ μεγαλύτερη ἔνταση μετὰ ἀπὸ τὴν ἔκδοση τῆς «Ἔκθεσης», δηλαδὴ τοῦ διατάγματος ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἡράκλειο ποὺ ἦταν ὑποστηρικτὴς τοῦ Μονοθελητισμοῦ. Σύμφωνα μ’ αὐτὸ τὸ διάταγμα ἡ αἱρετικὴ διδασκαλία τῶν μονοθελητιστῶν ἐπιβαλλόταν πλέον ἐπισήμως μετὰ τὴ σύγκληση ἐνδημούσης Συνόδου στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Πύρρο, ὁ ὁποῖος εἶχε συντάξει τὸ διάταγμα μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν ἕνωση τῶν μονοφυσιτικῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς μὲ τὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία. Ὅταν ὅμως ὁ Πατριάρχης Πύρρος ἐκθρονίστηκε, κατέφυγε τὸ 641 στὴν Καρχηδόνα, ὅπου συναντήθηκε μὲ τὸν Μάξιμο. Ἐκεῖ τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ συζητήσει δημόσια μὲ τὸν θεορρήμονα πατέρα καὶ φλογερὸ πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἔντονου διαλόγου ὁ σοφὸς καὶ θεηγόρος Μάξιμος κατέδειξε ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν ἀπεριόριστη ἀγάπη γιὰ τὸ δημιούργημά Του, προσέλαβε πλήρως τὴν ἀνθρώπινη φύση, χωρὶς ὅμως νὰ ἀλλοιωθεῖ ἡ ἐλευθερία της. Ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία ἑνώθηκε μὲ τὸν Θεὸ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἀναπτύσσοντας ὁ Μάξιμος μὲ τόση εὐστοχία καὶ πειστικότητα τὴν ἐπιχειρηματολογία του, ὑποχρέωσε τὸν Πύρρο νὰ πεισθεῖ γιὰ τὸ ἐσφαλμένο τῶν θέσεών του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἐκθρονισθεὶς Πατριάρχης μετέβη στὴ Ρώμη γιὰ νὰ ἀποκηρύξει τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία τοῦ Μονοθελητισμοῦ καὶ νὰ ζητήσει μετάνοια ἀπὸ τὸν Πάπα Μαρτίνο Α’. Ὅμως ἐνστερνίστηκε καὶ πάλι τὶς μονοθελητικές του ἀπόψεις καὶ ἀφορίσθηκε ἀπὸ τὸν Πάπα Θεόδωρο, ἐνῶ τὸ 654 ἐπανεξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ τέσσερις μῆνες ἀπεβίωσε.

Βλέποντας ὁ θεηγόρος Μάξιμος ὅτι ἡ φοβερὴ αἵρεση ἐξαπλώνεται ὁλοένα καὶ περισσότερο στὴν Ἀνατολή, ἀποφάσισε νὰ μεταβεῖ στὴ Ρώμη τὸ 646 καὶ νὰ συνεχίσει ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ἀγώνα του ἐναντίον τῆς κακοδοξίας. Ἄλλωστε ἡ Αἴγυπτος εἶχε καταληφθεῖ ἀπὸ τοὺς Ἄραβες καὶ πλῆθος Ἑλλήνων κατέφευγε στὴν Ἰταλία. Στὸ μεταξὺ ὁ αὐτοκράτορας Κώνστας Β´ (641-668) κοινοποίησε τὸ 648 τὸν «Τύπο», δηλαδὴ ἕνα διάταγμα, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ἀπαγόρευε στοὺς χριστιανοὺς νὰ συζητοῦν γιὰ δύο φύσεις καὶ δύο θελήσεις στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τὸ γεγονὸς μάλιστα αὐτὸ ὁδήγησε καὶ στὴ δίωξη τῶν Ὀρθοδόξων. Γι’ αὐτὸ καὶ κατὰ τὴν προτροπὴ καὶ σύσταση τοῦ Μαξίμου ὁ νεοεκλεγεὶς Πάπας Μαρτίνος Α’ συγκάλεσε Σύνοδο στὴ Ρώμη τὸ 649, ἡ ὁποία ἔμεινε γνωστὴ ὡς Σύνοδος τοῦ Λατερανοῦ. Ἡ συγκληθεῖσα αὐτὴ Σύνοδος καταδίκασε τὸν Μονοθελητισμὸ καὶ ἀπέρριψε τὸν «Τύπο», τὸ αὐτοκρατορικὸ αὐτὸ διάταγμα τοῦ 648. Μάλιστα ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ὑπῆρξε ἀποφασιστική, ἀφοῦ ὅλοι θαύμασαν τὴ μαχητικότητα καὶ τὴν πειστική του ἐπιχειρηματολογία ποὺ ἀποστόμωσε ὅλους τοὺς διῶκτες τῆς Ὀρθοδοξίας. Παράλληλα συνέγραψε πολλὰ συγγράμματα ποὺ ἐναντιώνονταν στὴ θρησκευτικὴ πολιτικὴ τοῦ αὐτοκράτορος Κώνσταντος Β’.

Ἡ μαχητική του ὅμως αὐτὴ δράση ἐξόργισε τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος διέταξε τὴν προσαγωγή του στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὴν κατηγορία τῆς ἀπείθειας σὲ αὐτοκρατορικὸ πρόσταγμα, τῆς συνωμοσίας καὶ τῆς συμμετοχῆς σὲ στάση, ἐνῶ ἔστειλε στὴ Ρώμη στράτευμα γιὰ νὰ συλλάβει τὸν ἀνάπηρο Πάπα Μαρτίνο Α’. Ἔτσι τὸ 653 συνελήφθη ὁ Πάπας καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου φυλακίσθηκε μαζὶ μὲ κοινοὺς ἐγκληματίες καὶ ἐκτέθηκε στὸ κρύο καὶ τὴν πείνα. Τὸ 654 δικάστηκε καὶ τὸ 655 ἐξορίσθηκε στὴ Χερσώνα τῆς Κριμαίας, ὅπου ἀπεβίωσε ἐξαθλιωμένος. Στὸ μεταξὺ ὁ Ἅγιος Μάξιμος εἶχε ἤδη συλληφθεῖ ἀπὸ τὸν ἔξαρχο τῆς Ἰταλίας Θεοδόσιο κατ’ ἐντολὴν τοῦ αὐτοκράτορος Κώνσταντος καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τοὺς τέσσερις μαθητές του, τὸν πιστὸ μαθητή του, τὸν Ἀναστάσιο, ἕναν ἄλλο Ἀναστάσιο ποὺ ἦταν ἀποκρισάριος τοῦ Πάπα, τὸν Θεόδωρο καὶ τὸν Εὐπρέπιο. Κατόπιν τοὺς ἔκλεισαν στὴ φυλακὴ μερικοὺς μῆνες καὶ τὸν Μάιο τοῦ 655 δικάστηκε ὁ Μάξιμος ὡς ἐχθρὸς καὶ ἐγκληματίας τοῦ κράτους μὲ τὴν κατηγορία τῆς πολιτικῆς συνωμοσίας, ἀφοῦ ἀντιτάχθηκε στὴν αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία καὶ συνέβαλε στὴν κατάκτηση τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ τοὺς Ἄραβες, ἐνῶ μὲ τὴ διδασκαλία του ἔσπειρε τὴ διχόνοια μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ὁ σοφὸς καὶ μακάριος ὅμως Μάξιμος ἀπάντησε μὲ παρρησία καὶ μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα στὶς συκοφαντίες καὶ τὶς βασανιστικὲς ἀνακρίσεις καὶ δήλωσε ὅτι εἶναι ἕτοιμος νὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ ὅλους τοὺς πατριάρχες, ἀκόμη καὶ νὰ θανατωθεῖ, παρὰ νὰ προδώσει τὴν πίστη του. Γι’ αὐτὸ καὶ δήλωσε μὲ ἀπόλυτη ἠρεμία ὅτι δὲν τὸν ἀπασχολεῖ, ἐὰν οἱ Ρωμαῖοι καὶ οἱ Ἕλληνες εἶναι ἑνωμένοι ἢ διαιρεμένοι, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ τὸν ἐνδιαφέρει εἶναι νὰ μείνει προσηλωμένος στὴν ὀρθὴ πίστη. Ἄλλωστε, ὅπως τόνισε, ὁ ὁρισμὸς τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἔργο τῶν ἱερέων καὶ ὄχι τῶν αὐτοκρατόρων, ἀφοῦ αὐτὸς ποὺ τελεῖ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἱερουργεῖ στὸ Θυσιαστήριο, εἶναι ὁ ἱερέας καὶ ὄχι ὁ αὐτοκράτορας τῶν χριστιανῶν.

Ἡ σταθερή του ὅμως ἄρνηση νὰ δεχθεῖ τὴν ἀνάμειξη τοῦ αὐτοκράτορος σὲ θέματα πίστεως καὶ ἡ ἀκλόνητη προσήλωσή του στὶς ἀρχὲς τῆς ἀμωμήτου πίστεως τῶν Ὀρθοδόξων ἐξόργισαν τὸν αὐτοκράτορα Κώνστα Β’, ὁ ὁποῖος τὸν καταδίκασε σὲ ἐξορία σ’ ἕνα φρούριο στὴ Βιζύη τῆς Θράκης. Μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο, τὸ 656, ἐστάλη ἕνα ἐπισκοπικὸ δικαστήριο ἀπὸ τὸν νέο αἱρετικὸ Πατριάρχη Πέτρο, ἀλλὰ ὁ Ἅγιος παρὰ τὶς προσπάθειες τῶν ἀρχόντων γιὰ συμβιβαστικὴ λύση, κάλεσε τὸν αὐτοκράτορα καὶ τὸν Πατριάρχη σὲ μετάνοια μὲ τὴν προτροπὴ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ἀληθινὴ πίστη. Ἡ ἐπιμονὴ ὅμως τοῦ Μαξίμου στὶς θέσεις του τὸν ὁδήγησε σὲ ἐξορία στὴν Πέρβερη, ὅπου ἔμεινε ἔξι χρόνια καὶ ὅπου βρισκόταν ἐξόριστος ὁ ἕνας Ἀναστάσιος. Τὸ 662 ὁδηγήθηκε καὶ πάλι ὁ Μάξιμος μὲ τοὺς μαθητές του στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐπρόκειτο καὶ πάλι νὰ δικασθοῦν ἐνώπιον τοῦ αἱρετικοῦ Πατριάρχου καὶ τῶν ἄλλων αἱρετικῶν ἀρχόντων. Ὅμως ὁ Μάξιμος παρὰ τὶς ἐπίμονες πιέσεις καὶ τὶς σκληρὲς ἀπειλές, ἔμεινε σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος στὸ πηδάλιο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ὅπως καὶ οἱ τέσσερις μαθητές του. Μάλιστα τόνισε ὅτι σύμφωνα μὲ τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ὀρθὴ καὶ σωτήρια ὁμολογία τῆς πίστεως, ἐνῶ στὴν ἀπειλὴ ὅτι θὰ θανατωθεῖ, δήλωσε μὲ ξεχωριστὴ παρρησία ὅτι θὰ ἀποτελέσει δόξα στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ὁτιδήποτε καὶ ἐὰν ὑποστεῖ.

Ἡ ἀκλόνητη πίστη τοῦ Ἁγίου Μαξίμου καὶ τῶν συνακολούθων του ἐξαγρίωσε ὅμως σὲ τέτοιο βαθμὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸ δικαστήριο, ὥστε ὁ διοικητὴς διέταξε νὰ μαστιγωθοῦν ἀνελέητα, ἐνῶ ἀπέκοψαν τὴ γλώσσα καὶ τὴ δεξιὰ χείρα τοῦ θεοφόρου Μαξίμου, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ὁμιλεῖ καὶ νὰ γράφει ἐναντίον τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοθελητισμοῦ. Κατόπιν τοὺς διαπόμπευσαν καὶ τοὺς ἐξόρισαν στὴ Λαζικὴ τοῦ Πόντου, κλείνοντάς τους σὲ φυλακή, ἀλλὰ τὸν καθένα ξεχωριστά. Τὸν Μάξιμο τὸν φυλάκισαν στὸ φρούριο Σχίμαρις ποὺ βρίσκεται στὴν Ἀλανία τοῦ Καυκάσου (σημερινὴ δυτικὴ Γεωργία), ὅπου τὸ ἀκρωτηριασμένο του σῶμα ἄντεξε μὲ θαυματουργικὸ τρόπο τρία χρόνια, ἀφοῦ καὶ χωρὶς γλώσσα μποροῦσε νὰ ὁμιλεῖ. Μετὰ ὅμως ἀπὸ ὀλιγοήμερη ἀσθένεια παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν δικαιοκρίτη Θεό, σὲ ἡλικία ὀγδόντα δύο ἐτῶν. Ἐκοιμήθη στὶς 13 Αὐγούστου τοῦ 662, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν του λειψάνων, ἀφοῦ ἡ μνήμη του ὁρίσθηκε νὰ τιμᾶται στὶς 21 Ἰανουαρίου γιὰ νὰ συνεορτάζει κατὰ τὸν μήνα Ἰανουάριο μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς μεγάλους διδασκάλους, ὁμολογητὲς καὶ ἀσκητὲς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἡ μνήμη του μετὰ τῶν τεσσάρων μαθητῶν του, τοῦ Ἀναστασίου, τοῦ ἑτέρου Ἀναστασίου, τοῦ Θεοδώρου καὶ τοῦ Εὐπρεπίου, μαζὶ καὶ μὲ τοῦ Ἁγίου Μαρτίνου Πάπα Ρώμης τιμᾶται ἐπίσης στὶς 20 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα μὲ παλαιὰ γεωργιανὴ παράδοση ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ διατηρήθηκε μέχρι σήμερα κάτω ἀπὸ τὸ Ἅγιο Βῆμα τοῦ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου ναοῦ στὸ Τσαγκέρι τῆς Γεωργίας. Ὁ ναὸς αὐτὸς ἔχει ἀνεγερθεῖ πάνω στὰ ἐρείπια παλαιοτέρου ναοῦ ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο Ἀρσένιο καὶ εἶχε λειτουργήσει ὡς μονή, ὅπου καὶ εἶχε ἐνταφιασθεῖ τὸ τίμιο λείψανό του μετὰ τὴν κοίμησή του. Μάλιστα ἀπὸ τὸν τάφο του ἔβγαινε φῶς κάθε νύχτα καὶ φώτιζε τὴν περιοχή, γεγονὸς ποὺ πιστοποιοῦσε τὴν ἁγιότητά του. Τὸ 2010 κατὰ τὴ διάρκεια ἀρχαιολογικῶν ἀνασκαφῶν στὸν ναὸ βρέθηκαν τὰ ὀστᾶ τριῶν ἀτόμων στὸ πρῶτο ἐπίπεδο καὶ ἑνὸς ἀτόμου στὸ δεύτερο ἐπίπεδο. Σύμφωνα μὲ τὶς ἀνθρωπολογικὲς ἔρευνες στὴ Γεωργία, τὴ Γαλλία καὶ τὴ Ρωσία τὰ ὀστᾶ τοῦ πρώτου ἐπιπέδου ἀνήκουν στὸν Ἅγιο Μάξιμο καὶ σὲ δύο μαθητές του, ἀφοῦ σ’ ἕναν ἀπὸ τοὺς σκελετοὺς ἔλειπε τὸ δεξιὸ χέρι, ἐνῶ στὸ λαιμὸ ὑπῆρχε σοβαρὸ κτύπημα ποὺ προῆλθε πιθανότατα ἀπὸ τὴν ἐκρίζωση τῆς γλώσσας, ἡ δὲ ἡλικία ὑπολογίζεται στὸ 83ο ἔτος. Τὸ ἀκρωτηριασμένο δεξιὸ χέρι τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ θεωρεῖται τὸ μόνο γνωστὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου στὴν Ὀρθοδοξία καὶ φυλάσσεται ἀπὸ τὸν 12ο αἰώνα ὡς πολύτιμος πνευματικὸς θησαυρὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Παύλου τοῦ Ἁγίου Ὅρους.

Ἡ δεξιά χείρα τοῦ ἁγ. Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ (christianvivliografia
.wordpress.com)

Ὁ «οὐρανόφωτος φωστὴρ τῆς Ἐκκλησίας», Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴν Ἱερὰ Νῆσο Πάτμο, ἀφοῦ δύο ἱεροὶ ναοὶ τοῦ νησιοῦ τῆς Ἀποκάλυψης εἶναι ἀφιερωμένοι στὸ ὄνομά του.Ὁ ἕνας ναὸς βρίσκεται στὸ Κάθισμα τῆς Ἄσπρης καὶ ὑπάγεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου. […] Ὁ ἄλλος ναὸς τοῦ Ἁγίου βρίσκεται στὸν προαύλιο χῶρο τοῦ ξενοδοχείου Porto Scoutari […] Ναὸς ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ ὑπάρχει ἐπίσης καὶ στὴ Λακωνία, καὶ υγκεκριμένα στὸ χωριὸ Κορογονιάνικα Μάνης. Στὴ Μακεδονία ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς τιμᾶται στὸ καθολικό της Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Σοχοῦ Θεσσαλονίκης, τὸ ὁποῖο εἶναι ἐγκαινιασμένο καὶ ἐπ’ ὀνόματί του. Πρὸς τιμὴν του εἶναι ἐπίσης ἀφιερωμένο καὶ παρεκκλήσιο στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ στὴν περιοχὴ τοῦ Λιτόχωρου Πιερίας, ἐνῶ πανηγυρικὸς ἑορτασμὸς τῆς μνήμης τοῦ τελεῖται κατ’ ἔτος στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Ἄννης στὸ χωριὸ Βόθωνας Σαντορίνης. Τὸ 2011 ἐκδόθηκε μὲ δαπάνη καὶ πρόνοια τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Μαξίμου Ματθαίου, ἡ Ἱερὰ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου, τὴν ὁποία συμπλήρωσε ὁ ἀοίδιμος Ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης του Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, προκειμένου νὰ ἑορτάζεται πανηγυρικὰ ἡ μνήμη του. Ἀκολουθία πρὸς τιμήν του ἔχει ποιήσει καὶ ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Νικόδημος Ἀεράκης, Ἱεροκῆρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ὕδρας, Σπετσῶν καὶ Αἰγίνης, ἐνῶ ἡ Μοναχὴ Ἰσιδώρα Ἁγιεροθεΐτισσα ἔχει ποιήσει Παρακλητικὸ Κανόνα πρὸς τιμὴν τοῦ φλογεροῦ αὐτοῦ ὁμολογητοῦ τῆς πίστεως.

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ὑπῆρξε πολυγραφότατος συγγραφέας, ἀφοῦ ἦταν ἀναμφισβήτητα ὁ διαπρεπέστερος θεολόγος τοῦ 7ου αἰώνα. Τὰ πολυάριθμα συγγράμματά του διακρίνονται σὲ ἑρμηνευτικά, δογματικὰ καὶ ἀντιρρητικά, λειτουργιολογικά, ἀσκητικὰ καὶ μυστικά, καὶ ἐπιστολές. Ἄλλωστε ὁ θεηγόρος καὶ παμμέγιστος αὐτὸς ὁμολογητὴς ἀγωνίσθηκε θεοπρεπῶς γιὰ τὴν ὑπεράσπιση καὶ ἑδραίωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ συνέβαλε τὰ μέγιστα γιὰ τὴν περαιτέρω ἀνάπτυξη τῆς θεολογικῆς σκέψεως. Μ’αὐτὸ τὸν τρόπο ἀναδείχθηκε στύλος καὶ ἑδραίωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ φλογερὸς πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ὁλοθερμὴ εὐχὴ ὅλων μας εἶναι ὁ πάνσοφος καὶ θεοφόρος αὐτὸς πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας, «ὁ τῆς σοφίας κρουνός, ὁ πελαγίζων θεοβρύτως τοῖς πέρασιν, ὡς ὕδωρ ἀθανασίας, καὶ γλυκασμὸν νοητὸν» νὰ μᾶς στερεώνει στὴν πίστη, νὰ μᾶς καθοδηγεῖ στὴν ἀλήθεια, νὰ μᾶς προφυλάσσει ἀπὸ αἱρέσεις καὶ πλάνες καὶ νὰ μᾶς ἐνισχύει στὸν ἀγώνα κατὰ τῶν παθῶν, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε καὶ ἐμεῖς τῶν οὐρανίων ἐκείνων ἀγαθῶν ποὺ εὐφραίνεται ὁ θεηγόρος ἀσκητὴς καὶ ἔνδοξος ὁμολογητὴς Ἅγιος Μάξιμος μέσα στὴν ἄπειρη δόξα τοῦ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) (Ήχος γ’ – Θείας πίστεως)
Θείου Πνεύματος, τη επομβρία, ρείθρα έβλυσας, τη Εκκλησία, υπερκοσμίων δογμάτων πανεύφημε, θεολόγων δε του Λόγου την κένωσιν, ομολογίας αγώσι διέλαμψας. Πάτερ Μάξιμε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθσι ημίν το μέγα έλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Ἦχος πλ. δ’)
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καί σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Μάξιμε σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον (Ἦχος πλ. δ’ – Τῇ ὑπερμάχῳ)
Τόν τῆς Τριάδος ἐραστήν καί Μέγαν Μάξιμον, τόν ἐκδιδάξαντα τρανῶς πίστιν τήν ἔνθεον, τοῦ δοξάζειν τόν Χριστόν, ἐν δύο φύσεσι, θελήσεσί τε καί ἐνεργείαις ὑπάρχοντα, ἐπαξίως ἐν ᾠδαῖς πιστοί τιμήσωμεν, ἀνακράζοντες· Χαῖρε κήρυξ τῆς Πίστεως.

Βιβλιογραφία:
– Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου καὶ Θεοφόρου Πατρὸς ἠμῶν Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Ἔκδοσις Ἀρχιμανδρίτου Μαξίμου Ματθαίου, Ἐν Ἀθήναις 2011.
– Βασιλοπούλου Χαραλάμπους Δ., Ἀρχιμανδρίτου, Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Ἐκδόσεις «Ὀρθοδόξου Τύπου», Ἀθῆναι 2000.
– Γούναρη Γεωργίου Κων., Ἀπὸ τὴν Πολιτεία τῶν Ἁγίων, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γρεβενῶν, 2009.
– Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Καλύβης Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὅρους, 2010.

Πηγές:
– Ἀριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος, Ἐκπαιδευτικός, σε: christianvivliografia.wordpress.com
– syndesmosklchi.blogspot.gr

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s