Γυναίκες της Πίνδου

Ποτέ άλλοτε στην ιστορία, σε άλλο μέρος τη γης, γυναίκες δε στάθηκαν τόσο γενναία βοηθώντας τα μαχόμενα τμήματα και αψηφώντας το θάνατο!

«Κι’ οι μάνες τα άκοφτα γκρεμνά, σαν Παναγιές τα ανέβαιναν
με την ευχή στον ώμο τους κατά τον γιο πηγαίναν
και τις ανεμοτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι’ έλυνε τα τσεμπέρια τους κι’ έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι’ έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε
μ’ αυτές αντροπατάγανε ψηλά πέτρα την πέτρα
και ανηφόριζαν στην γραμμή ώσπου μες τα σύννεφα
χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω στην άλλη»
Νικηφόρος Βρεττάκος

Γυναίκες της Πίνδου – Έκτωρ Δούκας, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο

Η προσφορά αυθόρμητη. Ο αγώνας γενναίος. Η αυταπάρνηση συγκινητική. Είναι οι Γυναίκες της Πίνδου. Πρωταγωνίστριες της εποποιίας του ‘40, μιας από τις σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Γυναίκες, οι οποίες κατόρθωσαν μέσα από αντίξοες συνθήκες, να δώσουν το δικό τους δυναμικό και καθοριστικό παρόν στην πρώτη γραμμή του μετώπου.

Πρόκειται για γυναίκες αγρότισσες, τόσο από τα χωριά της Δυτικής Μακεδονίας όσο και από τα χωριά των Ηπειρώτικων βουνών (Πωγώνι, Ζαγόρι, Αγία Παρασκευή, Φούρκα κ.ά.). Όλες προσέφεραν τις οικίες τους για να φιλοξενήσουν τους Έλληνες στρατιώτες, χαρίζοντάς τους λίγες στιγμές θαλπωρής και ζεστασιάς. Προσέφεραν τρόφιμα, κουβέρτες και κάθε είδους ιματισμό από το δικό τους βιός. Δε δίσταζαν να παραχωρήσουν όλη τη νομή για τα κτήνη του στρατού, χωρίς να κρατήσουν απόθεμα για τις δικές τους ανάγκες. Στον λιγοστό ελεύθερο χρόνο τους έπλεκαν κάλτσες και ρούχα και ζύμωναν ψωμί για τους μαχόμενους στρατιώτες μας.

Τζουμερκιώτισσες στον δρόμο για το αλβανικό μέτωπο (helpis.gr)

Επίσης συμμετείχαν στη διάνοιξη και επιδιόρθωση δρόμων καθώς και στην κατασκευή τους για τις ανάγκες του στρατού. Μάλιστα, σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν οι γεφυροποιοί του Μηχανικού αδυνατούσαν να ζεύξουν σε ένα σημείο τον ποταμό Βογιούσα, λόγω του ορμητικού ρεύματος των νερών του, μια ομάδα γυναικών της Πίνδου μπήκαν οι ίδιες μέσα στο νερό και πιάστηκαν σφιχτά η μια από τον ώμο της άλλης, ώστε να δημιουργήσουν ένα ανθρώπινο ανάχωμα που θα ανέκοπτε την ορμή του ποταμού.

Οι γυναίκες του Ζαγορίου στον Πόλεμο του ’40 συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα και σε αυτές οφείλεται ο έγκαιρος ανεφοδιασμός των Ελληνικών δυνάμεων που μάχονταν για ν’ ανακόψουν την φασιστική εισβολή, η οποία μέσω της κοιλάδας του Αώου προσπαθούσε να φθάσει στο Μέτσοβο.

Γυναίκες ανοίγουν δρόμο στα χιόνια της Πίνδου (helpis.gr)

Σε έναν από τους πιο δύσκολους πολέμους στην ιστορία του ελληνικού έθνους, οι Γυναίκες της Πίνδου αποφασίζουν να συνδράμουν στον αγώνα εναντίον του εχθρού με τον πλέον άμεσο τρόπο. Γυναίκες κάθε ηλικίας, κορίτσια, μανάδες, αδερφές, αψηφούν το αβάσταχτο κρύο, το χιόνι, τη βροχή, τον αέρα και σχηματίζοντας φάλαγγες διασχίζουν κακοτράχαλα περάσματα, για να φτάσουν στο μέτωπο των αγωνιστών. Φορτωμένες τρόφιμα, ρούχα και πολεμοφόδια ανηφορίζουν μονοπάτια, όπου κανένα μεταγωγικό όχημα -ούτε καν μουλάρι, δεν μπορούσε να ανέβει. Αλλά και επιστρέφοντας στα χωριά τους μεταφέρουν τραυματίες για περίθαλψη στα ίδια τα σπίτια τους.

Ο ξαφνικός ήχος της καμπάνας τους κάνει όλους να τρέξουν στην εκκλησία.

– Τα παιδιά μας, ο στρατός μας χρειάζεται βοήθεια!

Αψηφώντας όλες το κρύο, το χιόνι, τον εχθρό ενώνονται με την ίδια πίστη στην καρδιά. Γυναίκες της Πίνδου, Αθάνατες Ελληνίδες!

Γυναίκες της Πίνδου, Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Παύλου Βρέλλη

Γνωρίζοντας τα μονοπάτια, φόρεσαν τα γουρουνοτσάρουχα στα πόδια για να μην γλιστρούν, ζαλώθηκαν στην πλάτη τα πολεμοφόδια και άρχισαν ν’ ανεβαίνουν. Σκαρφαλωμένες στις αετοράχες της Πίνδου, στο παγωμένο χιόνι, γυναίκες μαυροντυμένες με το φορτίο στην πλάτη, να πέφτουν, να σηκώνονται, ποτέ να μην λυγίζουν, μόνο ν’ αντιστέκονται σαν τα στοιχειά της φύσης.

Ατελείωτες φιγούρες νέων και παιδιών να κρέμονται θαρρείς στις ράχες, φάλαγγες βοήθειας, ηρωισμού και τόλμης που δόξασαν την Ελλάδα. Οι μαύρες οι μαντίλες τους να ρίχνονται από τον αέρα σαν τα πουλιά στο χιόνι. Με τα μαλλιά τους ξέπλεκα παρηγοριά να δίνουνε σε κάθε λαβωμένο.

Μνημεία των Γυναικών της Πίνδου στο Ζαγόρι της Ηπείρου και στον Πεντάλοφο Κοζάνης

Γυναίκες της Πίνδου αγρότισσες των Ηπειρώτικων βουνών, απ’ το Πωγώνι, τη Φούρκα, τον Πεντάλοφο, το Επταχώρι, την Βούρμπιανη, την Αγία Παρασκευή, χωριά της Δυτικής Μακεδονίας, που αψήφησαν τον κίνδυνο και προκαλώντας την αντοχή τους έφθαναν με βοήθειες από τρόφιμα και ρούχα εκεί που ούτε καν τα ζώα δεν μπορούσαν να φθάσουν.

Γυναίκες που όρθωσαν το ανάστημά τους και την ψυχή τους κι έδωσαν τον δικό τους αγώνα, ακούραστες, περήφανες, βοηθώντας μοναδικά με την συμμετοχή τους στην νίκη του Ελληνικού στρατού.

Γυναίκες της Πίνδου. Γυναίκες θρύλος. Μανάδες της Λευτεριάς.

Τώρα στις ίδιες τις πλαγιές που ανθίζουν τα κρίνα των παλληκαριών μας αντηχεί και η ανυπέρβλητη δύναμη των Γυναικών της Πίνδου που πήραν τον θάνατο αγκαλιά και δόξασαν τις κακοτράχαλες κορφές της Πατρίδας μας.

Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από την ομιλία – διάλεξη που έδωσε η Φρόσω Ιωαννίδη (1896-1986), μία από τις γυναίκες της Πίνδου, τον Μάρτιο του 1975:

«Αναθυμιέμαι, με τι ενθουσιασμό και προθυμία, έσπευσαν όλες οι Γιαννιώτισσες, από την πρώτη κιόλας μέρα, να παρακολουθήσουν τα μαθήματα εθελοντριών νοσοκόμων, από την Ελένη Πετραλιά και την Αθηνά – Μεσολωρά, στο σπίτι μου, που το είχα παραχωρήσει, γι’ αυτόν τον σκοπόν.

Με τι λαχτάρα, ύστερα, τρέχαν στα νοσοκομεία να βοηθήσουν όλες τους πρώτους τραυματίες μας! Να ξενυχτάν πάνω στο κεφάλι των βαριά πληγωμένων, να τους περιποιούνται, να τους παρηγορούν, να τους παραχαϊδεύουν (και πρώτη η μάνα Καλλιόπη Λύκα). Να τους γράφουν τα γράμματα για τους δικούς των, να τους τα διαβάζουν και με κάθε τρόπο να προσπαθούν ν’ αλαφρύνουν τον πόνο τους.

Χρειάστηκε να πάω στο Ζαγόρι, να δω τους γονείς μου (η μάνα μου ήταν άρρωστη) κι άφησα τα δύο παιδιά μου, με μια Γυναίκα στην Κορίτιανη, στα Κατσανοχώρια. Ξεκινώ με τ’ αυτοκίνητο, ως τη Δοβρά. Εκεί μαθαίνω ότι η παραπέρα συγκοινωνία κόπηκε. Οι Ιταλοί έφθασαν απ’ τον Αώο στο Βρυσοχώρι κι ότι είναι επικίνδυνο να προχωρήσω. Ούτε μέσον υπήρχε.

Τους βλέπω όλους ανάστατους, ξεσηκωμένους, να τραβάν άλλοι κατά δω, άλλοι κατά κει. Όμως δε βλέπω γυναίκες. Πού ναι οι γυναίκες; ρωτάω. Οι γυναίκες! μου λέει ο ανθυπασπιστής της Δοβράς Σιμιτζής: Κουβαλάνε πολυβόλα και πολεμοφόδια και τ’ ανεβάζουν στη Γκαμήλα και Αστράκα.

Τ’ ακούω και δεν το πιστεύω. Πως είναι δυνατόν; Πως μπορούν ν’ ανεβούν γυναίκες φορτωμένες, σ’ αυτά τ’ απάτητα βουνά, π’ ανεβαίνουν μόνο τα ζαρκάδια; Πρωτάκουστο!

– Μα πώς ανεβαίνουν; ρωτάω πάλι.

– Τις δένουμε, μου λέει ο Σιμιτζής, με χονδρές τριχιές, από τη μέση και οι χωροφύλακες, από την κορυφή, τις τραβάνε…

Κι αυτές βαρυφορτωμένες, σκαρφαλώνουν, σαν τα κατσίκια, πιασμένες, πότε από τις πέτρες, που προεξέχουν, πότε από ρίζες, γονατίζοντας και καμιά φορά από το βάρος, με κίνδυνο να γλιστρήσουν και να γκρεμοτσακιστούν στα βάραθρα που χαίνουν μπροστά τους. Ανεβαίνουν, κατεβαίνουν αδιάκοπα και ρίχνουν και τίποτε κοτρώνια στον εχθρό κάτω, πόχει φθάσει στα Τσερβαριώτικα καλύβια….

Μου πιάνεται η αναπνοή, σαν τ’ ακούω αυτά… Σαλεύει ο νους μου, θέλοντας ν’ αναπαραστήσει αυτή τη σκηνή! Μήπως ονειρεύομαι; Μήπως δεν ακούω σωστά;…

Ακούω κι ένα φτωχό δίστιχο. «Τις Ηπειρώτισσες για δες, στης Πίνδου τα βουνά, πως πολεμάν με πετριές, για την Ελευθεριά»!…

Επάνω σ’ αυτό, ας σας πω τι έλεγε μετά, ένας Ιταλός αξιωματικός στα Γιάννινα, στο σπίτι του γιατρού Λάππα:

«Δεν είχε φοβηθεί το μάτι μου ποτέ, σας βεβαιώνω. Μα σαν είδα γυναίκα σκαρφαλωμένη στην κορυφή του τρομερού βουνού, να μας κατρακυλάη κοτρώνια και να μας πολυβολή (φαντασία του αυτό) τρόμαξα, ομολογώ, και αφού την πολυβόλησα και την έριξα κάτω (κι αυτό φαντασία του) έσπευσα ν’ απομακρυνθώ»…

Μετά από λίγο, εκλιπαρώ να μου δοθεί ένα στρατιωτικό άλογο, αφού δεν υπήρχε άλλο μέσον, και προχωρώ. Πώς να εφοδιαστή το 15ο Σύνταγμα ενώ το πυροβολικό σφυροκοπούσε; Πρόβλημα τρομερό. Πρόβλημα, που απασχολούσε όλους.

Το μεγάλο αυτό πρόβλημα, το έλυσαν οι πλάτες των γυναικών και κοριτσιών του Ζαγορίου, που καθιερώθηκε πλέον επισήμως, ως μόνιμο μεταφορικό μέσον. Οι πλάτες αυτές, που έπρεπε ν’ αποθανατιστούν, έσωσαν την κατάστασιν.

Κουμπούνια, κουμπούνια, πηγαινοέρχονται, φορτωμένες πολεμοφόδια, ασταμάτητα και γυρίζουν, κουβαλώντας τραυματίες δικούς μας, πού και πού και Ιταλούς, που παραξενεύονται και μένουν μ’ ανοιχτό το στόμα, σαν βλέπουν όλον αυτόν τον συναγερμό!

Όλα ξεχάστηκαν, όπως έχουν ξεχαστεί κι άλλα προηγούμενα. Το Ζαγόρι, ιδίως, γνώρισε την εξαθλίωση, εγκαταλελειμμένο και παραγκωνισμένο απ’ όλους. Οι δρόμοι, ακόμα, ελεεινοί, οι περισσότεροι, όπως τους είδε ο Γκόλτς Πασάς. Αντικρίζεις, απ’ το ένα χωριό, ένα άλλο, ιδίως στο Ανατολικό Ζαγόρι και νομίζεις πως απέχει μισή ώρα και όμως θέλεις μιας μέρας κυκλωτική διαδρομή, για να το πλησίασης!

Σας κούρασα ίσως. Σχωρνάτε με. Σχωρέστε την αδυναμία του γελασμένου άνθρωπου, που όσο κι αν θέλει, δεν μπορεί να ξεφύγει από τα περασμένα. Όσο κι αν πασχίζει ν’ άνοιξη τα φτερά της φαντασίας του ν’ απλωθεί, να πετάξει ψηλά (όπως σαν ήταν νιος), να πιάσει τα μεγάλα, τ’ άπιαστα, μοιραίως θα χαμηλώσει για να κουρνιάσει στη φτωχή φωλιά του και ν’ αράξει σα σ’ απάνεμο λιμάνι, ευλαβικός προσκυνητής, στ’ άγια χώματα που τον γέννησαν».

Γυναίκες Ηπειρώτισσες

Γυναίκες Ηπειρώτισσες μέσα στο χιόνι πάνε
κι οβίδες κουβαλάνε
θεέ μου τι τις πότισες και δεν αγκομαχάνε;

Γυναίκες Ηπειρώτισσες ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες ποιον πας να κατακτήσεις;
Γιαννιώτισσες Σουλιώτισσες ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες ποιον πας να κατακτήσεις;

Γυναίκες απ’ τα σύνορα κόρες γριές κυράδες
φωτιά μες τους βοριάδες
εσείς θα είστε σίγουρα της λευτεριάς μανάδες.

Γυναίκες Ηπειρώτισσες ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες ποιον πας να κατακτήσεις;
Γιαννιώτισσες Σουλιώτισσες ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες ποιον πας να κατακτήσεις;

(Στίχοι: Πυθαγόρας, μουσική: Γιώργος Κατσαρός, ερμηνεία: Μαρινέλλα)

Πηγές:
– Κώστας Λαζαρίδης, «Το Ζαγόρι και οι Γυναίκες της Πίνδου», Ιωάννινα 1978.
– Μωραΐτες εν Χορώ, «Γυναίκες της Πίνδου. Γυναίκες θρύλος. Μανάδες της Λευτεριάς», σε: enromiosini.gr
– «Η συγκλονιστική μαρτυρία της Γυναίκας της Πίνδου – Όλα όσα έζησε στον πόλεμο του 1940», σε: mothersblog.gr
– «Οι Γυναίκες της Πίνδου στο Έπος του ‘40», σε: helpis.gr

kimintenia.wordpress.com

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Γυναίκες της Πίνδου

  1. constantinanadia 24 Οκτωβρίου 2020 / 23:46

    Ευχαριστούμε γι’ αυτό το πολύ όμορφο κείμενο. Και για το ποίημα του Ν. Βρεττάκου

    Αρέσει σε 1 άτομο

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s