Εκάεν και το Τσάμπασιν

13 Σεπτεμβρίου 1913

Ορεινές περιοχές της επαρχίας Κοτυώρων

Το Τσάμπασι (Çambaşı) υπήρξε ορεινό καλοκαιρινό θέρετρο των κατοίκων των Κοτυώρων (τουρκ. Ορντού). Βρίσκεται σε ένα οροπέδιο, σε υψόμετρο 2.000 μέτρων, 45 χιλιόμετρα από τα Κοτύωρα, δυτικά της Κερασούντας. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1913, με αφορμή μια μεγάλη πυρκαϊά κάηκαν τα περισσότερα σπίτια της πόλης, όπως μας πληροφορεί ο  Ξενοφών Άκογλους (Ξένος Ξενίτας) στα «Λαογραφικά Κοτυώρων», και αυτό το θρήνο μας περιγράφει το περίφημο τραγούδι «Εκάεν και το Τσάμπασιν».

Η πυρκαϊά πιθανότατα ήταν εμπρησμός. Το επιβεβαιώνει έμμεσα ο Γερμανός πρεσβευτής Κούλμαν, ο οποίος ανέφερε σε έκθεσή του: «Μέχρι τώρα (1916) δολοφονήθηκαν 250 αντάρτες. Αιχμαλώτους δεν κρατούν (οι Νεότουρκοι). Πέντε χωριά πυρπολήθηκαν…». Κυρίως οι Έλληνες διώχθηκαν από την Ορντού το 1917 και στα χρόνια που ακολούθησαν, όσοι επέζησαν των διωγμών και της κακουχίας, ήρθαν κυρίως στην Ελλάδα.

Το σπαρακτικό τραγούδι «Εκάεν και το Τσάμπασιν» ερμηνεύτηκε κατά καιρούς από σπουδαίους, Ποντίους και μη, καλλιτέχνες και είναι ευρύτερα γνωστό και αγαπημένο. Εδώ παραθέτουμε την καλύτερη, κατά την άποψή μας, ερμηνεία από την εξαιρετική Σοφία Ευθυμιάδου.

Χάρτης Πόντου

Εκάεν και το Τσάμπασιν

Εκάεν και το Τσάμπασιν
κι επέμναν τα τουβάρεα γιάρ γιάρ αμάν
κι επέμναν τα τουβάρεα γιάρ γιάρ αμάν
και ν’ ερρούξαν σο γουρτάρεμαν
τ’ Ορντούς τα παλληκάρεα γιάρ γιάρ αμάν
και ν’ ερρούξαν σο γουρτάρεμαν
τ’ Ορντούς τα παλληκάρεα γιάρ γιάρ αμάν

Βάι εκάεν κι εμανίεν τ’ Ορντούς το παρχάρ
έκει άλλο δεν και επέμνεν μοναχόν σαχτάρ

Τρανόν γιαγκίν σο Τσάμπασιν
σπίτεα κι θ’ απομένεν γιάρ γιάρ αμάν
σπίτεα κι θ’ απομένεν γιάρ γιάρ αμάν
μικροί-τρανοί φτωχοί-ζεγκίν
όλ’ κάθουνταν και κλαίνε γιάρ γιάρ αμάν
μικροί-τρανοί φτωχοί-ζεγκίν
όλ’ κάθουνταν και κλαίνε γιάρ γιάρ αμάν

Βάι εκάεν κι εμανίεν τ’ Ορντούς το παρχάρ
έκει άλλο δεν και επέμνεν μοναχόν σαχτάρ

Κλαιν’ τη Θεού τα πούλοπα
κλαιν’ τα πεγαδομάτεα γιάρ γιάρ αμάν
κλαιν’ τα πεγαδομάτεα γιάρ γιάρ αμάν
κλαίει το Τσαμπλούκ το Καρακιόλ
κλαιν’ τ’ έμορφα τ’ ελάτεα γιάρ γιάρ αμάν
κλαίει το Τσαμπλούκ το Καρακιόλ
κλαιν’ τ’ έμορφα τ’ ελάτεα γιάρ γιάρ αμάν

Βάι εκάεν κι εμανίεν τ’ Ορντούς το παρχάρ
έκει άλλο δεν και επέμνεν μοναχόν σαχτάρ

Βάι εκάεν κι εμανίεν τ’ Ορντούς το παρχάρ
έκει άλλο δεν και επέμνεν μοναχόν σαχτάρ.

(Ερμηνεία: Μαρία Ευθυμιάδου, Παραδοσιακό Πόντου)

Απόδοση στα ελληνικά

Κάηκε καί τό Τσάμπασιν / και μείνανε οι τοίχοι / ωχ.. αμάν / και πέσανε να το σώσουν / τα παλληκάρια απ’ τήν Ορντούς. Και κάηκε και ζεματίστηκε / το λειβάδι (παρχάρ) της Ορντούς / ωχ.. αμάν / και εκεί τίποτε δεν απέμεινε / παρά μονάχα αποκαΐδια. Μεγάλο κακό στο Τσάμπασιν / σπίτια δεν θ’ απομείνουν / ωχ.. αμάν / μεγάλοι, μικροί, φτωχοί, πλούσιοι / όλοι κάθονται και κλαίνε. Κάηκε και τό Τσάμπασιν / Κλαίνε τα πουλιά του θεού / κλαίνε οι πηγές / ωχ.. αμάν / κλαίει το Τσαμπλούκ, το Καρακιόλ / κλαίνε τα όμορφα τα έλατα. Κάηκε καί τό Τσάμπασιν…

Πηγή: pontos-patridamou.blogspot.com

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s