«Γιατί, ρωτάει στενάζοντας η μάνα, πού ’ναι ο γιος μου; Κι όλες οι μάνες απορούν πού να ’ναι το παιδί! Γιατί, ρωτάει ο σύντροφος, πού να ’ναι ο αδερφός μου; Κι όλοι του οι σύντροφοι απορούν, πού να ’ναι ο πιο μικρός!.. Ήταν γενναίο παιδί. Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο… Ω! μην κοιτάτε, από πού του ’φυγε η ζωή. Μην πείτε πώς ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη Kι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!» Οδυσσέας Ελύτης
Κάποτε στο Ροβιάνο υπήρχε ένας ευεργέτης που κάθε χρόνο μετά τον θερισμό έδινε λίγο στο μοναστήρι. Τον μήνα Ιούνιο ο Ιωάννης πήγε να τον βρει παίρνοντας μαζί του ένα παγούρι με κρασί. Καθώς διάβαινε τα χωράφια οι χωρικοί άρχισαν να τον περιπαίζουν, αλλ’ ο πράος Ιωάννης τους πλησίασε και έδωσε σε όλους να φάνε και να πιούνε. Όλοι έτρωγαν το ψωμί και έπιναν κρασί, αλλά το ψωμί δεν τελείωνε ούτε άδειαζε το παγούρι. Μόλις το είδε αυτό ο Άγιος γονατιστός ευχαριστούσε τον Θεό όταν ξαφνικά σκοτείνιασε ο ουρανός, ενώ ήταν μεσημέρι και μπόρα έπεσε στον κάμπο. Οι θεριστές έτρεξαν να προστατευθούν και μόνο ο Ιωάννης έμεινε εκεί προσευχόμενος. Μόλις κόπασε η βροχή γύρισαν οι θεριστές στη δουλειά τους και βρήκαν θερισμένα όλα τα στάχυα, δεμένα στη σειρά δεμάτια και στεγνά. Για τούτο και ονομάσθηκε «Θεριστής»…
Ο Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής γεννήθηκε μέσα σε ένα χαρέμι, στο Παλέρμο της Σικελίας, περί το έτος 1000 μ.Χ. από μια σκλάβα Καλαβρέζα, αιχμάλωτη Ορθόδοξη Χριστιανή στο παλάτι του τοπικού μουσουλμάνου άρχοντος, που την είχε ως σύζυγό του και ονομαζόταν Καλλίστη. Η μητέρα του τού μιλούσε μυστικά από την παιδική του ηλικία για τον Χριστό. Όταν έφθασε σε ηλικία 14 ετών, του φανέρωσε την αληθινή του πατρίδα, την Καλαβρία και τον προέτρεψε να μεταβεί εκεί για να βαπτισθεί Ορθόδοξος. Στη συνέχεια η ευλαβής Καλλίστη ασπάσθηκε το παιδί της και του επέδωσε τον Τίμιο Σταυρό, τον οποίο φύλασσε κρυφά και ήταν η μόνη της παρηγοριά στις θλίψεις της ομηρίας.
«Χωρίς τoν Χριστό o θνητός δεν κάνει μήτε βήμα. Γι’ αυτό μην κάνεις τον σπουδαίο μήτε σ’ εσένα να στηρίζεις με το νου σου τη δύναμή σου κι ας είσαι πάνσοφος. Μήτε βλέποντας κάποιον πιο χαμηλά να σηκωθείς στα ύψη σαν να έχεις νικήσει τους πάντες και βαδίζεις κοντά στο τέρμα. H έπαρση σε γκρέμισε στη γη, η ελπίδα σε σήκωσε στον ουρανό. Οργίζεται ο Θεός με τις υπερβολικές περηφάνιες. Πιάσε τούτο με τα χέρια σου, έλπιζε εκείνο, λύγιζε στο άλλο. Να η φρονιμάδα, να ξέρεις τα όρια της ζωής σου …». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος άφησε ένα πολύ σπουδαίο συγγραφικό έργο και είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθοδόξου πίστεώς μας. Στο κείμενο που ακολουθεί παραθέτουμε στοιχεία του βίου του, τον Λόγο του «περί Αρετής» και ένα αφιέρωμα στο ιερό προσκύνημά του στη Νέα Καρβάλη Ν. Καβάλας.
Είναι κοινή διαπίστωση, μα και λυπηρά δυστυχώς, στις ημέρες μας αντιστραφήκανε οι όροι. Οι όροι της λογικής, της τάξεως και της ευπρέπειας. Τα κάτω, τα μικρά, τα ανάξια λόγου τα βάλαμε στα επάνω σκαλοπάτια της κλίμακος των αξιών και τα μεγάλα στα χαμηλά. Σεβόμαστε, αναγνωρίζουμε και ηρωποιούμε τους μικρούς, τους ανάξιους, αντί τους μεγάλους και τους άξιους. Τους μεγάλους ευεργέτες της ανθρωπότητας, τους κορυφαίους της επιστήμης, των τεχνών και των γραμμάτων, τους ήρωες της πίστεως και της πατρίδας τους περιφρονούμε, δεν τους αναγνωρίζουμε. Είμαι βέβαιος ότι, οι περισσότεροι, της νέας γενιάς, γνωρίζουν πιο πολλά για τους διάφορους ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, ποδοσφαιριστές, παρά για τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, για τον Θεμιστοκλή και τον Αλκιβιάδη, για τον Κολοκοτρώνη και τον Μακρυγιάννη και τους άλλους ήρωες της πατρίδας μας, που όμως ένεκα της θυσίας τους απολαμβάνουμε εμείς τώρα την ελευθερία μας.
Η Ιερά εικόνα της Παναγίας της Μεσοπαντήτισσας μετακομίσθηκε στην Κρήτη από την Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους της εικονομαχίας, για να διασωθεί από την ασεβή μανία των εικονομάχων. Κατά την παράδοση έχει αγιογραφηθεί από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Την περίοδο της Ενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη, η εικόνα φυλασσόταν στον ιερό ναό του Αγίου Αποστόλου Τίτου, στον Χάνδακα (Ηράκλειο). Κάθε δε Τρίτη λιτανευόταν από τους ευλαβείς Χριστιανούς προς ίαση και προστασία από παντός μολυσμού.
Την ημέρα της εορτής της συνάξεως του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, μαρτύρησε στην Αδριανούπολη ο καταγόμενος από τα Άγραφα και συγκεκριμένα, από τον οικισμό Κλιματάκι του χωριού Μάραθος, ιερομόναχος Ιωάννης, ο οποίος δεν είναι γνωστός στον πολύ κόσμο. Μάλιστα, στην ιερά Μονή Δουσίκου (Αγίου Βησσαρίωνος) σώζεται η τιμία κάρα Του, που λόγω της ψυχικής καλλιέργειας και του εξαγιασμένου βίου του, είναι θαυματουργή. Επίσης στον τόπο, όπου γεννήθηκε, έγιναν τον Σεπτέμβριο του 2019 τα θυρανοίξια παρεκκλησίου, που φέρει τ’ όνομά του.
Ο Όσιος Θεόδωρος, ο Κτήτωρ και Ηγούμενος της Μονής της Χώρας, γεννήθηκε το έτος 477 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Περί το 529 μ.Χ., συνοδευόμενος από δύο μαθητές του, τον Θεόπλαστο και τον Τιμόθεο, μετέβη εις τα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο. Επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη, οπότε το 534 μ.Χ. ανήγειρε τη Μονή της Χώρας, με δύο παρεκκλήσια αφιερωμένα στον Άγιο Άνθιμο Νικομηδείας και στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες της Σεβαστείας. Η μνήμη του Οσίου Θεοδώρου τιμάται την 8η Ιανουαρίου εκάστου έτους.
Ο Όσιος Γεώργιος γεννήθηκε σε ένα χωριό της Κύπρου από γονείς ευσεβείς. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Ηρακλείδη, ο οποίος, όταν ακόμα ζούσαν οι γονείς τους, πήγε στους Αγίους Τόπους για να προσκυνήσει. Αφού προσκύνησε, κατόπιν πήγε στη Λαύρα του Καλαμώνας, που βρισκόταν κοντά στο σημερινό μοναστήρι του Αββά Γερασίμου, στον Ιορδάνη και εκεί έγινε μοναχός. Ο δε Γεώργιος παρέμεινε κοντά στους γονείς του. Αργότερα πέθαναν οι γονείς τους και ο Γεώργιος έμεινε ορφανός. Τότε τον παρέλαβε μαζί με την κληρονομιά του ο θείος του, που είχε μια μοναχοκόρη και ήθελε να τον κάνει γαμπρό του. Ο Γεώργιος όμως δεν ήθελε να παντρευτεί και έφυγε στον άλλο του θείο, που ήταν ηγούμενος σ’ ένα Μοναστήρι.
Ο Άγιος Σεραφείμ γεννήθηκε στο χωριό Μπεζούλια της επαρχίας Αγράφων και ανατράφηκε κατά Χριστόν από τους θεοσεβείς γονείς του, Σωφρόνιο και Μαρία. Αγάπησε τη μοναχική ζωή και πήγε στη Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου, την επονομαζόμενη Κορώνα ή Κρύα Βρύση, όπου επιδόθηκε στην άσκηση της αρετής. Διακρίθηκε για την άσκησή του και έγινε ηγούμενος της Μονής. Αργότερα χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος Φαναριού και Νεοχωρίου.
Όσιος Σίμων ο Μυροβλύτης (τοιχογραφία Ι.Μ. Ξηροποτάμου, 18ος αι.)
Δεσπόζοντας εδώ και αιώνες επιβλητικά πάνω στο πέλαγος του Αγίου Όρους, αιωρούμενη ηγεμονικά πάνω από το φοβερό βάραθρο που χάσκει εμπρός της, η Σιμωνόπετρα δικαίως κατέχει τη φήμη της πλέον εντυπωσιακής μονής της Αθωνικής Πολιτείας. Ισορροπώντας σαν από θαύμα μεταξύ γης και ουρανού, πότε λουσμένη στο υπερκόσμιο φως του Άθωνος και πότε τυλιγμένη στην μυστηριακή ομίχλη του αγιορείτικου χειμώνα, η Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας είναι ένας τόπος ιερός που καθηλώνει τον προσκυνητή της από την πρώτη στιγμή που την αντικρίζει! Με τα ταπεινά φωτάκια των κεριών της ν’ αχνοφέγγουν στα παράθυρα και τις καμπάνες της που επικρέμονται κυριολεκτικά στο κενό, πάνω από τα σκληρά βράχια στη βάση της, ο επισκέπτης θαυμάζει το μεγαλειώδες αυτό κτίσμα, που μοιάζει με άστρο που έπεσε από τον ουρανό στην αγιασμένη ετούτη γη, για να κοσμεί παντοτινά με την παρουσία και τη σπουδαία προσφορά του στην Ορθοδοξία, το Περιβόλι της Παναγιάς μας.
Ο άγιος Ευθύμιος γεννήθηκε το 754 στην Ουζάρα της Λυκαονίας. Σε νεαρή ηλικία ταξίδεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου και σπούδασε. Αφού επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, ακολούθησε τον μοναχικό βίο. Διετέλεσε Μητροπολίτης Σάρδεων και διακρίθηκε στη διάρκεια της Εικονομαχίας, ως ένθερμος οπαδός της εικονόφιλης παράταξης. Εκοιμήθη στις 26 Δεκεμβρίου 831, εξόριστος στο νησί του Αγίου Ανδρέα στην Προποντίδα.
Ο Άγιος πρωτομάρτυρας Στέφανος, έργο του ζωγράφου Παρθενάκη, 1884, από το τέμπλο του Ι.Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Σπήλι Ν. Ρεθύμνου
Ο Άγιος Στέφανος ήταν ένας από τους πιο διακεκριμένους μεταξύ των επτά διακόνων, που εξέλεξαν οι πρώτοι χριστιανοί για να επιστατούν στις κοινές τράπεζες των αδελφών, ώστε να μην γίνονται λάθη και τους χειροτόνησαν οι Άγιοι Απόστολοι. Αν και κουραστική η ευθύνη του επιστάτη για τόσους αδερφούς, παρ’ όλα αυτά ο Στέφανος έβρισκε καιρό και δύναμη για να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Χριστού. Και όπως αναφέρει η Αγία Γραφή: «Στέφανος πλήρης πίστεως καὶ δυνάμεως ἐποίει τέρατα καὶ σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ» (Πράξεις Αποστόλων, στ’ 8-15, ζ’ 1-60). Δηλαδή ο Στέφανος, που ήταν γεμάτος πίστη και χάρισμα ευγλωττίας δυνατό, έκανε μεταξύ του λαού μεγάλα θαύματα, που προκαλούσαν κατάπληξη και αποδείκνυαν την αλήθεια του χριστιανικού κηρύγματος.
Ο Στέφανος είχε αφιερώσει τη ζωή του στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου και στη φιλανθρωπική δράση. Για την προσφορά και τις αρετές του τιμήθηκε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Με το χάρισμα αυτό θεράπευε ασθενείς και απεδείκνυε τη δύναμη του Χριστού. Με τη βαθιά θεολογική του κατάρτιση ανέτρεπε εύκολα τις κακοδοξίες των Ιουδαίων για το έργο του Χριστού, προκαλώντας την οργή και το φθόνο τους.
Οι Ιουδαίοι, όμως, καθώς ήταν προκατειλημμένοι, εξαπέλυσαν συκοφάντες ανάμεσα στο λαό, που διέδιδαν ότι άκουσαν το Στέφανο να βλαστημεί το Μωυσή και το Θεό. Με αφορμή, λοιπόν, αυτές τις συκοφαντίες, που οι ίδιοι είχαν ενσπείρει, άρπαξαν με μίσος το Στέφανο και τον οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο, τάχα για να απολογηθεί. Η απολογία του Στεφάνου υπήρξε πρότυπο τόλμης και θάρρους. Χωρίς να φοβηθεί καθόλου, εξαπέλυσε λόγια – κεραυνούς εναντίον των Ιουδαίων. Και από υπόδικος, ορθώθηκε θυελλώδης ελεγκτής και κατήγορος. Τότε ακράτητοι από το μίσος οι Ιουδαίοι, τον έσυραν έξω από την πόλη, όπου τον θανάτωσαν με λιθοβολισμό. Εκεί φάνηκε και η μεγάλη συγχωρητικότητα του Στεφάνου προς τους εχθρούς του με τη φράση του, «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην». Κύριε μη λογαριάσεις σ’ αυτούς την αμαρτία αυτή.
Με θέα που κόβει την ανάσα, το Ιερό Ενοριακό Παρεκκλήσι της Παναγιάς της Θεοσκέπαστης (Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου) είναι χτισμένο στην δυτική άκρη του βράχου του Σκάρου στο Ημεροβίγλι της Σαντορίνης. Αποτελεί το μοναδικό κτίσμα που υπάρχει σήμερα στον Σκάρο και κάθε χρόνο, τέτοια μέρα (26 Δεκεμβρίου), εορτάζει. Η ασύγκριτη ομορφιά του ενέπνευσε τον κορυφαίο Αϊβαλιώτη λογοτέχνη, Ηλία Βενέζη, να γράψει ένα διήγημα αφιερωμένο στο εκκλησάκι!
Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια... [Νίκος Χουλιαράς]