Στο Χριστό στο Κάστρο (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)

Έργο του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη

Τὸ Γιάννη τὸ Νυφιώτη καὶ τὸν Ἀργύρη τῆς Μυλωνοῦς, τοὺς ἔκλεισε τὸ χιόνι ἀπάν᾽ στὸ Κάστρο, τ᾽μ πέρα πάντα, στὸ Στοιβωτὸ τὸν ἀνήφορο· τ᾽ ἀκούσατε;

Οὕτως ὡμίλησεν ὁ παπα-Φραγκούλης ὁ Σακελλάριος, ἀφοῦ ἔκαμε τὴν εὐχαριστίαν τοῦ ἐξ ὀσπρίων κ᾽ ἐλαιῶν οἰκογενειακοῦ δείπνου, τὴν ἑσπέραν τῆς 23 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 186… Παρόντες ἦσαν, πλὴν τῆς παπαδιᾶς, τῶν δύο ἀγάμων θυγατέρων καὶ τοῦ δωδεκαετοῦς υἱοῦ, ὁ γείτονας ὁ Πανάγος ὁ μαραγκός, πεντηκοντούτης, οἰκογενειάρχης, ἀναβὰς διὰ νὰ εἴπῃ μίαν καλησπέραν καὶ νὰ πίῃ μίαν ρακιά, κατὰ τὸ σύνηθες, εἰς τὸ παπαδόσπιτο· κ᾽ ἡ θειὰ τὸ Μαλαμὼ ἡ Καναλάκαινα, μεμακρυσμένη συγγενής, ἐλθοῦσα διὰ νὰ φέρῃ τὴν προσφοράν της, χήρα ἑξηκοντοῦτις, εὐλαβής, πρόθυμος νὰ τρέχῃ εἰς ὅλας τὰς λειτουργίας καὶ νὰ ὑπηρετῇ δωρεὰν εἰς τοὺς ναοὺς καὶ τὰ ἐξωκκλήσια.

Συνέχεια

Ὑπό τήν βασιλικὴν δρῦν

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Ὅταν παιδίον διηρχόμην ἐκεῖ πλησίον, ἐπὶ ὀναρίου ὀχούμενος, διὰ νὰ ὑπάγω νὰ ἀπολαύσω τὰς ἀγροτικάς μας πανηγύρεις, τῶν ἡμερῶν τοῦ Πάσχα, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ τῆς Πρωτομαγιᾶς, ἐρρέμβαζον γλυκὰ μὴ χορταίνων νὰ θαυμάζω περικαλλὲς δένδρον, μεμονωμένον, πελώριον, μίαν βασιλικὴν δρῦν. Ὁποῖον μεγαλεῖον εἶχεν! Οἱ κλάδοι της χλωρόφαιοι, κατάμεστοι, κραταιοί· οἱ κλῶνές της, γαμψοὶ ὡς ἡ κατατομὴ τοῦ ἀετοῦ, οὖλοι ὡς ἡ χαίτη τοῦ λέοντος, προεῖχον ἀναδεδημένοι, εἰς βασιλικὰ στέμματα. Καὶ ἦτον ἐκείνη ἄνασσα τοῦ δρυμοῦ, δέσποινα ἀγρίας καλλονῆς, βασίλισσα τῆς δρόσου…

Συνέχεια

Παπαδιαμάντη να διαβάζεις… Παπαδιαμάντη!

Κάποτε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, καθώς περιδιάβαινε την Αθήνα, βρέθηκε μπροστά σ’ ένα εκκλησάκι.

Συνέχεια

Τα ρόδιν’ ακρογιάλια

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Κάσος, το Φρυ

Ἀκόμη δὲν ἤνοιξαν αἱ πύλαι τῆς Ἀνατολῆς νὰ εἰσέλθῃ παμβασιλεὺς ὁ ἥλιος, κι ὁ γερο-Γατζίνος ἐσηκώθη, ἤνοιξε τὸ καφενεδάκι, καὶ ὑπηρετεῖ τοὺς πρωινοὺς πελάτας. Πῶς νὰ χορτάσῃ τις τὸν ὕπνον ἐκεῖ, εἰς τὰ ὡραῖα λυκαυγῆ, εἰς τὰς γλυκείας ἠοὺς τοῦ φθινοπώρου; … Ἐξύπνησα τρῖς ὥρας πρὶν φέξῃ, ἐξῆλθα, καὶ κάμψας ἕνα δρομίσκον, ἔφθασα εἰς τὸν αἰγιαλόν.

Συνέχεια

Το Σπιτάκι στο λιβάδι (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)

Διήγημα, 1896

Χρήστος Γκάλιος, Σπίτι στο Νεοχώρι Καρδίτσας

Δὲν εἶχε μείνει πλέον οὔτε τόσον νερὸν εἰς τὴν μικρὰν λίμνην, ὅσον διὰ νὰ καραβίσουν ὁ Παντελὴς ὁ Φάντης καὶ ὁ Χαράλαμπος ὁ Σανταβελὴς τὰ καραβάκια τους, ὅταν ἐδραπέτευον κάθε δειλινὸν ἀπὸ τὸ σχολεῖον, μὲ τοὺς «φύλακας» κρεμαστοὺς ὑπὸ μάλης, καὶ τρέχοντες ἀνεσήκωναν τὰς περισκελίδας των μακρόθεν, οὔτε τόση μούργα, ὅσον διὰ νὰ γεμίζῃ κάθε πρωὶ καὶ βράδυ τὴν μικρὰν φιάλην της ἡ γρια-Παναγιοὺ ἡ Κοτρωνιώτισσα, μεταβαίνουσα ἀπὸ βοῦρκον εἰς βοῦρκον, καὶ ξεχωρίζουσα μὲ τὸν πῆχύν της καὶ μὲ τὸ τενεκεδένιο πενηνταράκι της τὸ κατακάθισμα τοῦ λαδιοῦ ἀπὸ τὸ νερὸν καὶ ἀπὸ τὴν λάσπην. Ὁ Κύριος εἰσήκουσε τὰς δεήσεις τῶν πτωχῶν καὶ τοὺς στεναγμοὺς τῶν πενήτων, καὶ ἐσώρευσε τόσας νεφέλας εἰς τὸν αἰθέρα, καὶ ἤστραψε καὶ ἐβρόντησε τόσον τρομακτικὰ εἰς τὸ στερέωμα, καὶ ἔρριψε τόσον ἄφθονον νερὸν εἰς τὸ παραθαλάσσιον χωρίον, ὥστε νὰ ἐξαλειφθῇ πᾶσα ἀκαθαρσία εἰς τὴν γειτονιὰν καὶ νὰ γίνῃ ἓν ἡ γῆ καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ θάλασσα.

Συνέχεια

Πάσχα το τερπνόν (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)

Το Πάσχα δεν είναι μόνο «τερπνόν», αλλά και «λύτρον λύπης» για τον Παπαδιαμάντη, ο οποίος δημοσίευσε πολλά διηγήματα για τη Μεγάλη Εβδομάδα και την Ανάσταση του Χριστού, ξετυλίγοντας ιστορίες ικανές να μαγέψουν όχι μόνο τους αναγνώστες της εποχής του, αλλά και όσους δεν έχουν πάψει να αγαπούν τη λογοτεχνία μέχρι και το τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Το άρθρο αυτό του Παπαδιαμάντη δημοσιεύτηκε, υπό τον τίτλο «Το Πάσχα», στην αθηναϊκή εφημερίδα «Εφημερίς», στις 6 Μαΐου 1888, Κυριακή του Πάσχα. Ο Παπαδιαμάντης πανηγυρίζει για τις συναθροίσεις του ελληνικού λαού, υμνεί και λατρεύει το γιορτινό πνεύμα της αγάπης, το οποίο παραμένει υψηλόφρον και ανθηρό, όπως η αναστημένη φύση.

Συνέχεια

Αποκριάτικη νυχτιά

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Σπύρος Βασιλείου, Καρναβάλι στην Αθήνα, 1981

Η «Αποκριάτικη νυχτιά» είναι διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 17 Φεβρουαρίου του 1892, στην εφημερίδα «Εφημερίς» των Αθηνών. Είναι έργο αθηναϊκό, ηθογραφικό, σατιρικό και αυτοψυχογραφικό, γιατί ο Σπύρος Βεργουδής είναι ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης, στα πρώτα δραματικά του χρόνια στην Αθήνα.

Συνέχεια

Η συγγραφική τέχνη του Παπαδιαμάντη

Οι αντιλήψεις του Παπαδιαμάντη σχετικά με την τέχνη δεν αφίστανται πολύ από το πνεύμα της λειτουργικής τέχνης, την οποία υπηρέτησε φωνητικά ως ψάλτης, αλλά και γραφικά ως συγγραφέας. Είναι από τους λίγους που πιστεύουν ότι ζωή και τέχνη δεν είναι δυο άσχετα πράγματα, αλλά δυο έννοιες αλληλοσυνδεόμενες και αλληλοσυμπληρούμενες.

Συνέχεια

3 Γενάρη 1911, ο Άγιος των Ελληνικών γραμμάτων πέρασε στην αιωνιότητα

«Αἰνέσω Κύριον ἐν τῇ ζωῇ μου, ψαλῶ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχω …»
Ψαλμός 145(146), «Ο Κύριος προστάτης των ανισχύρων»

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
(Σκιάθος 4 Μαρτίου 1851 – Σκιάθος 3 Ιανουαρίου 1911)

Συνέχεια

Αντώνης Μιτζέλος – Μελοποιώντας τον Παπαδιαμάντη

Επαμ. Θωμόπουλος, Παλιό σπίτι

Μια συνέντευξη με αφορμή την πρόσφατη δουλειά του για το Χριστουγεννιάτικο διήγημα του «κυρ Αλέξανδρου» Παπαδιαμάντη, «Της Κοκκώνας το σπίτι»…

Το καλό με τις συνεντεύξεις είναι ότι συναντάς σημαντικούς ανθρώπους που σε κοιτούν και τους κοιτάς στα μάτια, παρατηρώντας τους μορφασμούς, τις κινήσεις του σώματος, τις αντιδράσεις. Δυστυχώς, η πανδημία μάς έχει στερήσει σε πολλές περιπτώσεις αυτή την εμπειρία. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που σε κάνουν να νιώθεις το ίδιο καλά και από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. Ένας από αυτούς τους ταλαντούχους καλλιτέχνες μας είναι ο Αντώνης Μιτζέλος, ο βιρτουόζος κιθαρίστας των Τερμιτών, με τη σημαντική προσωπική πορεία αργότερα, που παίζει, συνθέτει και γράφει. Μιλώντας μαζί του με αφορμή πρόσφατη δουλειά του, «Της Κοκκώνας το σπίτι», που αποτελεί τη συναυλιακή παρουσίαση του ομώνυμου έργου του συντοπίτη του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, νιώσαμε σαν καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι και να συζητούσαμε σε μια εορταστική ατμόσφαιρα, με έναν άνθρωπο που η ευγένειά του είναι πηγαία και αλάξευτη.

Συνέχεια

Το Χριστόψωμο

Στο κέντρο του Χριστουγεννιάτικου τραπεζιού δεσπόζει πάντοτε το ευλογημένο Χριστόψωμο, αφράτο και μυρωδάτο, έτοιμο να κοπεί από τον νοικοκύρη του σπιτιού και να μοιραστεί με τις ευχές του σε όλους τους οικείους του και στους καλεσμένους πριν ξεκινήσει το φαγητό. Σε πολλές περιοχές του τόπου μας το στόλισμα του Χριστόψωμου αποτελεί αληθινή ιεροτελεστία και δίνει κομψοτεχνήματα που δεν χορταίνεις να θαυμάζεις! Ανάμεσα στις πολλές πατροπαράδοτες συνταγές για Χριστόψωμο ξεχωρίσαμε το περίφημο Χριστόψωμο του Πόντου, το οποίο είναι εξαιρετικό ως γευστικό αποτέλεσμα, αλλά και ένα εκπληκτικό δείγμα της αξιοσύνης και της φροντίδας των Ποντίων νοικοκυρών, που στολίζουν ξεχωριστά με αυτό το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι τους! Μολονότι φαίνεται περίπλοκο είναι αρκετά απλό στην παρασκευή του, μια μοναδική προσφορά αγάπης για το σπιτικό μας και την οικογένειά μας και μια παντοτινή εκδήλωση ευλάβειας από την θρησκευτική μας παράδοση.

Συνέχεια

Χωρίς στεφάνι (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Κοινωνικό διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 24 Μαρτίου 1896, στην εφημερίδα «Ακρόπολις». Εκτυλίσσεται στην Αθήνα, περί τα τέλη του 19ου αιώνα, με ηρωίδα μια κατατρεγμένη δασκάλα, τη Χριστίνα, θύμα του πελατειακού κράτους (καθώς τότε ακόμα δεν υφίστατο η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων) και του εραστή της. Ο Παπαδιαμάντης μας παρουσιάζει, επίσης, μια ολόκληρη κοινωνική ομάδα -τις δούλες και τις παραμάνες- στις μεγάλες στιγμές της Αναστάσεως. Ένα διήγημα που μπορεί να ταιριάζει με αυτό που αποκαλούμε «ατμόσφαιρα των ημερών», όμως θίγει διαχρονικά ζητήματα της κοινωνίας μας, ενώ έχει μεγάλο ενδιαφέρον ο τρόπος που τα προσεγγίζει ο μεγάλος Παπαδιαμάντης.

Συνέχεια

Ο Άγιος Νικόλαος Πλανάς

2 Μαρτίου

«Χαίροις ο της Νάξου θείος βλαστός
και των Ιερέων ο εν πάσιν υπογραμμός,
ελεημοσύναις, νηστείαις, αγρυπνίαις
και προσευχαίς σχολάζων, πάτερ Νικόλαε»

Κορυφαία έκφραση της αληθινής κατά Χριστόν ζωής κάθε συνειδητού πιστού και πιο πολύ του πραγματικού και τελείου ιερέως, αποτελεί η ζωή και το έργο του αγίου ιερέως Νικολάου του Πλανά, αγίου των ημερών μας. Η εύανδρος και αγιοτόκος Νάξος είχε την θεία εύνοια και ευλογία να είναι η γενέτειρά του. Γεννήθηκε το έτος 1851. Οι γονείς του, καπετάν Γιάννης και Αυγουστίνα, ήταν άνθρωποι εύποροι, ευσεβείς και καλοκάγαθοι, όπως όλοι οι νησιώτες. Είχαν και ένα εμπορικό καΐκι πού πήγαινε από τη Νάξο στη Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, ακόμα και στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

Συνέχεια

Η προσευχή του Κολοκοτρώνη

Δημήτρης Νατσιός, Δάσκαλος (Κιλκίς, Μάρτ. 2020)

Θεόδ. Κολοκοτρώνης: «Παναγία μου, βοήθησε και τούτην την φορά τους Έλληνες διά να εμψυχωθούν»

Διον. Σολωμός: «Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει»

Οδ. Ελύτης: «Όπου και να σας βρίσκει το Κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη»

Μνημονεύω, τούτες τις δύσκολες ημέρες -κλεισμένοι στ’ αρχοντικά μας- τα λόγια του Κολοκοτρώνη, τους στίχους του Σολωμού, τον λόγο του Ελύτη. Περίεργες στιγμές ζούμε..

Η άνοιξη, η νιότη του χρόνου, πολιορκεί τις αισθήσεις μας: «Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα». Και έξω το αόρατο κακό. Πολιορκημένοι. Με τα ντουλάπια να βογκούν από ρύζια και ζυμαρικά. Εκείνοι, οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», έψαχναν εναγωνίως ακόμη και ποντικούς και «ήτο ευτυχής όστις εδύνατο να πιάσει έναν. Βατράχους δεν είχαμε, κατά δυστυχίαν», γράφει ο Κασομούλης στα «Στρατιωτικά Ενθυμήματά» του.

Συνέχεια

Ο Βαρδιάνος στα Σπόρκα

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Vasily Maximov, «Ο άρρωστος σύζυγος», 1881

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης αφηγείται την ιστορία της γρια-Σκεύως, που μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας) στα σπόρκα (καράβια ευρισκόμενα σε καραντίνα εξαιτίας μολυσματικής νόσου), προκειμένου να σώσει το γιο της. Ιστορικός πυρήνας του διηγήματος είναι η χολέρα που έπληξε την Ευρώπη το 1865 και τα αυστηρά μέτρα προφύλαξης που έλαβαν οι τότε ελληνικές κυβερνήσεις. Ο «Βαρδιάνος στα Σπόρκα» πρωτοδημοσιεύτηκε σε σειρά επιφυλλίδων, στην εφημερίδα Ακρόπολις, από τις 14 Αυγούστου έως τις 5 Σεπτεμβρίου του 1893. Εδώ παραθέτουμε αποσπάσματα του διηγήματος.

Συνέχεια

Φώτα – Ολόφωτα (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)

Ἐκινδύνευε ν᾽ ἀποθάνῃ ἀπὸ τοὺς πόνους ἡ Μαχώ, ἡ γυναίκα τοῦ Κωνσταντῆ τοῦ Πλαντάρη, νεόγαμος, πρωτάρα.

Ἡ Πλανταρού, ἡ πενθερά της, εἶχε καλέσει ἀπὸ τὸ βράδυ τῆς προλαβούσης ἡμέρας τὴν μαμμὴν τὴν Μπαλαλίναν καὶ τὴν ἐμπροσθινὴν τὴν Σωσάνναν. Αἱ δύο γυναῖκες, τεχνίτισσαι εἰς τὸ εἶδός των καὶ ἡ μήτηρ τοῦ συζύγου τῆς κοιλοπονούσης, φιλόστοργος, ὡς πᾶσα πενθερὰ ἥτις δὲν ἐπιθυμεῖ τὸν θάνατον τῆς νύμφης της, ὅταν αὕτη εἶναι πρωτάρα, πρὶν βεβαιωθῇ ὅτι θὰ ἐπιζήσῃ τὸ παιδίον διὰ νὰ ἀσφαλισθῇ ἡ κληρονομία τῆς προικός, ἐπροσπάθουν ὅσον τὸ δυνατὸν νὰ ἀνακουφίσουν τοὺς πόνους τῆς ὠδινούσης. Καὶ εἶχεν ἀνατείλει ἤδη ἡ ἄλλη ἡμέρα καὶ ἀκόμη ἡ γυνὴ ἐκοιλοπόνει, καὶ ἡ μαμμή, ἡ ἐμπροσθινὴ καὶ ἡ πενθερὰ συνεπόνουν μὲ αὐτήν, καὶ ὁ καλογερόπαπας τοῦ Μετοχίου τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος εἶχε λάβει ἐντολὴν νὰ ψάλῃ μικρὰν καὶ μεγάλην Παράκλησιν πρὸς βοήθειαν τῆς ὠδινούσης.

Συνέχεια