Το Ολοκαύτωμα της Νάουσας (22 Απριλίου 1822)

Νάουσα, πόλη ηρωική, κτισμένη σ’ ένα ψηλό αντέρεισμα του Ανατολικού Βερμίου, σχηματισμένο από το άνοιγμα δύο άγριων φαραγγιών που χαμηλώνουν απότομα προς τον κάμπο της Ημαθίας, στα σύνορα Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας. Στεριώνει τις πλάτες της στο δασωμένο Βέρμιο, ενώ μπροστά της απλώνονται καταπράσινες πλαγιές και κάμπος γεμάτος αμπέλια, ροδακινιές και μηλιές. Δεξιά και αριστερά της πόλης κυλούν με βρόντο σκουρόχρωμα νερά που έχουν τις φλέβες τους στην καρδιά του Βερμίου.

Είναι άραγε νέα, όπως τη θέλει η ιστορία, η ίδρυση της πόλης στα τέλη του 14ου αιώνα, ή παλιά, όπως δείχνουν τα Σπήλαια της Σχολής του Αριστοτέλη και τα απομεινάρια ιερού στις διπλανές πηγές, οι τάφοι και τα ερείπια των αρχαίων Μακεδόνων που ξεθάβονται στα θεμέλιά της και όπως το βροντοφωνάζουν τα νερά της Αραπίτσας που χρόνια ολόκληρα ρέουν ασταμάτητα ποτίζοντας τις πανάρχαιες ρίζες της; Είναι μαζί παλαιά και νέα η Νάουσα. Είναι η μοίρα μας, είναι η μοίρα της Ελλάδας και του Έλληνα.

Οι παλιότεροι περιηγητές που πέρασαν από τη Νάουσα στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά και οι σημερινοί επισκέπτες γοητεύονται από τις φυσικές ομορφιές του τοπίου και τη φιλόξενη διάθεση των Ναουσαίων και κάποιοι απορούν: πώς ήταν δυνατόν μια τέτοια πόλη, προικισμένη από τη φύση, δουλεμένη από τους κατοίκους, πλούσια, όμορφη, σχεδόν ημιανεξάρτητη, με τόσα προνόμια δοσμένα από τη βαλιντέ Σουλτάνα, να ξεσηκωθεί και να μπει στον αγώνα κατά των Τούρκων θυσιάζοντας τα πλούτη της και την ευημερία της; «Ελεύθερη Μητρόπολη των Χριστιανών της πέραν του Αξιού Μακεδονίας», την αποκαλεί ο Γάλλος περιηγητής και ιστοριογράφος Πουκεβίλ.

Ο καταρράκτης της Αραπίτσας στη Νάουσα

Κι όμως η Νάουσα ξεσηκώθηκε σύσσωμη τον Φεβρουάριο του 1822. Με επικεφαλής εκλεκτά τέκνα του, ο λαός της θεώρησε χρέος του να πάρει μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα που είχε ήδη αρχίσει και βρισκόταν σε εξέλιξη στη νότια Ελλάδα. Άλλωστε δεν θα ήταν η πρώτη φορά, αφού μερικά χρόνια πριν, στα 1795, οι Ναουσαίοι είχαν αποκρούσει τρεις πολιορκίες του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος έφτασε στο σημείο να πει: «Τα Γιάννενα με γέρασαν κι η Νάουσα θα με πεθάνει».

Μυημένοι από νωρίς οι πρόκριτοι του τόπου στη Φιλική Εταιρεία, έχοντας παράδοση οι κάτοικοι στην οπλουργία και στην πολεμική τέχνη, πλαισιωμένοι από αρματωλούς και κλέφτες του Βερμίου, με αρχηγούς μεγάλες μορφές, όπως ο Ζαφειράκης Λογοθέτης, ο Αναστάσιος Καρατάσος (Γεροκαρατάσος) και ο Αγγελής Γάτσος από την Έδεσσα, αποφασίζουν να μπουν στην επανάσταση, στις 3 Μαρτίου 1822. Η σημαία της λευτεριάς με το χρυσοκέντητο αναγεννώμενο φοίνικα ξεδιπλώνεται στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Δημητρίου και τα συγκεντρωμένα πλήθη μαγνητίζονται από τα λόγια του άρχοντα Ζαφειράκη. Μέσα σε φρενίτιδα ενθουσιασμού και με τις ευλογίες του αρχιμανδρίτη Γρηγορίου δίνουν όρκο πίστης για «Λευτεριά ή Θάνατο».

Οι τρεις οπλαρχηγοί – υπερασπιστές της Νάουσας: Ζαφειράκης Λογοθέτης, Αγγελής Γάτσος και Αναστάσιος Καρατάσος

Κι ο αγώνας αρχίζει. Εξοντώνουν τον κατή Αβδούλ Βεχάπ και την Τούρκικη φρουρά της πόλης, εκλέγουν πολιτικό αρχηγό το Ζαφειράκη και διορίζουν γενικό στρατιωτικό αρχηγό της επανάστασης τον Γερο-Καρατάσο. Η πρώτη επίθεση των επαναστατημένων Ναουσαίων γίνεται κατά της Βέροιας. Η Τούρκικη φρουρά τρομοκρατημένη φεύγει, αλλά οι Έλληνες δεν μπαίνουν στην πόλη, επειδή μαθαίνουν ότι φθάνει Τούρκικο σώμα από τη Θεσσαλονίκη. Γυρίζουν στη Νάουσα, αποφασισμένοι να αντιμετωπίσουν με όλες τους τις δυνάμεις τα στρατεύματα του Βαλή της Θεσσαλονίκης Εμπού Λουμπούτ. Ο Γάτσος πιάνει ένα πυκνό δάσος έξω από την πόλη, κοντά στο Αρκουδοχώρι. Ο Καρατάσος οχυρώνεται στη μονή της Παναγίας του Δοβρά και ο Ζαφειράκης με τους υπαρχηγούς του Τσιάμη Καρατάσο, Φίλιππο Θεοδοσίου, Γιαννάκη Καρατάσο και Ζώτο αναλαμβάνουν την άμυνα της πόλης.

Το ημερολόγιο της αντίστασης

12 Μαρτίου 1822: Ο Κεχαγιάμπεης του Εμπού Λουμπούτ χτυπά με τα ασκέρια του το μοναστήρι της Παναγίας του Δοβρά. Η επίθεση αντιμετωπίζεται ηρωικά από τα παλικάρια του Γεροκαρατάσου και ο Κεχαγιάμπεης υποχωρεί ηττημένος.

16 Μαρτίου 1822: Αγανακτισμένος ο Εμπού Λουμπούτ αναλαμβάνει ο ίδιος την πολιορκία της Νάουσας. Επιτίθεται επανειλημμένα κατά της πόλης, αλλ’ οι προσπάθειές του δεν καρποφορούν. Βλέποντας ότι το πάρσιμο της πόλης ήταν πολύ δύσκολο και αναλογιζόμενος τις δικές του απώλειες, προτείνει στον Ζαφειράκη και στους Ναουσαίους να του παραδώσουν την πόλη τάζοντάς τους αμνηστία και πλούτη. Οι Ναουσαίοι αρνούνται. «Μπέσα στους Αγαρινούς δεν δίνουμε. Ή θα λευτερωθούμε ή θα πεθάνουμε», ήταν η απάντησή τους.

Οι επιθέσεις των Τούρκων γίνονται τώρα ακόμα πιο ορμητικές. Το μαντάτο έφτασε από την Υψηλή Πύλη σταλμένο από το Σουλτάνο: «Να μην μείνει πέτρα στην πέτρα και πετεινού λαλιά να μην ακουστεί πια στις ματωμένες όχθες της Αραπίτσας». Και η πολιορκία συνεχίζεται. Μα η Νάουσα βαστάει. Όμως ως πότε; Οι άντρες αραιώνουν, τα πολεμοφόδια σώζονται, τα καριοφίλια αχρηστεύονται, τα τρόφιμα τελειώνουν κι ελπίδα για βοήθεια από πουθενά. Κι ο εχθρός πολυάριθμος κι έχει ρίξει στη μάχη και κανόνια.

18 Απριλίου 1822: Πατιέται η πύλη του Αγίου Γεωργίου. Μανιασμένοι οι Τούρκοι ορμούν στην πόλη σκορπίζοντας παντού τον όλεθρο και την καταστροφή. Οι ηρωισμοί όμως των Ναουσαίων δεν σταματούν. Κάθε σπίτι γίνεται ταμπούρι, κάθε πέτρα όπλο. Αντιστέκονται στον ναό του Αγίου Δημητρίου ο Βαρβαρέσης με τους Σιουγγαρέους υπερασπιζόμενοι τα γυναικόπαιδα στην εκκλησία, μα πέφτουν όλοι νεκροί. Οχυρώνονται οι οπλαρχηγοί Ζώτος, Τσιούπης και Κωτούλας Καρατάσος σ’ ένα μεγάλο σπίτι και προσπαθούν να αναχαιτίσουν το τούρκικο ασκέρι. Αλλά οι δυνάμεις λιγοστές. Ακολουθεί ηρωική έξοδος και τέλος φωτιά στην πυριτιδαποθήκη. Ολοκαύτωμα, σαν εκείνο του Καψάλη και του Γιωργάκη Ολύμπιου. Ο πύργος του Ζαφειράκη, όπου είχαν μαζευτεί πάνω από 500 γυναικόπαιδα και 400 παλικάρια αντιστέκεται ακόμα. Μάταια; ποιος ξέρει!

21 Απριλίου 1822: Αποφασίζουν ηρωική έξοδο και εξαπατώντας τους Τούρκους κατορθώνουν να διασώσουν μερικά γυναικόπαιδα και να τα οδηγήσουν στον άγιο Νικόλαο. Οι Τούρκοι μπαίνουν στον πύργο και κατασφάζουν τους εναπομείναντες υπερασπιστές του, παίρνοντας ομήρους τις οικογένειες των οπλαρχηγών και πολλά γυναικόπαιδα. Οι μάχες συνεχίζονται μέρα – νύχτα στους δρόμους, στα καλντερίμια, στις όχθες της Αραπίτσας.

Ας δούμε ένα σύντομο ιστορικό της εξέγερσης των Ναουσαίων και του ολοκαυτώματος και ακολούθως τα απίστευτα μαρτύρια αλλά και την ακλόνητη πίστη των 2.000 ανδρών, γυναικών και παιδιών, μέσα από συγκλονιστικές μαρτυρίες ιστορικών της εποχής.

Η Πύλη του Αγίου Γεωργίου από όπου, τον Απρίλιο του 1822, μπήκαν οι Τούρκοι στη Νάουσα

Το ιστορικό της σφαγής

Η Νάουσα στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης ήταν μια ευημερούσα πόλη. Απολάμβανε ειδικά προνόμια, ως πόλη αφιερωμένη από τους οθωμανούς στη «βαλιντέ σουλτάνα» (βασιλομήτωρα). Παρ’ όλα αυτά, ο λαός της θα ξεσηκωθεί ενάντια στον τούρκο κατακτητή τον Φεβρουάριο του 1822, με ηγετικές μορφές τον Ζαφειράκη Λογοθέτη, τον Αναστάσιο Καρατάσο και τον Αγγελή Γάτσο.

Εναντίον της εξεγερμένης Νάουσας εκστρατεύει ο διοικητής της Θεσσαλονίκης Mεχμέτ Eμίν πασάς, γνωστός και ως Αμπντούλ Eμπού Λουμπούτ (ο ροπαλοφόρος), με 15.000 στρατιώτες και 12 κανόνια. Το εκστρατευτικό σώμα το ακολουθούσαν και 600 Εβραίοι, οι οποίοι είχαν πληρώσει τους Τούρκους για την απόκτηση των δικαιωμάτων στους σκλάβους και την πώλησή τους στα σκλαβοπάζαρα της εποχής. Στη Νάουσα καταφθάνουν τότε και περί τις 5.000 χιλιάδες χριστιανικές οικογένειες των γύρω περιοχών για να προστατευτούν από την επερχόμενη καταστροφή. Οι όροι όμως είναι άνισοι. Έπειτα από ολιγοήμερη αντίσταση περίπου 400 αγωνιστών και υπερασπιστών της, η πόλη πέφτει στα χέρια των Οθωμανών, στις 22 Απριλίου 1822.

Το μνημείο των γυναικών της Νάουσας στους Στουμπάνους και η αναπαράσταση της θυσίας τους στους καταρράκτες της Αραπίτσας

Οι αγριότητες

Στις 18 Απριλίου 1822 μανιασμένοι οι Τούρκοι ορμούν στην πόλη από την Πύλη του Αγίου Γεωργίου, σκορπίζοντας παντού τον όλεθρο και την καταστροφή. Ακολουθούν σκηνές αλλοφροσύνης. Η πόλη επί πέντε ημέρες γίνεται πεδίο σφαγών και λεηλασιών. Κάηκαν τα σπίτια, γκρεμίστηκαν τα τείχη, χαλάστηκε η γη, οι κάτοικοι εξανδραποδίστηκαν, οι περιουσίες δημεύτηκαν. Πέρασε ο τύραννος και τα ρήμαξε όλα. Έτσι τουλάχιστον νόμισε, όπως νομίζει κάθε άμυαλος χαλαστής. Μαζί με τη Νάουσα περίπου 120 χωριά πυρπολήθηκαν. Ο αριθμός των θυμάτων υπολογίζεται, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, έως περίπου 5.000, ενώ άλλοι τόσοι (κυρίως γυναικόπαιδα) αιχμαλωτίστηκαν για να πάρουν τον δρόμο των σκλαβοπάζαρων. Σε έγγραφό του ο ίδιος ο Λουμπούτ πιστοποιεί τις βαρβαρότητες και αναφέρει ότι σφαγιάσθηκαν ή απαγχονίστηκαν όλοι οι άντρες αιχμάλωτοι και πουλήθηκαν ως σκλάβοι οι γυναίκες και τα παιδιά τους.

Όταν ο Εμπού Λουμπούτ έγινε απόλυτος κυρίαρχος της πόλης των Ναουσαίων, ακολούθησαν φρικιαστικές σκηνές. Ο ίδιος έδωσε την εξουσία στους στρατιώτες του να οργιάσουν. «Ανήμερο θηρίο, εξωμότης χριστιανός, παπαδογιός Γιουρτζής, με αδελφό καλόγερο στην αγιορειτική Μονή των Ιβήρων, αυτός ο άγριος ροπαλοφόρος, ο Λουμπούτ πασάς εξόντωσε πολλούς αγιορείτες σεπτούς πατέρες, που ήδη οι μετάνοιές τους τους τιμούν ως νεομάρτυρες, γιατί σφάχτηκαν στην αγία υπακοή, στα Μετόχια της Καλαμαριάς και της Χαλκιδικής …», όπως τον περιγράφει  χαρακτηριστικά  ο Αρχιμ. Πορφύριος, Ηγούμενος της Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Βέροιας.

«Ακολούθησαν αποτρόπαιες σκηνές: Παρθένες ατιμάζονται μπροστά στους γονείς τους. Κρεμούνται οι γυναίκες από τα κλαδιά των πλατάνων. Στα πόδια τους κρεμούν και τα παιδιά τους και από κάτω βάζουν φωτιά, λέγοντας ειρωνικά: “Πηγαίνετε τώρα, μάρτυρες του Χριστού, να συναντήσετε τα παιδιά σας κοντά στον Χριστό”. Κόβονται στη μέση τα νήπια, αρπάζοντάς τα από την αγκαλιά της μητέρας τους. Σχίζονται οι κοιλιές των εγκύων, για να δουν, αν το παιδί είναι αγόρι ή κορίτσι. Κάποιος εξωμότης κτίζει ζωντανή στον τοίχο μία γυναίκα: Ήταν η μητέρα του!

Συγκλονιστική είναι η περίπτωσι των 13 Ναουσαίων γυναικών, οι οποίες για να μην ατιμασθούν και να μη γίνουν γενίτσαροι τα παιδιά τους, μαζί με αυτά προτίμησαν τη χαράδρα και τους καταρράκτες της Αραπίτσας, στη θέση “Στουμπάνοι”, που κατέληγε στη λίμνη του Παλαιοπύργου και έκτοτε ονομάστηκε “Μαύρο Νερό” ή “Μαύρη Λίμνη”. Έτσι έκανε και η αγία Δομνίνη (εορτάζει 4 Οκτωβρίου), η οποία πρώτα βύθισε τις θυγατέρες της στα νερά του ποταμού της Ιεραπόλεως, για να μη ατιμασθούν από τους στρατιώτες, που τις είχαν συλλάβει και, κατόπιν, καταβυθίστηκε και η ίδια».[1]

Οι ορμητικοί καταρράκτες της Αραπίτσας, τόπος θυσίας των γυναικών της Νάουσας στις 22 Απριλίου 1822

Περιγράφοντας τη σκηνή της μεγάλης θυσίας των γυναικών, η Θάλεια Σαμαρά αναφέρει: «Αλαφιασμένες 13 νέες κοπέλες και μανούλες με μωρά στην αγκαλιά, μέσα απ’ τα χαλάσματα και τους καπνούς, τρέχουν προς τις ακρινές συνοικίες της πόλης με μια απεγνωσμένη κραυγή στο στόμα “στο βουνό, να σωθούμε!” Βγαίνουν στην εξοχή, σταματούν, η ανάσα κόβεται, τα πόδια τρέμουν, τα μωρά βαραίνουν στις αγκαλιές, μα η ελπίδα τους δίνει φτερά. Κοντεύουν στο γιοφύρι της Αραπίτσας, στους Στουμπάνους, ίσως προλάβουν να σωθούν. Μα από μακριά ακούγεται σάλαγος, χλαλοή, ξεκαθαρίζει ποδοβολητό αλόγων, φωνές και βρισιές. Οι Τούρκοι, Αχ Παναγιά μου! θα τις προλάβουν. Κι ύστερα ξέρουν τι τις περιμένει, ατίμωση και το σκλαβοπάζαρο. Η σκέψη τις τρελαίνει, πνίγονται. Ανασασμός μόνον ο θάνατος. Για μια στιγμή χαμένες, σταματάνε. Κάτω απ’ τα πόδια τους με βουητό πέφτουν τα αφρισμένα νερά της Αραπίτσας. Είναι τα νερά τους. Από μικρές ο ήχος τους τις νανούριζε, τις συντρόφευε σε όλες τις ώρες της ζωής τους, είναι κατάδικά τους, αγαπημένα, κι ο θάνατος εδώ στην αφρισμένη τους δίνη θα ‘ναι γλυκός λυτρωμός. Και ο χορός ξεκινά. Η πρώτη κοπέλα πέφτει και ακολουθούν κι άλλη, κι άλλη, σφίγγοντας στον κόρφο τους τα βρέφη και ζητώντας συγχώρεση απ’ αυτά. Ο απανωτός γδούπος των κορμιών δένεται με τη βουή του καταρράχτη. Ο πόνος, ο λυγμός και το παράπονο πνίγεται, σβήνει στους αφρούς, μα ψηλά στον αέρα ανεβαίνουν ανάλαφρες οι ψυχές. Επιτέλους λεύτερες!».

Στη σφαγή χιλιάδων κατοίκων της πόλης εκτός από τους Τούρκους συνέβαλαν και μάλιστα με πολλή αγριότητα, και οι Εβραίοι. Χαρακτηριστικά, ο Σπυρίδων Τρικούπης αναφέρει: «Πάμπολλοι δε Εβραίοι ένοπλοι και πολύδιψοι χριστιανικού αίματος παρηκολούθουν τον τουρκικόν στρατόν ως εκούσιοι δήμιοι. Ούτοι έλκοντες έξω της πόλεως τους χριστιανούς τους ερροπάλιζαν κατακέφαλα, και πίπτοντας κατά γης τους έσφαζαν ως βόας».

Οι 1.241 Μάρτυρες στην περιοχή «Κιόσκι»

Ο Αμπντούλ Εμπού όμως είχε μεριμνήσει και για το δώρο του σουλτάνου, αλλά και για τη δική του διασκέδαση. Έτσι συγκέντρωσε εν μέσω των στρατιωτών του περίπου 1.500 αιχμάλωτους, άνδρες και γυναικόπαιδα, στην θέση «Κιόσκι». Εκεί, αφού τους έσφαξαν, τα κεφάλια τους στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη ως τεκμήριο της νίκης του Εμπού, ενώ τα πτώματά τους αφέθηκαν βορά στα ζώα και τα αρπακτικά πουλιά. Ο θρύλος λέει πως τόσο πολύ ήταν το αίμα που πότισε τη γη, ώστε για τα επόμενα χρόνια δεν φύτρωνε χορτάρι σ’ εκείνο το σημείο.

Έκθεση ξένου προξενείου στη Θεσσαλονίκη περιγράφει τις δραματικές σκηνές που προηγήθηκαν της «διαλογής» των σκλάβων και έλαβαν χώρα πλάι στον τόπο των σφαγών: «Όλο το Κιόσκι είχε μετασχηματιστεί εις πανηγύρι κλαυθμώνος, ένθεν ανθρωπομακελείον, ένθεν αγοραπώλησις αιχμαλώτων, γυναικών, παιδιών, διηρημένον εις πωλητάς, διαφόρους, ένας έχων την μητέρα, άλλος τα τέκνα, έσκουζαν και τσίριζαν τα παιδιά διά τας μάνας των, αλλ’ αδύνατον, διότι άλλος είχε τους μεν, άλλος τους δε …».

«Οι εν Ναούση Άγιοι Νεομάρτυρες» τιμούνται την Κυριακή του Θωμά

Άμεση είναι η μαρτυρία του φιλέλληνα Γάλλου ιστορικού Πουκεβίλ, που δημοσιεύθηκε το 1824 στο Παρίσι και περιγράφει το μαρτύριο των Ναουσαίων νεομαρτύρων: «Τεσσάρων νέων, ἀφοῦ ἀπέκοψαν τάς χεῖρας ἔστησαν αὐτούς ἐπί σωροῦ πτωμάτων καί τούς προέτρεπον εἰς ἐξωμοσίαν. Ἀρνουμένων δέ ἐκείνων ἔκοψαν ἀλληλοδιαδόχως τάς ρίνας, τά ὦτα, τά χείλη, καί τελευταίως ἐξορύξαντες τούς ὀφθαλμούς των ἀφῆκαν αὐτούς ἡμιθανεῖς».

Εντυπωσιασμένος από τη δύναμη της ψυχής και της πίστεώς τους περι-γράφει τις στιγμές των νεομαρτύρων της Νάουσας ενώπιον των Τούρκων ο James Baker, στο βιβλίο του «Ἡ Τουρκία στήν Εὐρώπη», που δημοσιεύθηκε το 1876: «Τούς φώναζαν ἕναν – ἕναν. Τούς ρωτοῦσαν τό ὄνομά τους καί στή συνέχεια ἀκολουθοῦσε ἡ ἴδια πάντα ἐρώτηση: “Γκιαούρη, πιστεύεις στόν θεό καί στόν προφήτη γιά νά σώσεις την ψυχή σου;” Ἡ ἀπάντηση ὅλων ήταν μία: “Ὄχι, ἐφέντιμ”». «Ἀληθινά», σημειώνει ο Baker, «αὐτοί ἦταν χριστιανοί μάρτυρες. Και ἡ φυλή τους θά πρέπει νά εἶναι ἱκανή μεγάλων κατορθωμάτων».

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Baker υπήρξε ένας νεαρός άνδρας, τόσο σωματώδης, τόσο ευγενής, τόσο όμορφος, πού σταμάτησαν. Κατόπιν διστακτικά του ετέθη το μοιραίο ερώτημα και απάντησε αποφασιστικά: «Ὄχι». «Γύρνα πίσω, γκιαούρη, καί σκέψου καλύτερα τίς συνέπειες τῆς ἀρνήσεώς σου για μία ὥρα ἀκόμη». Πάλι τόν ἔσυραν ἐμπρός στόν κριτή, καί πάλι ἡ ἴδια ἀπάντηση. Ἀκόμη ἀπρόθυμοι, να πάρουν μία τόσο τέλεια ὕπαρξη, τοῦ προσέφεραν μία τρίτη καί τελευταία εὐκαιρία γιά μεταμέλεια. Τί λές τώρα, νεαρέ γκιαούρη; Θά δεχθεῖς τους ὅρους γιά νά ζήσεις; Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ποτέ, ἀπάντησε. Καί ἐδέχθη το ἀποτέλεσμα».[2]

Οι 1.241 νεομάρτυρες αρνήθηκαν να εξομώσουν και δέχθηκαν τον δι’ αποκεφαλισμού θάνατο. Οι Τούρκοι θα είχαν σφάξει και άλλους Ναουσαίους, αν δεν συνέβαινε το ακόλουθο περιστατικό: Κάποιος Ναουσαίος, ράπτης στο επάγγελμα, Νικόλαος Κοκοβίκος λεγόμενος, αποκεφαλίζεται από τους δημίους. Αλλά ω του θαύματος! Μπροστά σε όλων τα γουρλωμένα μάτια, αρχίζει όχι μόνο να βαδίζει, αλλά και να τρέχει χωρίς την κεφαλή του! Πρώτα περνά από τη σκηνή του στρατάρχη. Στο δρόμου του βρίσκεται ένα αυλάκι, με άνεση το υπερπηδά και κατευθύνεται απέναντι. Αλλάζει δρόμο και προχωρά στη γέφυρα. Έντρομος ένας Αλβανός αγγίζει το σώμα του και μόνο τότε ο άγιος πέφτει νεκρός στο χώμα. Αμέσως δόθηκε εντολή να σταματήσει η σφαγή.[1]

Οι πέντε Ιερείς Μάρτυρες

Οι πέντε Ιερομάρτυρες της Νάουσας, που μαρτύρησαν την Πέμπτη της Διακαινησίμου του έτους 1822, σφαγιάσθηκαν υπό των Οθωμανών την ώρα που ιερουργούσαν στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου Ναούσης που πανηγύριζε εκείνη την ημέρα. Από τους πέντε ιερείς είναι γνωστά τα ονόματα μόνο των τριών: Γεράσιμος ο Πνευματικός, Δημήτριος ο Σακελλάριος και Ιωάννης ο εκ Πέτρας Ολύμπου. Μαζί τους μαρτύρησε και πλήθος πιστών, οι οποίοι συμμετείχαν στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία. Άλλη μια απόδειξη της προσφοράς του Κλήρου κατά την Επανάσταση: μαζί με το ποίμνιο, σφαγιάστηκαν οι ποιμένες…

Οι Ιερομάρτυρες του Ολοκαυτώματος της Νάουσας (1822)

Οι σύζυγοι των τριών οπλαρχηγών και οι 100 Ναουσαίες που μαρτύρησαν στη Θεσσαλονίκη

Όπως συνέβαινε σε πολλές περιπτώσεις, η μανία των Τούρκων κατακτητών ξέσπασε στα γυναικόπαιδα και δη στις γυναίκες των οπλαρχηγών. Οι σύζυγοι των τριών οπλαρχηγών εστάλησαν «ως δώρο» στον βεζίρη της Θεσσαλονίκης και όπως μας πληροφορεί ο Σπυρίδων Τρικούπης: «Η μεν γυναίκα του Γάτσου ετούρκευσεν αποδειλιάσασα ενώπιον των βασάνων, αι δε δύο άλλαι μη αλλαξοπιστήσασαι προσηλώθησαν (σ.σ.: καρφώθηκαν) απέναντι αλλήλων όρθιαι επί του τοίχου μιας των αιθουσών του παλατίου του θηριώδους βεζίρη και απέθαναν πολυειδώς βασανιζόμεναι …».

Ο Πουκεβίλ αναφέρεται στη γυναίκα του οπλαρχηγού Καρατάσου που μαρτύρησε «δεομένη ὑπέρ τῶν δημίων της καί ἐπικαλούμενη τή βοήθεια τῆς Παναγίας», και πιστοποιεί ότι: «οἱ Τοῦρκοι δολοφόνησαν τήν γυναίκα τοῦ Καρατάσου καί τοῦ Ζαφειράκη, ἐπειδή δέν δέχθηκαν νά ἀλλαξοπιστήσουν». 

Η Μαρία Καρατάσου, κόρη ιερέα, απέκτησε με τον Αναστάσιο Καρατάσο πέντε παιδιά. Στη σφαγή της Νάουσας πιάστηκε αιχμάλωτη και οδηγήθηκε στη Θεσσαλονίκη μαζί με τις δύο κόρες της και τα δυο μικρότερα αγόρια της. Μαζί με τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστησαν, η μάνα είδε να αποκεφαλίζουν τον έναν γιο της και να ρίχνουν επιδεικτικά το κεφάλι του ανάμεσα στα πόδια της. Ο άλλος γιος της εξισλαμίστηκε και έγινε αργότερα πασάς στην Αίγυπτο με το όνομα Καρατάς Πασάς. Ο πρωτότοκος γιος της, Γιαννάκης Καρατάσος, σκοτώθηκε μαζί με τον Ζαφειράκη στη Νάουσα και οι Τούρκοι έστειλαν τα κεφάλια τους πεσκέσι στον Λουπούτ πασά. Η Μαρία αρνήθηκε να αλλαξοπιστήσει και γι’ αυτό ο Εμπού Λουμπούτ την έκλεισε σε έναν σάκο με θανατηφόρα φίδια, όπου και μαρτύρησε. Ο ιστοριογράφος Ευστάθιος Στουγιαννάκης γράφει: «Το εκ των δηγμάτων όμως εις τας φλέβας της μάρτυρος διαχυθέν οξύ δηλητήριον, εφόνευσεν αυτήν εν γλυκεία ληθαργία, μέχρι της εσχάτης στιγμής δεομένην υπέρ των δημίων της και επικαλούμενην τον Ύψιστον και την Παρθένον».

Ο Πουκεβίλ περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα στον πολιτισμένο κόσμο όσες δραματικές σκηνές είδε εκεί με τα ίδια τα μάτια του: «Πολλές γυναίκες γυμνές τις έβαζαν μέχρι τον λαιμό μέσα σε σάκκους με γάτες, φίδια και ποντίκια …».

Συγκλονιστική είναι και η μαρτυρία μιας ηλικιωμένης γυναίκας από τον Πολύγυρο, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Οἱ Ἑλληνίδες πρός τίς Γαλλίδες», το οποίο δημοσιεύθηκε το 1826 στο Παρίσι. Η γυναίκα αυτή είχε συλληφθεί μαζί με την κόρη της και είχε φυλακισθεί μαζί με εκατό Ναουσαίες γυναίκες στη Θεσσαλονίκη. Τους ζητήθηκε να αρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό και, επειδή όλες αρνήθηκαν, οδηγήθηκαν στα βασανιστήρια και στο μαρτύριο. Η ίδια αφέθηκε τελικά ελεύθερη εξ αιτίας κάποιου τυχαίου γεγονότος, έζησε όμως από κοντά όχι μόνο το μαρτύριο της ίδιας της κόρης της, αλλά και τα φρικτά βασανιστήρια που υπέμεινε η Μαρία Καρατάσου μέσα στον σάκκο με τα φίδια, στον οποίο την είχαν βάλει οι δήμιοι του Λουμπούτ πασά της Θεσσαλονίκης, για να της προσφέρουν ένα σκληρό και επώδυνο μαρτύριο. Τα φίδια όμως τη νάρκωσαν με το δηλητήριό τους και έτσι οι τελευταίες στιγμές του μαρτυρίου της ήταν λιγότερο οδυνηρές από ό,τι σχεδίαζαν οι βασανιστές της. «Κατάκοιτη», σημειώνει η ηλικιωμένη γυναίκα από τον Πολύγυρο, «γράφω αὐτή τήν ἀφήγηση πού θά διαβαστεῖ στήν Εὐρώπη». Και πράγματι η αφήγησή της και διαβάστηκε και συγκλόνισε και συνεχίζει να συγκλονίζει.[1]

Οι σύζυγοι των Ζαφειράκη και Γάτσου έχουν και εκείνες το δικό τους μαρτύριο: Αλείφονται με μέλι στο κεφάλι και δεμένες εκτίθενται, ώστε να δέχονται τα ενοχλητικά τσιμπήματα των σφηκών… αλλά και των διερχομένων. Τη σύζυγο του Ζαφειράκη την έκτισαν μέχρι τον λαιμό στο τείχος του ιερού ναού της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης. Αφέθηκε εκεί για μέρες προς ψυχαγωγία του άγριου όχλου που πήγαινε εκεί βρίζοντας και χτυπώντας με ραβδιά το κεφάλι της καθώς προεξείχε του τείχους… Δεν οπισθοχώρησε ούτε στιγμή, ενισχυόμενη μέχρι την τελευταία της πνοή από την προσευχή. Το μαρτύριό της κράτησε πέντε ημέρες. Μία περαστική τσιγγάνα της πέταξε μία μεγάλη πέτρα και έτσι η μακαρία παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού, τον Οποίον δεν αρνήθηκε. Τα άψυχα κορμιά όλων αυτών των αγίων Γυναικών κατάληξι είχαν τη θάλασσα. Ανδρείες γυναίκες, πιστές μέχρι τέλους, και δη μαρτυρικού…

Οι Άγιοι Νεομάρτυρες της Νάουσας και το απολυτίκιό τους

Η εξέγερση της Νάουσας κατά των τούρκων και το Ολοκαύτωμά της, τον Απρίλιο του έτους 1822, παρ’ ότι είναι  ιδιαίτερα σημαντικά γεγονότα της νεώτερης Ιστορίας μας, είναι ελάχιστα γνωστά. Ελάχιστη ή και καμία αναφορά στη θυσία των γυναικών της Νάουσας, στις 22 Απριλίου 1822, γίνεται στα σημερινά σχολικά εγχειρίδια… Όμως οι θυσίες των Ναουσαίων κατά την άλωση της πόλης τους, την καταστροφή και την ανθρωποοσφαγή που ακολούθησαν, είναι αμέτρητες και συγκλονίζουν…

«Ἡ Νάουσα τιμοῦσε πάντοτε καί τιμᾶ, καί δικαιολογημένα, ὡς ἐθνομάρτυρες ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θυσιάσθηκαν στόν μεγάλο χαλασμό πολεμῶντας, ἀλλά καί ὅλους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι προτίμησαν τόν θάνατο ἀπό τήν ὑποδούλωση καί τήν ἀτίμωση στά χέρια τῶν Τούρκων. Δέν εἶχε ἀποδώσει ὅμως ἡ Ἐκκλησία μέχρι πρόσφατα τήν ὀφειλόμενη τιμή στούς νεομάρτυρές της, σέ αὐτούς πού ὁ μαρτυρικός τους θάνατος, ήταν ἀποτέλεσμα τῆς ἐμμονῆς τους στην πίστη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτούς τούς νεομάρτυρες γιά τούς ὁποίους οἱ αὐτόπτες μάρτυρες καί οἱ σύγχρονοί τους ἱστορικοί βοοῦν συγκλονισμένοι ἀπό τήν ἀγριότητα τῶν δημίων καί τή δική τους γενναιότητα. Οἱ μαρτυρίες τους κυκλοφόρησαν ἀμέσως σχεδόν μετά τά τραγικά γεγονότα σέ ὅλη τήν Εὐρώπη καί συγκίνησαν βαθειά».[1] Σχεδόν δύο αιώνες πέρασαν μέχρι να έρθει η ώρα να καταταγούν οι νεομάρτυρες στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μας, τον Απρίλιο του 2013, οπότε έγινε η επίσημη πράξη αγιοκατατάξεώς τους.

Η πόλη της Νάουσας, με βασιλικό διάταγμα του 1955, έχει τον τίτλο «ηρωική». Στο σημείο της θυσίας των γυναικών, στην περιοχή Στουμπάνοι, πάνω από το ποτάμι της Αραπίτσας, σήμερα δεσπόζει το μνημείο της ηρωικής Ναουσαίας που κρατά στην αγκαλιά της τα παιδιά της λίγο πριν πέσουν στα ορμητικά νερά του καταρράκτη. Είναι έργο της γλύπτριας Kατερίνας Χαλεπά – Κατσάτου. Όπως αναφέρει η επιγραφή που υπάρχει πλάι στο μνημείο:

«Διαβάτη, στάσου με ευλάβεια στη μνήμη των νεκρών. Μέσα στο βάραθρο που ξανοίγεται μπροστά σου, βρήκαν ένδοξο και ηρωικό θάνατο οι γυναίκες και τα παιδιά της Νάουσας, για την ελευθερία και την ανεξαρτησία του Ελληνικού έθνους, στις 22 Απριλίου 1822»

Η επιγραφή με το ιστορικό της θυσίας, στους καταρράκτες της Αραπίτσας, πλησίον του μνημείου των γυναικών της Νάουσας στους Στουμπάνους

Πάρθηκεν η Νάουσα; Όχι! Η Νάουσα, η περήφανη, η αγαπημένη, αυτή δεν θα μπορούσε να παρθεί ποτέ! Η Νάουσα δεν πάρθηκε, ξαναγεννήθηκε, γιατί πίστεψε πως επιτυχία δεν είναι τα πλούτη, η δόξα του κόσμου, η εξουσία, αλλά η λευτεριά! Ξαναγεννήθηκε η Νάουσα γιατί είχε κρυμμένη μέσα της την ανάσα της αιώνιας Ελλάδας. Η φωνή της, φωνή της αφοβιάς του θανάτου, ο έρωτας της λευτεριάς και της ζωής, η πίστη η ακλόνητη, πέρα από όλα τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, μιλά στις ψυχές μας και τις συγκλονίζει μέσα στους αιώνες. Και το θαύμα γίνεται!

Κοιτάξτε τις όχθες της Αραπίτσας! Ας χαιρετίσουμε αυτόν τον γενναίο χορό, τον χορό που μέσα στα ανάλαφρα λικνίσματά του κρατάει ακμαίο το μυστικό της αιώνιας Ελλάδας! Κι ας κλείνουμε ευλαβικά το γόνυ σε αυτόν τον τόπο που έγινε σύμβολο. Γιατί τα σύμβολα δεν χάνονται. Είναι αυτά που κρατούν ζωντανά τα έθνη και δημιουργούν οράματα για το μέλλον…

Η Νάουσα σήμερα

Βιβλιογραφικές παραπομπές:
[1] Βενέδικτου Ιερομονάχου Αγιορείτου, «Συναξαριστής 19ου και 20ού αιώνα», έκδ. Συνοδίας Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη, Άγιος Σπυρίδων Α’ , Νέα Σκήτη Αγίου Όρους 2013.
[2] Από το άρθρο: «Ο χαλασμός της Νάουσας, 1822», του Μητροπολίτου κ.κ. Παντελεήμονος περιοδικό Ι.Μ. Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας: Παύλειος Λόγος, τεύχος 86, Ιούλιος Αύγουστος 2010.
[3] Άρθρο της Μαρίας Καραούλη στην εφημερίδα «Μακεδονία», «Το άγνωστο ολοκαύτωμα της Νάουσας».
[4] Άρθρο του Θωμά Στ. Μπλιάτκα, «Νάουσα, από την ίδρυση μέχρι το ολοκαύτωμά της».

* Φωτογραφίες από την επίσημη ιστοσελίδα της Ι.Μ. Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, την ιστοσελίδα: anoixtosxoleio.weebly.com και το βιβλίο του Νικ. Χατζηιωάννου, «Οι μάρτυρες του χαλασμού της Νάουσας».

Πηγές:
– Μαρία Καραούλη, «Το Ολοκαύτωμα της Νάουσας», σε: oikohouse.wordpress.com
– makthes.gr, bliatkas-thomas.pblogs.gr, antexoume.wordpress.com, thessnews.gr

Ο χώρος της θυσίας των Γυναικών της Νάουσας:

Νάουσα – Ολοκαύτωμα – Μακρινίτσα (ο χορός των γυναικών):

Το Ολοκαύτωμα της Νάουσας:

kimintenia.wordpress.com

Χωρίς κατηγορία

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s