Οι νεοφανείς Άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη

Τρίτη της Διακαινησίμου (Λαμπροτρίτη)

Ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα στη χώρα μας είναι και αυτό της Θερμής Μυτιλήνης, όπου τιμώνται τρεις νεοφανείς Μάρτυρες της Εκκλησίας μας, οι άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη, που μαρτύρησαν σχεδόν αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Άγιος Ραφαήλ καταγόταν από πλούσια χριστιανική οικογένεια, από τους Μύλους της Ιθάκης και γεννήθηκε το έτος 1410 μ.Χ. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Λάσκαρης ή Λασκαρίδης. Ο πατέρας του λεγόταν Διονύσιος και η μητέρα του Μαρία. Ήσαν και οι δύο ευσεβέστατοι. Γι’ αυτό και το παιδί τους φρόντισαν από τα πρώτα χρόνια να το αναθρέψουν με το γάλα της αρετής και της ευσέβειας.

Όταν ο Γεώργιος ανδρώθηκε έγινε αξιωματικός στον Βυζαντινό στρατό και έφθασε μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Σε ηλικία τριάντα πέντε ετών γνώρισε ένα ασκητικό και σεβάσμιο γέροντα, τον Ιωάννη, ο οποίος τον προσείλκυσε στην εν Χριστώ ζωή. Κάποια Χριστούγεννα ο γέροντας κατέβηκε από τον τόπο της ασκήσεώς του για να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τους στρατιώτες και κήρυξε τον λόγο του Θεού. Τότε ο αξιωματικός Γεώργιος, όταν ο γέροντας κατέβηκε και πάλι κατά τα Άγια Θεοφάνεια, αποχαιρέτισε τους στρατιώτες και τον ακολούθησε.

Έγινε μοναχός κι αργότερα ιερέας με το όνομα Ραφαήλ. Η δίψα του για ανώτερες θεολογικές σπουδές οδήγησε τα βήματά του στην πόλη της Γαλλίας Morlee, γνωστή κατά την εποχή εκείνη για την πλούσια θρησκευτική της παράδοση. Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα λίγο πριν την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Στην πόλη αυτή γνώρισε και τον Νικόλαο, ο οποίος σπούδαζε νομικά με σκοπό να γίνει συμβολαιογράφος. Ο Νικόλαος είχε γεννηθεί στους Ραγούς της Μηδίας της Μικράς Ασίας, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε εγκατασταθεί η εύπορη οικογένειά του. Μαζί με τον Νικόλαο ο Άγιος Ραφαήλ επέστρεψε στην Αθήνα, όπου και ανέλαβε εφημεριακά καθήκοντα στον ιερό ναό του Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη, κοντά στην Ακρόπολη. Εκεί χειροτονήθηκε και ο φίλος του Νικόλαος διάκονος.

Ύστερα από λίγο καιρό βρίσκουμε τους δύο εργάτες του Ευαγγελίου στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί μάλιστα το Πατριαρχείο εκτιμώντας τη μόρφωση, τον ζήλο και τη δραστηριότητα του Ραφαήλ, τον προήγαγε σε Αρχιμανδρίτη με τον τιμητικό τίτλο του Πρωτοσύγκελου και τον έστειλε ως εκπρόσωπό του σε διάφορα θεολογικά συνέδρια στην Ιταλία και στη Γαλλία. Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι εισέβαλαν ορμητικά στη Θράκη και καταλύθηκε οριστικά η βυζαντινή αυτοκρατορία, ο φόβος για γενικούς διωγμούς κατά των Χριστιανών στάθηκε αφορμή να καταφύγει ο Άγιος Ραφαήλ με τη συνοδεία του από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης στη Μυτιλήνη, που τελούσε ακόμα υπό την ηγεμονία των Γενουατών.

Το Καθολικό της Ιεράς Μονής Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης
στη Θερμή Μυτιλήνης, στον τόπο του μαρτυρίου των Αγίων

Σαν έφθασαν στο όμορφο νησί οι Άγιοι ζήτησαν να βρουν ένα ήσυχο μέρος για να μονάσουν. Ο προεστός της Θερμής, στο λιμάνι της οποίας είχαν φτάσει, τους συνέστησε το παλαιό μοναστήρι της Θεοτόκου των Καρυών, που ήταν καταστρεμμένο από πειρατές το 1235. Στο μοναστήρι αυτό, το μισογκρεμισμένο, βρισκόταν και ένας ακόμη μοναχός, ο Ρουβήμ. Εκεί κατέφυγαν οι δύο Άγιοι. Στο μέρος αυτό, το ζυμωμένο με αίματα ηρώων και μαρτύρων της πίστεως, κατηύθυνε τα βήματά τους ο Πανάγαθος Θεός. Επί οκτώ συνεχή έτη έζησαν ειρηνικά στο όμορφο αυτό μέρος οι Άγιοί μας. Η κατακτητική μανία όμως του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή διέκοψε την ήσυχη ζωή του μοναστηριού. Άγρια στίφη από Τούρκους στρατιώτες το 1462 ήλθαν και κατέλαβαν το νησί. Απερίγραπτα είναι τα όσα υπέφεραν οι κάτοικοι τις ημέρες εκείνες. Ξυλοδαρμοί, ατιμώσεις, λεηλασίες, σφαγές και πιέσεις για να αλλαξοπιστήσουν οι χριστιανοί και ένα σωρό άλλα εγκλήματα και μαρτύρια, είναι όσα ακολούθησαν τον ερχομό τους.

Το μοναστήρι, τους πρώτους μήνες, δεν το πείραξαν. Τον Απρίλιο όμως του 1463 μερικοί Χριστιανοί της Θερμής, μη ανεχόμενοι τις ταλαιπωρίες, στις οποίες τους υπέβαλαν οι κατακτητές, πήραν τα όπλα κατά την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής και εξεγέρθηκαν για ν’ αμυνθούν. Οι Τούρκοι θεωρώντας ότι το μοναστήρι υποβοηθούσε το κίνημα και έκρυβε τους κινηματίες ξέσπασαν πάνω στον Ραφαήλ, που είχε γίνει και ηγούμενος και στους άλλους μοναχούς, όλο το μίσος και την εξοντωτική μανία τους. Στο μεταξύ, στο μοναστήρι είχαν καταφύγει για ασφάλεια και αρκετοί από τους κατοίκους της κοινότητας. Ανάμεσα σε αυτούς ο προεστός της Θερμής Βασίλειος, η σύζυγός του Μαρία με τα παιδιά τους, τον ενδεκάμηνο Ραφαήλ και τη δωδεκάχρονη Ειρήνη, ο δάσκαλος Θεόδωρος και πολλοί άλλοι.

Οι Άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη
σε αγιογραφία στον Ι.Ν. Αγ. Βαρβάρας Μαραθώνα Αίγινας

Τα φρικτά μαρτύρια των Αγίων

Πέρασε η Σαρακοστή. Μπήκε η Αγία Εβδομάδα. Οι ευρισκόμενοι εκεί χριστιανοί ζουν έντονα καθημερινά το θείο δράμα. Κάθε ώρα που περνά τους φέρνει πιο κοντά και στο δικό τους δράμα. Τη Μεγάλη Πέμπτη ο Άγιος Ραφαήλ λειτούργησε για τελευταία φορά. Τη Μεγάλη Παρασκευή αγριεμένοι πάνοπλοι Τούρκοι στρατιώτες έφτασαν στη μονή. Έπιασαν τον ηγούμενο και άρχισαν τις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια. Ανήκουστα βασανιστήρια που βάσταξαν μέχρι και την Τρίτη της Διακαινησίμου. Την ημέρα αυτή τελείωσαν όλα. Όσοι συνελήφθησαν βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.

Σύμφωνα με τις οραματικές εμφανίσεις και αποκαλύψεις των ιδίων των μαρτύρων, στην αρχή άρπαξαν τον ηγούμενο Άγιο Ραφαήλ και αφού του έδεσαν τα χέρια πισώπλατα, τον έσυραν με βία από τα μαλλιά και τη γενειάδα και άρχισαν να τον κτυπούν αλύπητα. Ύστερα τον κρέμασαν από τα πόδια σε μία καρυδιά και συνέχισαν να τον κτυπούν. Αφού επί ώρες τον βασάνισαν κατ’ αυτό τον τρόπο, με ένα πριόνι άρχισαν να του πριονίζουν από το στόμα στη σιαγόνα, που την βρήκαν αργότερα πιο πέρα από το άλλο σώμα πεταμένη. Τελικά τον έσφαξαν. Τα ίδια βάσανα έκαμαν και στον Άγιο Νικόλαο. Αυτόν τον κρέμασαν σε μια πιο μικρή καρυδιά απέναντι από τον Ραφαήλ και τον κτυπούσαν με την ίδια μανία. Όταν όμως εκείνος είδε τον αγαπημένο του ηγούμενο να τον πριονίζουν, συγκλονίστηκε τόσο που πέθανε από συγκοπή.

Σε παρόμοια βασανιστήρια υπεβλήθησαν κι οι άλλοι πατέρες και ο δάσκαλος. Μετά ήλθε η σειρά της οικογένειας του προεστού. Όταν και εκείνοι αρνήθηκαν να αποκαλύψουν ό,τι ήξεραν και ν’ αλλαξοπιστήσουν, ένας στρατιώτης όρμησε προς την σύζυγο του προεστού Μαρία, άρπαξε από την αγκάλη της το ενδεκάμηνο αγόρι της, Ραφαήλ και το ποδοπάτησαν. Ύστερα πήραν τη δωδεκάχρονη κόρη Ειρήνη και άρχισαν να τη σέρνουν από τα μαλλιά. Κάποια στιγμή που η τραγική μητέρα δοκίμασε να αποσπάσει την κορούλα της από τα χέρια των Αγαρηνών, ένας από αυτούς με τσεκούρι έκοψε το χέρι της παιδούλας και το πόδι της και τα πέταξε στη μητέρα της λέγοντας: – Πάρε την κόρη σου. Τα σπαραχτικά κλάματα των γονιών και των παρισταμένων εξαγρίωσαν ακόμη περισσότερο τα θηρία. Και το έδειξαν. Αφού έβαλαν το αιμόφυρτο κοριτσάκι σε ένα μεγάλο πιθάρι, που βρίσκεται σήμερα μέσα στον ναό, το έκαψαν ζωντανό. Η δύστυχη μητέρα στο απάνθρωπο μαρτύριο της κόρης της δεν άντεξε. Πέθανε από συγκοπή. Αμέσως μετά οι Τούρκοι πήραν τον πατέρα και αφού τον βασάνισαν στο τέλος τον κομμάτιασαν. Τα ίδια έκαμαν και με τους άλλους κρατουμένους.

Ύστερα από όλα αυτά οι Τούρκοι πυρπόλησαν το μοναστήρι και έφυγαν. Έξω άφησαν άταφα τα λείψανα των μαρτύρων. Έτσι έκλεισε το τραγικό μαρτύριο των Αγίων των Καρυών, στις 9 Απριλίου 1463, ημέρα Τρίτη της Διακαινησίμου (Λαμπροτρίτη). Το άλλο βράδυ, παρά την τρομοκρατία των ημερών εκείνων, μερικοί ευσεβείς χριστιανοί μαζί με τον επιστάτη της Μονής και ένα μοναχό που είχαν σωθεί γιατί έλειπαν, παρέλαβαν από τη Θερμή ένα γέροντα ιερέα τυφλό, ηλικίας 112 χρονών και έθαψαν κρυφά τα λείψανα των Μαρτύρων στις Καρυές. Τον Άγιο Ραφαήλ τον έθαψαν μέσα στην καμένη Εκκλησία, τον Άγιο Νικόλαο και τους άλλους μάρτυρες στο προαύλιό της.

Το βιβλίο του Φώτη Κόντογλου «Σημείον Μέγα», το πρώτο που γράφτηκε
για τον βίο των Αγίων της Θερμής. Ο Φ. Κόντογλου αγιογράφησε και την πρώτη
εικόνα Τους, όπως οι Άγιοι παρουσιάστηκαν σε αυτόν σε όραμα

Τα του μαρτυρίου των Καρυών μας διηγείται η Μαρία Τσολάκη από τη Θερμή, όπως της τα απεκάλυψε σε ενύπνιο ο τυφλός ιερέας που ανέβηκε στη μονή με τη βοήθεια του μοναχού Σταύρου και του επιστάτη Ακίνδυνου και έθαψε τους μάρτυρες: 

«Τότε που μαρτύρησαν οι Άγιοι, της είπε, ήμουν πολύ γέρος και είχα τυφλωθεί. Μετά την καταστροφή του Μοναστηριού, κατέβηκαν κρυφά στο σπίτι μου και οι δυο που είχαν σωθεί, ο μοναχός Σταύρος και ο επιστάτης Ακίνδυνος. Μου διηγήθηκαν με κλάματα τα όσα συνέβησαν. Την ώρα του ενταφιασμού του Χριστού, ανέβησαν οι Τούρκοι στο Μοναστήρι. Μόλις μπήκαν, ο άγιος Ραφαήλ βγήκε από στην πόρτα της Εκκλησίας, γονάτισε, σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό, προσευχήθηκε και ύστερα φώναξε με θάρρος στους Τούρκους: “Σε σας θα δώσω μόνο το κορμί μου, αλλά τη ψυχή μου στον Θεό μου”. Τους είπε πολλά και τότε εκείνοι εξαγριώθηκαν, όρμησαν πάνω του κι άρχισαν να τον βασανίζουν. Ο Ακίνδυνος με τον Σταύρο είχαν κρυφθεί κατ’ εντολή του Αγίου και κατόρθωσαν να φύγουν και να σωθούν στη σπηλιά του γέροντος Ιωσήφ. Αφού μου τα είπαν αυτά, με πήραν κι ανέβηκαν κρυφά στις Καρυές να θάψουμε τους Μάρτυρες, γιατί χωρίς παπά δεν ήθελαν να τους θάψουν. Όταν φθάσαμε, γονάτισα πάνω από το Αγίασμα και παρακάλεσα: “Θεέ μου, δωσ’ μου το φως μου να τους ιδώ για τελευταία φορά”. Έπλυνα τα μάτια μου με λίγο Aγίασμα που μου έδωσε ο Ακίνδυνος. Την ίδια στιγμή βγήκε μια λάμψη και ανέβλεψα. Όμως αυτό που είδα να μην αξιώνεται κανείς να το βλέπει. Το Αγίασμα γεμάτο αίματα. Τα σώματα των Μαρτύρων μέσα στο αίμα και ο πολυαγαπημένος μου ηγούμενος Ραφαήλ κρεμασμένος ανάποδα σε μια καρυδιά και σφαγμένος. Τους θάψαμε με κλάματα κι έπειτα ο Σταύρος με τον Ακίνδυνο με κατέβασαν πάλι στο χωριό. Έζησα άλλες εννέα μέρες και πέθανα σε ηλικία 112 χρονών». 

Αυτά αναφέρει η Μαρία Τσολάκη. Αυτά της απεκάλυψε σε ένα όραμά της ο γέροντας ιερέας που έθαψε τους Μάρτυρες. Για 500 χρόνια περίπου το φοβερό δράμα που εξελίχθηκε στην περιοχή αυτή των Καρυών έμενε σε αφάνεια. Παρ’ όλα αυτά πολλοί Χριστιανοί βλέπανε τακτικά ένα μεγαλόσωμο ιερέα να περιφέρεται στο μέρος αυτό, να θυμιατίζει και να τριγυρνά γύρω στα παλιά ερείπια της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και η τοποθεσία είχε πάρει το όνομα «Καλόγερος».

Ο λόφος των Καρυών στη Θερμή της Λέσβου, τόπος μαρτυρίου των Αγίων,
την εποχή της ευρέσεως των τιμίων λειψάνων τους

Η φανέρωση των Αγίων και η εύρεση των τιμίων λειψάνων τους

Το μυστικό αυτών των συχνών εμφανίσεων του Καλογέρου ήρθε ο καιρός να αποκαλυφθεί. Η πρόνοια του Θεού παρεχώρησε το δικαίωμα στον ίδιο τον Άγιο Ραφαήλ να κάμει την αποκάλυψη με το πιο κάτω περιστατικό. Το καλοκαίρι του 1959 η οικογένεια του Αγγέλου Ράλλη, που είχε υπό την κατοχή της όλο το κτήμα, θέλησε να κτίσει στην ίδια θέση όπου βρισκόταν το παλιό και ετοιμόρροπο εκκλησάκι, ένα νέο. Όταν άρχισαν οι εργασίες, εκεί που έσκαβαν οι εργάτες για να βάλουν τα θεμέλια, σε αρκετό βάθος, βρήκαν έναν τάφο σχηματισμένο με πέτρες και οστά που φαίνονταν να ήταν πολλών ετών.

Η Βασιλική Ράλλη, σύζυγος του Άγγελου και ιδιοκτήτρια του ελαιοκτήματος, έγραψε τότε σχετικά με την εύρεση του τάφου στον αείμνηστο Φώτη Κόντογλου. Και εκείνος στο βιβλίο του «Σημείον Μέγα», που είναι το πρώτο που γράφτηκε σχετικά με το δράμα των Καρυών, μας ιστορεί, μεταξύ άλλων: «Ήρχισε το άνοιγμα των θεμελίων. Εις το μέσον του ναϊδρίου υπήρχε μία πέτρα, την οποία, όταν πήγαν να βγάλουν οι εργάτες, είδαν ότι προχωρούσε καθέτως σε μεγάλο βάθος, ως να είχε τοποθετηθεί σκόπιμα. Στο τέλος σταματούσε πάνω σε μία πλάκα, κάτω από την οποία υπήρχε μνημείον με ανθρώπινον σκελετόν άθικτον. Η κεφαλή απείχε 30 πόντους από το κυρίως σώμα, έλειπε δε η κάτω σιαγών. Ήταν τα χέρια σταυρωμένα και είχε στο στόμα κεραμίδι με χαραγμένο σταυρό. Οι εργάτες έβγαλαν τα οστά και τα έθεσαν στη ρίζα ενός δένδρου, όπου και παρέμειναν έως δέκα μέρες. Η εύρεσις έγινε εις τις 3 Ιουλίου. Από εδώ αρχίζει η ιερά υπόθεσις των αγίων».

Εμφανίσεις του Αγίου Ραφαήλ και των άλλων μαρτύρων

Ο Άγιος Ραφαήλ αποτελεί ίσως μία από τις πιο σπάνιες περιπτώσεις Αγίου, που έκανε τόσες εμφανίσεις σε διάφορους ανθρώπους. Με οδηγό τις υποδείξεις που έκανε εκείνος όσο και οι άλλοι Μάρτυρες κατά τις εμφανίσεις τους, σε διάστημα δύο χρονών βρέθηκαν όλοι οι τάφοι και πολλά ευρήματα. Εδώ βρέθηκε και το πιθάρι μέσα στο οποίο έκαψαν την Ειρήνη, ο τάφος και τα λείψανα του Αγίου Νικολάου, η σιαγόνα του Αγίου Ραφαήλ που δεν βρέθηκε στον τάφο του Αγίου αλλά σε άλλο μέρος, το Aγίασμα, μια μετάλ-λινη εικόνα του Παντοκράτορος και άλλα πολύτιμα ευρήματα. Εδώ βρέθηκε επίσης και ο τάφος της Αγίας Ολυμπίας. Όπως αναφέραμε και πιο πάνω στο μέρος αυτό υπήρχε παλαιό γυναικείο μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία και στην Αγία Παρασκευή. Το 1235 πειρατές πολλοί κτύπησαν το μοναστήρι, μπήκαν σε αυτό, το λήστεψαν και κατάσφαξαν τις μοναχές και την ηγουμένη του, την αγία Ολυμπία, αφού την κάρφωσαν πάνω σε μία πόρτα του παλαιού μοναστηριού και της διαπέρασαν με σιδερένια καρφιά το κεφάλι. Ο Άγιος Ραφαήλ σε μία εμφάνισή του απεκάλυψε πως τα οστά που φυλάσσονταν σε ένα μικρό κιβώτιο με καρφιά ήταν της Αγίας Ολυμπίας. Αργότερα στον τόπο αυτό λειτούργησε ανδρικό μοναστήρι και σήμερα η γνωστή Κοινοβιακή Ιερά Μονή του Αγίου Ραφαήλ.

Χιλιάδες πιστοί, από όλα τα μέρη του κόσμου, επισκέπτονται κάθε χρόνο το μοναστήρι αυτό για να καταθέσουν προ των ιερών λειψάνων των Αγίων τα δώρα της ευλάβειας και του σεβασμού τους, αλλά και να ζητήσουν τη λύση κάποιου προβλήματός τους με ένα θαύμα. Και μία και αναφέραμε τη λέξη θαύμα πρέπει να ομολογήσουμε πως το να γράψει κανείς για θαύματα δεν είναι εύκολη υπόθεση. «Γιατί το θαύμα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο τρόπος με τον οποίο αποκαλύπτεται ο Θεός στον κόσμο, είτε μέσα στην υλική δημιουργία είτε μέσα στον άνθρωπο. Και οι Άγιοι ακριβώς που τέλεσαν ή τελούν θαύματα, πράξεις δηλαδή έξω από τη φυσική νομοτέλεια, είναι εκείνοι που με την πίστη και την καθαρότητα του βίου τους έγιναν κατάλληλα όργανα για την αποκάλυψη του Θεού στη γη». Τέτοιος είναι και ο Άγιος Ραφαήλ και οι άλλοι άγιοι μάρτυρες των Καρυών. Είναι πολλά, πάρα πολλά τα θαύματα που επετέλεσαν μέχρι σήμερα οι άγιοί μας. Και τούτο χάρη στη θερμή επίκληση του ονόματος τους από τους πάσχοντες. Πολλοί, πάρα πολλοί είναι οι άνθρωποι που αξιώθηκαν να ιδούν τους Αγίους και να απολαύσουν από αυτούς ό,τι ζήτησαν από τον Κύριο κατόπιν θερμής προσευχής. Σε αυτούς τους Αγίους της πίστεως ας καταφεύγουμε κι εμείς και με συντριβή ψυχής, ας εκζητούμε διά των πρεσβειών τους από τον Κύριο τη λύτρωσή μας από τα ποικίλα κακά που μας δέρνουν. Και θα μας ακούσει ο Κύριος και θα μας εξαγάγει εις αναψυχήν. Αυτό μας υπόσχεται με τα λόγια του Πνεύματός Του: «Τέκνον επικάλεσαι με εν ημέρα θλίψεως, και εξελούμαι σε και δοξάσεις με» (Ψαλμ. μθ’ , 15).

Πηγές: orthodoxia.online, ekklisiaonline.gr

Τα μνήματα με τα ιερά λείψανα των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης
στην Ιερά Μονή Θερμής Μυτιλήνης

Περπατώντας ανάμεσα στους ανθρώπους

Ένας υπέροχος κόσμος αγίων πηγαινοερχόταν στα ενύπνια, στο ξύπνιο και στα οράματα των ανθρώπων της Θερμής, τα επόμενα χρόνια. Ο Άγιος που αυτοσυστήνεται, λέει μόνος του το όνομά του Ραφαήλ, ουράνιοι καλόγεροι και παπάδες που έρχονται -για όσο αντέχει το πεπερασμένο των ανθρώπων- και χάνονται πριν το εξαίσιο γίνει ανυπόφορο για το νου των βροτών και παραφρονήσουν.

Μαρτυρίες, ενυπόγραφες, ανθρώπων -που κάποιοι ζουν ακόμη- για τον Άγιο που ήθελε πια, αφού το παρεχώρησε ο Κύριος- να φανερωθεί και τους είπε λεπτομέρειες του δικού του μαρτυρίου αλλά και των άλλων συναθλητών του. Τους έδειξε πού ήταν τα οστά, οι τάφοι, το αίμα, η δόξα του Κυρίου, τελικά, καθώς ήρθε η ώρα να γίνει ολόφωτα εμφανής και να καταδειχθεί η αγιωσύνη του καταξιωμένου -ως φιλοξενούντος αποτυπώματα δοξαστικού θανάτου- τόπου. Ένας τόπος σε αναβρασμό, άνθρωποι ακροβατούντες ανάμεσα στην καθημερινότητα τη δική τους και εκείνη των μαρτύρων, την πάντα νουν υπερέχουσα.

Έδωσε ο Θεός και αποκαλύφθηκαν όλοι οι Άγιοι, εκείνης της σφαγής: Ραφαήλ, Νικόλαος, η μικρούλα Ειρήνη. Από κοντά ο δάσκαλος, ο προεστός, η μάνα, το μωρό. Η κρυμμένη ιστορία έλαμπε τώρα ανάμεσα σε δικεροτρίκερα, θυμιάματα, ικεσίες, καινούργιες φιλίες ανάμεσα στους ανθρώπους της γης και εκείνους της Νέας Ιερουσαλήμ: Αδιαχώρητο συναισθημάτων και η Χάρις να ξεχύνει τα περισεύματα από τις ψυχές στα περβόλια, στις ελιές, στις οικίες, στα μάνταλα -που ευχαρίστως αυτοακυρώνονταν για να ανοίξουν οι πόρτες στο ανεμπόδιστο μεγαλείο, στις ρύμες και τις οδούς. Κάπως έτσι μυρώνονται οι τόποι των θνητών και σημειώνονται με το σημείο του Τιμίου Σταυρού που θριαμβεύει επί των εναντίων δυνάμεων.

Μολυβδόβουλο εικόνισμα που βρέθηκε στον λόφο των Καρυών
με τα λείψανα των Αγίων. Φέρει ανάγλυφη εικόνα της Παναγίας
και στην πίσω πλευρά εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ

Μαρτυρίες

«Έριξε τρεις κασμαδιές και άνοιξε ένα μεγάλο χάσμα, από το οποίο βγήκε μια εκτυφλωτική λάμψη. Από το άνοιγμα ο Κανέλλος μπήκε στην Εκκλησία. Στη μέση της Εκκλησίας είδε τον τάφο του αγίου Ραφαήλ και στα πόδια του τάφου ξαπλωμένη την αγία Ειρήνη. Μόλις τον είδε (η Αγία Ειρήνη), σηκώθηκε. Φορούσε ένα μακρύ ευρύχωρο άσπρο φόρεμα. Σε μια δίπλα του φορέματός της έκρυβε ένα Σταυρό και ένα μικρό στρογγυλό εικόνισμα. Του έδωσε τον Σταυρό και του είπε: “Πάρε αυτόν τον Σταυρό και να γυρίσεις σε όλο το χωριό, να φωνάξεις: Αυτή είναι η πίστη μας! Πάρε κι αυτό το εικόνισμα κι έλα να σκάψεις σε αυτό το μέρος που στέκομαι, κάτω από τις πλάκες”. Ήταν μια μικρή εικόνα του Χρίστου που έμοιαζε με σφραγίδα».

Τρίτη 1 Αυγούστου 1961

Πολύς κόσμος ανέβηκε στις Καρυές. Ο π. Ευθύμιος από το πρωί είχε αρχίσει την Ακολουθία στο προσωρινό Εκκλησάκι. Οι εργάτες έβγαλαν τις πλάκες, κομματιασμένες δυστυχώς, και άρχισαν προσεκτικά την ανασκαφή. Δεν είχαν περάσει ούτε δέκα λεπτά, όταν ξεχώρισε ένας σβώλος χώμα, και μέσα κάτι έλαμπε. Ο Τσολάκης το πήρε στα χέρια του νομίζοντας ότι ήταν σπασμένο καντήλι, αλλά, καθαρίζοντας τα χώματα, είδε ότι ήταν μια μικρή στρογγυλή εικόνα του Χριστού ανάγλυφη. Μαζί με αυτήν βρέθηκαν και μερικά κομμάτια από ξύλο εικόνας και λίγα φύλλα, μάλλον από Ευαγγέλιο ή άλλο λειτουργικό βιβλίο, τα οποία όμως θρυμματίσθηκαν με το πρώτο φύσημα του αέρα. Φώναξαν τον π. Ευθύμιο, ο οποίος συγκινημένος σταμάτησε την Ακολουθία, πήρε το εικόνισμα και το τοποθέτησε πάνω στην αγία Τράπεζα. Έδωσε αμέσως εντολή να χτυπήσουν χαρμόσυνα οι καμπάνες στο χωριό και να ειδοποιήσουν τον Πρωτοσύγκελο. Πολύς κόσμος πληροφορήθηκε το γεγονός και ανέβηκε για να προσκυνήσει το εικόνισμα. Ανάμεσά τους και μια Παμφιλιώτισσα, η Ευστρατία Μιχέλλη. Είχε δει αποβραδίς να κατεβαίνει από τον ουρανό ο Δεσπότης Χριστός και να στέκεται στο ιερό της αρχαίας Εκκλησίας των Καρυών. Τον περιέβαλλαν άγγελοι και στο πλάι Του ο άγιος Ραφαήλ, κρατούσε ένα αναμμένο τρικέρι. Ήρθε λοιπόν πρωί – πρωί στη Θερμή και το διηγήθηκε σε γνωστούς της με τη βεβαιότητα ότι κάτι σπουδαίο θασυνέβαινε στις Καρυές. Όταν άκουσε την καμπάνα και έμαθε για την ανεύρεση του εικονίσματος, κλαίγοντας από συγκίνηση, ανέβηκε ξυπόλυτη στις Καρυές και το προσκύνησε. Σε λίγη ώρα έφθασε και ο Πρωτοσύγκελος. Έπλυνε το μικρό εικόνισμα με το άγιασμα και είπε σε όλους ότι επρόκειτο για ένα ασημένιο εγκόλπιο που απεικόνιζε τον Παντοκράτορα Χριστό με το Ευαγγέλιο στο χέρι.

Η μυσταγωγία των Αγίων

Το ίδιο βράδυ μετά την εύρεση, αγρύπνησαν στις Καρυές ο Δούκας Τσολάκης, ο Θεοχάρης Κυριλής, ο Νικόλαος Φύκιας, ο Ευστράτιος Πλιάκας, ο Ζαχαρίας Παφλιώτης, η Βιργινία Αδάμ, η Μαρία Κουνέλη, η εγγονή της Αγγελική Κουνέλη και η Μαρία Τσολάκη με τα παιδιά της Μένη, Παναγιώτη, Δημήτρη και Μανώλη. Είχαν αποφασίσει να μείνουν μέχρι το Δεκαπενταύγουστο εκεί πάνω, να «δεκαπεντίσουν», όπως λένε στη Λέσβο, τιμώντας την Παναγία. Θα ήταν 9 το βράδυ, όταν ο Κυριλής μαζί με τον Μανωλάκη βρίσκονταν λίγο πιο πέρα από το Εκκλησάκι. Ξαφνικά το παιδί λέει στον Κυριλή: «Για δες δύο παπάδες που ήρθαν». Ήταν πραγματικά δύο κληρικοί, ένας μεγαλόσωμος και ένας κοντός. Από αμηχανία ο Κυριλής φώναξε τη μητέρα του μικρού, τη Μαρία. Εκείνη ανυποψίαστη πλησίασε, έφθασε μπροστά στο Εκκλησάκι και, μόλις τους είδε, αναγνώρισε ότι ήταν οι άγιοι και άρχισε να φωνάζει: «Τρέξτε! Οι άγιοι! Οι άγιοι!».

Πλησίασαν όλοι σε απόσταση δέκα μέτρων, γονάτισαν με δάκρυα και έλεγαν ό,τι προσευχή ήξεραν. Τότε είδαν πάλι ένα υπερκόσμιο φως, μέσα στη λάμψη του οποίου διακρίνονταν καθαρά τα πάντα. Οι άγιοι μπήκαν στο Εκκλησάκι και μονομιάς εμφανίσθηκαν με άμφια. Ο Άγιος Ραφαήλ φορούσε λευκό φαιλόνιο με θαλασσί σιρίτια και σταυρό και μπλε επιτραχήλιο και ο άγιος Νικόλαος φορούσε θαλασσί διακονική στολή με χρυσαφί σιρίτια. Κάποια στιγμή, ο άγιος Νικόλαος βγήκε και θύμιασε, βαστώντας στον αριστερό του ώμο μια μικρή εκκλησία. Μετά, φαινόταν μόνο ο άγιος Ραφαήλ. Έβγαινε έξω, σκύβοντας μάλιστα για να περάσει από τη χαμηλή είσοδο, ευλογούσε, έκανε υπόκλιση κι έπειτα έμπαινε πάλι μέσα και στεκόταν μπροστά στις λειψανοθήκες, όπου είχαν τοποθετήσει το εγκόλπιο του Παντοκράτορος. Στην Αγία Τράπεζα ήταν ανοιχτό ένα λειτουργικό βιβλίο.

Γύρω στα μεσάνυχτα χάθηκαν οι άγιοι. Διαπίστωσαν τότε ότι τα καντήλια είχαν σβήσει και ο Τσολάκης μαζί με τον Πλιάκα και τον Κυριλή πήγαν και τα άναψαν.  Ύστερα όλοι προχώρησαν πιο πέρα σε κάτι πρόχειρες σκηνές που είχαν στήσει για να μένουν εκείνες τις μέρες. Καθώς πήγαιναν, η Μαρία Τσολάκη και ο Πλιάκας άκουσαν βήματα και είδαν λίγο πιο μακριά δύο σκιές να προχωρούν προς την Εκκλησία. Φώναξαν τότε στον Δούκα που είχε μείνει πιο πίσω, κι εκείνος στρέφοντας το βλέμμα του βλέπει ξανά τους δύο Αγίους και μαζί την αγία Ειρήνη. «Παιδιά, τους φωνάζει, ελάτε από κοντά να δείτε που ήρθε και η Ρηνούλα!». Ξαναγύρισαν όλοι και βλέπουν την Αγία έξω από το Εκκλησάκι. Η μορφή της έλαμπε και φαίνονταν ολοκάθαρα τα χαρακτηριστικά της. Το πρόσωπο της ήταν κατάλευκο με λίγες φακίδες, τα μαλλιά της χωρίστρα στη μέση, κατέληγαν σε δύο ξανθές πλεξούδες ριγμένες μπροστά. Φορούσε ένα μακρύ κίτρινο φόρεμα, που έφθανε έως κάτω. Σήκωνε τα χέρια και προσευχόταν, μετά έκανε τον σταυρό της, τα σταύρωνε στο στήθος, γονάτιζε και τους κοίταζε κατάματα έναν – έναν. Γεννήθηκε 5 Μαρτίου 1450 και μαρτύρησε 7 Απριλίου 1463.

Οι άλλοι δύο άγιοι, ιεροφορεμένοι όπως και πριν, συνέχισαν την Ακολουθία. Ο άγιος Νικόλαος με το ένα χέρι βαστούσε τρικέρι και με το άλλο την άκρη από το ωράριο. Ο άγιος Ραφαήλ έβγαινε και θυμίαζε, άλλοτε ευλογούσε και άλλοτε πάλι ύψωνε τα χέρια και το βλέμμα του στον ουρανό, έκανε υπόκλιση και έμπαινε μέσα στο Εκκλησάκι. Τις δύο – τρεις φορές που βγήκε έξω, πλησίαζε κοντά του η Αγία προσευχόμενη με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, χωρίς να μπαίνει μέσα στο Εκκλησάκι. Γύρω στις τρεις το πρωί, εμφανίσθηκε ένα πλήθος μοναχών. Ο άγιος Ραφαήλ μπροστά θυμιάζοντας και οι μοναχοί από πίσω σε δύο σειρές, έκαναν τρεις φορές λιτανεία γύρω από το Εκκλησάκι και έπειτα όλοι χάθηκαν μέσα στα ερείπια.

Πηγή: proskynitis.blogspot.com

Αγιογραφία των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης στο ξωκκλήσι
του Αγίου Φανουρίου στον Μαραθώνα Αίγινας (Αύγ. 2019)

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’ – Ταχὺ προκατάλαβε)
Ἐν Λέσβῳ, ἀθλήσαντες, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτὴν ἡγιάσατε, τῇ τῶν Λειψάνων ὑμῶν, εὑρέσει μακάριοι. Ὅθεν ὑμᾶς τιμῶμεν, Ῥαφαὴλ θεοφόρε, ἅμα σὺν Νικολάῳ καὶ παρθένῳ Εἰρήνῃ, ὡς θείους ἡμῶν προστάτας καὶ πρέσβεις πρὸς Κύριον.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’)
Τὴ τῶν Μαρτύρων θαυμαστὴ προστασία, τῶν ἐν Θερμῇ ἠμὶν ἀρτίως φανέντων, ἀπὸ ψυχῆς προσπέσωμεν κραυγάζοντες· Ραφαὴλ μακάριε, καὶ Νικόλαε θεῖε, καὶ Εἰρήνη πάνσεμνε, πάσης ρύσασθε βλάβης, καὶ ἀναγκῶν καὶ πάσης ἀπειλῇς, τοὺς τὴ πρεσβεία ὑμῶν καταφεύγοντας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Ἦχος α’ – Τῆς ἐρήμου πολίτης) (τοῦ Ἁγίου Ῥαφαήλ)
Τῆς Ἰθάκης τὸν γόνον καὶ τῆς Λέσβου τὸ καύχημα, Ὀσιομαρτύρων τὴν δόξαν, Ῥαφαὴλ εὐφημήσωμεν, ἀρτίως γὰρ ἡμῖν φανερωθείς, ἰάματα πηγάζει τοῖς πιστοῖς, καὶ κατ’ ὄναρ καὶ καθ’ ὕπαρ ὑπερφυῶς ὀπτάνεται τοῖς κράζουσι· Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, ἡμῶν τὰ αἰτήματα

Κοντάκιον (Ἦχος δ’ – Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ)
Οἱ ἐμφανῶς ὑπὲρ Χριστοῦ ἠθληκοτες, καὶ ὑπὸ γῆν χρόνοις πολλοῖς κεκρυμμένοι, ξενοπρεπῶς ἡμῖν ἐφανερωθησαν, Ῥαφαὴλ Νικόλαος, καὶ Εἰρήνη ἡ θεία, καὶ οἱ συναθλήσαντες, μετ’ αὐτῶν θεοφρόνως, οὓς ὡς προστάτας καὶ θαυματουργούς, Ὁσιομαρτυρας, πάντες τιμήσωμεν.

Μεγαλυνάριον
Τοὺς Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Ῥαφαὴλ τὸν θεῖον, καὶ Νικόλαον τὸν σεπτόν, ἅμα σὺν Εἰρήνῃ, τῆς Λέσβου τοὺς προστάτας, ὡς πᾶσι βοηθοῦντας, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s