12 Ιουνίου

«Καὶ τὴν ἑνὸς χιτῶνος ἐντολήν, Πάτερ,
Ὑπερβέβηκας, γυμνητεύσας εἰς τέλος.
Δωδεκάτῃ ἀχίτωνα Ὀνούφριον ἐκ βίου ἦραν»
Οι Άγιοι της Εκκλησίας δεν είναι μερικές χιλιάδες∙ είναι αρκετά εκατομμύρια. Κάθε προσπάθεια βέβαια να τους μετρήσει κάποιος θα ήταν μάλλον μια ματαιοπονία. Και αν κάποιος, υποθετικά, ενδιαφερόταν να μετρήσει όλους τους Αποστόλους, τους Προφήτες, τους Ιεράρχες, τους Ιερομάρτυρες, τους Οσίους, τούς Οσιομάρτυρες, τους Ομολογητές και απλά όλους τους αγίους άνδρες και γυναίκες μαζί θα εύρισκε να ίναι περισσότεροι από την άμμο της θάλασσας.
Ο Άγιος Ονούφριος ο Αιγύπτιος είναι από τις μεγαλύτερες ασκητικές φυσιογνωμίες των αιγυπτιακών ερήμων. Ο Ονούφριος, καταγόταν από την Περσία σύμφωνα με τον βιογράφο του, τον όσιο Παφνούτιο. Το ότι η πατρίδα του Αγίου Ονουφρίου ήταν η Περσία δεν μνημονεύεται ούτε στα εν χρήσει Συναξάρια, ούτε και στον Κανόνα της εορτής του. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Άγιο Παφνούτιο ο πατέρας του Αγίου Ονουφρίου ήταν βασιλιάς της Περσίας.
Η μητέρα του ήταν στείρα και παρακαλούσαν και oι δύο το Θεό να τους δώσει κληρονόμο. Ύστερα από πολλές προσευχές τους επάκουσε ο Θεός και όταν συνέλαβε η μητέρα του έγινε χαρά μεγάλη στο παλάτι. Μετά την κύηση είδε ο πατέρας του θεία αποκάλυψη που τον προέτρεπε να ονομάσει το παιδί Ονούφριο στο άγιο βάπτισμα. Ύστερα να το οδηγήσουν σ’ ένα Μοναστήρι στη Θηβαΐδα της Αιγύπτου. Έτσι έκαμε ο πατέρας του Αγίου.

Ενώ κατευθυνόταν με υπηρέτες προς την Αίγυπτο, τους συνόδευε με θεία νεύση και βούληση μια ελαφίνα που έτρεφε το νεονγὀ με το γάλα της ενώ διαρκούσε όλη εκείνη η οδοιπορία, προς θαυμασμό και έκπληξη όλων. Όταν έφτασαν στο Μοναστήρι ο πατέρας του Αγίου Ονουφρίου ανέφερε στον Ηγούμενο της Μονής όλα κι’ εκείνος είπε: «Εδώ γυναίκα δεν κόντεψε ποτέ. Πώς είναι δυνατό να τραφεί το παιδί;». Ο πατέρας του Αγίου απάντησε: «Όπως ο Κύριος οικονόμησε και μας συνόδεψε σ’ όλο το δρόμο η ελαφίνα που το έτρεφε, έτσι ξανά με τη θεία προσταγή θα έρχεται εδώ καθημερινά να το θηλάζει, ώσπου να μεγαλώσει». Έτσι λοιπόν συγκατατέθηκε ο Ηγούμενος και έμεινε σε εκείνο τό Κοινόβιο ο Ονούφριος. Ο πατέρας του έφυγε για το παλάτι και η ελαφίνα ερχόταν καθημερινά, μέχρι τον τρίτο χρόνο και τον θήλαζε.
O όσιος πατήρ ημών Ονούφριος, έχων την καταγωγήν εκ της χώρας της Αιγύπτου, έζησεν εις αυτήν την ζωήν άκρας αγάπης προς τον Θεόν και τον πλησίον, ταπεινώσεως παραδειγματικής και συγκινητικής, ησυχίας καθαρτικής των παθών και καλλιεργείας των αρετών διά την κοινωνίαν μετά του Θεού και την γνώσιν του εαυτού του, ακτημοσύνης τοιαύτης, ώστε αντί των ενδυμάτων διά την κάλυψιν του σώματός του να χρησιμοποιεί τη μακροτάτη αυτού γενειάδα.
Από παιδί ακόμα έδειχνε φλογερό πόθο ολοκληρωτικής αφιέρωσης στο Θεό. Σε νεαρή ηλικία, εντάχθηκε σε μια κοινοβιακή αδελφότητα, όπου για αρκετά χρόνια ασκήθηκε στην πνευματική και σωματική εγκράτεια και στην υπακοή. Η μεγάλη του ταπεινοφροσύνη έκανε τους αδελφούς του να τον αγαπήσουν πολύ.
Όταν ωρίμασε περισσότερο στην ηλικία ο Ονούφριος θέλησε να πάει βαθύτερα στην έρημο, να γνωρίσει και να μιμηθεί τη ζωή των εκεί ασκητών της. Αργότερα με την ευλογία του Γέροντός του αποσύρθηκε στην έρημο. Αφού βάδισε αρκετά μέσα στην έρημο, συνάντησε την καλύβη του ερημίτη Ερμία, που με θεία αποκάλυψη τον περίμενε. Ο Ερμίας τον οδήγησε σε μια καλύβη, κάτω από έναν πελώριο φοίνικα, που δίπλα κελάρυζαν τα νερά μιας καθάριας πηγής. Εκεί ο Ονούφριος επιδόθηκε σε μεγαλύτερη πνευματική άσκηση, και η φήμη του διαδόθηκε σε όλους τους ερημίτες, που συχνά πήγαιναν να τον συμβουλευθούν και να πάρουν την ευχή του.
Με την εν χάριτι άσκηση καθάρισε την ψυχή του από τα πάθη και έφθασε στον φωτισμό και την θέωση. Ο Άγιος τρεφόταν με χόρτα και το ένδυμα του ήταν από φύλλα φοίνικα. Ο Άγιος Ονούφριος ονομάζεται κυρίως στα χωριά της Κρήτης και ως Άη Ρούφνης. Σύμφωνα με την λαϊκή δοξασία ο Άη Ρούφνης (Άγιος Ονούφριος) ρουφά (αρνητική παρετυμολογία) τα στάχυα της νέας σοδειάς σε όσους δεν σέβονται την μνήμη του. Για τον λόγο αυτό δεν θερίζουν και δεν αλωνίζουν την ημέρα της εορτής του. Τον Άγιο Ονούφριο τιμούν ιδιαίτερα επίσης και οι κουρείς επειδή παρουσιάζεται πάντα στις εικόνες του με μακρότατη γενειάδα. Θεωρείται δε σήμερον από τον ευσεβή λαό του Θεού ως ο προστάτης των δικαστών και των δικαζομένων, γενικώτερον δε της Δικαιοσύνης.

Κατά τους τρείς πρώτους αιώνες της Εκκλησίας, αρκετά πριν την κατάπαυση των διωγμών επί Μ. Κων/νου, ενεφανίσθησαν ευσεβείς Χριστιανοί, οι οποίοι έφευγαν από τον κόσμο για να επιδοθούν, απερίσπαστοι από βιοτικές μέριμνες και κοσμικούς θορύβους, στην άσκηση και την προσευχή. Ενώ άλλοι αναχωρούσαν στην έρημο για να αναζητήσουν εκεί όχι απλώς μία ασφάλεια από τους κινδύνους ενός διεφθαρμένου πολιτισμού, αλλά την πλήρη εκείνη προσφορά της ζωής τους στο Θεό. Έτσι έχουμε την ανάπτυξη του πρώιμου ερημιτικού μοναχισμού. Τον 4ο αιώνα όμως ο Χριστιανισμός εισέρχεται σε μια νέα περίοδο της ιστορικής του πορείας. Ο διωγμός παύει, η Κωνσταντίνιος ειρήνη επικρατεί, η Εκκλησία πλέον τιμάται και προστατεύεται από το κράτος, αποκτά πλούτη, προνόμια. Αυτό έχει ως συνέπεια την εμφανή εκκοσμίκευσή της. Τότε ακριβώς το παράδειγμα των ολίγων μεμονωμένων αναχωρητών των τριών πρώτων αιώνων βρίσκει μυριάδες μιμητών. Ιδρύονται Σκήτες, Λαύρες, Κοινόβια μεγάλα και πάμπολλα. Ο μοναχισμός πλέον μεγαλύνεται, οι άγιοι πατέρες της ερήμου λάμπουν στον εκκλησιαστικό ουρανό διότι «χειρ Κυρίου ην μετ’ αυτών», και απλώνεται από την Αίγυπτο και τη Λυβίη, στο Σινά, στην Παλαιστίνη, στη Συρία, στον Όλυμπο της Βιθυνίας, στο Άγιον Όρος και σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο.
Ο Άγιος Ονούφριος στην αρχή της μοναχικής του πολιτείας εισέρχεται σε Κοινόβιον κοντά στην Ερμούπολη της Θηβαΐδος. Το Κοινοβιακό Σύστημα αποτελεί αυστηρότερη μορφή του Λαυρεωτικού και διεμορφώθη υπό του Οσίου Παχωμίου του Μεγάλου τον Δ’ αιώνα στην Αίγυπτο. Πιο συγκεκριμένα ο Άγιος Ονούφριος, πριν φύγει στην έρημο, ζούσε σε μια μεγάλη λαύρα μοναχών, ονομαζομένη Σμαούν, στην Άνω Αίγυπτο, στα όρια της Οξυρρύγχου. Εκεί ζούσαν εκατόν πενήντα μοναχοί τηρώντας την μοναστική τάξη και καθαρότητα. Εκεί ο Αββάς Ονούφριος έμαθε την καλογερική, δίπλα στους άλλους θείους γέροντες που είχαν φτάσει στην τελειότητα και ζούσαν όπως οι άγγελοι του Θεού. Εκεί άκουσε δια την ήσυχον και ερημικήν ζωήν δύο μεγάλων μορφών της Εκκλησίας μας, τον ασκητικόν και ερημικόν βίον του Προφήτου Ηλιού του Θεσβίτου και τον μιμητή αυτού Ιωάννη τον Πρόδρομο και προετοιμαστή της παρουσίας του Χριστού, ο οποίος, ως και ο Ηλίας, φέρων ασκητικόν ένδυμα και ακολουθών τον ερημικόν βίον εκήρυξε στο λαόν το βάπτισμα της μετανοίας.
Η άκτιστη Χάρη του Θεού πλημμύρισε όλη του την ύπαρξη, την ψυχή και το σώμα του, και γι’ αυτό το σκήνωμά του μετά την οσιακή του κοίμηση ευωδίαζε. «Όποιος έχει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και στην ψυχή και στο σώμα, έχει την τέλεια αγάπη. Και αν κανείς διαφυλάξει αυτήν την χάρη, θα αγιάσουν τα λείψανά του, όπως των αγίων μαρτύρων, των προφητών η των άλλων μεγάλων αγίων». Στην Ορθόδοξη Ανατολή ο μοναχικός βίος, ως μέσον της εν Χριστώ σωτηρίας, συνεδέθη από την αρχή με την ησυχία, η οποία αποτελεί τρόπο θεωρητικής ασκήσεως και η οποία αποσκοπούσε στη νήψη. Τελικό στάδιο της νήψης είναι η εν Χριστώ αληθεία, δηλαδή η πλήρης και τελεία κυριαρχία επί των παθών και η υποταγή του όλου ανθρώπου στο θέλημα του Θεού.
Ο Άγιος Ονούφριος ενθουσιασμένος δια τον ερημιτικό βίον και τον αναχωρητισμό, νέκρωσε τα επι της γης μέλη και υπομένοντας τον παγετόν της νύκτας και της ημέρας τον καύσωνα, πέτυχε της ουρανίου ζωής, βλέπων, όπως τονίζει ο υμνογράφος αυτού, το αμήχανον κάλλος του Κτίστου του. Έζησε στην έρημο 60 έτη περίπου, έχοντας ως τροφή την εγκράτειαν και ως πλούτον την πτωχείαν και την ακτημοσύνην. Ο Άγιος Ονούφριος είχεν ως ένδυμα, κατά την προτροπή του Αποστόλου Παύλου, τον Ιησού Χριστόν. Η απάθεια δεν θα πρέπει να συγχέεται με την έλλειψη πειρασμών, αλλά τουναντίον με την ισχυρή παρουσία αυτών και την πλήρη ελευθερία αντιμετωπίσεως τους.
Η μετά του Θεού ένωσις είναι μυστήριον, το οποίον τελειούται εν τοις ανθρωπίνοις προσώποις. Εν τέλειον πρόσωπον λαμβάνει εν πλήρει συνειδήσει όλας τας αποφάσεις του. Είναι ελεύθερον πάσης βίας, πάσης φυσικής ανάγκης. Όσον προοδεύει τις εις την οδόν της ενώσεως, τόσον περισσότερον συνειδητός γίνεται. Η συνείδησις αυτή εν τη πνευματική ζωή καλείται γνώσις υπό των ασκητικών Πατέρων της Ανατολής.

Το παρεκκλήσιο του Οσίου Ονουφρίου
στην ιερά Μονή Αγίου Μηνά Αιγίνης
Κάποτε, επισκέφθηκε τον όσιο Ονούφριο ο Αββάς Παφνούτιος. Οι δύο ασκητές χάρηκαν ο ένας την παρουσία του άλλου, αντήλλαξαν τις εμπειρίες τους και ενισχύθηκαν πνευματικά. Ο Θεός όμως οικονόμησε έτσι τα πράγματα ούτως ώστε η συνάντηση αυτή να συμπέση με την ώρα της «εξόδου» του οσίου Ονουφρίου και έτσι το σώμα του ενταφιάστηκε από τον αββά Παφνούτιο κάτω από τον μεγάλο φοίνικα, η δε ψυχή του «συναγάλλεται εν ουρανοίς μετά πάντων των αγίων». Θύμισε, έτσι, σε όλους τα λόγια του Αποστόλου Παύλου: «γύμναζε σεαυτόν προς ευσέβειαν». Δηλαδή, γύμναζε και συνήθιζε τον εαυτό σου στη συνεχή εξάσκηση της αγίας ζωής.
Η έρημος αποτέλεσε την πνευματική κολυμβήθρα, στην οποία οι ασκητές ήρθησαν σε δυσθεώρητα ύψη πνευματικών ανατάσεων. Το απαστράπτον φώς της θεότητος οδηγεί τον άνθρωπον εις την πνευματική γαλήνην, νηνεμία και μακαριότητα. Ο ασκητικός αγώνας είναι ουσιαστικά το πέρασμα από την «στενήν και τεθλιμμένην οδόν», που όμως γλυκαίνει και νοηματοδοτεί την ύπαρξη. Αλλά και τροφοδοτεί τον πνευματικό οργανισμό με ισχυρά αντισώματα, για να είναι σε θέση να αντέχη στα δύσκολα, να αποδιώχνη την πίκρα των λυπηρών και να βιώνη την γλυκειά χαρμολύπη. Έχει όμως και η έρημος θύελλες και καταιγίδες, έχουν ισχυρούς ανέμους τα απόκρημνα όρη, ανέμους, οι οποίοι στροβιλίζουν σώμα και πνεύμα.
Ο Άγιος Ονούφριος έμεινε λιγοθυμισμένος πάρα πολλές φορές στην έρημο, εξαντλήθηκε πολλές φορές από την πείνα, τη δίψα, τη ψύχρα της νυκτός και το λιοπύρι της μέρας. Το σώμα του ψήθηκε κάτω από τον ήλιο του ουρανού. Όταν ο Θεός είδε πως είχε υποφέρει αρκετά από τον πόλεμο αυτό, έστειλε τον άγγελο του να φροντίζει για την τροφή του και κάθε μέρα του έφερνε κάτι για να στηρίξει το σώμα του. Στον τόπο εκείνο της ερήμου που ασκήτεψε ο Αββάς Ονούφριος υπήρχε μια χουρμαδιά που έκανε δώδεκα τσαμπιά με χουρμάδες το χρόνο. Ένα μεγάλο τσαμπί χουρμάδες έπεφτε κάθε μήνα στον Άγιο. Υπήρχαν ακόμα και κάποια χορτάρια και κάποια άλλα μικροδενδρύλια των οποίων τα φύλλα είχαν μια θαυμάσια γεύση στο στόμα του που προσομοίαζε αυτή του μελιού. Όταν κάνει κανείς το θέλημα του Κυρίου, εκείνος θα λάβει πρόνοια σε οποιοδήποτε σημείο της γής και αν βρισκόμαστε. Άλλωστε είναι γραμμένο στις Αγίες Γραφές ότι «ἵνα ἀναγγείλῃ σοι, ὅτι οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ρήματι τῷ ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος» (Δευτερονόμιο Η’, 3, Κατά Ματθαίον Δ’,4). Και σε άλλο σημείο τα ιερά Ευαγγέλια γράφουν «μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα; 32 πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. 33 ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. Στ’,31-33).
Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης γράφει: «Ο κόσμος νομίζει πως οι μοναχοί είναι ανώφελο γένος. Έχουν όμως άδικο να σκέφτονται έτσι. Δεν ξέρουν πως ο μοναχός προσεύχεται για όλον τον κόσμο. Δεν βλέπουν τις προσευχές του και δεν γνωρίζουν με πόση ευσπλαχνία τις δέχεται ο Κύριος. Οι μοναχοί κάνουν μεγάλο πόλεμο με τα πάθη και γι’ αυτόν τον αγώνα τους θα είναι μεγάλοι κοντά στο Θεό».
O Άγιος Ονούφριος είχε ως τροφή της ψυχής και φωτισμό του νου του την μητέρα των αρετών την μακαρία προσευχή, ως λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος και κατά τον οποίον: «Προσευχή εστί κατά μεν την αυτής ποιότητα, συνουσία και ένωσις ανθρώπου και Θεού κατά δε την ενέργειαν … Θεού καταλλαγή (συμφιλίωσις με τον Θεόν) αμαρτημάτων ιλασμός (συγχώρησις των αμαρτημάτων), τροφή της ψυχής, φωτισμός του νου, έσοπτρον προκοπής (καθρέπτης της πνευματικής προόδου)».

Η μεγαλύτερη προσφορά των μοναχών και η μεγαλύτερη έκφραση της αγάπης των μοναχών προς όλον τον κόσμο είναι οι προσευχές τους, όπως λέει ο Άγιος Σιλουανός «ο μοναχός είναι ικέτης υπέρ όλου του κόσμου, θρηνεί για όλο τον κόσμο και σ΄ αυτό έγκειται το κύριο έργο του. Ποιος άραγε όμως τον προτρέπει να χύνει δάκρυα για όλο τον κόσμο; Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού. Αυτός παρέχει στον μοναχό την αγάπη του Αγίου Πνεύματος και από αυτή την αγάπη η καρδιά του μοναχού είναι πάντοτε περίλυπη επειδή δεν σώζονται όλοι οι άνθρωποι».
Τον πρώτο καιρό που αποτραβιέται κανείς στην έρημο, υποφέρει από την πείνα, τη δίψα, τον πόλεμο που ξεσηκώνει κατεπάνω στους αναχωρητές ο εχθρός ο ακοίμητος, γιατί ο διάβολος τους στέλνει πειρασμούς και τους πολεμά, γνωρίζοντας καλά πόσο μεγάλη τιμή και δόξα βρίσκουν από μέρους του Θεού οι αναχωρητές αυτοί, όταν αφήνουν το σώμα τους. Όταν, λοιπόν, υποφέρουν με υπομονή όλα αυτά, η βοήθεια του Θεού τους κάνει δυνατούς. Δίνει τότε ο Θεός, αγγέλους να τους φέρνουν τροφή, και έτσι ζούν μέσα στην ειρήνη και πνευματική ανάπαυση. Οι δε υπομένοντες τον Θεόν αλλάξουσιν ισχύν, πτεροφυήσουσιν ως αετοί, δραμούνται και ου κοπιάσουσι, βαδιούνται και ου πεινάσουσιν (Ησαΐας Μ’,31). Ο Κύριος δεν θα καταφρονέσει ποτέ τον ταπεινό και οι θλίψεις τους φτωχούς δεν τους γονατίζουν αιωνίως. Ο Θεός ανταποδίδει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του και τις θλίψεις που υπέφερε. Μακάριος εκείνος που εργάζεται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού σε τούτη τη γη. Οι άγγελοι θα τον υπηρετούν και θα τον προστατεύουν όσο θα βρίσκεται στη γη εν σώματι.
Ο βιογράφος του Αγίου Ονουφρίου ο Όσιος Παφνούτιος, αναφέρει ότι δύο λιοντάρια άνοιξαν τον τάφο του Αγίου στον οποίο ενταφιάσθηκε το ιερό σκήνωμά του. Ο Άγιος Παφνούτιος έθαψε τον Άγιο Ονούφριο μετά τον θάνατο του, αφού έσκισε στα δύο το δικό του φτωχό ένδυμα και περιτύλιξε με το μισό το γυμνό σώμα του Οσίου που το σκέπαζαν λευκές τρίχες και κράτησε το άλλο μισό για την κάλυψη του δικού του σώματος. Έτσι, αχίτωνας δηλαδή, αναχώρησε για την άλλη ζωή ο Άγιος Ονούφριος, όχι απλώς τηρώντας αλλά και ξεπερνώντας την εντολή του Κυρίου «ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μὴ ἔχοντι, καὶ ὁ ἔχων βρώματα ὁμοίως ποιείτω» (Λουκ. Γ’,11), αφού γυμνός βρέθηκε στο τέλος της ζωής του. Καὶ τὴν ἑνὸς χιτῶνος ἐντολήν, Πάτερ, Ὑπερβέβηκας, γυμνητεύσας εἰς τέλος. Δωδεκάτῃ ἀχίτωνα Ὀνούφριον ἐκ βίου ἦραν λέει το επιγραμματικό εγκωμιαστικό δίστιχο του Συναξαρίου. Όπως μαρτυρείται και στον κοντάκιο του, ο Άγιος Ονούφριος δέχτηκε μέσα στην καρδιά του το νοητό και ουράνιο φως και αποδείχτηκε δοχείο της άφθαρτης Τριαδικής Θεότητας και τώρα έχει συναριθμηθεί με τους Αγγέλους και ψάλλει δυνατά το δοξολογικό ύμνο Αλληλούια.
O Άγιος Ονούφριος έγινε συνόμιλος των αγγέλων ή καλύτερα άγγελος επίγειος και τούτο διότι εζήλωσε την πολιτείαν των μεγάλων της Εκκλησίας Αγίων αυτής αναχωρητών Ιωάννου του Προδρόμου και Ηλιού του Θεσβίτου, γενόμενος ούτω μιμητής αυτών. Ο Άγιος Ονούφριος ετελεύτησε την εδώ βιοτήν του την 12η Ιουνίου, ημέραν κατά την οποία η Ορθόδοξος Εκκλησία μας τιμά και γεραίρει τη μνήμη του μαζί με τη μνήμη του Οσίου Πατρός Πέτρου του εν τω Άθω. Η μνήμη του οσίου Ονουφρίου του Αιγυπτίου συμπίπτει κατά μεν το παλαιό ημερολόγιο (ακουλουθείται από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το Άγιον Όρος, τη Ρωσική Εκκλησία κ.λπ.) από του Σαββάτου των ψυχών μέχρι της Παρασκευής της Ε’ εβδομάδος Ματθαίου.

Το ξωκκλήσι του Οσίου Ονουφρίου στον Μαχαιρά (Κύπρος)
«Ἤσκησας θεαρέστως καὶ τὸν καύσωνα θέρους ὁμοῦ σὺν τοῦ χειμῶνος τῶ ψύχει καθυπέμεινας ὁ ὢν γυμνὸς θεϊκῆ ἰσχύϊ, ἀσκητὰ ἔνθεε, Ὀνούφριε, ὡς ἄσαρκος διό σοι ἐκβοῶμεν πόθῳ
Χαῖρε, τὸ καύχημα τῆς ἐρήμου
χαῖρε, ὑπόδειγμα βίου θείου.
Χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ ὀπαδὸς γνησιώτατος
χαῖρε, τοῦ ἐχθροῦ ὀλετὴρ ὁ δριμύτατος.
Χαῖρε, γνώμων ὁ εὐθύτατος τῆς μονήρους βιοτῆς
χαῖρε, νόμων εὐπειθέστατος τηρητὴς τῆς ἀρετῆς.
Χαῖρε, ὅτι ἐδείχθης γεηρῶν ὑπερόπτης
χαῖρε, ὅτι ἐφάνης οὐρανίων ἐπόπτης.
Χαῖρε, θριξὶν ὁ μόνον σκεπόμενος
χαῖρε, πηγὴ χαρίτων πολύκρουνος.
Χαῖρε, πιστῶν τὸ θεόσδοτον ἕρκος
χαῖρε, σοφῶν δυσαντίβλεπτον ὄρος.
Χαίροις, μάκαρ Ὀνούφριε.
Ὀνούφριε μακάριε, προσπίπτοντά με οἴκτειρον, δέομαί σου, καὶ τὰ ὄμματα σοφέ, φώτισον τῆς ψυχῆς μου, καθαρῶς ὅπως βλέψω, τὀν φωτοδότην καὶ οἰκτίρμονα.
Φῶς, Ὀνούφριε, θεῖον λαβών, σεπτὲ ὅσιε, ἔνδον ἐν καρδίᾳ σου ὤφθης ὅλος φωτόμορφος διὸ καὶ χάριν ἡμῶν τὴν σκοτομίνην ἀπείληφας καὶ πάσης θλίψεως.
Οἵρμος γαληνὸς ἴσθι πάντων τῶν τιμώντων σε ἐν τοῖς κλύδωσι τοῦ βίου, θαυμαστὲ ἐρημῖτα τῆς Νειλώας γῆς, Ὀνούφριε.
Ὁδήγησον πρὸς θελημάτων ἐκπλήρωσιν τοῦ Ὑψίστου τοὺς προστρέχοντας εὐλαβῶς τῆ θείᾳ σου χάριτι, Ὀνούφριε, ἄγγελε τῆς ἐρήμου.
Ζόφωσιν συναφείας χοϊκῆς ἀποῤῥίψας, Ὀνούφριε, καὶ τοῦ πονηροῦ πειρασμοὺς Ἀγγέλλων φωταυγῶν πέφηνας συνόμιλος διόπερ σε γεραίροντες τρανῶς βοῶμεν.
Ὀνούφριε, ὅσιε ἀσκητά ὁ ἐν τῆ ἐρήμῳ ὑπομείνας τὸν παγετὸν νυκτὸς καὶ τὸν καύσωνα ἡμέρας διὰ Χριστόν, ἴθυνόν με πρὸς θέωσιν».
Ο Άγιος Ονούφριος συνομιλούσε με το βρέφος Ιησού

Υπάρχει ένα θαυμαστό γεγονός από τη ζωή του Αγίου Ονουφρίου, τον οποίο εορτάζει η εκκλησία μας στις 12 Ιουνίου. Όταν ήταν πολύ μικρός και ζούσε στο Κοινόβιο, συνέβη το εξής: Ως μικρός που ήταν, έτρωγε συχνότερα από τους άλλους πατέρες. Όταν πεινούσε, έτρεχε στον τραπεζάρη και του ζητούσε ψωμί, ελιές, φρούτα. Κάποτε όμως ο τραπεζάρης πρόσεξε ότι έπαιρνε συχνότερα ψωμί και εξαφανιζόταν. «Κάποιο ζωάκι θα ταΐζει», σκέφτηκε. Αυτό συνεχίστηκε για καμιά εβδομάδα. «Ας πάω να δω», είπε μέσα του ο τραπεζάρης, «πού τα πηγαίνει αυτά που του δίνω». Πράγματι, τον παρακολούθησε και τον είδε να μπαίνει στο Καθολικό της Μονής και να κλείνει πίσω του την πόρτα. Έτρεξε γρήγορα στο παράθυρο και μ’ αυτά που είδε, γούρλωσαν τα μάτια του. Ο μικρός κουβέντιαζε με το βρέφος Ιησού, που ευρίσκετο στην αγκαλιά της Θεοτόκου, στην εικόνα του Τέμπλου!
«Σου έφερα και σήμερα ψωμάκι», έλεγε στον Χριστούλη, «μια και δε Σε ταΐζει κανείς …ούτε και η μαμά Σου …». Και άπλωσε το χέρι και Του έδωσε μια φέτα ψωμί. Και ο Κύριος Ιησούς Χριστός, που ήταν μικρό παιδάκι στην ιερή εικόνα, άπλωσε το χεράκι, πήρε το ψωμί και όπως μάζεψε το χεράκι του μαζί με το ψωμάκι, εξαφανίστηκε το ψωμί μέσα στην εικόνα. Ευθύς αμέσως ο τραπεζάρης, με την ψυχή γεμάτη έκπληξη και δέος, έτρεξε στον Ηγούμενο της Μονής και του διηγήθηκε τι συνέβη. Τότε ο Ηγούμενος του έδωσε εντολή να μην δώσουν του παιδιού καθόλου ψωμί, αλλ’ όταν παρακλητικά θα ζητούσε, να του λέγουν: «Να πας να ζητήσεις και να σου δώσει ψωμί Εκείνος, τον οποίον μέχρι χθες εσύ τάιζες».
Την επομένη ημέρα, βλέποντας ο μικρός Ονούφριος ότι δεν του δίδουν ψωμί και τον στέλνουν να ζητήσει από Εκείνον, που μέχρι τότε έτρεφε, έτρεξε αμέσως στην Εκκλησία και πηγαίνοντας μπροστά στην εικόνα είπε στον Χριστούλη: «Χριστούλη μου, δεν μου δίνουν ψωμάκι και μου είπαν να Σου πω να μου δώσεις από το δικό Σου. Τώρα, που θα το βρεις Εσύ, δεν ξέρω!». Και ω του θαύματος! άπλωσε το μικρό Του χεράκι το βρέφος Ιησούς από την αγκάλη της Παναγίας Μητρός Του, και του έδωσε ένα τεράστιο ψωμί, τόσο μεγάλο, που δεν μπορούσε να το σηκώσει! Μοσχομύριζε δε τόσο πολύ, που το ουράνιο αυτό άρωμα απλώθηκε όχι μόνο μέσα στον Ναό, αλλά και σ’ όλο το μοναστήρι και στον γύρω τόπο. Έκπληκτοι και έκθαμβοι οι μοναχοί από τα γενόμενα, είδαν τον πενταετή Ονούφριο να βγάζει τον τεράστιο αυτό άρτο έξω, μετά πολλού κόπου. Έτρεξαν δύο μοναχοί να βοηθήσουν, αλλ’ ήταν πολύ βαρύς! Για πολλές ημέρες έτρωγαν, έτρωγαν, χόρταιναν, αλλ’ ο ουράνιος άρτος ήταν και παρέμενε αδαπάνητος. Είναι αυτό, που λέγει η Εκκλησία μας στη Θεία Λατρεία: «Ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος».
Από τότε ευλαβούντο πολύ τον μικρό Ονούφριο, διότι εγνώριζαν πλέον ότι με την αύξηση της ηλικίας του θα αυξάνετο και η αγιότης του. Θα εγίνετο ένας μεγάλος Άγιος όπως και έγινε. Από τέτοιον όμοιο ουράνιο άρτο ετρέφετο ο Άγιος Ονούφριος, όταν για εξήντα ολόκληρα χρόνια ζούσε στην έρημο.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) (Ἦχος α’ – Τῆς ἐρήμου πολίτης)
Τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐν σαρκὶ μιμησάμενοι, ὤφθητε ἐρήμου πολίται, καὶ χαρίτων κειμήλια, Ὀνούφριε Αἰγύπτου καλλονή, καὶ Πέτρε τῶν ἐν Ἄθῳ ὁ φωστήρ· διὰ τοῦτο τοὺς ἀγῶνας ὑμῶν ἀεί, τιμῶμεν ἀναμέλποντες· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι’ ὑμῶν πάσιν ἰάματα.
Έτερον Ἀπολυτίκιον (Ἦχος α’ – Τοῦ λίθου σφαγισθέντος)
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Ονούφριε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον (Ἦχος πλ. δ’ – Πίστιν Χριστοῦ)
Φῶς νοητὸν καὶ οὐράνιον, Πέτρε λαβὼν ἐν καρδίᾳ σου, τῆς ἀκηράτου Τριάδος δοχεῖον ὤφθης λαμπρότατον, καὶ χάριν τῶν θαυμάτων ἀπείληφας, κραυγάζων, Ἀλληλούϊα.
Πηγές: Πρωτοπρεσβ. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου, «Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία», εκδ. ιδιωτική, 2018, saint.gr, analogion.gr