Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων

Ο αγώνας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων υπήρξε η σημαντικότερη στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο μέτωπο της Ηπείρου, κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου (5 Οκτωβρίου 1912 – 18 Μαΐου 1913). Η πολεμική αναμέτρηση για την κατάληψη της πρωτεύουσας της Ηπείρου κράτησε σχεδόν τρεις μήνες, από τις 29 Νοεμβρίου 1912 έως τις 21 Φεβρουαρίου 1913, οπότε οι οθωμανικές δυνάμεις παραδόθηκαν στον διάδοχο Κωνσταντίνο που ηγείτο των ελληνικών όπλων.

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του στο κάστρο Ιωαννίνων, 21 Φεβρουαρίου 1913

Ο ελληνικός στρατός εισέρχεται στα Γιάννενα, 21 Φεβρουαρίου 1913

Το σχέδιο της επίθεσης για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων

Με το ξέσπασμα του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, τα ελληνικά στρατεύματα, που είχαν συγκεντρωθεί στην περιοχή της Άρτας υπό τον αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη (1846-1931), κράτησαν αρχικά αμυντική στάση, με στόχο να εξασφαλίσουν τη μεθόριο. Οι ελληνικές δυνάμεις, στο μέγεθος μεραρχίας, υπολείπονταν των οθωμανικών δυνάμεων που διέθεταν, για την υπεράσπιση της περιοχής, δύο μεραρχίες υπό την διοίκηση του Εσάτ Πασά (1862-1952), ενός Οθωμανού στρατηγού που είχε γεννηθεί στα Ιωάννινα. Το σχέδιο προέβλεπε ότι μετά την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων στη Μακεδονία, θα ελευθερώνονταν στρατεύματα για την ανάληψη επιθετικής πρωτοβουλίας στην Ήπειρο.

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του στο χάνι Εμίν Αγά, 27 χλμ. πριν από τα Γιάννενα

Ο ελληνικός στρατός στη Φιλιππιάδα, Οκτώβρης 1912

Τα πυροβολεία του Μπιζανίου

Αλλά από τις 6 Οκτωβρίου, κιόλας, άρχισαν οι αψιμαχίες. Γρήγορα ο ελληνικός στρατός ανέλαβε επιθετικές πρωτοβουλίες και, τις επόμενες ημέρες, κατέλαβε τη Φιλιππιάδα (12 Οκτωβρίου) και την Πρέβεζα (21 Οκτωβρίου). Στη συνέχεια κινήθηκε προς την πεδιάδα των Ιωαννίνων, όπου είχε συγκεντρωθεί ο κύριος όγκος των τουρκικών δυνάμεων που, εν τω μεταξύ, είχαν ενισχυθεί με νέες δυνάμεις από την περιοχή του Μοναστηρίου. Έτσι, εξ αιτίας αυτού του γεγονότος, αλλά και των δυσμενών καιρικών συνθηκών, η προέλαση του ελληνικού στρατού ανακόπηκε.

Το ελληνικό πυροβολικό βάλλει στην Κανέτα

Εύζωνες στη μάχη του Μπιζανίου

Το ελληνικό πεζικό μαχόμενο στο Μπιζάνι

Η κατάληψη των Ιωαννίνων φάνταζε δύσκολή υπόθεση, καθ’ ότι ο ελληνικός στρατός έπρεπε να εκπορθήσει τα οχυρά του Μπιζανίου. Ο ορεινός όγκος του Μπιζανίου, που δεσπόζει νότια των Ιωαννίνων, αποτελούσε εξαιρετικά ισχυρή αμυντική τοποθεσία που, επιπλέον, είχε ενισχυθεί πρόσφατα με πέντε μόνιμα πυροβολεία, κατασκευασμένα υπό την επίβλεψη γερμανών ειδικών.

Έλληνες πυροβολιτές στην Κανέτα, 1913

Λίγο πριν τη μάχη στο Μπιζάνι, 1913

Οχυρώματα και συρματοπλέγματα στην πρώτη αμυντική γραμμή στο Μπιζάνι, 1913

Η κυβέρνηση Βενιζέλου επιζητούσε τη γρήγορη απελευθέρωση της Ηπείρου, πριν από τη σύναψη συνθήκης ειρήνης μεταξύ των εμπολέμων στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, που βρισκόταν σε εξέλιξη. Έτσι, ο στρατός της Ηπείρου ενισχύθηκε με μία ακόμη μεραρχία από τη Θεσσαλονίκη και, υπό την ηγεσία του αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Σαπουντζάκη, ανέλαβε την πρώτη σημαντική επιθετική ενέργεια, κατά των οχυρών του Μπιζανίου, στις 29 Νοεμβρίου 1912, η οποία ωστόσο απέτυχε προς μεγάλη ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης.

Ο αείμνηστος Ιωάννης Β. Καλογεράς (Σπαρτιάς Αιτωλοακαρνανίας 1876 – Αθήνα 1957). Υπήρξε Υπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού και αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του Υποστρατήγου. Τον Δεκέμβριο του 1912, εμπνεύστηκε το σχέδιο καταλήψεως των Ιωαννίνων από τα «αριστερά», δηλαδή από τα δυτικά, με την κατάληψη της Τσούκας, στρατηγικού λόφου δυτικά του Μπιζανίου, η οποία υπήρξε επιτυχής και άνοιξε το δρόμο για την κατάληψη, στις 21 Φεβρουαρίου 1913, των Ιωαννίνων. Το σχέδιο του αυτό αρχικά απερρίφθη από τον Σαπουντζάκη, αλλ’ έγινε εν συνεχεία δεκτό από τον διάδοχο Κωνσταντίνο και τους επιτελείς του και είχε απόλυτα επιτυχές αποτέλεσμα για την έκβαση των επιχειρήσεων που οδήγησαν στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων

Στρατόπεδο Εμίν Αγά, 1912-1913

Έλληνες οπλίτες στο Μπιζάνι, 1913

Κατασκοπεύοντας τον εχθρό, Ήπειρος 1913

Στρατόπεδο Κανέτας, 1912-1913

Έλληνας στρατιώτης πλένει τα χέρια του, Κανέτα 1913

Στρατόπεδο Εμίν Αγά, 1912-13

Νεκρός Έλληνας στρατιώτης, Ήπειρος 1913

Μεταφορά του 9ου Σώματος Πεζικού στην Ήπειρο (Δεκέμβριος 1912)
Από το βιβλίο «Εμπρός δια της λόγχης» του Φώτη Σαραντόπουλου

Στις 8 Δεκεμβρίου αποφασίστηκε η αποστολή δύο ακόμη μεραρχιών στην περιοχή, ενώ την επομένη ο διάδοχος Κωνσταντίνος με τηλεγράφημά του προς την πολιτική ηγεσία έθετε θέμα αντικατάστασης του αντιστράτηγου Σαπουντζάκη, τον οποίον χαρακτήριζε «αδέξιον». Το ίδιο βράδυ, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να αναθέσει την ηγεσία του Στρατού της Ηπείρου στον Κωνσταντίνο ο οποίος, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του, δέχτηκε. Στις 3 Ιανουαρίου 1913 η σχετική διαταγή έφθασε στο Στρατηγείο Ηπείρου η οποία περιλάμβανε και τη ρητή απαγόρευση προς τον στρατό της Ηπείρου να ενεργήσει οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια πριν από την άφιξη του Κωνσταντίνου.

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του στο Μπιζάνι (Ιαν. 1913)

Ο Πρίγκιπας Γεώργιος διαβάζει επιστολή προς τον διάδοχο Κωνσταντίνο, Μπιζάνι 1913

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος, οι πρίγκιπες Γεώργιος και Παύλος,
ο στρατηγός Παναγιώτης Δαγκλής και ο επιτελικός Βίκτωρ Δούσμανης
καθιστοί σε σακιά στη θέση Χάνι Εμίν-Αγά (Ιαν. 1913)

Ένα απρόοπτο γεγονός άλλαξε τη φορά των πραγμάτων. Ένα αυτοκίνητο με δύο άνδρες αυτομόλησε προς τις τουρκικές γραμμές. Ο Σαπουντζάκης, που ήθελε να αποκαταστήσει το στρατιωτικό του γόητρο, εξέφρασε τους φόβους του προς το Υπουργείο Στρατιωτικών ότι οι επιβάτες του αυτοκινήτου θα πρόδιδαν στους Τούρκους τη διάταξη των ελληνικών δυνάμεων και διατύπωσε τη γνώμη ότι μία αιφνιδιαστική επίθεση πριν από την άφιξη του διαδόχου θα απέφερε ουσιαστικά αποτελέσματα. Το αίτημά του έγινε δεκτό από το επιτελείο και η νέα επίθεση κατά των οχυρών του Μπιζανίου ξεκίνησε το πρωί της 7ης Ιανουαρίου 1913. Οι αμυνόμενοι κατόρθωσαν να αποκρούσουν και αυτή την επίθεση, προκαλώντας απώλειες στους Έλληνες επιτιθέμενους.

Ο αεροπόρος Μουτούσης διαβάζει αναφορά στον αντιστράτηγο Σαπουντζάκη

Αριστερά: Ο Υπολοχαγός Παναγιώτης Νοταράς σε πτήση επιστροφής
από το Μπιζάνι με αεροσκάφος Maurice Farman MF.7
(26 Ιαν. 1913), Δεξιά: Αεροδρόμιο Νικόπολης, 1912-13

Το απόγευμα της 10ης Ιανουαρίου 1913 έφθασε στο μέτωπο ο Κωνσταντίνος ο οποίος, μετά την ενημέρωσή του από τον αντιστράτηγο Σαπουντζάκη, έδωσε εντολή, την επομένη ημέρα, για κατάπαυση του πυρός. Ο νέος αρχηγός βρήκε αποδεκατισμένο τον στρατό, όχι τόσο από τις απώλειες στη μάχη, όσο από τα επακόλουθα του σκληρού χειμώνα (ψύξεις, κρυοπαγήματα) και της υπερκόπωσης των ανδρών. Οι μάχιμοι από 40.000 είχαν περιοριστεί στις 28.000 άνδρες, δύναμη μικρή για τον Κωνσταντίνο, προκειμένου να επιχειρήσει την τρίτη επίθεση για την κατάληψη του Μπιζανίου που θα σήμαινε και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

Ηπειρώτικο Σώμα μαχητών από την Ηλεία, 1912

Κρητικοί οπλίτες κατά την απελευθέρωση του Συρράκου, 23 Νοεμβρίου 1912

Στις 30 Ιανουαρίου ο Κωνσταντίνος ζήτησε ενισχύσεις αλλ’ ο Βενιζέλος, που επισκέφθηκε το μέτωπο, απέρριψε το αίτημα του καθώς δεν μπορούσαν να διατεθούν μονάδες από τη Μακεδονία. Το σχέδιο, που εκπόνησε ο Κωνσταντίνος και οι επιτελείς του για την εκπόρθηση του Μπιζανίου, προέβλεπε την εκδήλωση της κύριας επίθεσης στις 20 Φεβρουαρίου 1913. Νωρίτερα, στις 17 Ιανουαρίου, με επιστολή του προς τον Εσάτ Πασά τού είχε ζητήσει την παράδοση των Ιωαννίνων για λόγους ανθρωπιστικούς, μιας και η Τουρκία είχε ουσιαστικά χάσει τον πόλεμο. Η απάντηση του Τούρκου διοικητή ήταν αρνητική…

Παροχή πρώτων βοηθειών σε Έλληνες τραυματίες στρατιώτες
από μέλη του Ελβετικού Ερυθρού Σταυρού, 1913

Αριστερά: Η πριγκίπισσα Αλίκη στο στρατόπεδο του Εμίν Αγά, 1913
Δεξιά: Το νοσοκομείο της πριγκίπισσας Σοφίας στη Φιλιππιάδα, 1912

Στις 19 Φεβρουαρίου 1913, την παραμονή της γενικής επίθεσης, ο Κωνσταντίνος με κάποιες ενισχύσεις της τελευταίας στιγμής, διέθετε 41.000 ετοιμοπόλεμους άνδρες και 105 κανόνια, τα οποία άρχισαν να βάλουν με επιτυχία κατά των τουρκικών θέσεων στο Μπιζάνι. Ο Εσάτ Πασάς παρέταξε 35.000 στρατιώτες, άγνωστο αριθμό ατάκτων και 162 κανόνια. Η γενική ελληνική επίθεση εκδηλώθηκε τις πρωινές ώρες της 20ής Φεβρουαρίου και μέχρι τις πρώτες βραδινές ώρες της ίδιας ημέρας τα ελληνικά στρατεύματα, με εφ’ όπλου λόγχη και μάχες εκ του συστάδην, είχαν φθάσει στις παρυφές των Ιωαννίνων, στον Άγιο Ιωάννη.

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος στην Κανέτα λίγο πριν τα οχυρά
του Μπιζανίου (1912-1913)

Ο υποστράτηγος Μοσχόπουλος με το επιτελείο του της 4ης Μεραρχίας στο Μπιζάνι, 1913

Καθοριστική συμβολή στην εξέλιξη αυτή είχε το 9ο Τάγμα του 1ου Συντάγματος Ευζώνων υπό τον ταγματάρχη Ιωάννη Βελισσαρίου, που υπερκέρασε τις τουρκικές δυνάμεις και βρέθηκε στα μετόπισθεν του εχθρού. Οι εύζωνες φρόντισαν να καταστρέψουν τα τηλεφωνικά δίκτυα, διακόπτοντας την επικοινωνία της τουρκικής διοίκησης με τον στρατό της που παρέμενε αποκομμένος, αλλ’ άθικτος στο Μπιζάνι.

Εύζωνες στη Μάχη της Αετοράχης, 1912

Ευζωνικό τάγμα διερχόμενο τη γέφυρα του Λούρου, 1912

Η παράδοση ήταν πλέον μονόδρομος για τον Εσάτ Πασά. Στις 11 το βράδυ της 20ής Φεβρουαρίου έφθασε στις προφυλακές του 9ου Τάγματος Ευζώνων ένα αυτοκίνητο, στο οποίο επέβαιναν ο επίσκοπος Δωδώνης, ο υπολοχαγός Ρεούφ και ανθυπολοχαγός Ταλαάτ. Έφεραν μαζί τους επιστολή, που υπογραφόταν από τους προξένους στα Ιωάννινα της Ρωσίας, Αυστρο-Ουγγαρίας, Γαλλίας και Ρουμανίας και περιείχε πρόταση του Εσάτ Πασά προς τον Κωνσταντίνο για άμεση και χωρίς όρους παράδοση των Ιωαννίνων και του Μπιζανίου.

Τούρκοι αιχμάλωτοι, Λιθαρίτσα 1912

Τουρκικό λάφυρο από την κατάληψη της Πρέβεζας, Οκτ. 1912

Στις 2 π.μ. της 21ης Φεβρουαρίου 1913 οι τρεις απεσταλμένοι, συνοδευόμενοι από τον ταγματάρχη Βελισσαρίου, έφθασαν στο στρατηγείο της 2ας Μεραρχίας. Εκεί περίμεναν την άφιξη ενός αυτοκινήτου, που τους οδήγησε στις 4:30 π.μ. στο χάνι του Εμίν Αγά, όπου έδρευε το ελληνικό στρατηγείο. Ο Κωνσταντίνος συμφώνησε με το περιεχόμενο της επιστολής και στις 5:30 το πρωί δόθηκε εντολή κατάπαυσης του πυρός σε όλες τις μονάδες. Στη διήμερη μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ο ελληνικός στρατός είχε 284 νεκρούς και τραυματίες. Οι απώλειες για τους Τούρκους ήταν 2.800 νεκροί και 8.600 αιχμάλωτοι.

Ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται στα Γιάννενα, 21 Φεβρουαρίου 1913

Το πρωί της 22ας Φεβρουαρίου 1913 οι πρώτες μονάδες του ελληνικού στρατού παρέλασαν στην πόλη υπό τις επευφημίες των κατοίκων. Τα Ιωάννινα, μετά από 483 χρόνια δουλείας, ήταν και πάλι ελεύθερα! Το χαρμόσυνο άγγελμα για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων έγινε αμέσως γνωστό στην Αθήνα, σκορπώντας φρενίτιδα ενθουσιασμού.

Ο Γεώργιος Σουρής δημοσίευσε στο Ρωμηό το ακόλουθο ποίημα:

Τα πήραμε τα Γιάννινα
μάτια πολλά το λένε,
μάτια πολλά το λένε,
όπου γελούν και κλαίνε.

Το λεν πουλιά των Γρεβενών
κι αηδόνια του Μετσόβου,
που τα έκαψεν η παγωνιά
κι ανατριχίλα φόβου.

Το λένε χτύποι και βροντές,
το λένε κι οι καμπάνες,
το λένε και χαρούμενες
οι μαυροφόρες μάνες.

Το λένε και Γιαννιώτισσες
που ζούσαν χρόνια βόγγου,
το λένε κι οι Σουλιώτισσες
στις ράχες του Ζαλόγγου.

Λαϊκή ζωγραφιά της εποχής. Απεικονίζει την Ελλάδα
να στεφανώνει τον Εύζωνα. Στο βάθος η λίμνη Ιωαννίνων

Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων, πέρα από την εξουδετέρωση κάθε σοβαρής τουρκικής απειλής στην Ήπειρο και την κυρίευση σημαντικού πολεμικού υλικού, είχε επίδραση στο ελληνικό γόητρο το οποίο, μετά την επιτυχία αυτή, εξυψώθηκε διεθνώς. Οι επιχειρήσεις στο Μπιζάνι σήμαναν ουσιαστικά και τη λήξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου στο στρατιωτικό πεδίο. Τις επόμενες ημέρες ο ελληνικός στρατός κινήθηκε βορειότερα και ως τις 5 Μαρτίου 1913 είχε απελευθερώσει τη Βόρειο Ήπειρο.

Κοπέλες στο Αργυρόκαστρο χορεύουν κατά την απελευθέρωσή του

Αναφορά κατάληψης των Ιωαννίνων

Να πώς περιγράφει την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ο Χρήστος Χρηστοβασίλης, στην εφημερίδα «Ακρόπολις», στις 23 Φεβρουαρίου 1913:

Φύλλα δάφνης από τα στεφάνια των πυροβόλων
που χρησιμοποιήθηκαν κατά την απελευθέρωση
των Iωαννίνων, στις 19-21 Φεβρουαρίου 1913

Επέσανε τα Γιάννενα! Όχι στο βάραθρο του εξαφανισμού, αλλά στην αγκαλιά της Ελευθερίας, στην αγκαλιά της Μητέρας Ελλάδος, που τόσο τα λαχταρούσε!. Είναι πολύ μεγάλη ημέρα, αυτή η ημέρα που ελευθερώνεται η ιδανική πόλη του Ελληνισμού, που υπήρξε Γολγοθάς του τριάντα ακέραια χρόνια.

Επέσανε τα Γιάννενα! Και με την ηρωική τους πτώση στεφανώνεται με αμάραντον στέφανο αθάνατης δόξας όλος ο Ελληνικός αγώνας, που άρχισε από τα Μακεδονοθεσσαλικά σύνορα κι έφτασεν ως τον Στρυμόνα με την Ελασσώνα, με το Σαραντάπορο, με τα Σέρβια, με την Σιάτιστα, με την Κοζάνη, με την Βέροια, με την Νάουσα, με τα Γιαννιτσά, με την Θεσσαλονίκη και με τη Χαλκιδική, κι ως τα πρόθυρα του Μοναστηριού, με τα Γρεβενά, με την Φλώρινα, με το Σόροβιτς, με την Καστοριά και με την Κορυτσά…

Επέσανε τα Γιάννενα κι η πτώση των εσήμανε την τελική νίκη του Ελληνισμού εναντίων του Τουρκισμού. Του Σταυρού, εναντίων του Μισιφέγγαρου. Του Πολιτισμού εναντίων του Βαρβαρισμού. Του Φωτός εναντίων του Σκότους! Ας πανηγυρίσει απ’ άκρη σ’ άκρη ο ελεύθερος Ελληνισμός γι’ αυτή την μεγάλη Ελληνική νίκη, γι’ αυτήν την μεγάλη εκπλήρωση του χρυσότερου και του μαγικότερου ονείρου της Ελληνικής Φυλής.

Επέσανε τα Γιάννενα! Τριάντα γενεές ήρθαν και παρήλθαν με αυτό το χρυσό όνειρο, να ιδούν ελευθερωμένα τα Γιάννενα, κι αυτό το χρυσό όνειρο επιφυλάχτηκε από τη θεία Πρόνοια να το ιδούμε εμείς. Τι ευτυχισμένοι που είμαστε εμείς, οι αντιπρόσωποι τόσων γενεών, που απέθαναν με την ανεκπλήρωτη χρυσή ελπίδα να ιδούν στυλωμένων τον Σταυρό μας εκεί ψηλά στα κάστρα των Ιωαννίνων!

Επέσανε τα Γιάννινα! Δόξα και τιμή στον Στρατό μας, στα λεοντόθυμα και γενναιόκαρδα παιδιά της Ελλάδας μας, που επότισαν την Ηπειρωτική γη με το τίμιο κι ανεκτίμητο αίμα τους, που την έθρεψαν με τες ένδοξες σάρκες τους, και την έσπειραν με τα άγια κόκκαλά τους, για να ιδούμε εμείς σήμερα ελεύθερα τα Γιάννενά μας. Δόξα και τιμή στον μέλλοντα Βασιλέα μας, τον δαφνηφόρον στρατηλάτη, που έχυσε την ψυχή του μέσα στα στήθια του Στρατού του για να τον κάνει ακατάβλητο μέχρι θανάτου!

Χαίρετε αθάνατα Γιάννενα, χιλιοτραγουδισμένα Γιάννενα, Γιάννενα ζυμωμένα με την δημοτική μας ποίηση, πανώρια και πολυπόθητη Πολιτεία, με τους μυροβόλους σας κήπους, με τα όμορφα σας Κάστρα, με τα πανώρια σας σπίτια, με την μαγευτική σας και καταγάλανη λίμνη, με το ζωγραφισμένο Νησί, όπου άφησε την τελευταία του αναπνοή ο Αλή πασάς, ο τρομερός υιός της Χάμκως, με το Ντρίσκο σας, με το Μιτσικέλι σας, με την Πίνδο που έθρεψε τα μεγαλύτερα παλληκάρια του Ελληνισμού, τους μεγαλύτερους τυραννοκτόνους γίγαντας, τους ενδοξότερους Αρματωλούς και Κλέφτες, που πολεμούσαν την Τουρκιά χειμώνα – καλοκαίρι, κι εθεμελίωσαν το αθάνατο και ιερό Έργον του Εικοσιένα!

Σκίρτησε από χαρά μέσα στο μνήμα σου, ώ τρισένδοξη και μεγάλη χορεία των Αρματωλών και Κλεφτών. Δίπλα και Μηλιώνη, Ζήντρο και Τσάρα Μπλαχάβα και Ζαχαράκη Στάθα και Μπουκουβάλα, Βαλαώρα και Τζουβάρα, Κατσαντώνη και Καραϊσκάκη, Διάκο και Οδυσσέα. Λαζαίοι και Κοντογιανναίοι, Μποτσαραίοι και Τζαβελλαίοι, Μαλαμαίοι και Νταγλαίοι, Γριβαίοι και Πανουργιάδες! Ελευθέρωσαν τα Γιάννινα!

Σκίρτησε από χαρά μέσα στο μνήμα σου ώ μεγάλη και τρισευλογημένη χορεία των μεγάλων Διδασκάλων του Γένους Μελετίου και Τσεχούλη, Μπαλάνου και Ευγενίου Βούλγαρη, Ψαλίδα και Λάμπρου Φωτιάδη, Ασωπίου και Αραβαντινού, Σακελλαρίου και Μάναρη, ελευθερώθηκαν τα Γιάννενα.

Σκίρτησε από χαρά μέσα στο μνήμα σου ώ ιερή χορεία των μεγάλων Ηπειρωτών πολιτικών Μάνθο και Νούτσο Ιγνάτιε και Κωλέττη, Θανάση Βάγια και Βασιλική! Ελευθερώθηκαν τα Γιάννενα.

Σκίρτησε από χαράν μεγάλη μέσα στο μνήμα σου ώ αθάνατη λύρα του Βηλαρά και του Βαλαωρίτη, του Ζαλοκώστα και του Κρυστάλλη, ελευθερώθηκαν τα Γιάννινα.

Σκίρτησε από χαρά στο υγρό μνήμα σου ώ μαρτυρική χορεία της Κυρά Φροσύνης και των δέκα εφτά Γιαννιωτισών Κυράδων! ελευθερωθήκαν τα Γιάννενα.

Σκιρτήσετε από χαρά και σεις, ώ αιματωμένες και πανίερες σκιές των πεσόντων στην Κιάφα και στην Φιλιππιάδα, στην Πρέβεζα και στο Γκρίμποβο, στα Πέντε Πηγάδια και στα Πεστά, στο Αυγό και στην Αετοράχη, στα Λεσσιανά και στον Αι Νικόλα και στο αιματόβαφο σαρκοθρεμμένο κοκκαλοσπαρμένο μαύρο Μπιζάνι! Έπεσαν τα Γιάννενα! Ελευθερώθηκαν τα Γιάννενα κι όλη η Ήπειρο! Εξεπληρώθηκεν ένας μεγάλος πόθος του Ελληνισμού.

Εφημερίδες της εποχής για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων και της Πρέβεζας

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος εισέρχεται στα Γιάννενα

Οι Βασιλείς Γεώργιος Α’ και Όλγα προσέρχονται στον ιερό ναό
του Αγίου Μηνά για τη δοξολογία (Γιάννενα, 21 Φεβρουαρίου 1913)

Ο μουφτής των Ιωαννίνων προσφωνών τον διάδοχο Κωνσταντίνο

Απελευθέρωση των Ιωαννίνων, 21 Φεβρουαρίου 1913

Στη Μεγάλη Δοξολογία, στην οποία παρέστη ο Μητροπολίτης Γερβάσιος, κλαίγοντας από συγκίνηση πλέκει το εγκώμιο των Άξιων Μπιζανομάχων και έλεγε ότι θα πρέπει με την ευγνωμοσύνη και θαυμασμό να αναφέρονται τα ονόματα των Γιγαντομάχων του Μπιζανίου ως πρότυπα αρετής και φιλοπατρίας, εάν θέλουμε να φέρουμε επαξίως τον τίτλο του Ελεύθερου Έλληνα Πολίτη. Το βράδυ διανυκτερεύσαμε στους Στρατώνες πίσω από το Στρατηγείο. Εγώ με το Σύνταγμα των Κρητών συνεχίσαμε. Μπήκα πρώτος στα Δολιανά που ήταν κοντά στην Πατρίδα μου το Ρεπετίστη μαζί με τον Λοχία Μεσήνη από τα Δολιανά με Ελληνική Σημαία. Και εκεί οι καμπάνες χτύπησαν χαρμόσυνα σκορπίζοντας το μήνυμα της Λευτεριάς. Εκεί στα Δολιανά πηγαίνοντας σ’ ένα συγγενικό μου σπίτι να διανυκτερεύσω, όταν χτύπησα την πόρτα και είπα ότι είμαι ο Κώστας ο Τσιάνος, βρέθηκα μπροστά στη μάνα μου και την αδελφή μου Ελένη, οι οποίες είχαν μάθει ότι πολεμούσα και με είχαν για σκοτωμένο, και οι οποίες μόλις με είδαν, έπεσαν λιπόθυμες.

Στρατόπεδο Εμίν Αγά, 1913

Με είχαν αποχαιρετήσει πριν 8 χρόνια σαν μετανάστη και με ξανάβλεπαν ζωντανό και ελευθερωτή. Συνεχίσαμε με το Σύνταγμα των Κρητών και μπήκαμε στη Βόρεια Ήπειρο πολεμώντας όπου βρίσκαμε αντίσταση. Μπήκαμε στο Αργυρόκαστρο, Τεπελένι, Πρεμετή, Κλεισούρα, Μπουμπάσι, Φράσαρι, αφήνοντας εκεί και τότε το 1913 κορμιά στρατιωτών στα χώματα της Βορείου Ηπείρου, βάφοντάς τα με Ελληνικό αίμα. Έφθασα και στο χωριό Μασγκουράνι (Κλεισούρας) όπου η τύχη με έφερε στο σπίτι του Τούρκου στρατιώτη Μεχμέτ Γιασίν Γιαγιά, που είχα πιάσει αιχμάλωτο. Τον είχαν για σκοτωμένο και όταν τους είπα ότι ζει, ότι είναι αιχμάλωτος και θα ‘ρθει, η μάνα του και η αδελφή του γονάτισαν και μου φιλούσαν τα πόδια. Πάντα με κατέχει η ικανοποίηση ότι εξετέλεσα το ύψιστο προς την Πατρίδα καθήκον το να έλθω από την Αμερική από τόσο μακριά εγκαταλείποντας τα πάντα δίνοντας γι’ αυτή τη ζωή μου και την Ελευθερία της Πατρίδας».

Στον δρόμο για το Εμίν Αγά, 1913

Μετά απ’ αυτό πρέπει να σημειώσω ότι, με υψηλό φρόνημα και αγάπη απ’ όλους για την πατρίδα και την ελευθερία κερδήθηκε ο αγώνας του 1912-1913. Για τους πολεμικούς του αγώνες και τη μεγάλη πατριωτική προσφορά ο πατέρας μου τιμήθηκε με διπλώματα από την Πολιτεία. Ο Δήμος Ιωαννιτών, τον Φεβρουάριο του 1984, στο πλαίσιο του εορτασμού για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, με ομόφωνη απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου παρουσία του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, του απόνειμε δίπλωμα: «Στον Κωνσταντίνο Τσιάνο, για τους αγώνες που προσέφερε για την απελευθέρωση της πόλης των Ιωαννίνων». Η Ακαδημία Αθηνών το 1988 σε πανηγυρική συνεδρία, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Χρήστου Σαρτζετάκη, του απένειμε δίπλωμα και χρηματικό ποσό. Το 1989 η Νομαρχία Ιωαννίνων, δια του Νομάρχου κ. Δημητρίου Οικονόμου. Το 1994 η VIII Μεραρχία με έμβλημα και πλακέτα στον «Ήρωα Μπιζανομάχο Κωνσταντίνο Τσιάνο». Αυτό μετά τον θάνατό του από τον Στρατηγό κ. Διονυσόπουλο. Και τέλος, η γενέτειρα, που όσο ζούσε τον ανακήρυξε επίτιμο Δημότη με ομόφωνη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου και ανάρτησε φωτογραφία στο Κοινοτικό Γραφείο. Πάντα στις Εθνικές Επετείους με προσκλήσεις από τη Νομαρχία, τον Δήμο, την Μεραρχία, είχε τιμητική θέση στις Δοξολογίες, στις εξέδρες των επισήμων, στις παρελάσεις και τα επίσημα γεύματα της VIII Μεραρχίας. Μετά τον θάνατο του πατέρα μου, ο οποίος απεβίωσε στις 19 Σεπτεμβρίου 1993, ο Δήμος Ιωαννιτών, με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, έδωσε σε δρόμο της πόλεως των Ιωαννίνων το όνομά του.

Υποδοχή του ελληνικού στρατού στα Γιάννενα, 21 Φεβρουαρίου 1913

* Από το βιβλίο «Σεργιάνι στα περασμένα…», από την «Ηπειρωτική Εταιρεία» (απόσπασμα).

Δρόμος στο Εμίν Αγά, 1912

Το στρατηγείο του Εμίν Αγά όπου έγινε η παράδοση των Ιωαννίνων

Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων, 21 Φεβρουαρίου 1913

Απελευθέρωση του Μετσόβου, 31 Οκτωβρίου 1912

Η ελληνική σημαία υψώνεται στο κάστρο της Πρέβεζας, 21 Οκτωβρίου 1912

Απελευθέρωση της Πάργας, 23 Φεβρουαρίου 1913

Η Μάχη του Δρίσκου, 28 Νοεμβρίου 1912

Η μάχη της Αετοράχης, 7 Ιανουαρίου 1913

Η μάχη της Νικόπολης, 20-21 Οκτωβρίου 1912

Απελευθέρωση Φιλιατών, 21 Μαΐου 1913 (Αγία Τριάδα)

Πηγές: sansimera.gr, egiannina.wordpress.com, facebook.com

Σχολιάστε