Ο Άγιος νεομάρτυρας Χριστόδουλος εκ Κασσανδρείας Χαλκιδικής

Ο Άγιος Χριστόδουλος καταγόταν από τη Βάλτα της Κασσάνδρας Χαλκιδικής, τη σημερινή Κασσανδρεία. Από μικρό παιδί πήγε στη Θεσσαλονίκη και έμαθε τη δουλειά του αμπατζή, ήταν δηλαδή κατασκευαστής ενδυμάτων από χοντρό μάλλινο ύφασμα. Πήγαινε με τους άλλους αμπατζήδες σε διάφορα περιοχές για εργασία και πάλι επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη. Κάποτε, όταν βρέθηκε σε κάποιο ταξίδι στη Χίο, αγόρασε έναν ξύλινο σταυρό. Τον έδωσε σ’ έναν αγιογράφο, τον ζωγράφισε και τον πήγε στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, διότι ο καντηλανάφτης ήταν φίλος του.

Εκείνες τις ημέρες έτυχε να εξισλαμίζεται ένας Βούλγαρος. Το έμαθε ο Άγιος και πικράθηκε για την απώλεια αυτής της ψυχής. Αποφάσισε τότε στον λογισμό του να μαρτυρήσει. Κάθισε λοιπόν, χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν και έγραψε όλα του τα αμαρτήματα εκ νεότητός του, πήρε τον σταυρό του και πήγε στον πνευματικό. Έδωσε στον πνευματικό να κρατάει τον σταυρό και εκείνος διάβασε την εξομολόγησή του. Την άλλη μέρα πήγε στον φίλο του τον καντηλανάφτη και του λέγει πως είχε ξεχάσει κάποιες αμαρτίες και θα πάει ξανά στον πνευματικό. Αφού εξομολογήθηκε έμεινε στον φίλο του. Την άλλη μέρα σηκώθηκε νωρίς, πριν τον νεωκόρο, άνοιξε την εκκλησία, άναψε τα καντήλια και έμεινε στον όρθρο και στη θεία Λειτουργία. Λέει του φίλου του, του νεωκόρου: «Φέρε μου τον σταυρό». «Τι τον θέλεις;», του λέει εκείνος. «Τον θέλει ο ζωγράφος για να ζωγραφίσει έναν παρόμοιο για κάποιον άλλο», απάντησε ο Χριστόδουλος. Πήρε τον σταυρό, πήγε στο εργαστήριο και καθόταν κι έραβε.

Όταν άκουσε να χτυπούν τα τύμπανα για την περιτομή του Βούλγαρου, σηκώθηκε, άφησε τα μαχαίρια που είχε στη ζώνη του στο εργαστήριο και με τον σταυρό στο χέρι πήγε κατ’ ευθείαν στον καφενέ, όπου θα γινόταν η περιτομή, πλησίασε τον αρνησίθρησκο και του έλεγε: «Τι έπαθες, αδελφέ; Να η πίστη μας, να ο Χριστός που σταυρώθηκε για χάρη μας και συ, γιατί αφήνεις τον Χριστό, τον σωτήρα σου και γίνεσαι τούρκος;». Εκείνος ούτε που ήθελε να τον ακούσει. Ο Άγιος τότε τον πλησίασε και του έδινε τον σταυρό να τον φιλήσει, λέγοντάς του: «Φίλησε, αδελφέ μου, τον σταυρό του Κυρίου μας». Εκείνος ούτε που τον πρόσεχε.

Το προσκυνητάρι του Αγίου Χριστόδουλου στο σημείο του μαρτυρίου του

Οι γενίτσαροι τον έδιωξαν, όμως ο Άγιος δεν φοβήθηκε και τους λέει: «Εγώ μ’ εσάς δεν έχω τίποτε, αλλά με τούτον τον αδελφό μου, που θέλει να γίνει τούρκος». Και πάλι τον παρακινούσε να μην τουρκίσει. Τότε οι γενίτσαροι τον έδειραν και τον χτύπησαν με τα μαχαίρια τους στον λαιμό και στο κεφάλι, τόσο που το αίμα έτρεχε σαν βρύση, τον έδεσαν και τον πήγαν σηκωτό στον επικεφαλής των γενιτσάρων ενώ κρατούσε πάντα τον σταυρό στα χέρια του. Από κει τον πήγαν στον κριτή.

Ο Ι.Ν. Αγίου Μηνά Θεσσαλονίκης, τόπος μαρτυρίου του Αγίου Χριστόδουλου

«Ποιος σ’ έστειλε να κάνεις αυτό το πράγμα;», τον ρώτησε ο δικαστής. «Κανένας δεν μ’ έστειλε, αλλ’ ο Χριστός». «Άστα αυτά», του λέει ο δικαστής, «και γίνου Τούρκος». «Να γίνεις εσύ Χριστιανός», του απάντησε ο Άγιος. Ο κριτής διέταξε να τον δείρουν. Οι γενίτσαροι όμως επέμεναν και έλεγαν μάλιστα ότι, αν δεν τον καταδικάσει σε θάνατο, θα τον κόψουν κομματάκια μέσα στο δικαστήριο. Επειδή ο κριτής φοβήθηκε, τους τον παρέδωσε να τον πάνε στον μουσελίμη. Τον έδεσαν μ’ ένα σκοινί από τον λαιμό και τον τραβούσαν σαν αρνί του Χριστού για τον μουσελίμη. Αυτός τον ρώτησε τα ίδια και επειδή ο Άγιος έδωσε την ίδια απάντηση, διέταξε να τον χτυπήσουν στα πόδια με διακόσιες τέσσερις ξυλιές. Το αίμα κοκκίνιζε τη γη…

Στις 27 Ιουλίου του έτους 1777 τον απαγχόνισαν στην Πύλη της εκκλησίας του Αγίου Μηνά στη Θεσσαλονίκη. Οι Χριστιανοί πλήρωσαν εξακόσια γρόσια, τον ξεκρέμασαν και τον ενταφίασαν με τιμή. Πλήθος θαυμάτων ακολούθησαν. Ακόμα και το σκοινί που τον κρέμασαν και το πουκάμισό του θαυματουργούσαν. Το μαρτύριο του αγίου νεομάρτυρα Χριστοδούλου κατέγραψε στο Νέον Μαρτυρολόγιον ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.

Ο ιερός ναός Αγίου νεομάρτυρα Χριστοδούλου στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής

Πηγή: antexoume.wordpress.com

Σχολιάστε