15 Μαΐου

«Λαλεῖ Λάρισσα σὰς ἀριστείας ξένας,
Μνήμην ἔχουσα καὶ θανόντος σου Πάτερ»
Ξεχωριστή χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας είναι όσοι έλαβαν μέρος στις Μεγάλες Οικουμενικές Συνόδους, στις οποίες, με την καθοδήγηση και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, καθόρισαν τα όρια της σωστικής ορθοδόξου πίστεώς μας. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Αχίλλειος, επίσκοπος Λαρίσης, ο οποίος είχε τη δική του συμβολή στις εργασίες της Αγίας Α’ Οικουμενικής Συνόδου.
Καταγόταν από την Καππαδοκία και γεννήθηκε περί το 270 μ.Χ. Δεν γνωρίζουμε πολλά για την καταγωγή του και την παιδική του ηλικία. Φαίνεται πως ήταν γόνος εύπορων και ευσεβών γονέων, οι οποίοι φρόντισαν να τον σπουδάσουν στα ονομαστά σχολεία της περιοχής. Περισσότερο όμως φρόντισαν να τον μορφώσουν πνευματικά. Να του ενσταλάξουν στην παιδική του ψυχή την ακράδαντη πίστη στον αληθινό Τριαδικό Θεό, στον Σωτήρα Χριστό και στα σωτήρια διδάγματα του Ευαγγελίου.

Να γίνει συνειδητό μέλος της αγίας μας Εκκλησίας. Και πράγματι ο Αχίλλειος έγινε μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα, που τον έκανε να διαφέρει από τα παιδιά των εθνικών, τα οποία ρίχνονταν νωρίς στην ακολασία και την ειδωλολατρική δεισιδαιμονία. Μετά τον θάνατο των γονέων του ο Αχίλλειος, μοίρασε τη μεγάλη πατρική του περιουσία στους ενδεείς της περιοχής και αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους, για να ζήσει εκεί που έζησε ο Λυτρωτής μας Χριστός, κοντά στον Πανάγιο Τάφο, που ακόμη τότε βρισκόταν κάτω από τον βέβηλο ναό της «θεάς» Αφροδίτης.
Μετά από καιρό επισκέφτηκε ασκητήρια, προκειμένου να ωφεληθεί από τους αγίους γέροντες ασκητές. Μαζί τους ασκήθηκε στη νηστεία, την προσευχή και την αγρυπνία, καλλιεργώντας τις θείες αρετές. Μετά από καιρό μετέβη στην Ρώμη, πρωτεύουσα ακόμη του απέραντου Ρωμαϊκού Κράτους, όπου είχε συναντήσεις με τους Χριστιανούς της μεγάλης πόλεως που δοκίμασαν τους χειρότερους διωγμούς, επειδή βρίσκονταν κοντά στην αντίχριστη εξουσία, η οποία δίωκε την Εκκλησία του Χριστού. Κατόπιν ήρθε στην Ελλάδα και κατέληξε στη Θεσσαλία, την οποία διάλεξε ως τόπο της ιεραποστολής του.
Με το ένθερμο κήρυγμά του, με το παράδειγμά του και με τα θαύματα, που αξιώθηκε από το Θεό να κάνει, έκαμε πολλούς ειδωλολάτρες να ασπασθούν τη νέα πίστη. Περί το 320 χήρεψε ο επισκοπικός θρόνος της Λαρίσης. Οι Χριστιανοί της περιοχής πρότειναν στον άγιο Αχίλλειο να αναλάβει ποιμενάρχης τους. Παρά τους δισταγμούς του, δέχτηκε το μεγάλο φορτίο. Άρχισε αμέσως ένα σπουδαίο ποιμαντικό έργο, εν μέσω ανυπέρβλητων δυσκολιών, διότι, αν και οι φοβεροί διωγμοί εναντίον των Χριστιανών είχαν τυπικά σταματήσει, με το περίφημο Διάταγμα των Μεδιολάνων (313), περί ανεξιθρησκίας, του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εν τούτοις η ειδωλολατρία ανθίστατο στην ελληνική ενδοχώρα. Τα σκοταδιστικά ειδωλολατρικά ιερατεία προκαλούσαν σοβαρά προβλήματα ακόμη στους Χριστιανούς.

Αλλά ο άγιος Επίσκοπος έδειχνε όχι απλά ανοχή και ανεξικακία στους φανατικούς διώκτες τους, αλλά τους ευεργετούσε, όπως ευεργετούσε τους πιστούς. Αυτό είχε ως συνέπεια πολύ σύντομα να μεταστραφούν στην Εκκλησία πλήθη ειδωλολατρών. Την εποχή όμως αυτή η Εκκλησία δοκιμάζονταν και σπαράσσονταν από την φοβερή αίρεση του αρειανισμού. Ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α’ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325, για να επιλυθεί συνοδικά το μεγάλο αυτό θεολογικό πρόβλημα, το οποίο απειλούσε αυτή την ίδια την ύπαρξη της Εκκλησίας.
Εκλήθησαν 318 Επίσκοποι από τα πέρατα της οικουμένης, να λάβουν μέρος στη Μεγάλη Σύνοδο. Μεταξύ αυτών ήταν και ο άγιος Αχίλλειος. Η φήμη του, ως αγίου Επισκόπου, είχε φτάσει ως τη Βασιλεύουσα. Γι’ αυτό όταν έφτασε τον υποδέχτηκαν με τιμές ο αυτοκράτορας και οι άλλοι Επίσκοποι. Έλαβε μέρος στις συζητήσεις και με την ευρυμάθειά του και την άρτια θεολογική του κατάρτιση κατατρόπωσε τους αιρετικούς αρειανούς. Ο Θεός τον αξίωσε μάλιστα να επιτελέσει στη Σύνοδο και θαύμα, για να δείξει ότι η πίστη των Ορθοδόξων είναι η αληθινή και ευάρεστη στο Θεό. Με τις ευχές του ανάβλυσε λάδι από μια πέτρα. Σε σπάνιο χειρόγραφο που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων αναφέρεται πως «Τον Θεόν επικαλεσάμενος και έλαιον δι’ ευχής βλύσαι ποιεί».
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας, ο Μέγας Κωνσταντίνος, ζήτησε την ευλογία του αγίου Αχιλλείου και τον ξεπροβόδησε με πλούσια δώρα, να τα χρησιμοποιήσει για έργα φιλανθρωπίας και ανεγέρσεις ναών στην επισκοπή του. Μετά από 35 χρόνια ποιμαντορίας, το έτος 355 ο άγιος Επίσκοπος εκοιμήθη ειρηνικά. Λίγο πριν την κοίμησή του ο Θεός τον αξίωσε να προαισθανθεί την αναχώρησή του από τον κόσμο αυτό. Κάλεσε τον κλήρο και τον λαό, δίνοντάς τους τις τελευταίες συμβουλές του και προαναγγέλλοντας την κοίμησή του. Οι πιστοί θρήνησαν τον άγιο Ιεράρχη τους και τον κήδεψαν με μεγάλες τιμές και τοποθέτησαν το σεπτό του σκήνωμα σε λάρνακα που ο ίδιος είχε κατασκευάσει.
Το τίμιο λείψανό του πραγματοποιούσε πολλά θαύματα. Το 985 ο τσάρος των Βουλγάρων Σαμουήλ το άρπαξε και το μετέφερε στα ανάκτορά του στις Πέσπες, όπου είχε χτίσει μεγαλόπρεπη βασιλική, της οποίας σώζοντα ως τα σήμερα ερείπια. Οι κάτοικοι της Λάρισας συνέχιζαν να τιμούν τον άγιο και μετά την αρπαγή των λειψάνων του. Του έκτισαν μεγαλοπρεπή ναό και τον έκαμαν προστάτη και πολιούχο της πόλεώς τους. Επιτελούνταν δε εκεί πολλά θαύματα. Σε αυτόν τον ναό συνάζονταν οι επίσκοποι της Θεσσαλίας για να εκλέξουν τους επισκόπους των χηρευουσών θρόνων.
Στα 1204, οι αιρετικοί Φράγκοι κατέστρεψαν τη Λάρισα και μετέβαλαν το ναό σε ορμητήριο ληστών. Ενώ στις 12 Ιουνίου 1769 οι φανατισμένοι τούρκοι τον πυρπόλησαν. Το 1965 έγινε ανασκαφή και βρέθηκε ο τάφος του αγίου και κτίστηκε ο σημερινός ναός. Τέλος στις 14 Μαΐου 1981 επέστρεψαν τα λείψανα του Αγίου Αχιλλείου στη Λάρισα, όπου φυλάσσονται στον ομώνυμο ναό του και θαυματουργούν. Η μνήμη του τιμάται στις 15 Μαΐου.
(πηγή: romfea.gr)
Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’ – Ταχὺ προκατάλαβε)
Λαρίσης σὲ πρόεδρον, καὶ πολιοῦχον λαμπρόν, ἡ χάρις ἀνέδειξεν ὡς Ἱεράρχην σοφόν, παμμάκαρ Ἀχίλλιε, σὺ γὰρ τὸ τῆς Τριάδος, ὁμοούσιον κράτος, θαύμασι τε καὶ λόγοις, κατετράνωσας κόσμω. Ἣν πάτερ ἐξευμενίζου, τοὶς σὲ γεραίρουσι.
Έτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) (Ἦχος γ’ – Θείας πίστεως)
Χαίρει ἔχουσα, ἡ Θεσσαλία, σὲ ἀκοίμητον, φρουρῶν προστάτην, καὶ τῆς Λαρίσης ἡ πόλις ἀδάμαντα, ἡ Ἐκκλησία τὴν εὔηχον σάλπιγγα, τὸ τοῦ Υἱοῦ ὁμοούσιον κηρύξασαν, Πάτερ Ἅγιε Ἱεράρχα Ἀχίλλιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον (Ἦχος πλ. δ’ – Τῇ ὑπερμάχῳ)
Τῆς Θεσσαλίας τὸν ἀστέρα τὸν ὑπέρλαμπρον, τῶν Λαρισαίων τὸν Ποιμένα τὸν ἀνύστακτον, κατὰ χρέος εὐφημήσωμεν ἐκβοῶντες· Παῤῥησίαν κεκτημένος πρὸς τὸν Κύριον, ἐκ παντὸς ἡμᾶς κινδύνου ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζωμεν Χαίροις Πάτερ Ἀχίλλιε.

Έτερον Κοντάκιον (Ἦχος πλ. δ’ – Τῇ ὑπερμάχῳ)
Τῆς οἰκουμένης τὸν ἀστέρα τὸν ἀνέσπερον Καὶ Λαρισαίων τὸν ποιμένα τὸν ἀκοίμητον Τὸν ἀχίλλιον ὑμνήσωμεν ἐκβοῶντες· Παρρησίαν κεκτημένος πρὸς τὸν Κύριον Ἐκ παντοίας τρικυμίας ἡμᾶς λύτρωσαι Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἀχίλλιε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Ἑῴας ἀστὴρ λαμπρός, καὶ τῶν Λαρισαίων, λαμπαδοῦχος καὶ ὁδηγός, χαίροις εὐσεβείας, λειμὼν ὁ ἀνθηφόρος, Ἀχίλλιε παμμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.
Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Λαρίσης ὁ θησαυρός, καύχημα Πατέρων, τῆς Νικαίας ὁ τηλαυγής, φάρος ἑξαστράπτων, τρανώσας θείαν φύσιν, Χριστοῦ ἐν τῇ Συνόδῳ, σοφὲ Ἀχίλλιε.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος ἐκ τῶν τρόπων Ἱεράρχα ἐφάνης, καὶ τάγμασι τοῖς τούτων ἐγνώσθης, καὶ σὺν τοῖς Ἀσωμάτων χοροῖς λειτουργῶν τῷ θρόνῳ τοῦ Χριστοῦ Ἅγιε, ἀκούεις παρ’ ἡμῶν τῶν σῶν δούλων ταύτα: Χαῖρε τῆς Τριάδος ἡ σάλπιγξ ἡ εὔηχος· Χαῖρε τῆς Μονάδος ἡδύφωνον ὄργανον· Χαῖρε ὕψος δυσκατάληκτον τῶν δογμάτων τῶν σεπτῶν· χαῖρε βάθος δυσερμήνευοτν νοερῶν ἐργασιῶν· Χαῖρε ὅτι Ἀρείου τᾶς ἐπάρσεις καθεῖλες· Χαῖρε ὅτι τᾶς τούτου μυθουργίας παρεῖδες· Χαῖρε ἀστὴρ Ἑλλάδος ὑπέρλαμπρος· Χαῖρε Ποιμὴν Λαρίσης ὁ ἄκακος· Χαῖρ επροστάτης ὁ ἀκοίμητος ταύτης· Χαῖρε δι’ οὗ τῷ Θεῷ οἰκειοῦται·
Χαίροις Πάτερ Ἀχίλλιε.
Κάθισμα (Ἦχος α’ – Τὸν τάφον σου Σωτήρ)
Ἡ Λάρισα τὰ σά, μεγαλεῖα κηρύττει, θαυμάζει δὲ τὴν σήν, διδαχὴν Θεσσαλία, σεμνύνεται χαίρουσα, τῶν Πατέρων ἡ Σύνοδος, κόσμον ἔχει δέ, ἢ Ἐκκλησία σὲ Πάτερ, ἡμεῖς δ’ ἅπαντες, θερμὸν προστάτην καὶ ῥύστην, οἱ πόθῳ τιμῶντες σέ.
Έτερον Κάθισμα (Ἦχος α’ – Τὸν τάφον σου Σωτήρ)
Ἡ θεία σου σορός, , ὧ Ἀχίλλιε Πάτερ, ὡς ἄλλη Σιλωὰμ κολυμβήθρα ἐδείχθη, πηγὴν ἁγιάσματος παραδόξως ἐκβλύζουσα· οὗ μετέχοντες οἱ προσιόντες ἐν πίατει χάριν ἄφθονον, καὶ ψυχικὴν σωτηρίαν, εὐχαῖς σου λαμβάνομεν.
Όταν ο άγιος Αχίλλειος συνάντησε τον άγιο Δημήτριο
πριν την άλωση των πόλεών τους

Τον καιρό κατά τον όποιο έμελλε να κυριευθεί η Θεσσαλονίκη από τους Άγαρηνούς, πορευόμενοι κάποιοι ευλαβείς χριστιανοί προς τη Θεσσαλονίκη, για την εορτή του Αγίου, έφθασαν στη βασιλική οδό, η οποία είναι στο Βαρδάρι. Εκεί, είδαν οφθαλμοφανώς κάποιον στρατιώτη, ο οποίος ερχόταν από τη Θεσσαλονίκη, και άλλον Αρχιερέα, ο οποίος ερχόταν από τον δρόμο της Λάρισας. Όταν συναντήθηκαν, ο στρατιώτης απετάθη προς τον Αρχιερέα και είπε:
– Χαίρε, Άρχιερεύ του Θεού, Αχίλλειε.
Είπε και ο Άρχιερεύς:
– Χαίρε και συ, στρατιώτα του Χριστού Δημήτριε.
Μόλις άκουσαν οι χριστιανοί αυτά τα ονόματα, σταμάτησαν φοβισμένοι εκεί κοντά για να δουν το τέλος. Λέγει, πάλι ο στρατιώτης:
– Από πού έρχεσαι, Άρχιερεύ του Θεού Αχίλλειε, και πού πηγαίνεις;.
Τότε δάκρυσε ο Άγιος Αχίλλειος και είπε προς αυτόν:
– Για τις αμαρτίες και τις ανομίες του κόσμου πρόσταξε ο Θεός να εξέλθω από τη Λάρισα την οποία φυλάττω, διότι θα παραδοθεί στα χέρια των Αγαρηνών. Και ιδού εξήλθα και πηγαίνω οπού με προστάξει. Και εσύ λοιπόν από πού έρχεσαι; Πες μου σε παρακαλώ!
Τότε δάκρυσε ο Άγιος Δημήτριος και του λέει:
– Και εγώ το ίδιο έπαθα, Άρχιερεύ Αχίλλειε. Πολλές φορές βοήθησα τους Θεσσαλονικείς και τους λύτρωσα από αιχμαλωσίες και από θανατικό και από ασθένεια. Πλην τώρα, από τις πολλές τους αμαρτίες και ανομίες απομακρύνθηκε ο Θεός απ’ αυτούς και με πρόσταξε να τους αφήσω να παραδοθούν στα χέρια των Αγαρηνών. Γι’ αυτό υπάκουσα στην προσταγή Του και εξήλθα και πηγαίνω όπου με προστάζει.
Αυτά είπαν και οι δύο έσκυψαν τα κεφάλια τους κάτω στη γη και έκλαψαν. Έπειτα από πολλή ώρα φιλήθηκαν και αποχαιρετίσθηκαν και αμέσως έγιναν άφαντοι. Αυτό το θαύμα είδαν οι Χριστιανοί και δεν τόλμησαν να πάνε στη Θεσσαλονίκη, άλλα γύρισαν πίσω, διηγούμενοι το όραμα. Δεν πέρασε μήνας και η Θεσσαλονίκη κυριεύθηκε και λεηλατήθηκε από τους Τούρκους, όπως και η Λάρισσα.
(πηγή: simeiakairwn.wordpress.com)
Άγιος Αχίλλειος, το νησάκι στις Πρέσπες

Μία πλωτή πεζογέφυρα μήκους 650 μ. ενώνει τη στεριά με τον Άγιο Αχίλλειο, το ακριτικό νησάκι μέσα στη λίμνη Μικρή Πρέσπα, όπου δεσπόζει το μνημείο – σύμβολο των Πρεσπών, η Βασιλική του Αγίου Αχιλλείου. Στον μοναδικό οικισμό των μόλις 23 μονίμων κατοίκων του νησιού στέκουν μόνον 11 σπίτια. Κάποια ερειπωμένα και όλα στοιχειωμένα από ένα θρύλο που λέει ότι, αν χτιστεί ένα καινούριο σπίτι στο νησάκι κάποιο από τα παλιά θα πέσει… Αυτοκίνητα δεν υπάρχουν πάνω στο νησί και στο λιμανάκι του οικισμού δένουν τις βάρκες τους οι ντόπιοι.
Ο Άγιος Αχίλλειος είναι το πιο τουριστικό σημείο στην περιοχή των Πρεσπών καθώς η πλωτή πεζογέφυρα εξασφαλίζει άνετη και ασφαλή πρόσβαση σε όλες τις εποχές. Οι επισκέπτες σταθμεύουν τα οχήματά τους σε ένα άνετο πλάτωμα στην ακρολιμνιά της Μικρής Πρέσπας, μπροστά στην πεζογέφυρα, και περνούν απέναντι με τα πόδια. Εδώ συνήθως αγρότες στήνουν μικρούς πάγκους και πωλούν τη σοδειά τους, τα ονομαστά φασόλια Πρεσπών. Η πλωτή πεζογέφυρα στην Πρέσπα -η πρώτη που τοποθετήθηκε για πεζούς και ποδηλάτες σε ελληνική λίμνη- είναι σύγχρονη και κατασκευάστηκε μόλις το 2000. Μέχρι τότε η πρόσβαση στο νησάκι γινόταν μόνο με βάρκα. Μάλιστα οι μικροί μαθητές που κατοικούσαν παλαιότερα στον Άγιο Αχίλλειο έκαναν καθημερινά τους χειμώνες μία πολύ επικίνδυνη διαδρομή για να πάνε στο σχολείο τους διασχίζοντας με τα πόδια την παγωμένη επιφάνεια της λίμνης. Και δύο κοριτσάκια είχαν χαθεί τότε στα νερά της λίμνης, όταν έσπασε ο πάγος. Η διάσχιση της πλωτής πεζογέφυρας προς τον Άγιο Αχίλλειο είναι και ένα ιδανικό σημείο για παρατήρηση πουλιών.

Η Μικρή Πρέσπα
Η λίμνη Μικρή Πρέσπα είναι ένα υγρότοπος διεθνούς σημασίας και τόπος ιδιαίτερης σπουδαιότητας για τις αποικίες αργυροπελεκάνων, καθώς και τόπος αναπαραγωγής άλλων υδρόβιων πτηνών, όπως ερωδιών και κορμοράνων. Οι όχθες της Μικρής Πρέσπας είναι σε άλλα σημεία απότομες και σε άλλα επίπεδες με καλαμιώνες και υγρά λιβάδια, όπου βόσκουν ευτυχισμένες αγελάδες. Η περιοχή θεωρείται προστατευόμενη λόγω στην σπάνιας βιοποικιλότητας του υδροβιοτόπου.

Η βασιλική του Αγίου Αχιλλείου
Σε μικρή απόσταση από τον οικισμό βρίσκεται ο ναός του Αγίου Αχιλλείου, μία από τις μεγαλύτερες βασιλικές της Ελλάδας που έδωσε το όνομά της στο νησί, καθώς και ο τάφος του Αγίου Αχιλλείου. Ο μεγαλοπρεπής ναός κτίστηκε στα τέλη του 10ου αιώνα από τον Βούλγαρο τσάρο Σαμουήλ για να στεγάσει το σκήνωμα του Αγίου Αχιλλείου, επισκόπου Λαρίσης και τοπικού αγίου, το οποίο είχαν μεταφέρει από τη Λάρισα τα βουλγαρικά στρατεύματα, μετά την κατάληψη της θεσσαλικής πόλης.
Ο Βούλγαρος τσάρος εξορμούσε κατά των Βυζαντινών και σχεδίαζε να κάνει την Πρέσπα πρωτεύουσα του νέου αυτόνομου κράτους του, αλλά τελικά νικήθηκε από τον Βασίλειο Β’ τον Βουλγαροκτόνο που ανακατέλαβε την περιοχή. Από το 1018 και εφ’ εξής, ο ναός λειτούργησε ως επισκοπικός έως τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα. Σήμερα στον περιβάλλοντα χώρο του αρχαιολογικού χώρου πραγματοποιούνται οι πολιτιστικές εκδηλώσεις «Πρέσπεια» κάθε Αύγουστο.

Άγιος Αχίλλειος, νησάκι για περπάτημα
Από τον παραλίμνιο οικισμό στον Άγιο Αχίλλειο ξεκινά μία κυκλική πεζοπορική διαδρομή που οδηγεί από το ένα άκρο του νησιού στο άλλο με θέα σε κάθε πλευρά της λίμνης. Στη διαδρομή θα δείτε και τα εκκλησάκια του Αγίου Γεωργίου (15ος αι.) και του Αγίου Δημητρίου (14ος αι.), ενώ στο ψηλότερο σημείο του νησιού υπάρχει ένας πολύ μεγάλος σταυρός, ο οποίος διακρίνεται από μακριά.

(πηγή: greek-crossroads.gr)