Το Κεφαλόβρυσο του Μάρκου Μπότσαρη

8-9 Αὐγούστου 1823

Μάρκος Μπότσαρης (1790-1823)

Εἶναι μεσάνυχτα τῆς 8ης πρός 9ης Αὐγούστου, πρίν ἀκριβῶς ἀπό 197 χρόνια! 350 ἐπαναστάτες Σουλιῶτες, ἀνάμεσά τους καί λίγες δεκάδες Εὐρυτάνες, ξεγλιστροῦν σάν σκιές ἀπό τά δασύφυλλα πλατάνια καί ἀθόρυβα ἀναπτύσσονται γύρω ἀπό τό πολυπληθές στρατόπεδο 5.000 ἀνδρῶν πού μέ διοικητή τόν Τζελαλεδίν-μπέη ἔχουν ἐγκατασταθεῖ στό Κεφαλόβρυσο.

Οἱ 5.000 μισθοφόροι αρβανίτες ὑπό τόν Τζελαλεδίν, ἀποτελοῦν τή δυναμική ἐμπροσθοφυλακή μιᾶς τεράστιας στρατιᾶς πού συνέκλινε ἀπό διαφορετικές κατευθύνσεις στό Καρπενήσι καί ἀποτελούνταν ἐπίσης: ἀπό τό ἀσκέρι τοῦ Μουσταῆ πασᾶ τῆς Σκόνδρας καθώς καί ἀπό αὐτό τοῦ Ἄγου Βασιάρη, συνολικῆς δυναμικότητας περίπου 15.000 στρατιωτῶν (ἄλλες ἱστορικές πηγές κάνουν λόγο γιά 12.000). Ὅλοι τοῦτοι ἔχουν κατακλύσει ἀπό ἄκρη σέ ἄκρη τήν πόλη πού μυρίζει θάνατο καί τρομοκρατία.

Ἐπικεφαλῆς τῶν ἐπαναστατῶν πού ἐπιχειροῦν τόν αἰφνιδιασμό στό Κεφαλόβρυσο εἶναι ὁ Σουλιώτης ὁπλαρχηγός Μάρκος Μπότσαρης. Ὅλοι, μέ ἐντολή τοῦ ἀρχηγοῦ, φοροῦν δεμένες μαντῆλες στά κεφάλια, ἔχουν ἀνοιχτές τίς πουκαμίσες καί  ἀνασκουμπωμένα τά μανίκια τους. Εἶναι «τό σημάδι» τῆς ἀναμεταξύ τους ἀναγνώρισης γιά νά μήν ὑπάρξει σύγχυση κατά τήν ἐπίθεση καί τοῦτο διότι στό ἐχθρικό στρατόπεδο ἡ συντριπτική πλειοψηφία ἀποτελεῖται ἀπό καθεστωτικούς ἀρβανίτες (στρατευμένους στήν ὑπηρεσία τῆς ὀθωμανικῆς ἐξουσίας) πού ὅμως καί αὐτοί φοροῦν φουστανέλες καί μιλοῦν τήν ἴδια διάλεκτο -τήν ἀρβανίτικη- μέ τούς ἐπαναστάτες Σουλιῶτες τοῦ Μπότσαρη. Ὁ πανέξυπνος Μάρκος τά ἔχει ὅμως ὅλα ὑπολογίσει… Τὸ σύνθημα τῶν ἀγωνιστῶν ἦταν: «Τσίλι γιε τί;» (Ποιὸς εἶσαι;) καὶ τὸ παρασύνθημα: «Χέκουρ» (σίδερο).

Βρισκόμαστε στά 1823. Ἡ ἐπανάσταση ἔχει ξεκινήσει πρίν ἀπό δυό χρόνια. Μεσούσης ὅμως αὐτῆς, ἔχει ξεσπάσει καί ὁ γνωστός ἐμφύλιος στήν πλευρά τῶν ἐξεγερμένων. Οἱ ἔριδες, ἡ διχόνοια, οἱ συγκρούσεις, δίνουν καί παίρνουν. Σχεδόν ὅλοι οἱ καπεταναῖοι μέ τά ἔνοπλα ἐπαναστατικά σώματά τους ἐντάσσονται σέ ἀντίπαλες παρατάξεις, ἐμπλεκόμενοι, δυστυχῶς καί αὐτοί, στήν ἀδυσώπητη κόντρα τῶν διάφορων προνομιούχων «τζακιῶν» καί τῶν πολιτικῶν φατριῶν. Μία κόντρα τήν ὁποία τρέφει ἡ ἀκόρεστη δίψα γιά ἐξουσία καί ἐπιβολή, μέ τήν παράλληλη ὑποδαύλιση βέβαια καί τοῦ ξένου παράγοντα.

Ἡ Μάχη στὸ Κεφαλόβρυσο Ευρυτανίας (8-9 Αὐγούστου 1923)

Οἱ συνέπειες εἶναι ὀλέθριες γιά τόν ἀγώνα (ἀλλά δέν εἶναι τῆς παρούσης νά τό ἀναλύσουμε διεξοδικά). Εἶναι σημαντικό, πάντως, νά κατανοηθεῖ πώς ἡ περίοδος αὐτή ἔχει ὀξύνει τίς ἀντιθέσεις καί τίς ἔχθρες ἀνάμεσα στούς ὁπλαρχηγούς τῆς ἐπανάστασης. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἡ Ὀθωμανική ἐξουσία ἐκμεταλλευόμενη τά γεγονότα θεωρεῖ κατάλληλη τή συγκυρία γιά νά ἐπιχειρήσει μία μεγάλου εὔρους ἀντεπίθεση ὥστε νά τσακίσει μιά καί καλή το ἐπαναστατικό κίνημα. Το τεράστιο ἐκστρατευτικό σῶμα πού ἀναφέραμε, ἐντάσσεται σέ αὐτό τό γενικό σχεδιασμό.

Πρωταρχικός στόχος εἶναι ἡ κατάπνιξη τῆς ἐξέγερσης στά ἀδάμαστα Ἄγραφα, σέ ὅλη τή Ρούμελη καί κατόπιν στό Μοριά. Κατ’ ἐντολή τοῦ Σουλτάνου, ὁ Μουσταής πασάς κατηφορίζει, ἀπό τήν Σκόνδρα τῆς Βόρειας Ἀλβανίας, πιάνει τά Τρίκαλα καί στή συνέχεια διατρέχει τήν Εὐρυτανική γῆ, μέσω Ἀγράφων, πυρπολώντας, λεηλατώντας καί σφάζοντας. Τίς πολεμικές ἐπιχειρήσεις τοῦ Μουσταῆ πασᾶ στήν περιοχή, ἐνισχύουν καί πολυπληθῆ στρατεύματα τοῦ Σούλτζια Κόρτζια καί τοῦ Ἄγου Βασιάρη. Οι μισθοφορικές ἀρβανίτικες ὀρδές, ἀποτελούμενες ἀπό χιλιάδες Σκοδριανούς, γκέκηδες, μιδρίτες καί ἄλλους, ἐξαπολύονται ἐναντίον τῶν Στορνάρη καί Καραϊσκάκη, ἁρματολῶν Ἀσπροποτάμου καί Ἀγράφων, ἀντίστοιχα.

Ὁ Στορνάρης φεύγει μέ τόν κόσμο του κατά τό Βάλτο χωρίς, κατ’ οὐσία, νά προβάλει καμιά ἀντίσταση. Ὁ Μουσταής περνάει ἀπό τόν Ἀσπροπόταμο ἀτουφέκιστος. Ἀπό τήν ἄλλη, ὁ Καραϊσκάκης εκτός του τρομερά ἀρνητικοῦ συσχετισμοῦ δυνάμεων, ἔχει νά ἀντιμετωπίσει καί πολλά ἐπιπρόσθετα προβλήματα: τή συγκεκριμένη ἐποχή ἐκτός του ὅτι εἶναι σοβαρά ἄρρωστος, ἔχει ἐγκαταλειφθεῖ καί ἀπό τούς ἄλλους καπεταναίους πού τόν ἔχουν αφήσει μονάχο καί ἀβοήθητο, ἐνῶ παράλληλα ἔχουν προκύψει καί ἐσωτερικές διαφωνίες μέ διάφορα πρωτοπαλίκαρά του, πολλά ἐκ τῶν ὁποίων ἀποχωροῦν!

«γιός τῆς καλόγριας», μέ καμιά πεντακοσαριά πιστούς μαχητές που τοῦ ἔχουν ἀπομείνει, ἐλλίσεται μέσα στα αγραφιώτικα βουνά ἀποφεύγοντας νά συγκρουστεῖ κατά μέτωπο μέ τά λεφούσια του Μουσταή πού περνώντας ἀπό τή μεριά τῆς Ὀξιᾶς σαρώνουν τά πάντα στό πέρασμά τους! Ὁ Καραϊσκάκης, ἔχει στο νοῦ του, πρῶτα ἀπ’ ὅλα, τήν προάσπιση τοῦ ἄμαχου πληθυσμοῦ τῆς ἐπαρχίας του. Ἔτσι, ἀφού χωρίζει το νταϊφά του σέ μικρές εὐέλικτες ὁμάδες, δίνει κάποιες μεμονωμένες μάχες ἀντιπερισπασμοῦ, ὅπως στό Λεοντίτο, κατορθώνοντας νά φυγαδεύσει ὁλόκληρα χωριά τῆς περιοχής σε ἀπρόσιτα σημεῖα, μέσα σέ σπηλιές καί πυκνά δάση.

Ὁ Τούσιας (Θανάσης) Μπότσαρης, ξάδερφος τοῦ Μάρκου,
εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπομάκρυνε τὸ ἄψυχο σῶμα τού ἀπὸ τὸ πεδίο
τῆς μάχης χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουν οἱ συμπολεμιστές του.
Ἔπεσε μαχόμενος ἡρωικὰ στὸ πλευρὸ τοῦ Γ. Καραϊσκάκη σ
τὸ Φάληρο, στὶς 22 Ἀπριλίου 1827

Κατόπιν, δίνει ἐντολή γιά νά κατευθυνθοῦν ὄσo γίνεται περισσότερες φαμίλιες ἀπό τούς διωκόμενους πληθυσμούς σε κάποιες ἐλεγχόμενες προστατευμένες περιοχές -κύρια στό Σοβολάκο- καί στή συνέχεια ἀποσύρεται πρός τά ἐκεῖ καί ὁ ἴδιος μαζί μέ κάμποσους ἐπίλεκτους συντρόφους του. Στήν αἱματηρή πορεία καθόδου τοῦ Μουσταῆ, ἀνάστημα ὀρθώνει ὁ θρυλικός ἀγραφιώτης Θανάσης Τσιάκας, παλιό Κατσαντωνόπουλο πού παρενοχλεῖ μέ 30(!) ἀτρόμητα παλικάρια τά στρατεύματα τοῦ Μουσταῆ στήνοντας καρτέρια θανάτου καί πραγματοποιώντας κάθε τόσο ξαφνικές ἐπιθέσεις στά στενά καί τίς κλεισοῦρες!

Τελικά ὁ ἐχθρός, μέ μιά συντονισμένη ματωμένη ἐπέλαση, φτάνει μέσα στό Καρπενήσι τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ σάν ἐνδιάμεσο σταθμό, μέ ἑπόμενο προορισμό τό μαρτυρικό Μεσολόγγι πού σχεδιάζουν νά χτυπήσουν ἀντάμα μέ τόν Ὀμέρ Βρυώνη τῆς Ἠπείρου. Στό κατειλημμένο Καρπενήσι, ὁ Μουσταής πασάς, μέ τόν ἀέρα πού τοῦ δίνει ἡ τεράστια ἀριθμητική του ὑπεροχή, ἀπαιτεῖ ἀπό τούς ντόπιους καπεταναίους καί ἁρματολούς, δηλώσεις ὑποταγῆς καί ἔνταξης στό στράτευμά του γιά νά δώσει «συγχώρεση».

Κάποιοι τό πράττουν, ὅπως γιά παράδειγμα ὁ κατάπτυστος Νίκος Θέος, πού εἶχε παλαιότερα δολοφονήσει τό Λεπενιώτη, τόν ἀδερφό τοῦ Κατσαντώνη. Ἄλλοι, προσπαθοῦν μέ διάφορα τεχνάσματα νά κερδίσουν χρόνο, ὥστε νά ἀποφασίσουν ἐάν καί πώς θα κινηθοῦν, ὅπως π.χ. ὁ ἁρματολός Γιολδάσης πού δῆθεν συνδιαλέγεται μέ τό Μουσταή ἐπιτυγχάνοντας προσωρινή δεκαπενθήμερη διορία μέ τίμημα, ὅμως, τήν ὁμηρία δικῶν τοῦ ἀνθρώπων. Ἐπίσης, ὁρισμένοι ὁπλαρχηγοί ἔχουν ἀποτραβηχτεῖ γιά ἀσφάλεια στά ἀπάτητα βουνά τους καί τέλος μερικοί σκόπιμα κωφεύουν! Ἡ συνολική κατάσταση εἶναι ἀπογοητευτική. Ὁ ἐχθρός, παρά τίς ὅποιες διάσπαρτες ἑστίες ἀντίστασης, ἔχει κατορθώσει νά ἐπιβάλει τήν παρουσία του στόν τόπο.

Προτομὲς τοῦ Μάρκου Μπότσαρη στὴν κεντρικὴ πλατεῖα Καρπενησίου καὶ στὸ Σούλι

Κοντά στό Βραχώρι (Ἀγρίνιο) βρίσκεται ὁ 33χρονος Μάρκος Μπότσαρης. Παλιός μπαρουτοκαπνισμένος Σουλιώτης, ἀρβανίτης μαχητής καί νῦν στρατηγός τῆς Ἐπανάστασης στή Δυτικῆ Ἑλλάδα. Μαθαίνοντας τί συμβαίνει, περνάει ἀρχικά ἀπό τό Μεσολόγγι γιά νά παραβρεθεῖ σέ μία σύναξη συμφιλίωσης μέ ἄλλους ὁπλαρχηγούς -κατά κύριο λόγο Σουλιῶτες ἀλλά καί κάποιους Ρουμελιῶτες- μέ ὁρισμένους ἐκ τῶν ὁποίων βρίσκεται ἀπό παλιά σέ διένεξη (Τζαβελαίους). Ἐκεῖ ὁ Μάρκος, ἀφοῦ πρῶτα κάνει ἔκκληση γιά ἑνότητα πρό τοῦ κινδύνου τῆς ἐχθρικῆς ἐπέλασης, κατόπιν, γιά ν’ ἀποδείξει τοῦ λόγου τό ἀληθές καί γιά νά καταλαγιάσει ἐμπράκτως τίς χρόνιες ἀντιζηλίες καί ἀντιθέσεις, βγάζει τό δίπλωμα τοῦ Στρατηγοῦ, πού τοῦ ἔχει ἀπονεμηθεῖ ἀπό τήν πολιτική διοίκηση, καί ἐνώπιον ὅλων το σκίζει λέγοντας: «Νά μονιάσουμε χρειάζεται, τά χαρτιά δεν μας βοηθᾶνε, ὅποιος εἶναι ἄξιος, τό δίπλωμα τό παίρνει κατευθείαν ἀπό τό Σκόντρα πασά!».

Στή συνέχεια ὁ Μάρκος Μπότσαρης, μέ τή συνδρομή καί μερικῶν ντόπιων ὁπλαρχηγῶν, συγκεντρώνει περίπου 1.250 μαχητές (ἀνάμεσά τους ὑπάρχουν 350-400 δικοί του Σουλιῶτες) καί ἀφοῦ ἐφοδιάζεται μέ πυρομαχικά ἀνηφορίζει κρυφά μέ τά παλικάρια του γιά τήν Εὐρυτανία. Στίς 30 τοῦ Ἁλωνάρη μήνα, συναντήθηκε στό Σοβολάκο μέ τόν Καραϊσκάκη, ὁ ὁποῖος πιθανόν τόν ἐνίσχυσε με πολεμιστές τῶν τμημάτων του, ἀλλ’ ὁ ἴδιος δέν τόν ἀκολούθησε, διότι βαριά ἄρρωστος ἀπό φυματίωση καί μετακινούμενος πάνω σ’ ἕνα ξυλοκρέβατο, ἀναγκάστηκε νά ἀποσυρθεῖ στό μοναστήρι τοῦ Προυσοῦ γιά νοσηλεία. Κάποιοι, δύσπιστοι ἱστορικοί μελετητές, ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ συγκεκριμένη στάση εἶχε νά κάνει μέ τήν παλαιά ἔχθρα τοῦ Γιώργη Καραϊσκάκη μέ τούς Σουλιῶτες καί εἰδικά μέ τή φάρα τῶν Μποτσαραίων ἐξ αιτίας παλαιότερων συγκρούσεων μεταξύ των στά Ἄγραφα. Ἴσως αὐτό νά εἶχε κάποια βάση, ἀν δεν γνωρίζαμε πώς ὁ Καραϊσκάκης ἔτρεφε, εἰδικά γιά τό Μάρκο, μεγάλη ἐκτίμηση καί σεβασμό, γεγονός πού θά διαφανεῖ παρακάτω.

Ἡ Μάχη στὸ Κεφαλόβρυσο, πίνακας τοῦ Filippo Marsigli

Μάρκος Μπότσαρης φθάνει ἀπαρατήρητος κοντά στό Καρπενήσι, στό Μικρό Χωριό, στίς ράχες τῆς Χελιδόνας. Ἀπό ἐκεῖ στέλνει μήνυμα γιά συνάντηση σέ ἄλλους διάσπαρτους καπετάνιους τῆς περιοχῆς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀρχίσει νά συγκλίνουν στή θέση Λακκώματα τῆς Καλιακούδας, ἐκεῖ ὅπου ἤδη βρίσκονται καί μερικοί ἀπό τούς Τζαβελαίους. Ὁ Μάρκος προσπαθεῖ νά τούς ἐμψυχώσει καί νά τούς συντονίσει ἔχοντας ὅμως νά ἀντιμετωπίσει καί τήν παραδοσιακή κόντρα μεταξύ Σουλιωτῶν – Στερεοελλαδιτῶν πού σίγουρα δυσκολεύει τή συνεννόηση καί τή συνεργασία.

Ἐν τούτοις, ἐπιτυγχάνει νά πραγματοποιήσει μέ πολλούς ἐξ αὐτῶν (Γιολδάσηδες, Κοντογιανναίους, Φωτομάρα, Σιαδήμα, Τζαβέλα κ.ά.) μιά μυστική συνάντηση στό χωριό Κλαψί, ὅπου ἐκεῖ προτείνει ταυτόχρονο αἰφνιδιαστικό χτύπημα τοῦ ἀντιπάλου ἀπό δύο πλευρές: Ὁ Μάρκος μέ 350 θά ἐπιτεθεῖ στόν Τζελαλεδίν μπέη εἰσβάλλοντας μέσα στό Κεφαλόβρυσο καί ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι (ἄλλες πηγές ἀναφέρουν 800 καί ἄλλες πολύ περισσότερους ἀπό 2.000) θά ἐφορμήσουν στό ἐχθρικό στράτευμα ἀπό τήν κορυφογραμμή τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στά Πλατάνια, ἀποκόπτοντας παράλληλα μέ συντονισμένες ἐνέργειες καί τήν ἐπικοινωνία μεταξύ των διαφορετικῶν στρατοπέδων τοῦ ἐχθροῦ.

Ἡ ἔφοδος τοῦ Μάρκου Μπότσαρη καὶ τῶν Σουλιωτών του στὸ τουρκικὸ στρατόπεδο στὸ Κεφαλόβρυσο (Μάρκος Μπότσαρης, εκδ. Στρατίκη)

Τό σχέδιο, παρά ἐπιμέρους διαφοροποιήσεις, ἐγκρίνεται. Ὅμως στήν πράξη δέν τηρήθηκε ἀπό ὅλους ὅπως εἶχε συμφωνηθεῖ. Ἐδῶ, λοιπόν, ὀφείλουμε νά σημειώσουμε κάτι ἰδιαίτερα σημαντικό: ἡ ἔκβαση τῆς καταδρομικῆς ἐπίθεσης τοῦ Μάρκου ἐναντίον τῶν στρατευμάτων τοῦ κατακτητῆ, θά εἶχε ἀκόμη μεγαλύτερη ἐπιτυχία ἐάν δέν ὑπῆρχαν οἱ παλινωδίες, οἱ ὑπεκφυγές καί ἐν τέλει ἡ πρώιμη ἀπόσυρση τῶν ἄλλων καπεταναίων οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ ἔριξαν μονάχα μερικές ντουφεκιές, «γιά τήν τιμή τῶν ὄπλων», δέν κατῆλθαν καί ἀποχώρησαν γρήγορα δίχως νά συνδράμουν επί τής οὐσίας τους Σουλιῶτες τοῦ Μπότσαρη στήν ἐπιχείρηση, πλήν τοῦ Κίτσου Τζαβέλα πού ἐνήργησε ὑποβοηθώντας τό Μάρκο.

Τό αὐγουστιάτικο φεγγάρι ἔχει λουφάξει στά σύννεφα καί ἡ νυχτιά εἶναι ἰδανική γιά τόν αἰφνιδιασμό. Οἱ μαχητές, ξεγελώντας τούς φρουρούς, διεισδύουν ἔξυπνα μέσα στό ἀντίπαλο στρατόπεδο καί κατευθύνονται ἀπαρατήρητοι πρός τίς σκηνές τῶν ἀξιωματούχων. Τήν κομβική στιγμή, πρῶτος ὁ Μάρκος δίνει μέ μιά σάλπιγγα τό σύνθημα τῆς ἐπίθεσης καί τραβώντας τή σπάθα χυμάει καταπάνω στόν ἐχθρό. Οἴ λίγοι ἀλλά ψυχωμένοι ἐπαναστάτες τόν ἀκολουθοῦν ἀλαλάζοντας σέ ἕνα γιουρούσι τρόμου, σκορπώντας τόν ὄλεθρο στούς ἀλαφιασμένους ἀρβανίτες τοῦ Τζελαλεδίν μπέη πού πρίν προλάβουν νά συνέλθουν πέφτουν κομμένοι.

Τά παλικάρια τοῦ Μάρκου, μέ σημάδι τή χαρακτηριστική «μαντιλοδεσιά», ἐνῶ ἀναγνωρίζονται καί συντονίζονται μεταξύ τους, καταφέρνουν μέ τήν ἀμφίεση καί τίς πολεμικές κραυγές τους, στήν ἀρβανίτικη γλώσσα, νά προκαλέσουν ἀπίστευτη σύγχυση καί ταραχή στόν ἐχθρό πού δέν μπορεῖ ἀρχικά οὔτε νά διακρίνει καί βέβαια οὔτε νά κατανοήσει τί συμβαίνει μέσα στό στρατόπεδο καί ἀπό ποιούς! Γιά πολλή ὥρα ἐπικρατεῖ πανδαιμόνιο καί μέσα στό χαμό οἱ ἐχθροί μακελεύονται  ἀκόμη καί ἀναμεταξύ τους. Ἡ μάχη ἀνάβει γιά τά καλά καί οἱ δύο πλευρές συγκρούονται μέ μοναδικό πεῖσμα γιά ὧρες. 

Τὸ μοιραῖο βόλι ποὺ σκότωσε τὸν Σουλιώτη ἀγωνιστῆ
μὲ αἱματοβαμμένο κομμάτι ἀπὸ τὸν κεφαλόδεσμό του
(Ἀθήνα, Ἐθνικὸ Ἱστορικὸ Μουσεῖο – Κτήριο Παλαιᾶς Βουλῆς)

Ὁ Μάρκος, ὅμοιο λιοντάρι, δέν βρίσκει ἀναπαμό. Πολεμάει σά θηρίο, σπέρνει τό θανατικό δεξιά καί ἀριστερά, ὀργώνει τόν τόπο, μπαίνει μέ τό γιαταγάνι του σέ σκηνές ἀξιωματούχων καί τούς πετσοκόβει ἀλύπητα. Κάποια στιγμή μιά μπαταριά τόν πληγώνει στό ισχύο ἀλλά δέ λυγίζει! Συνεχίζει ἀποφασισμένος. Ὥσπου, ὅταν πάει να σκαρφαλώσει σε ένα μαντρότοιχο γιά νά πραγματοποιήσει ἕφοδο, μᾶλλον πρός τή σκηνή τοῦ ἴδιου του Τζελαλεδίν μπέη, ἕνα θανατηφόρο βόλι τόν βρίσκει στό μέτωπο, στό δεξί φρύδι, καί πέφτει νεκρός. Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ Νικόλαος Σπηλιάδης: «Ἀλλὰ βολὴ θανατηφόρος ἐκ μέρους τῶν ἐχθρῶν καλύπτει τὸν Μπότζαρην μὲ τὴν ἀθανασία». Οἱ δύο ξάδερφοι καὶ συμπολεμιστὲς τοῦ Μάρκου, Νάσης Κουτσονίκας καὶ Τούσιας Μπότσαρης, σκεπάζουν με μία χλαίνη τό ἄψυχο σῶμα τοῦ ἀρχηγοῦ καί κατόπιν ὁ Τούσιας το φορτώνεται στήν πλάτη ἀπομακρύνοντάς το κρυφά γιά νά μήν κιοτέψουν οἱ σύντροφοι. Κοντά στό χάραμα δίνεται καί τό σύνθημα τῆς συντεταγμένης ἀποχώρησης πρός τά βουνά, μέ κυρίαρχό το αἴσθημα τῆς νίκης.

Τὸ νυχτερινὸ γιουρούσι ποὺ ξημέρωνε ἡ 9η Αὐγούστου 1823, στὰ Πλατάνια τοῦ Κεφαλόβρυσου, οἱ Σουλιώτες εἶχαν 59 νεκρούς, ἐκτὸς τοῦ Μάρκου καὶ 42 τραυματισμένους. Σκότωσαν 1.500 καὶ πλήγωσαν λιγότερους. Ἔπιασαν αἰχμαλώτους καὶ πῆραν 1.600 τουφέκια, 1.800 πιστόλες καὶ 300 σπαθιά. Πῆραν ἀκόμα, 1.200 ἄλογα, 30 μουλάρια, 4 σημαῖες καὶ χιλιάδες γιδοπρόβατα. Κάποιοι ἱστορικοὶ μιλᾶνε γιὰ 3.000 ἀπώλειες τῶν Τούρκων, ὁ Πρόκες Όστεν γιὰ 2.000 καὶ ἕνα τραγούδι γιὰ 1.200.

α. Ὁ Μάρκος Μπότσαρης συλλαμβάνει τὸν Άγο Βασιάρη στὸ Κεφαλόβρυσο, β. Ἡ Μάρω Μπότσαρη θρηνεῖ τὸν νεκρὸ ἀδερφό της στὸ Μεσολόγγι (Μάρκος Μπότσαρης, εκδ. Στρατίκη)

Οἱ μαχητές ἀνηφορίζουν θριαμβευτές στά εὐρυτανικά βουνά φορτωμένοι μέ λάφυρα, ὅπλα κι ἄλογα καί μέ αἰχμάλωτο τόν ἴδιο τόν Ἄγο Βασιάρη! Ἡ χαρά τῆς ἐπιτυχίας μετατρέπεται σέ θρῆνο ὅταν στόν Κώνισκο ἀντικρίζουν τόν Τούσια Μπότσαρη μέ τό νεκρό ἀρχηγό. Ὁ ἐπιτόπου ἀποκεφαλισμός τοῦ συλληφθέντα Ἄγου Βασιάρη (ἦταν αὐτός πού παλαιότερα εἶχε συλλάβει καί ὁδηγήσει στά Γιάννινα τό θρυλικό Κατσαντώνη) εἶναι ἡ ἄμεση ἀπάντηση γιά τό χαμό τοῦ καπετάνιου.

Τὸν Μάρκο τον πῆγαν στὸ Μεγάλο Χωριὸ 5 ἡ ὥρα τὸ πρωὶ. Ἐκεῖ, ὅπως ἱστορεῖται, οἱ συμπολεμιστές του ἔπλυναν τὸ ἄψυχο σῶμα τοῦ μεγάλου Σουλιώτη ὁπλαρχηγοῦ καὶ τὸ στόλισαν μὲ τιμές. Ἀπὸ κεῖ μέ συνοδεία περίπου ἑκατὸ Σουλιώτες ξεκίνησαν γιά τὸ Μεσολόγγι. Περνώντας ψηλά ἀπό τόν Προυσό, ὁ ἄρρωστος Καραϊσκάκης βγαίνει σερνάμενος ἀπό τό μοναστήρι καί προσκυνάει τό ἄψυχο κορμί τοῦ Μάρκου λέγοντας: «Ὁ Μάρκος ἤτανε τρανός. Εἶχε μυαλό ὅσο κανείς ἄλλος. Οὔτε τό δάχτυλό του δέν φτάνουμε ἐμεῖς. Ἄμποτες ἥρωα Μάρκο ἀπό τέτοιο βόλι νά πήγαινα κι ἐγώ».

Ἡ πομπή φτάνει στό Μεσολόγγι μέ τό νεκρό Μάρκο δεμένο ὁλόρθο πάνω στό ἄλογό του, περιστοιχισμένο ἀπό τους διαλεχτούς συντρόφους του. Ὁλόκληρη ἡ πόλη θρηνεῖ καί μέ μία περίλαμπρη κηδεία τιμᾶ τόν ἀτρόμητο λεβέντη πού δέν δίστασε νά τά βάλει μέ ὁλόκληρο στρατό! Ἡ κηδεία ἔγινε τό ἀπόγευμα, ξεκινῶντας ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ έπαρχου γιὰ νὰ δειχτεί πὼς τὸν κηδεύει τὸ ἔθνος. Τούτη ἡ πομπὴ ἔμοιαζε μὲ ἕναν θρίαμβο σὰν ἐκεῖνο τῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ρώμης ἢ τῶν Βυζαντινῶν στρατηγῶν.

Οἱ Ἕλληνες ἀγωνιστὲς προσκυνοῦν τὸν νεκρὸ ἀρχηγό τους στὸν Κώνισκο Ευρυτανίας

Μπροστὰ οἱ τουρκαλβανοί αἰχμάλωτοι, τά ἄλογα τῶν πασάδων μὲ τὶς τούρκικες σημαῖες ἀπὸ πάνω. Ἀκολουθοῦσαν οἱ παπᾶδες μὲ τὸν Δεσπότη, κι ἀμέσως ὕστερα ὁ νεκρὸς ποὺ τὸν σήκωναν ψηλά, στὰ δυνατά τους μπράτσα 12 παλικάρια του, ἐνῶ κοντὰ στὸ φέρετρο ἀκολουθοῦσε ἡ ἀδερφὴ τοῦ Μάρκου, Μάρω καὶ οἱ ἄλλοι συγγενεῖς του, ὁ Ἔπαρχος οἱ καπεταναῖοι, ὁ λαός. Γυναῖκες μὲ ξέπλεκα μαλλιὰ ριγμένα στὴν πλάτη συμπλήρωναν τὴν πορεία, ἐνῶ ἀκολουθοῦσαν φορτιάτικα ζῶα μὲ ὅλα τὰ ὅπλα καὶ τὰ σπαθιά, ποὺ πιάστηκαν στὴν μάχη. Τελευταῖα ἔρχονταν ὀχτὼ χιλιάδες γιδοπρόβατα καί ἔκλεινε ὁ θρίαμβος.

Μετὰ τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία ὁ νεκρός θάφτηκε μπροστὰ στὸν ἱερὸ ναὸ τῆς ἐκκλησιᾶς «Παναγία» δίπλα στὸν τάφο τοῦ Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. «Δὲν ὑπῆρχε ἄνθρωπος ἁπλὸς κι ἐπίσημος ποὺ νὰ μὴν τὸν συγκίνησε ὁ θάνατος τοῦ Μάρκου», γράφει ὁ Νίκος Ζιάγκος στὸ βιβλίο του «Μάρκος Μπότσαρης».

Ἦταν νύχτα, πρὶν ξημερώσει ἡ 9η Αὐγούστου 1823, πού ὁ Μάρκος Μπότσαρης,
στὰ 33 του χρόνια, ἀπὸ τὴν μάχη στὸ Κεφαλόβρυσο πέρασε στὴν αἰωνιότητα..

Στήν Εὐρώπη ὁ θάνατος τοῦ Μάρκου Μπότσαρη προκαλεῖ τεράστια συγκίνηση στούς ἀλληλέγγυους πρός τήν ἐπανάσταση, ἐνῶ ἀντιθέτως οἱ Τοῦρκοι πανηγυρίζουν τό χαμό του, ρίχνοντας χαρμόσυνες κανονιές ἀπό τά φρούρια ὅλων των εὐρωπαϊκῶν ἐπαρχιῶν τους.

Σήμερα, στό εἰδυλλιακό Κεφαλόβρυσο, μόλις 2,5 χλμ. ἀπό τό Καρπενήσι, μέ τά αἰωνόβια πανύψηλα πλατάνια, τίς λίμνες, τό ξύλινο γεφυράκι καί τίς δροσερές πηγές, ο επισκέπτης θαυμάζει το μνημεῖο τοῦ Μάρκου Μπότσαρη, ένα φόρο τιμῆς στό αἷμα τοῦ μεγάλου ἐπαναστάτη πού πότισε τόν τόπο αὐτό.   

Τὸ πεδίο τῆς ἱστορικῆς Μάχης στὸ Κεφαλόβρυσο τῆς Ευρυτανίας

Ποιὸς ἦταν ὁ Μάρκος Μπότσαρης;

Ὁ Μάρκος Μπότσαρης γεννήθηκε τὸ 1790 στὸ Σούλι καὶ ἦταν γιος τοῦ Κίτσου Μπότσαρη καὶ τῆς Χριστίνας Παπαζώτου Γιώτη. Κατὰ τὸν Περραιβό, ἡ οἰκογένεια Μπότσαρη καταγόταν ἀπὸ τὴ Δράγανη τῆς Παραμυθιᾶς. Τὰ παιδικά του χρόνια ὁ μικρὸς Μάρκος τὰ πέρασε στὸ Σούλι. Πιθανότατα, διδάχθηκε τὰ πρῶτα γράμματα, ἀπὸ τὸν ἱερομόναχο Σαμουήλ, γνωστὸ ἀπὸ τὴν ἀνατίναξή του στὸ Κούγκι. Ὁ Ματθαῖος Παρανίκας γράφει ὅτι συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ Σχολὴ Μονοδενδρίου στὸ Ζαγόρι, αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι ἀπόλυτα ἐξακριβωμένο. Φαίνεται ὅτι τὸ 1803, ἡ οἰκογένεια Μπότσαρη ἐγκαταστάθηκε στὴν Κέρκυρα. Τὸ 1807, ὅταν οἱ Γάλλοι κατέλαβαν τὰ Ἑπτάνησα, ὁ Μάρκος Μπότσαρης ἐντάχθηκε στὸ Σύνταγμα Ἠπειρωτῶν καὶ Πελοποννησίων, ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ τὴ γαλλικὴ διοίκηση. Στὴν Κέρκυρα, θεωρεῖται πιθανὸ ὅτι βελτίωσε τὶς γραμματικές του γνώσεις.

Τὸ 1820, διαπραγματεύτηκε τοὺς ὅρους τῆς συμφωνίας τῶν Σουλιωτών μὲ τὸν Αλή πασᾶ καὶ στὶς 12 Δεκεμβρίου 1820 τὸ Σούλι ἦταν ἐλεύθερο. Ὁ Μπότσαρης ὁρίστηκε τότε ἀρχιστράτηγος τῶν σουλιωτικών δυνάμεων καὶ ἔδωσε λαμπρὰ δείγματα τῶν στρατιωτικῶν καὶ ὀργανωτικῶν του ἱκανοτήτων, στὶς συγκρούσεις του μὲ τὸν ὀθωμανικὸ στρατό.

Ὁ θάνατος τοῦ Μπότσαρη, πίνακας τοῦ Ludovico Lipparini

Μὲ τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης του 1821, διέθεσε ὅλες του τὶς δυνάμεις γιὰ τὸν Ἀγῶνα. Στὶς 3 Ἰουλίου 1821, νίκησε στὸ Κομπότι τῆς Άρτας ἰσχυρὴ τουρκικὴ δύναμη ποὺ κατευθυνόταν ἀπὸ τὴν Ἤπειρο στὴν Πελοπόννησο, ἐνῶ λίγο ἀργότερα μαζὶ μὲ τὸν Λάμπρο Ζάρμπα καὶ 350 ἄνδρες, συνέτριψε σῶμα 1.500 Τουρκαλβανών κοντὰ στὸ χωριὸ Δερβίζιανα. Οἱ νῖκες του αὐτὲς τὸν καθιέρωσαν ὡς ἡγετικὴ προσωπικότητα πανελληνίου κύρους.

Πῆρε μέρος στὴ Μάχη του Πέτα, ὅπου παρέμεινε ὡς τὸ τέλος πολεμῶντας γενναῖα. Στὴ συνέχεια, ὀργάνωσε μὲ ἐπιτυχία τὴν ἄμυνα τοῦ Μεσολογγίου, κατὰ τὴν πρώτη πολιορκία, καί ἂν δὲν ἔχανε τὴ ζωή του στὸ Κεφαλόβρυσο, θὰ πρόσφερε ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες στὴν Ἐπανάσταση. Ὁ θάνατός του συγκλόνισε ὄχι μόνο τὴν ἑλληνική, ἀλλὰ καὶ τὴν εὐρωπαϊκὴ κοινὴ γνώμη. Εὐρωπαϊκὲς ἐφημερίδες, ἔγραψαν ἐκτενῆ ἄρθρα γιὰ τὴν ἡρωικὴ δράση καὶ τὸν θάνατο τοῦ Σουλιώτη ὁπλαρχηγοῦ. Ἡ μορφή του ἐνέπνευσε ποιητές, θεατρικοὺς συγγραφεῖς καὶ ἄλλους καλλιτέχνες. Παραθέτουμε τὸ πρῶτο πεντάστιχο ἀπὸ τὴν ὠδὴ ποὺ τοῦ ἀφιέρωσε ὁ Διονύσιος Σολωμὸς καὶ ἄλλοτε διδασκόταν στὰ σχολεῖα. Ὁ τίτλος της εἶναι «Εἰς τὸν Μάρκο Μπότσαρη»:

«Ἡ Δόξα δεξιὰ συντροφεύει
τὸν ἄντρα ποὺ τρέχει μὲ κόπους
τῆς Φήμης τοὺς δύσβατους τόπους,
καὶ ὁ Φθόνος τού στέκει ζερβιά,
μὲ μάτια μὲ χείλη πικρὰν…».

Καὶ στοὺς «Ἐλεύθερους Πολιορκημένους» του:

«Ἀμέριμνον ὄντας
Τ’ Ἀράπη τὸ στόμα
Σφυρίζει, περνώντας
‘Σ τοῦ Μάρκου τὸ χῶμα·…».

Μνημεῖο ἀφιερωμένο στὸν μεγάλο Σουλιώτη ὁπλαρχηγὸ στὸ σημεῖο
ὅπου ἔπεσε μαχόμενος κατὰ τῶν Τούρκων στὸ Κεφαλόβρυσο

Ποιήματα γιὰ τὸν Μάρκο Μπότσαρη, ἔγραψαν ἐπίσης οἱ ποιητὲς Ἀνδρέας Κάλβος, Κωστῆς Παλαμᾶς καὶ Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης.Ι. Ζαμπέλιος, Α. Σούτσος καὶ ὁ Θ. Αλκαίος ἔγραψαν θεατρικὰ ἔργα γιὰ τὸν Μπότσαρη, ἐνῶ ὁ Παῦλος Καρρέρ συνέθεσε ἕνα μελόδραμα. Ὁ Ἰρλανδικῆς καταγωγῆς Ἀμερικανὸς θεατρικὸς συγγραφέας Oliver Bell Bunce ἔγραψε τὸ 1859 τὸ θεατρικὸ ἔργο «Marco Bozzaris, the Grecian Hero» («Μάρκος Μπότσαρης, ὁ Ἕλληνας Ἥρωας»), ποὺ μετέφρασε στὰ ἑλληνικὰ ὁ καθηγητὴς Βύρων Ραΐζης. Παραθέτουμε τρεῖς χαρακτηριστικοὺς στίχους ἀπὸ αὐτό. Λέει ὁ Μάρκος Μπότσαρης στὴ γυναῖκα του:

«… Ἑλλάδα, Ἑλλάδα! Πότε θὰ πάψουν κάποτε οἱ συμφορές σου; Ἡ δύναμη σου, ἡ ἀρχαία σου δύναμη πότε θὰ ἐγερθεῖ;».

Στὸ μνῆμα τοῦ Μάρκου Μπότσαρη στὸν «Κῆπο τῶν Ἡρώων» στὸ Μεσολόγγι, ὑπάρχει μιὰ σύνθεση τοῦ φιλέλληνα Γάλλου γλύπτη Νταβίντ ντ‘ Ανζέ (1789-1856). Ἀναπαριστᾶ μιὰ κοπέλα, ἡ ὁποία συμβολίζει τὴ μικρὴ καὶ ἀδύναμη Ἑλλάδα ποὺ γέρνει στὸ μνῆμα, προσπαθῶντας νὰ συλλαβίσει τὸ ὄνομα τοῦ λαμπροῦ ἥρωά της. Τὸ ἔργο αὐτὸ στάλθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1834 καὶ τὸ 1837 τοποθετήθηκε στὸ μνῆμα τοῦ Μάρκου Μπότσαρη στὸ Μεσολόγγι. Μετὰ τὴν Ἔξοδο καὶ τὴν κατάληψη τοῦ Μεσολογγίου ἀπὸ τοὺς ὀθωμανούς, οἱ τουρκαλβανοί ἄνοιξαν τὸν τάφο τοῦ Μπότσαρη ἀναζητῶντας τὰ πολύτιμα ὅπλα του..

Τὸ Λεξικὸ τοῦ Μάρκου Μπότσαρη

Ἐλάχιστοι γνωρίζουν ὅτι ὁ Μάρκος Μπότσαρης ὑπῆρξε… καὶ λεξικογράφος. Τὸ 1809, ὅταν βρισκόταν στὴν Κέρκυρα, μετὰ ἀπὸ παρότρυνση τοῦ Γάλλου διπλωμάτη Φρανσουά Πουκεβίλ, ἔγραψε ἕνα Λεξικὸ ποὺ εἶχε τὸν τίτλο «Λεξικὸν τῆς Ρομαϊκοίς καὶ Αρβανητηκοίς Ἁπλοῖς». Στὴ σύνταξή του τὸν βοήθησαν ὁ πατέρας τοῦ Κίτσος, ὁ θεῖος τοῦ Νότης Μπότσαρης καὶ ὁ πεθερὸς τοῦ Χρηστάκης Καλογήρου. Στὸ χειρόγραφο τοῦ Μπότσαρη, περιλαμβάνεται καὶ ἕνα εἶδος ελληνοαλβανικής μεθόδου ἄνευ διδασκάλου, μὲ ελληνοαλβανικούς διαλόγους. Τὸ Λεξικὸ τοῦ Μπότσαρη εἶναι γραμμένο μὲ ἑλληνικὰ γράμματα, μερικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι ἰδιόμορφα καὶ δυσανάγνωστα. Βασίζεται στὰ αρβανίτικα ποὺ μιλιοῦνταν στὸ Σούλι καὶ ἐπανεκδόθηκε τὸ 1980, ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν μὲ τὸν τίτλο: «Τὸ Ελληνοαλβανικόν Λεξικὸν τοῦ Μάρκου Μπότσαρη», μὲ ἐπιμέλεια τοῦ Τίτου Γιοχάλα.

Ὁ τάφος τοῦ Μάρκου Μπότσαρη στὸ Μεσολόγγι

Τὸ 1858 ὁ ζακυνθινός συνθέτης Παῦλος Καρρέρ παρουσίασε τὴν ὄπερα «Μάρκος Μπότσαρης». Τὸ γαλλικὸ κράτος τίμησε τόν Μπότσαρη, τὸ 1911, δίνοντας σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς σταθμοὺς τοῦ παρισινοῦ μετρὸ καὶ σὲ ὁδό του τὸ ὄνομα τοῦ ἥρωα: «Botzaris». Ἐπίσης μία πλατεῖα τοῦ Στρασβούργου φέρει τὸ ὄνομα τοῦ Ἕλληνα ὁπλαρχηγοῦ, ἐνῶ μιὰ ταμπέλα ἐξηγεῖ ποιὸς ἦταν ὁ Μάρκος Μπότσαρης.

Κεντρικὴ ὁδὸς καὶ σταθμὸς τοῦ Μετρὸ στὸ Παρίσι φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ Μάρκου Μπότσαρη

Πλατεῖα Μάρκος Μπότσαρης στὸ Στρασβούργο

Ὁ θάνατος τοῦ Μάρκου Μπότσαρη, ἦταν ἕνα τεράστιο πλῆγμα γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀναμφισβήτητες πολεμικές του ἱκανότητες, θὰ μποροῦσε σίγουρα νὰ ἔχει καὶ ἑνωτικὸ ρόλο, καθὼς ἦταν ἰδιαίτερα ἀγαπητὸς σὲ ὅλους.

Ὁ Μάρκος Μπότσαρης ἔμεινε στὴν ἱστορία γιὰ τὴν ἀνδρεία του καὶ τὴ σημαντικὴ συμβολή του στὸν Ἀγῶνα γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία τῶν Ἑλλήνων καὶ δίκαια θεωρεῖται ἐθνικὸς ἥρωας. Εἶναι ὁ μόνος ἴσως ποὺ δὲν θὰ τοῦ βρεῖ κάποιος οὔτε ἕνα ψεγάδι. Ἕνας ἀληθινὰ ἀνδρεῖος, ἕνα παλικάρι τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἄνδρας συνετός, γεμᾶτος ἀρετὲς ποὺ διατήρησε ὡς τὸ τέλος, ἔξυπνος στρατιωτικός, ἀφοσιωμένος ψυχὴ τε καὶ σώματι πατριώτης, χαρακτῆρας ἀκέραιος.

Πολὺ σπάνια ἕνας καὶ μόνον ἄνδρας συγκέντρωσε στὸ πρόσωπό του καὶ στὴν πορεία ποὺ διέγραψε, τόσα πολλὰ χαρίσματα καὶ ἀρετὲς παρὰ τὴ φρίκη καὶ τὶς ἀπελπιστικὲς συνθῆκες μέσα στὶς ὁποῖες γεννήθηκε, ἀνδρώθηκε καὶ ἔδρασε. Ὁ Μάρκος Μπότσαρης εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἥρωας ποὺ γέννησε ἡ Ἤπειρος καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους τῆς ἱστορίας τῆς νεότερης Ἑλλάδας ποὺ μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὴ θυσία του καθόρισε ξεχωριστὰ τήν μοῖρα της καὶ τὴν πορεία της πρὸς τὴν Ἐλευθερία.

«‘Σ τοῦ Μάρκου τὸ χῶμα»:

Πηγές: eyrytixn.blogspot.com, protothema.gr, enromiosini.gr, thesprotikospalmos.gr

kimintenia.wordpress.com

Χωρίς κατηγορία

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s