Μια ιστορική φωτογραφία με τον Ηλία Βενέζη μεταξύ αιχμαλώτων μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Ο μεγάλος συγγραφέας το 1923. Κορυφαίο στιγμιότυπο από το αρχείο του Συλλόγου Μικρασιατών Σκάλας Λουτρών με αφορμή τα 100 χρόνια από την τραγική επέτειο
Στην Πρίγκηπο, το μεγάλο νησί των Πριγκηπονήσων στην Κωνσταντινούπολη, ένα τεράστιο, ξύλινο κτήριο, πέντε ορόφων στέκει ακόμη -όσο αντέχει- μέσα στο δάσος
Εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Μνημείων της Τουρκίας, η αποκατάσταση του Ελληνορθόδοξου Ορφανοτροφείου της Πριγκήπου, του μεγαλύτερου ξύλινου κτίσματος της Ευρώπης και δεύτερου μεγαλύτερου στον κόσμο, στα Πριγκηπόνησα της Κωνσταντινούπολης
Ο Άγιος Βασίλειος έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (360-363). Τον κατήγγειλαν στον έπαρχο Σατουρνίνο, ότι ειρωνευόταν και κατηγορούσε τις ενέργειες του Ιουλιανού κατά της Εκκλησίας. Τότε διατάχθηκε από τον έπαρχο να δηλώσει δημόσια άρνηση του Ιησού Χριστού. Ο πιστός Ιερέας χαμογέλασε στην απαίτηση αυτή του επάρχου και δήλωσε ότι η ζωή του όλη άνηκε στο Ευαγγέλιο και τον Σωτήρα των ψυχών. Όταν ο έπαρχος απείλησε ότι θα τον βασανίσει σκληρά, αν δεν αρνιόταν το Χριστό, τότε αυτός απάντησε: «Πώς δε, ενόμισας ότι εγώ θα ηρνούμην τον Χριστόν, αφού και ο τελευταίος εκ των πιστευόντων εις Αυτόν λαϊκών της ενορίας μου, είναι πρόθυμος να χύση το αίμα του δια την αγίαν μας πίστιν;».
Η πλούσια βιβλιογραφία για την ύπαρξη κρυπτοχριστιανών στην Τουρκία δεν είναι πλέον επαρκής για να μας διαφωτίσει για τους απογόνους αυτών των κρυπτοχριστιανών στην εποχή μας. Υπάρχουν βεβαίως πληροφορίες από κληρικούς και επισκέπτες από την Ελλάδα αλλά δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν γενικότερα συμπεράσματα. Επιπλέον ορισμένες παραδοσιακές πρακτικές των -κατά τα άλλα- μουσουλμάνων γειτόνων μας, όπως η προσκύνηση σε τόπους χριστιανικής λατρείας, ανάγονται στην ιδιάζουσα χριστιανοϊσλαμική σύνθεση που πραγματοποιήθηκε στη Μικρά Ασία ήδη από την περίοδο των Σελτζούκων.
Η αναζήτηση χριστιανικών συμβόλων από τμήμα της τουρκικής κοινωνίας δεν πρέπει να εκλαμβάνεται πάντοτε ως ένδειξη κρυπτοχριστιανικής ταυτότητας. Κάποτε είναι προϊόν δεισιδαιμονιών και τα χριστιανικά σύμβολα αντιμετωπίζονται σαν μαγικά φυλαχτά που απλώς φέρουν γούρι. Ο προσεκτικός παρατηρητής διαβλέπει βεβαίως στην Τουρκία πολλά ίχνη από το Βυζάντιο που έχουν ενσωματωθεί στην κοινωνική συμπεριφορά και τα ενδόμυχα πιστεύω των μουσουλμάνων, σε σημείο ώστε να γίνεται λόγος και περί «εκκοσμικευμένου Βυζαντίου» στο τμήμα της χώρας από τα παράλια μέχρι την Άγκυρα, ενώ οι πάντες ομολογούν ότι στον Πόντο υπάρχει ένας πολιτισμός διαφορετικός από όλη την υπόλοιπη χώρα.
Ευχάριστη λοιπόν έκπληξη για όσους ενδιαφέρονται για την ύπαρξη κρυπτοχριστιανών στη σημερινή Τουρκία αποτέλεσε το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του Φαρούκ Τουντζάι που κυκλοφορήθηκε από το Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού που διευθύνει. Ο συγγραφέας είναι λεξικογράφος τουρκικών και πολιτικός αρθρογράφος, εγκατεστημένος στην Ελλάδα από το 1982, όπου κατέφυγε ως μέλος της αριστερής οργάνωσης Dev-Yol. Ασχέτως εάν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με τις κατά καιρούς θέσεις του, χαίρει ιδιαίτερου κύρους στην ελληνική κοινωνία, τόσο για την ποιότητα του Ελληνοτουρκικού (1994) και του Τουρκοελληνικού (2000) λεξικού, όσο κυρίως για την παρρησία με την οποία εκφράζεται και το ελεύθερο και αντισυμβατικό φρόνημα που τον διακρίνει ως στάση ζωής.
Στο βιβλίο του υπό τον τίτλο «Πορτρέτα» ο Τουντζάι διηγείται ενδιαφέροντα περιστατικά από την πολυτάραχη ζωή του στην Τουρκία και στην Ελλάδα. Σχετικά με τους κρυπτοχριστιανούς παραθέτει μια αφήγηση ενός παλαιού συντρόφου του που αποφυλακίστηκε κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980 από τη δικτατορία του Εβρέν, όταν το καθεστώς προέβη σε σταδιακή φιλελευθεροποίηση διενεργώντας κοινοβουλευτικές και δημοτικές εκλογές.
Τότε ο φίλος του Τουντζάι αποφάσισε να περιηγηθεί στην Τουρκία με σκοπό αφ’ ενός να ενημερωθεί για τον τρόπο σκέψης των Τούρκων στα πολιτικά ζητήματα και αφ’ ετέρου να έλθει σε επαφή με παλιούς του συντρόφους. Υποδυόμενος τον πλασιέ βιβλίων ταξίδεψε με το αυτοκίνητό του σε διάφορα μέρη της Τουρκίας, ώσπου έφθασε σε ένα χωριό κοντά στα σύνορα με την Αρμενία. Εκεί, μπροστά στο καφενείο του χωριού, άπλωσε το εμπόρευμά του -εγκυκλοπαίδειες και βιβλία- και προσκάλεσε τους θαμώνες να το κοιτάξουν. Ένας χωρικός διάλεξε ένα Ευαγγέλιο μεταφρασμένο στα τουρκικά και επιτέθηκε λεκτικά στον «πλασιέ» για το πώς τόλμησε να φέρει ένα παρόμοιο βιβλίο.
Ο τελευταίος, αντλώντας επιχειρήματα και από το σχολείο, αντιλέγει διαβεβαιώνοντας τον συνομιλητή του ότι «και το Κοράνι ακόμη θεωρεί το Ευαγγέλιο ιερό κείμενο, πως το Ισλάμ το σέβεται, και δεν μπορεί να λέγεται μουσουλμάνος κάποιος που δεν αναγνωρίζει κάτι τέτοιο». Ακολουθεί έντονη συζήτηση, με πολλούς παρεμβαίνοντες -και τον ιμάμη ανάμεσά τους, η οποία επεκτείνεται στις μη μουσουλμανικές θρησκευτικές μειονότητες της Τουρκίας και, όπως γράφεται χαρακτηριστικά, «στη Γενοκτονία των Αρμενίων και στις άλλες εθνοκαθάρσεις που κατά καιρούς έχουν συμβεί και συμβαίνουν στην Τουρκία». Όταν ακούγεται το «Μπιρ Αλλάχ», η τελευταία προσευχή της ημέρας, ο ιμάμης καλεί ευγενικά στο τζαμί τον «πλασιέ», ο οποίος προσπαθεί να το αποφύγει, αλλά κατόπιν πιέσεως δέχεται.
Οδηγείται από τον ιμάμη στο τζαμί όπου κάτω από το μινμπάρ (τον άμβωνα του τζαμιού) ανοίγει μια καταπακτή που οδηγεί σε μια μικρή σάλα. Εκεί ο ιμάμης ενδύεται ενώπιόν του το εντερί και φορεί μια αρμενική τιάρα. Ακολουθεί η Θεία Λειτουργία και μετά τη λήξη της ο ιμάμης του εξηγεί μεταξύ άλλων ότι «επειδή μια μέρα μπορεί να αναλάβετε εσείς τη διακυβέρνηση της χώρας μας, θέλω να ξέρετε πως υπάρχουμε και εμείς». Η διήγηση αυτή είναι αποκαλυπτική, προέρχεται από ανεξάρτητη και μη ελεγχόμενη πηγή, και μαρτυρεί το μεγαλείο απλών ανθρώπων οι οποίοι διατηρούν την πατρογονική τους πίστη εν μέσω πυρός και σιδήρου.
Οι 45 Κρωμναίοι κρυπτοχριστιανοί που φανέρωσαν την πίστη τους
Το χάτι χουμαγιούν ήταν το αυτοκρατορικό – σουλτανικό διάταγμα που υποχρεώθηκε να εκδώσει η Τουρκία μετά τη λήξη του Κριμαϊκού πολέμου (1854-1856). Με αυτό αναγνωριζόταν σε όλους τους υπόδουλους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η ισότητα, η ισονομία καθώς και η ελευθερία της συνείδησης και η ελεύθερη άσκηση της λατρείας. Το διάταγμα επικυρώθηκε από διεθνές συμβούλιο που συνήλθε επί τούτου στο Παρίσι, τον Μάρτιο του 1856 (Συνθήκη Παρισίων του 1856). Ως αποτέλεσμά του εκδόθηκαν το 1862 οι γενικοί κανονισμοί των Πατριαρχείων, με τους οποίους ρυθμίζονταν και διευθετούνταν τα εκκλησιαστικά και εθνικά θέματα που απασχολούσαν τους ορθόδοξους χριστιανούς που ζούσαν υπό τον Οικουμενικό Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και ήταν υπήκοοι του σουλτάνου.
Το 8ο άρθρο του διατάγματος όριζε: «Επειδή πάσαι αι θρησκείαι θα εξασκώνται ελευθέρως εν τοις κράτεσί μου, ουδείς υπήκοος της αυτοκρατορίας μου θα στενοχωρηθή εν τη εξασκήσει της θρησκείας ην πρεσβεύει, κατ’ ουδένα δε τρόπον θα ενοχληθή ένεκα τούτου». Έναν χρόνο αργότερα, το 1857, όταν διοικητής της Τραπεζούντας ήταν ο Ρουστέμ πασάς, 45 κρυπτοχριστιανοί Κρωμναίοι συγκεντρώθηκαν στη μονή της Θεοσκεπάστου και υπέγραψαν ένα «επιτροπικόν» έγγραφο, στο οποίο διακήρυτταν την πίστη τους και την απόφασή τους να φανερώσουν την αληθινή θρησκεία τους.
Το «επιτροπικόν» αυτό ήταν το εξής:
«Διά του παρόντος ημών αποδεικτικού ενσφραγίστου επιτροπικού γράμματος δηλοποιούμεν ημείς οι εκ των επαρχιών των δύο μητροπόλεων αγίου Τραπεζούντος και Χαλδίας, κάτοικοι των χωρίων Κρώμνης, Σάντας, Κοβάσης, Πάρτης, Γιαγλήτερες, Σταύρης, Μούζενας, Στύλου, Χάραβας, Ταντουρλού, Σήσε, Πόντιλας, Θέρσας, Άγουρσας, Λαραχανής, Καπίκιογλου, Γαλίανας, Χατσάβερας, Κάβαρας και λοιπών, ότι κοινή γνώμη και εν μιά συμπνοία και ομονοία αποκατεστήσαμεν, από μέρους πάντων ημών, πληρεξουσίους επιτρόπους τον κύριον Τοσούνογλουν Μουσταφά Γιαγιτζήν μετά της συνοδείας αυτού, Μουσταφάν Τουρσούνογλου και Σουλεϊμάνογλου Ισμαΐλην, εις το να απολογηθώσι και δώσωσι τους αποχρώντας λόγους εις ό,τιδήποτε ερωτήσεις θέλουσι γίνει διά την οποίαν υπόθεσιν εστάλησαν εις Κωνσταντινούπολιν.
Εις τους κυρίους τούτους έχομεν παραδεδομένας την στερεάν ημών απόφασιν και την κοινήν γνώμην εις το να ενεργήσωσιν επί οίον τρόπον δύνανται την ανακάλυψιν της άχρι τούδε κεκρυμμένης θρησκείας μας. Όθεν παρακαλούμεν τους εξοχωτάτους πρέσβεις των Αυτοκρατορικών δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας, Αυστρίας, Ρωσσίας και Ελλάδος, όπως αναγνωρίσωσιν αυτούς δυνάμει του παρόντος ενσφραγίστου επιτροπικού ημών γράμματος γνησίους ημών επιτρόπους, και οδηγήσωσιν αυτούς τα δέοντα υπέρ της θρησκείας και ελευθερίας ημών.
Δια τούτο λοιπόν έγινε το παρόν ανά χείρας αυτών δεικτικόν και τη σφραγίδι ενός εκάστου εσφραγισμένον επιτροπικόν γράμμα και εδόθη αυτοίς φέρειν εις ένδειξιν εν παντί τόπω και δικαστηρίω».
Ένα ξεχασμένο, εκπληκτικό κείμενο για τους Κρυπτοχριστιανούς