Άγιος Αιμιλιανός ο Ομολογητής, Επίσκοπος Κυζίκου

8 Αυγούστου

«Ὁ τῶν ἀποστολικῶν παραδόσεων ζηλωτής
καί τῆς πλάνης καθαιρέτης» πανσεβάσμιος
και θεόληπτος ιεράρχης της Κυζίκου»

Ο Άγιος Αιμιλιανός έζησε μεταξύ 8ου και 9ου αιώνα μ.Χ. Ήταν επίσκοπος Κυζίκου μετά τον Νικόλαο, στα χρόνια 787-815 μ.Χ. Κατά τη διάρκεια της περιόδου της Εικονομαχίας, όπου είχε ξεσπάσει έντονη θεολογική διαμάχη αναφορικά με την τιμητική προσκύνηση των ιερών εικόνων, διέλαμψαν αξιομνημόνευτες πνευματικές μορφές ιεραρχών που διακρίθηκαν για την αρετή, τη σοφία, το αγωνιστικό φρόνημα, τη σθεναρή ομολογία, τον ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο και την ακλόνητη προσήλωση στην αμώμητο χριστιανική πίστη. Μ’ αυτόν τον τρόπο και χάρη στη διαρκή αγωνιστική τους δράση διατήρησαν αλώβητο και αναλλοίωτο τον θησαυρό της ορθής χριστιανικής πίστεως, υπερασπιζόμενοι με τόλμη και παρρησία την προσκύνηση των αγίων εικόνων.

Συνέχεια

Μικρασιάτικη Βασιλόπιτα

Στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη, όταν το Βυζάντιο κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο Ιουλιανός πέρασε με τον στρατό του από την Καισάρεια της Καππαδοκίας. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Οι κάτοικοι της Καισάρειας αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας σε χρυσαφικά και νομίσματα. Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες και δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια.

Συνέχεια

Οι Άγιοι Απόστολοι Σωσθένης, Απολλώς, Κηφάς, Τυχικός, Επαφρόδιτος και Καίσαρ εκ των Εβδομήκοντα

8 Δεκεμβρίου

Άγιοι Σωσθένης, Απολλώς, Κηφάς, Τυχικός, Επαφρόδιτος και Καίσαρ εκ των εβδομήκοντα (Μηνολόγιον Βασιλείου ΙΙ) (sw.m.wikipedia.org)

Eις τον Σωσθένην: «O Σωσθένης φέρων σε Xριστέ μου σθένος, Έσωσε πολλούς ενδύσας αυτούς σθένος».
Eις τον Aπολλώ: «Έχων Aπολλώς συν χάριτι και λόγον, έπεισε πολλούς τον Θεόν σέβειν Λόγον».
Eις τον Kηφάν: «Έσπευδε Kηφάς εκμιμείσθαι τον Πέτρον, ως αν φανή την κλήσιν έργοις εισφέρων».
Eις τον Tυχικόν: «Mη τον τυχόντα Tυχικόν τούτον νόει. Oύτος γαρ εις πέφυκε των Aποστόλων».
Eις τον Eπαφρόδιτον: «Eπαφρόδιτος δεξιών έργων φύλαξ, εκ δεξιών σε του Πατρός βλέπει Λόγε».
Eις τον Kαίσαρα: «Όντως εβασίλευσε Kαίσαρ εμφρόνως, Xριστώ Bασιλεί τας ψυχάς συνεισφέρων».

Ο Άγιος Τυχικός

Ο Απόστολος Σωσθένης αναδείχτηκε επίσκοπος της πόλεως Κολοφώνος στην Ιωνία, και διακρίθηκε για την διδακτικότητα και την αυταπάρνηση του. Υπήρξε συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου και χαρακτηριστικό της αγάπης του Παύλου που έτρεφε προς τον Σωσθένη είναι, ότι στην Α’ προς Κορινθίους επιστολήν του, ονομάζει αυτόν συστρατιώτη του. Σύμφωνα δε με τον θείο Χρυσόστομο, ο Απόστολος Σωσθένης και ο Κρίσπος είναι το ίδιο πρόσωσπο: «Oίμαι δε τούτον (τον Kρίσπον δηλαδή) και Σωσθένη λέγεσθαι. Oς τοσούτον ανήρ πιστός ην, ώστε και τύπτεσθαι, και παρείναι αεί τω Παύλω» (Oμιλ. λθ’ εις τας Πράξεις).

Ο Απολλώς ήταν λόγιος άνδρας της Αλεξάνδρειας και προικισμένος με πολλή δύναμη λόγου και γνώση των Γραφών. Στην αρχή γνώριζε μόνο το βάπτισμα του Ιωάννη, κατόπιν όμως πληροφορήθηκε ακριβέστερα σχετικά με την ανθρώπινη σωτηρία δια του Ιησού Χριστού, από τον Ακύλα και τη σύζυγο του Πρίσκιλλα. Ο Απολλώς κήρυξε θαρραλέα μέσα στη συναγωγή της Εφέσου και ύστερα πήγε στην Κόρινθο και την υπόλοιπη Αχαΐα. Τέλος διετέλεσε επίσκοπος Καισαρείας.

Τον Τυχικό αποκαλεί ο Απόστολος Παύλος αγαπητό αδελφό και διάκονο εν Κυρίω και η γνωριμία τους πρέπει να έγινε στο τέλος της τρίτης αποστολικής περιοδείας του Αποστόλου Παύλου. Εκήρυξε το Ευαγγέλιο στους χριστιανούς της Εφέσου αλλά (και κατά μια παράδοση) και στην Κύπρο όπου και υπήρξε ο πρώτος Επίσκοπος Νεαπόλεως – Λεμεσού. Όταν διεκπεραίωσε την αποστολή του, επέστρεψε και πάλι κοντά στον Απόστολο Παύλο.

Μετά δε τον μαρτυρικό θάνατο του θείου αυτού αποστόλου, κατά μία παράδοση, ο Τυχικός χρημάτισε επίσκοπος της Χαλκηδόνος, μιας πόλεως της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας. Τέλος, στο χωριό της Πάφου, Μέσανα του διαμερίσματος Κελοκεδάρων, βρίσκεται ένας μισογκρεμισμένος Ναός αφιερωμένος στον Άγιο Τυχικό και μάλιστα υπάρχουν εκεί και δύο εικόνες του αγίου, μια πολύ παλαιά και μια κάπως νεώτερη με ημερομηνία αγιογραφήσεως το 1830 μ.Χ.

Ο Επαφρόδιτος ονομάζεται από τον Απόστολο Παύλο αδελφός και συνεργός και συστρατιώτης του και επετέλεσε τα αποστολικά του καθήκοντα στους Φιλιππησίους. Αυτός μετά τον Σωσθένη, ανέλαβε την επισκοπή Κολοφώνος.

Ο Καίσαρας, αναφέρεται με την οικογένειά του στην προς Φιλιππησίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου και φέρεται ότι χρημάτισε επίσκοπος Κορώνης στην Πελοπόννησο.

Τέλος, για τον Κηφά, δεν διασώζονται βιογραφικά του στοιχεία.

Ο Άγιος Καίσαρ

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος α’ – Τοῦ λίθου σφραγισθέντος)
(ποιηθέν υπό του αειμνήστου διδασκάλου Χ. Παπαδοπούλλου)
Τοῦ Παύλου μαθητὴς καὶ ἀκόλουθος ὑπάρχων, τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως χαίρων ἠγωνίσω, ὑψῶν ἀληθείας τὸν πυρσὸν καὶ ἔθνεσι παρέχων φωτισμῶν. Διὰ τοῦτο, Πανσεβάσμιε Τυχικέ, τιμῶντες σὲ νῦν βοῶμεν. Χαῖρε Χριστοῦ, ὦ σκεῦος ἐκλεκτῶν, χαῖρε Θεοῦ ἀπόστολε, ὦ καὶ πρέσβευε δωρήσασθαι πάσι τὴν λύτρωσιν.

Ο Άγιος Τυχικός σε παλαιά εικόνα

Πηγή: orthodoxia.online

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

13 Νοεμβρίου

Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας, το 347 μ.Χ. (κατ’ άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η αγία Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του -χήρα τότε 20 ετών- τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια,  κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνιο, αλλά και στην Αθήνα μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο.

Συνέχεια

Το Ολοκαύτωμα του Φούλατζικ (23 Ιουνίου 1920)

Το χωριό Φούλατζικ («Φωλίτσα») της Βιθυνίας ήταν μια ακμάζουσα Ελληνορθόδοξη, πλην τουρκόφωνη, κοινότητα στο μέσο της αποστάσεως μεταξύ της παραθαλάσσιας πολίχνης Καραμουσάλ (που είναι κτισμένη στη νότια ακτή του Αστακηνού Κόλπου, στη θέση της αρχαίας Ελληνικής πόλεως Πραίνετον) και της Νίκαιας. Διοικητικώς υπαγόταν στην υποδιοίκηση του Καραμουσάλ του Νομού Νικομηδείας, που τη διοικούσε Καϊμακάμης (Έπαρχος). Ο οικισμός, αποτελούμενος από 400 λιθόκτιστα σπίτια, τα πιο πολλά διώροφα, ήταν κτισμένος σε υψόμετρο 350 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας σε ένα κατάφυτο και με πολλές πηγές οροπέδιο και η κύρια ασχολία των 1.800 κατοίκων του ήταν η γεωργία και σηροτροφία.

Συνέχεια