Η μυστική Συνέλευση της Βοστίτσας (26-30 Ιανουαρίου 1821)

Αναπαράσταση της Συνέλευσης της Βοστίτσας
από τον Σύλλογο Ιστορικής Αναβίωσης «Βοστίτσα 1821»

Στις 26 Γενάρη του 1821 συναντήθηκαν στη Βοστίτσα (Αίγιο) οι πρόκριτοι των Ελλήνων για να αποφασίσουν το μέλλον του αγώνα. Η Συνέλευση πραγματοποιήθηκε στο Αίγιο επειδή εκεί υπήρχαν σχετικά λίγοι Τούρκοι και υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την έναρξη του αγώνα. Η συγκέντρωση των προεστών κράτησε τέσσερις ημέρες και σε αυτήν έλαβαν μέρος πολλοί κληρικοί από όλη την Πελοπόννησο και πρόκριτοι από τρεις επαρχίες της Αχαΐας: Πατρών Βοστίτσας και Καλαβρύτων, ενώ απείχε η τέταρτη επαρχία της Γαστούνης.

Στις 17 Ιανουαρίου είχε ξεκινήσει από την Κυπαρισσία ο μητροπολίτης Γερμανός μαζί με τον Αμβρόσιο Φραντζή και μετά από δύο μέρες έφθασαν στην Πάτρα. Στις 23 Ιανουαρίου αναχώρησαν από κει για τη Βοστίτσα με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό. Έγιναν διαφορετικές συναντήσεις στο σπίτι του Παναγιώτη Δεσποτόπουλου, στο αρχοντικό του Ανδρέα Λόντου, στο σπίτι του Λέοντα Μεσσηνέζη γαμπρού του Λόντου, στο αρχοντικό του Αγγελή Μελετόπουλου, στο σπίτι του Σωτήρη Χαραλάμπη, στη μονή Ταξιαρχών, στο μονύδριο του Αγίου Γεωργίου Τεμένης. Εκτός από τους προαναφερθέντες, στη συνέλευση πήραν μέρος οι εξής: Παλαιών Πατρών Γερμανός, Πρόεδρος της συνέλευσης, Παπαφλέσσας, εισηγητής της Φιλικής εταιρείας, Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως Γερμανός Ζαφειρόπουλος, Πρωτοσύγκελος Χριστιανουπόλεως Αμβρόσιος Φραντζής, Νικόλαος Λόντος, Ανδρέας Λόντος, Ασημάκης Ζαΐμης, Ανδρέας Ζαΐμης, Ανδρέας Χριστόδουλος (ή Χριστοδούλου), Σωτήρης Χαραλάμπης, Επίσκοπος Κερνίκης Προκόπιος, Ηγούμενος του Μεγάλου Σπηλαίου Ρεγκλής (ή Μπόχαλης), Ιερομόναχος Ιερόθεος, Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, Λέων Μεσσηνέζης, Ιωάννης Παπαδόπουλος, Ασημάκης Φωτήλας, Σωτήριος Θεοχαρόπουλος, Επίσκοπος Μονεμβασίας Χρύσανθος και πολλοί άλλοι.

Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), Ανδρέας Λόντος,
Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός,
εκ των σημαντικότερων συμμετεχόντων στη Συνέλευση της Βόστιτσας

Τον γενικό επίτροπο Αλέξανδρο Υψηλάντη εκπροσωπούσε ο Παπαφλέσσας, ο οποίος μίλησε με ενθουσιασμό για την Επανάσταση και παρουσίασε το «γενικό σχέδιο» και επιστολές του Υψηλάντη που περιείχαν οδηγίες για τη διεξαγωγή του αγώνα στην Πελοπόννησο. Ανάμεσα στα επιχειρήματα που επικαλέστηκε ο φλογερός πατριώτης κληρικός ήταν οι περισπασμοί του σουλτάνου με την ανταρσία του Αλή-πασά, η επικείμενη αποστολή ρωσικών στρατευμάτων, η επάρκεια πολεμοφοδίων στην εφορεία της Ύδρας κ.ά., συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Παπαφλέσσας ενημέρωσε ότι είχε οριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία, η 25η Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Μια ημέρα σύμβολο για την Ορθοδοξία, κατά την οποία οι χριστιανοί θα ήταν στις εκκλησίες και σε ανοιχτούς χώρους και θα μπορούσαν να οργανωθούν και να εμψυχωθούν, κάτω από τους ανυποψίαστους Τούρκους.

Οι ηγέτες της Πελοποννήσου δεν πείστηκαν, αντιθέτως η ομιλία του Παπαφλέσσα ήγειρε αμφισβητήσεις, διαφωνίες και πλήθους ερωτημάτων από τη μεριά τους. Οι ενδοιασμοί των προκρίτων ήταν εν μέρει δικαιολογημένοι. Χαρακτηριστική είναι η αντίδραση του Παλαιών Πατρών Γερμανού, που θυμόταν ακόμη την τραγωδία του 1770: «Που πολεμοφόδια; Που χρήματα πολυάριθμα; Που στρατός πεπαιδευμένος; Που στόλος εφοδιασμένος;… ας φέρωμεν, αδελφοί, ενώπιόν μας μιαν στιγμήν την καταστροφήν της Πελοποννήσου (τω 1769), μ’ όλον ότι τότε εφάνη και στόλος ρωσικός, όστις ήτον δείγμα τουλάχιστον ότι έλαβε ενοχήν η ρωσική αυτοκρατορία αλλ’ εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητος έχομεν, δια να πιστεύσωμεν όσα λέγει ο Δίκαιος και όσα γράφει ο Υψηλάντης;». Μάλιστα, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός κατέθεσε και κατάλογο ερωτήσεων προς τον Παπαφλέσσα που δεν απαντήθηκαν, όπως: Αν όλο το έθνος ήταν έτοιμο για την Επανάσταση; Αν υπήρχε επάρκεια χρημάτων και πολεμοφοδίων; Ποιες ξένες δυνάμεις θα βοηθούσαν τους Έλληνες και πως; Τι υποσχέθηκε η Ρωσία στον Υψηλάντη; Ποιοι οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες της Επανάστασης; Τέλος, ο Σωτήρης Χαραλάμπης, ένας από τους πανίσχυρους προεστούς, ρώτησε τον Παπαφλέσσα, ποιος θα αναλάμβανε την εξουσία μετά την απομάκρυνση των Τούρκων; Αυτός αποκρίθηκε: «Εσείς θα τους αντικαταστήσετε. Εσείς θα κυβερνάτε το Μοριά. Ποιος άλλος;».

Το αρχοντικό Δεσποτόπουλου είναι το μόνο σπίτι από εκείνα
στα οποία έγινε η συνέλευση, το οποίο υπάρχει ακόμη στο κέντρο
του Αιγίου επί των οδών Μητροπόλεως και Δεσποτοπούλων

Κατά τη διάρκεια της συνέλευσης, ο βοεβόδας της Βοστίτσας, υποψιασμένος από τις φήμες που κυκλοφορούσαν παντού για την επικείμενη εξέγερση, ζήτησε εξηγήσεις για τη συνεδρίαση. Οι Έλληνες, έχοντας προβλέψει αυτό το ενδεχόμενο, είχαν πληροφορήσει τον ταμία του βοεβόδα ότι επρόκειτο απλώς για μια κτηματική υπόθεση μεταξύ των δύο μεγάλων μονών, των Ταξιαρχών και του Μεγάλου Σπηλαίου. Κατά τον Φραντζή, ο ταμίας φέρεται να διασκεδάζει τις υπόνοιες του τούρκου αξιωματούχου ως εξής: «Αγά μου, τα δυώ Μοναστήρια του Μεγάλου Σπηλαίου και των Ταξιαρχών, άπαντα μεταξύ των μιαν διαφοράν δια μερικάς τοποθεσίας κειμένας εις την θέσιν της Ροδιάς, και μη δυναμένα να συμβιβασθώσιν εν τω μεταξύ των, ανέφερον εις τον Πατριακχάνε (Πατριαρχείον), και εξεδόθη διαταγή εις τους τρεις Αρχιερείς να παραλάβουν και όποιους των Κοτζαμπάσιδων εγκρίνουν, να παρατηρήσωσιν επιτοπίως την διαφοράν αυτήν, και ν’ αναφέρωσιν εις τον Πατριακχάνε, δια να δοθή το δίκαιον δια Φερμανίου εις το ανήκον μέρος». Αυτή η επιπλοκή ανάγκασε δύο αρχιερείς και δύο προεστώτες την επομένη να πάνε στη θέση Ροδιά, προσποιούμενοι ότι εξετάζουν «επιτοπίως την διαφοράν». Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η μυστικοσυνέλευση είχε αρχικά προγραμματισθεί να λάβει χώρα στα Καλάβρυτα, αλλά για το φόβο των τουρκικών αρχών τελικά επιλέχτηκε η Βοστίτσα.

Παρά τις αρχικές επιφυλάξεις τους, οι πρόκριτοι τελικά πείστηκαν από τον Παπαφλέσσα για την καταλληλότητα της στιγμής και πήραν τις ανάλογες αποφάσεις.

Peter von Hess, Ο Ανδρέας Λόντος , ο Ανδρέας Ζαΐμης
και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος καταλαμβάνουν
τη Βοστίτσα (λιθογραφία, Μόναχο 1852)

Κατά τη συνέλευση υπήρξαν πολλές διαφωνίες για την έναρξη της εξέγερσης και υποστηρίχτηκαν δύο κύριες γνώμες:

Η μία γνώμη, της οποίας κύριος υποστηρικτής ήταν ο Παπαφλέσσας, ήταν η επιβολή άμεσης δράσης, που αν δεν εκδηλωνόταν έγκαιρα η Επανάσταση ήταν ενδεχόμενο να ματαιωθεί από μέτρα που θα λάμβαναν οι Τούρκοι, με δεδομένο ότι ήδη οι κινήσεις της Φιλικής Εταιρίας ήταν γνωστές στην Υψηλή Πύλη.

Η άλλη γνώμη που υποστηρίχθηκε με έντονη αναβλητικότητα στηριζόταν στα ερωτήματα: πώς θα ξεκινούσε η επανάσταση (υπό ποιες συνθήκες); υπήρχαν ικανές συνθήκες; είχαν ολοκληρωθεί οι προετοιμασίες; η έγερση θα ήταν καθολική; ποιος θα την διηύθυνε; Θα έφθανε βοήθεια από το εξωτερικό; πόση και ποια εγγύηση υπήρχε;

Και υπέρ των δύο παραπάνω γνωμών συνηγορούσαν σοβαρά επιχειρήματα. Σύμφωνα με παλαιότερες απόψεις, στη Βοστίτσα δεν ελήφθη καμμία απόφαση. Νεώτερες μελέτες υποστηρίζουν το αντίθετο: Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (Ιανουάριος 1821) ήταν μια διευρυμένη σύσκεψη των μελών της εφορίας με τον απόστολο του Υψηλάντη, τον Γρηγόριο Δικαίο – Παπαφλέσσα. Ο κοινός ιστοριογραφικός τόπος ότι στη Βοστίτσα υπήρξε σύγκρουση απόψεων των κοτζαμπάσηδων και ιερέων με τον Δικαίο (όπως αναφέρεται π.χ. στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ΙΒ’, σ. 79) και ότι το ξέσπασμα της Επανάστασης έγινε περίπου τυχαία, δεν γίνεται αποδεκτό από σύγχρονους ιστορικούς (π.χ. Β. Παναγιωτόπουλος, Δ. Τζάκης). Οι συντονισμένες ενέργειες υψηλού ρίσκου και συνωμοτικότητας (μετακινήσεις, συσκέψεις, συγκέντρωση χρημάτων και πολεμικού υλικού, πυκνή αλληλογραφία κ.τ.λ.) και η ετοιμότητα που υπήρξε το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1821, δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν αν στη Βοστίτσα είχε απορριφθεί το επαναστατικό σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας.

Η διαδεδομένη ιστοριογραφική άποψη που θέλει τον Δικαίο απομονωμένο ή και καταδιωκόμενο από τους κοτζαμπάσηδες και αρχιερείς βασίζεται στην επιλεκτική χρήση κάποιων πηγών (π.χ. Φωτάκος, Φραντζής, Π. Π. Γερμανός) και την αποσιώπηση άλλων. Έχει αγνοηθεί η αποστολή του Σπ. Χαραλάμπους προς τους Υδραίους Φιλικούς στους οποίους έφερε τις αποφάσεις της συνέλευσης της Βοστίτσας και η σχετική επιστολή του Δικαίου, της 31ης Ιανουαρίου 1821, με την οποία καλεί τον Ιάκωβο Τομπάζη να εμπιστευτεί και να αποδεχθεί τις εντολές του Χαραλάμπους. Πιστεύεται δηλαδή ότι στη Βοσίτσα δεν υπήρξαν μόνο διαφωνίες αλλά έγινε και η αποδοχή του σχεδίου για μετάβαση του Αλ. Υψηλάντη στη Μάνη και έναρξη της Επανάστασης.

Στη συνέλευση διαπιστώθηκε και η ανάγκη για οικονομική ενίσχυση της σχεδιαζόμενης εξέγερσης, οπότε πολλοί από τους παράγοντες προσέφεραν διάφορα ποσά για το ταμείο του Αγώνα. Αμέσως ο Ανδρέας Ζαΐμης κατέβαλε 3.000 γρόσια, ο Χριστιανουπόλεως Γερμανός 2.000, ο Σ. Χαραλάμπης 2.500, ο Κερνίκης Προκόπιος 1.500 και ο Αμβρόσιος Φραντζής 2.000 γρόσια. Στην ίδια συνέλευση αποφασίστηκε να σταλεί ο μοναχός Ιερόθεος από το Μέγα Σπήλαιο σε περιοδεία ανά την Πελοπόννησο προκειμένου να συλλέξει χρήματα. Ο Ιερόθεος πήρε έγγραφο από τη συνέλευση με οδηγίες προς τους εταίρους, στις οποίες, εκτός από έκκληση για τη μεγαλύτερη δυνατή οικονομική συνεισφορά, συνιστάτο η «κατάπαυσις του βρασμού» σε αναμονή νέων οδηγιών. Μάλιστα διαβάστηκε και επιστολή του Μαυρομιχάλη που προέτρεπε στην γρήγορη έναρξη της επανάστασης.

M. Pouqueville, Egion, maintenant Vostitza, Grèce
(Firmin Didot Frères, Éditeurs, Paris, 1835)

Μεταξύ των αποφάσεων της συνέλευσης ήταν να ειδοποιήσουν όλους τους προκρίτους της Πελοποννήσου για τις σκέψεις και τις επιμέρους αποφάσεις της συνέλευσης. Ορίστηκαν δε ο Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως να ειδοποιήσει κατά την επιστροφή του τους προεστούς των επαρχιών Μυστρά, Καλαμάτας, Αρκαδίας, Καρύταινης και Φαναρίου, ο Επίσκοπος Μονεμβασίας τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Στάλθηκαν επίσης επιστολές στον πρώην επίσκοπο Άρτης Ιγνάτιο και στη Ρωσία. Από πρωτογενείς πηγές όπως την Ιστορία του Αμβρ. Φραντζή (Α’, σ. 11), μαρτυρία του Παπαφλέσσα, την ομιλία του Αλ. Δεσποτόπουλου το 1861, ομιλία του Θεόφιλου Βλαχοπαπαδόπουλου (ή Παπαβλαχόπουλου), διακόνου του Π.Π. Γερμανού που παρευρέθη στη Συνέλευση κ.ά. προκύπτει ότι τηρήθηκαν πρακτικά, μη σωζόμενα σήμερα.

Η Σύσκεψη της Βοστίτσας αποτέλεσε σημαντική καμπή στην υπόθεση της Επανάστασης. Μπορεί ίσως να απέτυχε του βασικού σκοπού της, πλην όμως ένα ήταν βέβαιο, ότι όλοι όσοι συμμετείχαν σε αυτήν απέκτησαν για πρώτη φορά πλήρη συνείδηση της τεράστιας προσπάθειας που αναλάμβαναν, καθώς και της ευθύνης και των κινδύνων που θα διέτρεχαν πλέον μεταξύ ζωής και θανάτου.

Σε λιγότερο από δύο μήνες και λίγο μετά τη σύλληψη αρχιερέων και προκρίτων του Μοριά από τον Καϊμακάμη της Τριπολιτσάς ξέσπασε η επανάσταση στα Καλάβρυτα και ο ξεσηκωμός της Πάτρας (1821).

Η Σύσκεψη της Βοστίτσας συνέπεσε σχεδόν χρονικά με το Συνέδριο του Λάυμπαχ των κρατών μελών της Ιεράς Συμμαχίας.

Το Αίγιο ήταν η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε στις 21 Μαρτίου 1821.

Για τη Μυστική Συνέλευση της Βοστίτσας και τη σημασία της οι ιστορικοί έγραψαν πολλά. Ιδιαίτερη όμως βαρύτητα για ό,τι ακολούθησε έχει ότι αυτοί οι άνθρωποι βρέθηκαν για πρώτη φορά ο ένας απέναντι στον άλλον και όλοι απέναντι στις ευθύνες τους. Μίλησαν φλογερά, διαφώνησαν, συμφώνησαν, υπήρξε ένταση, το διακύβευμα άλλωστε ήταν ιερό. Όπου υπάρχει πόθος και πάθος έτσι συνήθως γίνεται. Εκείνο που κρατούμε είναι ότι υπήρξε γόνιμος διάλογος.

Και τις μέρες εκείνες του Γενάρη του 1821 στα γόνιμα χώματα του κήπου της Βοστίτσας (ετυμολογικά: η πόλη των μποστανιών και των κήπων) φυτεύτηκε βαθιά ο σπόρος του αγώνα. Σπόρος που ρίζωσε και βλάστησε και άπλωσε τα κλαδιά του σε όλη την Ελλάδα και ακόμη πιο μακριά, ποτίστηκε με αίμα και θυσίες για να δώσει, ένα όμορφο πρωινό, τον πολύτιμο ανθό της λευτεριάς.

Άποψη του λιμένα Αιγίου σε παλαιά φωτογραφία

Στα ίδια χώματα περπατούμε και εμείς σήμερα. Χρέος δικό μας, τωρινό, απέναντι σε κείνους είναι να μείνουμε αταλάντευτοι στις συντεταγμένες τους. Με κάθε μας πνοή να φροντίζουμε το άνθος που μας δόθηκε. Οι καιροί οι δύσκολοι δείχνουν πόσο ευαίσθητο είναι. Και να μη χαθεί ο σπόρος εκείνος ο παλιός, ως κόρη οφθαλμού να τον φυλάξουμε. Ας φυτέψει λοιπόν ο καθένας μας από έναν στο δικό του κήπο! Έχουμε ευθύνη…

Πηγές: discoveraigialeia.gr, army.gr, aigiorama.gr, facebook.com, pelargosbooks.wordpress.com, nhmuseum.gr, blogs.sch.gr

Σχολιάστε