Η κατάλυση του Συντάγματος και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών από τη Χούντα των συνταγματαρχών

Μια εικόνα χίλιες λέξεις… Από τη στρατοκρατούμενη Αθήνα του Νοέμβρη του 1973
Η περίοδος 1967-1974 υπήρξε η πιο επώδυνη θεσμικά και συνταγματικά περίοδος της συνταγματικής μας ιστορίας και πρέπει να μας υπενθυμίζει πάντα την αξία της περιφρούρησης και της διαφύλαξης του θεμελιώδους νόμου της Πολιτείας. Το Σύνταγμα και η δημοκρατική αρχή, οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες, ο δικαστικός έλεγχος, οι ατομικές ελευθερίες, η πολιτική ισότητα καθώς και κάθε έννοια δημοκρατικής νομιμότητας παραβιάσθηκαν, καταλύθηκαν, καταστρατηγήθηκαν και αποστεώθηκαν από το καθεστώς που επιβλήθηκε στη χώρα μας από τη χούντα των συνταγματαρχών.

Οι βασικοί πραξικοπηματίες της Απριλιανής δικτατορίας, από αριστερά
προς τα δεξιά: Νικόλαος Μακαρέζος, Γεώργιος Παπαδόπουλος
και Στυλιανός Παττακός, έξω από το Κοινοβούλιο
Στην κατάλυση του Συντάγματος από την Απριλιανή δικτατορία το 1967 έχει γίνει δεκτό ότι συνέτεινε τόσο ο αυταρχικός χαρακτήρας του Συντάγματος του 1952 όσο και η σταδιακή επικράτηση στον Συνταγματικό βίο της χώρας του λεγόμενου «Παρασυντάγματος». Συγκεκριμένα, το ισχύον μέχρι την 21η Απριλίου 1967 Σύνταγμα του 1952 περιελάμβανε ρητή πρόβλεψη δυνάμει της οποίας επιτρεπόταν η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας όχι μόνο λόγω εξωτερικής απειλής, αλλά και για την αντιμετώπιση των εσωτερικών εχθρών της διασάλευσης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.

Τεθωρακισμένα άρματα στον περίβολο του Κοινοβουλίου
Τούτο, σε συνδυασμό με την απουσία αυστηρών προϋποθέσεων για την ενεργοποίηση της κατάστασης πολιορκίας, δημιούργησε μια de facto πραγματικότητα διαρκούς κατάστασης ανάγκης, υπό το πρόσχημα τόσο των εξωτερικών όσο και των εσωτερικών εχθρών. Η δυνατότητα αυτή που επέτρεπε το Σύνταγμα του 1952 νομοθετικά εκφράστηκε κυρίως με την παράλληλη ισχύ των Συντακτικών πράξεων και των Ψηφισμάτων της περιόδου 1944-1952, αλλά και με την κάμψη της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και τη σταδιακή υποκατάστασή της από τα νομοθετικά διατάγματα και από έναν αξιοσημείωτο αριθμό αντισυνταγματικών πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου, που εκδίδονταν δίχως καμία νομοθετική εξουσιοδότηση.



Διαμορφώθηκε έτσι το λεγόμενο «Παρασύνταγμα» της περιόδου 1952-1967, που κατά τον Αριστόβουλο Μάνεση καθιστούσε διάτρητο το Σύνταγμα του 1952, αφού διαμόρφωνε ουσιαστικά δύο παράλληλες έννομες τάξεις: μία στην οποία ίσχυαν οι συνταγματικές διατάξεις και μία στην οποία ίσχυαν -δυνάμει του Συντάγματος- οι αντισυνταγματικές διατάξεις των ποικίλων Συντακτικών Πράξεων και Ψηφισμάτων. Όλα αυτά λειτούργησαν ως νοσηρά συμπτώματα της συνταγματικής κρίσης της περιόδου 1952-1967, κατά την οποία οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες είτε παρακάμπτονταν συστηματικά και απροκάλυπτα είτε βρίσκονταν στον αστερισμό μιας διαρκούς, υποτιθέμενης «καταστάσεως ανάγκης».
Έτσι, ενώ τα νομοθετικά διατάγματα προβλέφθηκαν ως νομοθετικοί μηχανισμοί εξαιρετικού χαρακτήρα, τελικά την περίοδο εκείνη αποτέλεσαν τον κανόνα, γεγονός που αναμφίβολα συνέτεινε στην τελική συνταγματική εκτροπή που επέβαλε η δικτατορία των συνταγματαρχών τον Απρίλη του 1967. Ενδεικτικό της καθυπόταξης του νομοθετικού σώματος στις επιταγές της εκτελεστικής εξουσίας είναι ότι κατά την περίοδο 1952-1967 εκδόθηκαν συνολικά 964 νόμοι κατά τη συνήθη νομοθετική διαδικασία έναντι 1.358 νομοθετικών διαταγμάτων! Παρομοίως δε και η νομολογία της εποχής εκείνης επιβεβαιώνει την αδυναμία ακόμα και του δικαστικού ελέγχου αυτών των νομοθετικών διαταγμάτων ως προς τη συνδρομή των λόγων «εξαιρετικής σημασίας» που δικαιολογούσαν την έκδοσή τους. Συμπερασματικά, το Σύνταγμα του 1952 υπήρξε ένα αυταρχικό και συντηρητικό σύνταγμα ακριβώς επειδή αποτέλεσε αντανάκλαση του ίδιου του μετεμφυλιακού κράτους το οποίο υπήρξε βαθύτατα αυταρχικό κράτος, σε βαθμό που, πολλές φορές, έγγιζε τα όρια του αστυνομικού τύπου κράτους.

Από τη σφοδρή προπαγάνδα της χούντας υπέρ του ΝΑΙ κατά το δημοψήφισμα του 1973
Η δικτατορία που εγκαθιδρύθηκε την 21η Απριλίου 1967 ψήφισε δύο ψευδεπίγραφα «συνταγματικά» κείμενα, τα οποία, σε καμία περίπτωση, δεν δύνανται να θεωρηθούν «Συντάγματα» με όρους συνταγματικής νομιμότητας και δημοκρατίας, καθώς καμία απολυταρχία δεν δύναται να συνταγματοποιηθεί… Το πρώτο από τα δικτατορικά Συντάγματα ήταν το «Σύνταγμα» του 1968 το οποίο επεβλήθη μετά από σχετικό δημοψήφισμα – παρωδία της 29ης Σεπτεμβρίου 1968, που διεξήγαγε το καθεστώς χωρίς καμία δημοκρατική νομιμοποίηση. Στο δημοψήφισμα εκείνο απαγορεύτηκε η ψήφος σε όλους τους πολιτικούς κρατουμένους καθώς και σε όσους είχαν συλληφθεί ή εκτοπιστεί από τον Απρίλιο του 1967 έως τότε. Το δημοψήφισμα του 1968 προκηρύχθηκε στο ΦΕΚ Α’ 170/5.8.1968, το δε «Σύνταγμα» του 1968 δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α’ 267/15.11.1968 (βλ. ακολούθως).

Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Β’ φωτογραφίζεται συνοφρυωμένος ανάμεσα στα μέλη
της δικτατορικής νέας κυβέρνησης που είχε μόλις ορκίσει, την 22α Απριλίου 1967,
στα ανάκτορα. Το ύφος του αυτό στη φωτογραφία εξέφραζε, κατά τους μετέπειτα
ισχυρισμούς του, και την αντίδρασή του στη Χούντα των Συνταγματαρχών…
Ενδεικτικό της ανελευθερίας είναι το άρθρο 24 του δικτατορικού Συντάγματος του 1968, με το οποίο οριζόταν ότι όποιος «καταχράται» το άσυλο της κατοικίας, της ελευθερίας εκφράσεως των στοχασμών ιδίως διά του Τύπου, του απορρήτου της ανταποκρίσεως, της ελευθερίας της συναθροίσεως, της ελευθερίας ιδρύσεως συνεταιρισμών και ενώσεων προσώπων και του δικαιώματος της ιδιοκτησίας για να αγωνιστεί εναντίον του καθεστώτος, στερείται των δικαιωμάτων του αυτών ή και του συνόλου των δικαιωμάτων που προβλέπει το Σύνταγμα(!).

Τελευταία φωτογραφία των πρωταγωνιστών του Κινήματος
του Ναυτικού ως αξιωματικών, μετά την ανάκρισή τους
ενώπιον του συμβουλίου που τους απέταξε (kathimerini.gr)
Ομοίως αξιοσημείωτες είναι και οι διατάξεις του άρθρου 25 του Συντάγματος του 1968, που κατοχύρωναν την εξουσία του βασιλιά, μετά από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου (δηλ. της χουντικής κυβερνήσεως), να αναστέλλει την εφαρμογή των άρθρων του Συντάγματος που προέβλεπαν θεμελιώδεις ελευθερίες και ατομικά δικαιώματα, να θέτει σε εφαρμογή τον νόμο περί καταστάσεως πολιορκίας και να συστήνει έκτακτα δικαστήρια, για λόγους που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, σοβαρή διαταραχή ή έκδηλη απειλή της δημόσιας τάξης και ασφάλειας του Κράτους από εσωτερικούς κινδύνους, όπως η χούντα θα ερμήνευε εν συνεχεία αυτούς τους «εσωτερικούς κινδύνους» για το καθεστώς της!

Αλέκος Παναγούλης και Σπύρος Μουστακλής (1973)
Δύο ήρωες αγωνιστές που βασανίστηκαν ανηλεώς από το καθεστώς
στα κολαστήρια του ΕΑΤ ΕΣΑ και των φυλακών Μπογιατίου
Το δεύτερο «Σύνταγμα» της χούντας ήταν εκείνο του 1973, που προέβλεπε την αβασίλευτη μορφή του πολιτεύματος και συγκεκριμένα την προεδρική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η αλλαγή της πολιτειακής καταστάσεως της χώρας προέκυψε ως μια «φιλελεύθερη» αντίδραση του καθεστώτος ενόψει της φοιτητικής εξέγερσης της Νομικής (Φεβρουάριος – Μάρτιος 1973) και του Κινήματος του Ναυτικού της 23ης Μαΐου 1973, που είχε εκδηλωθεί για την ανατροπή της Χούντας.

Οι φυλακές της Γυάρου την περίοδο της επταετίας
Το «Σύνταγμα» του 1973 χαρακτηρίστηκε από τους ίδιους τους χουντικούς ως «επαναστατικό», δεδομένου ότι αντέβαινε στο άρθρο 137 παρ. 1 του προηγουμένου δικτατορικού Συντάγματος του 1968, το οποίο ανέφερε ότι «οι θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος, καθώς και εκείνες που ορίζουν τη μορφή κυβερνήσεως ως Βασιλευομένης Δημοκρατίας δεν μπορούν ποτέ να αναθεωρηθούν». Για την ψηφισή του το καθεστώς είχε προβεί ήδη από τον Ιούλιο του 1973 στη διεξαγωγή ενός ακόμα, επίσης αυθαιρέτου δημοψηφίσματος για την κατάργηση ή μη της μοναρχίας στην Ελλάδα, παρ’ όλο που η κατάργηση της μοναρχίας και η κήρυξη του βασιλιά «εκπτώτου» είχαν ήδη συντελεστεί από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο με Συντακτική Πράξη της 1ης Ιουνίου 1973.

Πομπή τεθωρακισμένων αρμάτων του στρατού κατεβαίνει
την οδό Πατησίων, στο ύψος του Πολυτεχνείου (21 Απριλίου 1967)
Η κατάργηση της μοναρχίας με τη Συντακτική Πράξη της 1ης Ιουνίου 1973 θεωρήθηκε ως μια μορφή «τιμωρίας» από το καθεστώς του βασιλιά Κωνσταντίνου, ο οποίος από το εξωτερικό, όπου είχε μεταβεί ήδη από τα τέλη του 1967, δεν προέβη ρητά σε καταδίκη του Κινήματος του Ναυτικού, γεγονός που εξελήφθη από τη χούντα ότι σήμαινε πως σιωπηρώς το στήριζε εναντίον του καθεστώτος.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, τον οποίο επέβαλε η Χούντα το 1967, με τον Στ. Παττακό
Με τη Συντακτική Πράξη της 1ης Ιουνίου 1973, η Χούντα είχε -ήδη από τότε- καθιερώσει τη μορφή του πολιτεύματος ως Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με προσωρινό πρόεδρο τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, πολύ πριν το ζήτημα τεθεί στην κρίση του Ελληνικού λαού με το δημοψήφισμα που ακολούθησε. Παρ’ όλα αυτά το δημοψήφισμα, αν και παντελώς αυθαίρετο, διεξήχθη και επικύρωσε a posteriori το νέο Σύνταγμα και την αβασίλευτη μορφή του Πολιτεύματος, με ποσοστό 21,56% των Ελλήνων να υποστηρίζει τη μοναρχία και 78,44% να ψηφίζει υπέρ της καταργήσεώς της.

Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος επιθεωρεί το στράτευμα

Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος με τη βασιλική οικογένεια στο αεροδρόμιο
της Ρώμης, την 14η Δεκεμβρίου 1967, έχοντας εγκαταλείψει τη χώρα
Το «Σύνταγμα» του 1973 δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α’ 266/4.10.1973, δεν εφαρμόστηκε ποτέ και μετά την πτώση του καθεστώτος, τον Ιούλιο του 1974, αντικαταστάθηκε από το σημερινό Σύνταγμα της Ελλάδος του 1975, όπως ψηφίστηκε και ισχύει, μετά και τις αναθεωρήσεις που συντελέστηκαν, καθ’ όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης έως και σήμερα.


Τα σημαντικότερα «Νομοθετήματα» της Χούντας των Συνταγματαρχών
με τα οποία το καθεστώς κυβέρνησε τη χώρα κατά την επταετία 1967-1974:
Τα Βασιλικά Διατάγματα 280 και 281 της 21ης Απριλίου 1967 (ΦΕΚ Α’ 58/21.4.1967) περί κηρύξεως της Χώρας σε κατάσταση πολιορκίας, αναστολής άρθρων του Συντάγματος και ιδρύσεως Εκτάκτων Στρατοδικείων, με τα οποία καταλύθηκε το Σύνταγμα του 1952 και εγκαθιδρύθηκε η Χούντα των Συνταγματαρχών:
Τα Βασιλικά Διατάγματα 277, 278 και 279 της 21ης Απριλίου 1967 (ΦΕΚ Α’ 57/21.4.1967) περί διορισμού Προέδρου, Αντιπροέδρου και Υπουργών της δικτατορικής Κυβερνήσεως:
Οι Α’ και Β’ Συντακτικές Πράξεις της 6ης Μαΐου 1967 (ΦΕΚ Α’ 66/6.5.1967) περί ασκήσεως της Συντακτικής και Νομοθετικής εξουσίας, περί κηρύξεως της Χώρας σε κατάσταση Πολιορκίας και περί αναστολής της ισχύος διατάξεων του Συντάγματος, επί των οποίων στηρίχτηκε εν συνεχεία η άσκηση και λειτουργία του καθεστώτος της Απριλιανής δικτατορίας:
Το Βασιλικό Διάταγμα 296 της 13ης Μαΐου 1967 (ΦΕΚ Α’ 71/13.5.1967) περί ορισμού του νέου Αρχιεπισκόπου Αθηνών:
Το Βασιλικό Διάταγμα 287 της 27ης Απριλίου 1967 (ΦΕΚ Α’ 62/29.4.1967) περί αναθέσεως σε δικαστικούς λειτουργούς καθηκόντων εκτάκτων στρατοδικών:
Ο Αναγκαστικός Νόμος 12 της 20ής Μαΐου 1967 (ΦΕΚ Α’ 76/20.5.1967) περί δυνατότητας διορισμού δικαστικών και εν γένει δημοσίων λειτουργών, αξιωματικών του στρατού και δικηγόρων σε θέσεις του υπουργικού συμβουλίου κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων:
Το Βασιλικό Διάταγμα 282 της 22ας Απριλίου 1967 (ΦΕΚ Α’ 59/22.4.1967) περί διορισμού Υπουργών και Υφυπουργών της δικτατορικής Κυβερνήσεως:
H προκήρυξη του Δημοψηφίσματος της 29ης Σεπτεμβρίου 1968 (ΦΕΚ Α’ 170/5.8.1968):
Το δικτατορικό Σύνταγμα του 1968 (ΦΕΚ Α’ 267/15.11.1968):
Η Συντακτική Πράξη της 1ης Ιουνίου 1973 (ΦΕΚ Α’ 118/1.6.1973) περί καθορισμού της μορφής του Πολιτεύματος της Χώρας ως Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας:
Το δικτατορικό Σύνταγμα του 1973 (ΦΕΚ Α’ 266/4.10.1973):
Το διάγγελμα Παπαδόπουλου του Ιουνίου 1973 περί καταργήσεως της βασιλείας (ΦΕΚ Α’ 119/1.6.1973):


«Και σου μιλώ σ’ αυλές και σε μπαλκόνια
και σε χαμένους κήπους του Θεού
κι όλο θαρρώ πως έρχονται τ’ αηδόνια
με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια
εκεί που πρώτα ήσουνα παντού
και τώρα μες στο κρύο και στα χιόνια»
(Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου, Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος, Ερμηνεία: Χαράλαμπος Γαργανουράκης)
Πηγή: kimintenia.com