Σκυμμένοι από το παραθύρι Και του προσώπου μας οι γύροι η ίδια μας ήτανε ψυχή. Η συννεφιά, χλωμή σα θειάφι, θάμπωνε αμπέλι και χωράφι, ο αγέρας μεσ’ από τα δέντρα με κρύφια βούιζε ταραχή, η χελιδόνα, με τα στήθη, γοργή, στη χλόη μπρος – πίσω εχύθη.
Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια... [Νίκος Χουλιαράς]