Ο Όσιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης και η ιερά Μονή του στην έρημο της Ιεριχούς

4 Μαρτίου

«Ὑπηρέτης θὴρ τῷ Γερασίμῳ γέρας,
Θῆρας παθῶν κτείναντι πρὶν λῆξαι βίου.
Τῇ δὲ τετάρτῃ Γεράσιμος βιότοιο ἀπέπτη»

Παιδικὰ καὶ νεανικὰ χρόνια τοῦ Ὁσίου Γερασίμου

Στὰ πολὺ παλιὰ χρόνια, πρὶν περάσουν τετρακόσια χρόνια ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γεννήθηκε στὰ Μύρα τῆς Λυκίας ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἁγίους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης. Τὰ Μύρα ἦταν ἀρχαῖα πόλη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ποὺ ἦταν Ἑλληνικὴ ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια. Τὴν ἐποχὴ τοῦ Βυζαντίου τὰ Μύρα ἔγιναν πρωτεύουσα τῆς ἐπαρχίας τῆς Λυκίας καὶ μέχρι τὸν 17ο αἰώνα ἦταν ἕδρα ἐπισκόπου. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους των Μύρων, ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ προστάτης τῶν θαλασσῶν. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος λάμπρυνε μὲ τὴν παρουσία του τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῶν Μύρων κατὰ τὸν 4ο αἰώνα καὶ πέθανε λίγα χρόνια πρὶν γεννηθεῖ ὁ Ὅσιος Γεράσιμος. Τὰ ἐρείπια ποὺ σώζονται δείχνουν ὅτι τὰ Μύρα βρίσκονται τέσσερα χιλιόμετρα μακριὰ ἀπὸ τὴν θάλασσα.

Συνέχεια

Ο Άγιος Νικόλαος και η Μικρά Ασία

Ο Άγιος Νικόλαος στη Σινασό Καππαδοκίας

Εικόνα του Αγίου Νικολάου από την Ι.Μ. Αγίου Νικολάου Σινασσού Καππαδοκίας

Στην αγιοτόκο γη της Καππαδοκίας και συγκεκριμένα στη Σινασό, ένα πανέμορφο μοναστήρι είναι λαξευμένο μέσα σ’ έναν τεράστιο κωνοειδή βράχο. Εκτός από τον Άγιο Νικόλαο, το μοναστήρι είναι αφιερωμένο  και στους Αγίους Σάββα, Μηνά και Βαρβάρα. Μάλιστα, ο Άγιος Νικόλαος εθεωρείτο γενικός θεματοφύλακας της κινητής και ακίνητης περιουσίας της κοινότητας. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή το μοναστήρι ερημώθηκε, ενώ το 2011 ανακαινίστηκε από τις τουρκικές αρχές.

Η Μάκρη και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου

Η Μάκρη της Μικράς Ασίας είναι πόλη με μεγάλη Ελληνική Κοινότητα (3.000 Έλληνες επί συνόλου 6.500 κατοίκων). Πολλά από τα σπίτια των Ελλήνων σώζονται μέχρι σήμερα, όπως ήταν πριν από το 1922. Ο ιερός ναός του Αγίου Νικολάου, σε ύψωμα της πόλης, δεσπόζει σε όλη τη γύρω περιοχή.

Συνέχεια

Ο Άγιος Νικόλαος Επίσκοπος Μύρων Λυκίας

6 Δεκεμβρίου

Ο άγιος Νικόλαος έζησε στα χρόνια των τυράννων Διοκλητιανού και  Μαξιμιανού και διέπρεψε πρώτα ως μοναχός. Έπειτα λόγω της μεγάλης αρετής του δέχτηκε την αρχιερωσύνη. Επειδή όμως πίστευε στον Χριστό και κήρυσσε ελεύθερα την χριστιανική πίστη και ζωή, συνελήφθη από τους άρχοντες της πόλεως κι αφού υπεβλήθη σε βασανιστήρια και στρεβλώσεις του σώματός του, ρίχτηκε στη φυλακή μαζί με άλλους χριστιανούς. Όταν όμως ο μεγάλος και ευσεβής Κωνσταντίνος απέκτησε τη βασιλεία των Ρωμαίων με το θέλημα του Θεού, ελευθερώθηκαν οι φυλακισμένοι, και μαζί με αυτούς και ο Νικόλαος, ο οποίος πήγε στα Μύρα της Λυκίας. Μετά από λίγο διάστημα, συγκροτήθηκε με τη βοήθεια του Κωνσταντίνου και η πρώτη εν Νικαία Σύνοδος, της οποίας μέλος ήταν και ο θαυμαστός Νικόλαος.

Συνέχεια

Ο Άγιος Νικόλαος, η γλυκυτέρα του ναύτου παραμυθία!

Αλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929)

Ο συγγραφεύς περιγράφει τον εσπερινόν της παραμονής του Αγίου Νικολάου εις τον ομώνυμον ναόν της πατρίδος του Σκιάθου

Εβράδυασεν. Ο ήλιος δύων όπισθεν του πευκοφύτου όρους έπεμπεν εις τας ανατολικάς άκρας της νήσου και εις τα προ του λιμένος νησίδια τας τελευταίας του ακτίνας, λαμβάνων μεθ΄ εαυτού όλον το ευφρόσυνον της ημέρας θάλπος* και αφήνων εις τα βουνά να στέλλωσι το οξύ εκείνο του χειμώνος απόγαιον. Ο λιμήν ήτο ακίνητος ως λίμνη. Τρία, τέσσαρα καΐκια ήρχοντο βιαστικά ν’ αράξωσι χάριν της εορτής. Αι λέμβοι των αλιέων έσπευδον και αυταί να προσορμισθώσι και από την εξοχήν οι ποιμένες και γεωργοί κατήρχοντο εις την πόλιν προς τον αυτόν σκοπόν. Και μόνος ο πράκτωρ της ατμοπλοϊκής εταιρείας ανεβοκατέβαινεν ακόμη εις το παράλιον περιμένων το ατμόπλοιον.

Όμως ενύκτωσε και ήρχισε να σημαίνη η αγρυπνία. Ο γλυκύς του κώδωνος ήχος ελαλούσεν, εκελαδούσεν, ενόμιζες, την πανήγυριν. Εις οποιανδήποτε νήσον και αν αποβιβασθής, θα απαντήσης τον ναόν του Αγίου Νικολάου μικρόν η μέγαν, με μάρμαρα ή με πλίνθους. Ο Άγιος Νικόλαος είναι ο παππούς του ναυτικού μας, η γλυκυτέρα του ναύτου παραμυθία, των θαλασσών ο Άγιος.

Εις την αγρυπνίαν έπρεπεν όλοι να παρευρεθώσι, διότι ηυτύχησαν να πανηγυρίσουν την εορτήν του εις το νησάκι των. Ο ναύτης και όταν ευδαίμων επιστρέψη εις την νήσον του, φέρει το τάξιμόν του εις τον Άγιον, ευχηθείς, όταν ήτο εις το πέλαγος, να τύχη κατά την εορτήν εις την πατρίδα του, ν’ αγρυπνήση όλην την νύκτα. Και όταν πάλιν ναυαγός εις μίαν σανίδα σωθή, ή εις ξηρόν βράχον από τα δόντια του θανάτου γλυτώση, πρώτα, πρώτα θα φέρη το τάξιμό του εις τον Άγιον, λαμπάδα μεγάλην ή αργυρούν κανδήλιον, και ύστερον θα μεταβή εις την οικίαν του να χαιρετήση την μητέρα του την σύζυγόν του.

Αλλ’ ενίοτε δεν επανέρχεται. Το τάξιμόν του ήτο βαρύ. Είχε τάξει όλην την ζωήν του. Να γίνη καλόγηρος! Και ούτως ο ευλαβής, διασώσας την ζωήν του από τα κύματα της θαλάσσης πηγαίνει να την κλείση εις τους αφώνους του μοναστηριού τοίχους, εις τον Άθωνα. Πάντες, γεωργοί και ναύται, συνηθροίζοντο εις την αγρυπνίαν συνωστιζόμενοι έμπροσθεν της εικόνος του Αγίου Νικολάου, παλαιάς βυζαντινής αγιογραφίας, ολίγον μαυρισμένης ή υπό του χρόνου, ή διότι ο ζωγράφος ηθέλησε δια του σκιερού χρώματος να παραστήση το αυστηρόν πρόσωπον του θαυματουργού αρχιερέως.

Και ήναπτον όλοι τας μεγάλας λαμπάδας οι ναύται, τας οποίας είχον φέρει από το ταξίδιον, και έλαμπεν η εικών, και έλαμπεν όλη η εκκλησία. Και ακτινοβολούσε το πράον του Αγίου πρόσωπον εκ χαράς, νομίζεις, ως να ηυχαριστείτο, ότι την στιγμήν εκείνην εβούιζεν ο μικρός ναός εκ της φαιδράς των ασμάτων ψαλμωδίας, μετ’ ιδιαιτέρας αγάπης επαναλαμβανούσης το «Άγιε Νικόλαε» εν τοις εγκωμιαστικοίς ύμνοις. Και ηυχαριστούντο γύρο, γύρο οι ναύται ακούοντες τα άσματα και προσβλέποντες ατενώς εις την εικόνα, κατάφορτον από των αναθημάτων, εν οις διέπρεπον αργυρά μικρά πλοιάρια, πλοιάρχων αφιερώματα.

Κατά τας στιγμάς εκείνας ενόμιζες, ότι η εικών προσελάμβανε θαυμασίαν τινά κίνησιν και ζωήν αιφνίδιον. Ενόμιζες ότι εκινούντο οι οφθαλμοί του Αγίου και ευλογούσεν η χείρ τους προσφιλείς του ναυτίλους και ότι συχνά μετέβαλλεν όψιν το γηραιόν του πρόσωπον. Άλλος εκ των εκεί παρισταμένων, έχων εις τον νουν του την παροιμιώδη του Αγίου Νικολάου ελεημοσύνην και προς τους πένητας συμπάθειαν, τον έβλεπε γλυκύν και μειδιώντα, ως ότε έσωζε κρυφά τας τρεις εκείνας θυγατέρας από του ηθικού θανάτου, παρέχων τα μέσα της υπανδρείας, και έτεινε και αυτός την χείρα, νομίζων ότι ο Άγιος φλωρία εμοίραζε την στιγμήν εκείνην. Άλλος πάλιν έχων εις τον νουν του, ότι ποτέ ο επίσκοπος των Μύρων, άγριος και απειλητικός εμφανισθείς, εκράτησε του δημίου την χείρα, έτοιμον να θανατώση τρεις άνδρας αθώους, συκοφαντηθέντας, τον έβλεπεν εις την εικόνα άγριον και απειλητικόν με πύρινα βλέμματα.

Ο δε ναύτης, διαλογιζόμενος την στιγμήν, κατά την οποίαν ο Άγιος έσωσε το κλυδωνιζόμενον σκάφος, έτοιμον να καταποντισθή, εφαντάζετο τον Άγιον ιστάμενον ατρόμητον εν τη πρύμνη και βαστάζοντα κραταιώς το πηδάλιον, ενώ η εικών παρίστα τούτον καθήμενον επί θρόνου και ευλογούντα. Εκείνος δε πάλιν, ο ενθυμούμενος την στιγμήν, κατά την οποίαν ο Άγιος βυθισθείς εν τω πόντω έσωσεν ημίπνικτον τον από του πλοίου πεσόντα ναύτην, ενόμιζεν, ότι έβλεπε διάβροχον τον Ιεράρχην και ότι από το κοντόν λευκόν του γένειον έσταζεν ακόμη θάλασσα.

Τόσην ζωήν παράδοξον ελάμβανεν η βυζαντινή εικών υπό τα πολλά εκείνα φώτα και την φαιδράν ψαλμωδίαν.

Σημειώσεις:
Θάλπος – ζεστασιά, περίθαλψις
Ἀπόγαιον – θαλάσσιος ἄνεμος
Παραμυθία – παρηγορία
Μῦρα – ἀκμάζουσα μεσαιωνική πόλις τῆς Μικρᾶς Ασίας.

Πηγή: proskynitis.blogspot.gr