Ευαγόρας Παλληκαρίδης: «Είναι ωραίο να πεθαίνεις για την Ελλάδα!»

14 Μαρτίου 1957

«Γιατί, ρωτάει στενάζοντας η μάνα, πού ’ναι ο γιος μου;
Κι όλες οι μάνες απορούν πού να ’ναι το παιδί!
Γιατί, ρωτάει ο σύντροφος, πού να ’ναι ο αδερφός μου;
Κι όλοι του οι σύντροφοι απορούν, πού να ’ναι ο πιο μικρός!..
Ήταν γενναίο παιδί.
Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής
Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο…
Ω! μην κοιτάτε, από πού του ’φυγε η ζωή.
Μην πείτε πώς ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου
Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη
Kι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!»
Οδυσσέας Ελύτης

Συνέχεια

Φυλακισμένα Μνήματα

Φυλακές Λευκωσίας

Αν υπάρχει κάπου στον κόσμο ένας τόπος, που στα λιγοστά τετραγωνικά του μπόρεσε να φυλάξει συναγμένη τόση δόξα, τόση αντρειοσύνη, τόση ιερότητα και τιμή, τούτος ο τόπος, αναμφίβολα, δεν είν’ άλλος από την περίκλειστη αυλή των Φυλακών Λευκωσίας. Ένας τόπος θυσίας και άσβεστης, ιερής μνήμης, που έμεινε γνωστός στην ιστορία με την αβάσταχτη -στο νου και στην καρδιά- ονομασία «Φυλακισμένα Μνήματα». Ήταν τόσο το μίσος των άνανδρων βρετανών για τους Κυπρίους αγωνιστές της ΕΟΚΑ, που ακόμα και νεκρούς από τις κρεμάλες και τις ενέδρες που οι ίδιοι τους έστηναν, τους φοβόνταν.. Γι’ αυτό κρατούσαν τους τάφους τους κρυφούς ακόμα και από τους στενότερους συγγενείς τους, τρέμοντας μήπως φανερωθούν τα αίσχη τους και ξεσπάσει πάνω τους το ποτάμι του αδίκου και της οργής. Τι μπορεί άλλωστε να σήμαινε για τέτοιους τυράννους η ιερότητα των σκοτωμένων ηρώων ενός λαού που από την εποχή της Αντιγόνης έθαβε τους νεκρούς του με τιμή και σεβασμό, όπως αρμόζει σε τέτοιους ήρωες αλλά και στην ίδια την αξία του ανθρωπίνου προσώπου και της ζωής..

Συνέχεια