Το απέραντο γαλάζιο του θρυλικού σφουγγαρά Στάθη Χατζή

Σαν σήμερα, 16 Ιουλίου 1913, η θρυλική βουτιά του στον βυθό της Καρπάθου

Αυτό που σε εμάς φαντάζει απίθανο και υπεράνθρωπο ο θρυλικός Συμιακός σφουγγαράς, Στάθης Χατζής, το έκανε σχεδόν για… πλάκα. Μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 110 χρόνια, ωστόσο, έκανε ολόκληρη την Ευρώπη να παραμιλάει.

Αν μια τέτοια είδηση έβγαινε σήμερα, το πιθανότερο είναι πως οι περισσότεροι θα την «τσεκάραμε» δυο – τρεις φορές για να βεβαιωθούμε πως δεν είναι fake news. Και όμως… Συμπληρώνονται 110 χρόνια από την ημέρα που ο Συμιακός σφουγγαράς Στάθης Χατζής, προκειμένου να βρει τη χαμένη άγκυρα ενός ιταλικού θωρηκτού, καταδύθηκε σε βάθος 88 μέτρων, κρατώντας την αναπνοή του για 3 λεπτά και 58 δευτερόλεπτα, μόνο με τη βοήθεια μιας μαρμάρινης πέτρας βάρους 15 κιλών.

Η Σύμη το 1970

Ο θρύλος των ελεύθερων καταδύσεων

Στάθης Χατζής

Ο Στάθης Χατζής του Γεωργίου γεννήθηκε το 1878, στη Σύμη. Για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά, παρά μόνον ότι από μικρή ηλικία, η μόνη του ενασχόληση ήταν με οτιδήποτε είχε να κάνει με το ψάρεμα. Στην αρχή από την παραλία. Με το καλάμι. Μετά μέσα από διάφορες βάρκες. Η θάλασσα του έδινε ζωή. Η ζωή του ήταν η θάλασσα. Όταν μεγάλωσε λίγο και μπορούσε, ο Στάθης Χατζής, έγινε «γυμνός δύτης». Το «γυμνός» προφανέστατα και δεν έχει να κάνει με το αν φορούσε μαγιό ή όχι… Ο συγκεκριμένος όρος περιέγραφε (κυρίως) τους σφουγγαράδες που βουτούσαν σε μεγάλα βάθη χωρίς το ειδικό σκάφανδρο ή κάποιον άλλον βοηθητικό μηχανισμό. Έπαιρναν μια μεγάλη ανάσα και απλά βουτούσαν στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου.

Η μόνη τους βοήθεια ήταν η λεγόμενη «καμπανελλόπετρα», όπως την έλεγαν στη Σύμη ή «σκανταλόπετρα», όπως την έλεγαν στην Κάλυμνο. Η πέτρα αυτή ήταν επίπεδη και είχε βάρος περίπου 12 οκάδων (κάτι λιγότερο από 15,4 κιλά!). Την έδεναν με ένα χοντρό σκοινί από το ένα χέρι τους και η άλλη άκρη του σκοινιού δενόταν στην καγκάβα, όπως αποκαλούσαν το σπογγαλιευτικό σκάφος. Ο «γυμνός δύτης» βουτούσε, η πέτρα έκανε την κάθοδό του στον βυθό πιο γρήγορη και στη συνέχεια, όταν ο δύτης είχε τελειώσει τη δουλειά του, αυτοί που ήταν πάνω στην καγκάβα τον τραβούσαν γρήγορα στην επιφάνεια.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό όλη αυτή η διαδικασία ήταν ένα εξαιρετικά επώδυνο και επικίνδυνο εγχείρημα, που είχε στοιχίσει τη ζωή σε πολλούς σφουγγαράδες, ενώ σε ακόμα περισσότερους είχε δημιουργήσει φοβερά προβλήματα υγείας. Η χρήση της καμπανελλόπετρας σταμάτησε όταν πλέον ο χώρος των καταδύσεων βιομηχανοποιήθηκε και ανακαλύφθηκαν καλύτερα και ασφαλέστερα μέσα κατάδυσης για τους δύτες. Αυτά όμως δεν εμπόδιζαν τον Χατζή να συνεχίσει κάνει τη δουλειά του, όπως εκείνος ήξερε. Και όχι απλά να την κάνει, αλλά ν’ αποκτήσει και τη φήμη ενός φοβερού και ατρόμητου δύτη ο οποίος μπορούσε να βουτήξει σε μεγάλα βάθη μόνο με μιαν ανάσα. Και αυτή ακριβώς η φήμη ήταν που, μια ημέρα σαν σήμερα πριν από 110 χρόνια, έκανε το όνομά του συνώνυμο του θρύλου.

Βουτιά σε βάθος 88 μέτρων, για 4 λεπτά, με μιαν ανάσα

Το 1913, την εποχή που τα Δωδεκάνησα τελούσαν ακόμα υπό ιταλική κατοχή, το ιταλικό θωρηκτό Regina Margarita (ανάλογο του ελληνικού θωρηκτού Αβέρωφ), είχε «αράξει» στην Κάρπαθο. Εκεί, από έναν αδέξιο χειρισμό του πληρώματος, η βαριά άγκυρα του πλοίου έπεσε στο νερό και κατέληξε στον πάτο της θάλασσας. Οι Ιταλοί άρχισαν να φωνάζουν πως όποιος σφουγγαράς βουτούσε για να δέσει ξανά το σκοινί στην καδένα της άγκυρας, προκειμένου να την τραβήξουν ξανά στην επιφάνεια, θ’ ανταμειβόταν. Σύμφωνα με όσα έχουν μεταφερθεί από γενιά σε γενιά, οι περισσότεροι σφουγγαράδες σφύριζαν αδιάφορα και δεν έκαναν καν κίνηση καθώς ήξεραν πως το βάθος της θάλασσας, στο συγκεκριμένο σημείο, ήταν μεγάλο. Υπήρχαν και κάποιοι άλλοι, λίγοι, που επεχείρησαν να βουτήξουν, αλλά στα μισά της διαδρομής προς τον βυθό κατάλαβαν πως δεν θα τα κατάφερναν και έτσι επέστρεψαν στην επιφάνεια.

Μελετώντας τις σημειώσεις του Στάθη Χατζή

Κάποιος από τους παλαιούς σφουγγαράδες είπε στον διοικητή του ιταλικού πλοίου πως, αν μπορούσε ένας άνθρωπος να τα καταφέρει, αυτός ήταν ο Χατζής ο οποίος όμως ζούσε στη Σύμη. Ο διοικητής του ιταλικού θωρηκτού έδωσε αμέσως διαταγή να πάνε και να φέρουν τον περίφημο δύτη. Όταν οι ναύτες έφτασαν στη Σύμη, ρώτησαν πού ήταν ο Χατζής και οι ντόπιοι τους είπαν πως είχε πάει για ψάρεμα στα τουρκικά παράλια. Οι Ιταλοί ναύτες πήγαν ως και εκεί. Όταν ο Στάθης Χατζής τους είδε να πλησιάζουν νόμιζε πως είχαν πάει εκεί για να τον συλλάβουν, επειδή ψάρευε με δυναμίτη, και έτρεξε να κρυφτεί! Μετά από πολύωρο κυνηγητό κατάφεραν να τον πλησιάσουν και να του εξηγήσουν τι ακριβώς τον ήθελαν. Εκείνος με χαρά και… ανακούφιση δέχθηκε να πάει μαζί τους. Ο Χατζής ωστόσο ζήτησε να πάρει μαζί του και τον φίλο του Ηλία Πάχο τον οποίο εμπιστευόταν τυφλά και θα ήταν αυτός που θα τον βοηθούσε. Οι Ιταλοί δέχθηκαν και όλοι μαζί ξεκίνησαν για την Κάρπαθο.

Το ιταλικό δημοσίευμα της εποχής συνοδευόμενο από φωτογραφία του Χατζή

Όταν έφτασαν στο ιταλικό θωρηκτό, ο Χατζής ετοιμάστηκε και έκανε μια δοκιμαστική βουτιά για να δει τον βυθό και να εντοπίσει πού είχε καταλήξει η άγκυρα. Λέγεται πως έφτασε στα 63 μέτρα βάθος. Έτσι, για αρχή! Στη συνέχεια ανέβηκε ξανά στο καράβι και ετοιμάστηκε για τη μεγάλη βουτιά. Έδεσε την «καμπανελλόπετρα» στο χέρι του και βούτηξε. Βρήκε την άγκυρα στα 88 μέτρα βάθος, την έδεσε και αναδύθηκε. Μια διαδικασία που κράτησε 3 λεπτά και 58 δευτερόλεπτα. Με μιαν ανάσα! Ο Συμιακός σφουγγαράς είχε σπάσει κάθε ρεκόρ και είχε μετατραπεί σε έναν ζωντανό θρύλο. Όταν βγήκε στην επιφάνεια συνειδητοποίησε ότι είχαν ματώσει λίγο τα αυτιά του από την υψηλή πίεση.

Για ν’ αντιληφθεί κάποιος τι ακριβώς έκανε πριν 110 χρόνια ο Χατζής, αξίζει ν’ αναφερθεί πως το παγκόσμιο ρεκόρ σήμερα το κατέχει, από πέρυσι το καλοκαίρι, ο Γάλλος πρωταθλητής Αρνό Ζεράλντ ο οποίος κατέβηκε στα 120 μέτρα σε μια βουτιά που κράτησε 3 λεπτά και 34 δευτερόλεπτα, αλλά φορώντας διπλά πέδιλα, έχοντας κάνει σκληρή προπόνηση με όλα τα σύγχρονα μέσα και διαθέτοντας, βέβαια, άριστη υλικοτεχνική υποδομή!

Ο διοικητής του Regina Margarita, ενθουσιασμένος, ρώτησε στον Χατζή να του πει ο ίδιος ποια θα ήταν η αμοιβή του. Ο Συμιακός σφουγγαράς του ζήτησε μια χρυσή λίρα (ποσό τεράστιο για την εποχή), αλλά και άδεια για να ψαρεύει όπου και όπως ήθελε σε ολόκληρο το Αιγαίο. Ο Ιταλός αξιωματικός πρόθυμα του τα έδωσε όλα! Μερικές ημέρες αργότερα ο Χατζής είχε γίνει πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες σε κάθε γωνιά του κόσμου, αφού κάποιος από τους ναύτες είχε διηγηθεί την ιστορία αυτή σε μια ιταλική εφημερίδα, η οποία έκανε τον Έλληνα σφουγγαρά παγκοσμίως διάσημο! Ο Στάθης Χατζής έφυγε από τη ζωή το 1936 στο νησί του, την όμορφη Σύμη, ο θρύλος του όμως θα ζει για πάντα!

Από τον Στάθη Χατζή στον Ζακ Μαγιόλ και στο «Απέραντο Γαλάζιο»

Ο Ζακ Μαγιόλ συνάντησε το 1985, στη Ρόδο,
τον γιο του Στάθη Χατζή, Παΐσιο (Γιώργο)

Γεννημένος το 1927 στη Σαγκάη από Γάλλους γονείς, ο Ζακ Μαγιόλ υπήρξε πρωτοπόρος στην ελεύθερη κατάδυση. Κατάφερε να καταδυθεί στα 100 μέτρα βάθος με μία αναπνοή, το 1976, διαψεύδοντας τους επιστήμονες που το θεωρούσαν φυσικώς αδύνατο. Ο Μαγιόλ επισκέφθηκε τα Δωδεκάνησα, τη δεκαετία του ’70, όπου γνώρισε τους ντόπιους σφουγγαράδες και αναζήτησε στοιχεία για τη ζωή του θρυλικού βουτηχτή Στάθη Χατζή, που είχε σταθεί για εκείνον ένα ίνδαλμα.

Ο Ζακ Μαγιόλ επικοινωνούσε με τα δελφίνια με έναν δικό του θαυμαστό τρόπο

Η ζωή του Ζακ Μαγιόλ ενέπνευσε τον Γάλλο σκηνοθέτη Λυκ Μπεσόν, το 1988, στη δημιουργία της ταινίας του «Το Απέραντο Γαλάζιο» (γαλλικά: Le Grand Bleu), γυρισμένο στην Αμοργό, που αναδείχθηκε σε ένα από τα πλέον επιτυχημένα φιλμ του γαλλικού κινηματογράφου όλων των εποχών και σημείο αναφοράς για το παγκόσμιο οικολογικό κίνημα. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 2021, το ντοκιμαντέρ του Έλληνα σκηνοθέτη Λευτέρη Χαρίτου «Dolphin Man» μας ταξιδεύει στη ζωή του Μαγιόλ, σε αφήγηση του Ζαν Μαρκ Μπαρ, του ηθοποιού που τον ενσάρκωσε στο «Απέραντο γαλάζιο», και μας μεταφέρει τη συναρπαστική ιστορία του, την ομορφιά που ο ίδιος «είδε» στη ζωή στη θάλασσα και το επιτακτικό μήνυμά του για την προστασία της.

Πηγή: reader.gr, popaganda.gr, fishingtarget.com, facebook.com, el.wikipedia.org

Σχολιάστε