
«Είμαι ευτυχής σημαίνει ότι επέστρεψα εκεί απ’ όπου ξεκίνησε ο πατέρας μου.
Αυτό αποτελεί και την κρυφή πηγή της τωρινής μου ευδαιμονίας. Είμαι ευτυχής
που γύρισα στο νησί μου. Γράφω γιατί είμαι ευτυχισμένος που το κατοικώ»
Με τα λόγια αυτά ο διακεκριμένος Έλληνας λογοτέχνης Βασίλης Βασιλικός περιγράφει τη σχέση του με τον γενέθλιο τόπο του, το νησί του, τη Θάσο, που υπήρξε ανέκαθεν πηγή έμπνευσης και αγαπημένη γη για εκείνον. Διαπιστώνοντας ότι: «Η γνησιότητα του αισθήματος φέρνει και τη γνησιότητα της γραφής». Αποδεχόμενος ότι: «Τελικά, το γράψιμο είναι μεγάλη ανακούφιση. Γράφοντας, δεν ενοχλείς κανέναν με εξωτερικούς θορύβους. Ο εσωτερικός ορυμαγδός είναι χωρίς ήχο».
Για να καταλήξει στο απόσταγμα, τελικά, την Κεντρική Ιδέα μιας γεμάτης ζωής: «Κατά τ’ άλλα διαβιώ εν Θάσω, πένης μεν, πλην ευτυχισμένος, με τον αέρα, με το βουνό, με τη θάλασσα, με τους εδώ φίλους μου, με “αστυνομικά” και με τα βιβλία του Αντρέ Ζιντ. Μαζί με τη Βάσω, την Ευρυδίκη, την Έμιλυ, την Κίττυ, τον Οδυσσέα. Ένας Οδυσσέας κι εγώ, που επιστρέφει στη δική του Ιθάκη».

Ο Αρχιμανδρίτης π. Κυνηγόπουλος, Λιμένας, δεκαετία ’30
Στα «Ημερολόγια Θάσου» τα παιδικά χρόνια, η εφηβεία και το Παρίσι, η Ευρώπη, η λογοτεχνία, ο εαυτός και οι άλλοι: η Ντυράς, η Μαργαρίτα Λυμπεράκη, ο Ελύτης, τα μολύβια και το τετράδιο της Βάσως που ολοένα γεμίζει, τα βασικά της γραφής. Η ιστορία της Θάσου, η ποιητική καθημερινότητα, οι πρόγονοι και η ζωή τους, η Εταιρία Συγγραφέων, οι αναμνήσεις ωσεί παρόν, ο ξανακερδισμένος χρόνος, τα αναγνώσματα, παππούδες, γιαγιάδες, όλος ο κόσμος, το άλεφ του εκεί. Οι ζώντες και τεθνεώτες, στο πιο γοητευτικό του βιβλίο, ημερολογιακά και πρωτοπρόσωπα, σαν ψίθυρος εκεί:
«Φαντάσματα του νου μου πια, σε ένα θεατρικό κύκλο με κιμωλία, κατάλαβα πως, αφού τους περιέχω μέσα μου και δεν έχω ξεχάσει καμιά λεπτομέρεια απ’ την αγιογραφία του προσώπου τους, δεν είναι “υπάρξαντες” αλλά ”ζώντες”- και μάλιστα πιο ζωντανοί από πολλά φαντάσματα που κυκλοφορούν στις μέρες μας με σάρκα και οστά, ανάμεσά μας».
Πηγή: kimintenia.com