Η ιστορία της Γαλανόλευκης

13 Ιανουαρίου 1822

Θεοδώρου Βρυζάκη, Ο όρκος των Αγωνιστών (ελαιογραφία, λεπτομέρεια) (users.sch.gr)

Μετά την ήττα των Ελληνικών Επαναστατικών δυνάμεων στο Δραγατσάνι, τη θυσία του Ιερού Λόχου και την αιχμαλωσία του Αλέξανδρου Υψηλάντη, η Πρώτη Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων αποφάσισε στις 13 Ιανουαρίου 1822, ερήμην των περισσοτέρων οπλαρχηγών, την κατάργηση όλων των διακριτικών της Φιλικής Εταιρείας, του βασικού φορέα και υποστηρικτή της Επανάστασης του Γένους, και την αντικατάστασή τους με άλλα. Ανάμεσα στα σύμβολα που καταργήθηκαν, ήταν και η σημαία της Φιλικής, η αρχαιότερη του Αγώνα, η οποία αντικαταστάθηκε από την «γαλανόλευκη» του Γιάννη Σταθά. Η πρώτη Ελληνική σημαία με την σημερινή της μορφή, σχεδιάστηκε, ευλογήθηκε και υψώθηκε το 1807, στην ιερά Μονή Ευαγγελιστρίας, στη Σκιάθο, όταν ο ηγούμενος Νήφων όρκισε τους οπλαρχηγούς που είχαν συγκεντρωθεί εκεί για να σχεδιάσουν τις κινήσεις τους για την Επανάσταση. Παραλλαγή της ήταν η σημαία του Παπαφλέσσα, φτιαγμένη από το κυανό εσωτερικό του ράσου του και την φουστανέλα ενός συμπολεμιστή του.. Κυανή και λευκή, η Ελληνική σημαία διέγραψε την δική της ιερή και δοξασμένη ιστορία σε κάθε εποχή, εκφράζοντας μοναδικά τα πιο υψηλά ιδανικά της φιλοπατρίας και των αγώνων του λαού μας.

«Ο τόπος μας βρίσκεται κάτω από μια μυλόπετρα και οι τρεις μεγάλες δυνάμεις, στην ουσία, θέλουν να μας λειώσουνε. Αυτά τα έθνη δεν νοιάζονται για την ελευθερία μας. Τα συμφέροντά τους κοιτάνε και τίποτε άλλο. Από τον πρώτο χρόνο, που κάναμε την επανάσταση, μας πλησιάσανε και θέλανε, λέει, να μας προστατέψουνε. Ο προστάτης, όμως, γίνεται πάντα αφεντικό. Μαζί τους πήγαν κοτζαμπάσηδες, τσιφλικάδες, δεσποτάδες, καραβοκύρηδες, τοκογλύφοι.. Οι προεστοί, οι κοτζαμπάσηδες, αγόραζαν τις δημόσιες δημοπρασίες μιας επαρχίας, για παράδειγμα, 1.000 γρόσια και χρέωναν τους ραγιάδες 10.000 και παραπάνω. Από τις 10.000 μόνο τα 1.000 γρόσια πήγαιναν στον Σουλτάνο, 3.000 έδιναν στον Βοεβόδα της επαρχίας και 6.000 μπαίναμε στο κεμέρι τους! Έτσι φτιάχτηκαν, μ’ αυτά τα πρόσωπα, μέχρι σήμερα όλες οι κυβερνήσεις, Μαυροκορδάτου, Μαυρομιχάλη, Ζαΐμη, Κωλέτη, Κουντουριώτη… Μια νύχτα που δεν έκλεινα μάτι, η ζωή μου γύρισε όλη πίσω. Όλη τη νύχτα έβλεπα κομμένα κεφάλια Κολοκοτρωναίων.. Ο Δημητράκης Τσεργίνης, ο προπάππος του πατέρα μου, ο Μπότσικας, ο παππούς του, ο Γιάννης, ο δικός μου παππούς, ο πατέρας μου, οι μπαρμπάδες μου, τα αδέρφια μου, τα ξαδέρφια μου.. μια πυραμίδα κομμένα κεφάλια και κορμιά. Τι έκαναν; πολέμησαν για την πατρίδα. Και τι κέρδισαν; Μια ζωή βασανισμένη. Πείνα, δίψα, φτώχεια, αρρώστια, ξολοθρεμό και φρίκη. Και στο τέλος, ένα μαρτυρικό θάνατο. Κι εγώ, τι έκανα; Τριανταπέντε χρονώ και δεν είχα ψωμί να φάω, τα παιδιά μου να ταΐσω, τόπο να σταθώ. Ενώ οι προσκυνημένοι, οι φίλοι των Τούρκων, οι προύχοντες, οι κοτζαμπάσηδες, οι βολεμένοι; Αυτοί τι σου λέγανε; Δεν βλέπεις ποιος είναι ο Δεληγιάννης, ο Ζαΐμης, ο Λόντος, ο Νοταράς, ο Σισίνης, ο Παπαδιαμαντόπουλος στην Κόρθο, ο Μπενιζέλος Ρούφος και ο Κανακάρης στην Πάτρα, οι Μαυρομιχαλαίοι, οι μπέηδες της Μάνης; Τα σπίτια τους πασαλίδικα! Τα κελάρια τους γεμάτα! Τα παιδιά τους ίδια αρχοντόπουλα! Κι αρματωμένοι μισθοφόροι να τους φυλάνε πέρα-δώθε. Και οι δεσποτάδες παρόμοια. Λίγες εξαιρέσεις. Για όλους αυτούς πατρίδα ήταν το πουγκί τους, το συμφέρον τους. Η αληθινή πατρίδα ήταν για όλους τους άλλους, τους χαζούς, τους τρελούς, σαν εμένα που γύρευα να γκρεμίσω τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία του κόσμου με λίγους πεινασμένους ..!».   

Θεόδωρος Κολοκωτρώνης

* Απόσπασμα από το βιβλίο του Εφέτη Θεόδ. Παναγόπουλου, «Ο φυλακισμένος του Ίτς – Καλέ» (εκδ. Ενάλιος, 2018).

Η σημαία της Φιλικής Εταιρείας είναι η παλαιότερη επίσημη σημαία της Ελληνικής Επανάστασης. Σχεδιάστηκε υπό τις οδηγίες του Παλαιών Πατρών Γερμανού και φέρει ιερά σύμβολα της Ορθοδοξίας και του Αγώνα. Την ύψωσε ο Γεώργιος Σισίνης στη Γαστούνη, το 1821

Εμβλήματα, σφραγίδα και ο όρκος της Φιλικής Εταιρείας (wiki, dictyo.gr)

Η Πρώτη Εθνοσυνέλευση των επαναστατημένων Ελλήνων πραγματοποιήθηκε στην Πιάδα, κοντά στην Επίδαυρο, για τούτο και ονομάστηκε «Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου». Ξεκίνησε στις 20 Δεκεμβρίου 1821 και διήρκεσε ως τις 16 Δεκεμβρίου 1822. Την πρωτοχρονιά του 1822, ο πρόεδρός της Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, εξέδωσε την πανηγυρική διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, που ιστορικά αποτελεί το πρώτο επίσημο κείμενο του ελεύθερου ελληνικού κράτους στον διεθνή χώρο:

«Εν ονόματι της Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος:

Το Ελληνικόν Έθνος, το υπό την φρικώδη οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον δια των νομίμων παραστατών του, εις εθνικήν συνηγμένων συνέλευσιν, ενώπιον θεού και ανθρώπων, την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».

α. Ο Νικολάκης Μητρόπουλος με επαναστατική σημαία που φέρει τον Σταυρό και το «Εν τούτω νίκα», λιθογραφία του L. Dupre, 1825 (pinterest), β. Ο Θανάσης Καρπενησιώτης μάχεται υπό την ελληνική σημαία, πίνακας εποχής του Peter von Hess (users.sch.gr), γ. Ο Παναγιώτης Κεφάλας υψώνει την σημαία της ελευθερίας στα τείχη της Τριπολιτσάς (Peter von Hess) (pinterest)

Οι «νόμιμοι παραστάτες», για τους οποίους κάνει λόγο η πανηγυρική διακήρυξη, δεν είναι άλλοι από εκείνους που κατονομάζει ως άνω και ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά, πικραμένος και αποκαρδιωμένος από την αγνωμοσύνη και τα βάσανα.. Οι κύριοι εκπρόσωποι του πολιτικοοικονομικού κατεστημένου της εποχής (πολιτικοί, πρόκριτοι, προύχοντες και κοτζαμπάσηδες) είχαν καταφέρει να θέσουν εκποδών τους στρατιωτικούς, τους πραγματικούς ήρωες – αγωνιστές του ’21, που θυσίασαν τα πάντα και πάλεψαν μέχρι τα έσχατα όρια της ανθρώπινης αντοχής για ν’ απολαμβάνουμε όλοι οι μετέπειτα μια πατρίδα λεύτερη, δική μας.

Έτσι, μετά την αποτυχία της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία και την σύσταση της Πελοποννησιακής Γερουσίας στη μονή των Καλτετζών (26 Μαΐου 1821), η Φιλική Εταιρεία και η οικογένεια Υψηλάντη παραμερίζονται από το προσκήνιο των εξελίξεων και τα ηνία του επαναστατημένου έθνους αναλαμβάνουν κατά κύριο λόγο οι πολιτικοί, ευθυγραμμιζόμενοι με τις εκάστοτε διαθέσεις και τα παραγγέλματα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής που καθείς υπηρετούσε.. Τα αποτελέσματα της τακτικής αυτής τα ζούμε έως και σήμερα.. Συνοψίζονται δε εύστοχα στην περίφημη αναφορά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη από τα «Απομνημονεύματά του»: «Εγώ πολέμαγα τον Ιμπραήμη και ο Ζαΐμης πολέμαγε εμένα… Έγινε πρόεδρος και τα μυαλά του φούσκωσαν αέρα. Νόμιζε ότι η πατρίδα και τα αξιώματα ήταν κληρονομιά του πατέρα του. Τέτοια ήταν τα καμώματά του, που άρχισε και ο λαός να λέγει: Τι Μπραήμης, τι Ζαΐμης!»…

Έτσι, στις 13 Ιανουαρίου 1822, ερήμην των περισσοτέρων οπλαρχηγών, η Εθνοσυνέλευση έλαβε την απόφαση για την κατάργηση όλων των διακριτικών της Φιλικής Εταιρείας, του βασικού φορέα και υποστηρικτή της Επανάστασης του Γένους, και την αντικατάστασή τους με άλλα.. Ανάμεσα δε στα σύμβολα που τελικά καταργήθηκαν ήταν και η σημαία της Φιλικής, η αρχαιότερη του Αγώνα, η οποία αντικαταστάθηκε από την «γαλανόλευκη» του Γιάννη Σταθά.

Επαναστατικές σημαίες των Σπετσών, της Ύδρας και των Ψαρών (users.sch.gr)

Το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος», που προέκυψε από αυτή την Εθνοσυνέλευση, είναι ουσιαστικά το πρώτο ελληνικό σύνταγμα. Στις δε παραγράφους του ρδ’ και ρε’ υπάρχει και η πρώτη απόφαση για τη μορφή της Ελληνικής σημαίας. Το «Πολίτευμα» καθιέρωσε τα χρώματα κυανό και λευκό και ανέθεσε στο Εκτελεστικό Σώμα να προσδιορίσει τη μορφή της. Ούτως, την 15η Μαρτίου 1822 εκδόθηκε το διάταγμα 540 του εκτελεστικού, υπογεγραμμένο από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ως πρόεδρό του.

α. Η Γαλανόλευκη κυματίζει στο Ακρωτήρι Χανίων κατά την Κρητική Επανάσταση για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, β. Η ηρωική Έξοδος του Μεσολογγίου υπό την ελληνική σημαία (Θεοδ. Βρυζάκης), γ. Ο ανδριάντας του Επισκόπου Παλαιών Πατρών Γερμανού με το ιστορικό λάβαρο της Επαναστάσεως, στην Πάτρα, δ. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον Προύθο με την επαναστατική σημαία με τον Φοίνικα

Το διάταγμα όριζε για τις σημαίες ότι: α) των μεν κατά γην δυνάμεων η σημαία, σχήματος τετραγώνου, θα είχεν εμβαδόν κυανούν, το οποίο θα διηρείτο εις τέσσαρα ίσα τμήματα από άκρων έως άκρων του εμβαδού, β) η δε κατά θάλασσαν σημαία θα ήτο διττή· μία διά τα πολεμικά και άλλη διά τα εμπορικά πλοία. Και της μεν διά τα πολεμικά πλοία το εμβαδόν θα διηρείτο ες εννέα οριζόντια παραλληλόγραμμα, παραμειβομένων εις αυτά των χρωμάτων λευκού και κυανού· εις την άνω δε προς τα έσω γωνίαν τούτου του εμβαδού εσχηματίζετο τετράγωνον κυανόχρουν, διηρημένον εν τω μέσω δι· ενός σταυρού λευκοχρόου. Της δε διά τα εμπορικά πλοία διωρισμένης το εμβαδό θα ήτο κυανούν· εις την άνω προς τα έσω γωνίαν τούτου του εμβαδού εσχηματίζετο ωσαύτως τετράγωνον λευκόχρουν και διηρημένον εν τω μέσω δι’ ενός σταυρού κυανοχρόου.

Ο ανδριάντας του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, εφίππου με επαναστατικό λάβαρο, στο Ραμοβούνι Μεσσηνίας

Στις 20 Φεβρουαρίου 1930 νέο διάταγμα για τη μορφή της Σημαίας, όριζε ότι η κλίμακα της εθνικής σημαίας είναι 2:3. Η επίσημη σημαία είναι «κυανούν ορθογώνιο, με αναλογίες διαστάσεων επίσης 2:3, το οποίο διαιρείται σε τέσσερα ίσα ορθογώνια δι’ ορθίου λευκού σταυρού, του οποίου αι κεραίαι έχουσι πλάτος ίσον προς το 1/5 του πλάτους της σημαίας».

Η επίσημη σημαία, ξηράς και θαλάσσης, του Ελληνικού Κράτους, η επονομαζόμενη και «Γαλανόλευκη»

Η πρώτη Ελληνική σημαία, με την σημερινή της μορφή (κυανό φόντο και λευκός σταυρός), σχεδιάστηκε, ευλογήθηκε και υψώθηκε το 1807, στην ιερά Μονή Ευαγγελιστρίας, στη Σκιάθο. Υπάρχει η πεποίθηση, ότι τη συγκεκριμένη επαναστατική σημαία εμπνεύστηκε ο αρχηγός του στόλου Ιωάννης Σταθάς, ο οποίος μαζί με τον υπαρχηγό Νικοτσάρα πραγματοποιούσαν επιδρομές στα παράλια του Βορείου Αιγαίου το 1807 και είχαν φέρει μαζί τους από τις επαναστατημένες εκείνες περιοχές μία σημαία με κυανό πεδίο και κατάλευκο σταυρό. Σε αυτήν ο ηγούμενος Νήφων όρκισε τους οπλαρχηγούς Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ανδρέα Μιαούλη, Παπαθύμιο Βλαχάβα, Γιάννη Σταθά, Νικοτσάρα, τον Σκιαθίτη διδάσκαλο του Γένους Επιφάνιο – Στέφανο Δημητριάδη, τους Λαζαίους, τον Αναστάσιο Καρατάσο, τον Λιόλιο Ξηρολειβαδίτη, τον Νικόλαο Τσάμη και πολλούς άλλους, όταν οι καπεταναίοι είχαν συγκεντρωθεί στο Μοναστήρι για να σχεδιάσουν τις κινήσεις τους για την Επανάσταση. Παραλλαγή της ήταν η σημαία του Παπαφλέσσα, φτιαγμένη από το κυανό εσωτερικό του ράσου του και την φουστανέλα ενός συμπολεμιστή του, του οπλαρχηγού Παναγιώτη Κεφάλα.

Επαναστατικές σημαίες της Ύδρας, των Ψαρών και της Κρήτης. Η τελευταία χρησιμοποιήθηκε στο ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου, το 1866 (users.sch.gr)

Για τα χρώματα της σημαίας η επικρατούσα άποψη είναι πως καθεμία από τις εννέα γραμμές της αναφέρεται σε μία συλλαβή από το κορυφαίο σύνθημα του Αγώνα: «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ», τα δε χρώματά της συμβολίζουν την αγνότητα του σκοπού της επανάστασης (το λευκό) και την ουράνια θεϊκή δύναμη και παρέμβαση (το κυανό), που ενίσχυσε και βοήθησε τους Έλληνες στον άνισο εκείνον, αλλά δίκαιο αγώνα τους. Άλλες εκδοχές είναι πως τα χρώματα συμβολίζουν τον ουρανό και τον αφρό της θάλασσας, την κυανή πανάρχαια ναυτική δύναμη της Ελλάδας και την λευκή φουστανέλα των αγωνιστών ή τους κυματισμούς της θάλασσας που βρέχουν κάθε ακτή και νησί της πατρίδας μας. Εκτός από τον σταυρό, πολλές επαναστατικές σημαίες έφεραν και τις μορφές των στρατιωτικών κυρίως Αγίων της ορθοδοξίας, σύμφωνα άλλωστε και με όσα καταθέτει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος στον λόγο του στην Πνύκα ανέφερε, πως «όταν επιάσαμε τα άρματα είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος».

Τα χρώματα και η δομή με τις γραμμές της ελληνικής σημαίας είναι παρόμοια με τις σημαίες των αριστοκρατικών βυζαντινών οίκων των Αγελάστων, των Μαλεϊνών και των Καλλέργηδων, οι οποίοι πίστευαν πως κατάγονταν από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Β’ Φωκά, ενώ σε σχέση με τον σταυρό ομοιάζουν με εκείνες των Ραγκαβέ και της ναυτικής σημαίας των Παλαιολόγων, είναι απολύτως όμοια με εκείνη των Δουκών. Υποστηρίζεται επίσης, πως η επιλογή των χρωμάτων ίσως να έγινε λόγω των κυανόλευκων σημαιών του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή της ενδυμασίας των βυζαντινών αξιωματούχων, ενώ υπάρχει και η εκδοχή τα χρώματα και το σχήμα της σημαίας μας να πάρθηκαν από την σημαία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, την οποία έφερε κατά την άλωση της Πόλεως. Γενικά φαίνεται να υπερισχύει η θέση ότι η σημερινή ελληνική σημαία, η Γαλανόλευκη, προήλθε από τους βυζαντινούς χρόνους. Πιο συγκεκριμένα, η ναυτική ελληνική σημαία με τις γραμμές είναι ίδια με το φλάμμουλο (σημαία) του δρουγγού (στρατιωτική μονάδα μεγέθους τάγματος) των Ελλαδικών, ενώ η ελληνική σημαία ξηράς είναι όμοια με εκείνη του βυζαντινού οίκου των Δουκών.

Επαναστατική σημαία του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, 2. Ναυτική επαναστατική σημαία, 3. Επαναστατική σημαία του Κωνστ. Κανάρη (users.sch.gr)

Επαναστατική σημαία Μακεδόνων οπλαρχηγών, 2. Σινιάλο συνεννόησης του στόλου των πυρπολικών, 3. Επαναστατική σημαία των Κυπρίων αγωνιστών (users.sch.gr)

Οι λόγοι που επελέγησαν αυτές οι δύο σημαίες, η πρώτη του ναυτικού και η δεύτερη της ξηράς, δεν είναι καθόλου τυχαίοι. Το φλάμμουλο του δρουγγού των Ελλαδικών αφορούσε τον βυζαντινό στόλο, που είχε ως πεδίο δράσης του κυρίως το Ελλαδικό θέμα και τις περιοχές της Θεσσαλονίκης, του Στρυμόνος και της Κρήτης. Το Ελλαδικό θέμα περιελάμβανε γεωγραφικά την Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο και την Θεσσαλία, το οποίο αντιστοιχούσε εν πολλοίς με τα απελευθερωμένα εδάφη της Ελλάδος κατά το έτος 1822 (Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος, Κυκλάδες). Επομένως, φαίνεται ξεκάθαρα πως οι Έλληνες επέλεξαν για ναυτική τους σημαία, μία ναυτική βυζαντινή σημαία, η οποία αντιστοιχούσε στα απελευθερωμένα μέχρι τότε εδάφη. Αντιστοίχως, η σημαία της ξηράς πήρε την μορφή της σημαίας των Δουκών, την οποία είχε χρησιμοποιήσει ο Ιωάννης Σταθάς. Ίσως υιοθέτησε την σημαία αυτή που έφερε μόνο τον σταυρό, λόγω της βαθιάς του πίστεως, αλλά και ένεκα της βαθιάς σχέσης και του δεσίματος των Ελλήνων με την Ορθοδοξία και την Εκκλησία. Μπορούμε να ισχυριστούμε επίσης, πως ο οπλαρχηγός επέλεξε αυτήν την σημαία, εμπνευσμένος από εκείνη του Παλαιολόγου, αφαιρώντας τον δικέφαλο αετό, για τον λόγο ότι πλέον δεν υπήρχε Αυτοκρατορία και η Κωνσταντινούπολη δεν είχε απελευθερωθεί.

Εικόνες της Γαλανόλευκης στην νεώτερη Ελληνική ιστορία

Από πάνω προς τα κάτω: 1. Ο Ίων Δραγούμης υψώνει την ελληνική σημαία στον Λευκό Πύργο Θεσσαλονίκης, 27 Οκτωβρίου 1912, 2. Η σημαία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου (Νοέμβρης 1973), 3. Η Γαλανόλευκη κυματίζει στο Μνημείο του Έπους του ’40 στο Καλπάκι Ιωαννίνων, 4. Η ελληνική σημαία στο μέτωπο της Ηπείρου κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, 5. Η Γαλανόλευκη οδηγεί τον Αγώνα της ΕΟΚΑ (Κύπρος 1955-59), 6. Η ελληνική σημαία υποδέχεται τον Ελευθέριο Βενιζέλο στο Μικρασιατικό μέτωπο, 7. Η σημαία – σύμβολο του Αντιδικτατορικού Αγώνα των Ελλήνων φοιτητών πέφτει μαζί με την πύλη του Πολυτεχνείου, κατά την εισβολή του τανκ (17 Νοέμβρη 1973), 8. Ελληνικές σημαίες κυματίζουν κατά την απελευθέρωση της Μυτιλήνης (8 Νοεμβρίου 1912), 9. Η Σημαία του 41ου Συντάγματος Πεζικού, 10. Η Γαλανόλευκη στην πλώρη του θρυλικού θωρηκτού «Αβέρωφ», 11. Πορεία ελληνικών στρατιωτικών σωμάτων κατά την Μικρασιατική εκστρατεία με τη γαλανόλευκη σημαία του πεζικού, 12. Ελληνικές σημαίες κυματίζουν στα μπαλκόνια της Σμύρνης κατά την είσοδο στην πόλη του Ελληνικού στρατού (5 Μαΐου 1919)

Οι ήρωες της σημαίας

Στο διάβα των χρόνων ορισμένες χαρισματικές προσωπικότητες του τόπου μας ταύτισαν τη ζωή και τη δράση τους με τη Γαλανόλευκη κι έγιναν και οι ίδιοι πρόσωπα – σύμβολα της σημαίας, της ιστορίας και της πατρίδας μας. Αξίζει μια, έστω και σύντομη αναφορά, σε αυτές τις ηρωικές και ξεχωριστές μορφές που ανέδειξε o Ελληνισμός:

«Η Κυρά της Ρω»

Η «Κυρά της Ρω», κατά κόσμον Δέσποινα Αχλαδιώτη, ύψωνε κάθε μέρα επί 34 (κατ’ άλλους 40) χρόνια την ελληνική σημαία μιαν ανάσα από τα τουρκικά παράλια. Στην άκρη της πατρίδας μας, σε ένα μέρος άγονο, όπου μόνο λίγο χορτάρι φύτρωνε στο χώμα που λάτρευε, ύψωνε κάθε πρωί την ελληνική σημαία και την κατέβαζε το βράδυ. Η πρώτη φορά που η Δέσποινα Αχλαδιώτη ύψωσε τη σημαία ήταν το 1927, όταν ξύπνησε ένα πρωί και είδε στην κορυφή του νησιού να κυματίζει η τουρκική σημαία. Πήγε στο σπίτι, άνοιξε το σεντούκι, πήρε ένα λευκό σεντόνι και μια γαλάζια κουρτίνα και έραψε τη γαλανόλευκη. Κατέβασε με τον άντρα της την τουρκική, τοποθετώντας στη θέση της την γαλανόλευκη. Δεν εγκατέλειψε ποτέ τη Ρω, ακόμα κι όταν το Καστελόριζο, που βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, το 1943, ερήμωσε σχεδόν από τους κατοίκους του, εκ των οποίων οι περισσότεροι εξαναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς.

Η «Κυρά της Ρω» υπήρξε μέλος της Εθνικής Αντίστασης κατά την περίοδο της κατοχής. Βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (1975), το Πολεμικό Ναυτικό, τη Βουλή των Ελλήνων, τον Δήμο Ρόδου, την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και άλλους φορείς. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας έστειλε ναυτικό άγημα και αντιπροσωπεία του ΓΕΝ στο Καστελόριζο όπου, στις 23 Νοεμβρίου 1975, της απένειμε μετάλλιο για τις «προσφερθείσες εθνικές υπηρεσίες της» κατά την πολεμική περίοδο 1941-1944, όπως ανέφερε η απόφαση του Υπουργού Άμυνας. Απεβίωσε σε ηλικία 92 ετών, σε νοσοκομείο της Ρόδου, στις 13 Μαΐου του 1982. Η κηδεία της έγινε με τιμές, δημοσία δαπάνη, στο Καστελλόριζο, παρουσία του τότε υφυπουργού Άμυνας Αντώνη Δροσογιάννη και η σορός της μεταφέρθηκε στην Ρω και ετάφη κάτω από τον ιστό, όπου ύψωνε καθημερινά την ελληνική σημαία.

Σπύρος Καγιαλεδάκης (Καγιαλές)

Στις 9 Φεβρουαρίου 1897 βομβαρδίστηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής το στρατόπεδο των Κρητών επαναστατών στο Ακρωτήρι Χανίων, στο πλαίσιο της Κρητικής επανάστασης για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Οι οβίδες είχαν στόχο τους επαναστατημένους Κρητικούς, αλλά και την Ελληνική σημαία που κυμάτιζε στο Ακρωτήρι. Δύο φορές η σημαία έπεσε χτυπημένη από τις οβίδες. Τότε ο επαναστάτης Σπύρος Καγιαλεδάκης ή Καγιαλές (1872-1929), την σήκωσε όρθια με κίνδυνο της ζωής του. Όταν μια τρίτη οβίδα κομμάτιασε τον ιστό της σημαίας, ο Καγιαλές έκανε το κορμί του κοντάρι και την σήκωσε αγέρωχα και πάλι ψηλά! Όταν οι ναύαρχοι με τα κιάλια είδαν την ελληνική σημαία να κυματίζει περήφανα με έναν άνθρωπο να την στηρίζει, μένοντας άναυδοι διέταξαν να σταματήσει ο βομβαρδισμός.. Το στρατόπεδο των επαναστατημένων Κρητικών σείστηκε από τις ζητωκραυγές και τους πανηγυρισμούς, ενώ στο ελληνικό θωρηκτό «Ύδρα» εψάλη ο εθνικός μας ύμνος. Μαζί ζητωκραύγαζαν τα ιταλικά και γαλλικά πλοία.

Όπως διηγήθηκε αργότερα ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ναύαρχος Κανεβάρο του είχε πει, πως έμεινε άναυδος από θαυμασμό μπροστά στην ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ, που νίκησε ολόκληρη την ευρωπαϊκή διπλωματία! Πράγματι, εκείνη την ημέρα ο Σπύρος Καγιαλές, προκάλεσε όχι μόνον την άμεση παύση του βομβαρδισμού του Ακρωτηρίου, αλλά και την υποβολή, από τους ναυάρχους, ευνοϊκών εισηγήσεων προς τις κυβερνήσεις τους. Η ηρωική αυτή πράξη του γενναίου Κρητικού συνέβαλε καθοριστικά στο να κερδίσει τελικά η Κρήτη την αυτονομία της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1898, που προηγήθηκε της οριστικής Ένωσής της με την Ελλάδα, την 1η Δεκεμβρίου 1913. Ο δήμος Ακρωτηρίου εορτάζει κάθε χρόνο την επέτειο του βομβαρδισμού της 9ης Φεβρουαρίου 1897 και μαζί τιμά με καταθέσεις στεφάνων στον ανδριάντα του, δίπλα στους Τάφους των Βενιζέλων, τον ήρωα Σπύρο Καγιαλέ, που έγινε σύμβολο στον αγώνα των Κρητικών για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.

Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας

Μανώλης Γλέζος – Λάκης Σάντας. Στην είδηση του θανάτου τους, η Γαλανόλευκη κυμάτιζε μεσίστια στην Ακρόπολη αποχαιρετώντας τους γενναίους υπερασπιστές της..

Στα τέλη Μαΐου 1941 είχε συμπληρωθεί ένας μήνας από την παράδοση της Αθήνας στους Γερμανούς. Ο Μανώλης Γλέζος (9 Σεπτ. 1922 – 30 Μαρτ. 2020) και ο Λάκης Σάντας (22 Φεβρ. 1922 – 30 Απρ. 2011), νεαροί τότε φοιτητές της Ανωτάτης Εμπορικής και της Νομικής Σχολής, αντίστοιχα, δεν άντεχαν ν’ αντικρίζουν κάθε πρωί τη γερμανική σβάστικα να κυματίζει στην Ακρόπολη. Σε μια βόλτα τους στο Ζάππειο συνέλαβαν την παράτολμη ιδέα να κατεβάσουν το απεχθές γερμανικό σύμβολο από τον Ιερό Βράχο και στρώθηκαν στη δουλειά για να υλοποιήσουν το σχέδιό τους. Το πρωί της 30ής Μαΐου του 1941 οι δύο φίλοι μαθαίνουν ότι και η Κρήτη, το τελευταίο τμήμα ελεύθερης ελληνικής γης, είχε πέσει στα χέρια των Γερμανών και αποφασίζουν να δράσουν το ίδιο κιόλας βράδυ, θέλοντας να δείξουν στον κατακτητή ότι τίποτα δεν είχε τελειώσει. 

Όπλα δεν είχαν, μόνον ένα φαναράκι κι ένα μαχαίρι.. Γύρω στις 9.30 το βράδυ φθάνουν κάτω από την Ακρόπολη και προχωρούν ως την σπηλιά του Πανδρόσειου. Οι δύο νέοι μπήκαν στη σπηλιά και με τη βοήθεια του φαναριού ανέβηκαν τις σκαλωσιές που είχαν στήσει οι αρχαιολόγοι στο χώρο. Το ύψος τους ξεπερνούσε τα 30 μ. Αν έπεφταν, σίγουρα θα σκοτώνονταν.. Τελικά, κατάφεραν να βρεθούν πάνω στον ιερό βράχο, λίγα μέτρα από τον ιστό της σημαίας. Στο βάθος προς τα Προπύλαια, άκουγαν γέλια. Ήταν οι γερμανοί στρατιώτες της φρουράς, που γιόρταζαν τη νίκη της Κρήτης. Χωρίς περιστροφές, έλυσαν το συρματόσχοινο και με πολλή προσπάθεια τράβηξαν από τον ιστό της την τεράστια γερμανική σημαία διαστάσεων 4×2 μ.

Έχοντας το φοβερό τρόπαιο στα χέρια τους, έφυγαν από την Ακρόπολη ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο. Από τη γερμανική σημαία έκοψαν και κράτησαν ένα κομμάτι γύρω από τον αγκυλωτό σταυρό. Την υπόλοιπη την πέταξαν σε ένα πηγάδι για να μην βρεθεί πάνω τους καθώς επέστρεφαν στα σπίτια τους. Την επομένη, οι προσβεβλημένοι Γερμανοί εκτέλεσαν τους άνδρες της φρουράς Ακροπόλεως και απέλυσαν τους διοικητές των τμημάτων ασφαλείας της περιοχής. Στην Ακρόπολη ανέβασαν νέα σημαία και καταδίκασαν τους δράστες σε θάνατο.

Ο ελληνικός λαός θα μάθει τα ονόματα των δύο γενναίων νέων μετά τον πόλεμο, ανήμερα της 25ης Μαρτίου 1945, από σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Ριζοσπάστης». Η υποστολή της σβάστικας από την Ακρόπολη αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη Αθήνα, μία ενέργεια με συμβολικό χαρακτήρα και τεράστια απήχηση στο ηθικό των δοκιμαζομένων Ελλήνων. Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ιδρύθηκαν οι δύο μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΔΕΣ. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Μανώλης Γλέζος συνελήφθη τρεις φορές από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε, καταδικάστηκε τρεις φορές εις θάνατον και κατόρθωσε να δραπετεύσει. Υπήρξε βουλευτής του χώρου της αριστεράς, ευρωβουλευτής και κοινοτάρχης της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Απειράνθου Νάξου, συγγραφέας και ένας από τους δημοφιλέστερους Έλληνες πολιτικούς μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Λάκης Σάντας, με καταγωγή από την Πάτρα, μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα. Έλαβε ενεργό μέρος στην εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ, εξορίστηκε και φυλακίστηκε. Διωκόμενος για τη δράση του ζήτησε πολιτικό άσυλο στον Καναδά, όπου παρέμεινε μέχρι το 1963, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα.

Ανδρέας Παναγίδης

Στον μικρό χώρο των φυλακών Λευκωσίας, όπου βρίσκονται τα «Φυλακισμένα Μνήματα», είναι συνολικά θαμμένοι δεκατρείς ήρωες – αγωνιστές της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ), εννέα από τους οποίους απαγχονίστηκαν από τους βρετανούς κατακτητές μέσα στις φυλακές. Ένας από αυτούς ήταν και ο Ανδρέας Παναγίδης, που γεννήθηκε το 1934 στο χωριό Παλαιομέτοχο Λευκωσίας και, μαζί με τους συναγωνιστές του Μιχαήλ Κουτσόφτα και Στέλιο Μαυρομμάτη, απαγχονίστηκαν για τη δράση τους, στον χώρο των φυλακών και θάφτηκαν στην περίκλειστη αυλή τους, στις 21 Σεπτεμβρίου 1956.

Προτού ο Παναγίδης ενταχθεί στην ΕΟΚΑ γνώριζε καλά τους κινδύνους και ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει τη ζωή του για χάρη του αγώνα. Η δράση του είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, όταν μαζί με τον αδερφικό του φίλο Μιχαήλ Κουτσόφτα, αψηφώντας τον κίνδυνο, ύψωναν κάθε βράδυ την ελληνική σημαία σε διάφορα σημεία του χωριού τους, στο Παλαιομέτοχο, ώστε το επόμενο πρωί να την βρίσκουν οι βρετανοί κατακτητές να κυματίζει! Όταν εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ, ο Παναγίδης εργαζόταν στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, ως μάγειρας. Παράλληλα, παντρεύτηκε και απέκτησε με τη σύζυγό του Γιαννούλλα Παναγίδη, τρία παιδιά, τον Αριστείδη, την Δέσποινα και την Αυγή. Κάποια μέρα ένας βρετανός στρατιώτης στο αεροδρόμιο ζήτησε να του κάνει σωματικό έλεγχο, κατά την πάγια τακτική των άγγλων. Βρήκε πάνω του μία ελληνική σημαία και τον διέταξε να του σκουπίσει τα παπούτσια με αυτήν.. Ο Παναγίδης θεώρησε το αίτημα του βρετανού μεγάλη προσβολή και τον χτύπησε. Έτσι μπήκε στο στόχαστρο των άγγλων, που αργότερα τον συνέλαβαν για την δράση του και, μαζί με τους συντρόφους του, τον οδήγησαν στην αγχόνη σε ηλικία μόλις 22 ετών..

Η «Κυρά των Μαρασίων»

Η Βασιλική Λαμπίδου – Φωτάκη, όπως ήταν το όνομα της «Κυράς των Μαρασίων», γεννήθηκε το 1904 στο Μεγάλο Ζαλούφι της Ανατολικής Θράκης. Από παιδί γνώρισε την ορφάνια και την πίκρα της προσφυγιάς, καθώς οι προστάτες – συγγενείς της μετακινήθηκαν κυνηγημένοι από τους Τούρκους στην Αδριανούπολη. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκε προσωρινά στο Ελληνοχώρι Διδυμοτείχου και έπειτα στο Σάκκο Ορεστιάδας. Παντρεύτηκε και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Όταν έχασε τα τρία από τα παιδιά της, σε νεαρές ηλικίες, άρχισε να βλέπει σαν δικά της παιδιά όλα τα Ελληνόπουλα και ιδιαίτερα τα στρατευμένα.

Το 1962 εγκαταστάθηκε οριστικά στα Μαράσια του Έβρου. Το σπίτι της ήταν το τελευταίο του χωριού, χτισμένο δίπλα στο ακριτικό φυλάκιο των Μαρασίων. Συμμεριζόμενη από κοντά τα προβλήματα των νεαρών στρατιωτών, καθώς ζούσαν μακριά από τις οικογένειές τους, πήρε τη μεγάλη απόφαση να τους συμπαρασταθεί, με αγάπη, τρυφερότητα, αφοσίωση και φιλοστοργία, σαν να ήταν η πραγματική τους μάνα. Για δεκαετίες ολόκληρες μαγείρευε το φαγητό των φρουρών των συνόρων μας, έπλενε τα ρούχα τους, άκουγε τον παλμό της καρδιάς τους, μα και τις ανησυχίες τους και -παρά τα χρόνια της- ύψωνε καθημερινά την ελληνική σημαία για να κυματίζει περήφανα, όπως η ίδια έλεγε, στον ελληνικό ουρανό στα σύνορα.

Νικόλαος Λεοντάρης

Ο Τρικαλινός Νικόλαος Λεοντάρης, με καταγωγή από την Καλλιρρόη Καλαμπάκας, φύλαξε την ελληνική σημαία ως «κόρη οφθαλμού» κατά τη διάρκεια της Κατοχής, προκειμένου αυτή να μην περιέλθει στα χέρια των Στρατευμάτων Κατοχής, παρά τις απειλές και τη βία που ασκήθηκαν συστηματικά σε βάρος του ιδίου και της οικογένειάς του από τους κατακτητές. Ο Νικόλαος Λεοντάρης έλαβε μέρος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και μετά τη λήξη του, του ανατέθηκε η προστασία της πολεμικής σημαίας του 5ου Συντάγματος πεζικού, την οποία και παρέδωσε στον Ελληνικό Στρατό, μετά την απελευθέρωση.

Προκειμένου να μην πέσει η σημαία στα χέρια των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών, την τύλιξε με άλλα πανιά και φύλλα δένδρων και την έθαψε στο βουνό. Εκεί, την φύλαξε για τέσσερα χρόνια, με μεγάλη αγωνία και φόβο, μήπως την ανακαλύψουν ή σαπίσει στο χώμα. Όταν συγκροτήθηκε το 119ο Τάγμα Εθνοφυλακής, παρουσιάστηκε στον διοικητή και του ανέφερε το γεγονός. Με συνοδεία, ξέθαψε και παρέδωσε τη σημαία, την οποία μετέφεραν με τιμές. Για την πράξη του αυτή τιμήθηκε με το Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων.

Σολωμός Σολωμού

Στις 14 Αυγούστου 1996 έγινε η κηδεία του Τάσου Ισαάκ, Ελληνοκυπρίου ο οποίος είχε ξυλοκοπηθεί μέχρι θανάτου από Τουρκοκυπρίους, τρεις ημέρες νωρίτερα, στη νεκρή ζώνη κοντά στη Δερύνεια, κατά τη διάρκεια αντικατοχικής διαδήλωσης Κυπρίων μοτοσυκλετιστών. Αμέσως μετά την κηδεία, αρκετοί από τους παρισταμένους συγκρότησαν διαδήλωση και ξαναμπήκαν στη νεκρή ζώνη από το ίδιο σημείο, για να αποτίσουν φόρο τιμής στον Ισαάκ, καταθέτοντας στεφάνια και λουλούδια στον τόπο της δολοφονίας του. Ανάμεσα στους διαδηλωτές ήταν και ο 26χρονος Σολωμός Σολωμού, δεύτερος ξάδελφος του Ισαάκ, πρόσφυγας από την Αμμόχωστο, που ζούσε στο Παραλίμνι.

Γύρω στις 2:20 μετά το μεσημέρι, ο Σολωμού ξεστράτισε από τους συγκεντρωμένους και κατευθύνθηκε σ’ ένα κοντινό τουρκικό φυλάκιο. Με ένα τσιγάρο στο στόμα και αγνοώντας τις προειδοποιήσεις των τούρκων στρατιωτών, άρχισε να σκαρφαλώνει στον ιστό, με πρόθεση να κατεβάσει την τουρκική σημαία από την κατεχόμενη γη της πατρίδας του. Την ίδια ώρα ακούστηκαν τρεις πυροβολισμοί από την πλευρά των κατεχομένων και ο νεαρός άνδρας έπεσε νεκρός. Ακολούθησαν και άλλοι πυροβολισμοί, από τους οποίους τραυματίστηκαν ελαφρά 11 άτομα, ανάμεσά τους και δύο Κυανόκρανοι. Η κηδεία του Σολωμού Σολωμού έγινε στις 16 Αυγούστου 1996, στο Παραλίμνι, παρουσία πλήθους κόσμου, που καταδίκασε την τουρκική βαρβαρότητα.

Η Κυπριακή Αστυνομία κατόρθωσε να αναγνωρίσει τους δράστες της δολοφονίας Σολωμού κι εξέδωσε διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος τους. Τον Οκτώβριο του 2004, ο Κενάν Ακίν, υπουργός Γεωργίας του ψευδοκράτους και ένας εκ των δραστών, παραδέχθηκε ότι ήταν αυτός που δολοφόνησε τον Σολωμού, αλλά δικαιολογήθηκε ότι διατάχθηκε να το κάνει. Στις 24 Ιουνίου 2008, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) έκρινε ένοχη την Τουρκία για τη δολοφονία του Σολωμού Σολωμού, βάσει του άρθρου 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Επίσης, επιδίκασε χρηματική αποζημίωση στην οικογένειά του.

Έργο του Χρήστου Μποκόρου, Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείου Αλεξ. Σούτσου

«Εὖ ἀγωνίζεσθαι»

Στους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, κατά την καθιερωμένη παρέλαση όλων των συμμετεχόντων αθλητών στο στάδιο, η ελληνική σημαία εισέρχεται πρώτη. Η απόφαση να εισέρχεται πρώτη η σημαία της Ελλάδος ελήφθη στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1928, που τελέστηκαν στο Άμστερνταμ, σε ένδειξη τιμής προς την γενέτειρα του μεγαλύτερου πολιτιστικού γεγονότος του πλανήτη. Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, στους Αγώνες του 1924, στο Παρίσι, είχε αποφασιστεί και η ανάκρουση του εθνικού ύμνου της Ελλάδος κατά τις τελετές έναρξης όλων των Ολυμπιακών Αγώνων. Στον χώρο του αθλητισμού η Γαλανόλευκη κυμάτισε πολλές φορές για τις επιτυχίες και τις νίκες των Ελλήνων αθλητών και αθλητριών ανά τον κόσμο, χαρίζοντας μοναδικές στιγμές χαράς και εθνικής υπερηφάνειας στον λαό μας, στην Ελλάδα αλλά και στην Ομογένεια.

Τραγούδια της σημαίας

Το φλάμπουρο

Είσαι το φλάμπουρο που ‘χει μεράκι του
την έγνοια της Ελευθεριάς
σ’ έχει ο Κολοκοτρώνης μπαϊράκι του
κι ο καπετάνιος Ζαχαριάς.

Άσπρη – γαλάζια, σωστή ζωγραφιά,
σαν τ’ ουρανού το χρώμα,
ξέρεις -στ’ αλήθεια- να κάνεις θεριά
και τους δειλούς ακόμα.

Τι πατριώτες και τι πατριώτισσες
θύματα πέσανε σωρό.
Για μια σημαία σύραν οι Σουλιώτισσες
τον τελευταίο τους χορό.

Άσπρη – γαλάζια, σωστή ζωγραφιά…

Δέσπω Σουλιώτισσα που αντιστάθηκες
στις μαύρες σκέψεις του Αλή,
για μια σημαία, τότε, ανατινάχθηκες
κι ούτε το σκέφτηκες πολύ.

Άσπρη – γαλάζια, σωστή ζωγραφιά…

Σημαία γαλανή

Όταν στη μέση ξεπροβαίνεις
και κυματίζεις γαλανή,
χίλιες ελπίδες ανασταίνεις
κι έχεις την πιο γλυκιά μορφή.

Όταν με χάρη κατεβαίνεις
και το κοντάρι σου φιλείς,
στους στοχασμούς μας μπαίνεις
και με τους πόθους μας μιλείς.

Όταν το αγέρι σε ψηλώνει
και κάθε άκρη σου φιλεί,
είν’ ο σταυρός μας που σ’ ενώνει
με τη βοήθεια την τρανή.

Κι όταν γαλήνη σε διπλώνει
κι ακουμπισμένη μας θωρείς,
δόξα παλιά σε στεφανώνει
και δόξα νέα καρτερείς.

Όταν στη μέση ξεπροβαίνεις
και κυματίζεις γαλανή,
χίλιες ελπίδες ανασταίνεις
κι έχεις την πιο γλυκιά μορφή.

Μουσική: Αθανάσιος Αργυρόπουλος (Καλάβρυτα 1884-1939)
Στίχοι: Παναγιώτης Μπακανάκης (Ξυλόκαστρο, 1882)

Στη Σημαία

Μέσα μας βαθιὰ γιὰ σένα
μία λαχτάρα πάντα ζεῖ
τὴν πατρίδα συμβολίζεις
καὶ τὴ λευτεριὰ μαζί.

Γαλανόλευκη ἡ θωριά σου
καὶ φαντάζεις μέσ᾿ στὸ νοῦ
σὰν τὸ κύμα, σὰν τὸ γέλιο
τοῦ πελάου καὶ τ᾿ οὐρανοῦ.

Τῆς τιμῆς καὶ τῆς ἀνδρείας
εἶσ᾿ ἀστείρευτη πηγή,
τοῦ λευκοῦ Σταυροῦ σου ἡ χάρη
δυναμώνει κι εὐλογεῖ.

Κι ὅσοι χάνονται γιὰ σένα
σπώντας σίδερα βαριά,
ξεψυχοῦν καὶ τραγουδᾶνε
χαῖρε, ὦ χαῖρε, λευτεριά.

Μουσική: Ἀθανάσιος Ἀργυρόπουλος (Καλάβρυτα 1884 – 1939)
Στίχοι: Στέλιος Σπεράντζας (Σμύρνη 1888 – Ἀθήνα 1962)

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι dddf2d6bb37de9f755f615ad2bba9a72.jpg

Ἡ Σημαία
(Ἰωάννης Πολέμης)

Πάντα κι ὅπου σ᾿ ἀντικρίζω
μὲ λαχτάρα σταματῶ
καὶ περήφανα δακρύζω,
ταπεινὰ σὲ χαιρετῶ.

Δόξα ἀθάνατη στολίζει
κάθε θεία σου πτυχή,
καὶ μαζί σου φτερουγίζει
τῆς Πατρίδος ἡ ψυχή.

Ὅταν ξάφνου σὲ χαϊδεύει
τ᾿ ἀεράκι τ᾿ ἀλαφρό,
μοιάζεις κῦμα ποὺ σαλεύει
μὲ χιονόλευκο ἀφρό.

Κι ὁ σταυρὸς ποὺ λαμπυρίζει
στὴν ψηλή σου κορυφή,
εἶναι ὁ φάρος ποὺ φωτίζει
κάθ᾿ ἐλπίδα μας κρυφή.

Σὲ θωρῶ κι ἀναθαρρεύω
καὶ τὰ χέρια μου χτυπῶ
σὰν ἁγία σὲ λατρεύω
σὰν μητέρα σ᾿ ἀγαπῶ.

Κι ἀπ᾿ τὰ στήθη μ᾿ ἀνεβαίνει
μία χαρούμενη φωνή·
νἄσαι πάντα δοξασμένη
ὦ! σημαία γαλανή.

Πηγές: antexoume.wordpress.com, cognoscoteam.gr, pemptousia.gr, lifo.gr, zarpanews.gr, thes.gr, sansimera.gr, ethnos.gr, elniplex.com, mixanitouxronou.gr, fdathanasiou.wordpress.com

kimintenia.wordpress.com

Χωρίς κατηγορία

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s