20 Μαρτίου

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μύρων καταγόταν ἀπό τό Μεγάλο Κάστρο τῆς Κρήτης, τό σημερινό Ἡράκλειο καί γεννήθηκε ἀπό εὐσεβεῖς καί φιλόθεους γονεῖς. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Δημήτριος καί ἦταν δίκαιος καί ἐνάρετος ἄνθρωπος. Ὁ Ἅγιος ἦταν σεμνός καί σώφρων καί ἀγαποῦσε ὑπερβολικά τήν παρθενία καί τήν ἄσκηση. Ἐργαζόμενος ὡς ράπτης στό Ἡράκλειο συκοφαντήθηκε ἀπό τούς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι τόν φθονοῦσαν, ὅτι δῆθεν ἀποπλάνησε μία Τουρκοπούλα. Στό δικαστήριο ὁ Ἅγιος ἀπέρριψε ἀπολογούμενος τή συκοφαντία, ἀλλ’ ἐτέθη σέ αὐτόν τό δίλημμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ ἢ τοῦ θανάτου. Ὁ Ἅγιος ἀποκρίθηκε μέ παρρησία ὅτι δέν ἀρνεῖται τήν πίστη του, ἀλλ’ εἶναι ἕτοιμος νά ὑποστεῖ κάθε βασανιστήριο γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, καθ’ ὅσον γεννήθηκε Χριστιανός καί Χριστιανός θέλει νά πεθάνει.
Γιά τόν λόγο αὐτό τόν χτύπησαν ἀνηλεῶς καί τόν ἔριξαν στή φυλακή. Ὅταν τόν ἔβγαλαν ἀπό αὐτή, τόν ὁδήγησαν καί πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, ὅπου ὁ Ἅγιος ἐπαναλάμβανε συνεχῶς ὅτι θέλει νά πεθάνει ὡς Χριστιανός. Ἔτσι καταδικάσθηκε στόν διά ἀγχόνης θάνατο. Λίγο πρίν τό μαρτύριο, ὁ Μάρτυρας Μύρων ζήτησε τήν ἄδεια ἀπό τούς δημίους καί πλησίασε τόν πατέρα του. Ἔπεσε στά πόδια του καί τοῦ φίλησε τό χέρι. Ἀφοῦ ἔλαβε τήν εὐχή του προσῆλθε πρό τῶν δημίων καί μετά ἀπό λίγο δέχθηκε τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου, τό ἔτος 1793 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) (Ήχος πλ. α’)
Ηρακλείου το άνθος το ευωδέστατον, ως ευσεβείας σε μύρον ύμνοις γεραίρομεν, νεομάρτυς του Χριστού Μύρων μακάριε. Συ γαρ νεότητος ακμήν υπερείδες ανδρικώς και ήθλησας στεροψ’υχως. Και νυν απαύστως δυσώπει, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Κοντάκιον (Ἦχος δ’ – Ἐπεφάνης σήμερον)
Τὸν ἀγώνα τοῦ μαρτυρίου, ἀνδρικῶ φρονήματι, Μύρων γενναῖε ἀθλητά, διο ἀφθάρτοις στεφάνοις σέ, ὁ Ἀθλοθέτης Χριστὸς ἐστεφάνωσε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις νεομάρτυς τοῦ Ἰησοῦ, Μύρων ἀθλοφόρε, Ἡρακλείου Θεῖος βλαστός. Χαίροις ὁ τοῖς μύροις τῶν θείων πρεσβειῶν σου παθῶν τὴν δυσωδίαν,διώκων πάντοτε.
Πηγή: panagia-amarousiou.gr, inageorgiouporou.blogspot.com