Η στιγμή της Ενώσεως Συντακτών (14 Δεκεμβρίου 1914)

Η ίδρυση της «Ενώσεως Συντακτών Αθηναϊκών Εφημερίδων» (ΕΣΑΕ) συνδέεται με το θλιβερό γεγονός της αγανάκτησης που προκάλεσε στους αθηναίους δημοσιογράφους ο θάνατος απόρου συναδέλφου τους, σε κάποιο δωμάτιο φτηνού ξενοδοχείου στο Μοναστηράκι, για την κηδεία και την ταφή του οποίου έγινε έρανος μεταξύ τους (έτσι κι αλλιώς, άποροι ήταν τα χρόνια εκείνα οι περισσότεροι δημοσιογράφοι). Έτσι, στις 14 Δεκεμβρίου 1914, συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα της Εταιρείας Φίλων του Λαού 34 δημοσιογράφοι αθηναϊκών εφημερίδων και υπέγραψαν πρακτικό ιδρύσεως της «Ενώσεως Συντακτών», επωνυμία που επικράτησε της αρχικώς προταθείσας επωνυμίας «Δημοσιογραφική Ένωσις».

Το πρακτικό της ίδρυσης της Ένωσης

Το πρακτικό ίδρυσης κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Αθηνών στις 14 Δεκεμβρίου 1914 και κατοχυρώθηκε με απόφασή του στις 17 Ιανουαρίου 1915. Η ίδρυση της «Ενώσεως Συντακτών» συνοδεύτηκε ταυτόχρονα από την ίδρυση του «Ταμείου Αλληβοηθείας», με διοικητική και οικονομική ανεξαρτησία από το επαγγελματικό σωματείο. Η Ένωσις και το Ταμείο αναγνωρίστηκαν από το Πρωτοδικείο και άρχισαν να λειτουργούν στις 13 Φεβρουαρίου 1915. Είναι η εποχή ακριβώς της ανάπτυξης του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος, με την εμφάνιση, στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, των πρώτων εργατικών οργανώσεων. Ο νόμος «Περί σωματείων» του 1914 (ν. 281/1914) εξασφάλιζε το δικαίωμα σύστασης σωματείων και παρείχε, για πρώτη φορά, τη δυνατότητα σύστασης μη μεικτών (εργοδοτών – εργατών) επαγγελματικών σωματείων.

Το καθοριστικό κριτήριο για να γίνει ένας δημοσιογράφος μέλος της Ενώσεως είναι η επαγγελματική του σχέση με μία ημερήσια εφημερίδα της Αθήνας, σύμφωνα με το πρακτικό ίδρυσης. Δεν αρκεί η συνεργασία, αλλ’ απαιτείται η συμμετοχή του δημοσιογράφου στην αίθουσα σύνταξης, με την τακτική και ρυθμισμένη περιοδικότητα που επιβάλλει η ημερήσια έκδοση και, επομένως, ο λεγόμενος 24ωρος κύκλος των ειδήσεων. Εξυπακούεται ότι δημοσιογράφοι που εργάζονται σε εβδομαδιαίες ή δισεβδομαδιαίες εφημερίδες δεν μπορούν να γίνουν μέλη, αφού η συνθήκη του επαγγελματία συνδέεται αποκλειστικά με τον 24ωρο κύκλο.

Πρώτος πρόεδρος της Ένωσης εκλέγεται ο λογοτέχνης και χρονογράφος Ιωάννης Κονδυλάκης. Μεταξύ των ιδρυτικών μελών της συμπεριλαμβάνονταν αρθρογραφούντες λόγιοι και πνευματικές προσωπικότητες, που άλλωστε ποτέ δεν έλειψαν σε όλη τη διαδρομή της ιστορίας της Ένωσης. Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι απόπειρες για τη δημιουργία σωματείων δημοσιογράφων είχαν υπάρξει και στο παρελθόν, όπως το 1908, αλλ’ απεδείχθησαν βραχύβιες.

Ο πρώτος πρόεδρος της Ένωσης Ιωάννης Κονδυλάκης

Μία βιογραφική επεξεργασία του πρακτικού ίδρυσης της Ενώσεως, όπου από τις 34 υπογραφές έχουν αναγνωριστεί και ταυτιστεί οι 30, μας δίνει ορισμένα χαρακτηριστικά του επαγγελματία δημοσιογράφου στις αρχές της δεκαετίας του 1910. Απ’ όλους όσους υπογράφουν μόνον ένας κινείται στον υβριδικό χώρο μεταξύ του συγγραφέα και του δημοσιογράφου. Είναι ο Δημήτριος Χατζόπουλος, γνωστός και με το φιλολογικό ψευδώνυμό του Μποέμ, που μέχρι το 1914 είχε εκδώσει τρεις συλλογές διηγημάτων. Όλοι οι άλλοι έχουν αμιγή ταυτότητα, είναι δημοσιογράφοι, που είτε έχουν «εκπαιδευτεί» μέσα στις ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας είτε μόλις αρχίζουν τη δημοσιογραφική σταδιοδρομία τους σε αυτές, δηλαδή μέσα στον ειδησεογραφικό Τύπο μεγάλου κοινού.

Με την εξαίρεση του Δημήτριου Χατζόπουλου, που όταν υπογράφει το πρακτικό, είναι 44 ετών, η πλειοψηφία των υπόλοιπων ιδρυτικών μελών είναι γύρω στα 30, αρκετοί κάτω από τα 30, όπως ο Βεκιαρέλλης (1887), ο Τσαμόπουλος (1888) και ο Δούζας (1888), ενώ δεν λείπουν και οι εικοσάχρονοι νεόφυτοι. Ο Γεώργιος Βεντήρης είναι 24 ετών, ο Αθανασιάσης Νόβας, ο Ηρακλής Αποστολίδης και ο Δημοσθένης Γενοβέλης είναι 21, ενώ ο Κωνσταντίνος Καραμούζης, που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο «Κώστας Αθάνατος», μόλις 18.

Το Συμβούλιο της Ενώσεως Συντακτών το 1924

Η έρευνα μας δίνει επίσης κάποια στοιχεία γεωγραφικής καταγωγής. Μεταξύ των 34, ο Δημήτριος Χατζόπουλος είχε γεννηθεί στο Αγρίνιο, ο Αντώνιος Παπαγιαννόπουλος στο Ναύπλιο, ο Θ. Συναδινός στην Τρίπολη, ο Μιχαήλ Ροδάς στο Αίγιο, ο Διονύσιος Κόκκινος στον Πύργο Ηλείας, ο Ηρακλής Αποστολίδης στον Πύργο της Βουλγαρίας, ο Γεώργιος Ασημάκης στο Ναύπλιο, ο Γ. Βεντήρης στην Άρτα, ο Ιωάννης Μύταλης στη Χρυσοβίτσα Ακαρνανίας, ο Κωνσταντίνος Καραμούζης στην Καλαμάτα, ο Δημοσθένης Γενοβέλης στο Άστρος Κυνουρίας, ο Γεώργιος Αθανασιάδης – Νόβας στη Ναύπακτο, ο Ανδρέας Τσαμόπουλος στην Αθήνα, ο Κωνσταντίνος Περεσιάδης στην Ακράτα Αχαΐας. Μια γεωγραφική πανσπερμία, που περιορίζεται κυρίως στην επικράτεια της λεγόμενης Παλαιάς Ελλάδας. Αυτό είναι φυσικό, όχι μόνο γιατί η Αθήνα είναι ακόμη μια πρωτεύουσα υπό διαμόρφωση, αλλά και επειδή είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος των εφημερίδων, εκεί όπου αποκτά υπόσταση η αγορά του Τύπου και οι εφημερίδες αναδεικνύονται σε μέσα κοινωνικής, πολιτικής και ιδεολογικής επιρροής, δηλαδή αυτό που, στη βιβλιογραφία, έχει ονομαστεί «εφημεριδοκρατία».

To 1919 o Γεώργιος Ροϊλός (1867-1928) φιλοτεχνεί το έργο «Οι ποιηταί εν Παρνασσώ», ένα μεγάλο λάδι σε καμβά, διαστάσεων 130×179, για τα γραφεία του φερώνυμου φιλολογικού συλλόγου. Ο τίτλος του έργου παραπέμπει βεβαίως στον φιλολογικό σύλλογο και στα νέα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής, κυρίως τον παρνασσισμό, απ’ όπου επηρεάζεται αυτή η νέα ποιητική γενιά, η λεγόμενη «Νέα Αθηναϊκή Σχολή», με την οποία κλείνει οριστικά το κεφάλαιο του ρομαντισμού. Στον πίνακα εικονίζονται ο Γεώργιος Δροσίνης, ο Γεώργιος Στρατήγης, ο Ιωάννης Πολέμης, ο Κωστής Παλαμάς, ο Γεώργιος Σουρής και ο Αριστομένης Προβελέγγιος.

Τη χρονιά που φιλοτεχνείται το έργο, η γενιά αυτή έχει βεβαίως καθιερωθεί, αλλ’ ο πίνακας του Ροϊλού τη μνημειοποιεί, οδηγώντας τη στην περιοχή της λειτουργίας των συμβόλων. Οι μορφές των ποιητών, πέρα από την όποια ρεαλιστική απεικόνιση, έχουν κυρίως στοχαστική ποιότητα, ενώ ο όλος ο πίνακας λειτουργεί ως μία αισθητική εικόνα με μεγάλη γνωστική αξία, επειδή υποβάλλει έναν τρόπο ανάγνωσης της εποχής, της λογοτεχνικής παραγωγής αλλά και της λογοτεχνικής εμπειρίας. Η λογοτεχνική ιστορία της γενιάς του 1880 είναι βέβαια γνωστή. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η γενιά αυτή βγήκε από τον κόσμο των εφημερίδων, με την έννοια ότι καθιερώθηκε και απέκτησε κοινωνική νομιμοποίηση μέσα από τις εφημερίδες.

Γεώργιος Ροϊλός, «Οι ποιηταί εν Παρνασσώ», 1919
(από αριστερά: Γ. Δροσίνης, Γ. Στρατήγης, Ιω. Πολέμης,
Κ. Παλαμάς, Γ. Σουρής και Α. Προβελέγγιος,
Συλλογή «Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός»)

Περίπου την ίδια εποχή ο Ροϊλός φιλοτεχνεί τα πορτρέτα αρκετών λογοτεχνών – δημοσιογράφων, που σήμερα συναποτελούν την πινακοθήκη πορτρέτων της «Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών». Πρόκειται για τα πορτρέτα του Σπύρου Μελά, του Γεωργίου Δροσίνη, του Διονυσίου Κόκκινου, του Μπάμπη Άννινου, του Λάμπρου Πορφύρα, του Ιωάννη Πολέμη, του Ανδρέα Καρκαβίτσα, του Γρηγόριου Ξενόπουλου, του Κωστή Παλαμά, του Γεωργίου Σουρή, του Παύλου Νιρβάνα, του Αριστομένη Προβελέγγιου, του Δημητρίου Καμπούρογλου και του Γεωργίου Στρατήγη.

Δεν ξέρουμε ποιος είναι ο παραγγελιοδόχος αυτών των προσωπογραφιών. Μπορεί να είναι η διοίκηση της Ενώσεως Συντακτών, στην κατοχή της οποίας βρίσκονται τώρα τα έργα. Εκείνο που έχει σημασία όμως είναι η συμβολική διάσταση των πορτρέτων, η αναγνώριση του κοινωνικού κύρους ενός επαγγέλματος μέσα από τη μνημειοποίηση των εκπροσώπων του. Άλλα πορτρέτα της ΕΣΗΕΑ (∆ιονύσιος Σολωµός του Αλέκου Κοντόπουλου, Α. Παπαδιαµάντης του Α. Γεραλή, Γ. Σουρής κ.ά.) ανήκαν στον δηµοσιογράφο Ντόλη Νίκβα (Απόστολος Ν. Βασιλειάδης, 1903–1937). ∆ωρήθηκαν στην ΕΣΗΕΑ µαζί µε τη βιβλιοθήκη, το αρχείο και τα έπιπλα του γραφείου του στις 3.4.1939 από τη µητέρα του.

Πάγια αιτήματα της Ένωσης από την ίδρυσή της ήταν η περίθαλψη, η ασφάλιση, η πρόνοια και η αλληλοβοήθεια των μελών της, με τη δημιουργία αντίστοιχων ταμείων, και η παροχή έκτακτης αρωγής, όπως στην περίπτωση των συντακτών προσφύγων το 1922. Παράλληλα, ήδη από την πρώτη 15ετία της λειτουργίας της, η Ένωση έθεσε και ειδικότερα θέματα, όπως την κατοχύρωση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, τη στέγασή της, την ίδρυση ιδιόκτητης λέσχης, τη σύσταση δημοσιογραφικής σχολής, τον κερδοφόρο θεσμό του ετήσιου χορού, τη δημιουργία βιβλιοθήκης, την ίδρυση Μουσείου Τύπου. Επίσης, υποστήριξε την έκδοση σατιρικής επιθεώρησης, του «Φανού των Συντακτών», η οποία γνώρισε μεγάλη κυκλοφορία και τα κέρδη της ενίσχυαν τα έσοδα της Ένωσης.

28 Ιουνίου 1915: Ο ετοιµοθάνατος νεαρός δηµοσιογράφος
Γρηγόρης Βασιλάς κληροδοτεί στην Ένωση Συντακτών
τη µικρή βιβλιοθήκη του συντάσσοντας σύντοµο γράµµα:
«Την απέκτησα µε αίµα, στερηθείς διά την αγοράν ενός βιβλίου
και αυτού του ψωµιού». Τη χαρίζει στην Ένωση µε την ελπίδα
«να αποτελέση την βάσιν της µελλούσης βιβλιοθήκης της»

Παρά τον αυξανόμενο αριθμό των μελών της Ένωσης, η οποία το 1935 αριθμούσε περί τα 170 μέλη, μεγάλος αριθμός δημοσιογράφων, περίπου αντίστοιχος με αυτόν των μελών της, παρέμενε εκτός, για λόγους που δεν είχαν πάντα σχέση με τον κορεσμό του επαγγέλματος. Κατά συνέπεια, παράλληλα ιδρύονται άλλα δημοσιογραφικά σωματεία, όπως ο «Γενικός Σύνδεσμος Συντακτών» (με προέδρους τους Γεράσιμο Άννινο, Κώστα Πολίτη κ.ά.), στον οποίο συγχωνεύτηκαν σωματεία όπως η «Ένωσις Δημοσιογράφων» (με προέδρους τους Δ. Βρατσάνο, Θ. Βελλιανίτη, Ανδρ. Πουρνάρα), το «Σωματείον Συντακτών» (πρόεδρος Αντ. Παπαγιαννόπουλος), ο «Σύνδεσμος Επαγγελματιών Δημοσιογράφων» (πρόεδρος Σπ. Τραυλός), ενώ ενσωματώθηκε και ο «Σύνδεσμος Δημοσιογράφων Πειραιώς» (έτος ίδρυσης 1919). Το 1924, έπειτα από συμφωνία, συνενώθηκε ο «Γενικός Σύνδεσμος» με την Ένωση.

Με τον αναγκαστικό νόμο «Περί δημοσιογραφικών συλλόγων» του 1935, τον οποίο συνυπογράφει ο τότε πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Ν. Κρανιωτάκης, με την ιδιότητά του ως υφυπουργού Συγκοινωνίας, οι δημοσιογράφοι όλης της ελληνικής επικράτειας εγγράφονται «υποχρεωτικώς» σε έναν δημοσιογραφικό σύλλογο με τον τίτλο «Ένωσις Συντακτών της Ελλάδος», με τμήματα σε κύριες πόλεις της περιφέρειας. Η Ένωση, η οικονομική διαχείριση της οποίας ελεγχόταν ετησίως από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, θα έπρεπε να τηρεί ενημερωμένα μητρώα των μελών της, να συστήσει ενιαίο «Ταμείο Προνοίας και Συντάξεων», να ιδρύσει και συντηρήσει δημοσιογραφική σχολή (το πρόγραμμα της οποίας θα εγκρινόταν από το Υπουργείο Εξωτερικών και Εθνικής Οικονομίας), ενώ επετράπη η διοργάνωση μέχρι δύο λαχειοφόρων αγορών ετησίως, τα κέρδη των οποίων θα κατανέμονταν στο «Ταμείο Προνοίας», το «Ταμείο Συντάξεων» και υπέρ της σχολής. Η «Ένωση Συντακτών της Αθήνας» κατάφερε επίσης να ιδρύσει πρατήριο ειδών πρώτης ανάγκης. Προβλέπονταν ακόμα διευκολύνσεις (μεταφορές) και ορισμένες ατέλειες.

Ο παραπάνω νόμος καταργείται από την κυβέρνηση του Ι. Μεταξά και καταρτίζεται ο Α.Ν. 1093/1938 «Περί δημοσιογραφικών οργανώσεων». Στο νεοϊδρυθέν Υπουργείο Τύπου και Τουρισμού δημιουργείται Μητρώο Τύπου όπου εγγράφονται όλοι όσοι ασκούσαν ως κύριο επάγγελμα τη δημοσιογραφία (ιδιοκτήτες, συντάκτες, μεταφραστές, σκιτσογράφοι κ.ά.) αλλά και το υπαλληλικό προσωπικό Τύπου. Όλες οι ενώσεις ιδιοκτητών, συντακτών και προσωπικού συνενώνονταν σε συνδέσμους. Οι σύνδεσμοι αντιπροσώπευαν τις ενώσεις στη «Γενική Ένωση Ελληνικού Τύπου» (ΓΕΕΤ), η οποία σκοπό είχε να «χαράσσει τας κατευθυντηρίους γραμμάς». Επίτιμος πρόεδρος της ΓΕΕΤ ήταν ο υφυπουργός Τύπου και Τουρισμού.

Λαχείο Συντακτών

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ανέκοψε την εφαρμογή της ελεγχόμενης και συγκεντρωτικής δομής που ο νόμος του 1938 επεδίωκε να επιβάλει στον Τύπο, ωστόσο ίσχυσε με τις κατά καιρούς τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του μέχρι την κατάργησή του με τον ν. 346/1969 «περί Τύπου» της απριλιανής επταετίας, με τον οποίο καταργείται όλη η υφιστάμενη από το 1931 και εξής νομοθεσία περί Τύπου.

Η Ένωση Συντακτών συνέβαλε στην ενίσχυση του εθνικού αγώνα, πέρα από την άμεση συμμετοχή του έμψυχου δυναμικού της, με ανταποκρίσεις από το μέτωπο και με τη διάθεση σημαντικού χρηματικού ποσού. Στις δράσεις της μέχρι τον Απρίλιο του 1942 συμπεριλαμβάνονται η χορήγηση δανείων σε μέλη της (Ν.Δ. 641/1941), η έκδοση εφημερίδας κάθε Κυριακή και Δευτέρα, το 1941, για την ενίσχυση των «αργούντων» δημοσιογράφων, η ενίσχυση του «Λογαριασμού Ανεργίας του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Αθηναϊκών Εφημερίδων» με τη θέσπιση του «αγγελιοσήμου» (Ν.Δ. 465/1941).

Μέλη της Ένωσης την περίοδο της Κατοχής

Ενεργή ήταν η δράση της ΕΣΗΕΑ την περίοδο 1942-44. Αξιομνημόνευτες πράξεις αντιστασιακής δράσης της Ένωσης ήταν η απεργία των εφημερίδων για τα αιματηρά γεγονότα στο Υπουργείο Εργασίας το 1943, ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου 1943, η προσπάθεια συνένωσης των αντιστασιακών οργανώσεων (ΕΑΜ, ΕΔΕΣ, ΠΕΑΝ, ΕΚΚΑ) με πρωτοβουλία της Ένωσης, η φυγάδευση Εβραίων, η έκδοση παράνομων αντιστασιακών εντύπων. Σημαντική ήταν επίσης η συμβολή της Ένωσης στην ενίσχυση του πνεύματος αλληλεγγύης ανάμεσα στον δημοσιογραφικό κόσμο, όπως για παράδειγμα η -με πρωτοβουλία της- ίδρυση του «Συνδικάτου Τύπου» με πρόεδρο αυτόν της Ένωσης και μέλη εκπροσώπους απ’ όλες τις τότε οργανώσεις Τύπου («ΕΠΗΕΑ», «Ένωση Εργατών Τύπου», «Ένωση Εφημεριδοπωλών» κ.ά.), η διοργάνωση συσσιτίων με αποδέκτες ακόμα και μη μέλη της.

Το 1943 παύεται από την κυβέρνηση δωσιλόγων το Δ.Σ. της Ένωσης (πρόεδρος Γ. Καράντζας) το οποίο επανεκλέγεται μετά την απελευθέρωση, τον Νοέμβριο του 1944. Ας σημειωθεί ότι η απώλεια, με άγνωστο τρόπο, του Βιβλίου Πρακτικών των Γενικών Συνελεύσεων και του Βιβλίου Πρακτικών των Διοικήσεων της Ένωσης, στα χρόνια της Κατοχής, αφήνει ιστορικό κενό στην ιστορία της αυτή την περίοδο.

Το 1945 συντάκτες ημερήσιων εφημερίδων (πρόεδρος Απ. Μαγγανάρης), που δεν εγγράφονταν από την ΕΣΗΕΑ, ίδρυσαν την «Ένωση Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου» (ΕΣΑΤ). Πρόκειται για την Ένωση Συντακτών Περιοδικού Τύπου του 1935, που άλλαξε την επωνυμία της για να συμπεριλάβει συντάκτες του ημερήσιου Τύπου. Η ΕΣΑΤ διαλύθηκε το 1967 με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας.

Η αναθεώρηση του καταστατικού του 1973, που είχε καταρτιστεί στο πνεύμα του Ν.Δ. 1004/1971 «Περί δημοσιογραφικού επαγγέλματος» της δικτατορίας, αποτέλεσε κεντρικό θέμα των πρώτων μεταδικτατορικών συνελεύσεων. Το νέο καταστατικό της Ένωσης, που ισχύει έως σήμερα, εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο Αθηνών το 1979. Σε αυτό η ΕΣΗΕΑ υπερασπίζεται, ως θέσφατο, την προάσπιση της ελευθεροτυπίας. Η ελευθεροτυπία και η ανεμπόδιστη αναζήτηση της αλήθειας συνιστούν σταθερό αξίωμα για την άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος.

Στον Παναγιώτη Πατρίκιο οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, η υλοποίηση
του οράματος της δημιουργίας της βιβλιοθήκης της Ένωσης

Παραδείγματα καταπάτησης αυτής της ελευθερίας υπάρχουν πολλά να αναφερθούν στη διαχρονική πορεία του ελληνικού Τύπου, όπως όμως και πράξεις αντίστασης σ’ αυτήν, όπως η έκδοση παράνομων εντύπων ή η έμμεση και επικαλυμμένη αντίσταση μέσα από τις σελίδες των νόμιμων.

Η δημοσιογραφική οικογένεια θρήνησε και τίμησε συντάκτες της που υπερασπίστηκαν με τίμημα τη ζωή τους αυτό το αξίωμα, όπως στην περίπτωση του Ανδρέα Καβαφάκη και του Κώστα Βιδάλη. Αμφότεροι δολοφονήθηκαν σε περιόδους πολιτικής αναταραχής -ο πρώτος τον Φεβρουάριο του 1922 μέσα στο κύμα τρομοκρατίας κατά των βενιζελικών που εξαπέλυσαν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι φιλοβασιλικοί, και ο δεύτερος τον Αύγουστο του 1944, στην προσπάθειά του να καλύψει ειδησεογραφικά την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στη Θεσσαλία μέσα στο έκρυθμο κλίμα.

Ως συνδικαλιστικό όργανο, η ΕΣΗΕΑ προασπίζεται τις διεκδικήσεις των συντακτών, όπως στην περίπτωση της δεκαπενθήμερης απεργίας το 1975 για αιτήματά τους προς τους εκδότες. Στην απεργία πρωτοστάτησαν δημοσιογραφικές προσωπικότητες, όπως οι Δημήτρης Ψαθάς, Παύλος Παλαιολόγος, Σπύρος Μελάς, Μάριος Πλωρίτης, Χρήστος Πασαλάρης, Απόστολος Μαγγανάρης, Νίκος Καραντηνός. Ιστορική θεωρείται η έκδοση της εφημερίδας των απεργών με τίτλο «Αδέσμευτη Γνώμη» από την ΕΣΗΕΑ, στις 13 Μαΐου (υπό την προεδρία του Σπ. Γιαννάτου), σε συνεργασία με την «Ένωση Τεχνικών Ημερησίου και Περιοδικού Τύπου Αθηνών» (ΕΤΗΠΤΑ). Τη διεύθυνσή της ανέλαβε ο Κώστας Νίτσος.

Από τα πιο επιτυχή εγχειρήματα για την υποστήριξη των οικονομικών πόρων της Ένωσης ήταν το «Λαχείο Συντακτών», που αποτέλεσε σημαντικό τροφοδοτικό πόρο των ενώσεων συντακτών όλης της ελληνικής επικράτειας. Ο Α.Ν. 339/1936 «Περί κρατικών λαχείων» παρείχε στην Ένωση την «κατ’ εξαίρεσιν» δυνατότητα διενέργειας λαχείου υπέρ του σκοπού της, δικαίωμα που κατοχυρώνεται και με μετέπειτα νομοθετικές πράξεις (όπως ο Α.Ν. 1093/1938 και το Ν.Δ. 3616/1956). Μετά την κατάργηση του «Λαχείου Συντακτών» από τη δικτατορία, θεμελιώνεται, με εισήγηση της Ένωσης, ο δημοσιογραφικός ιατροφαρμακευτικός και ασφαλιστικός οργανισμός ΕΔΟΕΑΠ (Α.Ν. 248/1967, παρόμοιες ενέργειες είχαν γίνει το 1938, 1947 και 1956) για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ασφάλεια των μελών και των οικείων τους, πάγια επιδίωξη της Ένωσης από τη σύστασή της.

Το 1998 ιδρύεται, με προεδρικό διάταγμα, το «Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ» με σκοπό την ανάπτυξη δραστηριοτήτων για την εν γένει «προαγωγή του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου της ελληνικής κοινωνίας και ειδικότερα των δημοσιογράφων».

Η ΕΣΗΕΑ είναι ιδρυτικό μέλος -μαζί με τις υπόλοιπες τέσσερις δημοσιογραφικές ενώσεις: «Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης» (ΕΣΗΕΜΘ), «Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου, Ηπείρου και Νήσων» (ΕΣΗΕΠΗΝ), «Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδος και Ευβοίας» (ΕΣΗΕΘΣΕΕ), «Ένωση Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου» (ΕΣΠΗΤ)- της «Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Συντακτών» (ΠΟΕΣΥ), από το 1994, με πρώτο πρόεδρο τον Δημήτρη Γκλαβά, πρόεδρο και της ΕΣΗΕΑ. Επίσης, είναι μέλος της «Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων» (IFJ) και της «Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων» (EFJ).

Η Βιβλιοθήκη ΕΣΗΕΑ «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας», η «Βιβλιοθήκη των πέντε αιώνων», όπως χαρακτηριστικά την ονόμαζε ο ουσιαστικός δημιουργός της Παναγιώτης Πατρίκιος, είναι μια ειδική Ιστορική βιβλιοθήκη, που καλύπτει ευρύ φάσμα αρχειακού υλικού τόσο στη μορφή όσο και στο είδος του. Αποτελεί πνευματικό «κόσμημα» στο κέντρο της Αθήνας. Στον 2ο όροφο της ΕΣΗΕΑ, στη συμβολή των οδών Ακαδημίας και Βουκουρεστίου, φυλάσσονται 60.000 τόμοι, ιστορικά βιβλία δερματόδετα με χρυσά γράμματα, χειρόγραφα κείμενα και αρχεία δημοσιογράφων και πανεπιστημιακών δασκάλων, σπάνιες εκδόσεις Ιστορίας και λογοτεχνίας. Όλα δωρεές.

Άποψη του χώρου της βιβλιοθήκης

Τα τεκμήριά της αναφέρονται σε δημοσιογραφικές, πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές θεματικές κατηγορίες, ο κύριος όγκος των οποίων κατατάσσεται χρονικά στην περίοδο 1821 μέχρι σήμερα. Διαθέτει, επίσης, σπάνιες εκδόσεις που τοποθετούνται χρονικά στις απαρχές του 16ου και 17ου αιώνος, χειρόγραφα, ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό, χάρτες διαφόρων περιόδων, έγγραφα του Αγώνος, αρχεία γελοιογραφιών και σκίτσων και φυσικά πληθώρα φύλλων εφημερίδων λυτών και βιβλιοδετημένων.

Ένα πολύτιμο στοιχείο από το αρχείο της βιβλιοθήκης της ΕΣΗΕΑ

Τα σπουδαιότερα στοιχεία του υλικού της προβάλλονται στον ειδικό χώρο του Μουσείου Τύπου. Το υλικό της βιβλιοθήκης προέρχεται από δωρεές δημοσιογράφων αλλά και ποικίλες προσκτήσεις από αγορά. Μπορεί ο καθένας ελεύθερα και απρόσκοπτα να επισκεφτεί το «μουσείο», να ξεναγηθεί στην ελληνική γραμματεία από τον 15ο έως και τον 20ό αιώνα, ν’ αναζητήσει ψηφιακά τις πηγές και να στήσει το laptop του στο αναγνωστήριο, σε έναν ιδανικό χώρο για όσους αγαπούν τις βιβλιοθήκες.

(ΕΣΗΕΑ, Ακαδημίας 20, Αθήνα, ΤΚ: 10671, τηλ. 2103675400, email: info@esiea.gr)

Πηγή: candiadoc.gr, morfotikoesiea.gr, esiea.gr, vliothikiesiea.gr

Σχολιάστε